ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 702/2009)
16 Δεκεμβρίου 2010
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δικαστής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΙΑΣ ΚΑΣΑΠΗ-ΔΡΟΥΣΙΩΤΗ,
Αιτήτριας,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄Ης η Αίτηση.
_________
Α. Κωνσταντίνου, για την Αιτήτρια.
Ζ. Κυριακίδου (κα), δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Μ. Σπανού (κα), για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.:. Σε ανταπόκριση δημοσίευσης μιας θέσης Πρώτου Λειτουργού Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής) υπεβλήθησαν 19 αιτήσεις. Αυτών επελήφθη αρχικώς η Συμβουλευτική Επιτροπή (ΣΕ) η οποία έκρινε ως προσοντούχους μόνο έξι από τους υποψηφίους, τους οποίους και υπέβαλε σε προφορική εξέταση, αξιολογώντας την Αιτήτρια ως «εξαίρετη» και το ΕΜ ως «πάρα πολύ καλός». Στην έκθεση της σύστησε τέσσερις από αυτούς, μεταξύ των οποίων ήσαν η Αιτήτρια και το ΕΜ. Αυτούς κάλεσε η ΕΔΥ σε προφορική εξέταση παρούσας και της Διευθύντριας, αξιολογώντας την Αιτήτρια ως «πάρα πολύ καλή» και το ΕΜ ως «εξαίρετος». Η Διευθύντρια σύστησε την Αιτήτρια με το ακόλουθο σκεπτικό:
«Και οι τέσσερις υποψήφιοι για τη θέση Πρώτου Λειτουργού Φ.Π.Α., είναι υπάλληλοι στην Υπηρεσία Φ.Π.Α. και κατέχουν την αμέσως προηγούμενη θέση του Ανώτερου Λειτουργού Φόρου Προστιθέμενης Αξίας.
Αφού έλαβα υπόψη τα νομολογημένα κριτήρια της αξίας, προσόντων και αρχαιότητας, συστήνω την κα Μ. Δρουσιώτη-Κασάπη ως την καταλληλότερη για προαγωγή στην υπό πλήρωση θέση για τους πιο κάτω λόγους.
Η κα Μ. Δρουσιώτη υπερέχει σε αξία έναντι των υπολοίπων υποψηφίων λόγω του ότι:
(α) η απόδοσή της στη Συμβουλευτική Επιτροπή που έχει συσταθεί για την πλήρωση της θέσης του Πρώτου Λειτουργού Φ.Π.Α. είναι καλύτερη εφόσον έχει χαρακτηριστεί ως εξαίρετη (όπως και ο κος Ζεβλάρης) σε αντίθεση με τους κους Μαυρονικόλα και Τσαγκάρη που έχει χαρακτηριστεί η απόδοσή τους ως πάρα πολύ καλή και
(β) σε προφορική εξέταση ενώπιόν της Ε.Δ.Υ. έχω αξιολογήσει εξαίρετη την υποψήφια έναντι των υπολοίπων υποψηφίων που έχω χαρακτηρίσει την απόδοσή τους ως πάρα πολύ καλή (κο Μαυρονικόλα και κο Ζεβλάρη) και πολύ καλή (κο Τσαγκάρη).
Σημειώνεται ότι οι υπηρεσιακές εκθέσεις όλων των υποψηφίων είναι εξαίρετες.
Όσον αφορά τα προσόντα είναι όλων των υποψηφίων ισοδύναμα εφόσον κατέχουν και πανεπιστημιακά προσόντα και επιπρόσθετο επαγγελματικό προσόν (μέλη αναγνωρισμένου σώματος Λογιστών) με εξαίρεση τον κο Μαυρονικόλα ο οποίος είναι προσοντούχος για την υπό πλήρωση θέση λόγω του μεταπτυχιακού το οποίο κατέχει. Σημειώνω ότι γνωρίζω ότι τα επιπρόσθετα προσόντα δεν απαιτούνται ούτε παρέχουν οποιοδήποτε πλεονέκτημα με βάση τα Σχέδια Υπηρεσίας.
Τέλος όσον αφορά την αρχαιότητα η κα Δρουσιώτη και ο κος Ζεβλάρης υπερέχουν καταφανώς (striking seniority), έναντι των δύο άλλων υποψηφίων εφόσον κατέχουν τη θέση του Ανώτερου Λειτουργού Φ.Π.Α. από το 1992 έναντι του κου Μαυρονικόλα ο οποίος έχει προαχθεί ως Ανώτερος Λειτουργός Φ.Π.Α. το 2001 και ο κος Τσαγκάρης το 2002.»
Η ΕΔΥ όμως κατά πλειοψηφία επέλεξε το ΕΜ με το ακόλουθο σκεπτικό:
«Επιλέγοντας το Μαυρονικόλα Διονύσιο, η πλειοψηφία της Επιτροπής παρατήρησε ότι αυτός δεν υστερεί σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση σ΄αυτές των τελευταίων ετών, στις οποίες δίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, έχει αξιολογηθεί στο υψηλότερο σημείο, ως Εξαίρετος, από την πλειοψηφία της Επιτροπής κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, έχει αξιολογηθεί ως Πάρα Πολύ Καλός από τη Συμβουλευτική Επιτροπή κατά την τελική της αξιολόγηση και δεν υστερεί σε προσόντα. Περαιτέρω, η πλειοψηφία της Επιτροπής σημείωσε ότι, επιλέγοντας το Μαυρονικόλα, δεν υιοθέτησε τη σύσταση της Διευθύντριας, καθότι αυτή δεν συνάδει με τα στοιχεία των Φακέλων. Συγκεκριμένα, η πλειοψηφία της Επιτροπής παρατήρησε ότι η Διευθύντρια, στη σύστασή της, αναφέρει ότι η Δρουσιώτη-Κασάπη Μαρία υπερέχει σε αξία και αιτιολογεί την αναφορά της αυτή, υποστηρίζοντας ότι η υψηλότερη αξιολόγηση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή καθώς και από την ίδια τη Διευθύντρια κατά την ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση προσδίδει υπεροχή σε αξία στη Δρουσιώτη-Κασάπη Μαρία. Η Επιτροπή έκρινε ότι οι αναφορές της Διευθύντριας δεν τεκμηριώνονται από τις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, από το σύνολο των οποίων τεκμαίρεται ότι η Δρουσιώτη-Κασάπη Μαρία δεν υπερέχει. Η πλειοψηφία της Επιτροπής δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι ο επιλεγείς υστερεί σε αρχαιότητα από τους Δρουσιώτη-Κασάπη Μαρία και Ζεβλάρη Ιωάννη, που δεν επιλέγηκαν, αλλά παρατήρησε ότι η υπό πλήρωση θέση είναι Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, είναι η υψηλότερη στην ιεραρχία του Τμήματος και, ως εκ τούτου, η σημασία της αρχαιότητας είναι περιορισμένη. Καταλήγοντας στην παρατήρησή της αυτή, η Επιτροπή αναφέρθηκε στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Υπόθεση Πούρος κ.α. ν. Χατζηστεφάνου κ.α. (2001) 3 Α.Α.Δ. 374, στην οποία η ολομέλεια έκρινε ότι σε θέσεις ψηλά στην ιεραρχία η σημασία της εντύπωσης της προφορικής εξέτασης είναι αυξημένη και ότι για διευθυντικές θέσεις, ψηλά στην ιεραρχία, η αρχαιότητα αποτελεί παράγοντα περιορισμένης σημασίας.»
Η Αιτήτρια θέτει ως υπόβαθρο της προσφυγής της την όλη υπηρεσιακή εικόνα της. Σε αξία είναι ισοδύναμη με το ΕΜ αφού και οι δύο έχουν καθ΄όλα εξαίρετες αξιολογήσεις. Σε αρχαιότητα, και επομένως και ανάλογη πείρα, η Αιτήτρια υπερέχει καταφανώς του ΕΜ - κατά εννέα έτη, είναι δε άκρως ανυπόστατος ο ισχυρισμός του ΕΜ ότι υπερέχει σε πείρα, αφού μάλιστα ουδεμία τέτοια διαπίστωση έγινε από τη ΣΕ ή την ΕΔΥ με αναφορά στα στοιχεία που το ΕΜ επικαλείται, αλλά αντιθέτως ανεγνωρίσθη η υπεροχή της Αιτήτριας σε αρχαιότητα που συνεπάγεται και την ακόλουθη αυτής πείρα. Ως προς τα προσόντα, η Αιτήτρια, πέραν του βασικού πτυχίου της - BSc ín Mathematical Economics and Econometrics - που την καθιστά προσοντούχο για σκοπούς του σχεδίου υπηρεσίας, είναι Associate ACCA και Fellow ACCA, αυτό όμως δεν εθεωρήθη από τη ΣΕ ότι της προσέθετε περαιτέρω υπεροχή. Το ΕΜ έχει ως βασικό πτυχίο το πτυχίο Πολιτικής Μηχανικής του Μετσοβίου, που δεν τον καθιστά προσοντούχο για σκοπούς του σχεδίου υπηρεσίας και ΜΒΑ δυνάμει του οποίου και καθίσταται προσοντούχος, ώστε το πτυχίο του Μετσοβίου να μην ήταν ούτε πρόσθετο προσόν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, όπως και δεν θεωρήθηκε από τη ΣΕ. Πέραν της υπηρεσιακής εικόνας, η Αιτήτρια είχε βεβαίως και τη σύσταση του Διευθυντή ως πρόσθετου στοιχείου αξίας. Το ΕΜ υπερείχε λοιπόν μόνο ως προς την προφορική εξέταση της ΕΔΥ όπου αξιολογήθηκε «Εξαίρετος» έναντι «πάρα πολύ καλή» της Αιτήτριας.
Στη βάση αυτών των δεδομένων, ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Αιτήτρια εισηγείται ότι πεπλανημένα η ΕΔΥ παραγνώρισε τη σύσταση της Διευθύντριας. Η ΕΔΥ ρητώς αναφέρει στα πρακτικά της ότι δεν υιοθετεί τη σύσταση της Διευθύντριας «καθότι αυτή δεν συνάδει με τα στοιχεία των φακέλων», και συγκεκριμένα διότι η Διευθύντρια στη σύσταση της αναφέρει ότι η Αιτήτρια υπερέχει σε αξία καθ΄όσον αξιολογήθηκε πιο ψηλά από το ΕΜ από τη ΣΕ και από την ίδια τη Διευθύντρια στην ενώπιον της ΕΔΥ προφορική εξέταση. Η προσέγγιση αυτή, κατά την εισήγηση, είναι πεπλανημένη διότι τα στοιχεία στα οποία βασίσθηκε η Διευθύντρια είναι στοιχεία που αφορούν την αξία.
Θεωρώ ορθή την εισήγηση της Αιτήτριας. Η ΕΔΥ εξέλαβε την κρίση της Διευθύντριας για υπεροχή της Αιτήτριας σε αξία ως αναφερόμενη στα στοιχεία των φακέλων, και δη τις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις, από τις οποίες όντως δεν προέκυπτε υπεροχή της Αιτήτριας σε βαθμολογημένη αξία απορρίπτοντας για αυτό το λόγο τη σύσταση της Διευθύντριας. Η κρίση όμως της Διευθύντριας ότι η Αιτήτρια υπερείχε σε αξία δεν εβασίσθη αποκλειστικά στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις. Η Διευθύντρια ρητώς ανεγνώρισε ότι σε αυτές υπήρχε απόλυτη ισοδυναμία, αφού, όπως είπε, «οι υπηρεσιακές εκθέσεις όλων των υποψηφίων είναι εξαίρετες». Η Διευθύντρια εβάσισε την αναφορά της για υπεροχή της Αιτήτριας σε αξία στην καλύτερη αξιολόγηση της ΣΕ και της ίδιας της Διευθύντριας, αναφέροντας συγχρόνως την καταφανή υπεροχή της Αιτήτριας σε αρχαιότητα που βεβαίως συνεπάγετο και αντίστοιχη υπεροχή σε πείρα προσθέτουσα στην αξία. Πεπλανημένα λοιπόν η ΕΔΥ εξέλαβε τη σύσταση της Διευθύντριας και την αναφορά της σε υπεροχή σε αξία της Αιτήτριας ως συναρτώμενη μόνο προς τις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις, αφού η όλη βάση της ήταν πολύ ευρύτερη. Και αν δε ακόμα, όπως εισηγείται το ΕΜ, η Διευθύντρια δεν μπορούσε νομολογιακά να εβασίζετο στη δική της άποψη για την απόδοση στην προφορική εξέταση, (θέμα που δεν το αποφασίζω, ενώ η Αιτήτρια παραπέμπει σε νομολογία που υποστηρίζει ότι είναι νόμιμο για το Διευθυντή να βασίσει τη σύσταση του και στη δική του αξιολόγηση και συνέντευξη) αυτός σαφώς δεν ήταν ο λόγος για τον οποίο η ΕΔΥ αρνήθηκε να υιοθετήσει τη σύσταση η οποία εβασίσθη, όπως υπεδείχθη, σε ευρύτερες παραμέτρους. Σαφώς δε εν πάση περιπτώσει η σύσταση του Διευθυντή δεν ήταν σε σύγκρουση με τις υπηρεσιακές εκθέσεις και τα όλα στοιχεία των φακέλων.
Υπάρχουν όμως και άλλες εισηγήσεις της Αιτήτριας. Δεδομένου ότι η ΕΔΥ, παραγνωρίζοντας και τη σύσταση, επέλεξε το ΕΜ μόνο στη βάση εξέτασης, προσεδόθη, εισηγείται η Αιτήτρια, πεπλανημένη και υπέρμετρη βαρύτητα στην προφορική εξέταση. Πεπλανημένη διότι η διαφορά μεταξύ του ΕΜ («εξαίρετος») και της Αιτήτριας («πάρα πολύ καλή») δεν ήταν τόσο μεγάλη και υπέρμετρη διότι τέτοια μικρή διαφορά δεν μπορούσε να εξουδετέρωνε όλα τα άλλα στοιχεία στα οποία η Αιτήτρια υπερείχε.
Ότι η διαφορά αξιολόγησης της ΕΔΥ δεν ήταν μεγάλη είναι γεγονός, όπως προκύπτει και από τη νομολογία στην οποία αναφέρεται σε έκταση ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Αιτήτρια, με ιδιαίτερη παραπομπή στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην υπόθεση Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας 802/2007, 3.4.2009, όπου η ίδια διαφορά αξιολόγησης εκρίθη ως τόσο «οριακή» ώστε να μην ήταν μετρήσιμη. Τούτου δοθέντος, συμφωνώ με την Αιτήτρια ότι, εν όψει και της ανωτέρω απόφασης της Πλήρους Ολομέλειας, εδόθη υπέρμετρη βαρύτητα στην προφορική εξέταση. Είναι προφανές ότι ο μόνος λόγος για τον οποίο η ΕΔΥ επέλεξε το ΕΜ ήταν η καλύτερη του αξιολόγηση από την ΕΔΥ. Αυτή όμως η οριακή υπεροχή του έναντι της Αιτήτριας δεν μπορούσε, συνυπολογιζομένων όλων των δεδομένων, να καθίστατο ο μόνος ρυθμιστικός παράγων. Η Αιτήτρια είχε καλύτερη, έστω και επίσης οριακά αξιολόγηση από την εξειδικευμένη ΣΕ, όπως και από τη Διευθύντρια. Είχε δύο προσόντα που την καθιστούσαν προσοντούχο, το BSc και το FCACA και κακώς η ΣΕ έκρινε ότι το FCACA δεν προσέθετε στην αξία της. Είχε δε κυρίως μια συντριπτική υπεροχή σε αρχαιότητα και ακόλουθη πείρα. Είχε ακόμα και τη σύσταση της Διευθύντριας. Όλα αυτά δεν μπορούσαν να απαλειφθούν ως εκ μίας οριακής υπεροχής του ΕΜ στην προφορική συνέντευξη. Ούτε ως εκ του ότι, όπως εξέλαβε η ΕΔΥ ότι μπορούσαν, επρόκειτο για θέση ψηλά στην ιεραρχία. Αντιθέτως, προκειμένου για τέτοια θέση, η αρχαιότητα, και μάλιστα των τεραστίων διαστάσεων που έχουμε εδώ, δεν μπορεί να αγνοηθεί προκειμένου περί υποψηφίου που δεν υστερεί σε αξία.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται €1000 έξοδα πλέον ΦΠΑ στην Αιτήτρια και εναντίον της Δημοκρατίας.
Δ. Χατζηχαμπής, Δ.
/ΚΧ"Π