ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 842/2008)
23 Μαρτίου, 2010
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΦΩΤΟΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ'ων η αίτηση.
Κ. Λοΐζου, για τον Αιτητή.
Π. Πολυβίου, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Αλ. Κουντουρή για Τ. Παπαδόπουλος & Συνεργάτες, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση των καθ'ων η αίτηση (Ρ.Ι.Κ.) ημερομηνίας 3/4/2008, να διορίσουν αναδρομικά από την 1/8/2003 στη μόνιμη θέση Ανώτερου Λειτουργού Προγραμμάτων Τηλεόρασης την Αγάθη Μαμμίδου (ενδιαφερόμενο μέρος) αντί του ιδίου, ως άκυρη και/ή παράνομη και/ή στερούμενη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος.
Το ιστορικό της παρούσας προσφυγής και τα γεγονότα που οδήγησαν στην καταχώριση της έχουν ως πιο κάτω:
Στις 25/6/2003 το Ρ.Ι.Κ. προκήρυξε τρεις θέσεις (προαγωγής) Ανώτερου Λειτουργού Προγραμμάτων Τηλεόρασης. Μεταξύ των υποψηφίων ήταν ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος. Με απόφαση του ημερομηνίας 30/7/2003 το Διοικητικό Συμβούλιο του Ρ.Ι.Κ., στο οποίο η Συμβουλευτική Επιτροπή είχε παραπέμψει όλες τις υποψηφιότητες για περαιτέρω εξέταση, επέλεξε για προαγωγή τρεις υποψηφίους. Μεταξύ τους ήταν και το ενδιαφερόμενο μέρος. Δεν ήταν όμως ο αιτητής. Τελικά προήχθη το ενδιαφερόμενο μέρος.
Αντιδρώντας στην πιο πάνω απόφαση ο αιτητής καταχώρισε την προσφυγή 869/03. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, μετά που άκουσε και το δικηγόρο του Ρ.Ι.Κ., ο οποίος να σημειωθεί δεν υποστήριξε την προσβαλλόμενη απόφαση, αλλά με δήλωση του αναγνώρισε ότι η απόφαση δεν ήταν δεόντως αιτιολογημένη, ακύρωσε την απόφαση γιατί εστερείτο οποιασδήποτε δικαιολογίας, λαμβανομένης ιδίως υπόψη της αρχαιότητας του αιτητή.
Στα πλαίσια της επανεξέτασης του θέματος που ακολούθησε την ακυρωτική απόφαση του Δικαστηρίου, το Διοικητικό Συμβούλιο με απόφαση του ημερομηνίας 19/5/2005, για δεύτερη φορά, επέλεξε το ενδιαφερόμενο μέρος. Ο αιτητής προσέφυγε και πάλι στο Δικαστήριο. Με την καταχώριση της υπ' αρ. 370/05 προσφυγής επεδίωξε την ακύρωση και της νέας απόφασης του Συμβουλίου.
Και στη περίπτωση της δεύτερης προσφυγής (370/05) η προσπάθεια του αιτητή για ακύρωση της απόφασης διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους αντί του ιδίου στη συγκεκριμένη θέση στέφθηκε με επιτυχία, βασικά για τον ίδιο λόγο που στέφθηκε με επιτυχία και η πρώτη προσφυγή του. Λόγω έλλειψης αιτιολογίας. Παραθέτω αυτούσιο το σκεπτικό του Δικαστηρίου:
"Όπως η Πλήρης Ολομέλεια επεσήμανε πρόσφατα στη Ναζίρης ν. ΡΙΚ, υπόθ. αρ. 810/2004, ημερ. 12 Φεβρουαρίου 2007, «η επανεξέταση διενεργείται στη βάση του ακυρωτικού αποτελέσματος και όχι εφ' όλης της ύλης». Στην προκείμενη περίπτωση το ΡΙΚ θα έπρεπε να είχε περιοριστεί στα ήδη αποκρυσταλλωμένα δεδομένα, ιδωμένα υπό το φως της δικαστικής διαπίστωσης, σύμφωνα με την οποία η μόνη πλημμέλεια ήταν η έλλειψη βάσιμης αιτιολογίας, λαμβανομένης ιδίως υπόψη της αρχαιότητας του αιτητή. Το Συμβούλιο δεν διατηρούσε δυνατότητα να επεκταθεί ευρύτερα. Δεν συνέτρεχε λόγος για οποιαδήποτε νέα διερεύνηση: βλ. τις Ιωσηφίδης κ.α. ν. Δαβερώνα κ.α. (2002) 3 Α.Α.Δ. 147 και Παπαδόπουλος ν. Ιωσηφίδη κ.α. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 στις οποίες παραπέμπει η Ναζίρης (ανωτέρω). Είναι άλλωστε προφανές ότι ο Γενικός Διευθυντής ανέπτυξε τα όσα ο κ. Παυλίδης είχε συντομογραφικά αναφέρει και στόχευε, ανεπιτρέπτως, στην αναμόρφωση της υπηρεσιακής εικόνας των υποψηφίων έξω από τα θεσμοθετημένα: βλ. τη Γιάννης Νικολάου ν. ΡΙΚ, υπόθ. αρ. 337/2003, ημερ. 23 Ιουνίου 2005, όπου σχολιάστηκε η εμβέλεια της Μοδίτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695 και, στην ίδια γραμμή, τις υποθέσεις ΑΤΗΚ ν. Βαρνάβα, Α.Ε. 3907, ημερ. 15 Ιανουαρίου 2007 και Χριστοδούλου ν. ΑΗΚ, υπόθ. αρ. 640/04, ημερ. 8 Μαΐου 2006.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. ."
Η ακύρωση της απόφασης για δεύτερη φορά είχε σαν αποτέλεσμα την επανεξέταση του θέματος. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ρ.Ι.Κ. με απόφαση του ημερομηνίας 3/4/2008, αφού εξέτασε το θέμα, επαναδιόρισε για τρίτη φορά το ενδιαφερόμενο μέρος αντί του αιτητή. Και είναι αυτή την απόφαση που ο αιτητής προσβάλλει με την παρούσα προσφυγή του. Βασικός λόγος ακύρωσης προβάλλεται η έλλειψη αιτιολογίας. Ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης προβάλλεται από τον αιτητή σε συσχετισμό με το γεγονός ότι υπερτερεί του ενδιαφερόμενου μέρους σε αρχαιότητα. Σαν λόγος ακύρωσης προβάλλεται επίσης ότι, «η απόφαση είναι προϊόν εσφαλμένης διαδικασίας και/ή οι καθ'ων η αίτηση δεν ακολούθησαν τη νομολογία σε σχέση με την επανεξέταση μετά από ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου». Προβάλλονται επίσης ως λόγοι ακύρωσης (α) «η απόφαση ελήφθη κατά κατάχρηση και ή καθ' υπέρβασιν εξουσίας και/ή είναι το αποτέλεσμα πραγματικής πλάνης και/ή νομικής πλάνης και/ή είναι αντίθετη προς το Σύνταγμα», και (β) «η απόφαση είναι αντίθετη προς τις παραδεδεγμένες αρχές του Δημοσίου Δικαίου και/ή της Νομολογίας και/ή με τις αρχές της Φυσικής Δικαιοσύνης». Για τους δύο τελευταίους προβαλλόμενους λόγους ακύρωσης θα πρέπει να πω πως αυτοί προβάλλονται κατά τρόπο γενικό και αόριστο, χωρίς οποιοδήποτε συσχετισμό με συγκεκριμένες πτυχές της υπόθεσης και χωρίς να εξειδικεύονται ζητήματα προς εξέταση.
Επειδή όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές, για σκοπούς τεκμηρίωσης των θέσεών τους, κάμνουν αναφορά σε εκτεταμένα αποσπάσματα της προσβαλλόμενης απόφασης, θεωρώ σκόπιμο, έστω και αν πρόκειται για μακροσκελή απόφαση, να την παραθέσω αυτούσια:
"(3) Ανώτερος Λειτουργός Προγραμμάτων Τηλεόρασης Κλιμ. Α11 (Θέση Προαγωγής)
Το Συμβούλιο κατά την επανεξέταση του θέματος είχε ενώπιον του τις Αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 3.11.2004 και 5.3.2007 ως επίσης το Σημείωμα του Γενικού Διευθυντή ημερ. 10.7.2003 και τα συνημμένα σ' αυτό ακόλουθα έγγραφα:
1. Πρακτικά Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής ημερ. 9.7.2003
2. Εγκύκλιο/Προκήρυξη της θέσης ημερ. 25.6.2003
3. Το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης
4. Βιογραφικά Σημειώματα των υποψηφίων
5. Κατάλογο με την αρχαιότητα των υποψηφίων
6. Πίνακα με τις βαθμολογίες για τα έτη 1998-2002
7. Τις αιτήσεις των υποψηφίων
8. Τους Προσωπικούς Φακέλους των υποψηφίων
9. Τους Φακέλους με τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων.
Το Συμβούλιο, αφού μελέτησε διεξοδικά τα προσόντα των υποψηφίων όπως περιέχονται στα ενώπιον του έγγραφα και Φακέλους, σε σύγκριση με το περιεχόμενο του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης, υιοθέτησε την άποψη της Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής ότι οι υποψήφιοι ικανοποιούν τις προϋποθέσεις καταλληλότητας για τη θέση.
Οι βασικές αρχές σχετικά με το θέμα προαγωγών και διορισμών - σύμφωνα με πολλές γνωματεύσεις του Νομικού Συμβούλου του Ιδρύματος - ήταν οι πιο κάτω:
Το Συμβούλιο θα πρέπει να επιλέξει τον καταλληλότερο υποψήφιο για τη θέση. Η αρχαιότητα δεν πρέπει να είναι καθοριστική ούτε και αποφασιστικής σημασίας. Προέχουν τα κριτήρια αξίας και προσόντων καθώς και η εν γένει καταλληλότητα των υποψηφίων για τη θέση. Αυτό που δεν μπορεί να γίνει είναι να παραγνωρισθεί χωρίς λόγο η αρχαιότητα. Εκεί όμως που τα άλλα κριτήρια και τα στοιχεία καταλληλότητας για τη θέση δεν είναι ισοδύναμα, τότε η αρχαιότητα δεν πρέπει να θεωρηθεί αποφασιστικής σημασίας. Η ευθύνη του Συμβουλίου είναι να επιλέξει τον πιο κατάλληλο υποψήφιο για την υπό πλήρωση θέση.
Με βάση τις πιο πάνω αρχές, το Συμβούλιο προέβη σε έρευνα και ενδελεχή μελέτη του συνόλου των στοιχείων και πληροφοριών όπως περιέχονται στους Προσωπικούς Φακέλους των αιτητών και τα άλλα ενώπιον του έγγραφα ώστε να μπορέσει να καταλήξει στις κρίσεις και εκτιμήσεις του αναφορικά με τον καταλληλότερο για τη θέση. Το Συμβούλιο αξιολόγησε τον κάθε υποψήφιο χωριστά και σε σύγκριση με τον κάθε ένα από τους άλλους υποψήφιους.
Από τη σύγκριση των υποψηφίων, όπως αυτή εξάγεται από τα στοιχεία των Φακέλων, προκύπτει ότι όλοι οι υποψήφιοι είναι ισοδύναμοι σε αξία και στο θέμα των προσόντων ικανοποιούν τα απαραίτητα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα. Όσον αφορά το στοιχείο της αρχαιότητας οι πλείστοι είναι περίπου ισοδύναμοι στην παρούσα θέση με περιθωριακή διαφορά στην προηγούμενη θέση. Κατά την άποψη του Συμβουλίου, επειδή όλοι οι υποψήφιοι ικανοποιούν τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα, η επιλογή θα πρέπει να βασιστεί στις ιδιότητες και ικανότητες των υποψηφίων να ανταποκριθούν αποτελεσματικά στην εκτέλεση των καθηκόντων της υπό πλήρωση θέσης.
Η υποψήφια κα Μαμμίδου λόγω της άμεσης γνώσης της παραγωγής τηλεοπτικών προγραμμάτων και της μακράς τηλεοπτικής πείρας που διαθέτει συγκεντρώνει τις ικανότητες και τις ιδιότητες για να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στην εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης του Ανώτερου Λειτουργού Προγραμμάτων Τηλεόρασης.
Δεν παραγνωρίζεται η αρχαιότητα των υπολοίπων υποψηφίων σε σχέση με την κα Μαμμίδου, ούτε και οι ικανότητές τους. Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στον κο Φωτιάδη ο οποίος ήταν άνθρωπος με ιδιαίτερη επίδοση στο Θέατρο και στη Σκηνοθεσία. Όμως το Σχέδιο Υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης καταδεικνύει πως ο Ανώτερος Λειτουργός Προγραμμάτων Τηλεόρασης έχει, μεταξύ άλλων, οργανωτικά και εποπτικά καθήκοντα και διοικητικές ευθύνες. Η πρώτιστη ευθύνη είναι φυσικά η παραγωγή και η μετάδοση τηλεοπτικών προγραμμάτων, παράλληλα όμως η οργάνωση και η εποπτεία της παραγωγής και μετάδοσης των προγραμμάτων αυτών είναι τεράστιας σημασίας. Στον τομέα αυτό, κατά την κρίση του Συμβουλίου, υπερέχει σαφώς η κα Μαμμίδου έναντι των άλλων υποψηφίων.
Το Συμβούλιο έχοντας και λαμβάνοντας υπόψη όλα τα στοιχεία αναφορικά με τους υποψηφίους, σε συνάρτηση με τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης, έκρινε με βάση τα καθιερωμένα μέτρα κρίσης, δηλ. την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα, ότι η καταλληλότερη για τη θέση είναι η κα Αγάθη Μαμμίδου η οποία έχει τις δυνατότητες και τις προοπτικές για ανάληψη και επιτυχή διεκπεραίωση των καθηκόντων της θέσης και αποφάσισε ομόφωνα το διορισμό της στη θέση «Ανώτερος Λειτουργός Προγραμμάτων Τηλεόρασης» από 1.8.2003.
Το Συμβούλιο δεν παραγνώρισε την αρχαιότητα των άλλων υποψηφίων ούτε και ειδικά τις ικανότητες και προσφορά στον θεατρικό τομέα του υποψήφιου κου Φωτιάδη. Αυτά όμως τα προσόντα δεν είχαν άμεση σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, με αποτέλεσμα να μην είναι σημαντική η βαρύτητα που θα έπρεπε να αποδοθεί σ' αυτά.
Ειδικά, το Συμβούλιο δεν παραγνώρισε το σκεπτικό της Απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 5.3.2007. Ούτε και είχε οποιαδήποτε πρόθεση να μη συμμορφωθεί με το περιεχόμενο της εν λόγω Απόφασης. Το Συμβούλιο δεν παραγνώρισε την αρχαιότητα του κ. Φ. Φωτιάδη, όπως είχε αναφέρει το Ανώτατο Δικαστήριο, αλλά έκρινε ότι δεν περιοριζόταν αποκλειστικά στο κριτήριο της αρχαιότητας. Απλώς έπρεπε να δώσει τη δέουσα προσοχή στο κριτήριο της αρχαιότητας και να μην παραγνωρίσει αυτό χωρίς επαρκή αιτιολογία.
Συμπερασματικά, το Συμβούλιο, με βάση προσεκτική αξιολόγηση όλων των στοιχείων που αφορούσαν τον υποψήφιο κο Φωτιάδη και μετά από περαιτέρω μελέτη των προνοιών του Σχεδίου Υπηρεσίας της υπό κρίση θέσης, έκρινε ομόφωνα ότι τα στοιχεία αυτά δεν μπορούσαν να θεωρηθούν αποφασιστικής σημασίας ενόψει της υπεροχής και γενικής καταλληλότητας για την υπό πλήρωση θέση - για τους λόγους που είχαν αναφερθεί προηγουμένως - της κας Αγάθης Μαμμίδου."
Σ' αυτό το στάδιο θεωρώ σκόπιμο να σημειώσω τα εξής, μέρος των οποίων είχε επισημανθεί και πρωτόδικα στην προσφυγή 370/05. (α) Ο αιτητής είχε προβάδισμα στην αρχαιότητα 10 χρόνων. Να σημειωθεί ότι αν και το γεγονός ότι ο αιτητής υπερτερούσε του ενδιαφερόμενου μέρους στην αρχαιότητα, ουδέποτε αμφισβητήθηκε, η αρχαιότητα του αιτητή δεν είχε προσδιορισθεί προηγουμένως. Αυτή είναι η πρώτη φορά. (β) Ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος, σε βαθμολογημένη αξία ήταν ουσιαστικά ισοδύναμοι, με ασήμαντη διαφορά υπέρ του αιτητή. (γ) Ο αιτητής είχε και πρόσθετα προσόντα τα οποία όμως, καθώς έκρινε το Συμβούλιο, δεν είχαν άμεση σχέση με τα καθήκοντα της θέσης και επομένως δεν τους απέδωσε σημαντική βαρύτητα. (δ) Την πρώτη φορά είχε ζητηθεί και λήφθηκε υπόψη η σύσταση για τον καταλληλότερο από τους υποψηφίους, του κ. Παυλίδη, Αναπληρωτή Διευθυντή Προγραμμάτων. (ε) Στα πλαίσια της δεύτερης επανεξέτασης κρίθηκε σκόπιμο, και αυτό κατόπιν νομικής συμβουλής, να ληφθεί υπόψη η σύσταση του Γενικού Διευθυντή για την καταλληλότητα των υποψηφίων. Ο τελευταίος σύστησε το ενδιαφερόμενο μέρος. (στ) Τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή με την οποία ο τελευταίος σύστηνε το ενδιαφερόμενο μέρος, το Συμβούλιο είχε ενώπιον του και στις 3/4/2008, όταν λάμβανε την υπό κρίση προσβαλλόμενη απόφαση. Την εν λόγω σύσταση θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω αυτούσια, όπως αυτή προκύπτει από τα πρακτικά της συνεδρίας ημερομηνίας 19/5/2005.:
"Ο Γενικός Διευθυντής ανέφερε ότι από την σύγκριση των υποψηφίων, όπως αυτή εξάγεται από τα στοιχεία των φακέλων, προκύπτει ότι όλοι οι υποψήφιοι είναι ισοδύναμοι σε αξία και στο θέμα των προσόντων ικανοποιούν τα απαραίτητα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα. Όσον αφορά το στοιχείο της αρχαιότητας οι πλείστοι είναι περίπου ισοδύναμοι στην παρούσα θέση με περιθωριακή διαφορά στην προηγούμενη θέση, πλην της Τσουρούλλη Χριστίνας και της Μαμμίδου Αγάθης που κατέχουν κλίμακα Α8/9. Κατά την άποψη του επειδή όλοι οι υποψήφιοι ικανοποιούν τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα η σύσταση του θα στηριχθεί στις ιδιότητες και ικανότητες των υποψηφίων να ανταποκριθούν αποτελεσματικά στην εκτέλεση των καθηκόντων της υπό πλήρωση θέσης.
Θεωρώ, είπε ο Γενικός Διευθυντής, ότι η Μαμμίδου Αγάθη λόγω της άμεσης γνώσης της παραγωγής τηλεοπτικών προγραμμάτων, και της μακράς τηλεοπτικής πείρας που διαθέτει συγκεντρώνει τις ικανότητες και τις ιδιότητες για να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στην εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης του Ανώτερου Λειτουργού Προγραμμάτων Τηλεόρασης.
Ο Γενικός Διευθυντής ανέφερε ότι δεν παραγνωρίζει την αρχαιότητα των υπολοίπων υποψηφίων σε σχέση με την Μαμμίδου Αγάθη, ούτε και τις ικανότητες τους. Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στον Φωτιάδη Φώτο ο οποίος ήταν άνθρωπος με ιδιαίτερη επίδοση στο Θέατρο και στη Σκηνοθεσία. Aλλά, όπως προσεκτική αξιολόγηση του Σχεδίου Υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης καταδεικνύει, ο Ανώτερος Λειτουργός Προγραμμάτων Τηλεόρασης έχει, μεταξύ άλλων, οργανωτικά και εποπτικά καθήκοντα και διοικητικές ευθύνες. Η πρώτιστη ευθύνη είναι φυσικά η παραγωγή και η μετάδοση τηλεοπτικών προγραμμάτων και η οργάνωση και η εποπτεία της παραγωγής και μετάδοσης των προγραμμάτων αυτών. Στον τομέα αυτόν, τόνισε ο Γενικός Διευθυντής, κατά την άποψη του, υπερέχει η Μαμμίδου Αγάθη των άλλων υποψηφίων. Ο Γενικός Διευθυντής κατέστησε σαφές ότι δεν εστίαζε τη σύσταση του στα ιδιαίτερα καθήκοντα που εκτελούσε η Μαμμίδου Αγάθη στο παρελθόν, αλλά στις ιδιότητες, χαρακτηριστικά και δεξιότητες που είχαν διαφανεί από την εκτέλεση των προηγούμενων και νυν καθηκόντων της από την όλη υπηρεσία και πείρα της υπαλλήλου αυτής στο Ίδρυμα."
Είναι δοσμένη αρχή του διοικητικού δικαίου ότι στόχος της Διοίκησης κατά την επανεξέταση δεν πρέπει να είναι άλλος από τη θεραπεία μόνο των σημείων εκείνων που κρίθηκαν τρωτά από το ακυρωτικό Δικαστήριο. Αναφορικά με τα υπόλοιπα σημεία, η Διοίκηση διατηρεί ελεύθερη κρίση. Η δυνατότητα του διοικητικού οργάνου να επαναδιερευνά, εκεί βέβαια όπου διαπιστώνεται λόγος για μια τέτοια ενέργεια, δεν επηρεάζεται από το γεγονός της επανεξέτασης. Ο τρόπος δε με τον οποίο η Διοίκηση συμμορφώνεται, ανάγεται στη διακριτική της ευχέρεια και αυτό που διαφέρει είναι το αποτέλεσμα της επανεξέτασης. Όμως, τα δεδομένα, νομικά και πραγματικά, όπως αυτά ίσχυαν κατά τον ουσιώδη χρόνο, δεν μπορεί να μεταβληθούν. (Βλ. Ρένος Ναζίρης ν. Ρ.Ι.Κ. (2007) 3 Α.Α.Δ. 38 και την εκεί νομολογία στην οποία το Δικαστήριο παραπέμπει).
Στην περίπτωση μας, είναι προφανές και αυτό προκύπτει με ασφάλεια από το κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης ότι, η προσβαλλόμενη απόφαση αναπαράγει ουσιαστικά τις συστάσεις του Γενικού Διευθυντή που δόθηκαν στα πλαίσια της δεύτερης επανεξέτασης. Οι εν λόγω συστάσεις όμως είχαν, με την ακυρωτική απόφαση της 5/3/2007, κριθεί ότι «στόχευαν ανεπιτρέπτως στην αναμόρφωση της υπηρεσιακής εικόνας των υποψηφίων έξω από τα θεσμοθετημένα», κρίση η οποία εφόσον δεν εφεσιβλήθηκε και συνεπώς δεν ανετράπη, παράγει απόλυτο erga omnes ουσιαστικό δεδικασμένο ως προς το αποτέλεσμα της. Κατά συνέπεια και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται λόγω παράβασης του ακυρωτικού δεδικασμένου.
Όμως υπάρχει ακόμα μια σημαντική παράμετρος. Σύμφωνα με τους οικείους Κανονισμούς, τα κριτήρια που λαμβάνει υπόψη το διορίζον όργανο στη διαδικασία επιλογής του καταλληλότερου υποψηφίου είναι η αξία, τα προσόντα και η αρχαιότητα. Στην περίπτωση μας, ο αιτητής υπερτερεί συντριπτικά σε αρχαιότητα και οριακά σε αξία. Είναι βέβαια επιτρεπτό για το διορίζον όργανο να αποδίδει το ίδιο την αξία που θεωρεί ορθή στο κάθε ένα από τα νόμιμα κριτήρια (Δημοκρατία ν. Παπαλεοντίου (1998) 3 Α.Α.Δ. 466).
Από την ανάγνωση των σχετικών πρακτικών προκύπτει σαφώς ότι εκείνο που έχει προσμετρήσει αποφασιστικά υπέρ του Ε.Μ. είναι η φύση των καθηκόντων που του ανατέθηκαν να εκτελεί, γεγονός που τον εξόπλισε με μεγάλη πείρα, χρήσιμη για τη θέση. Έχει νομολογηθεί ότι, με κάποιες εξαιρέσεις, η φύση των καθηκόντων που ανατίθενται σε υπάλληλο δεν αποτελούν νόμιμο κριτήριο για την προτίμηση υπαλλήλου έναντι συναδέλφου του, γιατί αυτό ισοδυναμεί ουσιαστικά με τη θυματοποίηση και άνιση μεταχείριση των υποψηφίων. (Βλ. Σταυρινίδης ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 145, στην οποία κρίθηκε ότι το είδος ή η φύση των καθηκόντων δεν αποτελούν νόμιμο μέτρο κρίσης της αξίας τους και Γεωργίου ν. Α.Η.Κ. (1999) 3 Α.Α.Δ. 674, στην οποία κρίθηκε ότι η ικανότητα των υποψηφίων κρίνεται από την αντικειμενική αξία που εξάγεται από τις βαθμολογίες των εμπιστευτικών εκθέσεων. Βλ. επίσης, Δημοκρατία ν. Αλεξάνδρου (1997) 3 Α.Α.Δ. 540, Γεωργιάδης ν. Α.Η.Κ. (1996) 3 Α.Α.Δ. 249 και Κούλη ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 852).
Ως αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω, η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα €1.250 υπέρ του αιτητή. Η διοικητική πράξη ακυρώνεται.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ