ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1214/2008)
9 Σεπτεμβρίου, 2010
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΡΟΖΑΝΝΑ ΑΜΦΙΤΡΙΤΗ ΚΟΥΤΣΙΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ης η αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Χρ. Χριστάκη, για την Αιτήτρια.
Ρ. Παπαέτη, για την Καθ΄ ης η αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Με την πιο πάνω προσφυγή της η αιτήτρια, αρχικά επιδίωκε την ακύρωση της προαγωγής στη θέση Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού, Γενικό Διοικητικό Προσωπικό, Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, πέντε συνολικά συναδέλφων της. Σε αργότερο στάδιο απέσυρε την προσφυγή της εναντίον τεσσάρων από αυτούς με αποτέλεσμα η προσφυγή να προωθηθεί σε σχέση μόνο με το συνάδελφό της Μάκη Τ. Πολυδώρου (ενδιαφερόμενο μέρος). Η επίδικη απόφαση εναντίον της οποίας στρέφεται η παρούσα προσφυγή δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 27.6.08.
Τα γεγονότα:
Στις 29.6.07 δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας η κενή θέση Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού, Γενικό Διοικητικό Προσωπικό, Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής.
Οι αιτήσεις που υποβλήθηκαν, μαζί με αντίγραφο της σχετικής δημοσίευσης και του σχετικού σχεδίου υπηρεσίας, απεστάλησαν δυνάμει των προνοιών του άρθρου 34(3) των περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμων στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών υπό την ιδιότητά του ως Προέδρου της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Με δύο χωριστές επιστολές του ημερ. 8.11.07 και 10.1.08, αντίστοιχα, ο Γενικός Διευθυντής πληροφόρησε την Επιτροπή ότι υπήρχαν κενές ακόμα δύο θέσεις Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού, Γενικό Διοικητικό Προσωπικό, Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού. Με αποφάσεις της ημερ. 22.11.07 και 23.1.08, αντίστοιχα, η Επιτροπή απεφάσισε όπως οι εν λόγω θέσεις ενταχθούν στην υφιστάμενη διαδικασία, έτσι ώστε ο αριθμός των υπό πλήρωση θέσεων να ανέλθει στις τρεις.
Στις 18.3.08 υπεβλήθη στην Επιτροπή από το Γενικό Διευθυντή η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Η έκθεση τέθηκε ενώπιον της Επιτροπής κατά τη συνεδρία της στις 2.4.2008 όταν λήφθηκε η απόφαση να κληθούν σε προφορική εξέταση οι υποψήφιοι που είχαν συστηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, καθώς επίσης και δύο άλλοι υποψήφιοι οι οποίοι κρίθηκαν ότι κατείχαν το προβλεπόμενο από το σχέδιο υπηρεσίας πλεονέκτημα και υπερείχαν σε αρχαιότητα ενώ δεν υστερούσαν σε αξία με τους υποψήφιους που είχαν συστηθεί. Μεταξύ των συστηθέντων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή υποψηφίων, περιλαμβανόταν η αιτήτρια η οποία στα πλαίσια της τελικής αξιολόγησης αξιολογήθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ως «Πάρα πολύ καλή» και το ενδιαφερόμενο μέρος το οποίο στα πλαίσια της ίδιας αξιολόγησης αξιολογήθηκε ως «Εξαίρετο».
Την επομένη και συγκεκριμένα στις 19.3.08 ο Γενικός Διευθυντής με επιστολή του πληροφόρησε την Επιτροπή ότι υπάρχει κενή ακόμα μια θέση Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού, Γενικό Διοικητικό Προσωπικό, Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού. Με απόφασή της ημερ. 2.4.08 η Επιτροπή απεφάσισε όπως η εν λόγω θέση ενταχθεί στην υφιστάμενη διαδικασία, έτσι ώστε ο αριθμός των υπό πλήρωση θέσεων να ανέλθει στις τέσσερις.
Για όλες τις πιο πάνω εξελίξεις ενημερωνόταν σχετικά η Συμβουλευτική Επιτροπή μέσω του Γενικού Διευθυντή έτσι ώστε κατά την ετοιμασία της έκθεσής της οι πιο πάνω εξελίξεις να ληφθούν υπόψη.
Η Επιτροπή δέχθηκε τους υποψηφίους που κλήθηκαν για προφορική εξέταση, χωριστά, στις συνεδρίες της ημερ. 20.5.08 και 21.5.08 αντίστοιχα. Η Επιτροπή δέχθηκε το ενδιαφερόμενο μέρος στις 20.5.08 ενώ την αιτήτρια δέχθηκε την επομένη.
Κατά την προφορική εξέταση υποβλήθηκαν ερωτήσεις στους υποψηφίους τόσο από τον Αν. Διευθυντή ο οποίος παρίστατο και στις δύο συνεδρίες όσο και από τα μέλη της Επιτροπής «πάνω σε θέματα που άπτονται των καθηκόντων της υπό πλήρωση θέσης καθώς και των απαιτήσεων του Σχεδίου Υπηρεσίας, με σκοπό τη διαπίστωση των γνώσεων, της κρίσης της προσωπικότητας, της πρωτοβουλίας, της διοικητικής και διευθυντικής ικανότητας των υποψηφίων, της ικανότητας τους για επικοινωνία, περιλαμβανομένης της έκφρασης, ολοκλήρωσης σκέψης, σαφήνειας, πειστικότητας και γενικά της ικανότητάς τους να ανταποκριθούν στα καθήκοντα και τις απαιτήσεις της θέσης».
Μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης ο Αν. Διευθυντής αξιολόγησε τους υποψηφίους. Την αιτήτρια την αξιολόγησε «Πάρα πολύ καλή» ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος «Εξαίρετο». Ακολούθως ο Αν. Διευθυντής σύστησε για προαγωγή τέσσερις από τους υποψηφίους μεταξύ των οποίων και το ενδιαφερόμενο μέρος όχι όμως την αιτήτρια. Στη συνέχεια ο Αν. Διευθυντής απεχώρησε.
Μετά την αποχώρηση του Αν. Διευθυντή η Επιτροπή με γνώμονα την προφορική συνέντευξη προέβη στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων. Παραθέτω τα σχετικά με την αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος αποσπάσματα από την εν λόγω αξιολόγηση.
«ΠΟΛΥΔΩΡΟΥ Μάκης: Εξαίρετος. Σε όλες τις ερωτήσεις απάντησε με άνετη χρήση της γλώσσας, εξαίρετη άρθρωση, σαφήνεια και αυτοπεποίθηση. Οι απαντήσεις του ήταν δεόντως ολοκληρωμένες και τεκμηριωμένες με ισχυρά επιχειρήματα. Είναι ψύχραιμος, ευγενής μα ευχάριστη προσωπικότητα.
ΚΟΥΤΣΙΟΥ Ροζάννα-Αμφιτρίτη: Πάρα πολύ καλή. Οι απαντήσεις της στα διάφορα θέματα που ρωτήθηκε κρίνονται ως πάρα πολύ καλές. Με άνεση στη χρήση της γλώσσας αναλύει τα θέματα και τεκμηριώνει τις θέσεις της με αρκετά καλά επιχειρήματα. Επιδιώκει να δίνει ολοκληρωμένες απαντήσεις, μερικές φορές, όμως χρειάστηκε κάποια βοήθεια. Είναι απλή και έχει αυτοπεποίθηση.»
Στη συνέχεια η Επιτροπή ασχολήθηκε με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από το πρακτικό της συνεδρίας 21.5.08 στο βαθμό και την έκταση που μας αφορά.
«Η Επιτροπή έλαβε δεόντως υπόψη την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, όπως επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων που είναι όλοι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και την απόδοση των υποψηφίων κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση και τις συστάσεις του Αν. Διευθυντή.
Η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις Εμπιστευτικές/Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων στο σύνολό τους, όπως αυτές έγιναν τελικά δεκτές από την ίδια, με ιδιαίτερη έμφαση στα τελευταία χρόνια.
Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων καθώς και την αρχαιότητά τους.
Η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, περιλαμβανομένων και των καθιερωμένων κριτηρίων στο σύνολό τους έκρινε ότι οι παρακάτω υπερέχουν γενικά των άλλων υποψηφίων, τους επέλεξε ως τους πιο κατάλληλους και αποφάσισε να προσφέρει σ΄ αυτούς προαγωγή στη μόνιμη θέση Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού, Γενικό Διοικητικό Προσωπικό, Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, από 15.6.08:
1. ........
2. ..........
3. ........
4. ........
5. Πολυδώρου Μάκη
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφαση της, έλαβε υπόψη τα ακόλουθα:
........................................................................
Ο Πολυδώρου Μάκης έχει αξιολογηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή κατά την τελική της αξιολόγηση και από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση ως Εξαίρετος, σε υψηλότερο δηλαδή επίπεδο από τους μη επιλεγέντες υποψηφίους και στις δύο περιπτώσεις. Διαθέτει τόσο το προβλεπόμενο από το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας πλεονέκτημα όσο και την προτίμηση, όπως και οι πλείστοι από τους λοιπούς υποψηφίους. Επίσης ο επιλεγείς διαθέτει και την υπέρ του σύσταση του Αν. Διευθυντή. Συγκρινόμενος με τους ανθυποψηφίους του, που είναι όλοι δημόσιοι υπάλληλοι, ουδενός υστερεί σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις με ιδιαίτερη έμφαση σ΄ αυτές των πέντε τελευταίων χρόνων, ουδενός υστερεί ή/και υπερέχει σε προσόντα, αφού διαθέτει Μ.Α. in International Relations, το οποίο, αν και δεν απαιτείται από το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε προβλέπεται ως πλεονέκτημα ή επιπρόσθετο προσόν, εντούτοις, είναι σχετικό με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της υπό πλήρωση θέσης, αλλά υστερεί σε αρχαιότητα των πλείστων ανθυποψηφιών του, πλην της Τρύφωνος, από την οποία υπερέχει, αρχαιότητα, η οποία κυμαίνεται από δύο χρόνια και οκτώ μήνες στην παρούσα θέση μέχρι 15 μέρες στην παρούσα θέση ή με βάση την ημερομηνία γέννησης, αρχαιότητα την οποία η Επιτροπή θεωρεί ότι είναι περιορισμένης σημασίας, συνυπολογιζόμενη και με τα υπόλοιπα κριτήρια επιλογής, όπως αναλυτικά έχουν εκτεθεί πιο πάνω.
Περαιτέρω, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι οι μη επιλεγείσες Ροδοσθένους Χριστίνα, Κούτσιου Ροζάννα-Αμφιτρίτη, Ζανέττου Ελένη, Τρύφωνος Αγάθη, Χατζηπροδρόμου-Κοκκινοτριμιθιώτου Τασούλα, Αντωνιάδου-Φιλιππίδου Ελισάβετ και Σανταφιανού Μαίρη διαθέτουν επιπρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα, τα οποία, αν και δεν απαιτούνται από το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε προβλέπονται ως πλεονέκτημα ή επιπρόσθετο προσόν, εντούτοις, είναι σχετικά με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της υπό πλήρωση θέσης και, ως εκ τούτου, τους αποδίδεται η ανάλογη βαρύτητα συνυπολογιζόμενα και με τα υπόλοιπα κριτήρια επιλογής, αυτά όμως από μόνα τους δεν μπορούν να ανατρέψουν την υπεροχή των επιλεγέντων, όπως αναλυτικά έχει εκτεθεί πιο πάνω.»
Λόγοι ακύρωσης:
Ως λόγοι ακύρωσης προβάλλονται από την αιτήτρια οι πιο κάτω, τους οποίους προχωρώ να εξετάσω με τη σειρά που τους παραθέτει ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας στη γραπτή αγόρευση του.
Το ενδιαφερόμενο μέρος δεν είναι προσοντούχο - Δεν κατέχει την πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας - Έλλειψη δέουσας έρευνας σε σχέση με τα προσόντα.
Τα σχετικά με τον πιο πάνω λόγο ακύρωσης επιχειρήματα της αιτήτριας έχουν κοινό παρονομαστή την πιο κάτω θέση.
Δεδομένου ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κρίθηκε ότι κατέχει το συγκεκριμένο προσόν, δηλαδή «την πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας», με αποκλειστικό κριτήριο τη Βεβαίωση της Επιτροπής ημερ. 18.11.99 τότε, εφόσον η εν λόγω Βεβαίωση δεν περιλαμβάνεται στα τεκμήρια που η ίδια η ΕΔΥ καθιέρωσε ως τεκμήρια που αποδεικνύουν την πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας «τόσο η Συμβουλευτική Επιτροπή όσο και η Επιτροπή εσφαλμένα και/ή υπό πλάνη έκριναν το Ενδιαφερόμενο Μέρος προσοντούχο και/ή κάτοχο της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας ..» και συνεπώς η απόφαση είναι τρωτή.
Η πιο πάνω θέση της αιτήτριας περιστρέφεται γύρω από τους εξής άξονες, οι οποίοι είτε ένας έκαστος από αυτούς χωριστά είτε σωρευτικά, καθιστούν την απόφαση τρωτή.
α) Η μη ρητή συμπερίληψη μιας τέτοιας Βεβαίωσης στα τεκμήρια που η Επιτροπή με την εγκύκλιο της αρ. 197, ημερ. 20.9.07, καθιέρωσε ως αποδεκτά τεκμήρια για απόδειξη της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας σε απαιτούμενα σχέδια υπηρεσίας των δημοσίων θέσεων, το μέγιστο που μπορεί να καταδείξει είναι ότι το επίπεδο γνώσης της αγγλικής γλώσσας που ο κάτοχος της Βεβαίωσης βεβαιώνεται ότι κατέχει, είναι αυτό της «καλής γνώσης» όχι όμως της «πολύ καλής γνώσης» της αγγλικής γλώσσας.
β) Η Βεβαίωση στη βάση του περιεχομένου της οποίας το ενδιαφερόμενο μέρος κρίθηκε ότι πληρεί το συγκεκριμένο προσόν, έστω και αν θεωρηθεί ότι αποδεικνύει «πολύ καλή γνώση στην αγγλική γλώσσα», από πλευράς του κατόχου της, αυτή η πολύ καλή γνώση περιορίζεται αποκλειστικά στο «γραπτό λόγο», με κανένα όμως τρόπο δεν αποδεικνύει «πολύ καλή γνώση» και στον προφορικό λόγο.
γ) Η Επιτροπή όφειλε, λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστάσεων, «να διενεργήσει δέουσα έρευνα η ΙΔΙΑ για να διαπιστώσει με συγκεκριμένο εύρημα της αν πράγματι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε το εν λόγω απαιτούμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας, προσόν».
Εκ διαμέτρου αντίθετη είναι η θέση της κας Παπαέτη. Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ'ων η αίτηση παραπέμποντας στις πρόνοιες της Σημείωσης (2) της Εγκυκλίου της Επιτροπής με αρ. 197 και ημερ. 20.9.07, υποστήριξε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος, όντας κάτοχος Βεβαίωσης επιτυχίας στη γραπτή εξέταση για διαπίστωση της κατοχής της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής που διεξήχθη από την Επιτροπή στις 18.11.09, ορθά κρίθηκε ως προσοντούχος και συγκεκριμένα ότι κατέχει το προσόν της «πολύ καλής γνώσης» της αγγλικής γλώσσας.
Κατ' αρχή κρίνω σκόπιμο να παραθέσω αυτούσιο το περιεχόμενο της Βεβαίωσης στη βάση του οποίου το ενδιαφερόμενο μέρος κρίθηκε προσοντούχο, ημερ. 8.12.99, όπως και της υπό στοιχείο (2) Σημείωσης της Εγκυκλίου 197.
«ΒΕΒΑΙΩΣΗ
Βεβαιούται ότι ο κύριος Μάκης Πολυδώρου, Αρ. Ταυτότητας 526248, έχει επιτύχει στην εξέταση για διαπίστωση της κατοχής της Πολύ Καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας, που διεξήχθη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στις 18.11.99.»
Σημείωση (2) της Εγκυκλίου 197, ημερ. 20.9.07
«Η βεβαίωση επιτυχίας στις γραπτές εξετάσεις που διεξάγει η ΕΔΥ δύο φορές το χρόνο για διαπίστωση της κατοχής της γνώσης της Ελληνικής ή/και Αγγλικής γλώσσας σε ένα από τα επίπεδα για τα οποία διεξάγονται οι εν λόγω εξετάσεις, θεωρείται ως τεκμήριο κατοχής της γνώσης των γλωσσών αυτών στο αντίστοιχο επίπεδο. Το ίδιο ισχύει και για βεβαιώσεις επιτυχίας σε γραπτές εξετάσεις γλώσσας που χορηγούν Τμήματα/Υπηρεσίες, νοουμένου ότι οι εξετάσεις διεξάγονται υπό την αιγίδα της Υπηρεσίας Εξετάσεων του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού.»
Προς υποστήριξη των θέσεων τους και οι δύο συνήγοροι με παρέπεμψαν σε νομολογία, ενώ παράλληλα έκαμαν αναφορά στο περιεχόμενο τόσο της Βεβαίωσης όσο και της Σημείωσης (2) της Εγκυκλίου 197.
Δεσπόζουσα θέση στη νομολογία στην οποία με παρέπεμψε ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας κατέχουν οι αποφάσεις της Ολομέλειας στις υποθέσεις Χ" Γιάννη και άλλος ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 317, Σ. Επαμεινώνδας ν. Ρ.Ι.Κ. (1998) 3 Α.Α.Δ. 376, Θεοφίλου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 181, Μ. Θεοδοσιάδου ν. Ρ.Ι.Κ. (2001) 3 Α.Α.Δ. 143 και Δημοκρατία ν. Δημητριάδη (Προσφυγή αρ. 140/2005) και άλλη (2007) 3 Α.Α.Δ. 589, από τις οποίες η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ'ων η αίτηση διέκρινε την παρούσα.
Κατ' αρχή θα πρέπει να λεχθεί ότι η Επιτροπή μπορεί νόμιμα να καθιερώσει τεκμήριο για τη γνώση κάποιας γλώσσας και εναπόκειται στο διάδικο, στην περίπτωση μας την αιτήτρια, να πείσει το Δικαστήριο ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν κατείχε το συγκεκριμένο προσόν (βλ. Αλετράρη-Κοντού ν. Δημοκρατίας, Αρ. Προσφυγής 1344/2000, ημερ. 18.4.2002). Θα πρέπει επίσης να λεχθεί ότι εκείνο το οποίο προκύπτει από την πιο πάνω νομολογία είναι ότι η γνώση μιας γλώσσας πρέπει να καλύπτει και το γραπτό και προφορικό λόγο. Εκεί δε όπου οι υπηρεσιακοί φάκελοι δεν περιέχουν επαρκή στοιχεία της γνώσης αυτής, τότε είναι που προκύπτει και η αναγκαιότητα για έρευνα.
Στην υπόθεση Χ" Γιάννη (πιο πάνω), δεν υπήρχαν στο φάκελο των υποψηφίων οποιαδήποτε στοιχεία για αξιολόγηση, γι' αυτό και η υποβολή ερωτήσεων στους υποψηφίους στα αγγλικά από τα μέλη της ΕΔΥ κατά τη διάρκεια της προφορικής συνέντευξης με σκοπό τη διακρίβωση της επάρκειας στην αγγλική γλώσσα και μάλιστα στο βαθμό της πολύ καλής γνώσης, κρίθηκε ως πλημμελής έρευνα.
Στην υπόθεση Μ. Θεοδοσιάδου (πιο πάνω) το ενδιαφερόμενο μέρος στερείτο στην ουσία αποδεικτικών στοιχείων ότι κατείχε «άριστη γνώση» της αγγλικής γλώσσας. Η απόφαση του διοικητικού οργάνου ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε το συγκεκριμένο προσόν, η οποία και ακυρώθηκε, εδραζόταν ουσιαστικά στο γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στο Ρ.Ι.Κ. συνεργάστηκε με ξένους εμπειρογνώμονες και ξένες αντιπροσωπείες που έτυχε να επισκεφθούν το Ρ.Ι.Κ. για σκοπούς συγκεκριμένης τηλεοπτικής παραγωγής, στο γεγονός της συμμετοχής του σε διεθνή σεμινάρια που διεξήχθηκαν στην αγγλική γλώσσα, όπως και τη συνεργασία του με συγκεκριμένο Άγγλο σκηνογράφο, για περίοδο δύο ετών.
Στην υπόθεση Θεοφίλου (πιο πάνω) η απόφαση του διοικητικού οργάνου ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε το προσόν του απαιτούμενου από το εκεί σχέδιο υπηρεσίας, επιπέδου γνώσης της αγγλικής γλώσσας, εδραζόταν ουσιαστικά σε πιστοποιητικό που χορήγησε στο ενδιαφερόμενο μέρος ο προϊστάμενος του.
Στην υπόθεση Επαμεινώνδας (πιο πάνω), τα στοιχεία προς τεκμηρίωση του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας, περιορίζονταν αποκλειστικά στο περιεχόμενο του βιογραφικού σημειώματος του ενδιαφερόμενου μέρους το οποίο ήταν ενώπιον του οργάνου διοίκησης και το οποίο λήφθηκε υπόψη ως είχε, χωρίς οποιαδήποτε έρευνα.
Στην υπόθεση Δημητριάδης (πιο πάνω) η Επιτροπή έκρινε πως το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε το προσόν της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας επειδή ήταν κάτοχος πιστοποιητικού TOEFL, με βαθμό 550 και άνω. Η κατοχή τέτοιου πιστοποιητικού αποτελούσε, σύμφωνα με την Εγκύκλιο 197, αποδεκτό τεκμήριο πολύ καλής γνώσης στην αγγλική γλώσσα. Η απόφαση της Επιτροπής ακυρώθηκε λόγω έλλειψης επαρκούς έρευνας γιατί στο συγκεκριμένο πιστοποιητικό στη σχετική στήλη για γραπτή δοκιμασία στα αγγλικά αναγραφόταν «writing test not administered». Φαινόταν δηλαδή ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν είχε παρακαθήσει σε γραπτές εξετάσεις.
Όλες οι πιο πάνω υποθέσεις διακρίνονται ως προς τα γεγονότα από την υπό κρίση περίπτωση. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση μας, σε αντίθεση με όλες τις πιο πάνω υποθέσεις, το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν κάτοχος Βεβαίωσης της Επιτροπής, το περιεχόμενο της οποίας αποτελεί αποδεκτό τεκμήριο για γνώση της αγγλικής γλώσσας, στο απαιτούμενο από το σχετικό σχέδιο υπηρεσίας, επίπεδο.
Η Επιτροπή, η οποία είναι και το μόνο αρμόδιο να ερμηνεύει σχέδια υπηρεσίας, όργανο, θεσμοθέτησε για σκοπούς διαπίστωσης της κατοχής της ελληνικής και/ή της αγγλικής γλώσσας στα καθοριζόμενα από τα σχέδια υπηρεσίας επίπεδα, συγκεκριμένη διαδικασία. Αυτή της διεξαγωγής γραπτών εξετάσεων από δημόσιους υπαλλήλους που δεν διαθέτουν οποιοδήποτε από τα καθορισμένα από την Επιτροπή τεκμήρια γνώσης των εν λόγω γλωσσών και ενδιαφέρονται για σκοπούς προαγωγής ή διεκδίκησης άλλων θέσεων να αποδείξουν γνώση των πιο πάνω γλωσσών σε ένα από τα επίπεδα για τα οποία θα διεξαχθεί η εξέταση. Στους επιτυχόντες χορηγείται Βεβαίωση η οποία αποτελεί τεκμήριο όσον αφορά την κατοχή της απαιτούμενης σε κάθε περίπτωση γνώσης της ελληνικής ή/και της αγγλικής γλώσσας, κάτι που ισχύει και στη δική μας περίπτωση.
Στην περίπτωση μας η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η κατοχή και μόνο της συγκεκριμένης Βεβαίωσης δεν είναι αρκετή, υπό τις περιστάσεις, να τεκμηριώσει την κατοχή της απαιτούμενης από το σχέδιο υπηρεσίας, πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας από το ενδιαφερόμενο μέρος. Το βάρος απόδειξης ενός τέτοιου ισχυρισμού το φέρει η ίδια, η οποία για τους λόγους που έχω εξηγήσει, κρίνω ότι απέτυχε να αποσείσει.
Ενόψει όλων των πιο πάνω θεωρώ ότι ο πιο πάνω λόγος ακύρωσης δεν μπορεί να πετύχει και απορρίπτεται.
Πλάνη της ΕΔΥ ως προς τη σημασία που η νομολογία αποδίδει στην προφορική εξέταση - απόδοση υπέρμετρης βαρύτητας στην προφορική εξέταση καθ' υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας.
Ο πιο πάνω λόγος ακύρωσης περιστρέφεται γύρω από την πιο κάτω θέση. Η αιτήτρια υπερέχει, σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορό της, στα «αντικειμενικά» κριτήρια όπως ο τελευταίος τα χαρακτηρίζει, τα οποία πρόβλεψε ο νομοθέτης για σκοπούς αξιοκρατικής επιλογής και συγκεκριμένα υπερέχει του ενδιαφερόμενου μέρους σε αρχαιότητα και συνεπώς σε πείρα, όπως επίσης και στα προσόντα. Την υπεροχή της σε αρχαιότητα την χαρακτηρίζει μάλιστα συντριπτική. Συγκεκριμένα υπερέχει του ενδιαφερόμενου μέρους κατά δύο χρόνια και οκτώ μήνες.
Ενόψει της υπεροχής της αιτήτριας στα συγκεκριμένα δύο κριτήρια αξιολόγησης, η «οριακή και/ή ελαφρά», όπως την χαρακτηρίζει, διαφορά στην αξιολόγηση κατά την προφορική εξέταση, «δεν μπορούσε», σύμφωνα με τον κ. Χριστάκη, «έστω και αν η θέση είναι υψηλόβαθμη, να λειτουργήσει καταλυτικά στην αξία της αιτήτριας όταν αυτή διαχρονικά χαρακτηρίζεται ως «εξαίρετη» και υπερέχει μάλιστα του ενδιαφερόμενου προσώπου σε αρχαιότητα κατά τρία σχεδόν χρόνια και δεν υστερεί αυτού αλλά μάλιστα του υπερέχει σε προσόντα».
Στον αντίποδα η κα Παπαέτη ισχυρίζεται τα εξής. Το μόνο κριτήριο στο οποίο η αιτήτρια υπερέχει του ενδιαφερόμενου μέρους είναι αυτό της αρχαιότητας. Στον παράγοντα αξία αιτήτρια και ενδιαφερόμενο μέρος ισοβαθμούν, ενώ στα προσόντα, δεν είναι, σύμφωνα με την κα Παπαέτη, η αιτήτρια που υπερέχει αλλά το ενδιαφερόμενο μέρος, το οποίο είναι κάτοχος τίτλου MA in International Relations, προσόν το οποίο κρίθηκε από την Επιτροπή ως συναφές με τα καθήκοντα της θέσης και του δόθηκε η ανάλογη βαρύτητα. Αιτήτρια και ενδιαφερόμενο μέρος κατέχουν το πλεονέκτημα του σχεδίου υπηρεσίας, το ενδιαφερόμενο μέρος όμως έχει υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή. Πέραν όμως τούτου, το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει σε απόδοση κατά την προφορική συνέντευξη ενώπιον της ΕΔΥ, στοιχείο στο οποίο, εφόσον η επίμαχη θέση είναι θέση ψηλά στην ιεραρχία, είναι δυνατό, σύμφωνα πάντα με την κα Παπαέτη, να δίνεται αυξημένη βαρύτητα.
Εξέτασα τις ομολογουμένως ενδιαφέρουσες θέσεις με πολλή προσοχή και διεξήλθα το σχετικό σκεπτικό από την απόφαση της Επιτροπής, το οποίο έχω ήδη παραθέσει αυτούσιο πιο πάνω. Για τους πιο κάτω λόγους η θέση του ευπαίδευτου συνηγόρου της αιτήτριας δεν με βρίσκει σύμφωνο.
Έχει κατ' επανάληψη λεχθεί ότι, στην περίπτωση πλήρωσης υψηλόβαθμης θέσης, η σύσταση του Προϊσταμένου και η προφορική εξέταση έχουν μεγάλη σημασία και βαρύτητα. Η προσωπικότητα και οι ικανότητες ενός υποψηφίου θεωρούνται σε τέτοιες περιπτώσεις, σημαντικές ιδιότητες για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης και συνεπώς παρέχεται περιθώριο πρόσδοσης αυξημένης βαρύτητας στην απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση (βλ. Δημοκρατία ν. Μιχαηλίδη (1999) 3 Α.Α.Δ. 756 και Χατζηλούκας ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 643) και ο παράγοντας αρχαιότητα δεν έχει ιδιαίτερη σημασία (Μικελλίδου ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 105). Αναφορικά με την αρχαιότητα αυτή επικρατεί όπου οι υποψήφιοι είναι ίσοι σε σχέση με τα υπόλοιπα στοιχεία αξιολόγησης (Phylaktou v. Republic (1973) 3 C.L.R. 445).
Έχει επίσης νομολογηθεί ότι η σύσταση του Διευθυντή υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους αποτελεί καλό λόγο για παραγνώριση της αρχαιότητας (Duncan v. Republic (1977) 3 C.L.R. 153 και Morphis v. Republic (1975) 3 C.L.R. 255). Περαιτέρω, στην περίπτωση πλήρωσης υψηλόβαθμης θέσης, όπως η παρούσα, η αρχαιότητα δεν αποτελεί αποφασιστικό κριτήριο (Σιακάς ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 468).
Στην παρούσα υπόθεση οι δύο υποψήφιοι ισοβαθμούν στο στοιχείο της αξίας και σε αντίθεση με τις επί τούτου εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις των δύο συνηγόρων, ισοβαθμούν και στο στοιχείο των προσόντων. Το ενδιαφερόμενο μέρος όμως είχε υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή και καλύτερη απόδοση στην προφορική εξέταση. Η υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους στα δύο αυτά στοιχεία αποτελεί έγκυρο λόγο για παραγνώριση της αρχαιότητας του αιτητή, ιδίως επειδή επρόκειτο για υψηλόβαθμη θέση (Duncan (πιο πάνω), Μιχαηλίδης (πιο πάνω), Χατζηλούκας (πιο πάνω) και Σιακάς (πιο πάνω)).
Ως αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω θεωρώ ότι η Επιτροπή λειτούργησε εντός των ορίων της διακριτικής της ευχέρειας.
Ενόψει των πιο πάνω ούτε ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης μπορεί να πετύχει.
Εσφαλμένα και υπό πλάνη δόθηκε σημασία στη σύσταση του Διευθυντή.
Ο πιο πάνω λόγος ακύρωσης περιστρέφεται γύρω από τη θέση ότι, εφόσον η σύσταση του Αν. Διευθυντή δεν ήταν αιτιολογημένη, είναι μηδενικής αξίας και συνεπώς η Επιτροπή εσφαλμένα της προσέδωσε βαρύνουσα σημασία.
Στην αντίπερα όχθη η κα Παπαέτη, επικαλούμενη τις πρόνοιες του άρθρου 34(9) του Νόμου 1/90 υπέβαλε ότι η Επιτροπή «είχε δια Νόμου την υποχρέωση να λάβει υπόψη τις συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος» και συνεπώς αυτές δεν μπορούσαν να αγνοηθούν.
Οι θέσεις της κας Παπαέτη με βρίσκουν σύμφωνο. Σύμφωνα με τις πιο πάνω νομοθετικές πρόνοιες,
«(9) Στη συνέχεια η Επιτροπή, αφού λάβει δεόντως υπόψη της την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, το περιεχόμενο όλων των αιτήσεων που υποβλήθηκαν, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων όλων των υποψηφίων οι οποίοι είναι δημόσιοι υπάλληλοι, τις συστάσεις του Προϊστάμενου του οικείου Τμήματος και την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση, αν έγινε, προβαίνει στην επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου:
Νοείται ότι η Επιτροπή μπορεί να μην επιλέξει κανένα από τους υποψηφίους, αν κατά την κρίση της κανένας από αυτούς δεν είναι κατάλληλος για διορισμό ή προαγωγή.»
Έχω την άποψη ότι εκείνο που προκύπτει από τις πιο πάνω πρόνοιες είναι ότι οι συστάσεις του Προϊσταμένου αποτελούν στοιχείο κρίσης το οποίο δεν μπορεί να αγνοηθεί από την Επιτροπή, η οποία υποχρεούται να τις λάβει υπόψη, όπως υποχρεούται να λάβει υπόψη και την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση, σε περίπτωση βέβαια που μια τέτοια εξέταση έχει πραγματοποιηθεί. Και στην περίπτωση μας αυτό ακριβώς η Επιτροπή έκαμε. Υπενθυμίζω την αρχή ότι η σύσταση του Προϊσταμένου δεν είναι ανάγκη να είναι αιτιολογημένη.
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω και ο τρίτος λόγος ακύρωσης δεν μπορεί να πετύχει.
Ως αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με €1.250 υπέρ των καθ'ων η αίτηση. Η απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με το άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.