ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(Υπόθεση Αρ. 1336/2008)
10 Φεβρουαρίου, 2010
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΛΛΗΣ ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ,
Αιτήτριας,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
- - - - - -
Α. Κωνσταντίνου, για την Αιτήτρια.
Λ. Ουστά, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Α.Σ. Αγγελίδης, για το Ενδ. Μέρος.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: H αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) ημερ. 9.6.08 με την οποία διόρισε τη Βάλια Κωνσταντινίδη (εφεξής «ενδ. μέρος») στη μόνιμη θέση Λειτουργού Εμπορικής Ναυτιλίας (θέση πρώτου διορισμού).
Η διαδικασία, σύμφωνα με το άρθρο 33(3) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων, μετά την υποβολή των 371 αιτήσεων άρχισε από την αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή η οποία αποτελείτο από το Διευθυντή Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας και ανώτερους Επιθεωρητές Πλοίων καθώς και ένα ανώτερο λειτουργό Εμπορικής Ναυτιλίας. Η Συμβουλευτική απέστειλε αρχικά στις 12.12.07 στην ΕΔΥ την έκθεση της που περιείχε με αλφαβητική σειρά τα ονόματα των τεσσάρων υποψηφίων οι οποίες, κρίθηκαν κατάλληλες για προαγωγή αφού λήφθηκαν υπόψη οι βαθμολογίες στη γραπτή και προφορική εξέταση καθώς και το τυχόν πλεονέκτημα.
Στις 19.3.08 υπεβλήθη συμπληρωματική έκθεση κατόπιν σχετικού αιτήματος της ΕΔΥ. Η Συμβουλευτική Επιτροπή υιοθέτησε την αρχική της απόφαση σχετικά με τη βάση επιτυχίας στη γραπτή εξέταση την οποία καθόρισε στο 50%. ως μέσο όρο της γενικής βαθμολογίας. Σύστησε προς την ΕΔΥ την αιτήτρια και το ενδ. μέρος που ήταν οι μόνες εκ των υποψηφίων που πέτυχαν στη γραπτή εξέταση. Η αναλυτική βαθμολογία στα διάφορα στάδια αξιολόγησης της αιτήτριας και του ενδ. μέρους αποτυπώνονται στον παρακάτω πίνακα:
|
Γραπτά |
Προφορικά |
Πλεονέκτημα |
Τελική | |||||
Α/Α |
Αρ. Κατ. |
Ονοματεπώνυμο |
Actual |
80% |
Actual |
15% |
5% |
100% |
Final |
2 |
162 |
Κωνσταντινίδου Βάλια |
53,33 |
42,6664 |
70 |
10,5 |
0 |
53,16 |
Κ |
4 |
242 |
Παπαϊωάννου Ελλη |
61,67 |
49,336 |
88 |
13,2 |
0 |
62,54 |
ΠΚ |
Η αιτήτρια η οποία κατείχε Bachelor of Laws (University of Warwick) και επιπλέον Master of Laws (Commercial and Corporate Law) χαρακτηρίστηκε εξαίρετη στην προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής με την ακόλουθη αιτιολογία:
«Εξαίρετη. Απάντησε πλήρως και με σαφήνεια τις ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν που σχετίζονταν με τα καθήκοντα της θέσης. Ηταν άνετη και ψύχραιμη ενώπιον της Επιτροπής και κρίνεται ότι διαθέτει ωριμότητα, αυτοπεποίθηση και θετική σκέψη. Η εμφάνιση και η εν γένει συμπεριφορά της ήταν σοβαρή και καθ΄ όλα επαγγελματική.»
Το ενδ. μέρος που ήταν κάτοχος Bachelor of Laws (University of Leicester) είχε πάρα πολύ καλή απόδοση στην προφορική εξέταση, την οποία η Συμβουλευτική Επιτροπή σχολίασε ως εξής:
«Πάρα πολύ καλή. Από την προφορική εξέταση διαφάνηκε πως έχει ορθή και σε βάθος αντίληψη των θεμάτων, κρίση, πειστικότητα και ευχέρεια στην τεκμηρίωση των θέσεών της. Απάντησε πάρα πολύ καλά και με σαφήνεια στις ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν που σχετίζονταν με τα καθήκοντα της θέσης. Ηταν άνετη και ψύχραιμη ενώπιον της Επιτροπής και κρίνεται ότι διαθέτει ωριμότητα.»
Η ΕΔΥ υιοθέτησε τον προκαταρκτικό κατάλογο των υποψηφίων σύμφωνα με την έκθεση της Συμβουλευτικής. Ακολούθησε η συνεδρία ημερ. 9.6.08 στην οποία οι δυο υποψήφιες είχαν κληθεί σε προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ στην παρουσία του Διευθυντή του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας κ. Σεργίου, μετά το πέρας της οποίας ο ίδιος αξιολόγησε την αιτήτρια ως πάρα πολύ καλή ενώ το ενδ. μέρος ως σχεδόν πάρα πολύ καλή. Η αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων από την ΕΔΥ είχε ως εξής:
«ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ Βάλια: Πάρα πολύ καλή. Εχει πάρα πολύ καλές γνώσεις για το αντικείμενο, τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης που διεκδικεί. Απάντησε ορθά, άμεσα και επί της ουσίας στις περισσότερες ερωτήσεις που της τέθηκαν. Υπήρξαν, όμως, μερικές ερωτήσεις στις οποίες είχε κάποια διστακτικότητα στις απαντήσεις της και, σε κάποιες άλλες, οι απαντήσεις που έδωσε ήταν κάπως γενικές. Είναι σοβαρή, ευφυής και έχει αυτοπεποίθηση.
ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ Ελλη: Πολύ καλή. Οι γνώσεις της για το αντικείμενο, τις ευθύνες και τα καθήκοντα της θέσης που διεκδικεί ήταν πολύ καλές. Απάντησε σε αρκετές ερωτήσεις που της τέθηκαν με ορθή επιχειρηματολογία. Υπήρξαν, όμως. αρκετές ερωτήσεις στις οποίες οι απαντήσεις της ήταν πολύ γενικές και αόριστες. Σε κάποιες άλλες ερωτήσεις οι απόψεις της δεν ήταν πλήρως ξεκάθαρες, αλλά κάπως συγχυσμένες. Ως προσωπικότητα κρίνεται σοβαρή, ώριμη και ευχάριστη.»
Η ΕΔΥ έκρινε ότι το ενδ. μέρος υπερείχε γενικά της ανθυποψηφίας της. Επικαλούμενη παλαιότερη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σχετικά με την αυξημένη σπουδαιότητα που προσλαμβάνει το κριτήριο της συνέντευξης σε θέσεις πρώτου διορισμού, παρέθεσε την ακόλουθη αιτιολογία για την επιλογή της:
«Η Επιτροπή, καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφαση, δεν παρέλειψε να παρατηρήσει ότι η Κωνσταντινίδη Βάλια βαθμολογήθηκε με 53,16 κατά την τελική αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, σε χαμηλότερο δηλαδή επίπεδο από την ανθυποψήφιά της, η οποία βαθμολογήθηκε με 62,54. Όμως, η επιλεγείσα αξιολογήθηκε ως Πάρα πολύ καλή κατά την ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας προφορική εξέταση, σε υψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησης από την ανθυποψήφιά της η οποία αξιολογήθηκε ως Πολύ καλή. Επίσης, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να παρατηρήσει ότι η Παπαϊωάννου είναι κάτοχος σχετικού μεταπτυχιακού προσόντος, το οποίο, αν και σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, αποτελεί επιπρόσθετο, μη προβλεπόμενο, όμως, στο Σχέδιο Υπηρεσίας προσόν και, ως εκ τούτου, του απέδωσε την ανάλογη βαρύτητα.»
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας επικαλείται τη συνολική υπεροχή της στα επιμέρους κριτήρια της αξίας, λόγω της υπέρτερης απόδοσης της στην γραπτή και προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής, των προσόντων καθώς και της αξιολόγησης του Διευθυντή ενώπιον της ΕΔΥ, προκειμένου να καταδείξει την υπέρμετρη βαρύτητα που δόθηκε στη συνέντευξη ενώπιον της ΕΔΥ. Συμπληρώνει επίσης ότι η ίδια η διαφορά στην απόδοση στις συνεντεύξεις μεταξύ αιτήτριας και ενδ. μέρους ήταν τόσο οριακή, ώστε πεπλανημένα εκλήφθηκε ως σημαντική και έκρινε την τελική απόφαση της ΕΔΥ.
Δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω με τους ισχυρισμούς της αιτήτριας. Ο γραπτός διαγωνισμός, ως αντικειμενικό στοιχείο κρίσης, αποτελεί αναμφισβήτητα ένα μετρήσιμο και ασφαλές κριτήριο που συναρτάται προς την αξία των υποψηφίων. Ακόμη περισσότερο στην προκειμένη περίπτωση, όπου ελλείψει αξιολογικών εκθέσεων, αφού η θέση ήταν πρώτου διορισμού, και αφού μόνο η αιτήτρια και το ενδ. μέρος συγκέντρωσαν την αναγκαία βάση βαθμολογίας.
Ο ισχυρισμός του δικηγόρου του ενδ. μέρους ότι η γραπτή εξέταση είχε μόνο διαγνωστικό χαρακτήρα και δεν αποτελούσε συγκριτικό στοιχείο δεν ευσταθεί. Ο γραπτός διαγωνισμός προβλέπεται ειδικά στο ΄Αρθρο 33 του Νόμου ως δυνατότητα για πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού στη Δημόσια Υπηρεσία και τα αποτελέσματά του λαμβάνονται υπόψη τόσο από τη Συμβουλευτική κατά την ετοιμασία του προκαταρκτικού καταλόγου όσο και από την ΕΔΥ κατά την τελική επιλογή (βλ. Αναστασιάδου-Vantieghem v. Δημοκρατίας (1994) 4(Β) ΑΑΔ 959, Κωνσταντίνου κα ν. Νικολάου κα (2007) 3 ΑΑΔ 18).
Στον τομέα των προσόντων καμία από τις δυο υποψήφιες δεν είχε το πλεονέκτημα, ωστόσο η αιτήτρια υπερείχε. Κατείχε μεταπτυχιακό το οποίο της πιστώθηκε ως πρόσθετο προσόν που η ίδια η ΕΔΥ έκρινε ως σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης.
Σημαντική επίσης ήταν η υπεροχή της αιτήτριας στην προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής (κατά 18 μονάδες) που την έφεραν να υπερέχει στη συνολική τελική αξιολόγηση της Συμβουλευτικής ως «πάρα πολύ καλής» έναντι του ενδ. μέρους που συστήθηκε ως «πολύ καλή».
Ο Διευθυντής του οποίου ο ρόλος στη διεξαγωγή των συνεντεύξεων ενώπιον της ΕΔΥ είναι καθοδηγητικός και συμβουλευτικός, επίσης, αξιολόγησε την αιτήτρια ως «πάρα πολύ καλή» ενώ το ενδ. μέρος ως «σχεδόν πάρα πολύ καλή».
Η ΕΔΥ, όπως είχε βέβαια το δικαίωμα, αξιολόγησε διαφορετικά από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και το Διευθυντή την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις. Ωστόσο η διαφορά της μιας μόλις βαθμίδας μεταξύ του πολύ καλή (αιτήτρια) και πάρα πολύ καλή (ενδ. μέρος) εκτιμάται ως οριακή και σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε από μόνη της να δώσει προβάδισμα στο ενδ. μέρος.
Στην πρόσφατη απόφαση της Πλήρους Ολομελειας στην Ειρήνη Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας , υπόθ. αρ. 862/07, ημερ. 3.4.09, λέχθηκαν τα πιο κάτω,
«Είναι αλήθεια ότι η αξιολόγηση στην προφορική εξέταση έχει σημασία όταν πρόκειται για θέσεις ψηλά στην ιεραρχία, αλλά, από την άλλη, δεν μπορεί η αξιολόγηση αυτή, όταν ιδίως είναι οριακής σημασίας, αλλά και βαρύνεται με την αντίθετη άποψη του προϊσταμένου, αλλά και με τη διαφορετική αξιολόγηση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, να επικαλύπτει τα πάντα και να γίνεται ο μόνος ουσιαστικά παράγων που λαμβάνεται υπ΄ 'όψιν.
Όσον αφορά το επιπρόσθετο προσόν, δηλαδή την κατοχή μεταπτυχιακού Master of Public Sector Management του C.I.I.M., θα πρέπει παρεμπιπτόντως να επισημάνουμε ότι η λεκτική απλώς αναγνώριση ότι το προσόν είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης και γι΄ αυτό λήφθηκε κατάλληλα υπ΄ όψιν, δεν συνιστά ουσιαστικά οποιαδήποτε αξιολόγηση, μια και δεν αφήνονται περιθώρια για να αντιληφθούμε σε ποιο βαθμό ελήφθη υπ΄ όψιν και πόσο το προσόν επέδρασε στην απόφαση της Επιτροπής.»
Για τους λόγους που προανέφερα, θεωρώ ότι η ΕΔΥ απέτυχε να συνεκτιμήσει όλα τα κριτήρια ώστε να κρίνει την καταλληλότητα των υποψηφίων με εύλογο τρόπο. Απομόνωσε το κριτήριο των συνεντεύξεων ενώπιον της ως το καταλυτικό κριτήριο υπέρ του ενδ. μέρους, ενώ η οριακή διαφορά στην απόδοση μεταξύ τους σε συνδυασμό με την υπεροχή της αιτήτριας στα υπόλοιπα κριτήρια δεν δικαιολογούσε κάτι τέτοιο.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Εξοδα €1200 πλέον ΦΠΑ υπέρ της αιτήτριας.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
ΣΦ.