ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ.136/2008)
19 Φεβρουαρίου, 2010
[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡA 146, 28, 23, 25 ΚΑΙ 26 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ,
2. ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ,
3. ΝΙΚΟΣ ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ,
4. ΜΑΡΟΥΛΑ ΝΙΚΟΛΑΙΔΟΥ,
5. ΙΩΑΝΝΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ,
6. ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ,
Αιτητές,
-ν-
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
- - - - - -
Α.Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.
Θ. Πιπερή-Χριστοδούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Η παρούσα δικαστική διαμάχη αποτελεί ένα από τα πολλά ένδικα μέσα τα οποία έχουν λάβει οι αιτητές, μετά από την άρνηση της αρμόδιας αρχής να εγκρίνει αίτησή τους για ανάπτυξη τεμαχίου γης με το διαχωρισμό του σε οικόπεδα. Τα κύρια γεγονότα που έχουν εκτυλιχθεί είχαν συνοψισθεί σε μια σύντομη ιστορική αναδρομή στο όλο θέμα, την οποία είχα περιλάβει στην πρόσφατα εκδοθείσα απόφασή μου στη συνδεόμενη προσφυγή αρ. 135/2008, με την οποία οι ίδιοι αιτητές προσέβαλαν ανεπιτυχώς το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης που είχε εκδοθεί για την ίδια περιουσία. (Γιαννάκης Νικολαϊδης κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 135/2008, ημερομηνίας 29.1.2010). Πέραν των ανωτέρω, κατά την ίδια ημερομηνία με εκείνη της δημοσίευσης της Γνωστοποίησης της Απαλλοτρίωσης, δηλαδή την 17.11.2006, δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και Διάταγμα Επίταξης. Ένα δε χρόνο μετά, δηλαδή κατά την 16.11.2007, οι καθ΄ων η αίτηση προχώρησαν στη δημοσίευση Διατάγματος Απαλλοτρίωσης του ακινήτου των αιτητών και Διατάγματος Παρατάσεως της Επίταξης. Με την προαναφερθείσα προσφυγή τους με αρ. 135/2008 οι αιτητές είχαν προσβάλει τη νομιμότητα και/ή ορθότητα του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης η οποία, για τους λόγους που αναλυτικά παρατίθενται στην απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου ημερομηνίας 29.1.2010, απέτυχε και απορρίφθηκε.
Με την παρούσα προσφυγή τους οι αιτητές προσβάλλουν τη νομιμότητα και/ή ορθότητα του Διατάγματος Παρατάσεως της Επίταξης.
Προς υποστήριξη του αιτήματός τους για ακύρωση του επίδικου Διατάγματος, οι αιτητές εγείρουν διάφορους λόγους οι οποίοι είναι συναφείς με εκείνους οι οποίοι είχαν εγερθεί, εξετασθεί και απορριφθεί κατά την εκδίκαση της προσφυγής αρ. 135/2008.
1ος Λόγος Ακύρωσης - Ισχυρισμός ότι ο σκοπός της επίταξης ήταν αλλότριος και στόχευε στην παράκαμψη της ακυρωτικής απόφασης στην προσφυγή αρ. 821/2001.
Σημειώνεται εδώ ότι οι ίδιοι οι αιτητές είχαν καταχωρήσει την προσφυγή αρ. 821/2001 με την οποία προσέβαλλαν την απόρριψη της Ιεραρχικής Προσφυγής τους κατά της απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής με την οποία είχε απορριφθεί η αίτησή τους για άδεια διαχωρισμού οικοπέδων της ακίνητης ιδιοκτησίας τους. Το Ανώτατο Δικαστήριο αποδέχτηκε την προσφυγή τους και ακύρωσε την προσβαλλόμενη απόφαση. (Αρ. Υπόθεσης 821/2001, Γρηγόρης Ιωάννου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 27.2.2004).
Στην αγόρευσή τους στην παρούσα προσφυγή, οι αιτητές προβαίνουν σε εκτενείς αναφορές σε σημεία της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή αρ. 821/2001, καθώς επίσης και στην απόφαση της Ολομέλειας του Δικαστηρίου στην υπόθεση Αλίκη Γεωργίου ν. Δήμος Λάρνακας (1998) 3 ΑΑΔ 821, της οποίας τα γεγονότα, σύμφωνα με τους αιτητές, προσομοιάζουν με αυτά της προσφυγής αρ. 135/2008 και βέβαια και της παρούσας προσφυγής. Ισχυρίζονται ότι επειδή οι καθ΄ων η αίτηση δεν μπορούσαν, με βάση το ακυρωτικό αποτέλεσμα στην προσφυγή αρ. 821/2001 και την θετική απόληξη της ιεραρχικής προσφυγής που την ακολούθησε, να μην εκδώσουν την πολεοδομική άδεια στους αιτητές για αξιοποίηση της γης τους, έσπευσαν παράλληλα να επιτάξουν τη γη τους κατά το 2006, χωρίς διενέργεια έργων και χωρίς μελέτη. Σύμφωνα πάντα με τους αιτητές, το δεδικασμένο που είχε δημιουργηθεί με την απόφαση στην προσφυγή αρ. 821/2001 παραγνωρίστηκε πλήρως. Ούτε στην τελική εισήγηση του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού προς το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Δικαιοσύνης δεν γίνεται αναφορά στην ακυρωτική απόφαση και στην ακολουθείσασα αποδοχή της ιεραρχικής προσφυγής των αιτητών από την Υπουργική Επιτροπή.
Αυτή η τελευταία παρατήρηση των αιτητών ελέγχεται ως ανακριβής. Στην επιστολή ημερομηνίας 30.10.2007 του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης (Παράρτημα 13 στην Ένσταση) γίνεται δύο φορές αναφορά στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή 821/2001. Γίνεται δε και παραπομπή σε σχετικές παρατηρήσεις που περιλαμβάνονται σε επιστολή του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, η οποία επισυναπτόταν στην επιστολή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού. Εξάλλου, είναι φανερό ότι η Υπουργική Επιτροπή, η οποία έλαβε την απόφαση για έκδοση του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης, κατά τη συνεδρίασή της την 2.11.2007 ήταν πλήρως ενήμερη για την έκδοση και σημασία της απόφασης στην προσφυγή αρ. 821/2001. Όπως τονίστηκε στα τηρηθέντα πρακτικά:
"Σχετική και η Απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου 821/01 στην οποία διαπιστώθηκε πως η πρόθεση ανέγερσης μελλοντικά σχολείου, προϋπέθετε απαλλοτρίωση των τεμαχίων και ότι η διαφύλαξη των τεμαχίων για μελλοντικό σκοπό, ισοδυναμούσε με παγοποίηση των δικαιωμάτων των ιδιοκτητών. Σε σειρά πρωτόδικων αποφάσεων κρίθηκε πως ακόμα και η ύπαρξη διατάγματος απαλλοτρίωσης δεν συνιστά νόμιμη δικαιολογία για την άρνηση έκδοσης άδειας οικοδομής, διαχωρισμού ή και πολεοδομικής άδειας δυσχεραίνοντας την διεκπεραίωση του καθήκοντος της Πολεοδομικής Αρχής."
Η πιο πάνω περικοπή αποδίδει ικανοποιητικά την κύρια σημασία της εκδοθείσας απόφασης στην προσφυγή αρ. 821/2001 και τίποτε δεν δείχνει ότι εκείνη η απόφαση παρασιωπήθηκε ή παραγνωρίστηκε κατά τη διαδικασία λήψης της επίδικης απόφασης. Εν πάση όμως περιπτώσει, αυτά είναι θέματα τα οποία θα έπρεπε να είχαν απασχολήσει, και είχαν απασχολήσει κατά την εκδίκαση της προσφυγής αρ. 135/1988, με την οποία προσβαλλόταν η δημοσίευση του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης.
Εδώ το θέμα που εγείρεται είναι απλό και τα γεγονότα φαίνεται να καταδεικνύουν όχι μόνο ότι δεν παραγνωρίστηκε η απόφαση στην προσφυγή αρ. 821/2001, αλλ΄ αντίθετα ότι οι επακολουθείσασες διαδικασίες έτειναν να επανορθώσουν εκείνα τα οποία η δικαστική απόφαση παρατήρησε πως έπρεπε να είχαν γίνει. Με την απόφαση στην προσφυγή αρ. 821/2001 ασφαλώς το Ανώτατο Δικαστήριο δεν υπέδειξε ότι θα έπρεπε να προχωρήσει η αρμόδια Αρχή με την έκδοση της άδειας διαχωρισμού που ζητούσαν οι αιτητές, με ή χωρίς όρους, ούτε και είχε ασφαλώς αρμοδιότητα το Δικαστήριο να αποφάσιζε κάτι τέτοιο. Εκείνο το οποίο είχε υποδείξει το Δικαστήριο ήταν ότι, αφ΄ ης στιγμής μια ακίνητη περιουσία έχει περιληφθεί κατόπιν μελέτης και εξέτασης ενστάσεων στους σχεδιασμούς αρμόδιας Αρχής ως αναγκαία για να χρησιμοποιηθεί για σκοπό δημόσιας ωφελείας, αυτή δεν μπορεί να διαφυλάσσεται επ΄ άπειρον, επ΄ αόριστον ή για μεγάλο εν πάση περιπτώσει χρονικό διάστημα, χωρίς να απαλλοτριώνεται, έτσι ώστε να χρησιμοποιείται για το σκοπό για τον οποίο προορίζεται. Διαφορετικά, ενώ από τη μια παραμένει ανέπαφο το ιδιοκτησιακό καθεστώς επί της περιουσίας, από την άλλη παρεμποδίζεται ο ιδιοκτήτης από του να αναπτύξει την περιουσία του και τα δικαιώματά του παγοποιούνται επ΄ αόριστον. Αυτή την ακολουθηθείσα πρακτική ήταν που κάκισε το Ανώτατο Δικαστήριο με την απόφασή του στην προσφυγή αρ. 821/2001 και η αρμόδια Αρχή, δεδομένου ότι συνέχισε να θεωρεί αναγκαίο το ακίνητο για τους ίδιους σκοπούς δημόσιας ωφελείας, νόμιμα προχώρησε στην απαλλοτρίωση και επίταξή του, όπως θα έπρεπε να είχε κάνει νωρίτερα. Δεν βλέπω να εξυπηρετήθηκε έτσι, ούτε κανένας παράνομος σκοπός, ούτε και αλλότριος, σε σχέση με τον αρχικά τεθέντα σκοπό της ανέγερσης Δημοτικού Σχολείου επί του επίδικου ακινήτου.
Άλλες πτυχές του ίδιου λόγου ακύρωσης, όπως προβάλλεται από τους αιτητές, θίγουν άμεσα ή έμμεσα, θέματα τα οποία θα μπορούσαν μόνο να είχαν εγερθεί και απασχολήσει σε άλλες διαδικασίες με τις οποίες ελέγχθηκε ή θα μπορούσε να είχε ελεγχθεί η ορθότητα ή νομιμότητα της διαφύλαξης του ακινήτου των αιτητών για τον προρηθέντα σκοπό, με βάση το Τοπικό Σχέδιο Λεμεσού, ή και με την άρνηση έκδοσης πολεοδομικής άδειας για διαχωρισμό σε οικόπεδα σύμφωνα με τους σχεδιασμούς των αιτητών. Όπως ορθά υποδεικνύουν και οι καθ΄ων η αίτηση στην αγόρευσή τους, μέσω της παρούσας δικαστικής διαδικασίας προσβολής της νομιμότητας ανανέωσης περιόδου Διατάγματος Επίταξης, δεν είναι επιτρεπτή η διενέργεια παρεμπίπτοντος ελέγχου αναφορικά με το Τοπικό Σχέδιο ή την μη έκδοση άδειας διαχωρισμού ή την έκδοσή της με μη ικανοποιητικούς όρους. (FAM Solar v. Δημοκρατίας, Αρ. Υπόθεσης 823/2001, ημερομηνίας 10.9.2002).
Επομένως, ο πρώτος αυτός λόγος ακύρωσης δεν μπορεί να ευσταθήσει.
2ος Λόγος Ακύρωσης - Μη τήρηση πρακτικών για την έκδοση του διατάγματος επίταξης - Ανύπαρκτη αιτιολογία.
Σύμφωνα με τους αιτητές, κανένα πρακτικό λήψης απόφασης για την επίταξη ή την ανανέωση της ισχύος της επίταξης ή την ανανέωση της ισχύος της δεν φαίνεται να υπάρχει και καμιά αιτιολογία δεν έχει δοθεί έτσι ώστε να καθίσταται δυνατή η άσκηση δικαστικού ελέγχου της ορθότητάς της.
Σε σχέση με αυτή την εισήγηση, υπενθυμίζεται κατ΄ αρχάς ότι η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη είναι η παράταση του Διατάγματος Επίταξης, η οποία δημοσιεύτηκε στις 16.11.2007, στην Επίσημη Εφημερίδα. Είναι βέβαια γεγονός ότι στη σχετική δημοσίευση του Διατάγματος κατά την ως άνω ημερομηνία, δεν αιτιολογείται ή εξηγείται ο σκοπός της επίταξης. Όμως, το Διάταγμα αναφέρεται στην ακίνητη ιδιοκτησία η οποία:
"... έχει επιταχτεί για τους σκοπούς δημόσιας ωφέλειας που αναφέρονται στο διάταγμα."
Επομένως, γίνεται εκεί σαφής παραπομπή ως προς την αιτιολογία, στο ίδιο το Διάταγμα Επίταξης που είχε δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της 17.11.2006 και στο οποίο αναφερόταν ειδικά ότι η εν λόγω ακίνητη ιδιοκτησία:
". είναι αναγκαία για τους ακόλουθους σκοπούς δημόσιας ωφέλειας, δηλαδή για σχολικούς και άλλους σκοπούς, και η επίταξη της επιβάλλεται για τους πιο κάτω λόγους, δηλαδή για την ανέγερση νέου Δημοτικού Σχολείου στην περιοχή Αυτοστέγασης Αγ. Νικολάου στα Κάτω Πολεμίδια."
Όπως επισημάνθηκε, μεταξύ άλλων, και στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Υπόθεση Αρ. 241/2000, Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λάρνακας ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 29.6.2001, η απαιτούμενη από το Άρθρο 23.8 του Συντάγματος εξειδίκευση και αιτιολογία για την επίταξη ιδιωτικής γης, μπορεί να περιέχεται στο ίδιο το Διάταγμα Επίταξης. Η δε κρίση της αρμόδιας Αρχής ως προς την αναγκαιότητα του έργου, δεν ελέγχεται. (Θεοδουλίδης κ.ά. ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1998) 3 ΑΑΔ 742.)
Όσον δε αφορά στην κατ΄ ισχυρισμό μη ύπαρξη ή τήρηση οποιουδήποτε πρακτικού, όπως ορθά επισημαίνει και η συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση, είναι καταγεγραμμένη και αποτελεί τμήμα του διοικητικού φακέλου η απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Πολιτισμού, με την οποία εγκρίνεται η δημοσίευση Διατάγματος Επίταξης και επίσης εγκρίνονται για δημοσίευση τα Διατάγματα Παράτασης της Επίταξης.
Επομένως, ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης μπορεί να ευσταθήσει.
3ος Λόγος Ακύρωσης - Ισχυρισμός ότι δεν συνέτρεχαν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για έκδοση του Διατάγματος Επίταξης.
Σύμφωνα περαιτέρω με τους αιτητές, δεν συνέτρεχε στην παρούσα περίπτωση οτιδήποτε το επείγον ή άλλη έκτακτη, παροδική δημόσια ή κοινωνική ανάγκη για την επίταξη, ή την παράταση της και πρόκειται για μέτρο το οποίο επιστρατεύθηκε απλά για να παρεμποδίσει τις προθέσεις των αιτητών για ανάπτυξη της περιουσίας τους. Ούτε και έγιναν οποιαδήποτε έργα ή μελέτες μετά την επίταξη, για προώθηση του σκοπού για τον οποίο η ιδιοκτησία επιτάχθηκε.
Και πάλιν οι αιτητές εδώ ερμηνεύουν τις ενέργειες της διοίκησης ως στρεφόμενες κατά των δικαιωμάτων και προθέσεών τους. Είναι βέβαια γεγονός ότι κάθε μορφή αποστέρησης ή περιορισμού χρήσης ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων επί ακίνητης ιδιοκτησίας επηρεάζει δυσμενώς δικαιώματα του ιδιώτη ιδιοκτήτη. Όμως, αυτή η αποστέρηση ή ο περιορισμός δεν είναι αυτοσκοπός, ούτε επιδίωξη της διοίκησης. Όπως είναι φανερό στην υπό εξέταση περίπτωση, ο σκοπός της επίταξης καθόλου δεν ήταν αλλότριος ή εστρέφετο κατά των αιτητών πεισματικά ή εκδικητικά. Φανερά ήταν που στόχευε να προωθήσει το σκοπό δημόσιας ωφελείας τον οποίο είχε προγραμματισμένα προδιαγράψει στο Τοπικό Σχέδιο της περιοχής. Τα της επίταξης ακίνητης ιδιοκτησίας διέπονται από τον περί Επιτάξεως Νόμο αρ. 21/1962, όπως τροποποιήθηκε. Ειδικές προϋποθέσεις για την παράταση ισχύος Διατάγματος Επίταξης δεν προνοούνται στο Νόμο τούτο. Όπως δε επισημάνθηκε και στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Υπόθεση Αρ. 813/1997, Αλίκη Γεωργίου ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λάρνακας κ.ά., ημερομηνίας 22.12.1997, εξετάζοντας τη νομιμότητα ή ορθότητα της έκδοσης Διατάγματος Παράτασης Επίταξης Ακινήτου, δεν τίθεται θέμα εξέτασης της ορθότητας της ίδιας της επίταξης ή της έκδοσης του αρχικού Διατάγματος Επίταξης. Το μόνο που μπορεί να εξετασθεί σε διαδικασία προσβολής Διατάγματος Παράτασης της Επίταξης είναι το κατά πόσο συνέτρεχαν στην περίπτωση λόγοι που να δικαιολογούσαν την παράταση της περιόδου ισχύος του Διατάγματος Επίταξης. Σύμφωνα με το Άρθρο 23.8(γ) του Συντάγματος της Δημοκρατίας οποιαδήποτε κινητή ή ακίνητη ιδιοκτησία δύναται να επιταχθεί για περίοδο η οποία δεν υπερβαίνει την τριετία. Ανάλογη πρόνοια συναντάται και στον περί Επιτάξεως Νόμο του 1962, άρθρο 4(3).
Είναι δε κατανοητό πως, νοουμένου ότι η διοίκηση παρατείνει νόμιμα την περίοδο ισχύος της επίταξης, πράττει τούτο για να καταστεί δυνατή η προώθηση του σκοπού που είχε καθοριστεί και για να καταστεί δυνατή η απαλλοτρίωσή του. Υπενθυμίζεται δε ότι εδώ, όπως ειδικά αναφέρθηκε και στα ίδια τα διατάγματα και σε άλλα έγγραφα, εξακολουθούσε να υφίσταται και να προωθείται ο σκοπός της ανέγερσης Δημοτικού Σχολείου στο επίδικο τεμάχιο.
Γι΄ αυτό δε, ταυτόχρονα με την έκδοση του προσβαλλόμενου Διατάγματος Παράτασης, δημοσιεύτηκε τελικά και η επίτευξη της τελικής προϋπόθεσης για προώθηση του ταχθέντος σκοπού, δηλαδή το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης.
Ούτε και αυτός ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί.
4ος Λόγος Ακύρωσης - Ισχυρισμός για στέρηση δικαιώματος ακρόασης.
Όπως ισχυρίζονται περαιτέρω οι αιτητές, οι καθ΄ων η αίτηση προτού προχωρήσουν στη λήψη του δυσμενούς για τους αιτητές μέτρου της επίταξης και μάλιστα για δεύτερη φορά, θα έπρεπε να είχαν παράσχει προς αυτούς το δικαίωμα να ακουσθούν. Αυτή δε η παράλειψη των καθ΄ων η αίτηση συνιστά ξεχωριστό λόγο ακύρωσης της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης. Αντίθετα, οι καθ΄ων η αίτηση αντιτείνουν ότι το δικαίωμα ακρόασης δεν είναι υποχρεωτικό σε κάθε περίπτωση λήψης διοικητικής απόφασης, ενώ στην προκείμενη διαδικασία, δεν ήταν αναγκαία η παροχή του.
Σύμφωνα με το άρθρο 43 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου αρ. 158(Ι)/1999, το δικαίωμα ακρόασης παρέχεται εκτός από τις περιπτώσεις τις οποίες ο Νόμος προβλέπει ρητά, σε κάθε πρόσωπο που θα επηρεαστεί από την έκδοση πράξης ή από τη λήψη διοικητικού μέτρου που είναι πειθαρχικής φύσης ή που έχει το χαρακτήρα της κύρωσης ή που είναι άλλως πως δυσμενούς φύσης. Εντοπίζεται κατ΄ αρχάς το γεγονός ότι στον περί Επίταξης Νόμο αρ. 21/1962 δεν υφίσταται ειδική νομοθετική πρόνοια που να επιβάλλει στη διοίκηση την υποχρέωση να διενεργήσει ακρόαση πριν από τη λήψη οποιασδήποτε απόφασής της. Όπως είχε τονισθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο στην Αναθεωρητική Έφεση Φώτος Χ"Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 361 το δικαίωμα ακρόασης δεν είναι απόλυτο και:
". η αρχή της προηγούμενης ακρόασης πρέπει να ερμηνεύεται συσταλτικά, διότι η γενική και άκρατη εφαρμογή της δημιουργεί πραγματικό αδιέξοδο στη Διοίκηση, επιβραδύνει τη δράση των διοικητικών οργάνων και οδηγεί σε αδρανοποίηση της κρατικής μηχανής."
Στην προκείμενη περίπτωση, έχοντας υπόψη το ότι πρόκειται για πράξη παράτασης ισχύος επίταξης σε μια πολύπτυχη διαδικασία στην οποία οι αιτητές επανειλημμένα είχαν την ευκαιρία να εκφράσουν και εξέφρασαν τις απόψεις τους και το ότι ταυτόχρονα με την ανανέωση δημοσιεύτηκε και το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης, σε σχέση με την προώθηση του ίδιου σκοπού δημόσιας ωφελείας του οποίου η νομιμότητα ελέγχθηκε με ποικίλους τρόπους, κρίνω πως δεν απαιτείτο όπως δοθεί ξανά στους αιτητές δικαίωμα ακρόασης επί του θέματος της παράτασης του Διατάγματος Επίταξης.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με €1.200 έξοδα εναντίον των αιτητών.
Κληρίδης,
Δ.
/ΧΤΘ