ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ                

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                (Υπόθεση Αρ. 1932/2008)

 

21 Απριλίου, 2010

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

AYSHE ISMAIL BEYZADE-BERKAN,

Αιτήτρια,

ν.

 

ΔΗΜΟΥ ΓΕΡΟΣΚΗΠΟΥ,

Καθ΄ων  η Αίτηση.

 

 

Μ. Βασιλειάδης, για την Αιτήτρια.

Α. Κορακίδου (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.Η Αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή της ζητά την ακύρωση του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης με Αρ. 154 το οποίο δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αριθμό 3682 την 14.02.2003.

 

Γεγονότα της υπόθεσης

Η αιτήτρια είναι Τουρκοκύπρια, κατάγεται από την Πάφο και τώρα διαμένει παράνομα στην Τουρκοκυπριακή συνοικία της Λευκωσίας η οποία αποτελεί μέρος της παρανόμως κατεχόμενης, από τα Τουρκικά στρατεύματα κατοχής, βόρειας περιοχής της Κυπριακής Δημοκρατίας.  Η Αιτήτρια ήταν από το 1973 η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια, δυνάμει τίτλου με αρ. εγγραφής 7222,  Φ/σχ. 51/20 τεμάχιο 154 τώρα 162, το οποίο βρίσκεται στο Δήμο Γεροσκήπου.

 

Στις 6.3.2001 οι καθ' ων η αίτηση αποφάσισαν την απαλλοτρίωση ορισμένων τεμαχίων με σκοπό τη δημιουργία βιοτεχνικής περιοχής εντός των δημοτικών τους ορίων.  Ανάμεσα στα τεμάχια ήταν και αυτό της Αιτήτριας, το οποίο είχε έκταση 17.187 τμ.

 

Στη συνέχεια, οι καθ' ων η αίτηση με τη ΔΠ 179 ημερομηνίας 15.2.02 δημοσίευσαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας τη Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης των άνω τεμαχίων και με την ΔΠ 154 ημερομηνίας 14.2.03 δημοσίευσαν το διάταγμα απαλλοτρίωσης.

 

Ακολούθως οι καθ' ων η αίτηση απέστειλαν επιστολή ημερομηνίας 21.3.2003, προς τον Επαρχιακό Κτηματολογικό Λειτουργό Πάφου, όπου επισύναψαν εκτίμηση της αξίας των απαλλοτριωθέντων τεμαχίων από   ειδικό εκτιμητή, με σκοπό αυτή να ελεγχθεί.  Το κτήμα εκτιμήθηκε στις £188.000.  Ο Επαρχιακός Κτηματολογικός Λειτουργός Πάφου στις 28.3.2003, υιοθετώντας την εκτίμηση του ειδικού, καθόρισε το ύψος της αποζημίωσης για το ακίνητο της Αιτήτριας στις £188.000.

 

Οι καθ' ων η αίτηση στις 3.4.2003 με συστημένη επιστολή τόσο προς τον Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών, στο εξής «ο Κηδεμόνας», όσο και προς την Αιτήτρια, τους πληροφόρησε για το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης και τους προσέφερε το ποσό των £188.000 ως αποζημίωση για την απόκτηση του απαλλοτριωθέντος τεμαχίου της Αιτήτριας.  Η επιστολή προς την Αιτήτρια έγινε στη διεύθυνση η οποία δηλώθηκε το 1973, ως η τελευταία γνωστή διεύθυνση της,  όταν τότε της μεταβιβαζόταν το επίδικο ακίνητο.

 

Ακολούθως με επιστολή του ο Κηδεμόνας, ο οποίος φαίνεται να είχε ενημερωθεί, συναίνεσε στην απαλλοτρίωση και έδωσε οδηγίες η αποζημίωση να κατατεθεί στο Ταμείο Τουρκοκυπριακών Περιουσιών, ενώ στις 25.7.2003 υπέγραψε τη δήλωση αποδοχής της προσφερόμενης αποζημίωσης.  Τέλος οι καθ' ων η αίτηση προχώρησαν στην κατάθεση της αποζημίωσης, στο Ταμείο Τουρκοκυπριακών Περιουσιών,  ενημερώνοντας σχετικά τον Κηδεμόνα.

 

Κατά τον Απρίλιο του 2008, μετά τη μερική άρση των περιορισμών από και προς τα κατεχόμενα, η Αιτήτρια επισκέφθηκε το επίδικο ακίνητο της, όπου διαπίστωσε ότι μέσα υπήρχαν υποστατικά.  Τότε ο δικηγόρος της απευθύνθηκε στον Υπουργό Εσωτερικών και με επιστολή του ημερομηνίας 6.5.2008, την οποία σημείωσε ως «άνευ βλάβης», ανέφερε τα εξής:-

 

«Ενεργώ εκ μέρους της πελάτιδας μου Ayshe Ismael Peyzate, Τουρκοκύπριας από τα Μανδριά-Πάφου.

 

Η Τουρκοκύπρια πελάτιδα μου είναι ιδιοκτήτρια του τεμαχίου 162 του Φ/Σχ. L1/20 στην τοποθεσία Κανταζένα Γεροσκήπου εκτάσεως 17.057 τ.μ..

 

Απ' ότι έχει πληροφορηθεί η πελάτιδα μου, το ακίνητο της κατέχεται από τον Δήμο Γεροσκήπου προφανώς με διαδικασία απαλλοτρίωσης.

 

Παρακαλώ όπως με πληροφορήσετε για τη διαδικασία που ακολουθήθηκε, και αν έχει κατατεθεί οποιοδήποτε ποσό στο όνομα της πελάτιδας μου ως αποζημίωση και με ποιο τρόπο μπορεί να την πάρει.»

 

Στις 6.10.2008 το Υπουργείο Εσωτερικών, με επιστολή του προς τον δικηγόρο της Αιτήτριας, επιβεβαιώνοντας τα περί απαλλοτριώσεως, τον πληροφόρησε ότι η δοθείσα αποζημίωση κατατέθηκε σε ειδικό ταμείο. Επίσης ότι η πελάτιδα του, βάσει της σχετικής νομοθεσίας, δεν μπορεί να ασκήσει οποιονδήποτε δικαίωμα της πάνω στην περιουσία της, ενόσω ισχύει η έκρυθμη κατάσταση.  Ακόμη του ανέφερε ότι αυτή δεν εμπίπτει σε εκείνες τις εξαιρετικές περιπτώσεις όπου υπό προϋποθέσεις η αποζημίωση δίνεται στους νόμιμους ιδιοκτήτες της γης, αφού αυτή διαμένει παράνομα στις κατεχόμενες περιοχές.

 

Μετά από αυτή την εξέλιξη και ακριβώς λίγο πριν εκπνεύσει η προθεσμία των 75 ημερών από της επιστολής των καθ'ων η αίτηση, η Αιτήτρια προχώρησε στις 19.12.2008 στην καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.

 

Η Αιτήτρια ως κύριο λόγο ακύρωσης προβάλλει αυτόν της μη δέουσας έρευνας και χρηστής διοίκησης.  Επίσης εγείρει μονολεκτικά και κατά τρόπο γενικό και αόριστο, θέμα συνταγματικότητας, ισότητας, ίσης μεταχείρισης και ανεπαρκούς αιτιολογίας.  Δεν προτίθεμαι να εξετάσω αυτούς τους λόγους ακύρωσης, εφόσον είναι γενικοί και αόριστοι και καθόλου δεν επεξηγούνται ώστε να γίνουν κατανοητές οι θέσεις της Αιτήτριας.

 

Η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση προς απόρριψη της παρούσας προσφυγής αρχικά πρόβαλε δύο προδικαστικές ενστάσεις: (α) ότι η Αιτήτρια δεν έχει έννομο συμφέρον και (β) ότι η προσφυγή της είναι εκπρόθεσμη.  Στη συνέχεια απέσυρε την πρώτη, ενόψει πρόσφατης νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με αποτέλεσμα να παραμείνει μόνο η δεύτερη.

 

Όπως προβάλλει, η Αιτήτρια έλαβε γνώση της απαλλοτρίωσης πολύ πριν από την απαντητική επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών ημερομηνίας 6.10.2008.  Ισχυρίζεται μάλιστα ότι η γνώση της Αιτήτριας προκύπτει τόσο από την επίσκεψη της στο επίδικο ακίνητο κατά τον Απρίλιο του 2008, όσο και από το περιεχόμενο της επιστολής του δικηγόρου της ημερομηνίας 6.5.2008.

 

Ο συνήγορος της απορρίπτει την προδικαστική ένσταση και ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια έλαβε πραγματική γνώση της επίδικης απαλλοτρίωσης, μόνο όταν αυτή παρέλαβε την απαντητική επιστολή του Υπουργού Εσωτερικών, ήτοι στις 6.10.2008 και όχι προηγουμένως.

 

Η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί.

 

Όπως έχει νομολογηθεί, για να ξεκινήσει να μετρά η προθεσμία των 75 ημερών που προβλέπεται από το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος για την καταχώρηση προσφυγής, η γνώση για την πράξη θα πρέπει να είναι πλήρης.  Για να θεωρηθεί ως τέτοια, θα πρέπει να επιτρέπει στον επηρεαζόμενο να γνωρίζει επαρκώς τις επιπτώσεις της απόφασης και με βεβαιότητα να μπορεί να διαγνώσει τη ζημιά που υφίσταται με την πράξη.  Στις περιπτώσεις απαλλοτρίωσης, το τεκμήριο της γνώσης υφίσταται με τη δημοσίευση.  Ωστόσο το τεκμήριο πληρότητας της γνώσης, για να τύχει εφαρμογής θα πρέπει η δημοσίευση να είναι πλήρης και να περιλαμβάνει όλα τα απαραίτητα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένου και του ονόματος του ιδιοκτήτη της ακίνητης ιδιοκτησίας (βλ. Παπαντωνίου κ.α. ν. Δήμου Λευκωσίας, Υπόθ. Αρ. 2078/05, ημερομηνίας 19.4.2010, η οποία εκδικάστηκε από την Πλήρη Ολομέλεια).

 

Στην υπόθεση Κυπριακή Δημοκρατία ν. Kiazim Ηalit κ.α. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 171/06, ημερομηνίας 9.6.2009 εξετάστηκε παρόμοια προδικαστική ένσταση.  Η Ολομέλεια, συμφώνησε με την πρωτόδικη απόφαση ότι υπό παρόμοιες συνθήκες, πλήρης γνώση επήλθε την ημερομηνία που ο επηρεαζόμενος Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης έλαβε την επιστολή του Υπουργού Εσωτερικών η οποία κρίθηκε ότι περιείχε όλα τα αναγκαία στοιχεία.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, οι καθ'ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι η Αιτήτρια έλαβε γνώση της απαλλοτρίωσης από τον Απρίλη του 2008 που επισκέφθηκε το κτήμα της.  Διαζευκτικά, εισηγήθηκε η συνήγορος τους, η ημερομηνία γνώσης θα πρέπει να θεωρηθεί η 6.5.08 που ο δικηγόρος της Αιτήτριας απέστειλε επιστολή στον Υπουργό Εσωτερικών, χωρίς να αμφισβητεί την Απαλλοτρίωση, αλλά περιορίζοντας το αίτημα της πελάτιδας του, στον τρόπο που η ίδια θα εξασφάλιζε τη σχετική αποζημίωση.

 

Δεν συμφωνώ με τις εισηγήσεις του ευπαίδευτου συνηγόρου για τους καθ'ων η αίτηση.  Σίγουρα η απλή επίσκεψη της Αιτήτριας στο κτήμα της και η γνώση ότι το κτήμα της χρησιμοποιείτο από άλλους, δεν θα μπορούσε να αποδώσει σ' αυτήν και γνώση για την απαλλοτρίωση.  Ούτε στην επιστολή ημερομηνίας 6.5.08, του δικηγόρου της, περιλαμβάνεται οτιδήποτε το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι η Αιτήτρια είχε πλήρη γνώση των γεγονότων που περιέβαλλαν την απαλλοτρίωση του κτήματος της, ή ότι αυτή δήλωνε ότι αποδεχόταν την απαλλοτρίωση.  Αντίθετα, η επιλογή από το δικηγόρο της Αιτήτριας, της φράσης «προφανώς με διαδικασία απαλλοτρίωσης», υποδηλώνει, κατά την άποψή μου, έλλειψη γνώσης ή πλήρους γνώσης.  Το ότι στη συνέχεια ζητά να πληροφορηθεί για τη διαδικασία που ακολουθήθηκε, επιβεβαιώνει την έλλειψη πλήρους γνώσης.  Το γεγονός ότι η Αιτήτρια επίσης ζητά να μάθει αν κατατέθηκε οποιοδήποτε ποσό στο όνομα της και πώς μπορεί να το πάρει, κατά την άποψή μου, δεν μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα, αφού δεν υπήρχε πλήρης γνώση.  Ακόμη και αν η γνώση κριθεί με βάση το περιεχόμενο του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης και πάλιν δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί πλήρης, εφόσον το διάταγμα δεν περιελάμβανε επαρκή στοιχεία για το απαλλοτριωθέν κτήμα και το όνομα του ιδιοκτήτη (βλ. Παπαντωνίου κ.α. ν. Δήμου Λευκωσίας, ανωτέρω).

 

Ενόψει των πιο πάνω, είναι πρόδηλο ότι η Αιτήτρια έλαβε πλήρη γνώση της απαλλοτρίωσης στις 6.10.08 που παρέλαβε την επιστολή του Υπουργού Εσωτερικών.  Οι 75 ημέρες έληγαν την 21.12.08 και επομένως η προσφυγή της, η οποία καταχωρίστηκε στις 19.12.08 είναι εμπρόθεσμη.

 

Ούτε η συγκατάθεση του Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών μπορεί να δεσμεύει την Αιτήτρια και να της στερεί το έννομο συμφέρον ως ιδιοκτήτρια της περιουσίας να προσφύγει στα δικαστήρια.  Όπως υποδείχθηκε στην υπόθεση Κυπριακής Δημοκρατίας ν. Kiazim Halit, ανωτέρω, εφόσον η διαχείριση Τουρκοκυπριακών περιουσιών, την οποία ο Νόμος εναποθέτει στον Κηδεμόνα, δεν διαφοροποιεί το ιδιοκτησιακό καθεστώς, δεν μπορεί ούτε να στερεί από τον Τουρκοκύπριο ιδιοκτήτη το έννομο συμφέρον να προσβάλει διάταγμα απαλλοτρίωσης.

 

Έλλειψη δέουσας έρευνας

Ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Αιτήτρια επικαλέστηκε την υπόθεση Kiazim Halit κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, Υπόθ. Αρ. 18/2005, ημερομηνίας 29.11.06,[1] στην οποία αναφέρθηκε ότι η διοίκηση είχε υποχρέωση προτού προχωρήσει στη λήψη απόφασης για απαλλοτρίωση να:-

«.. εξετάσει τα σχέδια του έργου που δείχνουν την φύση, την έκταση και τις ανάγκες του έργου για το οποίο θα γίνεται η απαλλοτρίωση.  Η Απαλλοτριούσα Αρχή έχει υποχρέωση να εξετάζει και τις δυνατότητες πραγμάτωσης του σκοπού της απαλλοτρίωσης και μέσα σ' αυτά τα πλαίσια επιβάλλεται η ετοιμασία μιας ολοκληρωμένης μελέτης (δέστε: Σπύρου ν. Δημοτικού Συμβουλίου Κ. Πολεμιδιών κ.α. (1998) 3 ΑΑΔ 307).»

 

Περαιτέρω εισηγήθηκε ότι μέσα στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης και της νόμιμης άσκησης της διακριτικής της εξουσίας, η διοίκηση δεν προχωρεί σε αναγκαστική απαλλοτρίωση η οποία ως εκ της φύσεως της συνιστά επαχθές μέτρο, όταν ο σκοπός που επιδιώκεται με αυτήν μπορεί να επιτευχθεί με μέτρο λιγότερο επαχθές.

 

Από την άλλη, η ευπαίδευτη συνήγορος για τους καθ'ων η αίτηση, δεν απαντά στο συγκεκριμένο λόγο ακύρωσης.

 

Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.

 

Οι νομικές αρχές που διέπουν το θέμα της δέουσας έρευνας που όφειλε να διεξάγει η διοίκηση, συνοψίζονται ορθά κατά την άποψή μου, από τον αδελφό Δικαστή Νικολάτο στην υπόθεση Kiazim Halit κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ανωτέρω.  Αντί άλλης καθοδήγησης, παραθέτω το σχετικό απόσπασμα με το οποίο συμφωνώ πλήρως:-

«Οι αρχές της χρηστής διοίκησης και της νόμιμης άσκησης της διακριτικής εξουσίας επιβάλλουν ότι η Διοίκηση δεν προχωρεί στην αναγκαστική απαλλοτρίωση ακίνητης περιουσίας, η οποία (αναγκαστική απαλλοτρίωση) συνιστά επαχθές μέτρο, όταν ο σκοπός που επιδιώκεται με αυτήν μπορεί να επιτευχθεί με μέσο λιγότερο επαχθές.   Η προσφυγή στην αναγκαστική απαλλοτρίωση γίνεται μόνον όταν υπάρχει απόλυτη ανάγκη και αφού εξαντληθεί κάθε πρόσφορο μέτρο, αφενός για να χρησιμοποιηθεί κρατική ακίνητη περιουσία, αν υπάρχει, και αφετέρου για να εξευρεθεί κατάλληλο ακίνητο που προσφέρεται οικειοθελώς.  Η Διοίκηση πρέπει να διερευνά αν υπάρχουν και άλλα εξίσου κατάλληλα ακίνητα και να προτιμά εκείνο, η απαλλοτρίωση του οποίου θα επιφέρει τη λιγότερο επαχθή στέρηση για τον ιδιοκτήτη.  Συνιστά παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης όταν η Διοίκηση, χωρίς να εξετάζει προηγουμένως τα σχέδια του έργου που διαγράφουν τη φύση, την έκταση και τις ανάγκες του έργου, προβαίνει σε αναγκαστική απαλλοτρίωση.  Η απαλλοτριούσα Αρχή οφείλει να εξετάζει όλα τα στοιχεία που συνδέονται με την υλοποίηση του σκοπού της απαλλοτρίωσης, πράγμα που επιβάλλει την ετοιμασία μιας ολοκληρωμένης μελέτης (Δέστε:  Α.Ν. Λοϊζου, Σύνταγμα Κυπριακής Δημοκρατίας, σελ. 147 και τις αποφάσεις που αναφέρονται στις υποσημειώσεις 644, 645 και 646).

 

Όπως παρατηρεί ο Π.Δ. Δαγτόγλου στο «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο», 4η έκδοση, 1997, παράγραφοι 1325 και 1326, επειδή η στέρηση της ιδιοκτησίας, ως στέρηση ατομικού δικαιώματος, αποτελεί ιδιαιτέρως επαχθές μέτρο, πρέπει να επιβάλλεται ως έσχατο μέτρο, μόνον όταν δηλαδή ο σκοπός της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως δεν μπορεί να ικανοποιηθεί ούτε από την ελεύθερη αγορά, ούτε από την περιουσία του δημοσίου. Η Διοίκηση οφείλει, έστω και αν δεν το προβλέπει ρητά ο Νόμος:  (α)  να εξετάσει την ανάγκη της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, δηλαδή να ερευνήσει αν είναι δυνατή η εξυπηρέτηση της δημόσιας ωφέλειας με μέσο ηπιότερο της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως και (β)  να περιορίσει την έκταση και ένταση της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως στο απολύτως αναγκαίο μέτρο.   Οι υποχρεώσεις αυτές που ανάγονται στις αρχές της χρηστής διοικήσεως και της νόμιμης χρήσεως της διακριτικής ευχέρειας, προκύπτουν από την αρχή της αναλογικότητας που διέπει τη δράση της Διοικήσεως σε ένα κράτος δικαίου· και η Κυπριακή Δημοκρατία είναι κράτος δικαίου, παρά τις μεγάλες αντιξοότητες που αντιμετωπίζει εξ αιτίας της συνεχιζόμενης παράνομης κατοχής μεγάλου μέρους του εδάφους της.» 

 

Σχετικές επί του θέματος είναι και οι υποθέσεις Latomia Estates Ltd. κ.α. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 672, Δ. Ουζουνιάν & Μ. Σουλτανιάν και Σία Λτδ. ν. Δημοκρατίας (2000) 3 ΑΑΔ 639, Σπύρου ν. Δημοτικού Συμβουλίου Κάτω Πολεμιδιών κ.α. (1998) 3 ΑΑΔ 307, Μεττή κ.α. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 157 και Μεστάνας κ.α. ν. Δημοτικού Συμβουλίου Αθηαίνου (1991) 4 ΑΑΔ 2288).

 

Έχω εξετάσει το διοικητικό φάκελο για να διερευνήσω αν πράγματι η διοίκηση συμμορφώθηκε με τα πιο πάνω.  Διαπίστωσα ότι υπάρχει σαραντασέλιδη «Τεχνοοικονομική Μελέτη για τη Δημιουργία Βιοτεχνικής Περιοχής στη Γεροσκήπου», η οποία ετοιμάστηκε από την Κυπριακή Τράπεζα Αναπτύξεως και φέρει ημερομηνία Μάιος 1999.  Σ' αυτή γίνεται εκτενής αναφορά για το έργο, τη φύση του, την έκταση και την αναγκαιότητα του.  Από τη Μελέτη η οποία φαίνεται να είναι ολοκληρωμένη, διαφαίνεται ότι η δημιουργία της Βιοτεχνικής Περιοχής στη Γεροσκήπου ήταν απόλυτα αναγκαία, ώστε να απαλλαγούν οι κατοικημένες περιοχές του Δήμου από οχληρία.  Η δημιουργία της βιοτεχνικής περιοχής θα συνέβαλλε επίσης στη δημιουργία καλύτερων υποδομών για ανάπτυξη των ίδιων των βιοτεχνιών.  Με δεδομένη τη νομιμότητα της απαλλοτρίωσης, όσα αναφέρει ο δικηγόρος της Αιτήτριας σε σχέση με τις αποζημιώσεις δεν μπορούν να εξεταστούν στα πλαίσια της υφιστάμενης διαδικασίας, εφόσον το θέμα ανήκει στην αρμοδιότητα άλλου δικαστηρίου (βλ. Αλή Κιαμίλ ν. Υπουργού Εσωτερικών, Α.Ε. 21/07, ημερομηνίας 15.9.09).  Για σκοπούς δέουσας έρευνας αρκεί να αναφέρω επίσης ότι οι καθ'ων η αίτηση εξασφάλισαν δύο εκτιμήσεις για την αξία της επίδικης ακίνητης περιουσίας.

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με €1300 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, υπέρ των καθ'ων η αίτηση.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επιβεβαιώνεται δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

 

 

 

 (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΠσ



[1] Η συγκεκριμένη υπόθεση επιβεβαιώθηκε με την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Κυπριακή Δημοκρατία ν. Kiazim Halit, ανωτέρω.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο