ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1142/2008)
6 Αυγούστου, 2010
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΙΣΤΟΘΕΑ Χ΄΄ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ,
Αιτήτρια,
ΚΑΙ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
3. ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΠΑΦΟΥ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
____________________
Α. Παπαχαραλάμπους, για την Αιτήτρια.
Ε. Συμεωνίδου (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Η αιτήτρια ήταν ιδιοκτήτρια του τεμαχίου με αρ. 140, Φ/Σχ. 45/59 στο χωριό Έμπα της Επαρχίας Πάφου, το οποίο απαλλοτριώθηκε το 1989.
Με τη γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης, ημερομηνίας 26/8/1988 γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια πώς επιβάλλετο η απαλλοτρίωση της περιουσίας της.
Η αιτήτρια υπέβαλε ένσταση μέσω του δικηγόρου της αναφορικά με την προτεινόμενη απαλλοτρίωση αλλά το Υπουργικό Συμβούλιο στη συνεδρίαση του ημερομηνίας 22/6/89 απέρριψε την ένσταση και τελικά στις 23/6/89 εκδόθηκε διάταγμα απαλλοτρίωσης .
Ο σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν για δημόσια ωφέλεια, ήτοι για την ανάπτυξη, και συμπλήρωση του οδικού δικτύου της Πάφου και συγκεκριμένα όπως αναφέρεται στα πρακτικά του Υπουργικού Συμβουλίου: ".... για τη δημιουργία δρόμου πρωταρχικής σημασίας που θα προβλέπεται στo Τοπικό Σχέδιο Πάφου και θα συνδέσει το δρόμο Πάφου-Πόλεως Χρυσοχούς με το δρόμο Πάφου-Ακάμα » .
Με την καταβολή της αποζημίωσης στην αιτήτρια ολοκληρώθηκε η διαδικασία απαλλοτρίωσης και η απαλλοτριωθείσα πρώην ιδιοκτησία της αιτήτριας ενεγράφη στους καθ΄ ων η αίτηση.
Στις 7/2/95, με επιστολή του δικηγόρου της, η αιτήτρια ζήτησε από το Υπουργικό Συμβούλιο την ανάκληση της γνωστοποίησης του διατάγματος απαλλοτρίωσης για το λόγο, καθώς ανέφερε, ότι δεν είχε γίνει οποιαδήποτε εργασία προς την κατεύθυνση της πραγματοποίησης του σκοπού της απαλλοτρίωσης και η απαλλοτριωθείσα πρώην ιδιοκτησία της χρησιμοποιείτο από ιδιώτες για διενέργεια χωματουργικών εργασιών (απόθεση και φόρτωση αμμοχάλικων από ιδιώτες για μεταφορά σε εργοτάξια πελατών τους) και σαν χώρος στάθμευσης και εξυπηρέτησης επιχείρησης φθαρτών.
Με επιστολή του ημερομηνίας 31/1/96 ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών απέρριψε το αίτημα της αιτήτριας.
Στις 30/3/01 μέσω και πάλι του δικηγόρου της (η αιτήτρια), ζήτησε εκ νέου την ανάκληση της γνωστοποίησης και του διατάγματος απαλλοτρίωσης χωρίς ωστόσο να υπάρχει θετική ανταπόκριση .
Η αιτήτρια στην προσπάθειά της να προωθήσει το αίτημα της , με επιστολή της ημερομηνίας 25 Οκτωβρίου 2006, αποτάθηκε στη συνέχεια στην Επίτροπο Διοικήσεως.
Η Επίτροπος Διοικήσεως, στις 30/11/06 ζήτησε πληροφορίες από τον Επαρχιακό Λειτουργό Πάφου αναφορικά με το ζήτημα της αιτήτριας , ο οποίος στη συνέχεια με επιστολή του ημερομηνίας 14 Φεβρουαρίου 2007 πληροφόρησε την Επίτροπο Διοικήσεως ότι κατόπιν επιτόπιας επίσκεψης στο απολλοτριωθέντα κτήμα διαπιστώθηκε ότι «έχει κατασκευασθεί ασφαλτικό επίστρωμα σε όλο το μήκος του απαλλοτριωθέντος κτήματος, πλάτους 4,00 μέτρων. Η υπόλοιπη έκταση του κτήματος (κατά πλάτος) παραμένει αναξιοποίητη.»
Ακολούθησε επιστολή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας Πάφου ημερομηνίας 2 Οκτωβρίου 2007 ή οποία (επιστολή) πληροφορούσε την αιτήτρια ότι το αρμόδιο τμήμα να αποφασίσει κατά πόσο θα πρέπει να επιστραφεί απαλλοτριωθέν κτήμα στον πρώην ιδιοκτήτη του, είναι το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως.
Στη συνέχεια, ο Διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως με επιστολή του ημερομηνίας 23/4/2008, ενημέρωσε το Γενικό Διευθυντή Υπουργείου Εσωτερικών αναφορικά με τους λόγους που το απαλλοτριωθέν πρώην κτήμα της αιτήτριας ήταν απόλυτα αναγκαίο για τη δημιουργία του Δυτικού Παρακαμπτήριου δρόμου και που συνηγορούσαν στην μη επιστροφή του .
Παραθέτω πιο κάτω αυτούσια την επιστολή εκείνη:
«Αναφέρομαι στη σχετική με το πιο πάνω θέμα επιστολή σας με αριθμό φακέλου 12.2.9.434 και ημερομηνία 19 Νοεμβρίου 2007, με την οποία ζητούνται οι απόψεις μου σχετικά με το αίτημα της κας Χριστοθέας Χ "Οικονόμου, πρώην ιδιοκτήτριας του τεμαχίου με αριθμό140(344), στο Φ. /Σχ. 45/59W2, για επιστροφή του τεμαχίου της και σας πληροφορώ τα ακόλουθα:
(α) Το πιο πάνω αναφερόμενο τεμάχιο, επηρεάζεται από την κατασκευή του Δυτικού Παρακαμπτήριου Δρόμου Πάφου που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του Δικτύου Δρόμων Πρωταρχικής Σημασίας του Τοπικού Σχεδίου Πάφου. (Αντίγραφο του σχεδίου Χρήσεων Γης και του λεπτομερούς σχεδίου χάραξης του δρόμου του Τοπικού Σχεδίου Πάφου, επισυνάπτονται ως παραρτήματα (α και β αντίστοιχα). Ο αναφερόμενος δρόμος θα ενώνει την περιοχή της παραλιακής/ τουριστικής περιοχής Πάφου, παρά τη Λεωφόρο Τάφων των Βασιλέων, με τις Κοινότητες Χλώρακας, 'Εμπας και Μεσόγης, εκτρέποντας έτσι την κυκλοφορία από το κέντρο της πόλης και τις Λεωφόρους Ελλάδος, Ευαγόρα Παλλικαρίδη και Απ. Παύλου, που είναι πολύ φορτισμένες.
(β) Το Τμήμα αυτό έχει ετοιμάσει Ρυθμιστικό Σχέδιο, για τον πιο πάνω αναφερόμενο δρόμο, η διατομή του οποίου διαλαμβάνει τέσσερις λωρίδες κυκλοφορίας πλάτους 3.30μ, πεζοδρόμια εκατέρωθεν του δρόμου πλάτους 2.20μ, κεντρική διαχωριστική νησίδα πλάτους 3.60μ με διαμόρφωση λωρίδας αναμονής για δεξιόστροφες κινήσεις, με ανάλογη μείωση του πλάτους της νησίδας στα 60 εκατοστά, ποδηλατοδρόμο πλάτους 2.20μ και λωρίδα πρασίνου πλάτους 1.00μ. Επισυνάπτεται τμήμα του Ρυθμιστικού Σχεδίου στην περιοχή αυτή, ως παράρτημα.
2. Σημειώνεται ότι, το Ρυθμιστικό Σχέδιο βρίσκεται σε τελικό στάδιο και σύντομα θα προωθηθεί η ετοιμασία των κατασκευαστικών σχεδίων από ιδιώτες μελετητές, μέσω του Τμήματος Δημοσίων 'Εργων. Στη συνέχεια θα προωθηθεί η διαδικασία δημοσίευσης της Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης και του Διατάγματος Επίταξης για όλα τα τεμάχια που επηρεάζονται από το αναφερόμενο Πολεοδομικό Έργο.
3. Με βάση τα πιο πάνω και λαμβανομένου υπόψη ότι, στον Προϋπολογισμό του Κράτους περιλαμβάνεται σχετικό άρθρο με αριθμό 08415.3, για κατασκευή του αναφερόμενου δρόμου, είναι φανερό ότι, η κατασκευή του δρόμου αυτού είναι τροχιοδρομημένη και δεν είναι δυνατή η επιστροφή του τεμαχίου στην προηγούμενη ιδιοκτήτρια του, γιατί είναι απόλυτα αναγκαίο για την κατασκευή του δρόμου.
4. Σε ότι, αφορά την νομική πτυχή του θέματος, έχω την άποψη ότι, αυτό θα πρέπει να τύχει περαιτέρω χειρισμού από τη Γενική Εισαγγελία.
5. Είμαι στη διάθεση σας για περαιτέρω πληροφορίες/ διευκρινήσεις.»
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών ακολούθως, στις 18/6/08, απάντησε στην αιτήτρια με την ακόλουθη επιστολή:
«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στο πιο πάνω θέμα και να σας πληροφορήσω ότι το τεμάχιο αρ.140, Φ/Σχ.45/59, στην Έμπα, του οποίου ήσασταν πρώην ιδιοκτήτρια, θεωρείται απαραίτητο για την κατασκευή του δυτικού παρακαμπτήριου δρόμου Πάφου.
2. Συναφώς σας πληροφορώ ότι το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως έχει ετοιμάσει ρυθμιστικό σχέδιο για τον εν λόγω δρόμο και σύντομα θα προωθηθεί η ετοιμασία των κατασκευαστικών σχεδίων από το Τμήμα Δημοσίων Έργων.
3. Τέλος σας πληροφορώ ότι ήδη στον προϋπολογισμό του κράτους περιλαμβάνεται σχετικό άρθρο με αριθμό 08415.3, για την κατασκευή του δρόμου αυτού και, ως εκ των ανωτέρω, είναι φανερό ότι η κατασκευή του δρόμου αυτού είναι τροχοδρομημένη και δεν είναι δυνατό να σας επιστραφεί το τεμάχιο».
Η αιτήτρια με την καταχώρηση της εξεταζόμενης προσφυγής προσβάλλει το περιεχόμενο της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης, ημερ. 18/6/08. Κύριος λόγος ακύρωσης που προβάλλεται είναι το παράνομο της άρνησης των καθών η αίτηση να επιτρέψουν το απαλλοτριωθέντα τεμάχιο το οποίο, καθώς ισχυρίζεται η αιτήτρια, δεν χρησιμοποιήθηκε για το σκοπό που έχει απαλλοτριωθεί και καμιά ενέργεια για τη διάνοιξη και την κατασκευή του συγκεκριμένου δρόμου πρωταρχικής σημασίας δεν έχει γίνει παρά τα 20 χρόνια που πέρασαν .
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας, στη γραπτή αγόρευσή του, με αναφορά στην καθοδηγητική απόφαση της πλήρους Ολομέλειας Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέιτς Λτδ ν. Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 166, αλλά και με αναφορά σε μετέπειτα νομολογία η οποία την ακολούθησε και την εφάρμοσε, ισχυρίζεται οτι ο σκοπός για τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση δεν έχει υλοποιηθεί μέσα στα καθοριζόμενα από το Σύνταγμα χρονικά όρια και επομένως ο σκοπός της απαλλοτρίωσης κατέστη ανέφικτος και ως εκ τούτου η αιτήτρια δικαιούται στην επιστροφή του απαλλοτριωθέντος πρώην κτήματος της. Το πρώην κτήμα της , υποβάλλει συναφώς η αιτήτρια, εξακολουθεί να μην χρησιμοποιείται για το σκοπό που απαλλοτριώθηκε, αλλά για εξυπηρέτηση ιδιωτικών - συμφερόντων, (χώρος στάθμευσης, αποθήκη ιδιωτικής εταιρείας). Η άρνηση και/ η αμέλεια των Καθ' ων η Αίτηση, καταλήγει στη συνέχεια η εισήγησή της, να ικανοποιήσουν το αίτημα της είναι αντισυνταγματική και παράνομη.
Από την άλλη πλευρά, οι καθ΄ ων η αίτηση αντιτείνουν ότι η απαλλοτρίωση έγινε για σκοπούς ανάπτυξης και συμπλήρωσης του οδικού δικτύου της πόλεως Πάφου. Λέγουν συναφώς ότι το απαλλοτριωθέν τεμάχιο χρησιμοποιείται για το συγκεκριμένο σκοπό απαλλοτρίωσης εφόσον έχει δημιουργηθεί σε αυτό δρόμος, δυο λωρίδων κυκλοφορίας, που εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον. Ο δρόμος που έχει δημιουργηθεί σε σημείο του απαλλοτριωθέντος κτήματος ναι μεν θεωρείται ως αναπόσπαστο μέρος του Δυτικού Παρακαμπτήριου Δρόμου Πάφου, υποδεικνύουν οι καθ΄ ων η αίτηση, ωστόσο η γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης αναφέρει συγκεκριμένα ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης είναι για τη βελτίωση και ανάπτυξη του οδικού δικτύου Πάφου και όχι για την κατασκευή του Δυτικού Παρακαμπτήριου Δρόμου Πάφου. Ο υφιστάμενος επομένως δρόμος υποβάλλουν οι καθ΄ ων η αίτηση που έχει δημιουργηθεί στο συγκεκριμένο σημείο του απαλλοτριωθέντος κτήματος συντείνει στη βελτίωση του οδικού δικτύου Πάφου και καθιστά επομένως το σκοπό της απαλλοτρίωσης επιτευχθέντα.
Το διάταγμα απαλλοτρίωσης αποτελεί το μέσο με το οποίο ασκείται η εξουσία για την απαλλοτρίωση γης για την ευόδωση σκοπών δημόσιας ωφέλειας. Οι λόγοι δημόσιας ωφέλειας που αναφέρονται στο ίδιο το διάταγμα απαλλοτρίωσης δύνανται ωστόσο να εξειδικεύονται και στα στοιχεία του φακέλου της διοίκησης, τα οποία στοιχεία με τη σειρά τους συμπληρώνουν την αιτιολογία τέτοιας φύσης διοικητικής απόφασης.
Τόσο στο διάταγμα όσο και στη γνωστοποίηση της απαλλοτρίωσης που αφορούν την προκείμενη υπόθεση, ναι μεν αναφέρεται γενικά ότι η απαλλοτρίωση έγινε για σκοπούς δημοσίας ωφελείας, δηλαδή για τη δημιουργία, συντήρηση και ανάπτυξη των συγκοινωνιών στη Δημοκρατία, και ότι επιβαλλόταν για την ανάπτυξη και συμπλήρωση του οδικού δικτύου της Πόλεως Πάφου, όμως στα πρακτικά του Υπουργικού Συμβουλίου, ο σκοπός της απαλλοτρίωσης του συγκεκριμένου τεμαχίου εξειδικεύεται περαιτέρω και καταγράφεται ότι η συγκεκριμένη ιδιοκτησία «είναι αναγκαία για τη δημιουργία δρόμου πρωταρχικής σημασίας που θα προβλέπεται στο Τοπικό Σχέδιο Πάφου και θα συνδέσει το δρόμο Πάφου -Πόλεως Χρυσοχούς με το δρόμο Πάφου-Ακάμα» .
Αυτό επιβεβαιώνεται μεταξύ άλλων και στην επιστολή ημερ. 23/4/2008 του Διευθυντή της Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως προς το Υπουργείο Εσωτερικών που διαφωτίζει το σκοπό της συγκεκριμένης απαλλοτρίωσης δηλαδή ότι έγινε ως μέρος ευρύτερου σχεδίου για κατασκευή ευρύτερου δρόμου πρωταρχικής σημασίας ο οποίος δρόμος «θα ενώνει την περιοχή της παραλιακής/ τουριστικής περιοχής Πάφου, παρά τη Λεωφόρο Τάφοι των Βασιλέων, με τις Κοινότητες Χλώρακας, 'Εμπας και Μεσόγης, εκτρέποντας έτσι την κυκλοφορία από το κέντρο της πόλης και τις Λεωφόρους Ελλάδος, Ευαγόρα Παλληκαρίδη και Απ. Παύλου, που είναι πολύ φορτισμένες».
Καθίσταται επομένως φανερό, στη βάση της αλληλογραφίας και ανταλλαγή επιστολών των διαφόρων τμημάτων και αρμόδιων υπηρεσιών, σχετικά με το αίτημα της αιτήτριας, ότι η δημόσια ωφέλεια για τη συγκεκριμένη απαλλοτρίωση συναρτάτο απόλυτα με την κατασκευή του συγκεκριμένου δρόμου πρωταρχικής σημασίας.
Η τοποθέτηση του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως καθώς και οι υπόλοιπες επιστολές των διαφόρων τμημάτων που ακολούθησαν και έχουν εντοπιστεί στο διοικητικό φάκελο, συμπληρώνουν την αιτιολογία της συγκεκριμένης απαλλοτρίωσης και φανερώνουν ότι ο σκοπός της ήταν αλληλένδετος με τη δημιουργία και την κατασκευή του ευρύτερου δρόμου πρωταρχικής σημασίας (του δυτικού παρακαμπτήριου δρόμου Πάφου) και συνακόλουθα ο ισχυρισμός των καθ΄ ων η αίτηση περί του αντιθέτου κρίνεται αβάσιμος και απορρίπτεται ως ανεδαφικός.
Το Άρθρο 23 του Συντάγματος κατοχυρώνει το δικαίωμα στην ιδιοκτησία και προνοεί ότι αν δεν καταστεί εφικτός ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εντός τριών ετών, η απαλλοτριούσα αρχή υποχρεώνεται να προσφέρει την ιδιοκτησία, επί τη καταβολή της τιμής κτήσεως, στο πρόσωπο από το οποίο την απαλλοτρίωσε.
Το ζήτημα επομένως που αναφύεται στην εξεταζόμενη προσφυγή, στη βάση της εκατέρωθεν επιχειρηματολογίας των διαδίκων και των νομικών αρχών όπως διατυπώθηκαν στην απόφαση της πλήρους Ολομέλειας Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέιτς Λτδ ν. Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 166 είναι κατά πόσον οι καθ΄ ων η αίτηση πραγματοποίησαν το σκοπό για τον οποίον απαλλοτριώθηκε η πρώην ιδιοκτησία της αιτήτριας ή αν προέβησαν σε τέτοιες ενέργειες που να καθιστούν εφικτά υλοποιήσιμο ή πραγματοποιήσιμο το σκοπό της απαλλοτρίωσης.
Στην Ζήνωνος (όπως αναφέρεται πιο πάνω), έγινε ανασκόπηση της νομολογίας αναφορικά με το Άρθρο 23.5 του Συντάγματος και ειδικά για τα όρια του εφικτού και ανέφικτου του σκοπού της απαλλοτρίωσης. Διαφοροποιώντας τη μέχρι τότε τάση της νομολογίας, η Πλήρης Ολομέλεια τόνισε ότι η ορθή ερμηνεία του εδαφίου 5 του Άρθρου 23, θα πρέπει να συνάδει με το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της ιδιοκτησίας και ότι η έννοια του εφικτού και ανέφικτου θα πρέπει να ερμηνεύεται όχι ως προς τις υποκειμενικές προθέσεις ή επιθυμίες της διοίκησης, αλλά ως προς τα αντικειμενικά δεδομένα που αφορούν στις ενέργειες της διοίκησης προς υλοποίηση του σκοπού:
«..η παραπομπή στο εφικτά υλοποιήσιμο του σκοπού της απαλλοτρίωσης αποκαθιστά την ορθή διατύπωση του συνταγματικού κριτηρίου η οποία συναρτά την εφαρμογή του Άρθρου 23.5 προς τη διαρκή υποχρέωση της διοίκησης να χρησιμοποιήσει το κτήμα για το σκοπό για τον οποίο απαλλοτριώθηκε και έτσι να καθιστά συνεχώς, και βεβαίως όχι μόνο μέσα στην περίοδο των τριών ετών από την απαλλοτρίωση, εφικτά πραγματοποιήσιμο το σκοπό αυτό. Το να τίθεται το ερώτημα με άλλους όρους, δηλαδή κατά πόσο ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εγκατελείφθη ή δεν κατέστη ανέφικτος, δεν συνιστά απλώς αλλαγή έμφασης αλλά εμπεριέχει τον κίνδυνο να διολισθήσει η διερεύνηση από τα πραγματικά αντικειμενικά δεδομένα που διέπουν το εφικτά πραγματοποιήσιμο του σκοπού σε πεδίο όχι πολύ πέραν των υποκειμενικών διαθέσεων της διοίκησης με ανάλογες συνέπειες ως εκ της προκύπτουσας διαφοροποίησης του επιπέδου των απαιτούμενων ενεργειών της διοίκησης, στο αποτέλεσμα της όποιας συγκεκριμένης υπόθεσης.»
Περαιτέρω το βάρος σε ένα αιτητή που βρίσκεται αντιμέτωπος με άρνηση επιστροφής του ακινήτου του από τη διοίκηση δεν είναι να αποδείξει ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εγκαταλείφθηκε ή δεν κατέστη ανέφικτος αλλά ότι η απαλλοτριούσα αρχή δεν έχει προβεί σε εκείνες τις ενέργειες που θα ήταν εύλογα αναγκαίες, στη βάση των αντικειμενικών δεδομένων της κάθε περίπτωσης, προς υλοποίηση του έργου.
Με βάση τα στοιχεία που έχουν τεθεί ενώπιον μου, καθίσταται φανερό ότι δεν είχε κατασκευαστεί ο συγκεκριμένος δρόμος του οποίου αναπόσπαστο μέρος θεωρήθηκε ότι αποτελεί το απαλλοτριωθέν πρώην κτήμα της αιτήτριας, μέχρι την προσβαλλόμενη απόφαση. Το μόνο που έγινε ήταν η κατασκευή ασφάλτινου επιστρώματος κατά μήκος του απαλλοτριωθέντος κτήματος, πλάτους 4 μέτρων ενώ η υπόλοιπη έκταση του κτήματος (κατά πλάτος) παρέμεινε αναξιοποίητη. Η εργασία αυτή δεν μπορεί κατά την κρίση μου να θεωρηθεί από μόνη της ουσιαστική ενέργεια της Διοίκησης, για να διατηρηθεί ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εφικτά πραγματοποιήσιμος. Το ότι επίσης έχει ετοιμαστεί ρυθμιστικό σχέδιο σε σχέση με το σκοπό της απαλλοτρίωσης (για τη δημιουργία δηλαδή του δρόμου πρωταρχικής σημασίας) και σύντομα ενδέχεται να προωθηθεί η ετοιμασία κατασκευαστικών σχεδίων από ιδιώτες μελετητές, δεν διαφοροποιεί κατά την κρίση μου , ουσιωδώς, την κατάσταση υπέρ των καθών η αίτηση.
Περαιτέρω η αναφορά για τη συμπερίληψη της απαιτούμενης δαπάνης στον προϋπολογισμό του Κράτους και δή με απροσδιόριστο ποσό, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επιβεβαίωση ότι οι διαδικασίες έχουν τροχιοδρομηθεί τελεσίδικα για την κατασκευή του δρόμου πρωταρχικής σημασίας . Εξάλλου όπως αναφέρεται στην επιστολή του Διευθυντή Πολεοδομίας και Οικήσεως ημερομηνίας 28.4.2008, η διαδικασία δημοσίευσης της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης και του διατάγματος επίταξης για όλα τα τεμάχια που επηρεάζονται από το συγκεκριμένο πολεοδομικό έργο δεν έχει καν αρχίσει.
Ενόψει των πιο πάνω, κρίνω ότι οι καθ΄ ων η αίτηση δεν προέβησαν σε πραγματοποίηση του σκοπού για τον οποίον έγινε η απαλλοτρίωση, εντός της τριετίας, αλλά ούτε και σε οποιαδήποτε ουσιαστική ενέργεια προέβησαν μέχρι την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης με σκοπό να καταστήσουν εφικτά πραγματοποιήσιμο το σκοπό της απαλλοτρίωσης.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Εκδίδεται δηλωτική απόφαση ως το αιτητικό της προσφυγής. Έξοδα €1.200.-, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει, υπέρ της αιτήτριας.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.