ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                   (Υπόθεση Αρ. 1582/06)    

 

17 Μαρτίου, 2010

 

[E. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΑ  ΑΡΘΡΑ   23,  25,  26,  28,  29  ΚΑΙ  146   ΤΟΥ  ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΩΣΤΗ,

 

Αιτητής,

ν.

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,  ΜΕΣΩ

1.  ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ  ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

2.  ΥΠΟΥΡΓΟΥ  ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

3.  ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ  ΤΜΗΜΑΤΟΣ  ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ

ΚΑΙ  ΟΙΚΗΣΕΩΣ,

 

Καθ' ων η Αίτηση.

_________________________

 

Θεογνωσία Κουσπή (κα), για Ιωνά Νικολάου, για τον Αιτητή.

΄Ελενα Κλεόπα (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.

_________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, , Δ.:  Με την παρούσα προσφυγή, ο αιτητής αμφισβητεί τη νομιμότητα  της απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής, ημερομηνίας 30/5/2006, με την οποία η ιεραρχική προσφυγή του εναντίον της άρνησης της Πολεοδομικής Αρχής να του χορηγήσει πολεοδομική άδεια για αλλαγή χρήσης κατοικίας σε κατάστημα απορρίφθηκε.

 

Ο αιτητής και η σύζυγός του, Δήμητρα Κωστή, συνιδιοκτήτες (κατά ½) του τεμαχίου Αρ. 1385, Φ./Σχ. ΧΧΙΧ.56, στην τοποθεσία «Σιεβκάς», στο χωριό Αρεδιού, υπέβαλαν αίτηση για εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας, για ανέγερση κατοικίας.  Στις 24/2/1999, το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως Λευκωσίας, (η «Πολεοδομική Αρχή»), ενέκρινε τη σχετική αίτηση, υπό την προϋπόθεση τήρησης συγκεκριμένων όρων που επιβλήθηκαν.  Οι αιτητές, μετά την ανέγερση της οικοδομής, στις 15/11/2001, υπέβαλαν δύο αιτήσεις για μετατροπές στην κατοικία και αλλαγή της χρήσης της από κατοικία σε κατάστημα, οι οποίες, όμως, απορρίφθηκαν στις 31/1/2002, για τους πιο κάτω λόγους:-

 

«(500)  Η προτεινόμενη εμπορική ανάπτυξη δεν πληροί τις πρόνοιες της Πολιτικής 9(Π) της Δήλωσης Πολιτικής από πλευράς χωροθέτησης.  Τονίζεται ιδιαίτερα ότι η εμπορική χρήση στο συγκεκριμένο τεμάχιο επηρεάζει δυσμενώς την οδική ασφάλεια επί του υπεραστικού δρόμου Λευκωσίας - Παλαιχωρίου.

 

 (501)  Η οικοδομή έχει ήδη ανεγερθεί και μέρος αυτής (υπόστεγο) δεν απέχει τουλάχιστο 15.00μ. από το όριο του υπεραστικού δρόμου, κατά παράβαση των προνοιών της παρ. 10.3 της Πολιτικής 3Α της Δήλωσης Πολιτικής.

 

 (502)   Η οικοδομή εφάπτεται στο πισινό σύνορο του τεμαχίου αντί να απέχει τουλάχιστο 3.00μ., κατά παράβαση των προνοιών της παρ. 10.1(ε) της Πολιτικής 3Α της Δήλωσης Πολιτικής.

 

 (503) Το υπόστεγο είναι κατασκευασμένο από ευτελή υλικά (τσίγκους κ.λ.π.) που δεν τηρούν τις πρόνοιες του Κεφ. 10 της Δήλωσης Πολιτικής σχετικά με την αισθητική.

 

 (504)  Κατά μήκος του οδικού συνόρου έχει ανεγερθεί περίφραγμα ύψους πάνω από 1.20μ. κατά παράβαση του όρου αρ. (210) της Πολεοδομικής άδειας αρ. ΛΕΥ/1558/98 που χορηγήθηκε για την ανέγερση κατοικίας.»

 

 

 

Σε κάποιο στάδιο, η Πολεοδομική Αρχή, μετά που διαπίστωσε ότι η οικοδομή χρησιμοποιείτο αυθαίρετα και παράνομα ως κατάστημα,  κοινοποίησε στον αιτητή και τη σύζυγό του Ειδοποίηση Επιβολής, δυνάμει του ΄Αρθρου 46 του περί Πολεοδομίας και Xωροταξίας Νόμου του 1972, (Ν. 90/72), (όπως τροποποιήθηκε).  Με αυτήν, κλήθηκαν όπως  τερματίσουν την παράνομη εμπορική χρήση, υποβάλουν νέα αίτηση για διαμόρφωση της οικοδομής σε κατοικία, ως η εγκεκριμένη χρήση της, και όπως κατεδαφίσουν το αυθαίρετο υπόστεγο.

 

Στις 9/12/2003, ο αιτητής και η σύζυγός του υπέβαλαν άλλες δύο αιτήσεις για προσθήκες/μετατροπές στην υφιστάμενη οικοδομή και αλλαγή της χρήσης της από κατοικία σε κατάστημα.  Οι αιτήσεις απορρίφθηκαν από την Πολεοδομική Αρχή στις 7/5/2004, για τους ίδιους λόγους, για τους οποίους είχαν απορριφθεί και οι αρχικές αιτήσεις.

 

Ακολούθως, στις 4/6/2004, οι αιτητές υπέβαλαν, μέσω συνηγόρου, ιεραρχική προσφυγή, με την οποία αμφισβήτησαν τους λόγους άρνησης χορήγησης πολεοδομικής άδειας για τη ζητούμενη ανάπτυξη και ισχυρίστηκαν ότι η Δήλωση Πολιτικής - Πολιτική 9(Π), παράγραφος 1(α)(ΙΙΙ)(iv) και (β)) - παρείχε στην Πολεοδομική Αρχή διακριτική ευχέρεια έγκρισης της συγκεκριμένης ανάπτυξης.

 

Η αρμόδια Υπουργική Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη τις γραπτές απόψεις του Επάρχου, της Πολεοδομικής Αρχής και του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, (ο «Διευθυντής»), οι οποίοι εισηγούνταν την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής, καθώς και το σχετικό Σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών, (το «Σημείωμα»), που κατέληγε σε παρόμοια απορριπτική πρόταση, αποφάσισε, στις 30/5/2006, την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής, για τους ίδιους λόγους για τους οποίους απορρίφθηκε η αίτηση από την Πολεοδομική Αρχή.  Αιτιολόγησε την απορριπτική της απόφαση ως ακολούθως:-

 

«Η Επιτροπή μελέτησε το Σημείωμα αρ. 60/7 του Υπουργείου Εσωτερικών και, αφού εξέτασε τα πραγματικά γεγονότα και νομικά χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την υποβληθείσα πολεοδομική αίτηση και την απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής και έλαβε υπόψη τις απόψεις του Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως και του Επάρχου Λευκωσίας, καθώς και τους λόγους που επικαλούνται οι αιτητές για υποστήριξη της προσφυγής τους, ενεργώντας σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 31 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, αποφάσισε να απορρίψει την Ιεραρχική Προσφυγή για τους ίδιους λόγους για τους οποίους απορρίφθηκε η αίτηση από την Πολεοδομική Αρχή, κρίνοντας ότι η απόφασή της είναι ορθή και σύμφωνη με τις πρόνοιες της σχετικής Νομοθεσίας και της ισχύουσας Δήλωσης Πολιτικής και θεωρώντας ότι η ευθύνη για τις ανεπάρκειες, ατέλειες και λάθη υποβαλλόμενης αίτησης, βαρύνει αποκλειστικά και συνολικά τον αιτητή και ουδεμία υποχρέωση έχει η Πολεοδομική Αρχή να διορθώνει τα ελαττώματα υποβαλλόμενης αίτησης.»

 

 

 

Ο αιτητής, με την προσφυγή του, προβάλλει ότι η πιο πάνω απόφαση πρέπει να ακυρωθεί, επειδή:-

 

  (ι) Απουσιάζουν τα πρακτικά της συνεδρίας της Υπουργικής Επιτροπής.

 

 (ιι)   Είναι αναιτιολόγητη.

 

(ιιι) Υπάρχει νομική και πραγματική πλάνη και έλλειψη δέουσας έρευνας.

 

Εισηγείται ο αιτητής ότι, ελλείψει πρακτικών της συνεδρίας της Υπουργικής Επιτροπής ημερομηνίας 30/5/2006, ο δικαστικός έλεγχος είναι αδύνατος. 

 

Είναι γεγονός ότι στα διάφορα έγγραφα που επισυνάφθηκαν ως Παραρτήματα στην ένσταση των καθ' ων η αίτηση δε συμπεριλήφθηκαν τα πλήρη πρακτικά της συνεδρίας της Υπουργικής Επιτροπής, αλλά μόνο το απόσπασμα που αναφέρεται αποκλειστικά στην ιεραρχική προσφυγή του αιτητή.  ΄Ομως, οι καθ' ων η αίτηση, σε μεταγενέστερο στάδιο και συγκεκριμένα με τη γραπτή αγόρευση της συνηγόρου τους, έχουν προσκομίσει τα πλήρη πρακτικά της συνεδρίας, από τα οποία προκύπτει τόσο η σύνθεση της Επιτροπής όσο και τα θέματα που εξετάστηκαν.  Επομένως, ο ισχυρισμός αυτός δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

΄Αλλος λόγος, που προβάλλεται, είναι το αναιτιολόγητο της απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής.  Από αυτήν, ισχυρίζεται ο αιτητής, δεν προκύπτουν το σκεπτικό και οι εκτιμήσεις της αναφορικά με το Σημείωμα και τις απόψεις του αιτητή και των εμπλεκομένων τμημάτων, αλλά ούτε καθορίζονται σ' αυτήν οι πρόνοιες της σχετικής νομοθεσίας που λήφθηκαν υπόψη και οι λόγοι για τους οποίους θεωρήθηκε ότι η ευθύνη για τις ανεπάρκειες, ατέλειες και λάθη της αίτησης βάρυνε αποκλειστικά τον αιτητή και ότι ουδεμία υποχρέωση είχε η Πολεοδομική Αρχή να διορθώσει τα ελαττώματα της αίτησης.

 

Ο ισχυρισμός δεν ευσταθεί.  Η Υπουργική Επιτροπή απέρριψε την ιεραρχική προσφυγή, «... για τους ίδιους λόγους για τους οποίους απορρίφθηκε η αίτηση από την Πολεοδομική Αρχή, ...», αφού έκρινε ότι η απόφασή της ήταν ορθή και σύμφωνη με τις πρόνοιες της σχετικής νομοθεσίας και της ισχύουσας Δήλωσης Πολιτικής.  Οι πέντε λόγοι άρνησης χορήγησης της αιτούμενης άδειας, που επισυνάφθηκαν στη σχετική γνωστοποίηση ημερομηνίας 7/5/2004, αφορούσαν έλλειψη συμβατότητας της προτεινόμενης εμπορικής ανάπτυξης με τις πρόνοιες της Πολιτικής 9(Π) από απόψεως χωροθέτησης και επηρεασμού της ασφαλούς διακίνησης της τροχαίας στην περιοχή, παραβίαση των προνοιών των παραγράφων 10.3 και 10.1(ε) της Πολιτικής 3Α αναφορικά με τις αποστάσεις της οικοδομής από το όριο του υπεραστικού δρόμου και τα σύνορα του τεμαχίου, κατασκευή υπόστεγου από ευτελή υλικά, κατά τρόπο που αυτά να έρχονται σε αντίθεση με τις πρόνοιες του Κεφ. 10 της Δήλωσης Πολιτικής σχετικά με την αισθητική και, τέλος, παραβίαση όρου της Πολεοδομικής ΄Αδειας που δόθηκε στον αιτητή στις 24/2/1999 για ανέγερση κατοικίας, λόγω κατασκευής περιφράγματος υψηλότερου από το επιτρεπόμενο όριο.

 

Oι πιο πάνω λόγοι άρνησης υποστηρίζονται από τις απόψεις της Πολεοδομικής Αρχής και του Διευθυντή, οι οποίες συμπεριλήφθηκαν στο Σημείωμα, το οποίο τέθηκε ενώπιον της Υπουργικής Επιτροπής.  Στα γραπτά τους υπομνήματα προς το Υπουργείο Εσωτερικών, οι αρμόδιοι φορείς δεν παρέλειψαν να αντικρούσουν και τα όσα επικαλέστηκε ο αιτητής στην ιεραρχική προσφυγή του.  Πιο συγκεκριμένα, η Πολεοδομική Αρχή ανέφερε, μεταξύ άλλων, και τα πιο κάτω:-

 

«(α)  Σ' ότι αφορά το λόγο άρνησης αρ. 500 αναφέρεται ότι είναι καθ' όλα νόμιμος γιατί το τεμάχιο των αιτητών δεν βρίσκεται στον παραδοσιακά κύριο δρόμο πρόσβασης προς το λειτουργικό κέντρο του χωριού σε αντίθεση με τις άλλες αναφερόμενες εμπορικές αναπτύξεις οι οποίες βρίσκονται σε απόσταση 2 χιλιομέτρων περίπου από το τεμάχιο των αιτητών, όπου ο δρόμος μπορεί να θεωρηθεί ως ο παραδοσιακά κύριος δρόμος πρόσβασης προς το λειτουργικό κέντρο του χωριού χωρίς να υπάρχουν προστατευτικές λωρίδες και εκεί που υπάρχει οικιστική ζώνη εκατέρωθεν  του δρόμου σε βάθος περίπου 200 μέτρων.  Αντίθετα το τεμάχιο των αιτητών βρίσκεται σε στροφή του υπεραστικού δρόμου σε σημείο που ο δρόμος δημιουργήθηκε σε μεταγενέστερο στάδιο και όπου υπάρχουν προστατευτικές λωρίδες για παρεμπόδιση αναπτύξεων (το τεμάχιο των αιτητών αποτελεί εξαίρεση από τις προστατευτικές λωρίδες γιατί εφάπτετο σε παλιό αγροτικό δρόμο) και επίσης παρεμβάλλεται γεωργική ζώνη Γ3 στο ίδιο το τεμάχιο για σκοπούς προστασίας του υπεραστικού δρόμου.  ΄Ολα τα πιο πάνω χαρακτηριστικά (ζώνες, δρόμοι, προστατευτικές λωρίδες κ.λ.π.) φαίνονται στο χωρομετρικό σχέδιο που επισυνάπτεται ως Παράρτημα Ζ.

 

(β)   Σ' ότι  αφορά  το  λόγο  άρνησης  αρ. 501  αναφέρεται ότι η απόσταση των 15,00 από το όριο του υπεραστικού δρόμου πρέπει να τηρείται είτε πρόκειται για κύρια είτε για βοηθητική οικοδομή.  Εξάλλου το αυθαίρετο υπόστεγο λόγω του μεγάλου μεγέθους του και της χρήσης που έχει τεθεί (τοποθέτηση εμπορευμάτων) θεωρείται κύρια οικοδομή.

 

(γ)   Σ' ότι  αφορά  το  λόγο  άρνησης  αρ. 502  αναφέρεται  ότι  η οικοδομή που εφάπτεται στο πισινό σύνορο λόγω μεγέθους, χρήσης κ.λ.π. δεν αποτελεί βοηθητική οικοδομή με την έννοια που αποδίδεται στη Δήλωση Πολιτικής και κατά συνέπεια δεν μπορεί να εφάπτεται στο σύνορο.

 

(δ)   Σ' ότι αφορά τους άλλους δυο λόγους άρνησης με αρ. 503 και 504 αναφέρεται ότι αυτοί έγιναν αποδεκτοί από τους αιτητές και όπως αναφέρουν στην προσφυγή τους θα μπορούσαν να τους τακτοποιήσουν.  Παρ' όλα αυτά, μέχρι σήμερα δεν έχουν προβεί σε οποιεσδήποτε διορθώσεις.»

 

 

 

Ο Διευθυντής, στη δική του απορριπτική εισήγηση, σημείωσε, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:-

 

«3.  Συμπληρωματικά διευκρινίζονται τα ακόλουθα:

 

(α)  Η υπό αναφορά αίτηση στην ουσία αφορά ανέγερση νέας οικοδομής (κατάστημα) και όχι μετατροπές σε υφιστάμενη οικοδομή και αλλαγή χρήσης, δεδομένου ότι η προτεινόμενη οικοδομή είναι εντελώς διαφορετική από την εγκριθείσα κατοικία (Παράρτημα Β).

 

(β)  Το βόρειο τμήμα του τεμαχίου 1385, Φ/Σχ. ΧΧΙΧ 56, που εφάπτεται του υπεραστικού δρόμου, βρίσκεται εκτός Ορίου Ανάπτυξης και εμπίπτει στη γεωργική ζώνη Γ3 (συντελεστής δόμησης και ποσοστό κάλυψης 0,10:1), ενώ το υπόλοιπο νότιο τμήμα του εμπίπτει στην οικιστική ζώνη Η3 (συντελεστής δόμησης 0,60:1, ποσοστό κάλυψης 0,35:1).

 

(γ)  Η χωροθέτηση της αιτούμενης ανάπτυξης αναμένεται να επηρεάσει δυσμενώς την οδική ασφάλεια στον υπεραστικό δρόμο Λευκωσίας - Παλαιχωρίου, γιατί αυτή θα βρίσκεται σε εσωτερική στροφή του δρόμου και σε τμήμα του εκτός της οικιστικής περιοχής, όπου, για να αποφευχθούν προβλήματα οδικής κυκλοφορίας, έχουν απαγορευθεί οι απευθείας προσβάσεις με τη δημιουργία προστατευτικών λωρίδων εκατέρωθεν του δρόμου (το τεμάχιο του αιτητή εξαιρείται για το λόγο που αναφέρει η Έκθεση της Πολεοδομικής Αρχής).

 

(δ)  Οι οικοδομές, οι οποίες έχουν ανεγερθεί στα τεμάχια 1235, 1232,  1597, 1237, 817 και 1590 (Παράρτημα Γ) καλύπτονται με πολεοδομικές άδειες και βρίσκονται σε θέσεις οι οποίες περιβάλλονται από οικιστική ανάπτυξη την οποία εξυπηρετούν.  Τα τεμάχια 1597, 817 και 1590, στα οποία επίσης αναφέρεται ο αιτητής, είναι, σύμφωνα με έρευνα του Επαρχιακού Γραφείου του Τμήματος αυτού στη Λευκωσία, κενά.

 

(ε)  Η αποκαλούμενη 'βοηθητική οικοδομή', η οποία αποτελεί στην ουσία κύρια οικοδομή, θα επηρεάζει αρνητικά τις ανέσεις και/ή τη χρήση οικοδομών που δύναται να ανεγερθούν μελλοντικά στα γειτονικά τεμάχια εφόσον υπάρχει δυνατότητα ανάπτυξης/χρήσης των τεμαχίων αυτών.

 

(στ)  Το αιτούμενο κατάστημα δεν κρίνεται ότι θα εξυπηρετεί τις καθημερινές ανάγκες του πληθυσμού της περιοχής, γιατί αυτό αφορά μεγάλο κατάστημα (623 τ.μ.) για την πώληση γεωργικών εργαλείων και αρδευτικών συστημάτων και όχι μικρό κατάστημα της τάξης των 50 τ.μ. για την εξυπηρέτηση τοπικών καθημερινών αναγκών (π.χ. κατάστημα τροφίμων, ψιλικών, βιβλιοπωλείο κ.λ.π.).  Επίσης το κατάστημα βρίσκεται σε απομακρυσμένο σημείο, στο όριο της οικιστικής ζώνης του χωριού, όπου η προσπέλαση θα διενεργείται από τον υπεραστικό δρόμο, από τον οποίο δεν θα παρέχονται συνθήκες άνετης και ασφαλούς πρόσβασης για πεζούς και οχήματα, ως προβλέπει η πολιτική 9 (Π) 1 (β) (ιιι) της Δήλωσης Πολιτικής.

 

(ζ)  Η συγκεκριμένη περίπτωση δεν αφορά εμπορική ανάπτυξη σε παραδοσιακό κύριο δρόμο πρόσβασης προς το λειτουργικό κέντρο του χωριού, αλλά ούτε και σε τμήμα δρόμου υπερτοπικής σημασίας όπου υπάρχει συγκέντρωση τέτοιων αναπτύξεων που παραδοσιακά παρέχουν τέτοιες υπηρεσίες σε διερχόμενους ταξιδιώτες [πολιτικές 9 (Π) 1 (α) (ιιι) και 9 (Π) 1 (α) (iv)].»

 

 

 

Με βάση το περιεχόμενο των πιο πάνω επιστολών και τα στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιον της Υπουργικής Επιτροπής με το Σημείωμα, στο οποίο η Επιτροπή ρητά αναφέρεται, προκύπτει ότι η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου - (βλ. Κυριακίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 298, 304).  Εξέταση του περιεχομένου του φακέλου καταδεικνύει καθαρά τους λόγους που οδήγησαν στην προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Με σειρά επιχειρημάτων, τα οποία εγείρονται και στα πλαίσια της κατ' ισχυρισμό έλλειψης αιτιολογίας, ο αιτητής αμφισβητεί την ορθότητα των πιο πάνω απόψεων της Πολεοδομικής Αρχής και του Διευθυντή και εισηγείται ότι δεν απαντήθηκαν τα σημεία που εγέρθηκαν στην ιεραρχική προσφυγή του.  Ισχυρίζεται, παράλληλα, ότι οι καθ' ων η αίτηση, θα μπορούσαν, αντί να απορρίψουν την αίτηση και την ιεραρχική προσφυγή του, να θέσουν όρους στην άδεια και τούτο προς διασφάλιση της εφαρμογής των προνοιών της Δήλωσης Πολιτικής.  Επιπρόσθετα, η Υπουργική Επιτροπή δε διατύπωσε τις δικές της απόψεις σε σχέση με την ιεραρχική προσφυγή, αλλά περιορίστηκε στους λόγους για τους οποίους η Πολεοδομική Αρχή εισηγήθηκε την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής και στο Σημείωμα, το οποίο, αφενός, δεν αναφέρει το όνομα του λειτουργού που το συνέταξε και, αφετέρου, καταλήγει σε αυθαίρετα συμπεράσματα ως προς τις προθέσεις του ιδίου, γεγονός που, ισχυρίζεται, συνιστά πλάνη περί τα πράγματα, κατάχρηση εξουσίας και παραβίαση των αρχών της καλής πίστης και της αιτιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη προς τη διοίκηση.

 

Οι πιο πάνω εισηγήσεις είναι ανεδαφικές.  Οι θέσεις του αιτητή, όπως διατυπώθηκαν στην ιεραρχική προσφυγή του, εξετάστηκαν και απαντήθηκαν από τα αρμόδια όργανα.  Η εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών που περιέβαλλαν την αίτησή του και η επιβολή ή όχι όρων είναι έργο της διοίκησης - της Πολεοδομικής Αρχής.  Το δικαστήριο δεν επεμβαίνει, παρά μόνο όταν διαπιστώνει πλημμελή άσκηση διακριτικής ευχέρειας, ή πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο, ή ότι δεν έχουν ληφθεί υπόψη ουσιώδεις παράγοντες.  Στην παρούσα περίπτωση, όπως έχει ήδη αναφερθεί, τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον της Υπουργικής Επιτροπής περιλάμβαναν όλους τους ουσιώδεις παράγοντες, όπως και τις απόψεις διαφόρων κυβερνητικών τμημάτων και τις θέσεις του αιτητή.  Συνεπώς, η Υπουργική Επιτροπή έχει ασκήσει με τον ορθό τρόπο τη διακριτική της ευχέρεια.  ΄Οπως έχει νομολογηθεί, αυτό που εξετάζεται είναι όχι κατά πόσο η Υπουργική Επιτροπή έχει προβεί στη δική της έρευνα ή έχει καταλήξει σε δικές της εκτιμήσεις σε ό,τι αφορά την ιεραρχική προσφυγή, αλλά κατά πόσο, με την έρευνα που έχει γίνει, έχουν διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία, τα οποία παρέχουν βάση για ασφαλή συμπεράσματα - (βλ. Χριστοδούλου κ.ά. ν. Επάρχου Λευκωσίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 810).  Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, ο Κ. 7(5) των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Αιτήσεις και Ιεραρχικές Προσφυγές) Κανονισμών του 1990, (Κ.Δ.Π. 55/90), δεν αποκλείει την εμπλοκή του Υπουργείου Εσωτερικών στη διαδικασία, ούτε απαγορεύει την υποβολή απόψεων σε σχέση με τα γεγονότα.

 

Σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του αιτητή, το Σημείωμα έδωσε μια ολοκληρωμένη εικόνα.  Η διαπίστωση σχετικά με τις προθέσεις του αιτητή στηρίχτηκε στην παράνομη και αυθαίρετη εμπορική χρήση της οικοδομής από αυτόν, η οποία οδήγησε στην έκδοση Ειδοποίησης Επιβολής.  Ο αιτητής, ο οποίος έχει, ήδη, προβεί σε παράνομη ανάπτυξη, κατά παράβαση της πολεοδομικής του άδειας, δεν μπορεί να επικαλείται τις αρχές της καλής πίστης - (βλ. Δημοκρατία ν. Παπαφώτη (1997) 3 Α.Α.Δ. 191).

 

Η προσφυγή απορρίπτεται, με €1.200,00 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με βάση το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

 

 

 

 

                                                      Ε. Παπαδοπούλου,

                                                                  Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/Χ.Π., ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο