ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 768/2008)
8 Ιανουαρίου, 2010
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
NIKA MIKELADZE,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ
ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
Αργ. Ιωάννου, για τον Αιτητή.
Λ. Λάμπρου-Ουστά, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Στις 22/7/2004, ο αιτητής ο οποίος είναι Γεωργιανός υπήκοος, υπέβαλε αίτηση στις αρχές της Δημοκρατίας για απόκτηση κυπριακής υπηκοότητας με πολιτογράφηση με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 111 του περί Αρχείου, Πληθυσμού Νόμου 141(Ι)/2002, η οποία όμως απορρίφθηκε με απόφαση των καθ'ων η αίτηση, η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 24/3/2008. Αντιδρώντας ο αιτητής, καταχώρισε την παρούσα προσφυγή με την οποία επιδιώκει την ακύρωση της εν λόγω απόφασης.
Τα γεγονότα που οδήγησαν στην καταχώριση της προσφυγής, σε γενικές γραμμές, έχουν ως εξής: Ο αιτητής ο οποίος είναι, όπως έχω ήδη αναφέρει, Γεωργιανός υπήκοος, ήλθε στην Κύπρο για πρώτη φορά στις 26/5/1995, ότε και του παραχωρήθηκε άδεια παραμονής και εργασίας, η οποία στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι την υποβολή της αίτησης του για πολιτογράφηση, ανανεώθηκε κατ' επανάληψη. Μέχρι την υποβολή της αίτησης του για πολιτογράφηση ο αιτητής, κατά διάφορα χρονικά διαστήματα απουσίαζε στο εξωτερικό. Τους τελευταίους 12 μήνες πριν την υποβολή της αίτησης του, ο αιτητής απουσίαζε από την Κύπρο για περίοδο επτά ημερών.
Για σκοπούς συμπλήρωσης της εικόνας που αναδύεται μέσα από τα γεγονότα, θα πρέπει να λεχθούν και τα εξής: Λίγους μήνες μετά την υποβολή της αίτησης του για πολιτογράφηση και συγκεκριμένα στις 9/11/2004, ο αιτητής συνήψε γάμο στη Γεωργία με ομοεθνή του, στην οποία οι αρχές της Δημοκρατίας χορήγησαν προσωρινή άδεια παραμονής και εργασίας στην Κύπρο. Από το γάμο τους απέκτησαν ένα παιδί το οποίο γεννήθηκε στην Κύπρο στις 23/3/2006.
Οι λόγοι ακύρωσης της επίδικης απόφασης που ο αιτητής προβάλλει, περιστρέφονται γύρω από τους εξής άξονες: (α) Η επίδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη, (β) οι καθ'ων η αίτηση ερμήνευσαν και εφάρμοσαν τις πρόνοιες του άρθρου 111 του Νόμου 141(Ι)/2002 εσφαλμένα και (γ) η επίδικη απόφαση είναι προϊόν ανεπαρκούς και/ή καμιάς έρευνας. Ο τελευταίος λόγος προβάλλεται και συζητείται από τον αιτητή σε συνάρτηση με πλάνη και κατάχρηση εξουσίας από πλευράς των καθ'ων η αίτηση. Ενόψει των λόγων ακύρωσης που προβάλλονται, θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω αυτούσιο το περιεχόμενο της επιστολής των καθ'ων η αίτηση ημερομηνίας 24/3/2008, σ' αυτό το στάδιο:
"Sir,
I wish to refer to your application for the acquisition of the Citizenship of Cyprus by naturalization under Section 111 of the Civil Registry Laws of 2002-2003 and inform you that your application was examined carefully but it was not found possible to be approved as according to the records kept in this Office, you do not fulfil the residence qualifications specified in the Third Schedule of the above-mentioned Laws.
According to the Civil Registry Law 141(I)/2002, several categories of Aliens, including the category in which your case belongs, must during the preceding years, accumulate a total of at least 7 years legal residence in the Republic of which the one year prior the date of application must be continuous residence in Cyprus."
Έχοντας συνοψίσει το ιστορικό της προσφυγής και παραθέσει τους λόγους ακύρωσης της επίδικης απόφασης που ο αιτητής προβάλλει, προχωρώ στην ουσία της προσφυγής.
Η επίδικη απόφαση στερείται αιτιολογίας
Είναι η θέση του αιτητή ότι η επίδικη απόφαση είναι «παντελώς αδικαιολόγητη και αστήρικτη», καθότι ο λόγος της μη πλήρωσης από τον αιτητή των προϋποθέσεων του σχετικού Νόμου δεν συγκεκριμενοποιείται κατά τρόπο σαφή και ξεκάθαρο έτσι ώστε ο αιτητής να γνωρίζει τους λόγους απόρριψης της αίτησης του. Ενδεικτικό της επί του προκειμένου θέσης του αιτητή είναι και το εξής απόσπασμα από τη γραπτή αγόρευση της συνηγόρου του σχετικά με το περιεχόμενο της επιστολής των καθ'ων η αίτηση ημερομηνίας 24/3/2008: «Αφήνει (η επιστολή) στη δεύτερη παράγραφο απλά να εννοηθεί ότι ο αιτητής εμπίπτει σε εκείνες τις κατηγορίες όπου έπρεπε να έχει επταετή νόμιμη διαμονή και ένα χρόνο συνεχούς διαμονής πριν την αίτηση, συνεπώς πρέπει να συμπεράνει ότι κάποια από τις προϋποθέσεις δεν πληρούσε».
Μια απλή ανάγνωση της επίμαχης επιστολής των καθ'ων η αίτηση, είναι πιστεύω αρκετή για να διαπιστώσει ένας, τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως, ότι ο παράγοντας αιτιολογία, κρινόμενος υπό το φως του δεδομένου ότι από της ημερομηνίας άφιξης του αιτητή στην Κύπρο για πρώτη φορά (21/5/1995) μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης του για πολιτογράφηση (22/7/2004) παρήλθε χρόνος πέραν των οκτώ ετών, απουσιάζει στην περίπτωση μας. Και η απουσία του εν λόγω παράγοντα, κρινόμενη πάντα υπό το φως του συγκεκριμένου δεδομένου, καθιστά, πάντα εκ πρώτης όψεως, τους λόγους απόρριψης της αίτησης του αιτητή ασαφείς και συγκεχυμένους και αφήνει τον αιτητή στο σκοτάδι ως προς τους λόγους που η αίτηση του απορρίφθηκε. Βέβαια το κενό που η απουσία αιτιολογίας δημιουργεί, μπορεί, σύμφωνα με τη νομολογία, να πληρωθεί από στοιχεία που προκύπτουν από το διοικητικό φάκελο, νοουμένου ότι τα εν λόγω στοιχεία προκύπτουν ευθέως και «είναι σαφώς και άρρηκτα συνδεδεμένα με την ληφθείσα απόφαση έτσι που να μπορεί να λεχθεί ότι βρίσκονται αναπόφευκτα πίσω της. Αν δηλαδή καταδεικνύουν αναμφίβολα και αναντίλεκτα τους λόγους που οδήγησαν στην απόφαση» (Χρ. Συμεωνίδου και άλλου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145, Ηλιόπουλος ν. Α.Η.Κ. (2000) 3 Α.Α.Δ. 438). Σχετικό με το συγκεκριμένο θέμα είναι και το πιο κάτω απόσπασμα από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας 1929-1959, σελ. 185-186:
«Επί διοικητικής πράξης αιτιολογητέας, ως εκ της φύσεως της, δεν είναι απαραίτητον να υπάρχη αιτιολογία εις το σώμα της πράξεως, εφ΄όσον η αιτιολογία δεν αξιούται ρητώς υπό του νόμου αλλά δύναται να αναπληρούται εκ των στοιχείων του φακέλου (πρώτη απόφασις: 775 (30), έκτοτε πάγια η νομολογία). Αλλά η εκ του φακέλου αναπλήρωσή της ελλειπούσης αιτιολογίας δύναται να χωρήσει μόνο, εφ΄όσον ευθέως και αμέσως προκύπτει τοιαύτη εκ των στοιχείων του φακέλου, διότι άλλως, το Σ.τ.Ε. θα έπρεπε να αναζητήση και σταθμίσει αυτό τα στοιχεία ταύτα, οπότε θα υποκαθίστατο εις την αρμοδίαν διοικητικήν αρχήν εν τη κατ΄οποίαν εκτιμήσει των αποδεικτικών και λοιπών στοιχείων: 267 (459), 114 (46).»
Οι καθ'ων η αίτηση στην ένσταση τους, όπως και στη γραπτή αγόρευση τους, αναφέρουν ότι ο λόγος για τον οποίο η αίτηση του αιτητή απορρίφθηκε είναι απλά γιατί αυτός δεν συμπλήρωνε περίοδο επτά ετών νόμιμης παραμονής στην Κύπρο. Συγκεκριμένα συμπλήρωνε σύνολο νόμιμης παραμονής 5 χρόνια, 8 μήνες και 8 μέρες. Για τεκμηρίωση της εν λόγω θέσης τους οι καθ'ων η αίτηση παραπέμπουν στο Παράρτημα 19 της ένστασης. Το εν λόγω έγγραφο το οποίο διεξήλθα προσεκτικά, φέρει την επικεφαλίδα ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ ΑΛΛΟΔΑΠΟΥ. Στη συνέχεια με τη μορφή διαγράμματος παρατίθενται στοιχεία σε σχέση με την παραμονή του αιτητή στην Κύπρο. Συγκεκριμένα στη στήλη «Συνολική παραμονή στην Κύπρο» αναφέρεται η περίοδος 8 χρόνια, 8 μήνες και 22 μέρες. Στη στήλη «Σύνολο παράνομης παραμονής» αναφέρεται η περίοδος 3 χρόνια, 0 μήνες και 14 μέρες. Στη στήλη «Σύνολο νόμιμης παραμονής» αναφέρεται η περίοδος 5 χρόνια, 8 μήνες και 8 μέρες, ενώ στη στήλη «Παραμονή τελευταίου χρόνου πριν από την υποβολή της αίτησης Μ127» δεν υπάρχει οποιαδήποτε καταχώριση. Ενώ είναι προφανής ο τρόπος υπολογισμού της εδώ συνολικής περιόδου παραμονής του αιτητή, κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει και στην περίπτωση του τρόπου υπολογισμού της περιόδου της εδώ παράνομης, σύμφωνα με τους καθ'ων η αίτηση, παραμονής του. Καμιάς μορφής διευκρίνιση ή στοιχείο ή παράγοντας που λήφθηκε υπόψη στον υπολογισμό της συνολικής περιόδου που ο αιτητής ήταν, σύμφωνα με τους καθ'ων η αίτηση, στην Κύπρο παράνομα, δεν παρατίθεται στο εν λόγω έγγραφο έτσι ώστε ο τελευταίος να γνωρίζει τους λόγους για τους οποίους η συγκεκριμένη περίοδος δεν μπορούσε να προσμετρήσει για σκοπούς έγκρισης της αίτησής του.
Είναι αλήθεια ότι στη γραπτή αγόρευση της η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ'ων η αίτηση αναφέρει ότι το σύνολο της περιόδου παράνομης παραμονής του αιτητή στην Κύπρο, υπολογίστηκε με βάση τις περιόδους που κάθε φορά μεσολαβούσαν μεταξύ της ημερομηνίας εκπνοής της προηγούμενης άδειας του αιτητή για εργασία και της ημερομηνίας ανανέωσης της ή την έκδοση νέας άδειας. Ο εν λόγω ισχυρισμός προβάλλεται από τη συνήγορο και συνεπώς για να μπορεί να ληφθεί υπόψη θα πρέπει να τεκμηριώνεται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου. Υπενθυμίζω ότι το κενό στην αιτιολογία ή η έλλειψη αιτιολογίας δεν μπορούν να θεραπευθούν από την επιχειρηματολογία των συνηγόρων (Metalock v. Republic (1969) 3 C.L.R. 351). Δεν είναι όμως έργο του Δικαστηρίου να προβαίνει σε μαθηματικούς υπολογισμούς και μάλιστα στη βάση στοιχείων που θα πρέπει να εντοπιστούν από το Δικαστήριο και αφού εντοπιστούν στη συνέχεια να αξιολογηθούν. Και στην περίπτωση μας εκείνο που στην ουσία ζητείται από το Δικαστήριο να κάμει, είναι ακριβώς αυτό. Δηλαδή να ανατρέξει στο φάκελο και αφού εντοπίσει τα στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη από τους καθ'ων η αίτηση στη συνέχεια να τα αξιολογήσει, ενέργεια μη ενδεδειγμένη.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους κρίνω ότι η επίδικη απόφαση στερείται αιτιολογίας και ως τέτοια θα πρέπει να ακυρωθεί.
Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης μου κρίνω ότι δεν συντρέχει λόγος να προχωρήσω να εξετάσω οποιοδήποτε από τους υπόλοιπους λόγους ακύρωσης που ο αιτητής προβάλλει.
Σαν αποτέλεσμα η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα €1.200 υπέρ του αιτητή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με βάση το άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ