ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
[Υπόθεση Αρ. 66/2007]
10 Mαΐου, 2010
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΧΡ. ΒΕΖΟΥΒΙΟΣ
2. ΜΑΡΙΑ Α. ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ
3. ΟΥΡΑΝΙΑ ΒΕΖΟΥΒΙΟΥ ΤΟΥΡΒΑΛΙΔΟΥ
Αιτητές
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Καθ' ων η αίτηση
Ν. Μουχταρούδης για τους αιτητές.
Θ. Πιπερή, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η προσφυγή αφορά στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 27.10.2006, με αρ. 1043, με την οποία, αφού απορρίφθηκαν ενστάσεις που εμπροθέσμως υποβλήθηκαν, μεταξύ των οποίων και εκείνη των αιτητών, ενέκρινε την τροποποίηση του Τοπικού Σχεδίου Λεμεσού. Το δυσμενές για τους αιτητές αποτέλεσμα συνίστατο στο ότι το κτήμα τους, με αρ. εγγραφής 21665, Φ/Σχ. 53/48, τεμάχιο 5, έκτασης 31773 τ.μ. στην τοποθεσία Καυκάλλα του Καρμιού, στα Κάτω Πολεμίδια της Επαρχίας Λεμεσού, δεν εντάχθηκε στη ζώνη οικιστικής ανάπτυξης αλλά παρέμεινε στη γεωργική ζώνη Γα4.
Οι καθ' ων η αίτηση δεν είχαν προβάλει, με την ένσταση ή τη γραπτή τους αγόρευση, κάποιας μορφής προδικαστική ένσταση. Κατά τις διευκρινίσεις, όμως, έθεσαν θέμα σε σχέση με τη νομιμοποίηση των αιτητών. Υποστήριξαν πως, επειδή με την προσβαλλόμενη τροποποίηση του Τοπικού Σχεδίου δεν επηρεάστηκε αρνητικά το τεμάχιο των αιτητών αφού αυτό παρέμεινε στη γεωργική ζώνη όπως ήταν και προηγουμένως, δεν προκύπτει δυσμενής επηρεασμός τους. Επικαλούνται συναφώς το άρθρο 15 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1992 (Ν. 90/72 όπως τροποποιήθηκε) σύμφωνα με το οποίο «τοπικόν σχέδιον θεωρείται ως τροποποιηθέν υφ' οιουδήποτε Σχεδίου Περιοχής καθ' ην έκτασιν το τελευταίον τούτο διαφέρει του Τοπικού Σχεδίου». Δεν μπορώ να συμφωνήσω πως τη λύση στο θέμα την παρέχει το άρθρο 15. ΄Εχουμε την απόφαση της Ολομέλειας στην Κωνσταντίνου κ.α. ν. Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 146 και δεν συμμερίζομαι την άποψη των καθ' ων η αίτηση πως εκείνη διαφοροποιείται επειδή δεν εκδόθηκε με αναφορά στο πιο πάνω άρθρο αλλά, όπως υποστήριξαν, «με βάση τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου». Το ερώτημα στην πιο πάνω υπόθεση ήταν ακριβώς το ίδιο και η απάντηση διέρχεται μέσα από τις πρόνοιες του Νόμου σε σχέση με το δικαίωμα ιδιοκτητών γης, όπως οι αιτητές, να υποβάλουν ένσταση, τις οποίες ακριβώς επικαλούνται και οι αιτητές εν προκειμένω, των οποίων η ένσταση εξετάστηκε και απορρίφθηκε επί της ουσίας. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας στην πιο πάνω υπόθεση που εξέδωσε η Παπαδοπούλου, Δ., στη βάση του οποίου καταλήγω πως οι αιτητές νομιμοποιούνται:
«Η ανταπόκριση των εφεσειόντων στη Γνωστοποίηση και η υποβολή ένστασης αποτελούσε άσκηση δικαιώματος, που παρέχεται από το Νόμο - (Άρθρο 34Α). Το γεγονός ότι οι τροποποιήσεις των Ζωνών, που ακολούθησαν την εξέταση των ενστάσεων, δε διαφοροποίησαν την κατάσταση στην οποία βρισκόταν το τεμάχιο των εφεσειόντων από το 1992, δεν είναι αρκετό για να τους στερήσει το έννομο συμφέρον προσβολής των Ζωνών, αφού με αυτές, ουσιαστικά, απορρίφθηκε και η ένσταση που υπέβαλαν στη βάση του Νόμου. Η αναφορά δε στη δυνατότητα άσκησης προσφυγής κατά της αρχικής ένταξης στη Ζώνη Γ3 και στο επακόλουθο ζήτημα της προθεσμίας παραγνωρίζει πως πλέον, με τη νέα Γνωστοποίηση, διαμορφώθηκε νέα κατάσταση, υπό το φως νέας κρίσης, η οποία, βεβαίως, περιλάμβανε και την άποψη πως, παρά την ένσταση των εφεσειόντων, δεν εδικαιολογείτο αλλαγή και ως προς το γειτονικό τεμάχιο».
Επί της ουσίας, αφού εγκαταλείφθηκαν διάφοροι ισχυρισμοί, παρέμεινε ως το κρίσιμο, το ζήτημα της αιτιολόγησης της απόρριψης της ένστασης των αιτητών. Η τροποποίηση στο Τοπικό Σχέδιο και οι ενστάσεις που υποβλήθηκαν διήλθαν μέσα από τις διαδικασίες της Επιτροπής Μελέτης Ενστάσεων, της Επιτροπής Πολεοδομικού Συμβουλίου και του Πολεοδομικού Συμβουλίου. Συζητήθηκαν τα κριτήρια στη βάση των οποίων θα λαμβάνονταν οι αποφάσεις και, ως προς τους αιτητές, η εισήγηση της Επιτροπής Μελέτης Ενστάσεων για την απόρριψη της ένστασής τους, στηρίχτηκε στην εκτίμηση ότι το κτήμα τους βρίσκεται «σε περιοχή όπου οποιαδήποτε επέκταση των Οικιστικών Ζωνών θα ήταν πρόωρη». Αυτή η εκτίμηση διατρέχει όλα τα στάδια περιλαμβανομένης και της Έκθεσης του Υπουργείου Εσωτερικών την οποία το Υπουργικό Συμβούλιο αποδέχτηκε απορρίπτοντας την ένσταση των αιτητών. Όπως αναγνώρισαν και οι καθ' ων η αίτηση, η αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης εξαντλείται στην πιο πάνω φράση. Είναι σαφώς η εισήγησή τους πως αυτή η αιτιολόγηση είναι επαρκής αφού εμπεριέχει την ουσιαστική κρίση της διοίκησης επί ενός τεχνικής φύσης θέματος. Όπως χαρακτηριστικά το θέτουν, η οικιστική ζώνη πρέπει κάπου να σταματήσει και το Ανώτατο Δικαστήριο δεν δικαιολογείται να παρέμβει σε σχέση με την ουσία αυτής της κρίσης.
Σε συμφωνία προς την άποψη των αιτητών θεωρώ πως, ενόψει των ιδιαίτερων δεδομένων της παρούσας υπόθεσης, πράγματι η αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης είναι ανεπαρκής. Τα μέρη, με κοινές δηλώσεις κατά τις διευκρινίσεις και με την παρουσίαση και σχολιασμό σχεδίων, βοήθησαν στην αποκρυστάλλωση της πραγματικής κατάστασης. Αφήνοντας τα επουσιώδη, τα πιο κάτω συνθέτουν όσα δέχομαι πως συνιστούν ιδιαίτερα δεδομένα που επέβαλλαν ειδική αιτιολόγηση.
Το κτήμα του αιτητή σχηματίζει, μαζί με άλλα, ό,τι περιγράφηκε ως είδος οροπεδίου. Από τη μια και από την άλλη πλευρά υπάρχει «λαξιά» και αυτά τα κτήματα είναι υπερυψωμένα, ως μεγάλη λωρίδα που καταλήγει σε γη που ανήκει σε Τουρκοκυπρίους. Οι ιδιοκτήτες των κτημάτων αυτής της λωρίδας υπέβαλαν ενστάσεις και, με την εξαίρεση εκείνης των αιτητών, αυτές εγκρίθηκαν. Επομένως, το μεγαλύτερο μέρος της λωρίδας εντάχθηκε στην οικιστική ζώνη. Θεωρώ πως η απόρριψη της ένστασης των αιτητών, με αποτέλεσμα να παραμείνει εκτός της οικιστικής ζώνης η κορυφή της λωρίδας θα έπρεπε να είχε αιτιολογηθεί ειδικά για να απαντώνται τα ερωτήματα που προκύπτουν εξ αντικειμένου, από τη διάσπαση, με τον τρόπο που περιγράφηκε, μιας περιοχής που εμφανίζεται να αποτελεί είδος ενιαίου συνόλου. Ώστε να μην παρέχεται και περιθώριο για τη μομφή, μεταξύ άλλων, της μεροληψίας και της παράβασης της αρχής της ισότητας. (Βλ. συναφώς τη Νεόφυτος Ζαβρίδης ν. Υπουργικού Συμβουλίου, Προσφυγή 1676/2005, ημερομηνίας 12.2.2008).
Η προσφυγή επιτυγχάνει με €2.000 έξοδα πλέον ΦΠΑ. Η προσβαλλόμενη απόφαση, σε σχέση με την απόρριψη της ένστασης των αιτητών, ακυρώνεται.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
/μσιαμπαρτά