ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1440/2009
4 Νοεμβρίου, 2010.
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΛΕΝΗ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ
Αιτήτρια
- ΚΑΙ -
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ' ης η αίτηση
-------------------------
Δ. Στεφανίδης, για την αιτήτρια
Κ. Στιβαρού (κα), για την καθ' ης η αίτηση
...................................
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Η αιτήτρια, με την παρούσα προσφυγή της, ζητά από το δικαστήριο την πιο κάτω θεραπεία, την οποία παραθέτω αυτούσια:
«Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η διοικητική πράξη ή/και απόφαση της Καθ' ης η αίτηση που εκδόθηκε κατά ή περί την 5/8/09 για εγκατάσταση ηλεκτρικού δικτύου στο τεμάχιο της αιτήτριας, αρ. 437, Μερίδιο 1/1 Φ/Σχ. στην Τσακκίστρα, η οποία γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή της Καθ' ης η αίτηση ημ. 5.8.2009, σε συνέχεια της εξασφαλισθείσης συγκατάθεσης της Επάρχου για την εκτέλεση του πιο πάνω έργου ημ. 29.7.2009, η οποία τελούσε σε συνάρτηση και κατ' ακολουθία της πρόθεσης της Καθ' ης η αίτηση για τοποθέτηση εναέριας ή υπόγειας ηλεκτρικής γραμμής στο ανωτέρω τεμάχιο της αιτήτριας, η οποία γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή της Καθ' ης η αίτηση ημ. 10.2.2009 είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε εννόμου αποτελέσματος.»
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Στις 18/3/2008, το Κοινοτικό Συμβούλιο Τσακκίστρας υπέβαλε αίτηση στην Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου, (στο εξής η Αρχή), για επέκταση του οδικού φωτισμού του χωριού.
Αφού εκπονήθηκε σχετική μελέτη από το Τμήμα Μελετών της Περιφέρειας Λευκωσίας-Κερύνειας-Μόρφου, η Αρχή αποφάσισε να προχωρήσει στην υλοποίηση της αιτούμενης επέκτασης. Επειδή το προγραμματιζόμενο έργο, επηρέαζε, μεταξύ άλλων, και το πιο πάνω ακίνητο της αιτήτριας, η Αρχή, με επιστολή της προς την αιτήτρια ημερ. 10/2/2009, αφού την ενημέρωσε για τη διέλευση εναέριας ηλεκτρικής γραμμής πάνω από το ακίνητό της, ζήτησε τη συγκατάθεση της με βάση το άρθρο 31(1) του περί Ηλεκτρισμού Νόμου, (Κεφ. 170 όπως τροποποιήθηκε).
Η αιτήτρια αρνήθηκε να δώσει τη συγκατάθεσή της. Γι' αυτό η Αρχή απευθύνθηκε στον Έπαρχο για τη δική του συγκατάθεση με βάση το άρθρο 31(1). Η αιτήτρια, με επιστολή του δικηγόρου της προς την Αρχή ημερ. 9/3/09, υπέβαλε ένσταση με την οποία εισηγήθηκε ως εναλλακτική λύση την εγκατάσταση του σχετικού εξοπλισμού σε γειτονικά ακίνητα τα οποία δεν κατοικούνται και/ή χρησιμοποιούνται, ταυτόχρονα όμως έθεσε και διάφορα άλλα ζητήματα.
Αφού προηγήθηκε η εξέταση της ένστασης της αιτήτριας από το αρμόδιο Τμήμα Μελετών το οποίο σε σημείωμα του ημερ. 30/5/09 απάντησε στα ερωτήματα που τέθηκαν με την προαναφερόμενη επιστολή της 9/3/09, η Αρχή, ενημέρωσε σχετικά το δικηγόρο της αιτήτριας, με επιστολή ημερ. 23/6/09, αναφέροντας τα εξής:
«23 Ιουνίου 2009
Αγαπητοί κύριοι
Συγκατάθεση κας Ελένης Παπαναστασίου ως ιδιοκτήτη/κατόχου γης για την τοποθέτηση ηλεκτρικής γραμμής στο τεμάχιο αρ. 437, Φ/Σχ. 27/62 στην Τσακκίστρα Αρ. Μελέτης 400106793
Αναφέρομαι στην επιστολή σας ημερομηνίας 09/03/2009, σχετικά με το πιο πάνω θέμα και θα ήθελα να σας πληροφορήσω ότι ο τεχνικός του Τμήματος Μελετών του Γραφείου μας, που έχει εκπονήσει την πιο πάνω μελέτη, εξέτασε προσεκτικά το περιεχόμενο της και με γραπτό σημείωμα απαντά στις παρατηρήσεις σας ως εξής:
Τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για να αποφασιστεί σε ποια πλευρά του δρόμου θα επεκταθεί το δίκτυο της ΑΗΚ είναι:
(α) Σε δρόμους όπου υπάρχει υφιστάμενο δίκτυο η πρακτική που ακολουθεί η ΑΗΚ είναι το νέο δίκτυο να επεκτείνεται στην ίδια πλευρά νοουμένου ότι δεν υπάρχουν φυσικά ή άλλα εμπόδια.
β) Σε δρόμους όπου δεν υπάρχει δίκτυο (όπως η παρούσα περίπτωση) επιλέγεται η πλευρά που διασφαλίζεται η ασφάλεια του κοινού και ελαχιστοποιείται ο επηρεασμός των τεμαχίων της.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η επιλογή της απέναντι πλευράς όπως εισηγείστε θα είχε τα ακόλουθα ανεπιθύμητα αποτελέσματα:
α) Το δίκτυο θα προσέγγιζε την όχθη με μειωμένη απόσταση της γραμμής Μέσης Τάσης από το έδαφος.
β) Θα χρειάζονταν περισσότεροι πάσσαλοι καθώς επίσης και περισσότεροι πάσσαλοι στήριξης, πράγμα που θα συνεπάγετο επηρεασμό περισσοτέρων τεμαχίων γης.
Ενόψει της ένστασής της πελάτιδας σας η Αρχή είναι υποχρεωμένη να εφαρμόσει τις Πρόνοιες του περί Ηλεκτρισμού Νόμου Κεφ. 170 και να αποταθεί στον Οικείο Έπαρχο για εξασφάλιση της δικής του συγκατάθεσης.
Νοουμένου ότι εξασφαλιστεί η ζητηθείσα συγκατάθεση από τον Έπαρχο και αν μελλοντικά οι εγκαταστάσεις αυτές αποτελούν εμπόδιο σε οικοδομική ανάπτυξη του τεμαχίου της πελάτιδας σας, σας διαβεβαιώνουμε ότι, αν παρουσιαστεί σχετική άδεια οικοδομής ή διαχωρισμού του ιδίου τεμαχίου, τότε η ίδια η Αρχή θα αναλάβει με δικά της έξοδα τη μετακίνηση των εγκαταστάσεων αυτών με τρόπο ώστε να μην παρεμποδίζεται η νόμιμη αξιοποίηση του υπό αναφορά τεμαχίου.
Είμαστε στη διάθεσή σας για πρόσθετες πληροφορίες ή τυχόν απορίες.
Με εκτίμηση
Μάριος Νικήτας
Για Διευθυντή Περιφέρειας»
Στη συνέχεια και πιο συγκεκριμένα στις 29/7/09, ο Έπαρχος, αφού εξέτασε όλα τα ενώπιον του στοιχεία και δεδομένα, έδωσε τη συγκατάθεση του με βάση το άρθρο 31(1) του Νόμου υπό όρους που κάλυπταν την περίπτωση μελλοντικής οικοπεδοποίησης ή οικοδομικής ανάπτυξης της επηρεαζόμενης γης. Για το ότι ο Έπαρχος έδωσε τη συγκατάθεσή του η αιτήτρια το πληροφορήθηκε από την Αρχή με επιστολή ημερ. 5/8/09, με αποτέλεσμα την καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας στη γραπτή του αγόρευση εισηγείται την ακύρωση της επίδικης απόφασης για τους εξής λόγους: (α) ότι η προβλεπόμενη συγκατάθεση του Επάρχου εκδόθηκε από αναρμόδιο όργανο, (β) υπήρξε παράβαση ουσιώδους τύπου με τη μη προηγούμενη διαβούλευση του Επάρχου με την αρμόδια αρχή τοπικής διοίκησης, και (γ) πλάνη περί τα πράγματα και έλλειψη δέουσας έρευνας εναλλακτικών λύσεων.
Η ευπαίδευτη συνήγορος της καθ' ης η αίτηση αναφέρει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι νόμιμη και ορθή κι' ότι η παρούσα προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Αναφορικά με τον (α) πιο πάνω λόγο, περί αναρμοδιότητας του οργάνου έκδοσης της συγκατάθεσης του Επάρχου, ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας εδράζει την εισήγησή του αυτή στις διαφορές που παρουσιάζουν τα έντυπα που περιέχουν τη συγκεκριμένη συγκατάθεση και ευρίσκονται ενώπιον του Δικαστηρίου. Αυτό δηλαδή που στάληκε στην αιτήτρια και επισυνάπτεται στην προσφυγή της ως Παράρτημα Α και τα αντίστοιχα που συνυποβάλλονται στην ένσταση της καθ' ης η αίτηση ως Παραρτήματα 7 και 9. Επισημαίνεται ειδικότερα από μέρους του, πως ενώ και στα τρία αυτά έντυπα αναγράφεται η ίδια ημερομηνία, (29/7/09) ο γραφικός χαρακτήρας αυτής, όπως εμφαίνεται στο Παράρτημα Α, συγκρινόμενος με τον αντίστοιχο των Παραρτημάτων 7 και 9 δεν είναι ο ίδιος. Τονίζει επίσης, πως ενώ στο Παράρτημα Α της προσφυγής κάτω από τη μηχανογραφημένη λέξη «Έπαρχος» υπάρχει σφραγίδα και δίπλα από αυτή στη θέση των αποσιωπητικών, το όνομα «Ι. Αναστασιάδου» που ας σημειωθεί δεν είναι η Έπαρχος Λευκωσίας αλλά Επαρχιακή Επόπτρια, στα Παραρτήματα 7 και 9 υπάρχει απλά μια μονογραφή χωρίς καμιά σφραγίδα. Όλες οι πιο πάνω καταγραφείσες διαφορές, καταλήγει ο συνήγορος της αιτήτριας, καταδεικνύουν ότι η συγκατάθεση του Επάρχου εκδόθηκε στην προκείμενη περιπτωση αναρμόδια.
Ο εν λόγω ισχυρισμός είναι αβάσιμος. Όπως πολύ ορθά παρατηρεί η συνήγορος της καθ' ης η αίτηση, το συγκεκριμένο έντυπο αποστέλλεται στον Έπαρχο σε τρία αντίγραφα. Από αυτά, το ένα κρατείται στο γραφείο του, ενώ τα άλλα δύο αφού πρώτα επιστραφούν στην Αρχή, το ένα εξ' αυτών αποστέλλεται στον επηρεαζόμενο ιδιοκτήτη. Στην εξεταζόμενη περίπτωση, προκύπτει με σαφήνεια από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, πως το έντυπο που κρατήθηκε στο γραφείο του Επάρχου είναι πανομοιότυπο με το έντυπο που στάληκε στην αιτήτρια από την Αρχή. Και τα δύο φέρουν σφραγίδα με το όνομα της Επαρχιακής Επόπτριας κας Ιωάννας Αναστασιάδου καθώς και σφραγίδα του Επάρχου Λευκωσίας. Αντίθετα, το έντυπο που κρατήθηκε στο γραφείο της Αρχής, ενώ φέρει επίσης τη σφραγίδα του Επάρχου Λευκωσίας, αντί της σφραγίδας της Επαρχιακής Επόπτριας, φέρει μόνο τη μονογραφή της. Πρόσθετα προς τα πιο πάνω, στα πλαίσια του ιδίου ισχυρισμού ο συνήγορος της αιτήτριας θέτει και ζήτημα ορθότητας της ημερομηνίας που αναγράφεται στα συγκεκριμένα έντυπα, καθώς, σύμφωνα με επιστολή που στάληκε πρόσφατα στην αιτήτρια εκ μέρους του Επάρχου, η συγκατάθεση του δόθηκε στις 13/1/09 και όχι στις 29/7/09. Παραθέτω το κείμενο της σχετικής επιστολής:
«Συγκατάθεση κας Ελένης Παπαναστασίου ως ιδιοκτήτη/κατόχου γης
Για την τοποθέτηση ηλεκτρικής γραμμής
Επιθυμώ να αναφερθώ στην επιστολή σας με αρ. ανα: 10/5499, ημερομ. 9/3/2009 προς το Διευθυντή Περιφέρειας Λευκωσίας - Κερύνειας - Μόρφου Αρχής Ηλεκτρισμού, η οποία κοινοποιήθηκε και σ' εμένα σχετικά με το πιο πάνω θέμα και να σας πληροφορήσω ότι το Γραφείο μου έδωσε την συγκατάθεση στις 13/1/2009 όπως προβλέπεται από το άρθρο 31 του περί Ηλεκτρισμού Νόμου Κεφ. 170.
Με τιμή
(Ι. Αναστασιάδου)
Για Έπαρχο»
Κατά την άποψη μου ούτε ο εν λόγω ισχυρισμός ευσταθεί. Σύμφωνα με τον περί Ηλεκτρισμού Νόμο, ΚΕΦ. 170 όπως τροποποιήθηκε, απαιτούνται δύο συγκαταθέσεις/εγκρίσεις του Επάρχου:
(α) η έγκριση/θεώρηση των σχεδίων του προτιθέμενου ηλεκτρικού δικτύου δυνάμει του άρθρου 28 του Νόμου, και
(β) η συγκατάθεση του Επάρχου δυνάμει του άρθρου 31(1)του Νόμου.
Στην παρούσα περίπτωση, τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, δεν αφήνουν οποιαδήποτε περιθώρια αμφιβολίας όσον αφορά τις ημερομηνίες κατά τις οποίες δόθηκαν οι πιο πάνω απαιτούμενες εγκρίσεις/συγκαταθέσεις.
Ιδιαίτερα διαφωτιστική είναι επιστολή του Επάρχου προς το Διευθυντή Περιφέρειας Λευκωσίας-Κερύνειας-Μόρφου ημερ. 12/4/10 στην οποία αναφέρεται ρητά ότι η υπό (α) πιο πάνω προβλεπόμενη έγκριση δόθηκε στις 13/1/09 ενώ η υπό (β) απαιτούμενη στις 29/7/09.
Ολόκληρο το κείμενο της υπό αναφορά επιστολής έχει ως εξής:
«Συγκατάθεση Επάρχου για εγκατάσταση ή τοποθέτηση εναέριου ηλεκτρικού δικτύου/υπογείου καλωδίου/χαμηλής/μέσης τάσης για επέκταση οδικού φωτισμού στην Τσακκίστρα Αρ. Σχεδίου 400106793
Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και συγκεκριμένα στην ένσταση της κ. Ελένης Παπαναστασίου, με ημερ. 9/3/2009 που αφορά το τεμάχιο της με αρ. 437, Φ/Σχ. 27/62, στο χωριό Τσακκίστρα και σας πληροφορώ ότι η υπόθεση αφορά επέκταση οδικού φωτισμού για την οποία το Γραφείο μου παραχώρησε συγκατάθεση που αφορά θεώρηση σχεδίων σύμφωνα με το άρθρο 28 του περί Ηλεκτρισμού Νόμου Κεφ. 170 στις 13/1/09 και στην συνέχεια παραχώρησε συγκατάθεση σύμφωνα με το άρθρο 31(1) του περί Ηλεκτρισμού Νόμου Κεφ. 170 στις 29/7/2009.
Με τιμή
(Ι. Αναστασιάδου)
Για Έπαρχο»
Βέβαια η πιο πάνω επιστολή φέρει ημερομηνία μεταγενέστερη της προσβαλλόμενης απόφασης. Απλώς γίνεται επίκληση της για σκοπούς διευκρίνησης του όλου θέματος. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί ότι ενισχυτικό ως προς την ορθότητα της ημερομηνίας για την έγκριση που δόθηκε βάσει του άρθρου 28 του σχετικού Νόμου, είναι και το κυανούν 3 του ιδίου φακέλου.
Με τον επόμενο ισχυρισμό της η αιτήτρια προβάλλει ότι ο Έπαρχος έδωσε στην περίπτωση τη συγκατάθεση του χωρίς να διαβουλευθεί προηγουμένως με την αρμόδια τοπική αρχή όπως προβλέπεται από το άρθρο 31(1) του Νόμου. Παραβιάστηκε δηλαδή προβλεπόμενος ουσιώδης τύπος. Το άρθρο 31(1) έχει ως εξής:
«31.(1) Οι ανάδοχοι δύνανται να τοποθετήσουν οποιαδήποτε ηλεκτρική γραμμή είτε πάνω είτε κάτω από το έδαφος διαμέσου οποιασδήποτε γης, άλλης από γη καλυμμένη με οικοδομές, νοείται ότι πριν από την τοποθέτηση οποιασδήποτε τέτοιας γραμμής διαμέσου οποιασδήποτε γης οι ανάδοχοι επιδίδουν στο ιδιοκτήτη και κάτοχο της γης, ή αν ο ιδιοκτήτης και κάτοχος δεν είναι γνωστοί, αναρτούν στη γη μέσω πίνακα ειδοποιήσεων, ειδοποίηση περί της πρόθεσης τους μαζί με περιγραφή των γραμμών που υπάρχει πρόθεση να τοποθετηθούν και αν εντός δεκατεσσάρων ημερών μετά την επίδοση ή ανάρτηση της ειδοποίησης ο ιδιοκτήτης και κάτοχος παραλείψουν να δώσουν τη συγκατάθεση τους ή αν επισυνάψουν στη συγκατάθεση τους οποιουσδήποτε όρους ή προϋποθέσεις στους οποίους οι ανάδοχοι ενίστανται, ο Έπαρχος αφού προηγουμένως διαβουλευθεί με την αρμόδια αρχή τοπικής διοίκησης δύναται να δώσει τη συγκατάθεση του για την τοποθέτηση τέτοιων γραμμών, είτε άνευ όρων ή υπό τέτοιους όρους και προϋποθέσεις όπως θεωρεί δίκαιο.»
Είμαι της άποψης πως ούτε αυτός ο ισχυρισμός της αιτήτριας ευσταθεί. Επισυνάπτεται στην ένσταση βεβαίωση του Επάρχου ημερ. 30/12/09 για το γεγονός της εκχώρησης της εξουσίας του δυνάμει του άρθρου 31 στους Επαρχιακούς Επόπτες των διαφόρων διοικητικών διαμερισμάτων και ειδικά για την παρούσα περίπτωση πρόσθετη αναφορά ότι η Επαρχιακή Επόπτρια κ. Ι. Αναστασιάδη που προέβη στην εν λόγω συγκατάθεση είχε προηγουμένως διαβουλευθεί με την αρμόδια τοπική αρχή, δηλαδή το Κοινοτικό Συμβούλιο Τσακκίστρας. Πέραν όμως αυτού, θα ήθελα να επισημάνω πως σύμφωνα με τα γεγονότα της εξεταζόμενης υπόθεσης, η αίτηση για το προτιθέμενο ηλεκτρικό δίκτυο υποβλήθηκε από το ίδιο το Κοινοτικό Συμβούλιο Τσακκίστρας. Σημειώνεται πως τα όσα αναφέρθηκαν προς απάντηση του εν λόγω ισχυρισμού απαντούν και σε παράλληλο ισχυρισμό του συνηγόρου της αιτήτριας περί μη ύπαρξης εξουσιοδότησης εκ μέρους του Επάρχου προς την Επαρχιακή Επόπτρια.
Τέλος προβάλλεται από μέρους της αιτήτριας ο ισχυρισμός περί ύπαρξης πλάνης περί τα πράγματα και η έλλειψη δέουσας έρευνας για την ύπαρξη εναλλακτικών λύσεων. Προς υποστήριξη του λόγου αυτού γίνεται ειδικότερα επίκληση της επιστολής των δικηγόρων της αιτήτριας ημερ. 9/3/09 σε συνάρτηση με την απάντηση της Αρχής ημερ. 23/6/09. Ως λάθος στη διεξαγωγή της δέουσας έρευνας, επικαλείται η αιτήτρια το γεγονός ότι στην επιστολή της Αρχής γίνεται αναφορά σε ανύπαρκτη εισήγηση για «απέναντι» τοποθέτηση του δικτύου, ότι σε παρακείμενο τεμάχιο ήδη υπήρχε παρόμοια εγκατάσταση της Αρχής και ότι σε διπλανό τεμάχιο δεν είχε κτισθεί οτιδήποτε.
Καταρχήν αναφέρω ότι στην επιστολή των δικηγόρων της αιτήτριας, γίνεται μια πολύ γενική και αόριστη αναφορά για δυνατότητα μη χρήσης του τεμαχίου της αιτήτριας ως εξής:
«Είναι η θέση της πελάτιδάς μας ότι υπάρχει κάλλιστα η δυνατότητα να μη χρησιμοποιηθεί το τεμάχιο της αλλά να γίνει η εγκατάσταση του σχετικού εξοπλισμού σε γειτονικά ακίνητα τα οποία δεν κατοικούνται και/ή χρησιμοποιούνται.»
Η αναφορά της Αρχής σε τοποθέτηση «απέναντι» όχι μόνο δεν είναι λάθος, αλλά δείχνει ότι λήφθηκαν υπόψη όλα τα γειτονικά ακίνητα. Περαιτέρω τόσο στην επιστολή της Αρχής όσο και στο σημείωμα των Τεχνικών της Αρχής δίδονται με σαφήνεια οι λόγοι εκείνοι που επιβάλλουν τη συγκεκριμένη όδευση και άρα αποδεικνύουν και τη διεξαγωγή της δέουσας έρευνας.
Στην εξέταση της όλης υπόθεσης δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι, στην παρούσα περίπτωση η επιλογή της πορείας του προτιθέμενου ηλεκτρικού δικτύου, είναι θέμα καθαρά τεχνικό και η κατάληξη στο τελικό σημείο τοποθέτησης του βασίστηκε μέσα στα επιτρεπτά και τεχνικά πλαίσια. Το Δικαστήριο τούτο γενικά δεν υπεισέρχεται στην εκτίμηση της διοίκησης σε τέτοια θέματα, εκτός αν υπάρχει σοβαρός λόγος που να επιτρέπει επέμβαση σε τέτοια κατάληξη. (βλ. μεταξύ άλλων, Κουτσού ν. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (2001) 3 Α.Α.Δ. 311, 314, Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.α. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345, 361 και Γεωργίου ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λάρνακας κ.α. (2002) 3 Α.Α.Δ. 475, 480). Εδώ δεν βρίσκω λόγο που να επιτρέπει επέμβαση στην κατάληξη της καθ' ης η αίτηση. Επίσης δεν πρέπει να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι ο όρος του Επάρχου που τέθηκε στη συγκατάθεση, διασφαλίζει πλήρως τα συμφέροντα της αιτήτριας.
Ενόψει όλων των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με €1.200 έξοδα πλέον ΦΠΑ εναντίον της αιτήτριας και υπέρ της καθ' ης η αίτηση. Η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑσ