ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Μάριος Θεοχαρίδης Λτδ (2008) 3 ΑΑΔ 488
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 58/2009)
14 Ιουλίου, 2010
[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 29 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
OFFICELINE TRADING LTD,
Αιτήτρια,
- ν -
ΕΦΟΡΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
Καθ΄ης η αίτηση.
- - - - - -
Χρ. Χριστοφόρου, για την Αιτήτρια.
Χρ. Κληρίδης, για την Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Οι αιτητές ανταποκρίθηκαν σε πρόσκληση της καθ΄ης η αίτηση και υπέβαλαν την προσφορά τους σε σχέση με την προμήθεια επίπλων ηλεκτρονικών υπολογιστών για τις ανάγκες εκπαιδευτηρίων της Λευκωσίας. Οι προσφοροδότες ήσαν τελικά μόνο δύο και η προσφορά των αιτητών ήταν κατά τι χαμηλότερη. Η καθ΄ης η αίτηση όμως απέρριψε την προσφορά των αιτητών με επιστολή της ημερομηνίας 13.11.2008, με το δικαιολογητικό ότι οι αιτητές δεν είχαν πιστοποιητικό ελέγχου. Τη νομιμότητα εκείνης της απόφασης προσβάλλουν με την παρούσα προσφυγή τους οι αιτητές, εγείροντας προς εξέταση πληθώρα λόγων ακύρωσης. Όλοι όμως οι λόγοι ακύρωσης περιστρέφονται γύρω από τον ίδιο κεντρικό άξονα, που είναι η βασική θέση των αιτητών ότι, εφόσον με τους γνωστοποιηθέντες Όρους του Διαγωνισμού, δεν εζητείτο η εξασφάλιση και υποβολή ενός τέτοιου πιστοποιητικού, πεπλανημένα, παράνομα και καταχρηστικά ήταν που η καθ΄ης η αίτηση απέκλεισε την προσφορά τους για ένα τέτοιο λόγο.
Προωθώντας τις θέσεις τους, οι αιτητές εισηγούνται ότι, πέραν του ότι η προσκόμιση πιστοποιητικού ελέγχου δεν προβλεπόταν στους Όρους του Διαγωνισμού, στους ειδικούς Όρους του Διαγωνισμού αναφερόταν ότι σε περίπτωση κατά την οποία δεν ζητούνταν πιστοποιητικά, ο προσφοροδότης θα έπρεπε να προσκομίζει έντυπο με φωτοτυπημένο σχέδιο, όπως αυτό είχε δοθεί από την καθ΄ης η αίτηση μαζί με τα σχόλια του, πράγμα που έπραξαν οι αιτητές. Εν πάση δε περιπτώσει, είναι ακατανόητο, κατά τους αιτητές, να ζητείται για έπιπλα πιστοποιητικό ελέγχου, εφόσον πρόκειται για μια ξύλινη κατασκευή συμφώνως προδιαγραφών.
Από δικής της πλευράς η καθ΄ης η αίτηση προτάσσει ως βασική ασπίδα έναντι των ισχυρισμών των αιτητών το τεκμήριο της νομιμότητας των διοικητικών πράξεων το οποίο, όπως υποβάλλει, με τίποτε από όσα εγείρουν οι αιτητές δεν έχει ανατραπεί. Όπως περαιτέρω ισχυρίζεται η καθ΄ης η αίτηση, σύμφωνα με τον Όρο αρ. 8 του Διαγωνισμού, είχε το δικαίωμα, εν πάση περιπτώσει, να ακυρώσει οποιαδήποτε προσφορά, χωρίς να είναι υπόχρεα να δώσει λόγους. Η ύπαρξη δε και προσκόμιση πιστοποιητικού καταλληλότητας από τους προσφοροδότες είναι ο κανόνας, συνεπώς είναι η μη αναγκαιότητα για προσκόμιση πιστοποιητικού που θα έπρεπε να αναφέρεται ρητά στους Όρους του Διαγωνισμού και όχι η υποχρέωση για προσκόμισή του. Η προσκόμιση πιστοποιητικού ελέγχου ήταν ουσιώδης όρος της προσφοράς, υπέβαλε τελικά η καθ΄ης η αίτηση, έστω και αν οι αιτητές θεωρούν κάτι τέτοιο αχρείαστο και η μη συμμόρφωση προς αυτόν οδήγησε στην απόρριψη της προσφοράς.
Προσεγγίζοντας το υπό εξέταση θέμα, υπό το φως των περιστατικών που το συνθέτουν και των παραστάσεων στις οποίες έχουν προβεί οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές, παρατηρώ τα εξής:
Κατ΄ αρχάς η προβληθείσα από την καθ΄ης η αίτηση θέση, σύμφωνα με την οποία ενομιμοποιείτο δυνάμει των Όρων του Διαγωνισμού να απορρίψει την προσφορά των αιτητών και οποιαδήποτε προσφορά, χωρίς να δώσει λόγο, στο βαθμό που ένα τέτοιο συμπέρασμα θα μπορούσε να εξαχθεί από την ερμηνεία του επικαλούμενου Όρου αρ. 8, είναι ασφαλώς εσφαλμένη και αντίκειται στις ρητές πρόνοιες του Νόμου. Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 26(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου αρ. 158(Ι)/1999 όλες οι διοικητικές πράξεις που εκδίδονται έπειτα από άσκηση διακριτικής εξουσίας πρέπει να είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένες, ιδίως όταν πρόκειται για πράξεις οι οποίες είναι δυσμενείς για το διοικούμενο. Περαιτέρω δε, σύμφωνα με το άρθρο 28(1) του Νόμου, η αιτιολογία μιας διοικητικής πράξης πρέπει να είναι σαφής, ώστε να μην αφήνει αμφιβολίες ως προς το ποιος ήταν ο πραγματικός λόγος που οδήγησε το διοικητικό όργανο στη λήψη της απόφασης.
Επομένως, η καθ΄ης η αίτηση, αποκλείοντας εδώ την προσφορά των αιτητών και προκαλώντας σ΄ αυτούς δυσμενείς επιπτώσεις, είχε κάθε υποχρέωση να αιτιολογήσει αυτή της την απόφαση. Και το έπραξε βέβαια, δίδοντας την αιτιολογία προς τους αιτητές ότι "...η προσφορά σας δεν κρίθηκε ως επιτυχούσα διότι δεν έχετε πιστοποιητικό ελέγχου.".
Με δεδομένο όμως και κοινά αποδεκτό το γεγονός ότι από τους Όρους του Διαγωνισμού δεν απαιτείτο η ύπαρξη ή προσκόμιση πιστοποιητικού ελέγχου, αμέσως εγείρεται θέμα και πρόβλημα ανεπαρκούς και ασαφούς αιτιολογίας. Τα ερωτήματα που φυσιολογικά ανακύπτουν από τη δοθείσα αιτιολογία είναι πολλά, όπως για παράδειγμα: Πού επρονοείτο η εξασφάλιση και προσκόμιση ενός τέτοιου πιστοποιητικού; Τι θα πρέπει να πιστοποιούσε το πιστοποιητικό; Ποιος θα απαιτείτο να ήταν ο εκδότης του πιστοποιητικού, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, αρχή, οργανισμός κλπ;
Στην απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση Chanat Limited v. Δημοκρατίας (1997) 4Α ΑΑΔ 151, κρίθηκε ότι ορθά είχε αποκλεισθεί η προσφορά των αιτητών λόγω της παράλειψης τους να υποβάλουν σχετικά έντυπα που περιέγραφαν τις τεχνικές προδιαγραφές των προσφερόμενων ειδών, δεδομένου ότι η υποβολή των εντύπων εκείνων ρητά απαιτείτο από τους Όρους του Διαγωνισμού, έστω και αν δεν αναφερόταν ότι ο σχετικός Όρος ήταν ουσιώδης ή όχι.
Ο συνήγορος της καθ΄ης η αίτηση παρέπεμψε και στο σύγγραμμα "Κυπριακό Δίκαιο των Δημοσίων Συμβάσεων" του Αχ. Κ. Αιμιλιανίδη, στη σελίδα 129 του οποίου γίνεται αναφορά στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο, σύμφωνα με το οποίο ο προσφοροδότης υποχρεούται να αποδεικνύει στην προσφορά του με ικανοποιητικό τρόπο και με κάθε ενδεδειγμένο μέσο, είτε από τον κατασκευαστή, είτε από αναγνωρισμένο οργανισμό, ότι το προϊόν του που προσφέρει ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές ή στις λειτουργικές απαιτήσεις ή επιδόσεις. Αυτό είναι βέβαια ορθό, πλην όμως εφαρμόζεται στις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες η αναθέτουσα αρχή απαιτεί κάτι τέτοιο και δεν μπορώ να αποδεχτώ την εισήγηση ότι είναι ο κανόνας να αναμένεται η παρουσίαση πιστοποιητικών και μόνο, αν δεν απαιτείται, θα πρέπει ρητά να αναφέρεται στους Όρους του Διαγωνισμού. Σύμφωνα εξάλλου με τον Κανονισμό 8(1) των περί Προσφορών του Δημοσίου (Γενικών) Κανονισμών του 1999 (ΚΔΠ 104/1999), οι όροι και οι προδιαγραφές πρέπει να είναι σαφώς διατυπωμένοι και πλήρως κατανοητοί από κάθε προμηθευτή. (Βλ. Medsoll Cyprus Ltd v. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 405/2001, ημερομηνίας 18.7.2002).
Δεν μπορεί και δεν πρέπει να αναμένεται από τον κάθε προμηθευτή προϊόντων ο οποίος συμμετέχει σε ένα διαγωνισμό να εικοτολογεί κατά πόσο ένα έγγραφο του οποίου η επίπτωση της μη παρουσίασής του μπορεί να οδηγήσει στον αποκλεισμό του, απαιτείται ή όχι ή αναμένεται, και αν ναι ποιου είδους ή επιπέδου αυτό θα πρέπει να είναι.
Λόγω των πιο πάνω, καταλήγω στο ότι η καθ΄ης η αίτηση ενήργησε κάτω από ουσιώδη πλάνη περί τα πράγματα όταν απέκλειε την προσφορά των αιτητών, λόγω μη συμμόρφωσής τους προς απαίτηση, η οποία δεν περιλαμβανόταν στους Όρους του Διαγωνισμού και ότι η αιτιολογία που έδωσε για τον αποκλεισμό τους ήταν ανεπαρκής και ασαφής υπό τις περιστάσεις.
Εκ του περισσού αναφέρω ότι αυτή η διαπίστωση επιβεβαιώνει ότι οι αιτητές, αν και αποκλείσθηκαν από το Διαγωνισμό, εν τούτοις, είχαν έννομο συμφέρον να προσβάλουν την επίδικη απόφαση του αποκλεισμού τους με βάση καθιερωμένη αρχή της νομολογίας. (Tamassos Tobacco Supplies & Co ν. Δημοκρατίας (1992) ΑΑΔ 60, Δημοκρατία ν. Μ. Θεοχαρίδης Λτδ (2008) 3 ΑΑΔ 488).
Για τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται.
Επιδικάζονται υπέρ των αιτητών €1.500, πλέον ΦΠΑ, έξοδα.
Κ. Kληρίδης,
Δ.
/ΧΤΘ