ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1564/2007)
4 Ιουνίου, 2010
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146.1 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΑΙ Ν. 112(Ι)/04
ΑΡΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Αιτητές,
ν.
ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Κ. Χατζηϊωάννου, για τους Αιτητές.
Ν. Κλεάνθους (κα), για Χρ. Τριανταφυλλίδη, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, η Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, (η «Αρχή»), προσβάλλει την απόφαση του Επιτρόπου Ρύθμισης Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων, (ο «Επίτροπος»), με την οποία καθορίστηκε κατώτατο όριο (κατώφλι) λιανικών τιμών πρόσβασης (σύνδεση και μηνιαίο πάγιο) στο δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο σε σταθερή θέση - (Απόφαση 20/2007).
Ο Επίτροπος, ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχουν τα ΄Αρθρα 20(ιε), (ιζ), (κδ) και 152 του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου του 2004, (Ν. 112(Ι)/2004), (όπως τροποποιήθηκε), (ο «Νόμος»), εξέδωσε, στις 4/8/2006, την Απόφαση 31/2006, για τον καθορισμό πλαισίου χρεώσεων λιανικών τιμών της Αρχής, η οποία, με βάση προηγούμενο σχετικό διάταγμα (Δ.Ε. 1/2003), είχε οριστεί από αυτόν ως οργανισμός με σημαντική ισχύ στην αγορά δημόσιας σταθερής φωνητικής επικοινωνίας και στην αγορά δημόσιου τηλεπικοινωνιακού δικτύου σταθερής τηλεφωνίας. Ακολούθως και αφού προηγήθηκε δημόσια διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη, εξέδωσε την Απόφαση 56/2006, με την οποία:-
(ι) Ορίστηκε η σχετική Αγορά Πρόσβασης στο δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο σε σταθερή θέση.
(ιι) Καθορίστηκε η Αρχή ως ο οργανισμός με Σημαντική Ισχύ στην Αγορά Πρόσβασης στο δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο σε σταθερή θέση· και
(ιιι) Επιβλήθηκαν στην Αρχή συγκεκριμένες ρυθμιστικές υποχρεώσεις.
Στις 29/6/2007, ο Επίτροπος ανακοίνωσε τη διεξαγωγή Δημόσιας Ακρόασης στις 19/7/2007, αναφορικά με τον καθορισμό κατώτατου ορίου λιανικών τελών στις ακόλουθες αγορές:-
(ι) Πρόσβασης στο δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο σε σταθερή θέση.
(ιι) Δημόσιων διαθέσιμων τοπικών ή/και εθνικών τηλεφωνικών υπηρεσιών που παρέχονται σε σταθερή θέση· και
(ιιι) Δημόσιων διαθέσιμων διεθνών τηλεφωνικών υπηρεσιών που παρέχονται σε σταθερή θέση.
Μέσα στα πλαίσια της πιο πάνω διαδικασίας, ο Επίτροπος κοινοποίησε στα ενδιαφερόμενα μέρη, για το σκοπό υποβολής απόψεων, τρία προσχέδια αποφάσεων για τις τρεις πιο πάνω αγορές.
Η Αρχή, στις 18/7/2007, υπέβαλε γραπτώς τις απόψεις της και ο Επίτροπος, στις 31/8/2007, της κοινοποίησε τις αποφάσεις του για τον καθορισμό του κατώτατου ορίου λιανικών τιμών στις σχετικές αγορές που προαναφέρθηκαν. Οι αποφάσεις δημοσιεύτηκαν την ίδια μέρα στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, υπό μορφή Ατομικών Διοικητικών Πράξεων - (Α.Δ.Π.).
Στις 6/11/2007, η Αρχή καταχώρισε την παρούσα προσφυγή εναντίον της απόφασης του Επιτρόπου που αφορούσε στον καθορισμό κατώτατου ορίου λιανικών τιμών στη σχετική αγορά πρόσβασης στο δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο σε σταθερή θέση - (Αρ. 20/2007 - Α.Δ.Π. 963/2007). Προβάλλει ότι αυτή είναι αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα και, κατ' επέκταση, έλλειψης δέουσας έρευνας, στερείται αιτιολογίας και καταστρατηγεί τα ΄Αρθρα 18 και 20(ιζ) του Νόμου.
Εισηγείται, η Αρχή, ότι ο Επίτροπος καθόρισε τα κατώφλια τιμών (κατώτατες τιμές), με βάση τα απολογιστικά κοστολογικά αποτελέσματα του 2005 και τα προϋπολογιστικά του 2006, παρόλο που υπήρχαν διαθέσιμα τα απολογιστικά κοστολογικά αποτελέσματα του 2006, η χρησιμοποίηση των οποίων θα οδηγούσε σε μείωση της μηνιαίας συνδρομής για τη σταθερή τηλεφωνία. Αναφερόμενη, στη συνέχεια, στο αιτιολογικό της απόφασης, ισχυρίζεται ότι η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε από τον Επίτροπο για την αξιολόγηση του κοστολογικού της συστήματος παραγνωρίζει τα διαθέσιμα αποτελέσματα που του είχαν κοινοποιηθεί από την ίδια. Επίσης, προβάλλει ότι, με την ελλιπή έρευνα που διεξήχθη για εξακρίβωση του κόστους της στη μηνιαία συνδρομή σταθερής τηλεφωνίας εξυπηρετήθηκε περισσότερο το έργο του Επιτρόπου παρά η προστασία των καταναλωτών. Ο Επίτροπος, αυθαίρετα και παρά τις αντίθετες απόψεις της, επενέβη στο κοστολογικό σύστημα. Συγκεκριμένα, διαφοροποίησε το κόστος κεφαλαίου, με τη χρήση της απόδοσης δεκαετών, αντί πενταετών, χρεογράφων και με τη χρήση της απόδοσης αγοράς με βάση τα στοιχεία του Χ.Α.Κ., γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να μειωθεί ο αριθμός των συνδρομητών, να πληγεί ο ανταγωνισμός και να υπάρξουν διαδοχικές αυξήσεις των τιμών και καταστρατήγηση των ΄Αρθρων 18 και 20(1ζ) του Νόμου, αφού η μηνιαία συνδρομή αυξήθηκε από Λ.Κ.6.85 σε Λ.Κ. 8.13.
Η πλευρά των καθ' ων η αίτηση απαντά ότι οι λόγοι, για τους οποίους ο Επίτροπος έλαβε υπόψη του τα απολογιστικά στοιχεία του 2005 και τα προϋπολογιστικά στοιχεία του 2006, φαίνονται στο αιτιολογικό της απόφασής του και ότι τα απολογιστικά στοιχεία του 2006 μαζί με τα προϋπολογιστικά αποτελέσματα του 2007 θα λαμβάνονταν υπόψη για τον καθορισμό τελών του 2008 και, επομένως, τα στοιχεία που δόθηκαν από την Αρχή θα τύγχαναν δέουσας μελέτης και επεξεργασίας στα πλαίσια του επόμενου κοστολογικού ελέγχου της, με βάση την καθιερωμένη από τον ίδιο μεθοδολογία και πρακτική, η οποία είναι γνωστή στην αγορά και δημιουργεί συνθήκες ρυθμιστικής ασφάλειας για τα ενδιαφερόμενα μέρη.
Απορρίπτοντας την επιχειρηματολογία της Αρχής αναφορικά με τη χρήση απόδοσης δεκαετών ομολόγων και τη χρήση απόδοσης του Χ.Α.Κ. από τον Επίτροπο, ο συνήγορος των καθ' ων η αίτηση παραθέτει σειρά επιχειρημάτων. Μεταξύ άλλων, προβάλλει ότι οι μεθοδολογίες που είχαν προταθεί από την Αρχή δεν ήταν σύμφωνες με την αρχή της κοστοστρέφειας και με τις πρόνοιες σχετικών διαταγμάτων - (Κ.Δ.Π. 16/2005, Κ.Δ.Π. 18/2005, Κ.Δ.Π. 97/2005 και Κ.Δ.Π. 99/2005) - και, επιπρόσθετα, ότι, για την έκδοση της επίδικης απόφασης, ο Επίτροπος στηρίχτηκε στις ρυθμιστικές υποχρεώσεις που επιβλήθηκαν στην Αρχή με την Απόφαση 56/2006 και, ειδικότερα, με το άρθρο 12(4) αυτής. Υποστηρίζεται, τέλος, από τους καθ' ων η αίτηση ότι δεν υπήρξε καταστρατήγηση του ΄Αρθρου 18 του Νόμου και ότι ο Επίτροπος υιοθέτησε πλήρως τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τον κοστολογικό έλεγχο της Αρχής για τα απολογιστικά στοιχεία του 2005 και τα προϋπολογιστικά στοιχεία του 2006, τα δε κατώφλια καθορίστηκαν κατόπιν δέουσας έρευνας και προς το σκοπό διαφύλαξης του ανταγωνισμού.
Οι ισχυρισμοί της Αρχής δεν ευσταθούν. Τα γενικά καθήκοντα του Επιτρόπου καθορίζονται στο ΄Αρθρο 18 του Νόμου, όπου, μεταξύ άλλων, αναφέρονται τα εξής:-
«18. (1) Κατά την άσκηση των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων και εξουσιών του και εκτέλεση των καθηκόντων του, ο Επίτροπος θα ενεργεί κατά τρόπο ο οποίος προάγει:
(α) την παροχή στην Κύπρο, υπηρεσιών και δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ταχυδρομικών υπηρεσιών για το σύνολο του κοινού,
(β) τα συμφέροντα του καταναλωτή, ειδικά καθόσον αφορά την τιμή και ποιότητα των παρεχομένων στην Κύπρο ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ταχυδρομικών υπηρεσιών,
(γ) την εισαγωγή αποτελεσματικού ανταγωνισμού στην παροχή δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ταχυδρομικών υπηρεσιών,
(δ) τη δυνατότητα παροχής ή διαθέσεως μεγάλου εύρους εξοπλισμού και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.
(2) Προς το σκοπό αυτό, ο Επίτροπος θα λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη του τα κριτήρια που απαριθμούνται στο ΄Αρθρο 49 του παρόντος Νόμου, όταν καθορίζει το εύρος και την φύση των κανονιστικών υποχρεώσεων που πρέπει να υιοθετηθούν προκειμένου να αντιμετωπισθεί η έλλειψη αποτελεσματικού ανταγωνισμού στις σχετικές αγορές.
(3) Πέραν της ενάσκησης των εξουσιών του στα πλαίσια της ανάλυσης αγορών σύμφωνα με το Μέρος 9 του παρόντος Νόμου, ο Επίτροπος θα προάγει επίσης τα συμφέροντα των πολιτών της Κύπρου και της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, διασφαλίζοντας, μεταξύ άλλων:
(α) ότι όλοι οι πολίτες θα έχουν πρόσβαση σε μια καθολική υπηρεσία στην Κύπρο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου,
(β) διασφαλίζοντας μια υψηλού επιπέδου προστασία για τους καταναλωτές κατά τις συναλλαγές τους με παροχείς, και ειδικότερα διασφαλίζοντας την διαθεσιμότητα απλών και ανέξοδων διαδικασιών επίλυσης διαφορών, πραγματοποιούμενες από επιτροπή η οποία είναι ανεξάρτητη από τα εμπλεκόμενα μέρη,
(γ) συμβάλλοντας στην διασφάλιση μιας υψηλού επιπέδου προστασίας για τα προσωπικά δεδομένα και την εμπιστευτικότητα,
(δ) προάγοντας την παροχή σαφών πληροφοριών, και ειδικότερα απαιτώντας διαφάνεια στις τιμές και όρους αναφορικά με την χρήση των δημόσιων διαθέσιμων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών,
(ε) εστιάζοντας στις ανάγκες ειδικών κοινωνικών ομάδων, και ειδικότερα των χρηστών με ειδικές ανάγκες, και
(στ) διασφαλίζοντας την διατήρηση της ακεραιότητας και ασφάλειας των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών.»
Στο ΄Αρθρο 20 του Νόμου καθορίζονται οι αρμοδιότητες και οι εξουσίες του Επιτρόπου, μεταξύ των οποίων είναι η ρύθμιση και ο καθορισμός πλαισίου χρεώσεων:-
«20. Αποτελεί αρμοδιότητα και εξουσία του Επιτρόπου, μεταξύ άλλων,
(α) ...........................................................................................................
(ιζ) να καθορίζει και ρυθμίζει με Απόφαση το πλαίσιο χρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων του κατώτατου και/ή ανώτατου ορίου τιμών, προς διασφάλιση θεμιτού και υγιούς ανταγωνισμού, και των αρχών της διαφάνειας και κοστοστρέφειας οποιωνδήποτε παροχέων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και/ή δημόσιων παροχέων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι οποίοι έχουν ορισθεί από τον Επίτροπο ως παροχείς καθολικής υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων παροχέων υπηρεσιών σταθερής φωνητικής τηλεφωνίας, ή αυτών που έχουν καθορισθεί από αυτόν ως έχοντες σημαντική ισχύ στη σχετική αγορά, κατά την άσκηση της αρμοδιότητας του που περιγράφεται στο Μέρος 9 του παρόντος Νόμου,»
΄Οπως προκύπτει από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης, ο Επίτροπος, προχώρησε στην έκδοσή της, αφού έλαβε υπόψη, μεταξύ άλλων, τις σχετικές πρόνοιες του Νόμου, την απόφασή του με την οποία η Αρχή καθορίστηκε ως οργανισμός με Σημαντική Ισχύ στην Αγορά Πρόσβασης στο δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο σε σταθερή θέση και τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τον κοστολογικό έλεγχο της Αρχής, όπως έχει προαναφερθεί.
Στο «Παράρτημα», το οποίο επισυνάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, καθορίστηκαν τα ακόλουθα κατώτατα όρια (κατώφλια) τιμών, για τα οποία επιβλήθηκε στην Αρχή υποχρέωση συμμόρφωσης:-
«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
[΄Αρθρο 4(1)]
|
Σύνδεση (ΛΚ)* |
Συνδρομή (πάγιο ετησίως) (ΛΚ)* |
PSTN |
50,91 |
97,57 |
ISDN BRA (βασικού ρυθμού 2B+D) |
108,95 |
154,82 |
ISDN PRA (πρωτεύοντος ρυθμού 30B+D) |
501,45 |
1220,77 |
»
Σύμφωνα με το αιτιολογικό της προσβαλλόμενης απόφασης:-
«Ο Επίτροπος Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων (εφεξής ΕΡΗΕΤ), λαμβάνοντας υπόψη:
..................................................................................................................
υιοθετεί τις ακόλουθες θέσεις σε σχέση με τα σημεία που θίγονται στη γνωμοδότηση της ΣΕ:
Προσιτές τιμές vs Αύξηση παγίου
Η αύξηση του παγίου δεν δημιουργεί θέμα 'έλλειψης προσιτότητας' αφού τα κριτήρια που χαρακτηρίζουν την προσιτότητα
· Ειδικά τιμολογιακά πακέτα για οικονομικά ασθενέστερα στρώματα
· Δυνατότητα καταναλωτή να ελέγχει την 'κατανάλωση' (δηλ. Αναλυτικοί λογαριασμοί και φραγές)
ικανοποιούνται από την υφιστάμενη νομοθεσία.
Αναϊσορρόπηση τιμών (πάγιο-σύνδεση-κλήσεις)
Η πλήρης αναϊσορρόπηση λιανικών τιμών ως μέσο εξάλειψης των στρεβλώσεων που τεχνητά χαμηλότερες ή ψηλότερες του κόστους λιανικές τιμές εισάγουν στην αγορά αποτελεί διακηρυγμένη πολιτική του ΕΡΗΕΤ τα τελευταία 3 χρόνια. Η ολοκλήρωση της αναϊσορρόπησης αναμένεται να λειτουργήσει ευεργετικά στη διαμόρφωση μιας ανταγωνιστικής αγοράς στην οποία δραστηριοποιούνται αποδοτικοί παροχείς υπηρεσιών/δικτύων.
Αξιολόγηση Απολογιστικών vs Προϋπολογιστικών αποτελεσμάτων κοστολογικού συστήματος ΑΤΗΚ
Για τους λόγους που επεξηγήθηκαν κατ' επανάληψη από το ΓΕΡΗΕΤ και κυρίως επειδή
· Με αναφορά στο σενάριο εξαγωγής τιμών λιανικών και χονδρικών για το 200(x+1), αποτελεί ευρωπαϊκή πρακτική, είτε να λαμβάνονται υπόψη τα απολογιστικά του 200(x-1) είτε να λαμβάνονται υπόψη τα απολογιστικά του 200(x-1) (ως οδηγός) και τα προϋπολογιστικά του 200x (τα οποία εξάγονται αφού ληφθούν υπόψη τα πραγματικά στοιχεία των πρώτων έξι μηνών του 200x). Ο λόγος είναι ότι, ιδανικά, την 1/1/200(x+1) η αγορά θα πρέπει να γνωρίζει τόσο τις λιανικές όσο και τις χονδρικές τιμές. Στην περίπτωση που χρησιμοποιούνταν τα απολογιστικά του έτους 200x (τα οποία θα ήσαν διαθέσιμα τον 6/200(x+1) τότε η κατάληξη της διαδικασίας θα οδηγούσε σε κοινοποίηση των λιανικών και χονδρικών τιμών τον 8/200(x+1). Σε τέτοια περίπτωση και λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι τα χονδρικά έχουν αναδρομική ισχύ, για 9 μήνες το 200(x+1) θα ισχύουν λιανικά από την προηγούμενη κοστολογική ανάλυση και χονδρικά από την τελευταία γεγονός που εν δυνάμει δημιουργεί στρεβλώσεις στην αγορά.
· Δεν είναι ορθό ούτε δίκαιο, μεσούσης της διαδικασίας να τροποποιείται η μεθοδολογία με την οποία προσεγγίζεται ο κοστολογικός έλεγχος με αποτέλεσμα να δημιουργείται ανασφάλεια και να αφήνονται ερωτηματικά στην αγορά.
διατηρώ τη θέση ότι η πρακτική αξιολόγησης των αποτελεσμάτων του κοστολογικού συστήματος ΑΤΗΚ ως ακολουθείται από το ΓΕΡΗΕΤ είναι η ενδεδειγμένη και ανταποκρίνεται στις πρόνοιες της νομοθεσίας.»
Το άρθρο 12(4) της Απόφασης 56/2006 - (Παράρτημα 2 στην ένσταση) - με την οποία καθορίστηκε η Αρχή ως οργανισμός με Σημαντική Ισχύ στην Αγορά και βάσει της οποίας επιβλήθηκαν σ' αυτήν διάφορες υποχρεώσεις, περιλαμβανομένης και εκείνης της κοστολόγησης Ελέγχου Τιμών, προνοεί τα ακόλουθα:-
«(4) Υποχρέωση Ελέγχου λιανικών τιμών μέσα από την υποχρέωση καθορισμού κοστοστρεφούς κατωτάτου ορίου (κατώφλι) των λιανικών τελών πρόσβασης (σύνδεση και μηνιαίο πάγιο) στο δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο σε σταθερή θέση, επιβάλλεται στην ΑΤΗΚ με τη δημοσίευση του Υποδείγματος Προσφοράς Υπηρεσίας για Παροχή Χονδρικής Ενοικίασης Γραμμής. Το κοστοστρεφές κατώτατο όριο τιμών που θα αποτελέσει το κατώφλι της λιανικής τιμής θα καθοριστεί βάσει της μεθόδου του Πλήρους Κατανεμημένου Κόστους (ΠΚΚ-FDC) από το σύστημα κοστολόγησης της ΑΤΗΚ μετά από έλεγχο του συστήματος αυτού από τον Επίτροπο.»
Από το σύνολο των στοιχείων που έχω παραθέσει, συνάγεται ότι ο Επίτροπος και σε δέουσα έρευνα προέβη και αιτιολόγησε επαρκώς την απόφασή του, η οποία είχε ως βάση το σύστημα κοστολόγησης της Αρχής, που περιλάμβανε τα απολογιστικά στοιχεία του 2005 και τα προϋπολογιστικά στοιχεία του 2006, τα οποία υποβλήθηκαν από αυτήν και ελέγχθηκαν από τον ίδιο, όπως όριζε η Απόφασή του 56/2006. Οι απόψεις της Αρχής είχαν τεθεί ενώπιον του Επιτρόπου και, συνεπώς, οι θέσεις της συνυπολογίστηκαν μαζί με όλα τα σχετικά στοιχεία για την υπόθεση.
Σημειώνεται ότι τα ζητήματα που εγείρονται στις αγορεύσεις των διαδίκων, κυρίως σε σχέση με την καταλληλότητα της μεθοδολογίας που ακολουθήθηκε και την αξιολόγηση του κοστολογικού συστήματος, αποτελούν θέματα τεχνικής φύσεως, κατά κανόνα, ανέλεγκτα από το Αναθεωρητικό Δικαστήριο. Είναι νομολογημένο ότι θέματα τέτοιας φύσης ανήκουν, κατ' εξοχήν, στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης και το έργο του δικαστηρίου εξαντλείται στη διαπίστωση του κατά πόσο έχει διενεργηθεί ή όχι η δέουσα έρευνα και έχει ληφθεί υπόψη κάθε τι που είναι σχετικό. Αντικείμενο της αίτησης ακυρώσεως δεν είναι η αναθεώρηση από το δικαστήριο των εκτιμήσεων του οργάνου που λαμβάνει την απόφαση ή η διαπίστωση από αυτό των πρωτογενών γεγονότων αλλά η διακρίβωση της επάρκειας της έρευνας - (βλ. Δημοκρατία ν. C. Kassinos Constr. Ltd (1990) 3 Α.Α.Δ. 3835, Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345, Γεωργίου ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λ/κας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 475, Πιερίδη ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2007) 3 Α.Α.Δ. 543 και Στόρεϋ ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 113).
Θεωρώ ότι η επίδικη απόφαση εμπίπτει στα πλαίσια των εξουσιών του Επιτρόπου, όπως αυτές καθορίζονται από το Νόμο.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με €1.200,00 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ