ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
19 Οκτωβρίου, 2010
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Υπóθεση Αρ. 926/2008
ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
Υπóθεση Αρ. 1359/2008
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΙΩΑΝΝΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
Ρ. Καλλιγέρου (κα), για τον Αιτητή στην 926/2008.
Γ. Καραπατάκης, για την Αιτήτρια στην 1359/2008.
κα Λ. Λάμπρου-Ουστά, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α.Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 1.
Καμία εμφάνιση για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 2.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Επειδή οι δύο πιο πάνω προσφυγές παρουσιάζουν κοινό υπόβαθρο γεγονότων και κοινά νομικά σημεία, διατάχθηκε η συνεκδίκασή τους. Στόχος και των δύο είναι η ακύρωση του διορισμού στη μόνιμη θέση Συντηρητή, Τμήμα Αρχαιοτήτων, των Ελένης Λοϊζίδου και Ανδρούλας Μελή (τα ενδιαφερόμενα μέρη) από 1/7/2008, αντί των αιτητών.
Τα γεγονότα που περιβάλλουν τις δύο προσφυγές είναι συνοπτικά τα πιο κάτω.
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Συγκοινωνιών και ΄Εργων με επιστολή που απηύθυνε στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (η Επιτροπή), ημερομηνίας 18/1/2006, ζήτησε την πλήρωση μιας μόνιμης θέσης Συντηρητή, Τμήμα Αρχαιοτήτων. Ακολούθησε σχετική δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Οι αιτήσεις που υποβλήθηκαν, μαζί με αντίγραφα της σχετικής Γνωστοποίησης η οποία περιείχε πλήρη στοιχεία του σχεδίου υπηρεσίας της επίδικης θέσης, προωθήθηκαν στο Διευθυντή του Τμήματος Αρχαιοτήτων υπό την ιδιότητα του ως Προέδρου της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Με δεύτερη επιστολή του προς την Επιτροπή, ημερομηνίας 12/12/2006, ο Γενικός Διευθυντής πληροφόρησε την Επιτροπή ότι στο Τμήμα Αρχαιοτήτων προέκυψε ακόμα μια κενή θέση Συντηρητή λόγω αφυπηρέτησης του κατόχου της. Η εν λόγω θέση με απόφαση της Επιτροπής εντάχθηκε στην υπό εξέλιξη διαδικασία πλήρωσης της πιο πάνω ίδιας θέσης, με αποτέλεσμα ο συνολικός αριθμός των υπό πλήρωση θέσεων να ανέλθει στους δύο.
Στις 18/12/2006 υπεβλήθη στην Επιτροπή από το Γενικό Διευθυντή η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, με την οποία υποβλήθηκε προκαταρκτικός κατάλογος με τα ονόματα κατά αλφαβητική σειρά των τεσσάρων υποψηφίων τους οποίους η Συμβουλευτική Επιτροπή έκρινε ως κατάλληλους για επιλογή στην επίδικη θέση. Μεταξύ των τεσσάρων επιλεγέντων ήταν η αιτήτρια στην προσφυγή 1359/2008, ο αιτητής στην προσφυγή 926/2008 και το ενδιαφερόμενο μέρος Ελένη Λοϊζίδου, όπως και τέταρτος υποψήφιος, όχι όμως το ενδιαφερόμενο μέρος Ανδρούλα Μελή. Η αιτήτρια στην προσφυγή 1359/2008 αξιολογήθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, ως «Σχεδόν Εξαίρετη», ο αιτητής στην προσφυγή 926/2008 ως «Σχεδόν Εξαίρετος», το ενδιαφερόμενο μέρος Ελένη Λοϊζίδου ως «Εξαίρετη», ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος Ανδρούλα Μελή, που δεν είχε επιλεγεί, ως «Σχεδόν Εξαίρετη». Αναφορικά με την «πείρα», τόσο στην αιτήτρια όσο και στα δύο ενδιαφερόμενα μέρη, όπως και στον αιτητή στην προσφυγή 926/2008, δόθηκε το μέγιστο της βαθμολογίας, ήτοι «5», μονάδες.
Σ' αυτό το στάδιο, θεωρώ σκόπιμο όπως, από το πρακτικό της συνεδρίας της Συμβουλευτικής Επιτροπής ημερομηνίας 30/11/2006, παραθέσω τα σχετικά με τις εν λόγω αξιολογήσεις, αποσπάσματα. Να σημειωθεί ότι σύμφωνα με το ίδιο πρακτικό, «κατά τη γενική αξιολόγηση λήφθηκαν υπόψη τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης με την καθορισμένη βαρύτητα καθώς και τα προσόντα των υποψηφίων, το περιεχόμενο των αιτήσεων των υποψηφίων και των πιστοποιητικών πείρας σύμφωνα με τα προσόντα που καθορίζονται στο Σχέδιο Υπηρεσίας (πρόνοια 3(1))».
"8. ΙΩΑΝΝΟΥ Κωνσταντίνα (αρ. υπ. 8)
Έκανε σχεδόν εξαίρετη εντύπωση στην προφορική εξέταση. Η τελική βαθμολογία της είναι 47 μονάδες. Κατέχει πτυχίο στη συντήρηση από το Τ.Ε.Ι. Αθηνών και έχει εκτενή πείρα στη συντήρηση, τόσο σε ανασκαφές όσο και στο Τμήμα Αρχαιοτήτων, στα συνεργεία συντήρησης τοιχογραφιών και ξυλογλύπτων στην Επαρχία Λεμεσού όπου κατέχει τη θέση Τακτικής Ωρομίσθιας Βοηθού Συντηρήτριας (Κλ. Ε8) από το Μάρτιο του 1997 μέχρι σήμερα. Προηγουμένως και για ένα χρόνο (9/1995-11/1996) εργαζόταν και πάλι στο Τμήμα Αρχαιοτήτων όπου κατείχε θέση ως Έκτακτη Ωρομίσθια Βοηθός Συντηρήτρια.
Τελική αξιολόγηση: Σχεδόν εξαίρετη.
12. ΛΟΙΖΙΔΟΥ Ελένη (αρ. υπ. 12)
Έκανε εξαίρετη εντύπωση στην προφορική εξέταση. Η τελική βαθμολογία της είναι 51 μονάδες. Κατέχει πτυχίο στην αρχαιολογική συντήρηση από το Πανεπιστήμιο UCL του Λονδίνου και μεταπτυχιακό δίπλωμα με διάκριση στη συντήρηση ιστορικών μνημείων από το Πανεπιστήμιο του York. ΄Εχει εκτενή πείρα στη συντήρηση. Από 9/1999 μέχρι 8/2001 εργάστηκε στο English Heritage ως συντηρήτρια αρχιτεκτονικής. Από 11/2001 μέχρι 6/2002 εργάστηκε ως συντηρήτρια αρχαίων μνημείων στην 9η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στη Θεσσαλονίκη. Εργάστηκε σε εθελοντική βάση στη συντήρηση αντικειμένων και ιστορικών μνημείων σε Μουσεία και Πανεπιστήμια του Εξωτερικού. Είχε συνεργασία με ιδιωτικά Μουσεία, Πολιτιστικά Ιδρύματα και αρχιτεκτονικά γραφεία στους τομείς της συντήρησης αρχαιοτήτων και στον τομέα της προληπτικής συντήρησης. Από 7/2002 μέχρι σήμερα είναι αυτοεργοδοτούμενη συντηρήτρια με δικό της εργαστήριο στην παλιά Λευκωσία. Έχει δύο επιστημονικές δημοσιεύσεις (2001 και 2004).
Τελική αξιολόγηση: Εξαίρετη.
15. ΜΕΛΗ Αντρούλα (αρ. υπ. 15)
Έκανε σχεδόν εξαίρετη εντύπωση στην προφορική εξέταση. Η τελική βαθμολογία της είναι 46 μονάδες. Κατέχει πτυχίο στη συντήρηση αρχαιοτήτων και έργων τέχνης από το Τ.Ε.Ι. Αθηνών. Έχει αρκετή πείρα στη συντήρηση. Από 11/1998 μέχρι 6/2000 εργάστηκε ως συντηρήτρια στην Εθνική Πινακοθήκη και στο Μουσείο Αλ. Σούτζου στην Αθήνα. Από 1/10/2000 μέχρι σήμερα είναι αυτοεργοδούμενη και έχει δικό της εργαστήριο.
Τελική αξιολόγηση: Σχεδόν εξαίρετη.
28. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ Ελευθέριος (αρ. υπ. 28)
Έκανε σχεδόν εξαίρετη εντύπωση κατά την προφορική εξέταση. Η τελική βαθμολογία του είναι 49 μονάδες. Κατέχει πτυχίο ιστορίας και εθνολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και μεταπτυχιακό τίτλο στη συντήρηση και αποκατάσταση μνημείων από την Πολυτεχνική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχει εκτενή πείρα στη συντήρηση κυρίως ψηφιδωτών εφόσον εργάζεται στη θέση Τακτικού Ωρομίσθιου Βοηθού Συντηρητή στο Τμήμα Αρχαιοτήτων από 9/2001 μέχρι σήμερα. Πριν από το 2001 εργάστηκε και ως ελεύθερος επαγγελματίας συντηρητής αγιογραφιών και έργων τέχνης και συμμετείχε και στις αρχαιολογικές ανασκαφές της Χοιροκιτίας που διευθύνει το Εθνικό Επιστημονικό Κέντρο της Γαλλίας (C. N. R. S.).
Τελική αξιολόγηση: Σχεδόν εξαίρετος."
Με απόφαση της που λήφθηκε στις 27/4/2007, η Επιτροπή αφού μελέτησε και έλαβε υπόψη την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και τα πορίσματα της τελευταίας, αποφάσισε να ζητήσει από τη Συμβουλευτική Επιτροπή συμπληρωματική έκθεση. Στο βαθμό που μας ενδιαφέρει, συνοψίζω τις σχετικές παρατηρήσεις και επισημάνσεις της Επιτροπής:
(α) Όπως η Συμβουλευτική Επιτροπή, καταρτίσει χωριστούς καταλόγους προσοντούχων και μη προσοντούχων υποψηφίων αιτιολογώντας την απόφαση της για κάθε περίπτωση ξεχωριστά και προσδιορίσει με ποιο από τα δύο ακαδημαϊκά προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας ο κάθε υποψήφιος κρίθηκε προσοντούχος. Αναφορικά με τους μη προσοντούχους, όπως η Συμβουλευτική Επιτροπή επισυνάψει τη σχετική αλληλογραφία που είχε με το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. αναφορικά με τους τίτλους σπουδών που δεν είναι αναγνωρισμένοι από το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.
(β) Όσον αφορά την πείρα, η Επιτροπή αφού παρατήρησε ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή προέβη σε καθορισμό κλιμακωτής πείρας, προσδίδοντας σε κάθε εύρος/διάστημα πείρας ανάλογες μονάδες, καθώς η πείρα δεν καθορίζεται από το σχέδιο υπηρεσίας της εν λόγω θέσης, επεσήμανε στη Συμβουλευτική Επιτροπή «ότι η πείρα γι' αυτή τη θέση, δεν αποτελεί πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν, αλλά αποτελεί προϋπόθεση (απαιτούμενο προσόν) για τους υποψήφιους με προσόντα από Σχολές Καλών Τεχνών, ούτως ώστε να κριθούν προσοντούχοι ή όχι. Επιπρόσθετα», η Επιτροπή παρατήρησε, «ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν ξεκαθαρίζει αν η πείρα αφορά μεταπτυχιακή πείρα, δηλαδή πείρα που αποκτήθηκε μετά από την ολοκλήρωση των σπουδών, και όχι πρακτική εξάσκηση, δηλαδή πείρα που αποκτήθηκε μέσα στα πλαίσια απονομής του εν λόγω διπλώματος. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα και με τη σχετική νομολογία, η πρακτική εξάσκηση είναι μέρος των σπουδών και δεν μπορεί να προσμετρήσει ως «επαγγελματική πείρα», που λογικά αποκτάται μετά την περάτωση των σπουδών και τη λήψη του πτυχίου».
Ενόψει των πιο πάνω παρατηρήσεων και επισημάνσεων της, η Επιτροπή υποδεικνύει προς τη Συμβουλευτική Επιτροπή ότι «οφείλει να καθορίσει ελάχιστη διάρκεια πείρας για να θεωρηθεί προσοντούχος κάποιος υποψήφιος βάσει του διπλώματος του από Σχολή Καλών Τεχνών και να λάβει υπόψη της, κατά την αξιολόγηση των υποψηφίων, μόνο την επαγγελματική τους πείρα».
(γ) Η Επιτροπή αφού επισύρει την προσοχή της Συμβουλευτικής Επιτροπής στο γεγονός ότι το σχέδιο υπηρεσίας προϋποθέτει μεταξύ άλλων, «πολύ καλή γνώση της ελληνικής, καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας και κατά προτίμηση μιας άλλης ευρωπαϊκής γλώσσας», παρατηρεί ότι «όσον αφορά το επίπεδο της άλλης ευρωπαϊκής γλώσσας, αυτό δεν καθορίζεται αλλά ούτε και γίνεται σχετική αναφορά κατά την αξιολόγηση των υποψηφίων» ενώ παράλληλα επισημαίνει στη Συμβουλευτική Επιτροπή «ότι κατά την εξέταση των αιτήσεων διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν υποψήφιοι οι οποίοι δηλώνουν και επισυνάπτουν τεκμήρια κατοχής ευρωπαϊκών γλωσσών. Επομένως», υποδεικνύει η Επιτροπή, «η Συμβουλευτική Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάσει το πιο πάνω θέμα, προβαίνοντας σε καθορισμό του επιπέδου κατοχής της επιπλέον ευρωπαϊκής γλώσσας και ζητώντας από τους υποψήφιους να προσκομίσουν τα απαιτούμενα τεκμήρια, με σκοπό να συνεκτιμηθούν στην τελική τους αξιολόγηση».
(δ) Όπως ζητήσει από συγκεκριμένους υποψηφίους, μεταξύ των οποίων τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη, να τεκμηριώσουν με την προσκόμιση επαρκών αποδεικτικών στοιχείων την πείρα στη συντήρηση που ισχυρίζονται στις αιτήσεις τους ότι έχουν και να προβεί σε ανάλογη αξιολόγηση της πείρας τους.
(ε) Σε σχέση με δύο από τις υποψήφιες, μία από τις οποίες είναι η αιτήτρια, η Επιτροπή αφού σημειώνει το γεγονός ότι οι συγκεκριμένες υποψήφιες φαίνεται να έχουν μεταπτυχιακή πείρα άνω των 10 χρόνων, υποδεικνύει στη Συμβουλευτική Επιτροπή ότι «θα πρέπει να προσδώσει την ανάλογη βαρύτητα στην τελική αξιολόγηση της σε σχέση με υποψήφιους με μικρότερη διάρκειας πείρα».
(στ) Όπως η Συμβουλευτική Επιτροπή επανεξετάσει την καταλληλότητα του αιτητή στην προσφυγή 926/2008, καθώς το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προϋπόθετε κατοχή διπλώματος πανεπιστημιακού επιπέδου. Παραθέτω αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα από την επισήμανση της Επιτροπής:
"Κατά την εξέταση των προσόντων του αιτητή ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ Ελευθέριου (α/α 28), η Επιτροπή παρατήρησε ότι αυτός κατέχει πτυχίο Ιστορίας και Εθνολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου και μεταπτυχιακό τίτλο στην Προστασία, Συντήρηση και Αποκατάσταση Έργων Τέχνης και Μηχανισμών (Πολυτεχνική Σχολή - Αριστοτέλειο). Επίσης, κατέχει Δίπλωμα (Δευτεροβάθμιας) Επαγγελματικής Κατάρτισης με ειδικότητα ως Τεχνικός Συντήρησης Έργων Τέχνης από το Ιδιωτικό Ι.Ε.Κ. ΞΥΝΗ διάρκειας 2 ετών. Εικάζεται ότι έχει κριθεί προσοντούχος βάσει του μεταπτυχιακού του, καθώς η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν προβαίνει σε οποιαδήποτε ανάλυση για την αξιολόγηση του εν λόγω υποψήφιου. Η Συμβουλευτική Επιτροπή καλείται να επανεξετάσουν την καταλληλότητα του υποψήφιου καθώς το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης προϋποθέτει κατοχή διπλώματος πανεπιστημιακού επιπέδου και να σημειώσει ότι, σύμφωνα και με τη νομολογία το μεταπτυχιακό δίπλωμα δεν αναπληροί τον πανεπιστημιακό τίτλο σε ορισμένο θέμα, όπου αυτός απαιτείται ως απαραίτητο προσόν από το Σχέδιο Υπηρεσίας."
Στη συμπληρωματική έκθεση της η Συμβουλευτική Επιτροπή επισυνάπτει χωριστούς καταλόγους για τους υποψηφίους που έκρινε ως προσοντούχους και μη προσοντούχους, προσδιορίζοντας με ποια από τις δύο διαζεύξεις του σχεδίου υπηρεσίας κάθε υποψήφιος κρίθηκε προσοντούχος, ή αν κρίθηκε μη προσοντούχος, επειδή δεν κατέχει κάποιο από τα απαιτούμενα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας, (στοιχείο (α) πιο πάνω). Το σχετικό με τον αιτητή στην προσφυγή 926/2008 απόσπασμα από τη συμπληρωματική έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής έχει ως πιο κάτω:
"΄Οσον αφορά τον υποψήφιο ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ Ελευθέριο (α/α 28), κρίθηκε προσοντούχος με βάση το μεταπτυχιακό δίπλωμα που κατέχει και την πολυετή επαγγελματική πείρα του στο Τμήμα Αρχαιοτήτων ως ωρομίσθιος Βοηθός Συντηρητής με ειδίκευση στα ψηφιδωτά. Εφόσον όμως, όπως μας υποδεικνύεται, σύμφωνα με την ισχύουσα νομολογία το μεταπτυχιακό δίπλωμα δεν αναπληροί τον πανεπιστημιακό τίτλο σε ορισμένο θέμα, όπου αυτός απαιτείται ως απαραίτητο προσόν από το Σχέδιο Υπηρεσίας, τότε η Συμβουλευτική Επιτροπή είναι υποχρεωμένη να κατατάξει τον εν λόγω υποψήφιο στον κατάλογο των μη προσοντούχων."
Στη συμπληρωματική έκθεση της η Συμβουλευτική Επιτροπή επισυνάπτει επίσης τη σχετική με τους μη προσοντούχους αλληλογραφία της με το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. (στοιχείο (α) πιο πάνω).
Αναφορικά με τις υπό στοιχεία (β), (δ), (ε) και (στ) πιο πάνω παρατηρήσεις και επισημάνσεις της Επιτροπής, η Συμβουλευτική Επιτροπή στη συμπληρωματική της έκθεση αναφέρει ότι έλαβε υπόψη κατά την αξιολόγηση των υποψηφίων μόνο την επαγγελματική τους πείρα και ότι καθόρισε τα δύο χρόνια ως ελάχιστη διάρκεια πείρας για να κριθεί κάποιος υποψήφιος ως προσοντούχος. Η Συμβουλευτική Επιτροπή αιτιολογεί τον πιο πάνω καθορισμό, καθώς, όπως αναφέρει στην έκθεσή της, τα καθήκοντα για τη θέση Συντηρητή, λόγω της εξειδικευμένης εργασίας, απαιτούν ένα ευρύ φάσμα εργασιών.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή αναφέρει επίσης ότι έχει ζητήσει επιπλέον πιστοποιητικά από τους υποψηφίους για τεκμηρίωση της κατοχής της σχετικής τους πείρας, ενώ, επίσης, όσον αφορά την αιτήτρια στην προσφυγή 1359/2008, για την οποία η Επιτροπή είχε παρατηρήσει ότι κατέχει πείρα άνω των δέκα ετών και ότι θα πρέπει να τύχει διαφορετικής αντιμετώπισης από τους ανθυποψηφίους της με σημαντικά μικρότερης διάρκειας πείρα, η Συμβουλευτική Επιτροπή αναφέρει ότι προσέδωσε την ανάλογη βαρύτητα, αφού την συμπεριέλαβε στον προκαταρκτικό κατάλογο.
Σε ό,τι αφορά τις παρατηρήσεις και τις επισημάνσεις της Επιτροπής σχετικά με την απαίτηση του σχεδίου υπηρεσίας για «. και κατά προτίμηση μιας άλλης ευρωπαϊκής γλώσσας», (στοιχείο (γ) πιο πάνω), η Συμβουλευτική Επιτροπή, μεταξύ άλλων, αναφέρει στην έκθεση της ότι έχει προβεί σε συγκεκριμένες ενέργειες για τη διερεύνηση της κατοχής από μέρους των υποψηφίων μιας άλλης ευρωπαϊκής γλώσσας και έκρινε ότι μόνο δύο υποψήφιοι, το ενδιαφερόμενο μέρος Ελένη Λοϊζίδου και κάποια άλλη υποψήφια, κατέχουν την εν λόγω προτίμηση και συγκεκριμένα το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει πιστοποιητικά «GCEE O' Level» με βαθμό B στη γαλλική γλώσσα, το οποίο αποτελεί τεκμήριο κατοχής της καλής γνώσης της γαλλικής γλώσσας.
Αναφορικά με τις υπό στοιχείο (στ) πιο πάνω επισημάνσεις/παρατηρήσεις της Επιτροπής έχω ήδη παραθέσει το σχετικό απόσπασμα από τη συμπληρωματική έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής το οποίο αφορά στον αιτητή στην προσφυγή 926/2008 στα πλαίσια παράθεσης της απάντησης της Συμβουλευτικής Επιτροπής των υπό στοιχείων (α) πιο πάνω επισημάνσεων και παρατηρήσεων της Επιτροπής.
Σ' αυτό το στάδιο θα πρέπει να λεχθεί ότι η σχετική με τα προσόντα που απαιτούνται για τις επίμαχες θέσεις πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας έχει ως εξής:
"3. Α π α ι τ ο ύ μ ε ν α π ρ ο σ ό ν τ α :
(1) Δίπλωμα ειδικής Σχολής Συντηρήσεως πανεπιστημιακού επιπέδου ή ισότιμον δίπλωμα Σχολής Καλών Τεχνών με πείραν εις την συντήρησιν, καθαρισμόν και διατήρησιν τοιχογραφιών, ψηφιδωτών, εικόνων, μεταλλικών αντικειμένων, ξύλου ή και άλλων αρχαιολογικών αντικειμένων.
(2) ........
(3) Πολύ καλή γνώσις της Ελληνικής, καλή γνώσις της Αγγλικής γλώσσης και κατά προτίμησιν μιας άλλης Ευρωπαϊκής γλώσσης.»
Θα πρέπει επίσης να λεχθεί ότι η αιτήτρια στην προσφυγή 1359/2008 όπως και τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη, κρίθηκαν προσοντούχα με βάση το δίπλωμα Συντήρησης, πανεπιστημιακού επιπέδου το οποίο κατείχαν.
Ενόψει των νέων δεδομένων, η Συμβουλευτική Επιτροπή ετοίμασε νέο προκαταρκτικό κατάλογο με τέσσερις υποψήφιους τους οποίους έκρινε ως καταλληλότερους για διορισμό. Τα ονόματα των τεσσάρων υποψηφίων καταχωρήθηκαν στον προκαταρκτικό κατάλογο κατά αλφαβητική σειρά. Πρόκειται για την αιτήτρια στην προσφυγή 1359/2008, το ενδιαφερόμενο μέρος Ελένη Λοϊζίδου, το ενδιαφερόμενο μέρος Ανδρούλα Μελή η οποία αντικατέστησε τον αιτητή στην προσφυγή 926/2008, ο οποίος υπενθυμίζω κρίθηκε ως μη προσοντούχος, και τον υποψήφιο, το όνομα του οποίου περιλαμβανόταν και στον πρώτο κατάλογο, ο οποίος όμως δεν έχει προσφύγει στο Δικαστήριο.
Ενόψει των νέων δεδομένων, η Συμβουλευτική Επιτροπή επεσύναψε επίσης στη συμπληρωματική έκθεση της, νέο αναθεωρημένο κατάλογο συνολικών αποτελεσμάτων προφορικής εξέτασης και γενικής αξιολόγησης των προσοντούχων υποψηφίων, αφαιρεμένων των μονάδων που είχαν δοθεί στην πείρα, οι οποίες μονάδες υπενθυμίζω ήταν οι ίδιες για όλους τους συστηθέντες υποψηφίους, πέντε στον κάθε ένα από αυτούς και προστιθεμένων μονάδων που δόθηκαν για την κατοχή «κατά προτίμηση μιας άλλης ευρωπαϊκής γλώσσας». Τέτοιες μονάδες δόθηκαν μόνο στο ενδιαφερόμενο μέρος Ελένη Λοϊζίδου γιατί, όπως έχω ήδη αναφέρει, αυτή ήταν η μόνη από τους τέσσερις συστηθέντες υποψηφίους που κρίθηκε ότι κατέχει την εν λόγω προτίμηση.
Σύμφωνα με τον αναθεωρημένο κατάλογο συνολικών αποτελεσμάτων, η συνολική βαθμολογία και των τριών υποψηφίων (αιτήτριας και ενδιαφερόμενων μερών), μειώθηκε ανάλογα μετά την αφαίρεση των μονάδων που είχαν δοθεί για «πείρα» και την προσθήκη μίας μονάδας στη βαθμολογία του ενδιαφερόμενου μέρους Ελένης Λοϊζίδου για κατοχή μιας ευρωπαϊκής γλώσσας. Ως αποτέλεσμα, η συνολική βαθμολογία της μεν αιτήτριας στην προσφυγή 1359/2008 μειώθηκε από 47 σε 42, με αποτέλεσμα η αιτήτρια να αξιολογηθεί ως «Πάρα Πολύ Καλή» των δε ενδιαφερόμενων μερών να μειωθεί της μεν Ελένης Λοϊζίδου από 51 σε 47, με αποτέλεσμα αυτή να αξιολογηθεί ως «Σχεδόν Εξαίρετη», της δε Ανδρούλας Μελή να μειωθεί από 46 σε 41, με αποτέλεσμα αυτή να αξιολογηθεί ως «Πάρα Πολύ Καλή».
Η Επιτροπή αφού μελέτησε τη συμπληρωματική έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, για λόγους που δεν μας ενδιαφέρουν, ζήτησε από την τελευταία νέα συμπληρωματική έκθεση, η οποία αφού υποβλήθηκε, εξετάστηκε από την Επιτροπή στις 8/2/2008. Καταρτίστηκε από την Επιτροπή τελικός κατάλογος ο οποίος είναι ο ίδιος με τον προκαταρκτικό κατάλογο όπως αυτός είχε τροποποιηθεί νωρίτερα, στον οποίο περιλαμβάνονταν, όπως έχω ήδη αναφέρει, τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη, η αιτήτρια στην προσφυγή 1359/2008 και τέταρτος υποψήφιος, άλλος από τον αιτητή στην προσφυγή 926/2008.
Οι τέσσερις υποψήφιοι κλήθηκαν σε ατομική προφορική εξέταση ενώπιον της Επιτροπής, παρισταμένου και του Διευθυντή του Τμήματος Αρχαιοτήτων, στις 22/4/2008.
Κατά την προφορική εξέταση «τόσο ο Διευθυντής όσο και η Επιτροπή υπέβαλαν στις υποψήφιες ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, πάνω σε θέματα που άπτονται των καθηκόντων της υπό πλήρωση θέσης καθώς και των απαιτήσεων του Σχεδίου Υπηρεσίας, με σκοπό τη διαπίστωση των γνώσεων, της κρίσης της προσωπικότητας, της πρωτοβουλίας, της ικανότητας επικοινωνίας των υποψηφίων, περιλαμβανομένης της έκφρασης, ολοκλήρωσης σκέψης, σαφήνειας, πειστικότητας και γενικά της ικανότητας τους να ανταποκριθούν στα καθήκοντα και τις απαιτήσεις της θέσης».
Μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης ο Διευθυντής αξιολόγησε τους υποψηφίους, το μεν ενδιαφερόμενο μέρος Λοϊζίδου Ελένη ως «Εξαίρετη», το δε ενδιαφερόμενο μέρος Μελή Ανδρούλα ως «Σχεδόν Εξαίρετη». Την αιτήτρια στην προσφυγή 1359/2008 ο Διευθυντής αξιολόγησε ως «Πάρα Πολύ Καλή». Στη συνέχεια ο Διευθυντής απoχώρησε.
Μετά την αποχώρηση του Διευθυντή η Επιτροπή, με γνώμονα την προφορική συνέντευξη προέβη στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων που μας ενδιαφέρουν. Παραθέτω τα σχετικά αποσπάσματα από την εν λόγω αξιολόγηση:
"ΙΩΑΝΝΟΥ Κωνσταντίνα: Πολύ καλή. Απάντησε με γενικότητες και όχι σε όλες τις ερωτήσεις που της τέθηκαν. Υπήρξαν ερωτήματα που αφορούσαν ουσιώδη θέματα για τα καθήκοντα της θέσης που διεκδικεί και στα οποία δεν απάντησε. Είναι σοβαρή.
ΛΟΙΖΙΔΟΥ Ελένη: Εξαίρετη. Απάντησε με ηρεμία σε όλες τις ερωτήσεις που της τέθηκαν. Είναι αποφασιστική στις απαντήσεις που έδωσε και ανέλυε τα θέματα με τρόπο υπεύθυνο και σοβαρό. Πρόκειται για μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα.
ΜΕΛΗ Ανδρούλα: Εξαίρετη. Έχει άριστες γνώσεις και γνωρίζει πολύ καλά τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης που διεκδικεί. Απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις που της τέθηκαν με επιχειρηματολογία. Πρόκειται για μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα."
Στη συνέχεια η Επιτροπή ασχολήθηκε με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από το πρακτικό της συνεδρίας, στο βαθμό και την έκταση που μας αφορά:
"Η Επιτροπή έλαβε δεόντως υπόψη τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης των υποψήφιων που διεξήχθη από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, το περιεχόμενο του Προσωπικού Φάκελου και του Φάκελου των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων της υποψήφιας Κωμοδρόμου Παναγιώτας, που είναι δημόσιος υπάλληλος, όπως επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, καθώς και την απόδοση των υποψήφιων κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας.
Η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, έκρινε ότι οι παρακάτω υπερέχουν γενικά των άλλων υποψήφιων, τις επέλεξε ως τις πιο κατάλληλες και αποφάσισε να προσφέρει σ' αυτές διορισμό στη μόνιμη θέση Συντηρητή, Τμήμα Αρχαιοτήτων, από 1.7.08:
1. ΛΟΙΖΙΔΟΥ Ελένη
2. ΜΕΛΗ Ανδρούλα
Περαιτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε να ζητηθεί από τις πιο πάνω να προσκομίσουν Πιστοποιητικό Ποινικού Μητρώου, με το οποίο να πιστοποιείται ότι έχουν λευκό ποινικό μητρώο.
Επιλέγοντας τη Λοϊζίδου Ελένη, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως Σχεδόν Εξαίρετη από τη Συμβουλευτική Επιτροπή κατά την τελική της αξιολόγηση και ως Εξαίρετη κατά την ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας προφορική εξέταση, στο υψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησης και στις δύο περιπτώσεις. Επιπλέον, η Επιτροπή, καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφαση, δεν παρέλειψε να παρατηρήσει ότι η επιλεγείσα κατέχει καλή γνώση της Γαλλικής γλώσσας, το οποίο αποτελεί, σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας, προτίμηση.
Επιλέγοντας τη Μελή Ανδρούλα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως Πάρα πολύ καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή κατά την τελική της αξιολόγηση, δηλαδή στο ίδιο επίπεδο με τις δύο μη επιλεγείσες υποψήφιες, και ως Εξαίρετη κατά την ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας προφορική εξέταση, σε υψηλότερο, δηλαδή, επίπεδο αξιολόγησης σε σύγκριση με τις δύο μη επιλεγείσες υποψήφιες."
Προσφυγή 1359/2008
Η αιτήτρια υποστήριξε ότι η Επιτροπή δεν ερεύνησε ούτε και έλαβε υπόψη, με το να του προσδώσει ανάλογη βαρύτητα, το στοιχείο της υπέρμετρης, όπως την χαρακτηρίζει, πείρας της, παράγοντας ο οποίος είναι, σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορό της, «δηλωτικός του γνωσιολογικού βάθρου των καθηκόντων των επίδικων θέσεων και ο οποίος εμπίπτει στην αξία της αιτήτριας».
Στην αντίπερα όχθη, η πλευρά των καθ'ων η αίτηση, όπως και του ενδιαφερόμενου μέρους 1, υπέβαλαν ότι το ζητούμενο στην παρούσα περίπτωση είναι κατά πόσο η αιτήτρια απέσεισε το βάρος απόδειξης που βρίσκεται στους ώμους της, ότι υπερέχει έκδηλα των ενδιαφερόμενων μερών ή οποιουδήποτε από αυτούς.
Έχω την άποψη ότι το ζητούμενο δεν είναι κατά πόσο η αιτήτρια έχει αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι οποιουδήποτε από τα ενδιαφερόμενα μέρη, αλλά κατά πόσο η Επιτροπή κατέληξε στις συγκεκριμένες επιλογές της μετά από ορθή άσκηση της διακριτικής της ευχέρειας στη βάση των ενώπιον της στοιχείων. Συγκεκριμένα, το ερώτημα που εγείρεται στο οποίο και στρέφω την προσοχή μου, είναι κατά πόσο η Επιτροπή έλαβε υπόψη κατά την αξιολόγηση της αιτήτριας, την επαγγελματική της πείρα, παράγοντα που συναρτάται, σύμφωνα με τη νομολογία, με την αξία κάθε υποψηφίου.
Όπως είχε πολύ εύστοχα λεχθεί από τον Καλλή, Δ. στην υπόθεση Κώστας Δ. Ιωάννου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1998) 3 Α.Α.Δ. 624, «Η πείρα καθώς έχει νομολογηθεί είναι η πρακτική γνώση που αποκτά κάποιος με το να επιδίδεται σε συγκεκριμένο είδος εργασίας. Η διάρκεια της υπηρεσίας δεν αποτελεί το μόνο οδηγό της πείρας. Η ένταση με την οποία ένας επιδίδεται σε ένα δεδομένο τομέα και τα αποτελέσματα της εργασίας του είναι ίσοι, αν όχι πιο σημαντικοί, δείκτες της πείρας. (Βλ. HadjiSavva v. Republic (1982) 3 C.L.R. 76, 79 - απόφαση Πική, Δ., όπως ήταν τότε)». Η πείρα, καθώς έχει επίσης νομολογηθεί, αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο της αξίας την οποία και επαυξάνει (Νικολαΐδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 286, Δημοκρατία ν. Αγγελή κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 161 και Σιακάς ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 468). Επί του προκειμένου παραπέμπω επίσης στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Παπαχριστοδούλου (2002) 3 Α.Α.Δ. 329, στην οποία λέχθηκε ότι η πείρα προσμετρά ως στοιχείο αξίας μόνο όταν είναι σχετική με τα καθήκοντα της θέσης.
Εξέτασα με προσοχή τα επιχειρήματα των τριών συνηγόρων σε συνάρτηση με το σύνολο των ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχείων. Επί τούτου θεωρώ σκόπιμο να διευκρινίσω ότι οι θέσεις και τα επιχειρήματα των ευπαίδευτων συνηγόρων των καθ'ων η αίτηση και του ενδιαφερόμενου μέρους Ελένης Λοϊζίδου, συμπίπτουν.
Οι θέσεις της αιτήτριας ότι η Επιτροπή δεν ερεύνησε ούτε και πρόσδωσε την ανάλογη βαρύτητα στην επαγγελματική πείρα της, με βρίσκουν σύμφωνο. Δεν διαφεύγει της προσοχής μου ότι η Επιτροπή κατά το χρόνο αξιολόγησης είχε ενώπιον της τις δύο εκθέσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής, την αξιολόγηση της εν λόγω Επιτροπής, όπως και τα δεδομένα ενός εκάστου υποψηφίου, περιλαμβανομένων των πιστοποιητικών πείρας τους. Το σκεπτικό που οδήγησε την Επιτροπή, ενώπιον της οποίας υπενθυμίζω επίσης κλήθηκαν οι υποψήφιοι και εξετάστηκαν προφορικά, στις δικές της εκτιμήσεις και συμπεράσματα, έχει παρατεθεί πιο πάνω. Διεξήλθα προσεκτικά το εν λόγω σκεπτικό. Δεν φαίνεται να είχε ληφθεί υπόψη και να είχε αξιολογηθεί από την Επιτροπή η επαγγελματική πείρα της αιτήτριας στα πλαίσια αξιολόγησης των συναρτωμένων με την αξία της αιτήτριας, παραγόντων.
Ούτε και μπορεί να λεχθεί ότι η πείρα της αιτήτριας έχει ληφθεί υπόψη σύμφωνα με το τεκμήριο της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων. Όπως έχει υποδειχθεί πιο πάνω, η πείρα αποτελεί συστατικό στοιχείο της αξίας την οποία και επαυξάνει. Περαιτέρω, έχει ήδη λεχθεί (βλ. Ιωάννου (πιο πάνω) και HadjiSavva (πιο πάνω)), ότι η διάρκεια της πείρας δεν αποτελεί το μόνο οδηγό, καθώς επίσης ότι «η ένταση με την οποία ένας επιδίδεται σε ένα δεδομένο τομέα και τα αποτελέσματα της εργασίας του είναι, ίσοι, αν όχι πιο σημαντικοί δείκτες της πείρας». Αυτό, δεν μπορεί να ερμηνευθεί διαφορετικά από ότι η ποιότητα ή το επίπεδο της πείρας αποτελεί ένα σημαντικό στοιχείο. Στην πρόσφατη απόφαση Μιχαηλίδης ν. Δήμος Αγλαντζιάς, Α.Ε. 119/2007, ημερομηνίας 28/9/2010, η πείρα συγκεκριμένης διάρκειας αποτελούσε απαίτηση του σχεδίου υπηρεσίας. Λέχθηκε ότι οι βεβαιώσεις των εργοδοτών «δεν δικαιολογούν την παράλειψη διενέργειας περαιτέρω έρευνας, ως όφειλαν οι καθ'ων η αίτηση, για να εξακριβώσουν όχι μόνο τη διάρκεια της πείρας αλλά και το επίπεδο της».
Στην περίπτωση μας είναι αρκετό να διεξέλθει ένας το σχετικό ενώπιον του Δικαστηρίου υλικό για να διαπιστώσει ότι απουσιάζει οποιαδήποτε εξακρίβωση εκ μέρους της Επιτροπής της ποιότητας ή του επιπέδου της πείρας της αιτήτριας. Κατά συνέπεια η απουσία αναφοράς από την Επιτροπή στο στοιχείο της πείρας δεν διασώζεται από το τεκμήριο της κανονικότητας. Έπρεπε να είχε αξιολογηθεί η ποιότητα ή το επίπεδο της πείρας της αιτήτριας και να της δοθεί η ανάλογη βαρύτητα. Δεν είναι έργο του Δικαστηρίου η πρωτογενής αξιολόγηση της πείρας και η απόδοση οποιασδήποτε βαρύτητας. Αυτό είναι αποκλειστικό έργο της Επιτροπής. Επομένως, βρισκόμαστε ενώπιον κατάστασης όπου η Επιτροπή παρέλειψε να αξιολογήσει ένα στοιχείο το οποίο επαυξάνει, όπως έχει λεχθεί, την αξία και να του προσδώσει την ανάλογη βαρύτητα. Εφόσον το στοιχείο της πείρας αποτελεί συστατικό στοιχείο της αξίας, την οποία και μάλιστα επαυξάνει, αυτό αποτελεί ένα νόμιμο, ουσιώδες και σχετικό στοιχείο κρίσης. Σύμφωνα με τη νομολογία, απόφαση που δεν βασίζεται επί όλων των σχετικών παραγόντων αποτελεί απόφαση που λαμβάνεται ύστερα από πλημμελή άσκηση διακριτικής ευχέρειας. (Βλ. Kyprianides v. Republic (1965) 3 C.L.R. 519, Goulelis v. Republic (1970) 3 C.L.R. 81, Carayiannis v. Republic (1969) 3 C.L.R. 341 και Christides v. Republic (1966) 3 C.L.R. 732). Περαιτέρω απόφαση που λαμβάνεται κατά παραγνώριση ουσιώδους παράγοντα - όπως είναι εδώ η περίπτωση - αποτελεί απόφαση αντίθετη προς το Νόμο εντός της εννοίας του άρθρου 146.1 του Συντάγματος. (Βλ. Yiallourides v. Republic (1969) 3 C.L.R. 379).
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή 1359/2008 επιτυγχάνει, με €1.250 έξοδα υπέρ της αιτήτριας. H προσβαλλόμενη με την προσφυγή πράξη, ακυρώνεται με βάση το άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.
Προσφυγή 926/2008
Ως λόγοι ακύρωσης των επίδικων διορισμών προβάλλονται οι πιο κάτω.
(α) Έλλειψη δέουσας έρευνας/πλάνη περί το Νόμο και τα πράγματα/εσφαλμένη αιτιολογία.
(β) Εσφαλμένη ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας/η ερμηνεία που δόθηκε ήταν εκτός των πλαισίων της διακριτικής ευχέρειας της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της Επιτροπής.
(γ) Παράβαση της χρηστής διοίκησης, της αρχής της ισότητας και αλλαγή ερμηνείας χωρίς ειδική αιτιολογία.
(δ) Παράβαση του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου και ειδικότερα του άρθρου 33(1) και 33(9) με την απόφαση της Επιτροπής να πληρώσει μια πρόσθετη θέση από αυτή που δημοσιεύτηκε, χωρίς τη δημοσίευσή της.
(ε) Οι πρόνοιες του άρθρου 33(9) του Νόμου 1/90 είναι αντισυνταγματικές γιατί παραβιάζουν την αρχή της ίσης μεταχείρισης που καθιερώνεται με το άρθρο 28.1 του Συντάγματος.
(στ) Η Επιτροπή αντί να ζητήσει από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, ως όφειλε, προκαταρκτικό κατάλογο με οκτώ ονόματα ζήτησε για τέσσερα, παραβιάζοντας έτσι τις πρόνοιες του άρθρου 33(7) του Νόμου 1/90.
Σ' αυτό το στάδιο και προτού ασχοληθώ με την ουσία των πιο πάνω λόγων ακύρωσης, μερικοί από τους οποίους οφείλω να πω συμπίπτουν, θεωρώ σκόπιμο να ασχοληθώ με την προδικαστική ένσταση που οι καθ'ων η αίτηση εγείρουν στην ένσταση τους. Συγκεκριμένα, οι καθ'ων η αίτηση εγείρουν προδικαστική ένσταση ότι «ο αιτητής δεν νομιμοποιείται να εγείρει την παρούσα προσφυγή καθότι κρίθηκε μη προσοντούχος ως μη κατέχων τα προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα».
Κατ' αρχή θα πρέπει να επισημάνω ότι η συγκεκριμένη προδικαστική ένσταση δεν έχει προωθηθεί από την ευπαίδευτη συνήγορο των καθ'ων η αίτηση στη γραπτή της αγόρευση. Όμως έχει απασχολήσει τόσο την ευπαίδευτη συνήγορο του αιτητή όσο και τον ευπαίδευτο συνήγορο του ενδιαφερόμενου μέρους Ελένης Λοϊζίδου, οι οποίοι σχολιάζουν τη συγκεκριμένη προδικαστική ένσταση στις αγορεύσεις τους. Ως εκ τούτου και αφού έλαβα υπόψη τη φύση της προδικαστικής ένστασης, κρίνω σκόπιμο να ασχοληθώ με την ουσία της.
Η προδικαστική ένσταση των καθ'ων η αίτηση δεν μπορεί να πετύχει. Είναι πιστεύω αρκετό να υπενθυμίσω τη νομολογιακή αρχή την οποία επικαλείται και η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή, ότι από τη στιγμή που αμφισβητείται σοβαρά, όπως στην προκείμενη περίπτωση, η εκτίμηση της διοίκησης αναφορικά με τα προσόντα, η οποία καθίσταται επίδικο θέμα, ο αιτητής έχει έννομο συμφέρον να την προσβάλει. Ενδεικτικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση στην προσφυγή Φ. Κογκορόζης ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου, Προσφυγή 268/97, ημερομηνίας 24/5/1999, στο οποίο αναφέρθηκε με επιδοκιμασία ο τότε Δικαστής μ. Γαβριηλίδης στην απόφαση του στην προσφυγή Φ. Κογκορόζης ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου, Προσφυγή 1008/99, ημερομηνίας 12/4/2001:
". Το ζητούμενο είναι ακριβώς κατά πόσο η κρίση αυτή του Διοικητικού Συμβουλίου είναι νόμιμη και ορθή, που αμφισβητείται από τον κ. Κογκορόζη και συνιστά την ουσία της προσφυγής. Με αυτά τα δεδομένα, δεν είναι δυνατό να προβάλλεται η ίδια η αμφισβητούμενη απόφαση για να αποκλεισθεί η εξέταση της νομιμότητας της, να τίθεται δηλαδή, βάζοντας το παραστατικά, η άμαξα μπροστά από τα άλογα."
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, η προδικαστική ένσταση αποτυγχάνει.
Προχωρώ τώρα να εξετάσω την ουσία των τριών πρώτων λόγων ακύρωσης, οι οποίοι συμπίπτουν.
Βασικούς άξονες γύρω από τους οποίους περιστρέφονται οι συγκεκριμένοι τρεις λόγοι ακύρωσης, συνιστούν οι θέσεις ότι,
(α) Η παράλειψη της Συμβουλευτικής Επιτροπής να διεξάγει πλήρη και επαρκή έρευνα τόσο για το ίδρυμα που απένειμε τον τίτλο στον αιτητή όσο και τα ιδρύματα που απένειμαν τους αντίστοιχους τίτλους στα Ε/Μ σε συνδυασμό με τον αυθαίρετο, σύμφωνα με την κα Καλλίγερου, αποκλεισμό του αιτητή από τον κατάλογο των προσοντούχων, καθιστά ανέφικτο το δικαστικό έλεγχο. Κατά συνέπεια, εισηγείται η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή, η προσφυγή θα πρέπει να πετύχει και οι διορισμοί να ακυρωθούν «για έλλειψη δέουσας έρευνας, που οδήγησε σε πλάνη περί τα πράγματα και ελλιπή αιτιολογία».
(β) Εφόσον το σχέδιο υπηρεσίας δεν ζητά σαν απαιτούμενο προσόν πρώτο καταληκτικό τίτλο επιπέδου πτυχίου αλλά Δίπλωμα Πανεπιστημιακού επιπέδου, είναι αυτονόητο, σύμφωνα με την κα Καλλίγερου, πως το μεταπτυχιακό δίπλωμα του αιτητή, το οποίο του απονεμήθηκε από Σχολή Πανεπιστημιακού επιπέδου, ικανοποιούσε πλήρως τη συγκεκριμένη προϋπόθεση του σχεδίου υπηρεσίας, και
(γ) Αντιφατική συμπεριφορά και άνιση μεταχείριση από πλευράς Επιτροπής. Συγκεκριμένα: Προτού κενωθεί δεύτερη θέση Συντηρητή, η μια θέση που εκκρεμούσε πληρώθηκε με διορισμό τρίτου προσώπου, το οποίο είχε κριθεί από την Επιτροπή ως προσοντούχο, στη βάση μεταπτυχιακού διπλώματος M.A. in Conservation of Historic Objects. Ο διορισμός του εν λόγω προσώπου, για λόγους που δεν μας ενδιαφέρουν στην παρούσα περίπτωση, ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στα πλαίσια της προσφυγής 655/2006, που είχε καταχωρίσει η αιτήτρια στην προσφυγή 1359/2008 πιο πάνω. Εφόσον, σύμφωνα με την κα Καλλίγερου, σε εκείνη την περίπτωση, η Επιτροπή είχε δώσει στο επίμαχο σχέδιο υπηρεσίας ερμηνεία που κατέστησε τον υποψήφιο που διορίστηκε προσοντούχο βάσει του μεταπτυχιακού διπλώματός του, η αλλαγή στην περίπτωση του αιτητή στην προσφυγή 926/2008, στη στάση της Επιτροπής ως προς την ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας και η υιοθέτηση εκ διαμέτρου αντίθετης θέσης, χωρίς την απαραίτητη αιτιολογία, συνιστά, σύμφωνα πάντα με την κα Καλλίγερου, παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης, των αρχών της ισότητας και προσβάλλει την εμπιστοσύνη του αιτητή.
Έχει νομολογηθεί ότι η ερμηνεία και εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας συνιστά θέμα που ανάγεται στη σφαίρα εξουσίας του αρμόδιου διοικητικού οργάνου, στη διακριτική ευχέρεια του οποίου και εμπίπτει. Δικαστική παρέμβαση χωρεί μόνο σε περιπτώσεις όπου η ερμηνεία που έχει δοθεί από το διοικητικό όργανο δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή, λαμβανομένου υπόψη του ενώπιον της λεκτικού. Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Petsas v. Republic, 3 R.S.C.C. 60, κατά την εξέταση του κατά πόσο ένας υποψήφιος πράγματι κατέχει τα σχετικά προσόντα, παρέχεται διακριτική ευχέρεια στην Επιτροπή. Το Δικαστήριο μπορεί να εξετάσει μόνο κατά πόσο η Επιτροπή μπορούσε εύλογα να καταλήξει στο συγκεκριμένο συμπέρασμα στη βάση του ενώπιον της υλικού. (Βλ. επίσης Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 517).
Επομένως, το ζητούμενο στην προκείμενη περίπτωση είναι ουσιαστικά κατά πόσο η ερμηνεία που έχει δοθεί από το διοικητικό όργανο στη σχετική πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας, ήταν εύλογα επιτρεπτή, λαμβανομένου υπόψη του ενώπιον της υλικού.
Έχω ήδη παραθέσει πιο πάνω τη σχετική πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας και θεωρώ περιττό να την επαναλάβω. Έχω επίσης παραθέσει πιο πάνω (σελ. 7 της απόφασης) τη σχετική με την κρίση του αιτητή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, ως προσοντούχου, επισήμανση/παρατήρηση της Επιτροπής, όπως και την απάντηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής η οποία περιέχεται στη συμπληρωματική έκθεσή της. Είμαι της άποψης ότι η ερμηνεία που δόθηκε από την Επιτροπή στις πιο πάνω πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας, δηλαδή, ότι το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προϋποθέτει κατοχή πτυχίου ειδικής σχολής συντήρησης, το οποίο σύμφωνα με τη νομολογία δεν αναπληρούται από μεταπτυχιακό δίπλωμα, ήταν εύλογα επιτρεπτή. Κατά συνέπεια, κρίνω ότι δεν παρέχεται περιθώριο παρέμβασης του Δικαστηρίου στο συγκεκριμένο θέμα.
Σχετική με το πιο πάνω θέμα, είναι η υπόθεση Κ.Ο.Τ. ν. Λοΐζου Προδρόμου (1995) 3 Α.Α.Δ. 128. Δεν διαφεύγει της προσοχής μου ότι σε εκείνη την υπόθεση, στην οποία να σημειωθεί ο διορισμός ακυρώθηκε γιατί κρίθηκε ότι το μεταπτυχιακό δίπλωμα του ενδιαφερόμενου μέρους δεν αποτελούσε υποκατάστατο του πρώτου πτυχίου που το σχέδιο υπηρεσίας απαιτούσε, το σχέδιο υπηρεσίας περιείχε ρητή πρόνοια, κάτι που δεν συμβαίνει στην περίπτωσή μας, ότι μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος σε οποιοδήποτε από τα πιο πάνω θέματα, θα θεωρείτο ως πρόσθετο προσόν. Έχω την άποψη ότι η ύπαρξη της συγκεκριμένης πρόνοιας στο εκεί σχέδιο υπηρεσίας, ουδόλως διαφοροποιεί την κατάληξη μου στην υπό κρίση περίπτωση. Όπως έχω ήδη σημειώσει, η ερμηνεία και εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας συνιστά θέμα που ανάγεται στη σφαίρα εξουσίας του διοικητικού οργάνου, στην περίπτωση μας της Επιτροπής. Το Δικαστήριο δε, δεν παρεμβαίνει αν η ερμηνεία που δόθηκε ήταν, λαμβανομένου υπόψη του λεκτικού του σχεδίου υπηρεσίας, εύλογα επιτρεπτή. Και στην περίπτωση μας για τους λόγους που έχω εξηγήσει η ερμηνεία που η Επιτροπή έδωσε στο σχέδιο υπηρεσίας, ήταν, ενόψει του λεκτικού του σχεδίου, εύλογα επιτρεπτή.
Ως εκ των πιο πάνω, η υπό στοιχείο (β) πιο πάνω θέση της κας Καλλίγερου δεν με βρίσκει σύμφωνο.
Είναι η θέση της κας Καλλίγερου (υπό στοιχείο (γ) πιο πάνω), ότι η αλλαγή στη στάση της Επιτροπής στο θέμα ερμηνείας του σχεδίου υπηρεσίας, η οποία όντως παρατηρείται, είναι αναιτιολόγητη και συνεπώς προσβάλλει τις αρχές της χρηστής διοίκησης, την αρχή της ισότητας και την εμπιστοσύνη του αιτητή. Ούτε η θέση αυτή με βρίσκει σύμφωνο. Είναι αρκετό να διεξέλθει ένας τους λόγους που ώθησαν την Επιτροπή να προβεί σε επισημάνσεις και παρατηρήσεις προς τη Συμβουλευτική Επιτροπή, σχετικά με το θέμα, για να διαπιστώσει το ανεδαφικό της εν λόγω θέσης. Η υπόδειξη/υπενθύμιση της Συμβουλευτικής Επιτροπής των σχετικών με το θέμα νομολογιακών θέσεων, συνιστά κατά τη γνώμη μου επαρκή αιτιολογία.
Αναφορικά με την υπό στοιχείο (α) πιο πάνω θέση της κας Καλλίγερου, η οποία επίσης δεν με βρίσκει σύμφωνο, παρατηρώ τα πιο κάτω.
Το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. στο οποίο η Συμβουλευτική Επιτροπή αποτάθηκε για να πληροφορηθεί κατά πόσο τα διπλώματα συγκεκριμένων ιδρυμάτων που κατονομάζει στην επιστολή της αξιολογούνται ως πανεπιστημιακού επιπέδου, με επιστολή του ημερομηνίας 25/10/2008, πληροφορεί τη Συμβουλευτική Επιτροπή, μεταξύ άλλων, ότι «τα Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΤΕΙ) είναι αναγνωρισμένα εκπαιδευτικά ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης της Ελλάδας». Σ' αυτό το στάδιο υπενθυμίζω ότι τόσο η αιτήτρια στην προσφυγή 1359/2008, όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος Μελή Ανδρούλα, κατείχαν πτυχίο στη συντήρηση από τα ΤΕΙ Αθηνών. Το ενδιαφερόμενο μέρος Ελένη Λοϊζίδου κατείχε πτυχίο στην αρχαιολογική συντήρηση από το Πανεπιστήμιο UCL του Λονδίνου.
Παραπονείται ο αιτητής ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν συμπεριέλαβε την Πολυτεχνική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης η οποία του χορήγησε το μεταπτυχιακό δίπλωμα στη συντήρηση και αποκατάσταση μνημείων, στην επιστολή της προς το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατος ο δικαστικός έλεγχος της προσβαλλόμενης απόφασης. Έχω την άποψη ότι, εφόσον ο αιτητής δεν ήταν δυνατό να κριθεί ως προσοντούχος στη βάση του μεταπτυχιακού διπλώματός του, η καταλογιζόμενη στη Συμβουλευτική Επιτροπή παράλειψη ουδόλως, συνεπάγεται τις συνέπειες που η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή εισηγείται.
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, οι τρεις πρώτοι λόγοι ακύρωσης δεν μπορούν να πετύχουν και απορρίπτονται.
Αναφορικά με τους υπό στοιχεία (δ), (ε) και (στ) λόγους ακύρωσης, έχω την άποψη ότι η κατάληξη μου ότι ο αιτητής ορθά κρίθηκε ως μη προσοντούχος, σφραγίζει και τη μοίρα των συγκεκριμένων τριών λόγων ακύρωσης. Ειδικότερα, σε σχέση με τους υπό στοιχεία (δ) και (ε) λόγους ακύρωσης υπενθυμίζω και την αρχή στην οποία έχω ήδη αναφερθεί, σύμφωνα με την οποία δεν επιτρέπεται στο διοικούμενο από τη μια να επιδοκιμάζει και από την άλλη να αποδοκιμάζει μια κατάσταση. Όπως πολύ εύστοχα επισημαίνει ο Νικολάου, Δ. στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Δημοκρατία ν. China Wanbao Engineering Corporation (2000) 3 Α.Α.Δ. 406,
"Έχουμε την άποψη, με κάθε εκτίμηση προς το συνάδελφο που επιλήφθηκε της υπόθεσης πρωτόδικα, ότι δεδομένης της εν προκειμένω συμμετοχής της αιτήτριας στο διαγωνισμό, αυτή δεν μπορούσε να προβάλει μετ' εννόμου συμφέροντος ζήτημα αντισυνταγματικότητας των εν λόγω κανονισμών. Αποκομίζοντας το όφελος της συμμετοχής στη διαδικασία δεν μπορούσε εν συνεχεία, επειδή η προσδοκία της δεν πραγματώθηκε, να επιδιώξει τη μηδένιση της διαδικασίας. Δηλαδή, να επιδοκιμάζει και να αποδοκιμάζει."
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, η προσφυγή 926/2008 απορρίπτεται, με έξοδα €1.250.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ