ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Συνεκδικαζόμενες Υπόθ. Αρ. 175/2009 και 242/2009 )

 

31 Μαΐου, 2010

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

(Υπόθεση Αρ. 175/2009)

ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΑΒΒΑ,

Αιτητής,

ν.

 

ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.    ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ,

2.    ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

 

(Υπόθεση Αρ. 242/2009)

ΒΑΣΟΥΛΛΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ,

Αιτήτρια,

ν.

 

 ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.    ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ,

2.    ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

 

_ _ _ _ _ _

 

Σπ. Αρότης, για τον Αιτητή στην 175/2009.

Στ. Μαξούτη, για την Αιτήτρια στην 242/2009.

Φ. Κωμοδρόμος, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο αιτητής αρχιαστυφύλακας και η αιτήτρια αναπληρωτής λοχίας στην  Αστυνομική Διεύθυνση, προσβάλλουν αντιστοίχως την προαγωγή των 14 ενδιαφερομένων μερών στη θέση λοχία στην εν λόγω υπηρεσία από 11.12.08. Η προσφυγή αρ. 242/09 αποσύρθηκε εναντίον των ενδ. μερών. 4, 7, 8, 11, 13 και 14.

 

Οι προαγωγές έγιναν με βάση τους περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμούς του 2004, ΚΔΠ 214/2004 (όπως έχουν τροποποιηθεί).

 

Η Επιτροπή Αξιολόγησης προχώρησε σύμφωνα με τον Καν. 7 στη συμπλήρωση ειδικού εντύπου αξιολόγησης για τον κάθε υποψήφιο χωριστά και ετοίμασε κατάλογο όλων των υποψηφίων για προαγωγή κατά σειρά βαθμολογίας. Αντίγραφο του καταλόγου παρέδωσε στον Αστυνομικό Διευθυντή ή Διοικητή Μονάδας ανάλογα με την περίπτωση και ακολούθως υπέβαλε τον εν λόγω κατάλογο μαζί με τα έντυπα αξιολόγησης, στον Πρόεδρο της Επιτροπής Εξέτασης Ενστάσεων. Ο κατάλογος αναρτήθηκε σε όλες τις Αστυνομικές Διευθύνσεις και Μονάδες ταυτόχρονα.

 

Η Επιτροπή Εξέτασης Ενστάσεων, κατάρτισε στη συνέχεια κατάλογο, στον οποίο σημειώθηκε η βαθμολογία των υποψηφίων μετά την εξέταση των ενστάσεων, κατά σειρά βαθμολογίας, και συνέταξε έκθεση αιτιολογώντας τις αποφάσεις της επί των ενστάσεων. Απάντησε επίσης γραπτώς σε κάθε υποψήφιο που υπέβαλε ένσταση.

 

Επειδή οι κενές θέσεις του Λοχία ήταν 20 και στον τελικό κατάλογο συμπεριλαμβάνονταν υποψήφιοι μέχρι τετραπλάσιο αριθμό (Καν.7(7)) , ο τελικός κατάλογος είχε 82 μέλη καθότι υπήρξε ισοβαθμία στην 80ή θέση. Τόσο οι αιτητές όσο και τα ενδ. μέρη είχαν εξασφαλίσει το 50%  της συνολικής βαθμολογίας μετά την εξέταση των ενστάσεων και συμπεριλήφθησαν στον τελικό κατάλογο που υποβλήθηκε στο Συμβούλιο Κρίσης. Το Συμβούλιο Κρίσης κάλεσε όλους τους υποψηφίους σε συνέντευξη κατά την οποία αξιολογήθηκε η  ικανότητα έκφρασης, η αυτοπεποίθηση, η εμφάνιση και η εντύπωση ως προς την κρίση του υποψηφίου, οι γνώσεις πάνω σε θέματα πρακτικής αστυνομικής εφαρμογής καθώς και γενικές γνώσεις για το ρόλο της Αστυνομίας.

 

Το Συμβούλιο Κρίσης αφού συνυπολόγισε τη βαθμολογία της Επιτροπής Αξιολόγησης, όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά την εξέταση των ενστάσεων, καθώς και τη βαθμολογία της προσωπικής συνέντευξης, κατάρτισε πίνακα όλων των υποψηφίων που συστήθηκαν για προαγωγή  κατά σειρά βαθμολογίας.

 

Ο αιτητής συγκέντρωσε συνολική βαθμολογία 57,10 μονάδες. Και  η βαθμολογία του ήταν η  33η υψηλότερη. Η αιτήτρια στην 242/09 κατετάγη 35η με 57 μονάδες. Εκείνη των ενδιαφερομένων μερών ήταν η 14η για τον Μιχ. Ιακωβίδη (ενδ. μέρος1) (58,60),  η 12η για τον Κυριάκο Μιχαήλ (ενδ. μέρος2) (58,69), η 10η για τον Π. Κωνσταντίνου (ενδ. μέρος 3) (58,85), η 3η για τον Σωτ. Καπλάνη (ενδ. μέρος 4) (60,30),  η 11η για τον Χρ. Πογιατζή (ενδ. μέρος 5) (58,80), η 8η για την Αθηνά Φαρμακά Παμπορή (ενδ. μέρος 6) (59,15), η 6η για τη Φωτεινή Ανδρέου (ενδ. μέρος 7) (59,38), η 2η για το Στ. Γαβριήλ (ενδ. μέρος 8) (60,70), η 13η για το Ζ. Ζαχαρίου (ενδ. μέρος 9) (58,60), η 9η για τον Ευρ. Ανδρέου (ενδ. μέρος 10) (59,08), η 4η για τον Κλ. Χρυσάνθου (ενδ. μέρος 11) (60,25), η 7η για τη Δ. Μιχαήλ (ενδ. μέρος 12) (59,20), η 5η για το Γ. Κωνσταντίνου (ενδ. μέρος 12) (59,65) και η 1η για το Γιαννακό Γιαννακού (ενδ. μέρος14) (60,90).

 

Ο πίνακας των συστηνομένων υποψηφίων κατά σειρά για προαγωγή μαζί με τα έντυπα της Επιτροπής Αξιολόγησης και του Συμβουλίου Κρίσης, υποβλήθηκαν από το Συμβούλιο Κρίσης στον Αρχηγό.  Ο Αρχηγός, αφού έλαβε υπόψη στο σύνολό τους όλα τα στοιχεία που αφορούσαν τον κάθε υποψήφιο σύμφωνα με τον Κανονισμό 9(7) των Περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 214/2004), και ενεργώντας βάσει  του Άρθρου 17 του περί Αστυνομίας Νόμου 73(1)/2004, ακολούθησε, καθώς ανέφερε, πιστά τη σειρά βαθμολογίας στον Πίνακα και αποφάσισε την προαγωγή των ενδ. μερών, αφού εξασφάλισε στις 11/12/08 από   τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως την κατά νόμο έγκρισή του. Οι προαγωγές δημοσιεύτηκαν στις  Εβδομαδιαίες Διαταγές με αύξοντα αρ.50, Μέρος ΙΙ, ημερ.15.12.08.

 

Ένας από τους λόγους ακύρωσης που προβλήθηκαν στρέφεται εναντίον της  έγκρισης. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των αιτητών, δεν φαίνεται από τη διατύπωση της επιστολής προς τον Αρχηγό Αστυνομίας να υπήρξε αιτιολογημένη έγκριση του ίδιου του Υπουργού.

 

 Σύμφωνα με το αρ. 17(1) του περί Αστυνομίας Νόμου 73(1)/06 «Τα μέλη της Αστυνομίας μέχρι και του βαθμού του Ανώτερου Υπαστυνόμου διορίζονται εγγράφονται, προάγονται  και απολύονται από τον Αρχηγό με την έγκριση του Υπουργού». Η κατά νόμον απαιτούμενη έγκριση της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης από τον Υπουργό, αποτελεί ουσιώδη τύπο τελείωσης της προκειμένου να καταστεί εκτελεστή. Οι καθ' ων η αίτηση επισύναψαν στην γραπτή τους αγόρευση ως παράρτημα 2 την πρώτη σελίδα της επιστολής του Αρχηγού προς τον Υπουργό ημερ. 18.11.08,  όπου υπάρχει αναγραφή (ιδιόχειρα) από τον Υπουργό της λέξης «εγκρίνεται», με την υπογραφή του ημερ. 5.12.08. Δεν είναι βέβαια αναγκαία οποιαδήποτε αιτιολογία ή η καταγραφή της απόφασης του σε πρακτικό. Η πιο πάνω υπογραφή του Υπουργού και η επακόλουθη εγκριτική επιστολή (παράρτημα Κ στην ένσταση), ήταν αρκετά προκειμένου να τελειωθεί η προαγωγική διαδικασία. Σύμφωνα, εξάλλου με την επιφύλαξη του Κανονισμού 9(7), απαιτείται ειδική αιτιολογία του Αρχηγού μόνο όταν δεν τηρείται η κατάταξη στη σειρά επιτυχίας των υποψηφίων, κάτι όμως που δεν συμβαίνει στις υπό εξέταση υποθέσεις.

 

Στη συνέχεια οι αιτητές από κοινού υποστηρίζουν ότι η κρίση του Συμβουλίου είναι αναιτιολόγητη και πάσχουσα. Η κρίση αυτή που αφορούσε στις συνεντεύξεις άλλαξε δραματικά την κατάταξη τους στον τελικό πίνακα και ανέτρεψε την υπεροχή τους έναντι πολλών ενδ. μερών, υπεροχή που είχαν αποκτήσει στο προηγούμενο στάδιο της Επιτροπής Αξιολόγησης.

 

Χαρακτηριστικά η αιτήτρια ήταν στην 9η θέση ενώ μετά το Συμβούλιο Κρίσης κατετάγη 35η. Το ίδιο και ο αιτητής από 19ος κατετάγη 33ος μετά τις συνεντεύξεις. Αντιστρόφως ανάλογη  ήταν η κατάσταση για πολλά από τα ενδ. μέρη. Το ενδ. μέρος 1 από την 38η θέση ανέβηκε στην 14η μετά την κρίση του Συμβουλίου Κρίσης. Το ενδ. μέρος 3 από την 39η θέση ανέβηκε στη 10η. Το ενδ. μέρος 5 από την 56η στη 11η . Το  ενδ. μέρος 7 από 10η κατετάγη τελικά 6η στον κατάλογο του Συμβουλίου. Το ενδ. μέρος 9 κατείχε την 50η θέση ενώ μετά τις συνεντεύξεις ανέβηκε στην 9η, το ενδ. μέρος 10 από 50ος κατετάγη 9ος. Το ενδ. μέρος 11 από 18η σειρά ανέβηκε στην 4η, το ενδ. μέρος 12 από 5η σε 7η ενώ το ενδ. μέρος 13 από 28η θέση κατέλαβε την 5η θέση.

 

Οι αιτητές παραπονούνται ότι οι συνεντεύξεις ενώπιον του Συμβουλίου λειτούργησαν ως υπερκριτήριο υποσκελίζοντας την αντικειμενική τους αξία και πείρα καθώς και τα στοιχεία των φακέλων, όπως είχαν αποτιμηθεί από την Επιτροπή Αξιολόγησης.

 

Στα ειδικά έντυπα σημειώθηκε μόνο το σύνολο της βαθμολογίας που εξασφάλισε σε κάθε μέρος των ερωτήσεων ο κάθε υποψήφιος, χωρίς ούτε τα βοηθητικά έγγραφα αξιολόγησης να διαφωτίζουν το σκεπτικό πίσω από την αριθμητική αποτίμηση των απαντήσεων των υποψηφίων.

 

Το Συμβούλιο Κρίσης κατέληξε στην δική του αξιολόγηση σε διαφορετική βάση από αυτή των Επιτροπών, η οποία άπτετο της αξίας των υποψηφίων υπό το πρίσμα των συνεντεύξεων. Επειδή η βαθμολογία που απέδωσε στους υποψηφίους ήταν για τους περισσότερους αυτή που καταλυτικά έκρινε και την τελική κατάταξη τους, επιβαλλόταν περαιτέρω δέουσα αιτιολογία. Βαθμολογώντας με βάση το ειδικό έντυπο, το οποίο συνοδεύεται από επιμέρους επεξηγηματικά στοιχεία που αναλύουν κατά κατηγορίες κριτηρίων τη μεθοδολογία κατανομής μονάδων και υιοθετώντας ως αιτιολογία ένα ενιαίο κείμενο που απλά επαναλαμβάνει την αριθμητική αποτίμηση των απαντήσεων στις επιμέρους ερωτήσεις, το Συμβούλιο Κρίσης δεν εκπλήρωσε το καθήκον αιτιολόγησης των συνεντεύξεων δυνάμει του Καν 9(4)(β).

 

 Πιο συγκεκριμένα,  η μέθοδος βαθμολόγησης (παράρτημα Ι της ένστασης) των επιμέρους στοιχείων της προσωπικής συνέντευξης  συνάδει με τις πρόνοιες του Καν.9(4)(γ) και έχουν συμπληρωθεί τα έντυπα που προνοούνται. Ωστόσο, μετά την τροποποίηση του Καν. 4(β) σύμφωνα με τον οποίο «Η γενική εντύπωση του Συμβουλίου Κρίσης, όσον αφορά την απόδοση των υποψηφίων στην προσωπική συνέντευξη, καταγράφεται πάντοτε στα πρακτικά του Συμβουλίου Κρίσης και αιτιολογείται». τίθεται θέμα περαιτέρω εφαρμογής της γενικής αρχής της αιτιολόγησης.

 

Στα περισσότερα έντυπα δεν υπάρχουν  σχόλια/παρατηρήσεις ή και όταν υπάρχουν είναι με αριθμητική ή γενικόλογη διατύπωση ώστε να μην επιτρέπουν την άσκηση δικαστικού ελέγχου.

 

Οι καθ΄ ων η αίτηση επικαλέστηκαν επί του προκειμένου τη  Χριστοδούλου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 305/04 κ.α. ημερ. 31.10.05  και τη Δημοκρατία ν. Αντωνίου κ.α (1993) 3 ΑΑΔ 325. Οι  υποθέσεις αυτές διακρίνονται από τις υπό κρίση υποθέσεις, καθότι εκείνες αφορούσαν στην εφαρμογή του Καν. 9.(4)(Β) πριν από την τροποποίηση του (ΚΔΠ 643/2004 και ΚΔΠ 350/2005), όπου δεν επιβαλλόταν αιτιολόγηση.

 

 Υιοθετώ εν προκειμένω το σκεπτικό της Πολύβιος Χ»Βασιλείου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. αρ. 2327/08, ημερ. 15.5.08,

 

« Το κάθε μέλος του Συμβουλίου Κρίσης έδωσε κάποιες μονάδες στον κάθε υποψήφιο και την τελική βαθμολογία των υποψηφίων αποτέλεσε ο μέσος όρος της βαθμολογίας των τριών μελών του Συμβουλίου Κρίσης.

 

To γεγονός ότι είχαν καθοριστεί γενικά κριτήρια με καθορισμένο προβλεπόμενο ανώτατο όριο μονάδων, για την αξιολόγηση των υποψηφίων στη συνέντευξη, δεν συνεπάγεται πως αυτά αποτελούν την αιτιολογία για την απόδοση των υποψηφίων στη συνέντευξη.

 

Η αριθμητική βαθμολογία ή ο απλός χαρακτηρισμός κάποιου υποψηφίου ως «εξαίρετος» ή «πολύ καλός» κ.λ.π. χωρίς αιτιολογία γιατί χαρακτηρίζεται έτσι, δεν αποτελεί αιτιολογημένη κρίση. ..

 

Ο εν λόγω κανονισμός απαιτεί καταγραφή της γενικής εντύπωσης και συνάμα αιτιολόγησή της.

 

Στις περιπτώσεις λοιπόν που κανονιστική διάταξη απαιτεί ρητή αιτιολόγηση της γενικής εντύπωσης, πρέπει να δίδονται οι λόγοι γι΄ αυτή και να γίνεται συγκεκριμενοποίηση των γεγονότων εκείνων, στοιχείων και παρατηρήσεων που προέκυψαν απο την προφορική εξέταση και που εξηγούν και αιτιολογούν τη γενική εντύπωση.

 

Εναπόκειται στα αρμόδια όργανα να διατυπώνουν την αιτιολογία της απόφασής τους σύμφωνα με το νόμο, έχοντας πάντα υπόψη πως βασικός σκοπός της αιτιολογίας είναι και ο έλεγχος της απόφασης από το Δικαστήριο.

 

Η έλλειψη εξηγήσεων που να δικαιολογούν, εν προκειμένω, τη βαθμολογία που δόθηκε από την Επιτροπή Αξιολόγησης, συγκεκριμένα στο Μέρος ΙΙ (ιι) του εντύπου, η λανθασμένη ερμηνεία του σχετικού κανονισμού ως προς την αποτίμηση της αριθμητικής βαθμολογίας του μεταπτυχιακού διπλώματος του αιτητή καθώς και η έλλειψη αιτιολόγησης της βαθμολογίας των υποψηφίων κατά την προφορική συνέντευξη, αφήνει χωρίς έρεισμα τον πίνακα συστηνομένων, που καταρτίστηκε με αναφορά στο ύψος της τελικής βαθμολογίας του κάθε υποψηφίου.».

 

 

 

 

 

Η έλλειψη αιτιολογίας στο στάδιο των συνεντεύξεων αφήνει χωρίς έρεισμα την διαμόρφωση της τελικής βαθμολογίας και του τελικού καταλόγου σύμφωνα με τον οποίο λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.  Επιδικάζονται €2300 έξοδα πλέον ΦΠΑ υπέρ των αιτητών.

 

 

 

                                                               Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

ΣΦ.

 

 

 

 

 

 

 

­­

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο