ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 106/2008)
8 Σεπτεμβρίου, 2010
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΒΟΥΛΓΑΡΗ - ΙΩΑΝΝΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ,
Καθ΄ων η αίτηση.
_______________
Α. Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.
Μ. Σπανού (κα), για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Ελ. Σ. Μιχαήλ (κα) για Α. Νεοκλέους, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια αξιώνει ακύρωση της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση η οποία της γνωστοποιήθηκε με επιστολή ημερομηνίας 20.11.2007 με την οποία προήχθη το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Λειτουργού Ανθρώπινου Δυναμικού 1ης Τάξης, αντί της ιδίας.
Το Διοικητικό Συμβούλιο των καθ΄ων η αίτηση (στο εξής «το Συμβούλιο»), στη συνεδρία του ημερ. 8.10.2007 προχώρησε στην πλήρωση της θέσης. Ενώπιον του Συμβουλίου τέθηκαν οι προσωπικοί φάκελοι και οι φάκελοι των υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων, καθώς και οι φάκελοι με πληροφορίες αναφορικά με τα προγράμματα κατάρτισης και εκπαίδευσης που είχαν παρακολουθήσει.
Το Συμβούλιο άκουσε τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή ο οποίος σύστησε το ενδιαφερόμενο μέρος για προαγωγή και στη συνέχεια, ύστερα από αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων έκρινε ομόφωνα ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερτερούσε των υπολοίπων υποψηφίων.
Η αιτήτρια υποστηρίζει ότι η σύσταση του Διευθυντή πάσχει λόγω μεροληψίας. Υποστηρίζει ότι επιλεκτικά και άνισα χρησιμοποίησε μόνο ένα εκ των κριτηρίων κρίσης, αφήνοντας εκτός την πείρα, διατυπώνοντας, επίσης υπό πλάνη, ισότητα ως προς τα προσόντα. Περαιτέρω υποστηρίζει ότι ο Διευθυντής δεν εξήγησε τη διαφορετική μεταχείριση που είχε η ίδια στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις και υπονόησε ότι ήταν μία διαχρονική μεθόδευση για μη προαγωγή της. Συγκεκριμένα ισχυρίζεται ότι δεν συστήνεται, διότι υστερεί σε βαθμολογία στις υπηρεσιακές εκθέσεις. Ουσιαστικά η αρχαιότητα διαγράφεται εντελώς.
Ακόμα επισημαίνει ότι σε σημειώματα στους φακέλους της, σε τρεις τουλάχιστον ετήσιες εκθέσεις, υπάρχει αναφορά για καθυστέρησή της στην προσέλευση στην εργασία ή για απουσίες για τις οποίες προειδοποιήθηκε ότι θα υπάρξουν πειθαρχικά μέτρα. Όμως, τέτοια μέτρα ουδέποτε προωθήθηκαν, με αποτέλεσμα αφού ίσως η αιτήτρια να είχε σοβαρούς προσωπικούς λόγους για τις καθυστερήσεις αυτές να μην είχε την ευκαιρία να εξηγήσει και συνεπώς δεν έτυχε του δικαιώματος σε ακρόαση. Κατάγεται από την Ελλάδα, είναι παντρεμένη με Κύπριο και έχει τέσσερα παιδιά τις ανάγκες των οποίων πρέπει να αντιμετωπίζει χωρίς στήριγμα.
Το επιχείρημα δεν ευσταθεί. Ο Διευθυντής στάθμισε τα τρία κριτήρια και κατέληξε στη σύστασή του. Το επιχείρημα περί του αντιθέτου και ειδικότερα η θέση της αιτήτριας ότι ο Διευθυντής χρησιμοποίησε μόνο ένα εκ των κριτηρίων κρίσης είναι παντελώς αβάσιμο.
Στη σύστασή του ο Διευθυντής σημειώνει ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει σε βαθμολογημένη αξία πολλών υποψηφίων, περιλαμβανομένης και της αιτήτριας, ενώ υστερεί σαφώς σε αρχαιότητα έναντί της. Οι δύο υποψήφιες κρίθηκαν από το Διευθυντή ως ίσες σε προσόντα. Σημείωσε ακόμα ότι πολλοί υποψήφιοι μεταξύ των οποίων το ενδιαφερόμενο μέρος και η αιτήτρια, διαθέτουν μεταπτυχιακά προσόντα επιπέδου Master, τα οποία όμως δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας, ούτε αποτελούν πλεονέκτημα. Τους αποδόθηκε η δέουσα βαρύτητα δεδομένου ότι όλα, κατά την κρίση του, ήταν εξ ίσου συναφή με τα καθήκοντα της θέσης.
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η αρχαιότητά της συντελεί και σε πείρα η οποία σύμφωνα με τη νομολογία επαυξάνει την αξία της. Αυτή η θέση δεν είναι απόλυτα ορθή γιατί η πιο πάνω νομολογιακή αρχή τυγχάνει εφαρμογής όταν δύο υποψήφιοι έχουν την ίδια υπηρεσιακή επάρκεια, κάτι που δεν συμβαίνει στην παρούσα υπόθεση (Χασάπη ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 576/01, ημερομηνίας 11.10.2002).
Νομίμως κρίθηκε ότι στη βάση των υπηρεσιακών εκθέσεων η αρχαιότητα της αιτήτριας δεν μπορούσε να αντισταθμίσει, ούτε να αναιρέσει την πολύ καλύτερη υπηρεσιακή εικόνα του ενδιαφερόμενου μέρους. Χαρακτηριστικά επισημαίνεται ότι το έτος 2006 το ενδιαφερόμενο μέρος είχε 5 εξαίρετος έναντι 2 της αιτήτριας, το 2005 5 έναντι 1 και το 2004 είχε 3 έναντι 1. Είναι φανερό ότι το ενδιαφερόμενο μέρος είναι σαφώς υπέρτερο της αιτήτριας σε αξία.
Ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι έχει ουσιαστικά ενορχηστρωθεί η υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους έναντί της στις υπηρεσιακές εκθέσεις δεν τεκμηριώνεται. Η αιτήτρια απέτυχε να δείξει οτιδήποτε που θα μπορούσε να δημιουργήσει αμφιβολίες για την ορθότητα των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων. Αντίθετα, φαίνεται ότι δεν ήταν τόσο τακτική, αφού σε ορισμένες περιπτώσεις αργούσε να προσέλθει στην εργασία της σε σημείο που απειλήθηκε με μέτρα. Το γεγονός ότι είναι εργαζόμενη μητέρα και Ελλαδίτισσα χωρίς συγγενείς στην Κύπρο δεν μπορεί να ληφθεί υπ΄ όψιν υπέρ της κατά την αξιολόγηση της αξίας της. Ο ισχυρισμός της για μεροληψία του Διευθυντή παραμένει εντελώς ατεκμηρίωτος και παντελώς αβάσιμος. Η αιτήτρια γνώριζε τις αδυναμίες στην απόδοσή της και πλην μίας περιπτώσεως, ουδέποτε υπέβαλε παράπονο βάσει της προβλεπόμενης διαδικασίας.
Η σύσταση του Διευθυντή είναι επαρκώς αιτιολογημένη, αφού με λεπτομέρεια συγκρίνει τους υποψήφιους και αιτιολογεί την υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους έναντί τους.
Πολύς λόγος έγινε από την αιτήτρια για το πιστοποιητικό εξειδικευμένης επιμόρφωσης στο θέμα Διοίκηση Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων, το οποίο κατέχει και το οποίο κατά τους ισχυρισμούς της της δίνει προβάδισμα έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους σε προσόντα. Αρκεί να λεχθεί ότι από το 1998 μέχρι την ημέρα της προαγωγής του το ενδιαφερόμενο μέρος παρακολούθησε δεκαπέντε προγράμματα κατάρτισης και επιμόρφωσης έναντι δεκατεσσάρων της αιτήτριας. Είχαν συνεπώς παρόμοιο επίπεδο επιμόρφωσης και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η αιτήτρια είχε περισσότερα προσόντα από το ενδιαφερόμενο μέρος.
Από όσα αναφέρει η αιτήτρια στη γραπτή της αγόρευση φαίνεται ότι αναγνωρίζει ότι καθυστερούσε να προσέλθει στην εργασία της, αλλά προτάσσει ως σοβαρό λόγο που συνετέλεσε στις καθυστερήσεις κάποιες οικογενειακές της συνθήκες. Υποστηρίζει ότι η μη σύστασή της από το Γενικό Διευθυντή συνιστά τιμωρία η οποία της έχει επιβληθεί πριν ακουστεί.
Και αυτός ο ισχυρισμός είναι εντελώς αβάσιμος. Η καθυστέρηση προσέλευσης στην εργασία της δεν φαίνεται να έχει ληφθεί καθόλου υπ΄ όψιν ως λόγος για τη μη σύσταση ή τη μη επιλογή της. Στο πρακτικό δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στο θέμα αυτό, άνκαι θα μπορούσε, νόμιμα να γίνει.
Η αιτήτρια παραδόξως διαμαρτύρεται για τη μη λήψη πειθαρχικών μέτρων εναντίον της σε σχέση με την καθυστέρηση προσέλευσης στην εργασία της. Ασφαλώς και δεν υπάρχει υποχρέωση των καθ΄ ων η αίτηση να λάβουν πειθαρχικά μέτρα εναντίον της, ούτε και αυτό βέβαια συνιστά λόγο ακυρότητας της προσβαλλόμενης προαγωγής. Αντίθετα, θα λέγαμε ότι συνιστά ευνοϊκή και θετική για την αιτήτρια αντιμετώπιση, η οποία, εν πάση περιπτώσει, ουδόλως φαίνεται να επηρέασε τη μη προαγωγή της. Τέλος, η λήψη ή μη πειθαρχικών μέτρων εναντίον της δεν αφορά την παρούσα διαδικασία, πολλώ δε μάλλον αφού δεν φαίνεται να επηρέασε την επιλογή.
Η αιτήτρια παραπονείται επίσης και για τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης από το Συμβούλιο υποστηρίζοντας ότι δεν λήφθηκαν υπ΄ όψιν τα κατάλληλα στοιχεία.
Και αυτό το επιχείρημα θα πρέπει να απορριφθεί. Το Συμβούλιο φαίνεται να επέλεξε το ενδιαφερόμενο μέρος για τους ίδιους λόγους που το σύστησε και ο Διευθυντής, δηλαδή της υπέρτερης αξίας και στις διαχρονικά αισθητά ψηλότερες βαθμολογίες της στις υπηρεσιακές εκθέσεις. Η υπεροχή της αιτήτριας σε αρχαιότητα, από μόνη της, δεν ήταν αρκετή για να αλλοιώσει το συμπέρασμα του Συμβουλίου. Οι δύο λειτουργοί ήταν ίσοι σε προσόντα, η αιτήτρια υπερτερούσε σε αρχαιότητα, αλλά υστερούσε σαφώς σε αξία, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος διέθετε και την καθ΄ όλα νομότυπη σύσταση του Διευθυντή. ΄Ετσι η απόφαση του Συμβουλίου φαίνεται να είναι απόλυτα αιτιολογημένη και μέσα στα ορθά πλαίσια της άσκησης διακριτικής ευχέρειάς του.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με €1.300 έξοδα εναντίον της αιτήτριας, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ