ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Tamassos Suppliers ν. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 60
Δήμος Λάρνακας ν. Mobil Oil Cyprus Ltd. (1995) 3 ΑΑΔ 400
Μεττή Μιχαλάκης και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 157
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1631/2006)
16 Απριλίου, 2010
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28, 23, 35 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
KAROULLAS ΚΑΙ MΑRKOULLIS ESTATES LTD
ΠΟΥ ΜΕΤΟΝΟΜΑΣΘΗΚΕ ΣΕ KARMA ESTATES LTD,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ/΄Η
2. ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΟΥ
ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Ξένια Ευγενίου (κα), για Α.Σ. Αγγελίδη, για τους Αιτητές.
Γιάννα Χατζηχάννα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Οι αιτητές, με την παρούσα προσφυγή, αμφισβητούν τη νομιμότητα της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, ημερομηνίας 25/8/2005 - τους κοινοποιήθηκε μέσω του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Αμμοχώστου - με την οποία η αίτησή τους για ανταλλαγή ακίνητης ιδιοκτησίας τους με κρατική γη σε περιοχή του Δήμου Παραλιμνίου απορρίφθηκε. Αξιώνουν, επίσης, δήλωση του Δικαστηρίου, με την οποία να διατάσσεται να διενεργηθεί ο,τιδήποτε έχει παραλειφθεί σχετικά με την πιο πάνω αίτηση.
Οι αιτητές είναι ιδιοκτήτες του ½ μεριδίου του τεμαχίου αρ. 221, που βρίσκεται στην περιοχή «Λόφος Πρωταρά», στο Παραλίμνι. Το υπόλοιπο ½ μερίδιο του πιο πάνω τεμαχίου ανήκει στην Πόπη Πελεκάνου, από το Παραλίμνι. Οι αιτητές και η συνιδιοκτήτρια, στα πλαίσια αξιοποίησης του πιο πάνω τεμαχίου, σχεδίασαν την ανέγερση σ' αυτό πολυτελών επαύλεων και αποτάθηκαν στο Δήμο Παραλιμνίου για την εξασφάλιση της απαιτούμενης άδειας οικοδομής. Η αίτησή τους απορρίφθηκε, εν όψει της απόφασης για προστασία και διατήρηση της φυσικής ομορφιάς της τοποθεσίας του ακινήτου. Ακολούθησε προσφυγή τους στο Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο ακύρωσε την απόρριψη του αιτήματός τους, λόγω κακής συγκρότησης του Δήμου Παραλιμνίου - (βλ. Karoullas and Markoullis Estates Ltd κ.ά. v. Δήμου Παραλιμνίου, Υπόθεση Αρ. 38/98, 9/9/99).
Στη συνέχεια, οι αιτητές υπέβαλαν αίτηση για ανταλλαγή του τεμαχίου τους με «... ίσης αξίας κρατική γη του τεμαχίου 51, τμήμα 21, Αριθμός Σχεδίου 2-297-374, στο Παραλίμνι ...». Το προτεινόμενο για ανταλλαγή τεμάχιο αποτελεί τμήμα ευρύτερης παραλιακής κρατικής γης, που παρεμβάλλεται μεταξύ της ζώνης προστασίας της παραλίας και ιδιωτικών ακινήτων. Η αίτησή τους και δύο άλλες παρόμοιες αιτήσεις ιδιοκτητών ακινήτων της περιοχής, εξετάστηκαν από τα αρμόδια τμήματα, στα πλαίσια συσκέψεων των εμπλεκομένων φορέων.
Ειδικότερα, για την αίτηση των αιτητών - (ΑΔΧ 144/2000), εξασφαλίστηκαν οι σύμφωνες γνώμες του Επάρχου Αμμοχώστου και του Δήμου Παραλιμνίου, ενώ οι εκπρόσωποι των Τμημάτων Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, Πολεοδομίας και Οικήσεως, καθώς και ο Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού, (Κ.Ο.Τ.), εξέφρασαν επιφυλάξεις. ΄Ολες οι απόψεις συμπεριλήφθηκαν σε αιτιολογημένη ΄Εκθεση του Επαρχιακού Κτηματολογικού Λειτουργού, η οποία υποβλήθηκε στην αρμόδια Υπουργική Επιτροπή, μαζί με εισήγηση για απόρριψη. Η Υπουργική Επιτροπή, αφού εξέτασε όλες τις αιτήσεις, στα πλαίσια των περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας της Δημοκρατίας (Διάθεση) Κανονισμών του 1989, (Κ.Δ.Π. 173/89), (όπως έχουν τροποποιηθεί), (οι «Κανονισμοί»), εισηγήθηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο την απόρριψή τους, γιατί αυτές :-
«... δεν καλύπτονται από τον Κανονισμό 11 των περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας της Δημοκρατίας (Διάθεση) Κανονισμών 1989-99, γιατί δεν συνιστούν εξαιρετικές περιπτώσεις, ούτε και γίνονται για σκοπούς ευθυγράμμισης και αναπροσαρμογής συνόρων όμορων τεμαχίων γης ή για βελτίωση του οδικού δικτύου, αλλά ούτε και από τον Κανονισμό 8(2) και επιπρόσθετα γιατί:
(α) Εάν σκοπός είναι η διαφύλαξη του Λόφου του Πρωταρά, αυτό μπορεί να επιτευχθεί είτε με απαλλοτρίωση και καταβολή αποζημιώσεων στους επηρεαζόμενους ιδιώτες είτε μέσω του προωθούμενου Τοπικού Σχεδίου Παραλιμνίου, με την ένταξη των ιδιωτικών κτημάτων σε Ζώνη Προστασίας της Φύσης.
(β) Η ζητούμενη για παραχώρηση κρατική γη που δείχνεται με κίτρινο χρώμα στο σχέδιο Γ αποτελεί το μοναδικό συμπαγές παραλιακό απόθεμα κρατικής γης εκτός της Ζώνης Προστασίας της Παραλίας και πρέπει να διαφυλαχθεί, τόσο για κυβερνητικούς/κοινωφελείς σκοπούς, σύμφωνα με τον Κανονισμό 23, όσο και για την ελεύθερη προσπέλαση του κοινού προς την παραλία.
(γ) Η ζητούμενη για παραχώρηση κρατική γη που δείχνεται με κίτρινο χρώμα στο σχέδιο Δ αποτελεί σημαντικό απόθεμα κρατικής γης στην τουριστική περιοχή και πρέπει να διαφυλαχθεί τόσο για κυβερνητικούς/κοινωφελείς σκοπούς, σύμφωνα με τον Κανονισμό 23.
(δ) Τυχόν ικανοποίηση των αιτημάτων αυτών, θα δημιουργούσε κακό προηγούμενο για άλλες παρόμοιες περιπτώσεις.
(ε) Η προστασία του Λόφου του Πρωταρά μπορεί να επιτευχθεί με την επιβολή, από το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, περιορισμών στη χρήση των ιδιωτικών τεμαχίων, σύμφωνα με τον περί Πολεοδομίας Νόμο. Γι' αυτό αποφάσισε όπως πραγματοποιηθεί σύσκεψη των αρμοδίων Τμημάτων/ Υπηρεσιών, υπό την προεδρία του Υπουργού Εσωτερικών, για συζήτηση του θέματος και εξεύρεση τρόπων επιβολής των μέτρων.»
Στη συνέχεια, το Υπουργικό Συμβούλιο, υιοθετώντας αυτούσιες τις εισηγήσεις της Υπουργικής Επιτροπής, απέρριψε τις αιτήσεις. Η απόφασή του κοινοποιήθηκε στους αιτητές, οι οποίοι, αμφισβητούν το κύρος της, ισχυριζόμενοι ότι αυτή:-
(ι) Είναι αντίθετη με το Νόμο, αποτελεί προϊόν νομικής και πραγματικής πλάνης και στερείται δέουσας έρευνας και αιτιολογίας· και
(ιι) Παραβιάζει την αρχή της καλής πίστης.
Η εξουσία του Υπουργικού Συμβουλίου να ανταλλάσσει ιδιοκτησία της Δημοκρατίας προβλέπεται στο ΄Αρθρο 18 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, Κεφ. 224, (όπως τροποποιήθηκε), (ο «Νόμος), το οποίο ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι:-
«18. - (1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, υπό τέτοιους όρους, περιορισμούς, προϋποθέσεις και κριτήρια, τα οποία ήθελαν καθοριστεί με Κανονισμούς-
(α) Να παραχωρήσει, εκμισθώσει, ανταλλάξει ή με άλλο τρόπο αποξενώσει οποιαδήποτε ιδιοκτησία της Δημοκρατίας ή ακίνητη ιδιοκτησία που περιήλθε στη Δημοκρατία δυνάμει των διατάξεων του Νόμου αυτού, άλλην εκτός από δημόσιο δρόμο ή την παραλία·»
Δυνάμει του πιο πάνω ΄Αρθρου, εκδόθηκαν οι Κανονισμοί. Ειδικότερα για την ανταλλαγή, ο Κ. 11 αυτών προνοεί ότι:-
«11. Ανταλλαγή ακίνητης ιδιοκτησίας της Δημοκρατίας με ιδιωτική ακίνητη ιδιοκτησία μπορεί να γίνεται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εκτός αν γίνεται για σκοπούς ευθυγράμμισης και αναπροσαρμογής συνόρων ενός ή περισσότερων όμορων τεμαχίων γης ή για βελτίωση του οδικού δικτύου.»
Η διαδικασία υποβολής και εξέτασης αιτήσεων για ανταλλαγή ρυθμίζεται από τον Κ. 21 των Κανονισμών, ο οποίος προνοεί:-
21. - (1) Η αίτηση για διάθεση ιδιοκτησίας της Δημοκρατίας υποβάλλεται πάνω σε ειδικό έντυπο που παραχωρείται στον αιτητή από το Διευθυντή και κατατίθεται στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο της Επαρχίας στην οποία βρίσκεται η ιδιοκτησία· η αίτηση πρέπει να συνοδεύεται -
(α) Από πιστοποιημένο αντίγραφο του Κυβερνητικού Χωρομετρικού Σχεδίου στο οποίο να φαίνεται η ιδιοκτησία που αναφέρεται στην αίτηση· και
(β) από τα τέλη που καθορίζονται στον περί Κτηματολογικού και Χωρομετρικού Τμήματος (Τέλη και Δικαιώματα) Νόμο.
(2) Ο Διευθυντής αφού εξετάσει κατά πόσο η αίτηση υποβλήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, προβαίνει σε σχετική έρευνα και ετοιμάζει έκθεση προς το Υπουργικό Συμβούλιο μαζί με αιτιολογημένες εισηγήσεις του για διάθεση ή μη της αιτούμενης ιδιοκτησίας:
Νοείται ότι για σκοπούς ετοιμασίας της έκθεσής του, ο Διευθυντής λαμβάνει υπόψη τις εισηγήσεις του οικείου Επάρχου, οποιουδήποτε Υπουργείου, Κυβερνητικού Τμήματος, αρχής τοπικής διοικήσεως ή οργανισμού δημοσίου δικαίου.»
Ο Κ. 23 των Κανονισμών θέτει ένα γενικό περιορισμό στην ανταλλαγή ιδιοκτησίας της Δημοκρατίας, ως ακολούθως:-
23. Κατά την εφαρμογή των παρόντων Κανονισμών το Υπουργικό Συμβούλιο φροντίζει ώστε να μην αποξενώνεται ολόκληρη η ακίνητη ιδιοκτησία της Δημοκρατίας η οποία βρίσκεται μέσα στα όρια της περιοχής του κάθε Δήμου και του κάθε χωριού έτσι ώστε να υφίστανται πάντοτε ικανοποιητικές εκτάσεις από την ιδιοκτησία αυτή για εξυπηρέτηση, μελλοντικά, σκοπών δημόσιας ωφέλειας.»
Ο πρώτος λόγος που προβάλλεται για ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης αναπτύσσεται πολύ συνοπτικά στην αγόρευση των αιτητών και το μεγαλύτερο μέρος της επιχειρηματολογίας που τον υποστηρίζει εμπίπτει στα πλαίσια του δεύτερου λόγου ακύρωσης, που αναφέρεται στην παράβαση της αρχής της καλής πίστης.
Ισχυρίζονται οι αιτητές ότι το Υπουργικό Συμβούλιο αγνόησε τις θετικές απόψεις των εμπλεκομένων φορέων και, χωρίς να διενεργήσει δική του έρευνα, «προσυπέγραψε δέσμια» την εισήγηση του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας. Επιπρόσθετα, προβάλλουν ότι, λόγω του μακρού ιστορικού και των ιδιαζόντων συνθηκών της περίπτωσης, αυτή θα έπρεπε να θεωρηθεί ως «εξαιρετική» στα πλαίσια του Κ. 11 των Κανονισμών και η αίτηση για ανταλλαγή να εγκριθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο.
Οι πιο πάνω ισχυρισμοί δεν ευσταθούν. Από το σύνολο των εγγράφων της υπόθεσης, προκύπτει ότι το Υπουργικό Συμβούλιο είχε ενώπιόν του όλες τις απόψεις, προτού κρίνει ότι η περίπτωση των αιτητών δεν ήταν εξαιρετική και απορρίψει την αίτηση, υιοθετώντας τη σχετική εισήγηση του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας. Η κρίση της διοίκησης αναφορικά με το χαρακτηρισμό μιας περίπτωσης ως εξαιρετικής ή όχι, στα πλαίσια του Κ. 11 των Κανονισμών, δεν ελέγχεται από το δικαστήριο, αφού, σύμφωνα με την κρατούσα νομολογία, έλεγχος σε τέτοιου είδους θέματα είναι επιτρεπτός μόνον όταν διαπιστωθεί πλάνη περί τα πράγματα ή υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής εξουσίας της - (βλ. Μεττή κ.ά. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 157· Κουτσού v. K.O.T. (2001) 3 Α.Α.Δ. 31 και Καμηλάρης v. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 725).
Το γεγονός ότι η τελική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου συμπίπτει με την εισήγηση του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας δε συνιστά απεμπόληση εξουσίας. Το Υπουργικό Συμβούλιο δεν είναι υποχρεωμένο να προβαίνει σε δική του έρευνα. ΄Εχει δικαίωμα να απευθύνεται σε αρμόδιο φορέα ή τμήμα για τις απόψεις του. Στην παρούσα περίπτωση, το Υπουργικό Συμβούλιο είχε στη διάθεσή του και την Έκθεση του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Αμμοχώστου, στην οποία περιέχεται λεπτομερώς το ιστορικό της υπόθεσης και όλα τα σχετικά στοιχεία. Με την έρευνα που είχε προηγηθεί, είχαν διερευνηθεί τα ουσιώδη στοιχεία, τα οποία συμπληρώνουν, επίσης, την αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης - (βλ. Κυριακίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 298).
Το κύριο μέρος της επιχειρηματολογίας των αιτητών αφορά στην παραβίαση των αρχών της καλής πίστης και στον κλονισμό της εμπιστοσύνης του πολίτη προς τη διοίκηση. Ισχυρίζονται προς τούτο οι αιτητές ότι, ενώ θα μπορούσαν να είχαν προχωρήσει από το 1993 σε αξιοποίηση και ανάπτυξη της περιουσίας τους, δεν το έπραξαν, δεχόμενοι τις υποδείξεις, προτροπές και υποσχέσεις του Δήμου Παραλιμνίου και άλλων κρατικών φορέων για ανταλλαγή της με κρατική γη. Υποβάλλουν δε ότι έτυχαν παραπλανητικής και αντιφατικής συμπεριφοράς. Επί σειρά ετών λάμβαναν διαβεβαιώσεις για πραγματοποίηση της ανταλλαγής, χωρίς να έχουν πληροφορηθεί αρμοδίως για τυχόν δυσκολίες ή κωλύματα ως προς την υλοποίηση της εισήγησης.
Η πλευρά των καθ' ων η αίτηση απορρίπτει τους πιο πάνω ισχυρισμούς και παραπέμπει στη Ζέμπασιης κ.ά. v. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1542/05, 10/8/07[1], όπου εξετάστηκαν και απορρίφθηκαν τα ίδια επιχειρήματα σε σχέση με την απόρριψη από το Υπουργικό Συμβούλιο, στα πλαίσια της ίδιας διαδικασίας, από την οποία προέκυψε και η παρούσα προσφυγή, μίας άλλης αίτησης για ανταλλαγή. Στην εν λόγω απόφαση, το Δικαστήριο, εξετάζοντας τον ισχυρισμό για παραβίαση της αρχής της καλής πίστης, ανέφερε τα ακόλουθα:-
«Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι η μεταβολή στη στάση της διοίκησης παραβιάζει την αρχή της καλής πίστης, αφού η ίδια η διοίκηση διαμόρφωσε την εισήγηση για την ανταλλαγή και καθυστέρησε να την υλοποιήσει, συμβάλλοντας έτσι στη 'ζημιογόνο για τους αιτητές σκέψη ανταλλαγής'. Πιο συγκεκριμένα η εισήγηση είναι ότι το Υπουργικό Συμβούλιο εφαρμόζοντας την αρχή της καλής πίστης, θα έπρεπε να τηρήσει τις υποσχέσεις που είχαν δοθεί από τα αρμόδια κυβερνητικά τμήματα και από το Δήμο Παραλιμνίου και να εγκρίνει το αίτημα των αιτητών για την ανταλλαγή. Επιπρόσθετα υποβλήθηκε η εισήγηση ότι η επίδικη απόφαση πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας.
Η εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή γιατί τα περιθώρια της εφαρμογής της καλής πίστης δεν επιτρέπουν παρέκκλιση από τη νομιμότητα, αφού το Υπουργικό Συμβούλιο δεν μπορούσε να ενεργήσει κατά παράβαση των προνοιών των διατάξεων των περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας της Δημοκρατίας (Διάθεση) Κανονισμών του 1989 (Κ.Δ.Π. 173/89), για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των αιτητών. Είναι ορθό ότι από τα στοιχεία που έχουν παρασχεθεί φαίνεται ότι υπήρξε μια καθυστέρηση στην εξέταση του θέματος της ανταλλαγής, η οποία πιθανό να έχει επενεργήσει δυσμενώς έναντι των αιτητών. ΄Ομως η καθυστέρηση που έχει σημειωθεί δεν μπορεί με την επίκληση της αρχής της καλής πίστης να επιτρέψει την παρέκκλιση από τις νόμιμες προϋποθέσεις που καθορίζουν οι σχετικοί Κανονισμοί.
Η πιο πάνω εισήγηση, ότι υπήρξε παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης, δεν μπορεί επίσης να γίνει αποδεκτή για το Δήμο Παραλιμνίου. Από την πληθώρα των επιστολών και εγγράφων που έχουν παρουσιαστεί φαίνεται καθαρά ότι ο Δήμος Παραλιμνίου τήρησε μια συνεπή στάση προς υποστήριξη της διαδικασίας της ανταλλαγής και δεν μπορεί να του αποδοθούν οποιεσδήποτε ευθύνες για την τελική έκβαση της πρότασης για ανταλλαγή.»
Συμφωνώ με τα πιο πάνω, τα οποία και υιοθετώ για τους σκοπούς της παρούσας. Είναι γεγονός ότι ο Δήμος Παραλιμνίου εισηγήθηκε και υποστήριξε, σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, την έγκριση της αίτησης ανταλλαγής, η σχετική εξουσία, όμως, για τη λήψη απόφασης ανήκει, σύμφωνα με το Νόμο και τους Κανονισμούς, στο Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο στα πλαίσια των εξουσιών του, αφού συνεκτίμησε όλα τα δεδομένα, περιλαμβανομένης και της αρνητικής εισήγησης του Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, αποφάσισε, μεταξύ άλλων, ότι δε συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του Κ. 11 των Κανονισμών και ότι η περίπτωση προσέκρουε στους περιορισμούς του Κ. 23 αυτών. ΄Οπως έχει τονιστεί, δεν είναι δυνατή η λήψη αποφάσεων κατά παράβαση νόμων ή κανονισμών, με επίκληση της αρχής της καλής πίστης. Στη Δημοκρατία v. Παπαφώτη (1997) 3 Α.Α.Δ. 191 αναφέρονται σχετικά τα εξής:- (σελ. 196)
«Ούτε η καλή πίστη συναρτάται με τον υπερακοντισμό της νομιμότητας στη λειτουργία της Διοίκησης. ΄Οπως διευκρινίζεται στην Tamassos Suppliers v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60, η αρχή της καλής πίστης σκοπεί στον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας στη διοικητική λειτουργία. Δεν υπερφαλαγγίζει όμως την αρχή της σύννομης λειτουργίας της Διοίκησης, που είναι συνυφασμένη, όπως και κάθε κρατική λειτουργία, με την αρχή του κράτους δικαίου. ΄Οπως υποδεικνύεται στην Παμπόρη v. Δημοκρατίας, υπόθεση αρ. 164/95, 15.12.1995, η αρχή της καλής πίστης δε μεταβάλλει τις αρχές δικαίου, που διέπουν την άσκηση των εξουσιών που εναποτίθενται σε διοικητικό όργανο, ούτε προεξοφλεί την άσκηση της εξουσίας η οποία παρέχεται. ...»
Αναφορικά με το αιτητικό της προσφυγής που αφορά ισχυριζόμενη παράλειψη, αρκεί να σημειωθεί ότι, εφόσον η έγκριση της επίδικης αίτησης ανταλλαγής ανήκει στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης και δεν επιβάλλεται ρητώς από το Νόμο, δεν υπάρχει παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας - (βλ. Δήμος Λάρνακας v. Mobil Oil Ltd. (1995) 3 Α.Α.Δ. 400).
Η προσφυγή απορρίπτεται, με €1.200,00 έξοδα υπέρ των καθ' ων η Αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΣ, ΜΠ
[1] Εφεσιβλήθηκε με την Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 136/07, η οποία εκκρεμεί.