ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1965/2008)
24 Αυγούστου, 2010
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146.1 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΓΙΑΓΚΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Σωτήρης Χαραλάμπους, για τον Αιτητή.
Αλεξία Καλησπέρα-Καρή (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Αίτηση για παραχώρηση στον αιτητή άδειας παράκτιας αλιείας για το έτος 2008 απορρίφθηκε από το Διευθυντή του Τμήματος Αλιείας και Θαλασσίων Ερευνών, (ο «Διευθυντής»), για το λόγο ότι αυτός δεν είχε αποκτήσει «... τουλάχιστον διετή πείρα στην αλιεία κατόπιν επαρκούς και ουσιαστικής απασχόλησης ... ως βοηθός σε πρόσωπο που κατείχε άδεια παράκτιας αλιείας μικρών σκαφών».
Ο αιτητής αμφισβήτησε εμπρόθεσμα την εν λόγω απόφαση, με έγγραφη προσφυγή του στον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, (ο «Υπουργός»), σύμφωνα με τον Κ. 25 των περί Αλιείας Κανονισμών του 1990, (Κ.Δ.Π. 273/90), (όπως τροποποιήθηκαν), (οι «Κανονισμοί»). Μέσω του συνηγόρου του, πρόβαλε ότι η απόφαση του Διευθυντή ήταν λανθασμένη. Διετέλεσε, ανέφερε, επισυνάπτοντας προς τούτο σχετική Βεβαίωση, βοηθός αλιέας, από το 1960 - 1968, στον επαγγελματία ψαρά Κώστα Γεωργίου. Το 1964 αγόρασε δική του βάρκα και, από τότε, κατέχει αλιευτικό σκάφος και είναι καπετάνιος. Η μη συνεχής καταβολή από μέρους του εισφορών στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων οφειλόταν στην ιδιότητα του Βουλευτή που κατείχε. Στον Κατάλογο, μάλιστα, που υπεβλήθη στην Ευρωπαϊκή ΄Ενωση - "LIST Avanced Search - Fleet Register" - κατονομάζεται ως επαγγελματίας αλιέας.
Η προσφυγή του αιτητή στον Υπουργό εξετάστηκε και απορρίφθηκε, με αποτέλεσμα την καταχώριση της παρούσας προσφυγής.
Σύμφωνα με τα γεγονότα, όπως αυτά εκτίθενται στην ένσταση και δεν αμφισβητούνται, ο αιτητής ζήτησε για πρώτη φορά άδεια παράκτιας αλιείας για το 2007 για συγκεκριμένο αλιευτικό σκάφος, η οποία, όμως, δεν του χορηγήθηκε, επειδή το εν λόγω σκάφος δεν ήταν ιδιοκτησία του.
Στις 7/12/2007, ο αιτητής υπέβαλε νέα αίτηση για το ίδιο αλιευτικό σκάφος, το οποίο είχε μεταγραφεί επ' ονόματί του πριν από τη δημοσίευση στον εγχώριο τύπο της ανακοίνωσης για υποβολή αιτήσεων απόκτησης επαγγελματικής άδειας παράκτιας αλιείας για το έτος 2008, η οποία απορρίφθηκε, για τους λόγους που έχω προαναφέρει.
Ο Υπουργός διόρισε, σύμφωνα με τον Κ. 25(2) των Κανονισμών, Επιτροπή, για να εξετάσει τις ιεραρχικές προσφυγές που καταχωρήθηκαν εναντίον των αποφάσεων του Διευθυντή για τη μη παραχώρηση επαγγελματικών αδειών αλιείας.
Ο αιτητής κλήθηκε ενώπιον της Επιτροπής, η οποία, κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 17/6/2008, αποφάσισε να ληφθούν υπόψη τα πιο κάτω:-
«(α) οι γραπτές ιεραρχικές προσφυγές και τα τυχόν επισυναπτόμενα σε αυτές έγγραφα και πιστοποιητικά.
(β) η νομοθεσία περί αλιείας (δηλ. ο νόμος και οι σχετικοί κανονισμοί)
(γ) τα κριτήρια για χορήγηση επαγγελματικής άδειας παράκτιας αλιείας 'Α' και 'Β', όπως αυτά καθορίστηκαν από το Διευθυντή ΤΑΘΕ, με βάση τη σχετική Νομοθεσία,
(δ) τα πληροφοριακά σημειώματα, τα οποία περιλαμβάνουν τα σχόλια/έκθεση του Διευθυντή ΤΑΘΕ, και τους λόγους για τους οποίους απέρριψε τις σχετικές αιτήσεις των ενδιαφερομένων
(ε) οι επεξηγήσεις/διευκρινίσεις/απαντήσεις των προσφευγόντων κατά την προφορική συνέντευξη.»
Για τον αιτητή, η Επιτροπή κατέληξε ως εξής:-
«63. Γιάγκου Κυριάκος
Ο αιτητής αιτείται επαγγελματική άδεια. Δεν κατείχε ποτέ επαγγελματική άδεια αλιείας και δεν είναι εγγεγραμμένος στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως ψαράς.
Είναι 66 ετών και έχει 3 ενήλικα παιδιά.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία 'Ο περί Αλιείας Τροποποιητικός Νόμος του 2007' άδεια αλιείας κατηγορίας 'Β' χορηγείται σε νεοεισερχόμενο αιτητή, νοουμένου ότι μεταξύ άλλων προϋποθέσεων [΄Αρθρο 13 δ(4)] ο αιτητής 'είναι εγγεγραμμένος στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων και καταβάλλει τις αιτούμενες εισφορές'. Δεδομένου ότι ο κ. Γιάγκου είναι συνταξιούχος και σύμφωνα με τις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων αποδέχεται σύνταξη γήρατος και δεν καταβάλλει οφειλές στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η Επιτροπή εισηγείται την απόρριψη της προσφυγής του.»
Στον αιτητή απεστάλη, στις 22/10/2008, επιστολή, με την οποία ειδοποιείτο ότι ο Υπουργός αποφάσισε την απόρριψη της προσφυγής του, ως η εισήγηση πιο πάνω.
Ο αιτητής, για ακύρωση της πιο πάνω απόφασης, επικαλείται ότι αυτή λήφθηκε αυθαίρετα και κατά παράβαση του νόμου και των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης. Τα πραγματικά γεγονότα που περιβάλλουν τον ίδιο, εισηγήθηκε, δεν αξιολογήθηκαν ορθά, από την απόφαση δε ελλείπει η απαιτούμενη αιτιολογία.
Με τη γραπτή αγόρευση του συνηγόρου του αιτητή, δεν αναπτύχθηκαν οι πιο πάνω λόγοι ακύρωσης, αλλά, ουσιαστικά, προβλήθηκε η αδυναμία του Υπουργού να εξετάσει και να απορρίψει την αίτηση για λόγο άλλο από εκείνο για τον οποίο αυτή απορρίφθηκε από το Διευθυντή. Εφόσον ο αιτητής, υποστηρίζει ο συνήγορός του, παρουσίασε Βεβαίωση για διετή πείρα στην αλιεία ως βοηθός σε πρόσωπο που κατείχε άδεια παράκτιας αλιείας μικρών σκαφών, η οποία δεν αμφισβητήθηκε, ο Υπουργός δεν είχε εξουσία, στο στάδιο της ιεραρχικής προσφυγής, να εξετάσει την πλήρωση ή μη άλλων προϋποθέσεων, πλην εκείνης για την οποία η αίτηση απορρίφθηκε από το Διευθυντή.
Το ερώτημα που εδώ θα πρέπει να απαντηθεί είναι κατά πόσο ο Υπουργός, κατά την εξέταση της ιεραρχικής προσφυγής, είχε τη δυνατότητα να επιληφθεί της υπόθεσης εξ υπαρχής.
Ο Κ. 25 των Κανονισμών προβλέπει ότι:-
«25. - (1) Κάθε ενδιαφερόμενος που δεν ικανοποιείται από την απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Αλιείας, που λήφθηκε με βάση τους παρόντες Κανονισμούς, μπορεί, μέσα σε τριάντα ημέρες από την ημέρα που κοινοποιείται σ' αυτόν η εν λόγω απόφαση, με έγγραφη προσφυγή του στον Υπουργό Γεωργίας και Φυσικών Πόρων, στην οποία να εκτίθενται οι λόγοι που την επέβαλαν να προσβάλει την απόφαση αυτή.
(2) Ο Υπουργός εξετάζει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση την προσφυγή που έγινε προς αυτόν και, αφού ακούσει ή δώσει την ευκαιρία στον προσφεύγοντα να υποστηρίξει τους λόγους πάνω στους οποίους στηρίζεται η προσφυγή, αποφασίζει σχετικά και κοινοποιεί την απόφασή του χωρίς καθυστέρηση στον προσφεύγοντα:
Νοείται ότι ο Υπουργός μπορεί να αναθέτει σε λειτουργό ή επιτροπή από λειτουργούς του Υπουργείου του να εξετάζει ορισμένα θέματα που περιλαμβάνει η προσφυγή και να υποβάλλει σ' αυτόν το πόρισμα της εξέτασης αυτής πριν από την έκδοση της απόφασής του για την προσφυγή.»
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στην Atreas Enterprises Ltd ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 169, εξετάζοντας το ίδιο ζήτημα, στα πλαίσια του ΄Αρθρου 12 του περί Κέντρων Αναψυχής Νόμου του 1985, (Ν. 29/85), το λεκτικό του οποίου είναι παρόμοιο με το λεκτικό του Κ. 25 των Κανονισμών, ανέφερε τα εξής:- (σελ. 174)
«Το μοναδικό επίδικο ζήτημα πάνω στο οποίο είχε καθήκον να αποφανθεί το Δικαστήριο ήταν κατά πόσο ο Υπουργός, με βάση τα ενώπιόν του στοιχεία, μπορούσε, μέσα στα πλαίσια της διακριτικής ευχέρειας που του παρέχει η νομοθεσία, εύλογα να απορρίψει την ιεραρχική προσφυγή, αφού, προηγουμένως, εξέταζε και αξιολογούσε την υπόθεση, όπως πράγματι έπραξε, όχι ως εφετείο αλλά πρωτογενώς σύμφωνα με τη νομολογιακή αρχή ότι η ιεραρχική προσφυγή δεν επενεργεί ούτε εξομοιώνεται με έφεση. (Βλ., μεταξύ άλλων, Σπύρος Γεωργίου ν. Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών (1991) 4 Α.Α.Δ. 1563.)»
Στη Γεωργίου ν. Αναθ. Αρχής Αδειών, (πιο πάνω), αναφέρονται τα εξής:- (σελ. 1566)
«..., η ιεραρχική προσφυγή δεν επενεργεί ούτε εξομοιώνεται με έφεση. Η Αναθεωρητική Αρχή έχει την ίδια πρωτογενή ευθύνη όπως και η Αρχή Αδειών για την προώθηση των σκοπών του δικαίου. Το έργο της Αναθεωρητικής Αρχής δεν περιορίζεται σε αναθεώρηση των λόγων της εκκαλούμενης απόφασης της Αρχής Αδειών ούτε περιορίζεται το πεδίο της διακριτικής ευχέρειάς της από το πλαίσιο μέσα στο οποίο κρίθηκε από την Αρχή Αδειών.»
Ενόψει των πιο πάνω, το παράπονο του αιτητή, σε σχέση με ό,τι εξετάστηκε από τον Υπουργό στα πλαίσια της ιεραρχικής προσφυγής του, δεν ευσταθεί. Οι υπόλοιποι λόγοι ακυρότητας που προβάλλονται με την προσφυγή, ανεξάρτητα από τη γενικότητα με την οποία αυτοί διατυπώνονται, δεν καταδεικνύουν οι καθ' ων η αίτηση να ενήργησαν κατά παράβαση των Κανονισμών. Αποτελούσε προϋπόθεσή τους νεοεισερχόμενος αιτητής να είναι εγγεγραμμένος στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων και να καταβάλλει εισφορές.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με €1.000,00 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ