ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1337/2008)

 

5 Νοεμβρίου, 2010

 

[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΑΝΤΩΝΗ,

 

Αιτητής,

 

-ν-

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

1.      ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ,

2.      ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Καθ΄ων η Aίτηση.

- - - - - -

Γ. Καραπατάκης, για τον Αιτητή.

 

Κ. Σταυρινός, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η

 Αίτηση.

 

Αχ. Αιμιλιανίδης, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 1, 3, 5, 6, 7 και 8.

 

Α. Ευσταθίου, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 2 και 4.

 

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή του ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση των καθ΄ων η αίτηση η οποία δημοσιεύτηκε στις Εβδομαδιαίες Διαταγές της Αστυνομίας κατά την 9.6.2008, με την οποία είχαν διοριστεί τα οκτώ ενδιαφερόμενα πρόσωπα στη θέση Κυβερνήτη 3ης Τάξης Αστυνομικών Ακάτων, με το βαθμό του Λοχία, αναδρομικά από τις 9.3.2004. Η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν το αποτέλεσμα επανεξέτασης μετά από δεύτερη ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου με την οποία ακυρώθηκαν οι διορισμοί των ίδιων προσώπων στην εν λόγω θέση.

 

Η δεύτερη ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου είχε εκδοθεί στην προσφυγή αρ. 523/2006, οπότε και ο Αρχηγός Αστυνομίας προέβηκε στην ακύρωση των διορισμών και ακολούθησε η επανεξέταση του θέματος από τη Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής.

 

Η Επιτροπή υπέβαλε την έκθεσή της προς τον Αρχηγό Αστυνομίας, ο οποίος και προχώρησε στον επαναδιορισμό των ίδιων προσώπων στην προαναφερθείσα θέση, ο δε Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης ενέκρινε την απόφαση αυτή.

 

1ος Λόγος Ακύρωσης - Μη συμμόρφωση προς το δεδικασμένο.

 

Προς το σκοπό της εξέτασης αυτού του λόγου ακύρωσης, αλλά και γενικότερα, μια σύντομη αναδρομή στα γεγονότα που είχαν προηγηθεί της παρούσας προσφυγής, είναι απαραίτητη.

 

Με την πρώτη ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή αρ. 477/2004, κρίθηκε ότι ο τρόπος αξιολόγησης και κατάταξης των υποψηφίων σε κατάλογο έπασχε και ήταν έξω από τα πλαίσια του εφαρμοζόμενου Κανονισμού 5(2). Εκείνο το οποίο απαιτείτο από τον Κανονισμό ήταν, πλην της αξιολόγησης και ταξινόμησης των αιτήσεων, μόνο η "διεξαγωγή και βαθμολογία των γραπτών ή και προφορικών εξετάσεων των υποψηφίων", σύμφωνα με τον Κανονισμό 5(2)(γ), και ο "καταρτισμός πίνακα επιτυχόντων κατά σειρά επιτυχίας στις εξετάσεις και υποβολή του στον Αρχηγό", σύμφωνα με τον Κανονισμό 5(2)(δ). Σύμφωνα όμως με το Δικαστήριο στην προσφυγή 477/2004, αντ΄ αυτού, το Συμβούλιο Προσλήψεων προέβηκε σε μια γενική αξιολόγηση και κατάταξη των υποψηφίων με βάση κατανομή μονάδων όπως το ίδιο αποφάσισε, με αποτέλεσμα ο πίνακας που ετοίμασε να μην ήταν ο προβλεπόμενος στον Κανονισμό 5(2)(δ). Μετά την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης για τον πιο πάνω λόγο, το Συμβούλιο Προσλήψεων προέβηκε σε επανεξέταση και αποφάσισε να υιοθετήσει τη σειρά κατάταξης των υποψηφίων με τις θέσεις που κατέλαβαν κατά την αρχική αξιολόγηση των υποψηφίων η οποία φαινόταν στον πίνακα κατάταξης, που δεν ήταν άλλος από εκείνον που είχε προηγουμένως παράτυπα καταρτίσει το Συμβούλιο. Επαναδιορίστηκαν έτσι τα ίδια 8 άτομα, οπότε και καταχωρήθηκε η προσφυγή αρ. 523/2006. Στην απόφαση η οποία εκδόθηκε στη δεύτερη εκείνη προσφυγή, διαπιστώθηκε αναπόδραστα ότι το Συμβούλιο Προσλήψεων διέπραξε εκ δευτέρου το ίδιο λάθος που διέπραξε την πρώτη φορά. "Μέτρησε" δηλαδή τη βαρύτητα που θα έπρεπε να αποδοθεί σε κάθε υποψήφιο με αποτέλεσμα να εισηγηθεί στον Αρχηγό του επαναδιορισμό των 8 πρώτων υποψηφίων, αντί να περιοριστεί στην επανεξέταση και καταρτισμό του Πίνακα. Ακυρωθέντων ξανά των διορισμών, κατόπιν επανεξέτασης λήφθηκε και πάλι απόφαση για διορισμό των ιδίων προσώπων, η οποία απόφαση προσβλήθηκε με την παρούσα προσφυγή.

 

Όπως έχει προαναφερθεί, η Επιτροπή επανεξέτασε το θέμα στην έκθεση την οποία υπέβαλε προς τον Αρχηγό και ανάφερε τα εξής:

 

"17. Η επιτροπή στη συνέχεια, αφού έλαβε υπόψη ότι, τα αποτελέσματα των προφορικών συνεντεύξεων που διενεργήθηκαν κατά τον ουσιώδη χρόνο παρέμειναν σύμφωνα με την ακυρωτική απόφαση άθικτα, καθότι δεν αμφισβητήθηκαν και αποτελούν αναντίλεκτο μέρος του δεδικασμένου, (σχετική αναφορά γίνεται στη σελ. 8 της απόφασης στην υπόθεση αρ. 523/2006) προχώρησε στον καταρτισμό Πίνακα, με βάση τα δεσμευτικά αποτελέσματα της προφορικής συνέντευξης, τον οποίο θα παραδώσει στον Αρχηγό Αστυνομίας για τις δικές του ενέργειες."

 

Είναι η θέση του αιτητή ότι ο πίνακας τον οποίο κατάρτισε η Συμβουλευτική Επιτροπή και τον οποίο υιοθέτησε ο Αρχηγός Αστυνομίας πάσχει και παραβιάζει το δεδικασμένο που δημιουργήθηκε από την ακυρωτική απόφαση στη δεύτερη προσφυγή με αρ. 523/2006, και περαιτέρω ότι καταρτίστηκε υπό καθεστώς νομικής και πραγματικής πλάνης. Ως λόγος γι΄ αυτή τη θέση προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι, παρά την πιο πάνω αναφορά στην έκθεση της Επιτροπής, στην πραγματικότητα ο πίνακας δεν καταρτίστηκε με βάση τα αποτελέσματα της προφορικής συνέντευξης που έγινε από το τότε Συμβούλιο Προσλήψεων το έτος 2004, αλλά έγινε με βάση τη βαθμολογία και τη βαθμολογική σειρά των υποψηφίων, που εξασφάλισαν στον κηρυχθέντα ως παράνομο πίνακα κατάταξης που είχε καταρτίσει στις 8.3.2004 το Συμβούλιο Προσλήψεων.

 

Πρωταρχικής σημασίας επομένως είναι το ερώτημα που τίθεται ως προς το κατά πόσο ο καταρτισθείς από την Επιτροπή και υιοθετηθείς από τον Αρχηγό Κατάλογος, κατάτασσε τους προτεινόμενους υποψηφίους για διορισμό σε μια σειρά ανάλογα με τη βαθμολόγηση που είχαν ως αποτέλεσμα της αξιολόγησης της απόδοσης τους κατά την προφορική συνέντευξη ενώπιον του τότε λειτουργούντος "Συμβουλίου Προσλήψεων".

 

Όπως διαφαινόταν από την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής (σελ. 5), κατά την επανεξέταση:

 

". η Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής μελέτησε όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιον της και διαπίστωσε ότι το τότε Συμβούλιο Προσλήψεων, κατά τη διάρκεια της προφορικής εξέτασης, αξιολόγησε τους υποψήφιους, βαθμολογώντας ένα έκαστο στα κριτήρια που είχε προκαθορίσει, ανάλογα με την απάντηση που έδιδαν σε ερωτήσεις που τους υποβλήθηκαν από τα μέλη του Συμβουλίου, τόσο σε θέματα της ειδικότητας όσο και σε θέματα γενικών γνώσεων. Στο πλαίσιο αυτό της εξέτασης, το τότε Συμβούλιο Προσλήψεων, επιμέτρησε τα επιπρόσθετα προσόντα και στην πείρα ενός εκάστου αξιολογούμενου με βάση τα στοιχεία που είχαν υποβάλει μαζί με την αίτησή τους."

 

Σημειώνεται εδώ ότι το Συμβούλιο Προσλήψεων κατά την ακολουθηθείσα το 2004 διαδικασία είχε αποφασίσει να κατανείμει σε κάθε υποψήφιο 100 μονάδες ως εξής:

 

Προσωπικά Χαρακτηριστικά:                                        30 μονάδες

Ικανότητες Επικοινωνίας:                                                           25 μονάδες

Επαγγελματικά Χαρακτηριστικά:                                               30 μονάδες

Γενικά Χαρακτηριστικά:                                                  15 μονάδες

 

Οι δε 30 μονάδες για τα "Επαγγελματικά Χαρακτηριστικά" κατανέμονταν ανάλογα με τα εξής επί μέρους στοιχεία:

 

Ακαδημαϊκά Προσόντα:                                                  5 μονάδες

Κατάρτιση / γνώση:                                                                     5 μονάδες

Πείρα:                                                                                            5 μονάδες

Επιμόρφωση:                                                                               5 μονάδες

Ενδιαφέρον / Δημιουργικότητα / Επιτεύγματα:           5 μονάδες

Οργανωτική και Διοικητική Ικανότητα:                          5 μονάδες

 

Σύμφωνα με τον αιτητή, το παράνομο στον τελικό Πίνακα, ο οποίος καταρτίστηκε από το Συμβούλιο και αργότερα από την Επιτροπή, εστιάζεται στο ότι για τον καταρτισμό του λήφθηκαν υπόψη αφού αξιολογήθηκαν και τα "Επαγγελματικά Χαρακτηριστικά" ενός εκάστου υποψηφίου και προσμέτρησαν από 0-30 μονάδες στις 100. Αυτά δε τα στοιχεία καμιά σχέση δεν έχουν με την απόδοση, αξιολόγηση και βαθμολόγηση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση.

 

Ο αιτητής έχει δίκαιο να παραπονείται. Τα στοιχεία τα οποία μπορούσαν να διαφανούν και να αξιολογηθούν ως αποτέλεσμα προφορικών εξετάσεων είναι εκείνα που εμπίπτουν κάτω από τις επικεφαλίδες "Προσωπικά Χαρακτηριστικά", "Ικανότητα Επικοινωνίας" και "Γενικά Χαρακτηριστικά". Σε καμιά όμως περίπτωση και με καμιά ερμηνεία δεν θα μπορούσαν τα επί μέρους στοιχεία κάτω από τον επικεφαλίδα "Επαγγελματικά Χαρακτηριστικά" και η αποδοθείσα για ένα έκαστο από αυτά βαθμολογία, να θεωρηθούν και να είναι το προϊόν απόδοσης υποψηφίου κατά την προφορική εξέταση. Δεν επαφίετο επομένως, και δεν επιτρεπόταν στο Συμβούλιο Προσλήψεων κατά το 2006  ή στη Συμβουλευτική Επιτροπή κατά το 2008 να αξιολογεί και να ζυγίζει την πείρα υποψηφίου, την επιμόρφωση, επιτεύγματα κλπ και να απονέμει για αυτά μονάδες από 0-30. Όπως διαδοχικά είχε τονίσει το Ανώτατο Δικαστήριο στις αποφάσεις του στις δύο προηγηθείσες προσφυγές, δεν ήταν έργο του Συμβουλίου ή της Επιτροπής να μετρήσει το ίδιο τη βαρύτητα που θα έπρεπε να αποδοθεί σε κάθε στοιχείο κάθε υποψηφίου για σκοπούς κατάταξης του σε κατάλογο. Θα έπρεπε να περιοριστεί σε εκείνο που προνοούσε ο Κανονισμός 5(2)(γ), ήτοι στη "διεξαγωγή και βαθμολογία των γραπτών ή και προφορικών εξετάσεων των υποψηφίων". Επομένως, παρά την ορθότητα της διαπίστωσης ότι πράγματι τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης που είχαν γίνει από το τότε λειτουργούν Συμβούλιο Προσλήψεων παρέμειναν άθικτα και θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν, σ΄ αυτά δεν θα μπορούσαν να είχαν νόμιμα περιληφθεί τα αποτελέσματα που αφορούσαν στην αξιολόγηση και βαθμολόγηση του στοιχείου "Επαγγελματικά Χαρακτηριστικά" τα οποία προσμετρούσαν από 0-30 μονάδες. Αυτά τα στοιχεία δεν είχαν καμιά σχέση με την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση και εξέβαιναν από το περιορισμένο καθήκον που είχε η Επιτροπή και προηγουμένως το Συμβούλιο δυνάμει του Κανονισμού 5(2)(γ). Συνακόλουθα, και ο Κατάλογος τον οποίο κατάρτισε το Συμβούλιο και υιοθέτησε η Επιτροπή, όπως επίσης και ο Αρχηγός της Αστυνομίας, έπασχε νομικά. Και έπασχε, για τον ίδιο λόγο για τον οποίο είχαν ακυρωθεί και προηγουμένως οι διορισμοί των ίδιων προσώπων.

 

Έπεται ότι παραβιάστηκε το δεδικασμένο και εμφιλοχώρησε πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο, αφού τα δύο αυτά όργανα τελούσαν υπό την πεπλανημένη πεποίθηση ότι όλα τα στοιχεία των υποψηφίων που λήφθηκαν υπόψη ήσαν στοιχεία τα οποία νόμιμα μπορούσαν να είχαν ληφθεί και αξιολογηθεί από το Συμβούλιο και την Επιτροπή. Όπως δε υποδεικνύει και ο συνήγορος του αιτητή, η συμπερίληψη του στοιχείου των Επαγγελματικών Χαρακτηριστικών ως μετρήσιμου στοιχείου στην τελική βαθμολογία που οδήγησε στην κατάταξη στον επιλήψιμο Κατάλογο, προκάλεσε στον αιτητή και σε άλλα πρόσωπα ουσιαστική ζημιά. Συγκεκριμένα, αν τα μετρήσιμα στοιχεία τα οποία λαμβάνονταν υπόψη ήσαν μόνο εκείνα που ήσαν αποτέλεσμα κρίσης ως προς την απόδοση κατά την προφορική εξέταση, όπως θα έπρεπε, τότε ο αιτητής θα μπορούσε ή έπρεπε να είχε περιληφθεί στον τελικό κατάλογο των υποψηφίων που προτείνονταν για διορισμό.

 

Επομένως, αυτός ο λόγος ακύρωσης επιτυγχάνει και από μόνος του μπορεί να οδηγήσει στην ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

2ος Λόγος Ακύρωσης - Ισχυρισμός ότι πάσχει νομικά και η απόφαση του Αρχηγού Αστυνομίας.

 

Σύμφωνα με τον αιτητή, η απόφαση του Αρχηγού Αστυνομίας για διορισμό των ενδιαφερομένων μερών στις επίδικες θέσεις αναδρομικά επίσης πάσχει νομικά καθότι:

 

(α) Εκδόθηκε κατά παράβαση του δεδικασμένου και της υποχρέωσης συμμόρφωσης προς την προηγηθείσα ακυρωτική απόφαση του Δικαστηρίου.

 

(β) Εκδόθηκε χωρίς να προβεί ο Αρχηγός στη δέουσα έρευνα.

 

(γ) Εκδόθηκε υπό καθεστώς νομικής και πραγματικής πλάνης.

 

Είναι αυτονόητο ότι η απόφαση του Αρχηγού πράγματι πάσχει νομικά για τους λόγους που εκτίθενται στις παραγράφους (α) και (γ) ανωτέρω. Αυτό είναι το φυσικό επακόλουθο του ότι ο Αρχηγός βασίστηκε και υιοθέτησε το ουσιαστικό σκεπτικό και αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία του υπέβαλε η Συμβουλευτική Επιτροπή. Έκθεση η οποία, για τους λόγους που έχουν επεξηγηθεί, καταρτίσθηκε κατά παράβαση του δεδικασμένου και υπό συνθήκες ισοδυναμούσες προς πλάνη περί τα πράγματα. Περαιτέρω, είναι επίσης αυτονόητο ότι η έγκριση που δόθηκε από τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης μιαίνεται για τους ίδιους λόγους και θα πρέπει να ακυρωθεί. 

 

Από την άλλη, δεν μπορώ να συμφωνήσω και με τη θέση του αιτητή ως προς τον τρίτο λόγο τον οποίο καταλογίζει στον Αρχηγό περί παράλειψης του να διενεργήσει δέουσα έρευνα μετά τη λήψη της έκθεσης της Επιτροπής. Το σκεπτικό και αιτιολογικό της απόφασης του Αρχηγού είναι εκτενές, λαμβάνει υπόψη κάθε χρήσιμο στοιχείο το οποίο τέθηκε ενώπιόν του με τη διερεύνηση του θέματος από την Επιτροπή. Οι συνθήκες δεν ήσαν τέτοιες που να απαιτούσαν την από μέρους του Αρχηγού διενέργεια οποιασδήποτε περαιτέρω έρευνας, η οποία, εάν διενεργείτο, θα οδηγούσε στον εντοπισμό της πλάνης.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη πράξη/απόφαση ακυρούται.

 

 

 

 

Επιδικάζονται υπέρ του αιτητή €1.500 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, εάν υπάρχει.

 

 

   K. Κληρίδης,

Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο