ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Συνεκδ. Υποθέσεις Αρ. 593/2007 και 613/2007)

 

10 Μαΐου, 2010

 

[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

(Υπόθεση Αρ. 593/2007)

 

ΜΑΡΙΟΣ ΠΕΥΚΑΡΟΣ,

 

Αιτητής,

 

ν.

 

1.    ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

2.    ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

 

Καθ΄ων η αίτηση.

_______________

 

(Υπόθεση Αρ. 613/2007)

 

ΓΛΑΥΚΟΣ ΚΑΡΙΟΛΟΥ,

 

Αιτητής,

 

ν.

 

1.    ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

2.    ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

 

Καθ΄ων η αίτηση.

_______________

 

 

 

Γ. Σεραφείμ, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 593/07.

Μ. Καλλιγέρου (κα), για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 613/07.

Χρ. Μ. Τριανταφυλλίδης, για τους Καθ΄ων η αίτηση 1.

Μ. Σπηλιωτοπούλου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση 2.

Α. Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.:  Οι αιτητές Μάριος Πεύκαρος και Γλαύκος Καριόλου με τις παρούσες προσφυγές τους αξιώνουν ακύρωση της απόφασης του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού, καθ΄ ων η αίτηση 1 (στο εξής «ο Οργανισμός»), ημερομηνίας 24.10.2006, η οποία εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο, καθ΄ ων η αίτηση 2, στις 12.12.2006, η οποία τους κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερομηνίας 5.3.2007, σύμφωνα με την οποία στη θέση Γενικού Διευθυντή του Οργανισμού διορίστηκε με σύμβαση πενταετούς διάρκειας η κα Φοίβη Κατσούρη, το ενδιαφερόμενο μέρος.

 

Οι δύο προσφυγές συνεκδικάστηκαν γιατί έχουν κοινό νομικό και πραγματικό υπόβαθρο.

 

Η θέση του Γενικού Διευθυντή του Οργανισμού κενώθηκε στις 30.9.2004.  Το Διοικητικό Συμβούλιο του Κ.Ο.Τ. αποφάσισε την προκήρυξη της επίδικης θέσης με βάση το σχέδιο υπηρεσίας το οποίο είχε εγκριθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 30.12.2005.  Μετά τη σχετική δημοσίευση υποβλήθηκαν συνολικά 31 αιτήσεις, μεταξύ των οποίων και αυτές των αιτητών και του ενδιαφερόμενου μέρους.

 

Τις αιτήσεις αρχικά αξιολόγησε διμελής συμβουλευτική επιτροπή η οποία διορίστηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού.  Η αξιολόγηση της επιτροπής υποβλήθηκε με σχετικά σημειώματα στο Διοικητικό Συμβούλιο.

 

Αναφορικά με τον αιτητή Καριόλου η επιτροπή ενημέρωσε το Συμβούλιο του Οργανισμού ότι μετά από επιβεβαιωτική επιστολή του ΚΥΣΑΤΣ ότι το μεταπτυχιακό δίπλωμά του που απονέμεται από το Μεσογειακό Ινστιτούτο Διεύθυνσης, αποτελεί αναγνωρισμένο μεταπτυχιακό προσόν διάρκειας ενός έτους σε θέματα διεύθυνσης για σκοπούς εργοδότησης στη δημόσια υπηρεσία, ο συγκεκριμένος αιτητής θεωρείται ότι κατέχει τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα.

 

Κατά την ίδια συνεδρία το Συμβούλιο μελέτησε τα σημειώματα της συμβουλευτικής επιτροπής και αποφάσισε να καλέσει σε προσωπική συνέντευξη 19 υποψήφιους, οι οποίοι έκρινε ότι κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα.  Μεταξύ αυτών οι αιτητές και το ενδιαφερόμενο μέρος.

 

Προτού ολοκληρωθεί η διαδικασία παρατηρήθηκε διαφοροποίηση στη σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου ύστερα από την υπουργοποίηση του τότε προέδρου του Συμβουλίου.  Μετά από νομική γνωμάτευση αποφασίστηκε ότι η όλη διαδικασία θα έπρεπε να γίνει από την αρχή με αξιολόγηση των υποψηφίων που έχουν ήδη υποβάλει αίτηση, χωρίς δηλαδή εκ νέου προκήρυξη της θέσης.  Αποφασίστηκε επίσης η σύσταση εκ νέου συμβουλευτικής επιτροπής, με τα ίδια μέλη, η οποία θα υπέβαλλε σημείωμα στο Συμβούλιο αναφορικά με το ποιοι πληρούν και ποιοι όχι τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα.

 

Στη συνέχεια το Συμβούλιο αφού μελέτησε το σημείωμα της συμβουλευτικής, διεξήλθε τις αιτήσεις των υποψηφίων και αποφάσισε να κληθούν σε προφορική εξέταση 19 υποψήφιοι, οι οποίοι πληρούσαν τα απαιτούμενα προσόντα.  Μεταξύ αυτών ήταν οι αιτητές και το ενδιαφερόμενο μέρος.

 

Στις 22 και 23.9.2006 οι υποψήφιοι υποβλήθηκαν σε προφορική εξέταση.  Οι ερωτήσεις που τους υποβλήθηκαν ήταν καθορισμένες από το Συμβούλιο και καταγράφηκαν.  Στα πρακτικά του Συμβουλίου ημερομηνίας 24.10.2006, καταγράφεται η συνολική αξιολόγηση του κάθε υποψηφίου, όπως εξάγεται από τις εντυπώσεις που αποκόμισε το κάθε μέλος του Συμβουλίου.

 

Το ενδιαφερόμενο μέρος αξιολογήθηκε ως «εξαίρετη», ενώ οι αιτητές Πεύκαρος και Καριόλου ως «πολύ καλός» και «καλός» αντιστοίχως.

 

Ακολούθως το Συμβούλιο έκρινε ομόφωνα ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε έναντι των άλλων υποψηφίων καθότι αξιολογήθηκε ομόφωνα ως εξαίρετη στην προφορική συνέντευξη.  Υπερτερούσε ακόμα των άλλων υποψηφίων σε διοικητική, εκτελεστική και οργανωτική πείρα σχετική με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης, καθώς και στη γνώση των συνθηκών που επικρατούν στην Κύπρο σε σχέση με τον τουριστικό τομέα, την οικονομία, καθώς και στη σχετική με τις αρμοδιότητες του Οργανισμού νομοθεσία και κανονισμούς.

 

Το Συμβούλιο επισήμανε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν κατέχει το πλεονέκτημα του σχεδίου υπηρεσίας «μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο», εν τούτοις σημείωσε ότι έχει εμφανή υπεροχή σε διευθυντική, οργανωτική, διοικητική και εκτελεστική πείρα, καθώς επίσης και ευρεία γνώση των συνθηκών στην Κύπρο και το εξωτερικό.

 

Η απόφαση εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 12.12.2006 σύμφωνα με το άρθρο 3(3) των περί Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Διορισμοί Γενικών Διευθυντών) Νόμων του 1990-2006, και το άρθρο 6(1)(β) των περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού Νόμων του 1969 έως 2005.

 

Ο αιτητής στην προσφυγή υπ΄ αρ. 593/2007 Μ. Πεύκαρος υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί λόγω έλλειψης επαρκούς αιτιολογίας για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος, όπως αυτό καθορίζεται από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης και πλάνη περί της πραγματικής υπεροχής του σε πείρα.

 

Στο σχετικό πρακτικό ημερομηνίας 24.10.2006 σημειώνεται ότι ο αιτητής κατέχει το πλεονέκτημα του σχεδίου υπηρεσίας, δηλαδή μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους, ενώ παράλληλα καταγράφεται ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν διαθέτει το πλεονέκτημα.

 

Το Συμβούλιο σημείωσε ότι ορισμένοι μη επιλεγέντες υποψήφιοι, κατέχουν το πλεονέκτημα, σε αντίθεση με το ενδιαφερόμενο μέρος, αλλά ήταν της γνώμης ότι η εμφανής υπεροχή της σε διευθυντική και οργανωτική πείρα, καθώς και στην ευρεία γνώση των συνθηκών στην Κύπρο, μαζί με τη γενική εξαίρετη εντύπωση που άφησε με την προσωπική της συνέντευξη, καταλήγουν σε εμφανή υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους έναντι όλων των άλλων υποψηφίων.

 

Παράνομα, υποστηρίζει ο αιτητής, οι καθ΄ ων η αίτηση έλαβαν υπ΄ όψιν, όπως προκύπτει από το πρακτικό, τα πιο πάνω στοιχεία και παρέκαμψαν το πλεονέκτημά του, επιλέγοντας το ενδιαφερόμενο μέρος.

 

Όπως έχει κατ΄ επανάληψη νομολογηθεί η καλύτερη απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση δεν εκτοπίζει την κατοχή του πλεονεκτήματος.  Ακόμα κι΄ αν αυτή η διαφορά είναι μεγάλη, δεν αντισταθμίζει το πλεονέκτημα που παρέχει το πρόσθετο προσόν.

 

Στην υπόθεση Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 862/2007, ημερ. 3.4.2009, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου επανέλαβε ό,τι είχε αποφασιστεί στην υπόθεση Δημοκρατία κ.α. ν. Γερμανού κ.α. (2005) 3 Α.Α.Δ. 93, ότι η καλύτερη απόδοση στη συνέντευξη δεν εκτοπίζει την κατοχή του πλεονεκτήματος.

 

Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε το θέμα της διαφοράς της απόδοσης των υποψηφίων σε προφορική εξέταση στην περίπτωση παραγνώρισης προβλεπόμενου από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης πλεονεκτήματος δείχνει, όπως τέθηκε από την Ολομέλεια στην υπόθεση Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω, την αποφασιστικότητα της νομολογίας να περιορίσει τη σημασία της συνέντευξης έναντι, λίγο πολύ, αντικειμενικών κριτηρίων όπως η κατοχή του πλεονεκτήματος ή η σύσταση του προϊσταμένου.  Υπενθυμίζεται ότι προς παραγνώριση τόσο της σύστασης, όσο και του πλεονεκτήματος απαιτείται ειδική, επαρκής αιτιολογία.

 

Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Γερμανού κ.α., ανωτέρω, επισημάνθηκε ότι και σε παρόμοια περίπτωση στην υπόθεση Αντωνίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 806/99, ημερ. 22.6.2000, η βαθμολογική διαφορά της προφορικής συνέντευξης, που προβλήθηκε ως ειδική αιτιολογία ήταν μεγάλη.  Το Δικαστήριο ακυρώνοντας την επίδικη πράξη σημείωσε ότι  η καλύτερη απόδοση στην προφορική εξέταση δεν αποτελεί εξειδίκευση των λόγων που αντισταθμίζουν το πλεονέκτημα που παρέχει το πρόσθετο προσόν για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης (βλ. επίσης Σιδερά ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 2540, 2543).

 

Επιπροσθέτως η καταγραφή στο πρακτικό για υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους σε διευθυντική, οργανωτική, διοικητική και εκτελεστική πείρα έναντι του αιτητή είναι τουλάχιστον πεπλανημένη, όπως υποστηρίζει ο αιτητής και σίγουρα δεν μπορεί να αποτελέσει πειστική ειδική αιτιολογία για την παραγνώριση του πλεονεκτήματός του.

 

Θα συμφωνήσω και εδώ με τον αιτητή.  Τα πιο πάνω στοιχεία απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης ως προσόντα και ως τέτοια δεν μπορούν κατά τη γνώμη μου να αποτελέσουν την ειδική αιτιολογία που απαιτείται για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος του αιτητή.  Κρίθηκε τόσο από τη συμβουλευτική επιτροπή, όσο και από το Συμβούλιο ότι τόσο ο αιτητής, όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα και συνεπώς δεν μπορεί να προσδοθεί υπέρτερη δύναμη στα στοιχεία αυτά υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους.  Μπορεί στο σημείο αυτό να σημειωθεί ότι και από το διοικητικό φάκελο του αιτητή, κάθε άλλο παρά πενιχρή φαίνεται η σχετική του πείρα.

 

Συνεπώς ο αιτητής στην προσφυγή υπ΄ αρ. 593/07 επιτυγχάνει ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, μια και οι καθ΄ ων η αίτηση δεν έδωσαν επαρκή πειστική αιτιολογία για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος που ο ίδιος κατείχε.

 

Ο αιτητής στην προσφυγή υπ΄αρ. 613/07, Γ. Καριόλου, υποστηρίζει ότι οι καθ΄ ων η αίτηση εξέδωσαν την προσβαλλόμενη απόφαση υπό πλάνη περί τα πράγματα ή έλλειψη δέουσας έρευνας ως προς τα προσόντα του.  Συγκεκριμένα υποστηρίζει ότι η συμβουλευτική επιτροπή με έκθεσή της προς το Συμβούλιο ημερομηνίας 7.9.2006, κατέγραψε πως διαπίστωσε ότι 19 υποψήφιοι ήταν προσοντούχοι, συμπεριλαμβανομένων του ιδίου και του ενδιαφερόμενου μέρους.  Παρέπεμψε δε στο Παράρτημα ΙΙ της έκθεσής της, όπου καταγράφονται τα στοιχεία των υποψηφίων.  Για τον αιτητή καταγράφεται στα προσόντα ότι είναι κάτοχος MIM Post-Graduate Diploma in Management, 1985.  Υπό τον τίτλο «Άλλα Προσόντα» καταγράφεται, μεταξύ άλλων, ότι είναι κάτοχος του Diploma in Yacht and Boatyard Management (3 years), 1976 του Southampton College of Technology.  Αργότερα το Διοικητικό Συμβούλιο στη συνεδρία του ημερομηνίας 7.9.2006 υιοθέτησε και αποδέχτηκε την κρίση της συμβουλευτικής επιτροπής αναφορικά με τους προσοντούχους υποψηφίους.    Σε καμιά από τις συνεδρίες που ακολούθησαν, υποστηρίζει ο αιτητής, δεν έγινε οποιαδήποτε ειδική διαπίστωση με καταγραμμένη σχετική δέουσα έρευνα ως προς τα προσόντα του.

 

Ο αιτητής υποστηρίζει ότι το πτυχίο του Yacht and Boatyard Management ήταν πτυχίο στη Διοίκηση Επιχειρήσεων, προσόν που αναφερόταν διαζευκτικά στο σχέδιο υπηρεσίας, αφού αφορούσε στη Διοίκηση Ναυπηγικών Μονάδων και Μαρίνων.  Συνεπώς πεπλανημένα και χωρίς τη δέουσα έρευνα θεωρήθηκε ως προσοντούχος για τη θέση με βάση το μεταπτυχιακό του τίτλο Post Graduate Diploma in Management, 1985 (MIM) το οποίο κάλλιστα θα μπορούσε να αποτελέσει το απαιτούμενο από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης πλεονέκτημα, κάτι που δεν έγινε.

 

Άνκαι, όπως έχει λεχθεί επανειλημμένα, η ερμηνεία και εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας επαφίεται στην κρίση του διοικητικού οργάνου και η δικαστική επέμβαση επιτρέπεται μόνο στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες η ερμηνεία που δίδεται δεν είναι εύλογα επιτρεπτή (Δημοκρατία κ.α. ν. Γερμανού, ανωτέρω), νομίζω ότι στην παρούσα περίπτωση επιβάλλεται η επέμβαση του δικαστηρίου.

 

Ενδεχομένως, ο τίτλος του διπλώματος του αιτητή Diploma in Yacht and Boatyard in Management, καταδεικνύει εκ πρώτης όψεως ότι είναι πτυχίο στη διοίκηση.  Επειδή στο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης ως απαιτούμενο προσόν καταγράφεται, μεταξύ άλλων, τίτλος στα οικονομικά, διοίκηση επιχειρήσεων, μάρκετινγκ, τουρισμός κλπ, θεωρώ ότι δυνατόν να μπορεί να σχετιστεί με τη διοίκηση.  Το δικαστήριο βέβαια δεν μπορεί να προβεί σε πρωτογενή κρίση.  Οι καθ΄ων η αίτηση θα έπρεπε να προβούν στη δέουσα έρευνα σχετικά με την υπόσταση και τη σχετικότητα του εν λόγω διπλώματος του αιτητή με τη διοίκηση επιχειρήσεων, μέσα στα πλαίσια της αξιολόγησης των προσόντων του.  Καμιά τέτοια ένδειξη δεν υπάρχει στα πρακτικά με αποτέλεσμα να φαίνεται ότι ο αιτητής κρίθηκε ως προσοντούχος βάσει του μεταπτυχιακού του.

 

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω και κάτω από πλάνη ή έλλειψη δέουσας έρευνας οι καθ΄ ων η αίτηση έχουν αγνοήσει ή καλύτερα δεν έχουν αξιολογήσει δεόντως τα διπλώματα του αιτητή με αποτέλεσμα να του στερηθεί ενδεχομένως η δυνατότητα αναγνώρισης κατοχής του πλεονεκτήματος. Η θέση ότι το δίπλωμα του αιτητή δεν είναι πανεπιστημιακού επιπέδου και δεν περιλαμβάνεται στα απαιτούμενα προσόντα και γι΄ αυτό ο αιτητής κρίθηκε προσοντούχος με βάση το μεταπτυχιακό του δίπλωμα, επιχείρημα που προβλήθηκε στις γραπτές αγορεύσεις από τους δικηγόρους των καθ΄ ων η αίτηση και του ενδιαφερόμενου μέρους, είναι απορριπτέο για ένα απλό λόγο.  Όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί, αιτιάσεις που δίδονται εκ των υστέρων από τους δικηγόρους των μερών για να αιτιολογήσουν ή να στηρίξουν τη νομιμότητα της πράξης, δεν μπορούν να ληφθούν υπ΄ όψιν.

 

Όπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 281 και επαναλήφθηκε στη Φιλή ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 651 κανένα χαρτί που εμφανίζεται ως δίπλωμα ξένου πανεπιστημίου, φέρει στην Κύπρο αυτόματα το τεκμήριο, πρώτο, ότι προέρχεται από αναγνωρισμένο πανεπιστήμιο και δεύτερο, ότι έχει τη συνήθη αξία, ακόμη και εν όψει ενδείξεων ότι δεν υπήρξε η συνήθης φοίτηση.  Πρόκειται για ζητήματα που πρέπει να διερευνώνται για τη λήψη σχετικής απόφασης.

 

Εν όψει όλων των πιο πάνω οι προσφυγές επιτυγχάνουν και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με €1.800 έξοδα εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση και υπέρ καθ΄ ενός των αιτητών, πλέον Φ.Π.Α.

 

 

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΜΔ          

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο