ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                   (Υπόθεση Αρ. 1461/2008)

10 Φεβρουαρίου, 2010

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΠΕΤΡΟΣ ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ,

                             Αιτητής,

ν.

 

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

                             Καθ΄ ου η αίτηση.

- - - - - -

Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Γ. Τριανταφυλλίδης, για το Καθ΄ ου η αίτηση.

- - - - - -

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Με την παρούσα προσφυγή, προσβάλλεται η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 25.6.08 με την οποία ο αιτητής δεν κρίθηκε κατάλληλος και απορρίφθηκε η ανέλιξη του στη θέση Επίκουρου Καθηγητή στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος των καθ΄ ων η αίτηση.

 

Η διαδικασία για την ανέλιξη του ακαδημαϊκού προσωπικού του Πανεπιστημίου Κύπρου, («το Πανεπιστήμιο»), διέπεται από τους περί Πανεπιστημίου Κύπρου (Εκλογή, Ανέλιξη και Ανανέωση Συμβάσεων Ακαδημαϊκού Προσωπικού) (Τροποποιητικούς) Κανονισμούς, ΚΔΠ 145/2001 και από τον Κώδικα Δεοντολογίας αναφορικά με τη σύσταση και λειτουργία Ειδικών Επιτροπών για Ανελίξεις και Εκλογές Ακαδημαϊκού Προσωπικού.

 

Η Ειδική Επιτροπή, η σύνθεση της οποίας αποφασίστηκε από τη Σύγκλητο, εισηγήθηκε τη μη ανέλιξη του αιτητή, εισήγηση η οποία έγινε δεκτή από το Εκλεκτορικό Σώμα στη συνεδρία του ημερ. 6.7.07. Η πρόταση για μη ανέλιξη ψηφίστηκε με οριακή πλειοψηφία. Σχετικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα:

 

«Ψήφος πλειοψηφίας

 

Η πλειοψηφική ψήφος υιοθέτησε σε μεγάλο βαθμό την αξιολόγηση της Εισηγητικής Επιτροπής που για την διάρκεια για την οποία αξιολογείται ο υποψήφιος ανέδειξε σημαντικές αδυναμίες στη ποιότητα, ποσότητα και προσέγγιση του ερευνητικού του έργου. Για παράδειγμα, ανάμεσα σε άλλες αδυναμίες τονίστηκε πως οι αντιπροσωπευτικές δημοσιεύσεις του υποψηφίου δεν έτυχαν ανεξάρτητης αξιολόγησης για να διαπιστωθεί η επιστημονική τους αξία. Ενδεικτικά η μία από τις δημοσιεύσεις του είναι η έκδοση χωρίς κρίση διδακτικής ύλης από ένα φωτοτυπικό κέντρο στην Λευκωσία. Επίσης από την περιγραφή του έργου του ακόμη και ο ίδιος ο υποψήφιος δεν αναφέρετε σε κάποια σημαντική επιστημονική του προσφορά. Το Τμήμα των Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος θεωρεί πως ο φόρτος διδασκαλίας του υποψηφίου ήταν ο αναμενόμενος για την διάρκεια της θητείας του και η εμπλοκή του στην ανάπτυξη του Τμήματος δεν ήταν ιδιαίτερα αυξημένη.

 

Ψήφος μειοψηφίας

 

Ο υποψήφιος έχει προσελκύσει δύο ερευνητικά προγράμματα (ένα μικρού μεγέθους εσωτερικό πρόγραμμα ΠΚ και ένα εξωτερικό πρόγραμμα χρηματοδοτούμενο από την ΕΕ), στα οποία απασχολεί τρεις μεταπτυχιακούς φοιτητές - δύο σε διδακτορικό επίπεδο και ένα σε μεταπτυχιακό επίπεδο. Εχει υποβάλει τρία συγγράμματα για δημοσίευση εκ των οποίων δύο έχουν γίνει πρόσφατα δεκτά και στα οποία ως συγγραφείς αναφέρονται ο υποψήφιος και οι μεταπτυχιακοί φοιτητές του. Τα θέματα με τα οποία ασχολείται ο υποψήφιος σύμφωνα με κάποιες από τις επιστολές ανεξάρτητων κριτών θεωρούνται σημαντικά και καινοτόμα. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο υποψήφιος ήταν από τα πρώτα μέλη ΔΕΠ του Τμήματος θεωρούμε ότι έχει την προοπτική περαιτέρω ανάπτυξης όσον αφορά την ερευνητική του δραστηριότητα και προτρέπεται να εστιασθεί περισσότερο στο ερευνητικό του έργο και στη δημοσίευση περισσότερων άρθρων σε διεθνή περιοδικά υψηλής ποιότητας. Οπότε με βάση το γεγονός ότι η συνεισφορά του στο διδακτικό, διοικητικό και ερευνητικό έργο κρίθηκε ικανοποιητική υποστηρίζουμε την ανέλιξή του.

 

Για τη μειοψηφία παρατήρηση Ι. Γιαπιντζάκη και Χ. Χαραλάμπους

 

Ο υποψήφιος αποτελεί μια ιδιάζουσα περίπτωση καθότι προσλήφθηκε σε ένα νεοσύστατο Τμήμα χωρίς συγγραφικό έργο και αφότου είχε εργασθεί στο χρηματοοικονομικό τομέα για δύο χρόνια αμέσως μετά την ολοκλήρωση της διδακτορικής διατριβής του. Επομένως θεωρούμε ότι οι αρχικές συνθήκες για τον υποψήφιο δεν ήταν καθόλου ευνοϊκές και το έργο του ήταν πολύ δύσκολο σε σύγκριση με άλλα νεαρά μέλη του ιδίου Τμήματος. Επίσης, ο υποψήφιος δυσχέραινε την κατάστασή του αφού δεν έθεσε σωστές προτεραιότητες και κατέβαλε μεγαλύτερη προσπάθεια να επιτύχει στο διδακτικό μέρος των καθηκόντων του σε βάρος κυρίως του ερευνητικού μέρους.»

 

 

 

 

 

Ακολούθως, το Εκλεκτορικό Σώμα με συμμετοχή στη σύνθεση του επίκουρων καθηγητών του οικείου τμήματος και μελών του Συμβουλίου της Σχολής αποφάσισε (14.9.07) την ανανέωση του συμβολαίου του αιτητή στη θέση Λέκτορα. Στις 3.10.07 η Σύγκλητος, ως το ανώτερο ακαδημαϊκό όργανο του Πανεπιστημίου, πλειοψηφικά επικύρωσε την απόφαση της μη ανέλιξης του αιτητή.

 

Ο αιτητής στο μεταξύ, ζήτησε επίμονα τόσο με επιστολή του ημερ. 12.9.07 όσο και με επιστολή των δικηγόρων του ημερ. 21.9.07 να γίνει δεκτός από τη Σύγκλητο για να αναλύσει τους ισχυρισμούς του για παρανομία στη συγκρότηση της Ειδικής Επιτροπής και στη σύνθεση του Εκλεκτορικού Σώματος καθώς και τη σε βάρος του μεροληπτική και πάσχουσα έκθεση.

 

Το Συμβούλιο του Πανεπιστημίου σε συνεδρία του ημερ.11.3.08, υιοθετώντας γνωμάτευση του νομικού του συμβούλου και μελετώντας έκθεση του Εσωτερικού Ελεγκτή, αποφάσισε όπως αναπέμψει στη Σύγκλητο το θέμα της ανέλιξης του αιτητή προκειμένου να υποβληθούν γραπτώς οι παρατηρήσεις του. Στη συνέχεια, η Σύγκλητος αφού έλαβε υπόψη την επιστολή του αιτητή, διαπίστωσε ότι δεν υπήρχαν διαδικαστικά θέματα που να δικαιολογούσαν τη μη επικύρωση της διαδικασίας και εισηγήθηκε στο Συμβούλιο όπως επικυρώσει την προηγούμενη απόφαση του. Η Επιτροπή Προσωπικού και Κανονισμών κατά τη συνεδρία της ημερ. 25.6.08, αποφάσισε τη μη ανέλιξη του αιτητή στη θέση Επίκουρου Καθηγητή και τη συνέχιση της απασχόλησης του στη θέση Λέκτορα, απόφαση που του κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερ. 1.7.08.

 

Ο αιτητής προβάλλει πρωτίστως ότι πάσχει η σύσταση της Ειδικής Επιτροπής επειδή ο κατάλογος με τα ονόματα των Καθηγητών δεν ετοιμάστηκε από το Συμβούλιο του Τμήματος αλλά από τον Πρόεδρο του κ. Παπαναστασίου.

 

Ο Καν. 7(3) της ΚΔΠ 145/01 προνοεί:

 

«7. (3)  Η επιλογή των μελών της Επιτροπής γίνεται από κατάλογο που περιλαμβάνει τα ονόματα τεσσάρων καθηγητών από πανεπιστήμια του εξωτερικού και τα ονόματα έξι μελών του ακαδημαϊκού προσωπικού του Πανεπιστημίου Κύπρου, τον οποίο υποβάλλει το Συμβούλιο του οικείου τμήματος στη Σύγκλητο μέσω του Συμβουλίου της οικείας Σχολής.»

 

 

Ο Κανονισμός δεν προβλέπει ειδική μέθοδο ετοιμασίας του καταλόγου των ονομάτων των καθηγητών. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως οι ίδιοι οι καθ'ων η αίτηση παραδέχονται, ο κατάλογος με τα προτεινόμενα μέλη υποβλήθηκε αρχικά προς τη Σύγκλητο για έγκριση από τον Πρόεδρο του Τμήματος, με σημείωμα του ημερ. 18.9.06 και  μέσω του Κοσμήτορα της Πολυτεχνικής Σχολής καθ. Ανδρέα Αλεξάνδρου. Σημείωμα το οποίο φαίνεται να παραλήφθηκε από τη κεντρική γραμματεία στις 27.9.06 (βλ. παράρτημα 1 στην αγόρευση των καθ΄ ων η αίτηση).

 

Μεσολάβησε η ειδική συνεδρία ημερ. 22.9.06 του Συμβουλίου του Τμήματος ΠΜΜΠ, στο πρακτικό της οποίας αναφέρεται ότι «μετά από συζήτηση και διευκρινήσεις το Συμβούλιο του Τμήματος ενέκρινε ομόφωνα την Ειδική Επιτροπή για ανέλιξη του Π. Κωμοδρόμου». Συνεπώς  με αυτή την ομόφωνη απόφαση,  ο κατάλογος των προτεινομένων καθηγητών  που θα αποτελούσαν την Ειδική Επιτροπή βρισκόταν ενώπιον της Συγκλήτου με απόφαση του Συμβουλίου του Τμήματος. Το ότι τα εν λόγω πρακτικά εγκρίθηκαν κατά την 25η συνεδρία στις 30.1.08, δηλαδή 16 μήνες μετά, δεν έχει καμιά σημασία ούτε επηρεάζει το κύρος του περιεχόμενου τους.

 

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι καμία απόφαση δεν είχε ληφθεί μεταξύ της 18 και 22.9.06, αφού η Σύγκλητος έλαβε την απόφαση της για τη σύνθεση της Ειδικής Επιτροπής στη συνεδρία ημερ. 4.10.06. Συνεπώς σε συμφωνία με τα όσα έχω ήδη αποφασίσει για το θέμα στην Πέτρος Κωμοδρόμος ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, προσφ. αρ. 1581/07, ημερ. 5.02.09, ούτε εδώ διαπιστώνω οποιαδήποτε παρανομία στη διαδικασία υποβολής και έγκρισης του καταλόγου.

 

Ο αιτητής όμως έθεσε μια άλλη πτυχή παρανομίας αναφορικά με το τύπο και το περιεχόμενο του καταλόγου, ότι δηλαδή δεν καταγράφονταν οι ειδικότητες των ακαδημαϊκών που προτάθηκαν. Οντως, στον κατάλογο με τα προτεινόμενα από το Συμβούλιο μέλη της Ειδικής Επιτροπής, δεν αναγράφεται η ειδικότητα τους. Στην αγόρευση των καθ΄ ων η αίτηση επισυνάπτονται τα βιογραφικά  σημειώματα των εξωτερικών μελών με τον ισχυρισμό ότι αυτά είχαν τεθεί ενώπιον της Συγκλήτου. Πρόκειται για επιγενόμενο ισχυρισμό που δεν μπορεί να γίνει δεκτός, αφού δεν υποστηρίζεται ούτε από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.

 

Σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας Αναφορικά με τη Σύσταση και τη Λειτουργία Ειδικών Επιτροπών για Ανελίξεις και Εκλογές Ακαδημαϊκού Προσωπικού , άρθρα Α1-4:

 

«1.  Οι εισηγήσεις του Συμβουλίου του Τμήματος αναφορικά με τα εσωτερικά και εξωτερικά μέλη υποβάλλονται στη Σύγκλητο, μέσω του Συμβουλίου Σχολής. Το Συμβούλιο Σχολής έχει δικαίωμα να ζητήσει από το Συμβούλιο Τμήματος να τροποποιήσει τις εισηγήσεις του. Σε τέτοια περίπτωση το Συμβούλιο Σχολής θα πρέπει να αιτιολογήσει το αίτημά του.

 

2.      Εάν το Τμήμα το επιθυμεί, μπορεί να εισηγηθεί τεκμηριωμένη ιεράρχηση των προτεινόμενων, με την κατανόηση ότι η Σύγκλητος δεν είναι υποχρεωμένη να ακολουθήσει την ιεράρχηση αυτή. Για κάθε προτεινόμενο αναγράφεται η ειδικότητα ή ειδικότητές του. Για κάθε προτεινόμενο εξωτερικό μέλος, το Τμήμα αναφέρει τυχόν συνεργασίες του με το Τμήμα, υπό την ιδιότητα του Επισκέπτη Καθηγητή ή Μέλους προηγούμενων Ειδικών Επιτροπών, κατά την τελευταία τριετία. Στην εισήγηση δίνεται επίσης η ειδικότητα ή ειδικότητες του υποψηφίου για ανέλιξη, ή τα γνωστικά αντικείμενα της υπό προκήρυξη θέσης.

 

3.      Η Σύγκλητος συγκροτεί την Ειδική Επιτροπή επιλέγοντας μέλη από τα άτομα που προτείνει το Τμήμα. Η Σύγκλητος διορίζει επίσης αναπληρωματικά μέλη.

 

4.      Η Σύγκλητος ορίζει επίσης ένα από τα εσωτερικά μέλη ως Πρόεδρο της Επιτροπής. Εάν η Επιτροπή αποτελείται εξ ολοκλήρου από εξωτερικά μέλη, διορίζεται ο Κοσμήτορας της Σχολής ή ο Αναπληρωτής Κοσμήτορας ή ένας από τους Καθηγητές της Σχολής, ως εσωτερικός Συντονιστής για τις εργασίες της Επιτροπής. Ο Συντονιστής εξηγεί τη διαδικασία στα μέλη της Επιτροπής και συντονίζει τη διακίνηση των εγγράφων, αλλά δεν έχει καμία συμμετοχή επί της ουσίας.»

 

 

 

Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι η αναφορά της ειδικότητας των προτεινομένων προς τη Σύγκλητο, ειδικότερα στην περίπτωση των εξωτερικών μελών, αποτελεί ουσιώδη τύπο. Εδώ δεν τηρήθηκε, αλλά,ούτε η Σύγκλητος όταν αποφάσισε τη σύνθεση της Ειδικής Επιτροπής στις 4.10.06 φαίνεται να συζήτησε καθόλου το θέμα προκειμένου να διαπιστώσει τη συνάφεια των ειδικοτήτων των μελών προς τα γνωστικά αντικείμενα της υπό προκήρυξη θέσης και την ειδικότητα του αιτητή.

 

Η παράλειψη αυτή πλήττει τη συγκρότηση της Επιτροπής ως προπαρασκευαστικής πράξης και συμπαρασύρει σε ακυρότητα την προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται €1000 έξοδα πλέον ΦΠΑ υπέρ του αιτητή.

 

 

                                                               Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

ΣΦ.

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο