ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
LOIZOU ν. SEWAGE BOARD N'SIA (1988) 1 CLR 122
Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.α. (1993) 3 ΑΑΔ 598
Bαρνάβας Nικολάου και Yιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 862
ΧΑΡΗΣ ΑΡΓΥΡΟΥ ΛΤΔ ν. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΦΠΑ κ.α, Υπόθεση Αρ. 1227/2007, 2 Δεκεμβρίου 2008
PETROLINA (HOLDINGS) PUBLIC LTD ν. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ κ.α, Υπόθεση Αρ. 793/2007, 5 Δεκεμβρίου 2008
Ρ.P. Body Art Gym Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2009) 4 ΑΑΔ 577
Υπουργός Οικονομικών και άλλος, Petrolina (Holdings) Public Ltd ν. (Αρ. 1) (2009) 4 ΑΑΔ 826
Ibrahim Mustafa and others ν. The Attorney-General of the Republic (1964) 1 CLR 195
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(2009) 4 ΑΑΔ 888
21 Οκτωβρίου, 2009
[ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
PETROLINA (HOLDINGS) PUBLIC LTD,
Aιτητές,
v.
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ (ΑΡ. 2),
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 994/2008)
Διοικητική Πράξη ― Εκτελεστή σε αντιδιαστολή προς πράξη στερούμενη εκτελεστότητας ― Η περίπτωση της επιβολής χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου που συνοδεύει την επιβολή φορολογίας.
Συνταγματικό Δίκαιο ― Έλεγχος της αντισυνταγματικότητας νόμου ― Δεν υπήρχαν οι δικονομικές προϋποθέσεις για να διενεργηθεί στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Δικογράφηση λόγου ακυρώσεως, που αφορά στην αντισυνταγματικότητα νόμου ― Οι απαιτήσεις νομολογίας ― Δεν ικανοποιήθηκαν στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις και συνέπειες.
Τελωνειακοί Δασμοί και Φόροι Καταναλώσεως ― Άρθρα 4, 5, 13, 36 και 37 του Ν.91(Ι)/04 ― Βεβαίωση φόρου για ελλείματα εμπορευμάτων και είσπραξη των δασμών, φόρων και άλλων επιβαρύνσεων που αναλογούν σε αυτά ― Η οδηγία 92/12/ΕΟΚ και η σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ― Εφαρμογή τους στα γεγονότα της κριθείσας περίπτωσης, με αποτέλεσμα την διαπίστωση ότι οι αιτητές εδώ απέτυχαν να δικαιολογήσουν το έλλειμμα που διαπιστώθηκε ― Ο τρόπος ενέργειας του Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων κατά συνέπεια επικυρώθηκε.
Οι αιτητές προσέφυγαν κατά της σε βάρος τους επιβολής φορολογίας, ύψους περίπου €15.000.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Αν η προσφυγή επιτύχει στην ουσία της και παραμεριστεί η επιβληθείσα φορολογία, αυτομάτως συμπαρασύρει σε ακύρωση και την επιβολή χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου. Αντίθετα αν απορριφθεί η προσφυγή όσον αφορά τη φορολογία, σίγουρα δεν εξετάζεται ξεχωριστά η επιβολή χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου.
2. Ενόψει του τεκμηρίου της συνταγματικότητας των νόμων, ένας νόμος τεκμαίρεται συνταγματικός εκτός αν αυτός που τον αμφισβητεί (εδώ οι αιτητές) αποδείξει το αντίθετο και μάλιστα στο επίπεδο του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Ο τρόπος δικογράφησης του ισχυρισμού περί αντισυνταγματικότητας εν προκειμένω χωρίς αναφορά ως προς το ποιό άρθρο του Νόμου είναι αντισυνταγματικό και σε ποιο από τα άρθρα του Συντάγματος προσκρούει, απέχει πολύ από τα απαιτούμενα από τη νομολογία. Έτσι παρά το γεγονός ότι με τη γραπτή αγόρευση έγινε αναφορά σε άρθρα του νόμου και του Συντάγματος, ο ισχυρισμός περί αντισυνταγματικότητας δεν μπορεί να εξεταστεί.
3. Όπως φαίνεται και στην προσβαλλόμενη απόφαση οι καθ' ων η αίτηση βασίστηκαν στις πρόνοιες του Ν. 91(1)/04 (Άρθρα 4, 5, 13, 36 και 37) ο οποίος παρέχει εξουσία στο Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων να προβαίνει σε βεβαίωση για ελλείμματα εμπορευμάτων και στην είσπραξη των βεβαιωθέντων δασμών, φόρων και άλλων επιβαρύνσεων που αναλογούν σ' αυτά. Ιδιαίτερα σχετικό είναι το Άρθρο 13 του Νόμου που εισήχθη στην Κυπριακή Νομοθεσία για σκοπούς εναρμόνισης με την Οδηγία 92/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 25/2/92. Οι αιτητές, που είχαν το βάρος απόδειξης, απέτυχαν να αποδείξουν ότι οι απώλειες (ελλείμματα) οφείλονται σε τυχαία περιστατικά ή ανώτερη βία, όπως ορίζει το Άρθρο 13(1)(α)(ιι) του Ν. 91(1)/2004. Σχετικό είναι και το Άρθρο 4(1)(δ) του ιδίου Νόμου. Οι αιτητές μιλούν απλώς για «πρόβλημα ή λάθος του πλοίου» ή ότι φορτώθηκε λιγότερη ποσότητα ή κάπου επεσυνέβη κάτι που μείωσε την ποσότητα», ισχυρισμοί όμως που δεν αποτελούν «ανώτερη βία» ή «τυχαίο περιστατικό» με την έννοια που αποφασίστηκε στην υπόθεση του Δ.Ε.Κ., που επικαλούνται οι καθ' ων η αίτηση.
Οι αιτητές απέτυχαν να δικαιολογήσουν το προαναφερθέν έλλειμμα.
Η προσφυγή απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Petrolina (Holdings) Public Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (2009) 4 Α.Α.Δ. 826,
Petrolina (Holdings) Public Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά., Υπόθ. Αρ. 793/07, ημερ. 5.12.2008,
Attorney-General v. Ibrahim a.o. (1964) C.L.R. 195,
The Board for Registration of Architects and Civil Engeneers v. Kyriakides (1966) 3 C.L.R. 650,
Loizou v. Sewage Board of Nicosia (1988) 1 C.L.R. 122,
Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598,
Βαρνάβας Νικολάου & Υιοί Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 862,
Societé Pipeline Méditerranée et Rhone (SPMR) και Administration des douanes et droits indirects κ.ά., Υπόθεση C-314/06 ημερ. 18/12/07.
Προσφυγή.
Α.Β. Ζαχαρίου, για τους Αιτητές.
Μ. Θεοκλήτου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Οι αιτητές με την παρούσα προσφυγή ζητούν την πιο κάτω θεραπεία που παραθέτω αυτούσια:
«Δήλωση και/ή διακήρυξη του Διακστηρίου ότι η διοικητική πράξη των καθ' ων η αίτηση ήτοι η απόφαση των καθ' ων η αίτηση να προβούν σε επιβολή φορολογίας ως εκ των υστέρων βεβαίωσης Τελωνειακής και άλλης Τελωνειακής Οφειλής αρ. 77/08 για €13.508,00 και χρηματική επιβάρυνση €1.351,00, πλέον 8% τόκο ετησίως, που φαίνεται στην επιστολή των καθ' ων η αίτηση ημερ. 7.5.2008 είναι λανθασμένη, παράνομη, άκυρη και/ή χωρίς νομικό αποτέλεσμα.
Γεγονότα
Οι αιτητές είναι εταιρεία εμπορίας πετρελαιοειδών τα οποία εισάγουν από το εξωτερικό. Για το σκοπό αυτό κατέχουν και διαχειρίζονται την υπό τον αναγνωριστικό αριθμό Τ403400CY εγκεκριμένη από το Τμήμα Τελωνείων φορολογική αποθήκη, η οποία διαθέτει 19 διαφορετικές δεξαμενές καυσίμων όπου και αποθηκεύει τα καύσιμα που εισάγει.
Στις 24/11/07 το πλοίο Valle Di Cordoba μετέφερε από τη Γεωργία στη Δημοκρατία πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (GASOIL 0.2) υγρής χύμα μορφής, για τους αιτητές και την EXON MOBIL CYPRUS LTD, όπως δηλώθηκε στο σχετικό ηλεκτρονικό δηλωτικό (μανιφέστο) που υποβλήθηκε με αρ. 07410ΣΜΣΔ2444976. To εν λόγω δηλωτικό υποβλήθηκε στο Τελωνείο Λάρνακας σύμφωνα με τα Αρθρα 15 και 16 του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου, Ν. 94(1)/2004 και καταχωρήθηκε ηλεκτρονικά στο λογισμικό του Τμήματος Τελωνείων δυνάμει του Αρθρου 122(β) του ιδίου Νόμου. Στο εν λόγω δηλωτικό δηλώθηκαν οι ποσότητες που μεταφέρθηκαν στη Δημοκρατία και/ή οι ποσότητες που αναμένονταν να ξεφορτωθούν στις δεξαμενές στεριάς. Σύμφωνα με το εν λόγω δηλωτικό, τη φορτωτική (bill of lading) και το τιμολόγιο, οι αιτητές εισήγαγαν 19.912.159.00 τόνους πετρελαίου εσωτερικής καύσης (GASOIL 0.2) υγρής χύμα μορφής, που υπάγεται στους κωδικούς της «Συνδυασμένης Ονοματολογίας» 27101941 μέχρι 27101949 με συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης 245 ευρώ/1000 λίτρα (Πρώτο Παράρτημα του περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμου, Ν. 91(1)/2004).
Σύμφωνα με τα σχετικά διατακτικά παράδοσης (delivery orders) οι αιτητές κράτησαν το μεγαλύτερο μέρος της ποσότητας που εισήγχθηκε για τους ίδιους, ενώ μέρος το πώλησαν στις εταιρείες B.P.Med. Internationals Ltd και Helenic Petroleum Cyprus Ltd. Στη βάση των ποσοτήτων που καθορίζονταν στα εν λόγω διατακτικά παράδοσης, διοχετεύτηκαν 16.612.159 μετρικοί τόνοι από το πλοίο με υποθαλάσσιους αγωγούς στην ιδιόκτητη δεξαμενή των αιτητών με αριθμό P1 της εγκεκριμένης φορολογικής αποθήκης με αναγνωριστικό αριθμό Τ403400CY, 2.300.000 μετρικοί τόνοι προς όφελος της Helenic Petroleum Cyprus Ltd και 1.000.000 μετρικοί τόνοι προς όφελος της ΒP. Med. Internationals Ltd.
Μετά την ξεφόρτωση, όλες οι ποσότητες που παραλήφθηκαν, καταμετρήθηκαν στις πιο πάνω δεξαμενές στεριάς, με τα όργανα μετρήσεων των αιτητών από υπαλλήλους τους, στην παρουσία τελωνειακού λειτουργού και αφού λήφθηκε υπόψη η χωρητικότητα του υποθαλάσσιου αγωγού, διαπιστώθηκε ότι το άθροισμα των επιμέρους ποσοτήτων που παραλήφθηκε ήταν λιγότερο/μικρότερο από την ποσότητα που δηλώθηκε στο ηλεκτρονικό μανιφέστο. Σημειώνεται ότι, κατά πάγια πρακτική, πραγματοποιούνται περισσότερες από μία, επαναλαμβανόμενες μετρήσεις από ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό, μέχρις ότου δύο συνεχόμενες μετρήσεις να μην διαφέρουν μεταξύ τους πέραν του ενός χιλιοστομέτρου. Περαιτέρω, κατά πάγια πρακτική, οι τελικές μετρήσεις συμφωνούνται μεταξύ Τελωνείου και αιτητών και καταγράφονται ως οι αληθινά ορθές. Στην περίπτωση που διαπιστώνονται οποιεσδήποτε διαφορές σε σχέση με την ποσότητα που δηλώνεται για ξεφόρτωση και αναμένεται να διοχετευτεί στις δεξαμενές στεριάς και της συνολικής ποσότητας που παραλαμβάνεται, καταγράφονται οι όποιες διαφορές, και ο αρμόδιος τελωνειακός λειτουργός εκδίδει πιστοποιητικό διαφορών «Ships Outturn Report and Discrepancies List" τελωνειακό έντυπο τελ. 168, στο οποίο και σημειώνονται τα πλεονάσματα ή ελλείμματα.
Μετά την ολοκλήρωση της επίδικης παραλαβής, διαπιστώθηκε ότι παραλήφθηκε ποσότητα μικρότερη από εκείνη που είχε δηλωθεί στο ηλεκτρονικό δηλωτικό και καταμετρήθηκε συνολική διαφορά 75.122 λίτρων σε θερμοκρασία προϊόντος 15° κελσίου, η οποία και σημειώθηκε στο πιστοποιητικό διαφορών «Ships Outturn Report and Discrepancies List", τελωνειακό έντυπο τελ. 168, το οποίο στάληκε στους αιτητές και στο οποίο αναφέρεται ότι:
"In accordance with Section 33 of the Customs Law 94(1)/2004 and 4 & 5 of the Excise Law 91(1)/2004, or any amendment thereof, you are requested to account for the goods shown hereunder as being short of report, [....]. Failure to do so at the latest within fifteen (15) days following the month of receipt will render you liable to pay the duty assessed thereon on demand made by me. Please send your reply in duplicate."
Αφού ο αρμόδιος λειτουργός επιμέρισε τη διαφορά που προέκυπτε στους τρεις παραλήπτες, για τους αιτητές προσδιόρισε τη διαφορά στα 51,762 λίτρα. Από το ποσό αυτό αφαίρεσε 14.051 λίτρα ως δικαιολογημένη υπό τις περιστάσεις απώλεια (φύρα) στη βάση της Κ.Δ.Π. 181/2006 και για το υπόλοιπο έλλειμμα (37.711 λίτρα) που έκρινε ως αδικαιολόγητο, υπολόγισε εκ των υστέρων και βεβαίωσε τον οφειλόμενο φόρο κατανάλωσης και την επιπλέον χρηματική επιβάρυνση από 10% πλέον τόκο 8% σύμφωνα με το Άρθρο 23 του Νόμου, και τον ειδοποίησαν σχετικά με την επιστολή ημερ. 7/5/08 (προσβαλλόμενη απόφαση).
Οι αιτητές αφού δήλωσαν ότι θα κατέβαλλαν το απαιτούμενο ποσό υπό διαμαρτυρία, ακολούθως καταχώρησαν την παρούσα προσφυγή.
Νομικοί Ισχυρισμοί
Από πλευράς των καθ' ων η αίτηση εγείρεται προδικαστική ένσταση ότι η προσφυγή όσον αφορά την επιβολή χρηματικής επιβάρυνσης και του τόκου δεν μπορεί να εξεταστεί αφού η απαίτηση για αυτά δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη. Επί της ουσίας της υποθεσης υποστηρίζουν την ορθότητα και νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης.
Ο συνήγορος των αιτητών, αφού πρώτα απαντά στην πιο πάνω προδικαστική ένσταση, ότι δηλαδή αυτή δεν ευσταθεί, επί της ουσίας της προσφυγής προωθεί τους εξής λόγους ακύρωσης:
(α) Ότι το Άρθρο 13(1)(α)(ι)-(β) και (γ) που διαλαμβάνει για την επιβολή ειδικού φόρου κατανάλωσης αναφορικά με προϊόντα τα οποία ουδέποτε παραλήφθηκαν, όπως και η Κ.Δ.Π. 181/2006 που καθορίζει τα επιτρεπόμενα ποσοστά φόρων που χωρούν φοροαπαλλαγής, είναι αντισυνταγματικά, αφού παραβιάζουν το Άρθρο 23 του Συντάγματος.
(β) Δεν έγινε η δέουσα έρευνα για διαπίστωση της αιτίας γιατί ελλείπει η προαναφερθείσα ποσότητα πετρελαιοειδών.
(γ) Οι εκ των υστέρων βεβαιώσεις δεν είναι ορθές αφού δεν παραθέτουν όλες τις διατάξεις της Νομοθεσίας επί των οποίων βασίστηκαν οι καθ' ων αίτηση.
Εξέταση Νομικών Ισχυρισμών
Το θεωρώ ορθό να αρχίσω από την προδικαστική ένσταση. Σημειώνω ότι παρόμοιο θέμα έχει εγερθεί και εξεταστεί από το Δικαστήριο τούτο, τουλάχιστον σε δύο προηγούμενες υποθέσεις με τελευταία την Petrolina (Holdings) Public Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (2009) 4 Α.Α.Δ. 826, της οποίας είχα αναφέρει σχετικά με το θέμα τα εξής:
«Όπως έχει ήδη λεχθεί, η συγκεκριμένη προδικαστική ένσταση αφορά μόνο μέρος της επίδικης απόφασης. Αυτό δηλαδή που αναφέρεται στην επιβολή της χρηματικής επιβάρυνσης και του τόκου, επιβολή, που όπως εισηγούνται οι καθ' ων η αίτηση, δε συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη, αφού προβλέπεται απευθείας από το Νόμο και δεν εξαρτάται από τη βούληση των καθ' ων η αίτηση.
Η ίδια προδικαστική ένσταση εξετάστηκε από το παρόν δικαστήριο και απορρίφθηκε στην P. P. Body Art Gym Ltd ν. Δημοκρατίας (2009) 4 Α.Α.Δ. 577, από την οποία και παραθέτω το εξής απόσπασμα:
«Η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση ήγειρε προδικαστική ένσταση ότι το μέρος της προσβαλλόμενης με την παρούσα προσφυγή απόφασης για επιβολή χρηματικής επιβάρυνσης, πλέον τόκο, δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη, αφού η επιβάρυνση και ο τόκος προβλέπονται απευθείας από το Νόμο και δεν εξαρτώνται από τη βούληση των καθ' ων η αίτηση. Επίσης αναφέρει ότι οι αιτητές δεν έχουν καταδείξει οιονδήποτε βάσιμο λόγο που να δικαιολογεί επέμβαση του δικαστηρίου στην κρίση του αποφασίζοντος οργάνου.
Αναφορικά με την προδικαστική ένσταση που αφορά μόνο μέρος του αιτητικού, παρόλο ότι η επιβολή χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου προβλέπονται από τον ίδιο το Νόμο (Άρθρο 52 του Ν. 94(Ι)/2004), ενόψει του ότι αυτά συνδέονται με το οφειλόμενο ποσό φόρου την επιβολή του οποίου οι αιτητές επίσης αμφισβητούν, κρίνω ότι η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί. Θα ευσταθούσε αν οι αιτητές δέχονταν ως ορθή την επιβολή του ποσού του φόρου και προσέβαλλαν μόνο την απαίτηση για χρηματική ποινή και τόκους. Η υπόθεση Χάρης Αργυρού Λτδ v. Διευθυντρίας Τελωνείων, Υπόθ. Αρ. 1227/07, ημερ. 2.12.08, που επικαλούνται οι αιτητές, όπως και η δική μου απόφαση στην υπόθεση Lavar Shipping Co. Ltd. v. Δημοκρατίας, Yπόθ. Aρ. 978/07, ημερ. 27.4.09, είναι σχετικές. Έτσι προχωρώ στην ουσία της προσφυγής.»
Τα πιο πάνω τυγχάνουν εφαρμογής και στην παρούσα, με τη μόνη διαφορά ότι στην προκείμενη περίπτωση το άρθρο του νόμου που προβλέπει την επιβολή της επιβληθείσας χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου αντίστοιχα, είναι το Αρθρο 23 του περί Φόρου Καταναλώσεως Νόμου του 2004 (Ν. 91(1)/2004). Προχωρώ λοιπόν να εξετάσω την ουσία της υπόθεσης για τη θεραπεία (α).»
Για τους ίδιους λόγους απορρίπτεται η προδικαστική ένσταση και στην παρούσα περίπτωση αφού αμφισβητείται και η επιβολή του φόρου. Αν η προσφυγή επιτύχει στην ουσία της και παραμεριστεί η επιβληθείσα φορολογία, αυτομάτως συμπαρασύρει σε ακύρωση και την επιβολή χρηματικής επιβάρυνσης και τόκους. Αντίθετα αν απορριφθεί η προσφυγή όσον αφορά τη φορολογία, σίγουρα δεν εξετάζεται ξεχωριστά η επιβολή χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου.
Αναφορικά τώρα με την ουσία της προσφυγής προτιμώ να εξετάσω πρώτα τον ισχυρισμό περί μη διεξαγωγής της δέουσας έρευνας. Ισχυρίζονται οι αιτητές ότι ως αποτέλεσμα μη δέουσας έρευνας οι καθ' ων η αίτηση τελούσαν και υπό πλάνη ως προς τα πραγματικά γεγονότα. Στην ένστασή τους οι καθ' ων η αίτηση μιλούν για έλλειμμα της τάξης των 75.122 λίτρων ενώ το έλλειμμα είναι κοινώς αποδεκτό 51.562, όπως φαίνεται και στην εκ των υστέρων βεβαίωση. Επίσης στην ένσταση γίνεται αναφορά σε πλοίο που κατέφθασε στις 25/11/07 ενώ πλοίο με το ίδιο όνομα κατέφθασε στις 25/10/07. Το ίδιο, ο αριθμός αναφοράς δε φαίνεται να έχει σχέση με το δηλωτικό του πλοίου. Επικαλούνται προς τούτο οι αιτητές την Petrolina (Holdings) Public Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά., Υπόθεση Αρ. 793/07, ημερ. 5/12/08.
Η δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση απαντά ότι εδώ οι καθ' ων η αίτηση ακολούθησαν τα όσα αποφάσισε η Yπόθεση Aρ. 793/07 και επίσης εφόσον οι αιτητές δεν υπέβαλαν αίτημα αναθεώρησης σύμφωνα με το Αρθρο 139 του Νόμου 94(1)/2004, τότε υπό τις περιστάσεις η διεξαχθείσα έρευνα κρίνεται ορθή.
Στην προσβαλλόμενη απόφαση (επιστολή ημερ. 7/5/08) 3η παράγραφο γίνεται αναφορά ότι το πλοίο Valle di Cordoba" κατέπλευσε στο λιμάνι Λάρνακος προερχόμενο από τη Γεωργία στις 25/10/07. Στην ένσταση γίνεται αναφορά ότι το πλοίο μετέφερε το πετρέλαιο στις 22/11/07. Όμως παραπέμπει στο Παράρτημα 1 της Ένστασης όπου φαίνεται ως ημερομηνία άφιξης η 24/11/07, ημερομηνία στην οποία γίνεται αναφορά και στην 4η παράγραφο της επίδικης απόφασης (επιστολή 7/5/08). Επομένως, στην έκταση που υπάρχει αυτή η διαφορά, προκύπτει σαφώς ότι η αναφορά σε ημερ. 25/10/07 είναι γραφικό λάθος και από αυτής δεν βρίσκω να επηρεάζεται η υπόθεση. Ότι η ορθή ημερομηνία άφιξης του εν λόγω πλοίου είναι η 24/11/07, προκύπτει και από άλλα έγγραφα, παραρτήματα στην ένσταση.
Αναφορικά με τον ισχυρισμό των αιτητών ότι στην έκθεση Ships Outturn Report and Discrepancies List γίνεται αναφορά σε έλλειμμα 75.122 ενώ είναι κοινώς παραδεκτό ότι αυτό είναι 51.762, αυτός δε βοηθά τους αιτητές. Οι καθ' ων η αίτηση, όπως εξηγείται πιο πάνω κατά την παράθεση των γεγονότων, τελικά κατέληξαν ότι το τελικό ποσό του ελλείμματος ήταν 51.762 λίτρα τα οποία και καταμέρισαν σε 3 πρόσωπα. Επομένως, ούτε αυτός ο ισχυρισμός αποδεικνύει ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα.
Η εταιρεία Lavar Shipping Co. Ltd ((ο «carrier») εξέδωσε δύο διαφορετικά διατακτικά παράδοσης (delivery orders). Στο πρώτο γινόταν αναφορά ότι ποσότητα 8986.436 μετρικοί τόνοι θα εκφορτωθεί στις δεξαμενές της Exonmobil Cyprus Ltd και στο δεύτερο γινόταν αναφορά ότι ποσότητα 19912.159 μετρικοί τόνοι θα εκφορτωθεί στις δεξαμενές των αιτητών.
Στο μεταξύ οι αιτητές πώλησαν μέρος των ποσοτήτων που εισήχθηκαν, και για το λόγο αυτό φωτοτύπησαν το διατακτικό παράδοσης δημιουργώντας τρία φωτοαντίγραφα στα οποία προσέθεσε τις δικές της χειρόγραφες σημειώσεις, δημιουργώντας έτσι τρία νέα διατακτικά παράδοσης με τα οποία ζήτησε να μοιραστούν τα καύσιμα και/ή έδωσε εντολές έτσι ώστε: (1) να εκφορτωθούν στις δικές της δεξαμενές 16.612.159 μετρικοί τόνοι, (ιι) να εκφορτωθούν στις δεξαμενές της B.P. Med International Ltd 1.00,000 μετρικοί τόνοι και (ιιι) να εκφορτωθούν στις δεξαμενές της Hellenic Petroleum Cyprus Ltd 2.300.000 μετρικοί τόνοι.
Αφού εκφορτώθηκαν από το πλοίο στις δεξαμενές στεριάς οι διάφορες ποσότητες σύμφωνα με τα 4 διατακτικά παράδοσης, καταμετρήθηκαν οι επιμέρους ποσότητες που εισήλθαν στις διάφορες δεξαμενές και ετοιμάστηκε βοηθητικό έγγραφο παραλαβής, σύμφωνα με το οποίο:
(i) στις δεξαμενές της Exonmobil Cyprus Ltd καταμετρήθηκε έλλειμμα εκ 23360 λίτρων σε θερμοκρασία προϊόντος 15° Κελσίου.
(ii) στις δεξαμενές της B.P. Med International Ltd παρατηρήθηκε πλεόνασμα εκ 4 μετρικών τόνων.
(iii) στις δεξαμενές της Hellenic Petroleum Cyprus Ltd καταμετρήθηκε έλλειμμα περίπου 4 μετρικών τόνων.
(iv) στις δεξαμενές των αιτητών καταμετρήθηκε έλλειμμα 51.762 λίτρων σε θερμοκρασία προϊόντος 15° Κελσίου.
Το τελωνείο Λάρνακας προχώρησε στη συνέχεια στην έκδοση του «Ships Outturn Report and Discrepancies List», στο οποίο καταγράφηκε το συνολικό έλλειμμα των 75.122 λίτρων σε θερμοκρασία προϊόντος 15° Κελσίου (51.762+23.360), αφού αυτό ήταν το έλλειμμα που παρατηρήθηκε κατά την ξεφόρτωση από το πλοίο Valle Di Cordoba, και αφού αυτή η ποσότητα αφορούσε τη διαφορά μεταξύ της ποσότητας που υπήρχε στο ηλεκτρονικό δηλωτικό (μανιφέστο) του πλοίου και της ποσότητας που κατ' ακρίβεαν ξεφορτώθηκε από το πλοίο - παραλήφθηκε στο έδαφος. Στη συνέχεια το εν λόγω «Ships Outturn Report and Discrepancies List», ταχυδρομήθηκε τόσο στην Exonmobil Cyprus Ltd, όσο και στους αιτητές οι οποίοι κλήθηκαν να δώσουν εξηγήσεις αναφορικά με τα ελλείμματα που παρουσιάστηκαν.
Στη συνέχεια, οι καθ'ων η αίτηση, αφού δεν έλαβαν οποιεσδήποτε εξηγήσεις, εξέδωσαν εκ των υστέρων βεβαιώσεις τελωνειακής ή άλλης τελωνειακής οφειλής, τόσο προς την Exonmobil Cyprus Ltd, η οποία κατέβαλε ανεπιφύλακτα τα υ' αυτής οφειλόμενα ποσά, χωρίς οποιαδήποτε διαμαρτυρία, όσο και προς τους αιτητές.
Το θεωρώ ορθό να αναφέρω ότι πρόσφατα εξέδωσα απόφαση στην υπόθεση Petrolina (Holdings) Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (2009) 4 Α.Α.Δ 826, στην οποία η προσφυγή έγινε δεκτή λόγω μη διεξαγωγής δέουσας έρευνας αλλά θεωρώ ότι αυτή διαχωρίζεται από την παρούσα όσον αφορά τα γεγονότα και τρόπο διερεύνησης.
Ο ισχυρισμός των αιτητών ότι ο αριθμός αναφοράς του πλοίου δεν σχετίζεται με τα ελλείμματα της παρούσας υπόθεσης, επίσης δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Ο αριθμός του ηλεκτρονικού δηλωτικού του σκάφους είναι 07410SMSD 2444976. Στο «Ships Outturn Report and Discrepancies List» χρησιμοποιούνται ατελώς οι τελευταίοι επτά αριθμοί, δηλαδή 2444976.
Επομένως απορρίπτεται και αυτός ο ισχυρισμός.
Στρέφομαι στον ισχυρισμό της παραγράφου (γ) πιο πάνω, ότι δηλαδή η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει διότι δεν κάνει αναφορά σε όλες τις σχετικές νομοθετικές πρόνοιες που βασίζουν την απόφαση. Τον ισχυρισμό αυτό προβάλλουν οι αιτητές στη γραπτή τους αγόρευση (τελευταία σελίδα) κάτω από τον τίτλο ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΘΕΜΑΤΑ. Όμως δεν εξηγούν ποιες νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις έπρεπε να αναφέρουν οι καθ' ων η αίτηση και δεν το έπραξαν. Στην προσβαλλόμενη απόφαση γίνεται λεπτομερής αναφορά σε διάφορες νομοθετικές διατάξεις, περιλαμβανομένων και των Άρθρων 13,20, 23 και 25 του περί Φόρων Καταναλώσεων Νόμο 91(1)/04 και των Άρθρων 5(4) και 13 του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου 95(1)/00.
Με την απόρριψη των πιο πάνω λόγων, μένει για εξέταση ο ισχυρισμός των αιτητών ότι το Άρθρο 13(1)(α)(i)-(β) και (γ) και η Κ.Δ.Π. 181/06 είναι αντισυνταγματικά. Κατ' αρχήν δεν εξηγούν σε ποιο νόμο αναφέρονται. Υποθέτω ότι αναφέρονται στον περί Φόρων Καταναλώσεως Νόμο του 2004 (Ν. 91(1)//2004), στον οποίο γίνεται αναφορά και στην προσβαλλόμενη απόφαση.
Ενόψει του τεκμηρίου της συνταγματικότητας των νόμων, ένας νόμος τεκμαίρεται συνταγματικός εκτός αν αυτός που τον αμφισβητεί (εδώ οι αιτητές) αποδείξει το αντίθετο και μάλιστα στο επίπεδο του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας (βλ.. μεταξύ άλλων Attorney-General v. Ibrahim a.o. (1964) C.L.R. 195, 232, The Board for Registration of Architects and Civil Engeneers v. Kyriakides (1966) 3 C.L.R. 650, 654-655 και Loizou v. Sewage Board of Nicosia (1988) 1 C.L.R. 122, 127).
Η θέση της ευπαιδεύτου δικηγόρου των καθ' ων η αίτηση είναι ότι ο ισχυρισμός περί αντισυνταγματικότητας δε θα πρέπει να εξεταστεί διότι δεν προσδιορίζεται επακριβώς στα δικόγραφα, όπως απαιτεί η νομολογία. Επικαλείται την υπόθεση Δημοκρατία v. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598. Στη σελ. 607 της πιο πάνω υπόθεσης ο Πικής, Δ., όπως ήταν τότε, ανάφερε σχετικά τα ακόλουθα:
«(1) Ο εξεταστικός χαρακτήρας της διαδικασίας κάτω από το Άρθρο 146 αμβλύνει μεν το στοιχείο της αντιπαράθεσης που ενυπάρχει στους δικονομικούς θεσμούς (προσαρμοσμένους στην πολιτική δίκη), δεν καταργεί όμως τη δικογραφία ως το μέσο προσδιορισμού των επιδίκων θεμάτων. Οι τελικές αγορεύσεις που υποβάλλονται μετά την επιθεώρηση των φακέλων εξειδικεύουν και συγκεκριμενοποιούν τα επίδικα θέματα (που προσδιορίζονται στην αίτηση) που καλείται το δικαστήριο να επιλύσει. Μόνο λόγοι δημόσιας τάξης που άπτονται του θεμελίου της δικαιοδοσίας μπορεί να εγερθούν αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο και να αποτελέσουν λόγους ακύρωσης. (Βλ. Δημοκρατία v. C. Κassinos Construction Ltd. (1990) 3(E) Α.Α.Δ. 3834, Kadivari v. Δημοκρατίας (1992) 4(Δ) A.A.Δ. 2924 και Δημητρίου v. Δημοκρατίας (1993) 4(A) A.A.Δ. 289.)»
Στην υπόθεση Βαρνάβας Νικολάου & Υιοί Λτδ. v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 862, 866 λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Όπως ορθά παρατηρεί το πρωτόδικο δικαστήριο η αντισυνταγματικότητα νόμου συνιστά νομικό θέμα ιδιάζουσας σημασίας και σπουδαιότητας το οποίο πρέπει να προσδιορίζεται επακριβώς στα δικόγραφα (Βλέπε Δημοκρατία v. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598).»
Το θέμα διέπεται επίσης και από τον Καν. 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 που διαλαμβάνει ως εξής:
«7. Έκαστος διάδικος δέον διά των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται, αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως.»
(Η υπογράμμιση είναι δική μου)
Στη δική μας περίπτωση οι αιτητές απλώς αναφέρουν στους νομικούς λόγους της προσφυγής τα εξής:
«1) Η προσβαλλόμενη απόφαση και/ή ενέργειες ενδιάμεσες ή/και προπαρασκευαστικές αυτής εξεδόθηκαν κατά προφανή παράβαση του Συντάγματος, της σχετικής Νομοθεσίας και των οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των δυνάμει τούτων εκδοθέντων κανονισμών ως επίσης και των κανονισμων των καθορισθέντων από πλευράς καθ' ων η αίτηση.»
Είμαι της άποψης ότι ο πιο πάνω τρόπος δικογράφησης του ισχυρισμού περί αντισυνταγματικότητας χωρίς αναφορά ως προς το ποιό άρθρο του Νόμου είναι αντισυνταγματικό και σε ποιο από τα άρθρα του Συντάγματος προσκρούει, απέχει πολύ από τα απαιτούμενα από τον πιο πάνω κανονισμό και τα καθιερωθέντα από τη νομολογία. Έτσι παρά το γεγονός ότι με τη γραπτή αγόρευση έγινε αναφορά σε άρθρα του νόμου και του Συντάγματος, κρίνω ότι ο ισχυρισμός περί αντισυνταγματικότητας δεν μπορεί να εξεταστεί.
Όπως φαίνεται και στην προσβαλλόμενη απόφαση οι καθ' ων η αίτηση βασίστηκαν στις πρόνοιες του Ν. 91(1)/04 (Άρθρα 4, 5, 13, 36 και 37) ο οποίος παρέχει εξουσία στο Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων να προβαίνει σε βεβαίωση για ελλείμματα εμπορευμάτων και στην είσπραξη των βεβαιωθέντων δασμών, φόρων και άλλων επιβαρύνσεων που αναλογούν σ' αυτά. Ιδιαίτερα σχετικό είναι το Άρθρο 13 του Νόμου που εισήχθη στην Κυπριακή Νομοθεσία για σκοπούς εναρμόνισης με την Οδηγία 92/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 25/2/92. Οι αιτητές, που είχαν το βάρος απόδειξης, απέτυχαν να αποδείξουν ότι οι απώλειες (ελλείμματα) οφείλονται σε τυχαία περιστατικά ή ανώτερη βία, όπως ορίζει το Άρθρο 13(1)(α)(ιι) του Ν. 91(1)/2004. Σχετικό είναι και το Άρθρο 4(1)(δ) του ιδίου Νόμου. Οι αιτητές μιλούν απλώς για «πρόβλημα ή λάθος του πλοίου» ή ότι φορτώθηκε λιγότερη ποσότητα ή κάπου επεσυνέβη κάτι που μείωσε την ποσότητα», ισχυρισμοί όμως που δεν αποτελούν «ανώτερη βία» ή «τυχαίο περιστατικό» με την έννοια που αποφασίστηκε στην υπόθεση του Δ.Ε.Κ., που επικαλούνται οι καθ' ων η αίτηση. (Bλ. Societé Pipeline Méditerranée et Rhone (SPMR) και Administration des douanes et droits indirects κ.ά., Υπόθεση C-314/06, ημερ. 18/12/07). Στην εν λόγω υπόθεση, μετά από αίτηση του Γαλλικού Δικαστηρίου (Cour de cassation) για έκδοση προδικαστικής αποφάσεως με βάση το Άρθρο 234 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Δ.Ε.Κ. (Δεύτερο Τμήμα) για παρόμοιο θέμα αποφάσισε τα ακόλουθα, όπως αυτά φαίνονται στο «Διατακτικό της αποφάσεως»:
«Ο όρος «ανωτέρα βία» υπό την έννοια του Αρθρου 14, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου, 1992, σχετικά με το γενικό καθεστώς, την κατοχή, την κυκλοφορία και τους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 94/74/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, καλύπτει ξένες προς τον εγκεκριμένο αποθηκευτή, μη φυσιολογικές και απρόβλεπτες περιστάσεις, οι συνέπειες των οποίων δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν παρά την εκ μέρους του επίδειξη της δέουσας επιμελείας. Η προϋπόθεση ότι οι περιστάσεις πρέπει να είναι ξένες προς τον εγκεκριμένο αποθηκευτή δεν περιορίζεται σε περιστάσεις εξωτερικές ως προς αυτόν σε σχέση με το υλικό ή τα φυσικά χαρακτηριστικά του οικείου προϊόντος, αλλά καλύπτει επίσης περιστάσεις που διαφεύγουν αντικειμενικά από τον έλεγχο του εγκεκριμένου αποθηκευτή ή βρίσκονται εκτός της σφαίρας ευθύνης του.
Οι απώλειες μέρους προϊόντων που διέρρευσαν από πετρελαιαγωγό οι οποίες οφείλονται στην υγρή φύση των προϊόντων αυτών και στα χαρακτηριστικά του εδάφους στο οποίο διαχύθηκαν, πράγμα το οποίο εμπόδισε την ανάκτησή τους, δεν μπορούν να θεωηθούν ως «απώλειες εγγενείς προς τη φύση των προϊόντων» υπό την έννοια του Άρθρου 14, παράγραφος 1, δεύτερη πείοδος, της Οδηγίας 92/12, όπως τροποποιήθηκε με την Οδηγία 94/74.»
Όπως ήδη ανάφερα, οι αιτητές απέτυχαν να δικαιολογήσουν το προαναφερθέν έλλειμμα.
Ενόψει όλων των πιο πάνω η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1.200 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., εναντίον των αιτητών και υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.