ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 1973/2006
και 2190/2006)
16 Απριλίου, 2010
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
(Υπόθεση Αρ. 1973/2006)
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΙΣΤΙΑΝΑ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 2190/2006)
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΙΑ ΖΑΝΤΗ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
΄Αντης Κωνσταντίνου, για την Αιτήτρια στην Υπόθεση Αρ. 1973/06.
Ανδρέας Αποστολίδης, για Α.Σ. Αγγελίδη, για την Αιτήτρια στην Υπόθεση Αρ. 2190/06.
΄Ελενα Παπαγεωργίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Αγνή Ευσταθίου Νικολετοπούλου (κα), για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη στην Υπόθεση Αρ. 1973/06: 1. Φρόσω Ζήνωνος - Τουμάζου και
2. Τάσο Σ. Νεοφύτου.
Αλεξία Κουντουρή (κα), για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη στην Υπόθεση Αρ. 2190/06: 1. Κωνσταντίνου Γιαννάκη,
2. Λοϊζιά Γεωργία και
3. Μιχαηλίδου Μαρία.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με τις πιο πάνω προσφυγές, που συνεκδικάστηκαν, η Χριστιάνα Χαραλάμπους - (αιτήτρια στην Προσφυγή Αρ. 1973/06) - και η Μαρία Ζαντή - (αιτήτρια στην Προσφυγή Αρ. 2190/06) - προσβάλλουν την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (η «Ε.Δ.Υ.»), ημερομηνίας 14/7/2006, με την οποία διορίστηκαν στη θέση Διοικητικού Λειτουργού οι Φρόσω Ζήνωνος (Τουμάζου), Τάσος Νεοφύτου - (ενδιαφερόμενα μέρη στην Προσφυγή Αρ. 1973/06) - Γιαννάκης Κωνσταντίνου, Γεωργία Λοϊζιά, και Μαρία Μιχαηλίδου - (ενδιαφερόμενα μέρη στην Προσφυγή Αρ. 2190/06).
Στα πλαίσια διαδικασίας πλήρωσης 87 κενών μόνιμων θέσεων Διοικητικού Λειτουργού, Γενικό Διοικητικό Προσωπικό, Γενικές Κατηγορίες Προσωπικού, η οποία είναι θέση Πρώτου Διορισμού, η Ε.Δ.Υ. παρέπεμψε τις 2005 αιτήσεις των υποψηφίων στην αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή. Η τελευταία διεξήγαγε ειδικό γραπτό διαγωνισμό και, στη συνέχεια, υπέβαλε τους επιτυχόντες σε προφορική εξέταση. Η απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση καταγράφηκε, αιτιολογήθηκε με χαρακτηρισμούς και αριθμητικές μονάδες και συνεκτιμήθηκε με το αποτέλεσμα της γραπτής εξέτασης και με τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων. Στη συνέχεια, καταρτίστηκε Προκαταρκτικός Κατάλογος 308 υποψηφίων που θεωρήθηκαν ως οι καταλληλότεροι, (ο «Προκαταρκτικός Κατάλογος»). Σημειώνεται ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή αποφάσισε την απόδοση βαρύτητας 40% στην προφορική εξέταση και 60% στον ειδικό γραπτό διαγωνισμό. Με βάση τα πιο πάνω, οι επί μέρους βαθμολογίες και η τελική σειρά κατάταξης των διαδίκων στον Προκαταρκτικό Κατάλογο της Συμβουλευτικής Επιτροπής διαμορφώθηκε ως ακολούθως:-
ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ |
Α.Δ.Τ. |
ΣΕΙΡΑ ΚΑΤΑΤΑΞ. ΕΓΔ
|
ΜΕΣΟΣ ΟΡΟΣ |
ΒΑΡΥΤΗΤΑ 60% |
ΠΡΟΦ. ΕΞΕΤ. |
ΠΡΟΦ. ΕΞΕΤ. 40% |
ΣΥΝΟΛΟ |
ΤΕΛΙΚΗ ΣΕΙΡΑ ΚΑΤΑΤΑΞΗΣ |
ΠΛΕΟΝ. |
ΠΡΟΣΘ. ΠΡΟΣ. |
ΖΑΝΤΗ ΜΑΡΙΑ (Αιτήτρια) |
678398 |
376 |
64.00 |
38.4 |
Ε |
40 |
78.40 |
28 |
|
V
|
ΝΕΟΦΥΤΟΥ ΤΑΣΟΣ ΣΩΤΗΡΗ (Ε.Μ.) |
759445 |
168 |
68.33 |
41 |
Σχ. Ε |
36 |
77.00 |
53
|
|
|
ΖΗΝΩΝΟΣ ΦΡΟΣΩ (ΤΟΥΜΑΖΟΥ) (Ε.Μ.) |
814387 |
188 |
67.67 |
40.6 |
Σχ. Ε |
36 |
76.60 |
62
|
|
|
ΜΙΧΗΑΛΙΔΟΥ ΜΑΡΙΑ Μ, (Ε.Μ.) |
701079 |
195 |
67.67 |
40.6 |
ΠΠΚ |
34 |
74.60 |
107 |
|
V
|
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ |
714491 |
106 |
69.67 |
41.8 |
ΠΠΚ |
32 |
73.80 |
133
|
|
|
ΛΟΪΖΙΑ ΓΕΩΡΓΙΑ (Ε.Μ.) |
806889 |
191 |
67.67 |
40.6 |
ΠΠΚ |
32 |
72.60 |
160 |
|
V
|
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΑ (Αιτήτρια) |
741580 |
26 |
74.00 |
44.4 |
ΠΚ |
26 |
70.40 |
234 |
|
V |
Η ΄Εκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, μαζί με τους σχετικούς καταλόγους, υποβλήθηκε στην Ε.Δ.Υ., η οποία, αφού την έλεγξε και εξέτασε τα προσόντα των υποψηφίων σε συνάρτηση με τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας, προέβη στον καταρτισμό του Τελικού Καταλόγου, ο οποίος ήταν ο ίδιος με τον Προκαταρκτικό Κατάλογο. Ακολούθως, κάλεσε τους υποψηφίους του Τελικού Καταλόγου σε προφορική εξέταση, η οποία έλαβε χώρα σε διαδοχικές συνεδρίες, λόγω του μεγάλου αριθμού υποψηφίων, και στην παρουσία του Πρώτου Λειτουργού Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, (ο «Πρώτος Λειτουργός»), ο οποίος αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων. Οι κρίσεις του για τις αιτήτριες και τα ενδιαφερόμενα μέρη ήταν οι ακόλουθες:-
Μαρία Ζαντή: «Εξαίρετη»
Χριστιάνα Χαραλάμπους: «Πάρα πολύ καλή-»
Τάσος Νεοφύτου: «Πάρα πολύ καλός+»
Φρόσω Ζήνωνος: «Πάρα πολύ καλή+»
Μαρία Μιχαηλίδου: «Σχεδόν Εξαίρετη»
Γιαννάκης Κωνσταντίνου: «Πάρα πολύ καλός»· και
Γεωργία Λοϊζιά: «Πάρα πολύ καλή-»
Στη συνέχεια, η Ε.Δ.Υ., υπό το φως των σχετικών κρίσεων του Πρώτου Λειτουργού, προέβη σε δική της αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων, αιτιολογώντας το χαρακτηρισμό που απέδωσε στον κάθε υποψήφιο. Η αξιολόγησή της, στο μέρος που εδώ ενδιαφέρει, έχει ως ακολούθως:-
Προσφυγή Αρ. 1973/06:
(Αιτήτρια)
«ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ Χριστιάνα Ανδρέου: Πολύ καλή. ΄Εχει αρκετά καλό επίπεδο γνώσεων για τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης που διεκδικεί. Απάντησε ορθά στις περισσότερες ερωτήσεις και διατύπωνε τις σκέψεις της με άνεση και πειστικότητα. Σε μερικές, όμως, ερωτήσεις οι απαντήσεις που έδιδε παρέκαμπταν την ουσία των θεμάτων και κατέληγαν σε γενικολογίες. Ως προσωπικότητα κρίνεται ώριμη, σοβαρή και πειστική.»
(Ενδιαφερόμενα Μέρη)
«ΝΕΟΦΥΤΟΥ Τάσος Σωτήρη: Εξαίρετος. Απάντησε με σαφήνεια, ορθότητα, πλήρη επιχειρηματολογία και πειστικότητα σε όλες τις ερωτήσεις που του τέθηκαν. Ανέπτυξε τις θέσεις του με ευφράδεια λόγου. Διαθέτει κριτική ικανότητα. Πρόκειται για μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα.»
«ΖΗΝΩΝΟΣ Φρόσω (ΤΟΥΜΑΖΟΥ): Εξαίρετη. Εξαιρετική απόδοση στο αντικείμενο της προφορικής εξέτασης. Έδωσε σαφείς και πλήρεις απαντήσεις σε όλες τις ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν, κάνοντας χρήση εύστοχων επιχειρημάτων. Διαθέτει αυτοπεποίθηση και οξύνοια και αντιμετώπισε την προφορική εξέταση με πολλή άνεση και ψυχραιμία. Διαθέτει υψηλό επίπεδο κρίσης και αντίληψης. Ως προσωπικότητα κρίνεται σοβαρή, ώριμη και σεμνή.»
Προσφυγή Αρ. 2190/06:
(Αιτήτρια)
«ΖΑΝΤΗ Μαρία: Πολύ καλή. Οι γνώσεις της για το αντικείμενο της θέσης που διεκδικεί ήταν πολύ καλές. Γνωρίζει τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης που αναφέρονται στο Σχέδιο Υπηρεσίας, όμως, σε ορισμένες ερωτήσεις οι απαντήσεις της δεν ήταν ολοκληρωμένες αλλά κάπως γενικές και αόριστες. Επίσης, υπήρξαν κάποιες ερωτήσεις στις οποίες οι απαντήσεις της ήταν πολύ πτωχές. Ως προσωπικότητα κρίνεται συνεσταλμένη και σοβαρή.»
(Ενδιαφερόμενα Μέρη)
«ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Γιαννάκης: Εξαίρετος. Απάντησε ορθά σε όλες τις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν, πείθοντας για το εξαίρετο επίπεδο των γνώσεών του. Με απόλυτη άνεση στη χρήση του λόγου έδωσε ολοκληρωμένες και σαφείς απαντήσεις. Διαθέτει υψηλό επίπεδο κρίσης και αντίληψης, η δε επιχειρηματολογία συνοδευόταν πάντοτε από ορθούς συλλογισμούς. Η όλη παρουσία και συμπεριφορά του καταδεικνύει άτομο με συγκροτημένη προσωπικότητα, δυναμισμό και αυτοπεποίθηση. ΄Ωριμος και σοβαρός.»
«ΛΟΪΖΙΑ Γεωργία: Εξαίρετη. Εντυπωσιακό επίπεδο γνώσεων. Απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν με απόλυτη άνεση στη χρήση του λόγου. Θετική και σαφής στις απαντήσεις της προσεγγίζει τα θέματα με άνεση και ψυχραιμία, καλύπτοντάς τα πάντοτε σε όλο τους το εύρος. Επιχειρηματολογεί με απόλυτη πειστικότητα και είναι προικισμένη με υψηλότατο επίπεδο κρίσης και αντίληψης. Ευγενική, συμπαθής και δυναμική.»
«ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ Μαρία Μ.: Εξαίρετη. Οι γνώσεις της για το αντικείμενο και τα καθήκοντα της θέσης που διεκδικεί ήταν εξαίρετες. Απάντησε με ηρεμία, με άμεσες, πλήρεις και σαφείς απαντήσεις, επί της ουσίας, σε όλες τις ερωτήσεις που της τέθηκαν. Έχει απλό και πειστικό τρόπο προσέγγισης των θεμάτων, διαθέτει κριτική ικανότητα, αυτοπεποίθηση και γενικά είναι μια ευχάριστη προσωπικότητα.»
Η Ε.Δ.Υ., κατά την τελική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων, έλαβε υπόψη της τα αποτελέσματα της γραπτής και της προφορικής εξέτασης ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, τους Προσωπικούς Φακέλους και τις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων που ήταν δημόσιοι υπάλληλοι, τα στοιχεία των αιτήσεων, καθώς και την απόδοση των υποψηφίων κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση. Επέλεξε για διορισμό στην επίδικη θέση τα ενδιαφερόμενα μέρη, σημειώνοντας ότι δύο από αυτά - (η Γεωργία Λοϊζιά και η Μαρία Μιχαηλίδου) - κατείχαν επιπρόσθετο ακαδημαϊκό προσόν, το οποίο, αν και δεν απαιτείτο από το Σχέδιο Υπηρεσίας ούτε συνιστούσε πλεονέκτημα, ήταν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης και του αποδόθηκε η ανάλογη βαρύτητα. Αιτιολογώντας περαιτέρω τις επιλογές της, ανέφερε και τα ακόλουθα:-
«Η Επιτροπή, επιλέγοντας τους πιο πάνω, δεν παρέλειψε επίσης να σημειώσει ότι ορισμένοι από τους μη επιλεγέντες υποψηφίους διαθέτουν μεταπτυχιακά προσόντα, ορισμένα από τα οποία δεν είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, ενώ ορισμένοι από τους επιλεγέντες δεν διαθέτουν. Η Επιτροπή, αφού απέδωσε στα εν λόγω προσόντα την ανάλογη βαρύτητα, τα συνεκτίμησε με τα άλλα στοιχεία, έκρινε όμως ότι τα εν λόγω προσόντα δεν μπορούν να ανατρέψουν την απόφασή της, δεδομένου ότι οι επιλεγέντες υπερείχαν κατά την ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση και αξιολογήθηκαν στο υψηλότερο επίπεδο αξιολόγησης της (Εξαίρετοι).
Τέλος, η Επιτροπή, έχοντας υπόψη και τη σχετική νομολογία, σύμφωνα με την οποία η προφορική εξέταση ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας έχει αυξημένη σπουδαιότητα όταν πρόκειται να πληρωθεί θέση Πρώτου Διορισμού (Απόφαση Ολομέλειας στις ΑΕ 868 και 869, Δημοκρατία v. Αντρέα Γιαλλουρίδη και Άλλων ημερομηνίας 13.12.90), έκρινε ότι οι επιλεγέντες είναι καταλληλότεροι για διορισμό στην υπό πλήρωση θέση.»
Οι αιτήτριες, για ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, προβάλλουν τους πιο κάτω λόγους:-
1. Υποβάθμιση των αποτελεσμάτων του ειδικού γραπτού διαγωνισμού.
2. Πλάνη της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της Ε.Δ.Υ. αναφορικά με το πρόσθετο προσόν της αιτήτριας στην Προσφυγή Αρ. 1973/06.
3. Υπέρμετρη βαρύτητα της προφορικής εξέτασης.
4. Μη τήρηση πρακτικών από την Ε.Δ.Υ. κατά τις διάφορες συνεδριάσεις της.
5. Απουσία ειδικής αιτιολόγησης για την απόκλιση της Ε.Δ.Υ. από τη σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής· και
6. Πάσχουσα τελική απόφαση της Ε.Δ.Υ.
Θα εξετάσω τους λόγους που προβάλλονται με τη σειρά που τους έχω προαναφέρει:-
Πρώτος Λόγος:
Η διαδικασία για την πλήρωση θέσεων Πρώτου Διορισμού διέπεται από το ΄Αρθρο 33 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν. 1/90), (όπως τροποποιήθηκε), (ο «Νόμος»). Με την παράγραφο (4) του πιο πάνω ΄Αρθρου, όπως αυτή ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο και πριν την τροποποίησή της από το Ν. 96(Ι)/2006, παρεχόταν σε Συμβουλευτική Επιτροπή η δυνατότητα υποβολής των υποψηφίων σε γραπτή ή προφορική εξέταση, ή και στις δύο, τηρουμένων των διατάξεων του οικείου σχεδίου υπηρεσίας. Στην πιο πάνω διάταξη, δεν καθοριζόταν η βαρύτητα που θα αποδιδόταν σε κάθε εξέταση, όπως ισχύει μετά τη σχετική τροποποίηση.
Μέσα στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας, η Συμβουλευτική Επιτροπή αποφάσισε να υποβάλει τους υποψηφίους και σε ειδικό γραπτό διαγωνισμό και σε προφορική εξέταση, καθορίζοντας τη βαρύτητα σε 60% και 40%, αντίστοιχα.
Η αιτήτρια στην Προσφυγή Αρ. 1973/06, η οποία, στη σειρά κατάταξης του ειδικού γραπτού διαγωνισμού, κατετάγη 26η, με μέσο όρο βαθμολογίας 74.00 μονάδες, που, κατ' αναλογία του 60%, της απέδωσαν 44.4 μονάδες, παραπονείται ότι το σχετικό προβάδισμα της στη γραπτή εξέταση εξουδετερώθηκε από τη χαμηλότερη βαθμολογία της στην προφορική εξέταση, παρά το γεγονός ότι ο γραπτός διαγωνισμός θεωρείται ως η πιο ενδεδειγμένη μέθοδος αντικειμενικής κρίσης των ικανοτήτων των υποψηφίων. Κατ' επέκταση, η τελική βαθμολογία της Συμβουλευτικής Επιτροπής, με το συνυπολογισμό των βαθμολογιών γραπτής και προφορικής εξέτασης, ανέτρεψε την ευνοϊκή γι' αυτή σειρά κατάταξης του ειδικού γραπτού διαγωνισμού και οδήγησε σε υποβάθμιση της σημασίας της γραπτής εξέτασης.
Ο εν λόγω ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός. Από τα πρακτικά της Συμβουλευτικής Επιτροπής, φαίνεται ότι στον Ειδικό Γραπτό Διαγωνισμό αποδόθηκε αυξημένη βαρύτητα έναντι της προφορικής εξέτασης - (60 μονάδες έναντι 40 αντίστοιχα). Τα αποτελέσματα της γραπτής εξέτασης συνυπολογίστηκαν με αυτά της προφορικής εξέτασης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, στην οποία, για τους λόγους που καταγράφονται στη σχετική αξιολόγηση, η αιτήτρια, υστερούσε έναντι των ενδιαφερομένων μερών, με αποτέλεσμα να διαφοροποιηθεί η τελική σειρά κατάταξή της - (τοποθετήθηκε στην 234η θέση στον Προκαταρκτικό Κατάλογο). Στη συνέχεια, η Ε.Δ.Υ., κατά τη διαδικασία ενώπιόν της, κατέγραψε στα πρακτικά της ότι η ίδια «... έλαβε δεόντως υπόψη τα αποτελέσματα της γραπτής και προφορικής εξέτασης των υποψηφίων που διεξήχθησαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, ...», όπως και τα προσόντα τους σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, καθώς και την απόδοσή τους κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση, στην οποία και πάλιν η αιτήτρια υστερούσε σημαντικά των ενδιαφερομένων μερών, ως και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων. Συνεπώς, οι εισηγήσεις της αιτήτριας ότι παραγνωρίστηκε ή υποβαθμίστηκε ο ειδικός γραπτός διαγωνισμός και η ψηλή βαθμολογία της, ως προς αυτό το σκέλος της διαδικασίας επιλογής, είναι αβάσιμες.
Δεύτερος Λόγος:
Η αιτήτρια στην Προσφυγή Αρ. 1973/06 κατέχει ως βασικό τίτλο Πτυχίο Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου και μεταπτυχιακό ΜΑ in Applied Language & New Technologies του Πανεπιστημίου Hull. Στο Σχέδιο Υπηρεσίας δεν προβλέπεται η κατοχή μεταπτυχιακού τίτλου είτε ως πλεονέκτημα είτε ως πρόσθετο προσόν. Η Συμβουλευτική Επιτροπή, στον Προκαταρκτικό Κατάλογο, σημείωσε με το σύμβολο "ν" την κατοχή από την αιτήτρια του πιο πάνω μεταπτυχιακού ως πρόσθετου προσόντος. Η αιτήτρια, όμως, εισηγείται, ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή κακώς δεν έδωσε καθορισμένο αριθμό μονάδων για τα πρόσθετα προσόντα, ο οποίος να προστίθετο στην τελική αξιολόγηση, με αποτέλεσμα η τελική βαθμολογία να είναι πεπλανημένη και να θέτει την ίδια σε υποδεέστερη θέση έναντι των ενδιαφερομένων μερών, που δε διέθεταν ανάλογο προσόν. Ουσιαστικά, εισηγείται, η Συμβουλευτική Επιτροπή τελούσε υπό πλάνη.
Ανάλογη, σύμφωνα με την αιτήτρια, ήταν και η πλάνη της Ε.Δ.Υ., η οποία, κατά την τελική επιλογή, χρησιμοποίησε μόνο δύο κριτήρια, ήτοι, την πεπλανημένη, για το λόγο που αναφέρθηκε πιο πάνω, βαθμολογική κατάταξη της Συμβουλευτικής Επιτροπής και την ενώπιόν της προφορική εξέταση. Επιπρόσθετα, δεν αναφέρθηκε στο συγκεκριμένο μεταπτυχιακό της αιτήτριας, αλλά ούτε αξιολόγησε τη σχετικότητά του με την επίδικη θέση.
Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Το ΄Αρθρο 33 του Νόμου, στην έκταση που ρυθμίζει τη διαδικασία της Συμβουλευτικής Επιτροπής, δεν περιέχει πρόνοια που να επιβάλλει την πιο πάνω υποχρέωση. Από τα σχετικά πρακτικά της Συμβουλευτικής Επιτροπής, προκύπτει ότι, για την ετοιμασία του Προκαταρκτικού Καταλόγου, λήφθηκαν υπόψη όλα τα στοιχεία των αιτήσεων, περιλαμβανομένων και των πρόσθετων προσόντων. Σημειώνεται εδώ ότι η αιτήτρια, με βάση την αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, επιλέγηκε και συμπεριλήφθηκε στον Προκαταρκτικό Κατάλογο που υποβλήθηκε στην Ε.Δ.Υ. Συνεπώς, όπως ορθά επεσήμανε η συνήγορος των ενδιαφερομένων μερών, η επιχειρηματολογία της για πλάνη κατά την αξιολόγηση και την κατάταξη των υποψηφίων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή φέρει στο προσκήνιο το δόγμα της επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας. Εφόσον αυτή περιλαμβανόταν στον Προκαταρκτικό Κατάλογο, ο ισχυρισμός της για πλάνη της Συμβουλευτικής Επιτροπής προβάλλεται χωρίς έννομο συμφέρον - (βλ. Αναστασίου v. Δήμου Παραλιμνίου (2000) 3 Α.Α.Δ. 339 και Δημοκρατία v. China Wanbao Engin. Corporation (2000) 3 A.A.Δ. 406).
Αναφορικά με την αξιολόγηση του πρόσθετου προσόντος της αιτήτριας, το απόσπασμα από τα πρακτικά που έχει προεκτεθεί διαφωτίζει σε σχέση με το πώς ενήργησε η Ε.Δ.Υ. Σ' αυτά, σημειώνεται η κατοχή μεταπτυχιακών προσόντων από ορισμένους μη επιλεγέντες και διευκρινίζεται ότι ορισμένα από αυτά δεν ήταν προσόντα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, τους αποδόθηκε, όμως, η ανάλογη βαρύτητα και συνεκτιμήθηκαν με τα άλλα στοιχεία, αλλά η κατοχή τους δεν μπορούσε να ανατρέψει την απόφασή της, δεδομένης της υπεροχής των επιλεγέντων στην αξιολόγησή τους κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση.
Θεωρώ ότι ο τρόπος προσέγγισης της Ε.Δ.Υ. στο θέμα των πρόσθετων προσόντων δεν εκφεύγει των πλαισίων των νομολογιακών αρχών. Η απουσία ειδικής αναφοράς στην αιτήτρια δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της επίδικης απόφασης. Σύμφωνα με τη νομολογία, το διορίζον όργανο δεν είναι υποχρεωμένο να προβαίνει κάθε φορά σε ρητή αναφορά στο όνομα υποψηφίου που δεν επιλέγει - (βλ. Omeros Nissiotis v. Republic (Public Service Commission) (1977) 3 C.L.R. 388). Στην Πούρος κ.ά. v. Χατζηστεφάνου κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 374, σε σχέση με τη βαρύτητα που πρέπει να αποδίδεται στα πρόσθετα προσόντα, αναφέρεται:- (σελ. 395)
«Καταλήγουμε ότι τα πρόσθετα, μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης. Απόκειται πια στην αρμόδια αρχή να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους, αποφεύγοντας δύο άκρα: αφενός να μην είναι η βαρύτητα υπερβολική ώστε να φτάνει στο σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής και, αφετέρου, να μην είναι εντελώς οριακή, όπως θα ήταν, αν τα πρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με τα καθήκοντα της θέσης. Μέσα σε αυτά τα όρια, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε ότι αφορά την αξιολόγηση και στάθμιση στοιχείων και παραγόντων.»
Από όλα τα πιο πάνω αλλά και από τα έγγραφα του φακέλου, προκύπτει ότι το πρόσθετο μη προβλεπόμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας μεταπτυχιακό προσόν της αιτήτριας στην Προσφυγή Αρ. 1973/06, λήφθηκε υπόψη και αξιολογήθηκε από την Ε.Δ.Υ.
Τρίτος Λόγος:
Οι αιτήτριες και στις δύο προσφυγές ισχυρίζονται ότι η Ε.Δ.Υ. απέδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στην απόδοση των υποψηφίων κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, με αποτέλεσμα να υποβαθμιστούν άλλα κριτήρια, όπως η προηγηθείσα γραπτή εξέταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τα πρόσθετα προσόντα τους και, ακόμα, για την περίπτωση της αιτήτριας στην Προσφυγή Αρ. 2190/06, η υπεροχή της στην προφορική εξέταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και η ευνοϊκή γι' αυτήν αξιολόγηση του Πρώτου Λειτουργού. Επιπρόσθετα, η αιτήτρια στην Προσφυγή Αρ. 1973/06 εισηγείται ότι η Ε.Δ.Υ., υπό συνθήκες πλάνης, θεώρησε ως ουσιώδη και σημαντική τη διαφορά στις αξιολογήσεις των δύο προφορικών εξετάσεων που είχαν οι επιλεγέντες σε σχέση με την ίδια.
Οι πιο πάνω ισχυρισμοί των αιτητριών δεν ευσταθούν. Στο αιτιολογικό της απόφασης της Ε.Δ.Υ., όπου γίνεται αναφορά σε κάθε ένα από τους επιλεγέντες, αναφέρονται τα στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη. Μεταξύ αυτών, σημειώνεται η βαθμολογία της τελικής αξιολόγησης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, στην οποίαν, κατά τον τρόπο που περιγράφεται πιο πάνω, έχει ενσωματωθεί η βαθμολογία και του ειδικού γραπτού διαγωνισμού και της προφορικής εξέτασής της, η αξιολόγηση της προφορικής εξέτασης ενώπιον της Ε.Δ.Υ. και τα πρόσθετα, κατά περίπτωση, προσόντα. Τέλος, δεν παραλείπεται και η αναφορά στα πρόσθετα προσόντα ορισμένων υποψηφίων που δεν επιλέγηκαν, όπως οι αιτήτριες, με την προσθήκη ότι αυτά συνεκτιμήθηκαν και έλαβαν την ανάλογη βαρύτητα, χωρίς, όμως, να μπορέσουν να ανατρέψουν την υπεροχή που δημιουργήθηκε από το ψηλότερο επίπεδο αξιολόγησης των επιλεγέντων κατά την ενώπιον της Ε.Δ.Υ. προφορική εξέταση.
΄Οπως προκύπτει από τα πρακτικά και τις αξιολογήσεις, τα ενδιαφερόμενα μέρη άφησαν στην Ε.Δ.Υ. καλύτερες εντυπώσεις. Είναι προφανές ότι δόθηκε βαρύτητα στο αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης, όμως, με βάση το σύνολο των στοιχείων, η προσέγγιση της Ε.Δ.Υ. δεν ήταν εσφαλμένη. Αυτή διατηρούσε τη δυνατότητα, στα πλαίσια στάθμισης των διαφόρων στοιχείων και παραγόντων, να αποδώσει περισσότερη σημασία σε ένα στοιχείο αντί σε άλλο. Η νομολογία δεν απαγορεύει την απόδοση αυξημένης βαρύτητας στην προφορική εξέταση, όταν η διαδικασία αφορά πλήρωση θέσεων που βρίσκονται ψηλά στην ιεραρχία, ή είναι Πρώτου Διορισμού, όπως η παρούσα, με διοικητικές ευθύνες - (βλ., Αριστοκλέους v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 673· Πούρος κ.α. v. Χατζηστεφάνου κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 374 και Δημοκρατία κ.ά. v. Γιαλλουρίδη κ.ά. (1990) 3 Α.Α.Δ. 4316).
Αναφορικά με την αξιολόγηση του Πρώτου Λειτουργού, σημειώνεται ότι η συμμετοχή του στη διαδικασία διέπεται από το ΄Αρθρο 33(10) του Νόμου. Ο ρόλος του, όπως έχει νομολογηθεί, είναι καθαρά βοηθητικός του έργου της Ε.Δ.Υ. και οι απόψεις που αυτός διατυπώνει για την απόδοση των υποψηφίων δεν αποτελούν ξεχωριστό στοιχείο κρίσης, ώστε να λαμβάνεται υπόψη από την Ε.Δ.Υ., κατά το τελικό στάδιο αξιολόγησης - (βλ. Δημοκρατία v. Παπασωζόμενου (2005) 3 Α.Α.Δ. 532).
Αβάσιμο είναι και το επιχείρημα της αιτήτριας στην Προσφυγή Αρ. 1973/06 ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή και, στη συνέχεια, η Ε.Δ.Υ. θεώρησαν, κατά πλάνη, ότι το ψηλότερο επίπεδο αξιολόγησης των ενδιαφερομένων μερών στις προφορικές εξετάσεις έναντι της συνιστούσε ουσιώδη διαφορά. Οι εντυπώσεις τόσο της Συμβουλευτικής Επιτροπής όσο και της Ε.Δ.Υ. διατυπώθηκαν και επεξηγήθηκαν με επάρκεια στα σχόλια που αποδόθηκαν στους υποψηφίους στην κάθε περίπτωση. Είναι πρόδηλο ότι η υπεροχή των επιλεγέντων είχε τη σημασία της και ο τρόπος με τον οποίο η Συμβουλευτική Επιτροπή και η Ε.Δ.Υ. αντίκρισαν το ζήτημα δεν ήταν εσφαλμένος.
Τέταρτος Λόγος:
Η αιτήτρια στην Προσφυγή Αρ. 2190/06 εισηγείται ότι η Ε.Δ.Υ. δεν έχει τηρήσει λεπτομερή πρακτικά των διαδοχικών συνεδριάσεών της, κατά τις οποίες δέχτηκε τους υποψηφίους σε προφορική εξέταση, με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτός ο δικαστικός έλεγχος. Εισηγείται, επίσης, ότι οι αξιολογήσεις των συνεντεύξεων θα έπρεπε να καταγράφονται στο πρακτικό κάθε συνεδρίασης, ώστε να διατηρούνται οι εντυπώσεις από την απόδοση των υποψηφίων μετά την ολοκλήρωση των συνεντεύξεων κάθε μέρας.
Οι ισχυρισμοί της αιτήτριας δεν ευσταθούν. Λόγω του μεγάλου αριθμού υποψηφίων, η Ε.Δ.Υ. διεξήγαγε τις προφορικές εξετάσεις σε 16 διαδοχικές συνεδρίες της, από τις 23/5/2006 μέχρι 22/6/2006. Για όλες τις πιο πάνω συνεδρίες, κατά τις οποίες παρίστατο ο Πρώτος Λειτουργός, έχουν τηρηθεί πρακτικά, από τα οποία προκύπτει η σύνθεση της Ε.Δ.Υ., τα ονόματα των υποψηφίων που προσέρχονταν στην εξέταση, οι ερωτήσεις που υποβλήθηκαν, και οι αποφάσεις που λαμβάνονταν για τη συνέχεια της εξέτασης μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας. Σημειώνεται ότι, μετά την εξέταση των τελευταίων υποψηφίων στη συνεδρία της 22/6/2006, ο Πρώτος Λειτουργός αξιολόγησε την απόδοση του συνόλου των υποψηφίων. Η καταγραφή των αξιολογήσεων της Ε.Δ.Υ. έγινε σε μεταγενέστερη συνεδρία της, στις 14/7/2006, όπου λήφθηκε και η επίδικη απόφαση.
Το ΄Αρθρο 24 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν.158(1)/99), δεν απαγορεύει την εκ των υστέρων αιτιολόγηση από την Ε.Δ.Υ. της κρίσης της επί των προφορικών εξετάσεων. Η διατήρηση και η μεταφορά των εντυπώσεων, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπου υπάρχει μεγάλος αριθμός υποψηφίων, επιτρέπεται και με τη μορφή τήρησης σημειώσεων από τα μέλη, οι οποίες μπορεί να βοηθήσουν αργότερα τη μνήμη τους. ΄Οπως είναι νομολογημένο, η νοητική λειτουργία των μελών διοικητικού οργάνου δεν ελέγχεται και ούτε είναι αναγκαία η απόδειξη τήρησης τέτοιων σημειώσεων, οι οποίες δεν εμπίπτουν στην έννοια των πρακτικών των συνεδριών της Ε.Δ.Υ. - (βλ. Σωτηρίου κ.ά. v. Κολοκοτρώνη κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 452 και Αβρααμίδου v. ΡΙΚ (2008) 3 Α.Α.Δ. 88).
Πέμπτος Λόγος:
Με άλλη εισήγησή της, η αιτήτρια στην Προσφυγή Αρ. 2190/06 ισχυρίζεται ότι, ενώ υπερείχε των ενδιαφερομένων μερών στον Προκαταρκτικό Κατάλογο, έχοντας μάλιστα αξιολογηθεί ως «Εξαίρετη» στην προφορική εξέταση που διενεργήθηκε από ειδικούς τεχνοκράτες, η Ε.Δ.Υ. την αξιολόγησε σε χαμηλότερο επίπεδο και, τελικά, δεν την επέλεξε, παραλείποντας να δώσει ειδική αιτιολόγηση για την απόκλισή της αυτή.
Ο ισχυρισμός δεν ευσταθεί. Στην παρούσα περίπτωση, δεν υπήρξε απόκλιση με την έννοια της απόκλισης από σύσταση διευθυντή ή άλλη, που θα έχρηζε ειδικής προς τούτο αιτιολόγησης. Η Συμβουλευτική Επιτροπή υπέβαλε στην Ε.Δ.Υ. τον Προκαταρκτικό Κατάλογο, με τους 308, κατά τη γνώμη της, καταλληλότερους υποψηφίους, στον οποίον συμπεριλήφθηκαν η αιτήτρια και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Υπενθυμίζεται ότι, στα πλαίσια της διαδικασίας του ΄Αρθρου 33 του Νόμου, η Συμβουλευτική Επιτροπή είχε συμβουλευτικό ρόλο και η Ε.Δ.Υ. δεν είχε καθήκον να αιτιολογήσει γιατί η απόδοση της αιτήτριας στην προφορική εξέταση ενώπιόν της δε συνέπιπτε με την κρίση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. ΄Οπως λέχθηκε στην Κωνσταντίνου κ.ά. v. Νικολάου κ.ά (2007) 3 Α.Α.Δ. 18:- (σελ. 25)
«Ούτε συμμεριζόμαστε την πρωτόδικη άποψη ότι η Ε.Δ.Υ. είχε αδικαιολόγητα αποστεί από τη σύσταση της Συμβουλευτικής. Ο Νόμος δεν απαιτεί συμμόρφωση της Ε.Δ.Υ. με τις συστάσεις της Συμβουλευτικής, η οποία, στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της - ΄Αρθρο 33(6) του Νόμου, συστήνει μεγαλύτερο αριθμό υποψηφίων από τις κενές θέσεις. Η σύσταση της Συμβουλευτικής, ένα από τα κριτήρια που λαμβάνει υπόψη της η Ε.Δ.Υ., δεν περιορίζει τη διακριτική της εξουσία. Εκείνο που απαιτείται, είναι οι συστάσεις της Συμβουλευτικής να λαμβάνονται υπόψη και, σε περίπτωση διαφωνίας της Ε.Δ.Υ. με αυτές - κάτι που εδώ δε συμβαίνει, δεδομένου ότι εφεσίβλητος και εφεσείοντες συστήνονται - να αιτιολογείται η απόκλιση, της τελικής απόφασης βέβαια ανήκουσας στην Ε.Δ.Υ., ως το όργανο με αποφασιστική αρμοδιότητα. Η Ε.Δ.Υ. ενήργησε εντός των ορίων της εξουσίας της και δεν μπορεί να γίνεται λόγος για παραγνώριση της σύστασης της Συμβουλευτικής. Θεωρούμε ότι παρείχετο έδαφος η πλάστιγγα να κλίνει υπέρ των ενδιαφερομένων μερών, παρά την ψηλότερη συνολική βαθμολογία του εφεσίβλητου από τη Συμβουλευτική.»
΄Εκτος Λόγος:
Η αιτήτρια στην Προσφυγή Αρ. 2190/06 ισχυρίζεται ότι η τελική απόφαση της Ε.Δ.Υ. είναι αναιτιολόγητη, γενική και αόριστη και αποτέλεσμα ανεπαρκούς έρευνας, δεν περιλαμβάνει σύγκριση μεταξύ των υποψηφίων και δε σημειώνονται οι λόγοι της προτίμησης των ενδιαφερομένων μερών.
Τα επιχειρήματα είναι αβάσιμα. Οι λόγοι της επιλογής των ενδιαφερομένων μερών έχουν καταγραφεί λεπτομερώς ως πιο κάτω:-
«Επιλέγοντας τον Κωνσταντίνου Γιαννάκη, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτός εξασφάλισε βαθμολογία 73,80 στην τελική αξιολόγηση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και χαρακτηρίστηκε ως Εξαίρετος κατά την ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας προφορική εξέταση, που ήταν το υψηλότερο επίπεδο αξιολόγησής της και σε υψηλότερο επίπεδο από τους μη επιλεγέντες.
..............................................................................................................
Επιλέγοντας τη Λοϊζιά Γεωργία, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή εξασφάλισε βαθμολογία 72,60 στην τελική αξιολόγηση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και χαρακτηρίστηκε ως Εξαίρετη κατά την ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας προφορική εξέταση, που ήταν το υψηλότερο επίπεδο αξιολόγησής της και σε υψηλότερο επίπεδο από τους μη επιλεγέντες. Επιπρόσθετα, η Λοϊζιά διαθέτει Master of Science in Human Resource Management, το οποίο, αν και δεν απαιτείται, ούτε αποτελεί πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας, είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης και του αποδόθηκε η ανάλογη βαρύτητα.
..............................................................................................................
Επιλέγοντας τη Μιχαηλίδου Μαρία Μ., η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή εξασφάλισε βαθμολογία 74,60 στην τελική αξιολόγηση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και χαρακτηρίστηκε ως Εξαίρετη κατά την ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας προφορική εξέταση, που ήταν το υψηλότερο επίπεδο αξιολόγησης και σε υψηλότερο επίπεδο από τους μη επιλεγέντες. Επιπρόσθετα, η Μιχαηλίδου διαθέτει Maitrise στη Διοίκηση Επιχειρήσεων, το οποίο, αν και δεν απαιτείται, ούτε αποτελεί πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας, είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης και του αποδόθηκε η ανάλογη βαρύτητα.»
Η αιτιολογία της απόφασης συμπληρώνεται με την καταγραφή, όπως προκύπτει από τα πιο πάνω, στα πρακτικά όλων των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη, περιλαμβανομένης της γραπτής και προφορικής εξέτασης της Συμβουλευτικής Επιτροπής αλλά και των πρόσθετων προσόντων που κατείχαν ορισμένοι υποψήφιοι. ΄Οπως έχει ήδη σημειωθεί, η Ε.Δ.Υ. δεν είχε υποχρέωση να αναφερθεί ειδικά σε κάθε υποψήφιο και να τον συγκρίνει με τους υπολοίπους, ούτε και να αποδείξει έκδηλη υπεροχή των υποψηφίων που επιλέγηκαν. Το βάρος της απόδειξης έκδηλης υπεροχής βαρύνει την αιτήτρια - (βλ. Δημοκρατία κ.ά. v. Παπαχριστοδούλου κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 329). Στη Χ"Πέτρου κ.ά. v. Οργανισμού Γεωργικής Ασφάλισης (2005) 3 Α.Α.Δ. 502 ο Αρτεμίδης Π., (όπως ήταν τότε), δίδοντας την απόφαση της Ολομέλειας, σημείωσε τα ακόλουθα:- (σελ. 504)
«Στην υπόθεση που εξετάζουμε η διαδικασία και κρίση του διοικητικού οργάνου αναφορικά με τη συνέντευξη καταγράφονται στο πρακτικό, όπου διατυπώνεται επίσης και η αιτιολογία για την επικράτηση του ενδιαφερόμενου μέρους. Η έκταση της αιτιολογίας δεν αναδεικνύει απαραιτήτως και το ουσιαστικό της περιεχόμενο. Και τα ερωτήματα, που συνήθως τίθενται, γιατί ετούτο και γιατί εκείνο, γιατί δεν ελέχθη αυτό και ελέχθη εκείνο, οδηγούν σε ατέρμονες και δαιδαλώδεις λεκτικούς σχηματισμούς μακριά από τον ορθό λόγο. Τέλος, ας μη λησμονούμε και τη θεμελιώδη αρχή του διοικητικού δικαίου, που ισχύει στις περιπτώσεις επιλογής για διορισμό σε δημόσια θέση, ότι δηλαδή το δικαστήριο επεμβαίνει μόνο όταν αποδειχθεί έκδηλη υπεροχή του προσφεύγοντος έναντι του επιλεγέντος. Και τούτο βεβαίως για να λειτουργεί και η άλλη βασική αρχή, πως το διοικητικό όργανο έχει διακριτική ευχέρεια κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του. Κανόνες που εφαρμόζονται εφόσον τηρηθούν οι προβλεπόμενες από τα νόμο διαδικασίες.»
Ενόψει όλων όσων έχω αναφέρει, καταλήγω ότι οι αιτήτριες δεν έχουν αποδείξει έκδηλη υπεροχή και ούτε έχουν ανατρέψει το τεκμήριο κανονικότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Οι προσφυγές απορρίπτονται, με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΣ, ΜΠ