ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 120/2009)
30 Ιουλίου, 2010
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΔΩΝΗΣ ΑΒΡΑΑΜ,
Αιτητής,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ'ης η αίτηση.
Χρ. Χριστάκη, για τον Αιτητή.
Κ. Στιβαρού για Ιωαννίδης, Δημητρίου, για την Καθ'ης η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Ο Άδωνης Αβραάμ (αιτητής), με την παρούσα προσφυγή αμφισβητεί την εγκυρότητα της απόφασης της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (η Αρχή) με την οποία διορίστηκε από την 1/1/2009 στη θέση Βοηθού Μηχανικού Βάρδιας (Μηχανολογία) (η επίδικη θέση), ο Νικόλας Νικολάου (Ε.Μ.), αντί του ιδίου.
Τα γεγονότα
Στις 10/3/2007 γνωστοποιήθηκε από την Αρχή η προκήρυξη μιας κενής θέσης Βοηθού Μηχανικού Βάρδιας (Μηχανολογία) στους Ηλεκτροπαραγωγούς Σταθμούς της Αρχής.
Στο μεταξύ, και συγκεκριμένα στις 26/9/2006, είχε αποφασιστεί από την Αρχή όπως για τη διαδικασία πλήρωσης των θέσεων Βοηθού Ηλεκτρολόγου Μηχανικού και Βοηθού Ηλεκτρονικού Μηχανικού, θέσεις τις οποίες η Αρχή προτίθετο να προκηρύξει, εφαρμοστούν οι πρόνοιες του περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμου 6(Ι)/1998 όπως είχε μεταγενέστερα τροποποιηθεί (ο Νόμος).
Σε συνεδρία της Αρχής που έλαβε χώρα στις 18/12/2007, ενεκρίθη ο τελικός πίνακας επιτυχόντων για πρόσληψη στην επίδικη θέση. Ακολούθως προσφέρθηκε διορισμός στους δύο πρώτους κατά σειρά τελικής βαθμολογίας υποψηφίους, το Γεώργιο Λουκά και τον Κωνσταντίνο Πατρίκιο, από 1/2/2008 και σε αργότερο στάδιο στον τρίτο κατά σειρά υποψήφιο, Μάριο Ηρακλέους.
Επειδή ο αριθμός των κενών θέσεων Βοηθού Μηχανικού Βάρδιας (Μηχανολογία) είχε κατά τη διάρκεια του έτους αυξηθεί, ο πίνακας όμως των υποψηφίων είχε εξαντληθεί γιατί όλοι οι υποψήφιοι που φαίνονταν στον πίνακα, ο οποίος να σημειωθεί τελούσε ακόμα σε ισχύ, είχαν ήδη διοριστεί, κλήθηκαν στις 12/12/2008 σε προσωπικές συνεντεύξεις/εξετάσεις ενώπιον των μελών της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για Θέματα Προσωπικού οι έξι επόμενοι κατά σειρά υποψήφιοι από τον κατάλογο επιτυχόντων στη γραπτή εξέταση. Μεταξύ τους ήταν ο αιτητής και το Ε.Μ.
Το Ε.Μ. αφού αξιολογήθηκε από τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή κρίθηκε ως «Εξαίρετος» με το εξής σκεπτικό:
"Αναφορικά με τον υποψήφιο Νικόλα Νικολάου, τα Μέλη παρατήρησαν ότι είναι απόφοιτος του Λυκείου Πολεμιδιών (Πρακτικό) και κάτοχος Διπλώματος Μηχανολόγου Μηχανικού του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Τα Μέλη παρατήρησαν επίσης ότι ο Νικόλας Νικολάου είναι Μέλος του ΕΤΕΚ στον κλάδο της Μηχανολογικής Μηχανικής. Τα Μέλη διαπίστωσαν ότι ο Νικόλας Νικολάου διαθέτει σχετική με τα καθήκοντα της κρινόμενης θέσης πείρα, αφού από τον Ιούνιο του 2003 μέχρι σήμερα εργάζεται στην ΑΗΚ ως Χειριστής Μηχανών.
Ο Νικόλας Νικολάου απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν εξαιρετικά και κρίθηκε ως εξαιρετικός υποψήφιος."
Ο αιτητής, μετά την αξιολόγηση του, κρίθηκε «Πάρα πολύ καλός». Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από το σκεπτικό της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής:
"Σ' ότι αφορά τον υποψήφιο Άδωνη Αβραάμ τα Μέλη παρατήρησαν ότι είναι απόφοιτος του Grammar School, κάτοχος Διπλώματος Μηχανολόγου Μηχανικού του ΑΤΙ και κάτοχος B.Sc. in Mechanical Engineering του Budapest University of Technology and Economics. Τα Μέλη παρατήρησαν επίσης ότι ο Άδωνης Αβραάμ είναι Μέλος του ΕΤΕΚ στον κλάδο της Μηχανολογικής Μηχανικής. Τα Μέλη διαπίστωσαν ότι ο Άδωνης Αβραάμ διαθέτει σχετική με τα καθήκοντα της κρινόμενης θέσης πείρα, αφού από το Σεπτέμβριο του 2003 μέχρι το Δεκέμβριο του 2003 εργάστηκε ως Μηχανολόγος Μηχανικός στην εταιρεία Anaxagoras Pneumatics Ltd και από το Μάιο του 2004 μέχρι σήμερα εργάστηκε ως Μηχανολόγος Εφαρμοστής Σταθμού και ως Χειριστής Μηχανών στην ΑΗΚ.
Ο Άδωνης Αβραάμ απάντησε πάρα πολύ καλά στις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν και κρίθηκε ως πάρα πολύ καλός υποψήφιος."
Μετά τη διεξαγωγή των προφορικών συνεντεύξεων τα μέλη της Υπεπιτροπής απένειμαν μονάδες στους υποψηφίους για τη συνολική απόδοση του κάθε ενός από αυτούς στην προφορική εξέταση/συνέντευξη, καθώς και βαθμολογία των προσόντων και της πείρας του, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 3(1) του Νόμου.
Συγκεκριμένα τα μέλη απένειμαν βαθμολογία με μέγιστο τις 20 μονάδες για τη συνολική απόδοση του κάθε υποψηφίου στην προφορική εξέταση/συνέντευξη και επίσης τη σχετική με τα καθήκοντα της θέσης πείρα (0-5 μονάδες). Όσον αφορά τα άλλα ακαδημαϊκά προσόντα (0-5 μονάδες) τα μέλη απένειμαν τη σχετική για τον κάθε υποψήφιο βαθμολογία.
Το Ε.Μ. κατετάγη τρίτος με συνολική βαθμολογία 100.20 ενώ ο αιτητής τέταρτος με συνολική βαθμολογία 99.25. Συγκεκριμένα το Ε.Μ. βαθμολογήθηκε στην προφορική εξέταση με το βαθμό 20, ενώ ο αιτητής με το βαθμό 18. Στο κριτήριο «πείρα» αιτητής και Ε.Μ. ισοβαθμούν∙ και οι δύο βαθμολογήθηκαν με το βαθμό 5. Στο κριτήριο «άλλα προσόντα» δεν δόθηκαν οποιεσδήποτε μονάδες∙ και οι δύο βαθμολογήθηκαν με το βαθμό 0. Τέλος, η βαθμολογία τους στη γραπτή εξέταση ήταν 75.20 για το Ε.Μ. και 76.25 για τον αιτητή.
Η βαθμολογία, όπως και η κρίση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, καταγράφεται σε σχετικό πίνακα τον οποίο η Υπεπιτροπή κατάρτισε και στον οποίο οι υποψήφιοι αναγράφονται κατά σειρά επιτυχίας με βάση την τελική συνολική βαθμολογία με τέτοιο τρόπο ώστε ο πρώτος στον πίνακα υποψήφιος να είναι αυτός με τη μεγαλύτερη συνολική βαθμολογία.
Η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή με ομόφωνη απόφαση της σύστησε στην Αρχή την έγκριση και υιοθέτηση του πιο πάνω πίνακα για σκοπούς πλήρωσης των κενών θέσεων Βοηθού Μηχανικού Βάρδιας (Μηχανολογία), με βάση τη σειρά επιτυχίας των υπό κρίση υποψηφίων.
Στη συνεδρία της 16/12/2008 η Αρχή αρχικά κατηύθυνε την προσοχή της στις διαπιστώσεις και εισηγήσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, περιλαμβανομένης και της βαθμολογίας στην οποία οι δύο υποψήφιοι έτυχαν, παρέθεσε δε αυτούσιο το σκεπτικό που οδήγησε την Υπεπιτροπή στις διαπιστώσεις της και εισηγήσεις της. Ακολούθως, η Αρχή ενέκρινε και υιοθέτησε ομόφωνα τον πίνακα που η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή κατήρτησε και της υπέβαλε, και αποφάσισε την πλήρωση των κενών θέσεων με βάση τη σειρά επιτυχίας των υποψηφίων. Παραθέτω αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά της συνεδρίας της Αρχής ημερομηνίας 16/12/2008:
"Τα Μέλη στην παρούσα συνεδρία τους, μελέτησαν και αξιολόγησαν προσεκτικά όλα τα πιο πάνω εκτεθέντα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον τους και προέβησαν σε ενδελεχή και δική τους έρευνα για τον κάθε υποψήφιο ξεχωριστά.
Τα Μέλη αφού έλαβαν δεόντως υπόψη τους τα ευρήματα και/ή τις διαπιστώσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής κατά την προφορική εξέταση/συνέντευξη, καθώς και όλα τα προαναφερθέντα στοιχεία και επιβεβαίωσαν ότι και η απόδοση μονάδων για τη σχετική πείρα και άλλα ακαδημαϊκά προσόντα είναι η πρέπουσα ενέκριναν και υιοθέτησαν ομόφωνα τον πιο πάνω ΠΙΝΑΚΑ, όπως τέθηκε ενώπιόν τους, για την πλήρωση των κενών θέσεων Βοηθού Μηχανικού Βάρδιας (Μηχανολογία), συνδυασμένη με τη θέση του Μηχανικού Βάρδιας (Μηχανολογία), Κλίμακα Ν3, με βάση τη σειρά επιτυχίας των υπό κρίσιν υποψηφίων."
Επειδή οι κενές θέσεις ήταν δύο, προσφέρθηκε διορισμός στους δύο πρώτους υποψηφίους κατά σειρά τελικής βαθμολογίας. Αυτοί ήταν οι Θεόδωρος Δημοσθένους και Αντώνης Στυλιανού.
Επειδή όμως ο Θεόδωρος Δημοσθένους δεν αποδέχθηκε το διορισμό, ο διορισμός προσφέρθηκε στον αμέσως επόμενο κατά σειρά υποψήφιο, δηλαδή τον τρίτο στη σειρά ο οποίος ήταν το Ε.Μ., από 1/1/2009, ο οποίος και αποδέχθηκε.
Με επιστολή του δικηγόρου του ημερομηνίας 12/1/2009 ο αιτητής ζήτησε να πληροφορηθεί και η Αρχή τον πληροφόρησε με επιστολή της ημερομηνίας 23/1/2009, τις λεπτομέρειες για το θέμα των διορισμών που έγιναν με βάση την πιο πάνω διαδικασία.
Λόγοι ακύρωσης
Παραθέτω τους λόγους ακύρωσης κατά σειρά προτεραιότητας όπως αυτοί παρατίθενται και συζητούνται στα πλαίσια της γραπτής αγόρευσης του ευπαίδευτου συνηγόρου του αιτητή.
(1) Το Ε.Μ. δεν είναι προσοντούχος - δεν κατέχει την πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας - έλλειψη δέουσας έρευνας σε σχέση με τα προσόντα.
(2) Η καθ'ης η αίτηση τελούσα υπό πλάνη περί το Νόμο και τα πράγματα, δεν έδωσε στον αιτητή τις προβλεπόμενες μονάδες για τα προσόντα του και/ή δεν αιτιολόγησε γιατί δεν έδωσε στον αιτητή οποιεσδήποτε μονάδες για τα προσόντα αυτά.
(3) Παραβίαση του άρθρου 3(1)(α)(vi), 3(1)(β)(vi) και 6(4) και 6(5) του Νόμου.
(4) Η παραβίαση των άρθρων 6(4) και 6(5) του Νόμου σε σχέση με τη βαθμολογία των προφορικών εξετάσεων και/ή η βαθμολογία για την απόδοση στην προφορική εξέταση, είναι αναιτιολόγητη.
(5) Η καθ'ης η αίτηση παραβίασε τις πρόνοιες των άρθρων 3(1) και 6 του Νόμου 6(Ι)/1998 γιατί δεν αιτιολόγησε τη βαθμολογία των υποψηφίων στα διάφορα κριτήρια.
Πρώτος λόγος ακύρωσης
Σύμφωνα με το άρθρο 6(8) του Νόμου «κανένας δεν περιλαμβάνεται στον Πίνακα εκτός αν κατέχει τα προσόντα και ικανοποιεί όλες τις άλλες προϋποθέσεις που προβλέπονται από νόμο, κανονισμό ή σχέδιο υπηρεσίας για διορισμό στη θέση στην οποία αντιστοιχεί ο Πίνακας κατά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων για τη θέση και κατά το χρόνο καταρτισμού του Πίνακα, και κανένας δεν διορίζεται στην αντίστοιχη θέση, αν δεν περιλαμβάνεται στον Πίνακα, αν δεν κατέχει όλα τα απαιτούμενα προσόντα και αν δεν ικανοποιεί τις προϋποθέσεις κατά το χρόνο που προσφέρεται σε αυτόν ο διορισμός .» (η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου)
Στην περίπτωση μας και οι δύο, Ε.Μ. και αιτητής, κρίθηκαν ότι ικανοποιούσαν κατά τον κρίσιμο χρόνο, το κριτήριο της προνοούμενης από το σχέδιο υπηρεσίας «πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας» στη βάση των προνοιών της Εγκυκλίου της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας «για τα αποδεκτά τεκμήρια για γνώση της Ελληνικής και της Αγγλικής γλώσσας σε απαιτούμενα από σχέδια υπηρεσίας επίπεδα».
Συγκεκριμένα, ο μεν αιτητής κρίθηκε ότι ικανοποιεί το εν λόγω προσόν γιατί είναι κάτοχος διπλώματος I.G.C.S.E. με βαθμό C (βλ. παράγραφο με τίτλο Αγγλική Γλώσσα και υπότιτλο (β) Πολύ καλή γνώση, της Εγκυκλίου), το δε Ε.Μ. γιατί ήταν κάτοχος Βεβαίωσης επιτυχίας στη γραπτή εξέταση για διαπίστωση της κατοχής της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας που διεξήχθη από την Υπηρεσία Εξετάσεων του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού στις 22/4/2004 για το Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας, στα πλαίσια διαδικασίας πλήρωσης των κενών θέσεων Λειτουργού Επιθεώρησης Εργασίας (βλ. παράγραφο (2) κάτω από τον τίτλο ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ της εν λόγω Εγκυκλίου), οι πρόνοιες της οποίας έχουν ως εξής: «Η βεβαίωση επιτυχίας στις γραπτές εξετάσεις που διεξάγει η Ε.Δ.Υ. δύο φορές το χρόνο για διαπίστωση της κατοχής της γνώσης της ελληνικής ή/και αγγλικής γλώσσας σε ένα από τα επίπεδα για τα οποία διεξάγονται οι εν λόγω εξετάσεις, θεωρείται ως τεκμήριο κατοχής της γνώσης των γλωσσών αυτών στο αντίστοιχο επίπεδο. Το ίδιο ισχύει και για βεβαιώσεις επιτυχίας σε γραπτές εξετάσεις γλώσσας που χορηγούν Τμήματα/Υπηρεσίες, νοουμένου ότι οι εξετάσεις διεξάγονται υπό την αιγίδα της Υπηρεσίας Εξετάσεων του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού».
Ενόψει των πιο πάνω η θέση του κ. Χριστάκη ότι το Ε.Μ. δεν κατείχε το συγκεκριμένο προσόν κατά τον κρίσιμο χρόνο, είναι ανεδαφική και απορρίπτεται.
Ο κ. Χριστάκη, με αναφορά σε σχετική νομολογία (βλ. Χατζηγιάννη κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 317, Σ. Επαμεινώνδας ν. Ρ.Ι.Κ. (1998) 3 Α.Α.Δ. 376, Θεοφίλου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 181, και στη σχετική νομολογία που οι αποφάσεις στις εν λόγω υποθέσεις παραπέμπουν), υποστήριξε επίσης το εξής. Έστω και αν το Ε.Μ. ήταν προσοντούχο, η Αρχή όφειλε, ενόψει των ενώπιον της στοιχείων και συγκεκριμένα ενόψει του γεγονότος ότι η Βεβαίωση, στη βάση της οποίας το Ε.Μ. κρίθηκε προσοντούχος, χορηγήθηκε στον τελευταίο κατόπιν γραπτής εξέτασης, να προβεί σε περαιτέρω έρευνα και ειδικότερα να προβεί και σε προφορική εξέταση του Ε.Μ. προτού ικανοποιηθεί για την επάρκεια γνώσης του στην αγγλική γλώσσα στο επίπεδο που απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας.
Έχω την άποψη ότι η παρούσα περίπτωση διαφοροποιείται ουσιωδώς από την πιο πάνω νομολογία, ως προς τα γεγονότα.
Συγκεκριμένα, στην υπόθεση Χατζηγιάννη (πιο πάνω), σε αντίθεση με την παρούσα, δεν υπήρχαν στο φάκελο των υποψηφίων οποιαδήποτε στοιχεία για αξιολόγηση, γι' αυτό και η υποβολή ερωτήσεων στους υποψηφίους στα αγγλικά από τα μέλη της Ε.Δ.Υ. κατά τη διάρκεια της προφορικής συνέντευξης με σκοπό τη διακρίβωση της επάρκειας τους στην αγγλική γλώσσα και μάλιστα στο βαθμό της πολύ καλής γνώσης, κρίθηκε ως πλημμελή έρευνα.
Στην υπόθεση Επαμεινώνδας (πιο πάνω), σε αντίθεση με την παρούσα, τα στοιχεία προς τεκμηρίωση του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας, περιορίζονταν αποκλειστικά στο περιεχόμενο του βιογραφικού σημειώματος του Ε.Μ. το οποίο ήταν ενώπιον του οργάνου διοίκησης και το οποίο λήφθηκε υπόψη ως είχε, χωρίς οποιαδήποτε έρευνα. Στην περίπτωση μας πέραν του βιογραφικού σημειώματος, η Αρχή είχε ενώπιον της και τη Βεβαίωση, το περιεχόμενο της οποίας αποτελεί τεκμήριο κατοχής της πολύ καλής γνώσης του κατόχου της στην αγγλική γλώσσα. Πέραν τούτου, το Ε.Μ. παρακάθισε με επιτυχία τις γραπτές εξετάσεις για την επίδικη θέση που περιλάμβανε και εξέταση στην αγγλική γλώσσα.
Στην υπόθεση Θεοφίλου (πιο πάνω) σε αντίθεση με την παρούσα, το Ε.Μ. στερείτο ουσιαστικά αποδεικτικών στοιχείων κατοχής του απαιτούμενου επιπέδου από το σχέδιο υπηρεσίας γνώσης της αγγλικής γλώσσας, η δε απόφαση του διοικητικού οργάνου ότι το Ε.Μ. κατέχει το συγκεκριμένο προσόν, εδραζόταν ουσιαστικά σε πιστοποιητικό που χορήγησε στο Ε.Μ. ο προϊστάμενος της. Στην περίπτωση μας όμως το Ε.Μ. κατείχε κατά τεκμήριο το απαιτούμενο επίπεδο γνώσης της αγγλικής.
Ενόψει όλων των πιο πάνω κρίνω ότι και η συγκεκριμένη θέση του ευπαίδευτου συνηγόρου του αιτητή είναι ανεδαφική και ως εκ τούτου θα πρέπει να απορριφθεί.
Προτού όμως προχωρήσω να εξετάσω το δεύτερο λόγο ακύρωσης, θεωρώ σκόπιμο να σχολιάσω τη θέση που προώθησε η ευπαίδευτη συνήγορος της Αρχής, σύμφωνα με την οποία, εφόσον η ίδια διαδικασία διαπίστωσης του επιπέδου γνώσης της αγγλικής γλώσσας, δηλαδή η διαδικασία στη βάση αποδεκτών τεκμηρίων, ακολουθήθηκε και στην περίπτωση του αιτητή, ο αιτητής δεν μπορεί, ενόψει μάλιστα του γεγονότος ότι στα πρακτικά δεν γίνεται οποιαδήποτε διαφοροποίηση ως προς τον τρόπο διαπίστωσης της δικής του γνώσης στην αγγλική γλώσσα, να επιδοκιμάζει και ταυτόχρονα να αποδοκιμάζει πρακτική απαράδεκτη και πάγια απορριπτέα από τη νομολογία.
Η πιο πάνω θέση δεν με βρίσκει σύμφωνο. Η υπόθεση Ελισσαίου ν. Α.Η.Κ. (2004) 3 Α.Α.Δ. 412, στην οποία η κα Στιβαρού με παρέπεμψε για σκοπούς τεκμηρίωσης της συγκεκριμένης θέσης της, όπως και η νομολογία στην οποία η απόφαση της Ολομέλειας παραπέμπει, (βλ. Ιωαννίδης ν. Α.ΤΗ.Κ. (1998) 3 Α.Α.Δ. 275, Δημοκρατία ν. China Wanbao Engineering Corporation (2000) 3 Α.Α.Δ. 406), διαφοροποιούνται ουσιωδώς από την περίπτωση μας για τους εξής λόγους. Στην υπόθεση Ελισσαίου, ο αιτητής αμφισβητούσε την εγκυρότητα του συνόλου της διαδικασίας στην οποία ο ίδιος αδιαμαρτύρητα είχε συμμετάσχει για σκοπούς κατάληψης της εκεί επίδικης θέσης, ενώ στην υπόθεση China Wanbao ο αιτητής αμφισβητούσε τη συνταγματικότητα των κανονισμών οι οποίοι είχαν άμεση σημασία στη διαδικασία κατακύρωσης προσφορών στην οποία ο αιτητής αδιαμαρτύρητα συμμετείχε. Παρόμοιο φαινόμενο παρατηρείται και στην υπόθεση Ιωαννίδης, όπου ο αιτητής αμφισβητούσε τη διαδικασία των εξετάσεων και το περιεχόμενο της για την οποία είχε εκ των προτέρων πληροφορηθεί εγγράφως, την οποία αποδέκτηκε και στην οποία έλαβε μέρος. Στην περίπτωση μας όμως, σε αντίθεση με τις εν λόγω τρεις υποθέσεις, ο αιτητής δεν αμφισβητεί την εγκυρότητα της διαδικασίας που ακολουθήθηκε και στην οποία αδιαμαρτύρητα έλαβε μέρος. Εκείνο που αμφισβήτησε είναι η επάρκεια της έρευνας στην οποία η Αρχή προέβη με στόχο τη διακρίβωση των προσόντων του Ε.Μ. και συγκεκριμένα, κατά πόσο το Ε.Μ. κατείχε το προσόν της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας. Κατά συνέπεια, η συγκεκριμένη θέση της κας Στιβαρού δεν με βρίσκει σύμφωνο.
Δεύτερος λόγος ακύρωσης
Σύμφωνα με το άρθρο 3(1)(α) του Νόμου 97(Ι)/2006 ο οποίος τροποποίησε το Νόμο 6(Ι)/1998, και ο οποίος ήταν ο Νόμος που ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, σε διαδικασία για διορισμό σε θέση στη Δημόσια Υπηρεσία (όρος που περιλαμβάνει και την Α.Η.Κ.), η επιλογή και ο διορισμός των υποψηφίων γίνονται με βάση κριτήρια τα οποία καθορίζονται ρητά στο εν λόγω άρθρο, ένα από τα οποία είναι και «άλλα ακαδημαϊκά προσόντα».
Σύμφωνα με το άρθρο 3(1)(β)(iv) η βαρύτητα που δίνεται στο κάθε ένα από τα κριτήρια αποτιμάται σε μονάδες. Για το κριτήριο «άλλα ακαδημαϊκά προσόντα», η αποτίμηση σε μονάδες καθορίζεται από 0-3 μονάδες.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή στην αγόρευση του, αφού σημειώνει το γεγονός ότι από τα πρακτικά δεν προκύπτει ευθέως αν ο αιτητής κρίθηκε προσοντούχος με βάση το δίπλωμα Μηχανολόγου-Μηχανικού του ΑΤΙ ή με βάση το πτυχίο B.Sc. στη Μηχανολογία του Πανεπιστημίου της Βουδαπέστης, αναφέρει τα εξής: «Σημασία όμως έχει το γεγονός ότι ανεξαρτήτως με βάση ποιο προσόν εκ των δύο πιο πάνω κρίθηκε προσοντούχος, ο αιτητής υπερτερούσε σαφώς του ενδιαφερόμενου μέρους σε προσόντα γιατί πέραν του βασικού προσόντος που τον καθιστούσε προσοντούχο ήταν και κάτοχος ενός πρόσθετου απόλυτα σχετικού με τη θέση ακαδημαϊκού προσόντος, εν αντιθέσει με το ενδιαφερόμενο μέρος που ήταν κάτοχος μόνο του απαιτούμενου προσόντος».
Ήταν η θέση του κ. Χριστάκη ότι η Αρχή όφειλε να δώσει στον αιτητή μέχρι και τρεις μονάδες για το άλλο ακαδημαϊκό προσόν του. Η παράλειψη της Αρχής να το πράξει αποκτά, σύμφωνα με τον κ. Χριστάκη, ιδιαίτερη σημασία ενόψει της οριακής διαφοράς στη συνολική βαθμολογία των δύο υποψηφίων που ήταν μόλις 0.95 μονάδες. Η παράλειψη αυτή, καθιστά υπό τις περιστάσεις, σύμφωνα πάντα με τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή, την απόφαση της Αρχής τρωτή.
Τα εκ διαμέτρου αντίθετα επιχειρήματα της κας Στιβαρού περιστρέφονται γύρω από την εξής θέση:
"Το δίπλωμα Μηχανολόγου-Μηχανικού του ΑΤΙ σίγουρα δεν αποτελεί πανεπιστημιακό ή άλλο ισότιμο ανωτάτου εκπαιδευτικού ιδρύματος πτυχίο ή δίπλωμα στη Μηχανολογία γι' αυτό προς τι το ερώτημα του αιτητή αν κρίθηκε προσοντούχος με βάση αυτό το δίπλωμα; Είναι προφανές ότι κρίθηκε προσοντούχος με βάση το «πτυχίο B.Sc. in Mechanical Engineering του Budapest University of Technology and Economics».
Επίσης, το σκεπτικό του αιτητή ότι πέραν του βασικού προσόντος είναι κάτοχος ενός απόλυτα σχετικού με τη θέση ακαδημαϊκού προσόντος, προφανώς εννοώντας το δίπλωμα ΑΤΙ, δεν δικαιολογείται, διότι το δίπλωμα ΑΤΙ είναι κατώτερο του βασικού προσόντος και συνεπώς δεν αποτελεί ακαδημαϊκό προσόν με την έννοια του άρθρου 3(1)(β)(iv) του Νόμου.
..............................
Με απλά λόγια, δεν ετίθετο θέμα καν ύπαρξης «άλλου ακαδημαϊκού προσόντος» με την έννοια του άρθρου 3(1)(β)(iv) αλλά ούτε και με την έννοια που νομολογιακά έχει αποδοθεί στον όρο αυτό. Συνεπώς ούτε θέμα πλάνης τίθεται, όπως το θέτει ο αιτητής."
Προτού ασχοληθώ με την ουσία των εκατέρωθεν επί του συγκεκριμένου λόγου ακύρωσης, επιχειρημάτων, θέσεων και εισηγήσεων, θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω τις πρόνοιες του άρθρου 14.Α(2) του περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών (Τροποποιητικού) Νόμου του 2004, Ν. 1(Ι)/2004, οι οποίες ενέχουν καθοριστική, κατά τη γνώμη μου, σημασία για επίλυση του υπό εξέταση ζητήματος.
"14.Α.-(2) Αντίστοιχα με τους τίτλους σπουδών των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΤΕΙ) της Ελλάδας, οι τίτλοι σπουδών του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου Κύπρου (ΑΤΙ) θεωρούνται ισότιμοι και αντίστοιχοι προς Βασικό Τίτλο Σπουδών Ανώτατης Εκπαίδευσης:
Νοείται ότι οι τίτλοι αυτοί μπορούν να γίνονται αποδεκτοί για εγγραφή σε προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών στην Κύπρο και στο εξωτερικό."
Στην περίπτωση μας η Αρχή έκρινε ότι ο αιτητής πληροί το υπό στοιχείο (α) προνοούμενο από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόν, το οποίο υπενθυμίζω είναι η κατοχή πανεπιστημιακού ή άλλου ισότιμου Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος πτυχίου ή διπλώματος στη Μηχανολογία, δεν καθορίζει όμως στην απόφαση της, όπως πολύ ορθά επισημαίνει ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, ποιο από τα δύο, δηλαδή το πτυχίο Πανεπιστημίου Βουδαπέστης ή το δίπλωμα του ΑΤΙ στη Μηχανολογία, θεώρησε ως βασικό ακαδημαϊκό προσόν. Πολύ περισσότερο δεν παρέχεται οποιαδήποτε αιτιολογία γιατί στο κριτήριο «άλλα ακαδημαϊκά προσόντα» ο αιτητής βαθμολογήθηκε με 0 μονάδες, όσες δηλαδή και το Ε.Μ. το οποίο δεν είναι κάτοχος οποιουδήποτε «άλλου ακαδημαϊκού προσόντος».
Η θέση της κας Στιβαρού ότι «είναι προφανές» ότι ο αιτητής κρίθηκε προσοντούχος με βάση το πτυχίο του Πανεπιστημίου της Βουδαπέστης, γιατί το δίπλωμα του ΑΤΙ στη Μηχανολογία δεν μπορούσε να θεωρηθεί βασικό προσόν γιατί δεν είναι ισόβαθμο με ανωτάτου εκπαιδευτικού ιδρύματος πτυχίο ή δίπλωμα, θα πρέπει να αγνοηθεί. Ο καθορισμός του βασικού ακαδημαϊκού προσόντος στη βάση του οποίου ο αιτητής κρίθηκε προσοντούχος, εμπίπτει αποκλειστικά στην αρμοδιότητα του διοικητικού οργάνου, στη συγκεκριμένη περίπτωση της Αρχής, η οποία όμως παρέλειψε να το πράξει. Το κενό που δημιουργείται με τη συγκεκριμένη παράλειψη της Αρχής δεν μπορεί να πληρωθεί με τη γραπτή αγόρευση της δικηγόρου της, (βλ. Κοινότητα Λεμεσού ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 537).
Στην παρούσα υπόθεση είναι αδιαμφισβήτητο ότι ο αιτητής κατείχε ένα πρόσθετο ακαδημαϊκό προσόν. Η αρμοδιότητα για την πρωτογενή αξιολόγηση και βαθμολογική αποτίμηση του, ανήκε αποκλειστικά στο διορίζον όργανο (βλ. Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145 και Δημοκρατία ν. Ελισσαίου (2003) 3 Α.Α.Δ. 168).
Σύμφωνα με το άρθρο 3(1)(β)(iv) του Νόμου, η Αρχή μπορεί να δώσει από 0-3 μονάδες για «άλλα ακαδημαϊκά προσόντα». Είναι λοιπόν προφανές ότι ο Νόμος έχει καταστήσει το κριτήριο «άλλα ακαδημαϊκά προσόντα» ένα ουσιώδες πραγματικό γεγονός ή ένα ουσιώδη παράγοντα. Είναι επίσης προφανές ότι η Αρχή παρέλειψε να αξιολογήσει και να λάβει υπόψη της το εν λόγω πραγματικό γεγονός ή ουσιώδη παράγοντα. Σύμφωνα με τη νομολογία, παράλειψη λήψης υπόψη ουσιωδών πραγματικών γεγονότων ή ουσιωδών παραγόντων, απολήγει σε πλημμελή άσκηση διακριτικής ευχέρειας η οποία οδηγεί στην ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης (βλ. Kyprianides v. Republic (1965) 3 C.L.R. 519, Tseriotis v. Municipality of Nicosia (1965) 3 C.L.R. 215, Christides v. Republic (1966) 3 C.L.R. 732 και Carayiannis v. Republic (1969) 3 C.L.R. 341).
Τέλος, η εν λόγω παράλειψη καθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση προϊόν πλάνης περί τα πράγματα (βλ. άρθρο 46(1) του Νόμου 158(Ι)/99).
Ενόψει όλων των πιο πάνω η προσβαλλόμενη απόφαση είναι τρωτή και ως τέτοια θα πρέπει να ακυρωθεί.
Ως αποτέλεσμα, ο υπό στοιχείο (2) λόγος έφεσης επιτυγχάνει.
Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης μου κρίνω ότι δεν συντρέχει λόγος να προχωρήσω να εξετάσω οποιοδήποτε από τους υπόλοιπους λόγους ακύρωσης που ο αιτητής προβάλλει.
Ως αποτέλεσμα η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα €1.200 υπέρ του αιτητή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με βάση το άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ