ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
THE IMPROVEMENT BOARD OF EYLENJA ν. ANDREAS CONSTANTINOU (1967) 1 CLR 167
IERIDES ν. REPUBLIC (1980) 3 CLR 165
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(2009) 4 ΑΑΔ 416
19 Ιουνίου, 2009
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ/ Ή
2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 2005/2006)
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Ισχυρισμός περί αντισυνταγματικότητας ― Προϋποθέσεις έγερσής του ― Δεν επληρούντο στην κριθείσα περίπτωση.
Διοικητικό Όργανο ― Συλλογικά όργανα ― Γενικές αρχές λειτουργίας με βάση τα Άρθρα 20-25 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν.158(Ι)/99) ― Δεν τηρήθηκαν στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις και συνέπειες.
Η αιτήτρια επεδίωξε με την προσφυγή της την ακύρωση του διατάγματος αναγκαστικής απαλλοτρίωσης της ιδιοκτησίας της.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Σύμφωνα με τη νομολογία, το θέμα της συνταγματικότητας θα πρέπει να προβάλλεται με σαφήνεια και λεπτομέρεια. Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν εξετάζει ερωτήματα συνταγματικότητας νόμου, χωρίς να έχει προσδιοριστεί συγκεκριμένα ποια διάταξη του νόμου συγκρούεται με συγκεκριμένη συνταγματική διάταξη. Στην παρούσα περίπτωση ο αόριστος τρόπος έγερσης του σχετικού ισχυρισμού, δεν παρέχει τη δυνατότητα εξέτασής του.
2. Απουσιάζουν, εν προκειμένω, ουσιώδη στοιχεία που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στον έλεγχο της νομιμότητας της επίδικης απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής. Από το περιεχόμενο των εγγράφων που έχουν παρουσιαστεί αποδεικνύεται ότι η Υπουργική Επιτροπή δεν συνήλθε σε συνεδρίαση και δεν τηρήθηκαν οι κανόνες σύνθεσης και λειτουργίας των συλλογικών διοικητικών οργάνων (Άρθρα 20-25 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, Ν. 158(Ι)/99).
Διαφαίνεται η προχειρότητα χειρισμού του όλου θέματος. Η έλλειψη οποιωνδήποτε πρακτικών της συνεδρίας της Υπουργικής Επιτροπής, η κακή ταξινόμηση των εγγράφων μέσα στο διοικητικό φάκελο και η λήψη απόφασης πριν από την τοποθέτηση των διαφόρων Υπουργείων, οδηγεί στην αδυναμία άσκησης οποιουδήποτε δικαστικού ελέγχου. Δεν έχει εντοπιστεί οποιαδήποτε ολοκληρωμένη εξέταση των ενστάσεων των ιδιοκτητριών του επηρεαζόμενου τεμαχίου και η επιτάχυνση της διαδικασίας για την απαλλοτρίωση και επίταξη του επίδικου τεμαχίου κατέληξε σε μια παράτυπη διοικητική απόφαση. Η ακύρωση μιας διοικητικής πράξης είναι αναπόφευκτη όταν ελλείπουν τα απαραίτητα στοιχεία που οδηγούν στη λήψη της απόφασης ή δεν καθορίζονται επαρκώς οι συνθήκες λήψης της απόφασης. Η τήρηση πρακτικών και η καταγραφή των ουσιωδών γεγονότων που περιστοιχίζουν τη λήψη της διοικητικής απόφασης, αποτελούν υποχρέωση της διοίκησης που επιβάλλουν οι κανόνες της χρηστής διοίκησης.
Η προσφυγή επέτυχε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Δημοκρατία v. Πογιατζή (1992) 3 Α.Α.Δ. 196,
Ierides v. Republic (1980) 3 C.L.R. 165,
Angelidou a.ο. v. Republic (1982) 3 C.L.R. 520.
Προσφυγή.
Α.Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.
Θ. Πιπερή, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η Δέσποινα Γεωργίου (αιτήτρια) προσβάλλει την εγκυρότητα του διατάγματος απαλλοτρίωσης με το οποίο ο Υπουργός Παιδείας διέταξε την απαλλοτρίωση του τεμαχίου αρ. 86 της αιτήτριας στο Παραλίμνι για σκοπούς επέκτασης του Α΄ Δημοτικού Σχολείου Παραλιμνίου και του οδικού δικτύου της περιοχής που θα εξυπηρετούσε τις ανάγκες του σχολείου.
(α) Τα γεγονότα και οι λόγοι της προσφυγής.
Στις 12/8/2005 δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης και Διάταγμα Επίταξης του τεμαχίου 86 της αιτήτριας και άλλων τεμαχίων στο Παραλίμνι για σκοπούς δημόσιας ωφέλειας, που αφορούσαν την επέκταση του Α΄ Δημοτικού Σχολείου Παραλιμνίου και του οδικού δικτύου της περιοχής που θα εξυπηρετούσε το σχολείο.
Η αιτήτρια και η συνιδιοκτήτρια του τεμαχίου 86 υπέβαλαν ενστάσεις στον Έπαρχο Αμμοχώστου, ο οποίος έκρινε ως δικαιολογημένους τους λόγους που προβλήθηκαν και εισηγήθηκε στο Υπουργείο Παιδείας να γίνει μερική ανάκληση της απαλλοτρίωσης για το τεμάχιο 86, εκτός από το μέρος που θα χρησιμοποιείται ως πρόσβαση προς το τεμάχιο 87 και να διερευνηθεί η απαλλοτρίωση δύο γειτονικών καταλληλότερων τεμαχίων.
Το Υπουργείο Παιδείας ζήτησε από τον Έπαρχο την επανεξέταση των ενστάσεων τονίζοντας την αναγκαιότητα απαλλοτρίωσης του τεμαχίου 86 για τεχνικούς λόγους. Ο Έπαρχος επέμεινε στις θέσεις του, αντικρούοντας τις απόψεις των Τεχνικών Υπηρεσιών του Υπουργείου και πρότεινε τη λήψη γνωμάτευσης από το Γενικό Εισαγγελέα. Έτσι το Υπουργείο ζήτησε τη συμβουλή της Νομικής Υπηρεσίας και αρμόδια Νομική Λειτουργός αφού ζήτησε κάποια επιπρόσθετα στοιχεία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε νομικό κώλυμα για απόρριψη των ενστάσεων κατά της σκοπούμενης απαλλοτρίωσης.
Ακολούθως το Υπουργείο ενημέρωσε τον Έπαρχο και ζήτησε την τελική του θέση αναφορικά με τις ενστάσεις του επηρεαζόμενου τεμαχίου 86 για την περαιτέρω προώθηση του θέματος στην εξ' Υπουργών Επιτροπή. Ο Έπαρχος αφού επεσήμανε ότι με την απαλλοτρίωση του τεμαχίου 86 εγκλωβίζεται μια κατοικία που βρίσκεται στο βόρειο μέρος ενός άλλου τεμαχίου, ανέφερε ότι με δεδομένη τη συμφωνία του Γενικού Εισαγγελέα και την επιμονή των Τεχνικών Υπηρεσιών να προχωρήσουν στη σκοπούμενη απαλλοτρίωση, δεν έφερε οποιαδήποτε άλλη ένσταση.
Ως αποτέλεσμα ο Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού εισηγήθηκε στην Υπουργική Επιτροπή την απόρριψη των ενστάσεων που υποβλήθηκαν και τη δημοσίευση του σχετικού διατάγματος απαλλοτρίωσης και έτσι στις 2/8/2006 η Υπουργική Επιτροπή αποφάσισε την απόρριψη των ενστάσεων και την έκδοση του επίδικου διατάγματος απαλλοτρίωσης.
Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά την ακύρωση της επίδικης απόφασης γιατί,
(α) η διαδικασία της απαλλοτρίωσης είναι αντισυνταγματική,
(β) δεν έχει διεξαχθεί η δέουσα έρευνα,
(γ) υπάρχει έλλειψη αιτιολογίας και γιατί,
(δ) δεν έχουν καταγραφεί οι απόψεις των μελών της Υπουργικής Επιτροπής.
(β) Η αντισυνταγματικότητα του διατάγματος.
Έχει υποβληθεί εκ μέρους του αιτητή με ένα συνοπτικό τρόπο ο ισχυρισμός ότι "το διάταγμα απαλλοτρίωσης αντισυνταγματικά γίνεται από την Κυβέρνηση" και ότι οι Σχολικές Εφορείες δεν έχουν δικαίωμα απαλλοτρίωσης.
Σύμφωνα με τη νομολογία το θέμα της συνταγματικότητας θα πρέπει να προβάλλεται με σαφήνεια και λεπτομέρεια. Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν εξετάζει ερωτήματα συνταγματικότητας νόμου, χωρίς να έχει προσδιοριστεί συγκεκριμένα ποια διάταξη του νόμου συγκρούεται με συγκεκριμένη συνταγματική διάταξη. Όπως τονίστηκε στην απόφαση Δημοκρατία v. Πογιατζή (1992) 3 Α.Α.Δ. 196,
"Η συνταγματικότητα νόμου συνιστά νομικό θέμα ιδιάζουσας σημασίας και σπουδαιότητας. Η πραγματικότητα αυτή αναγνωρίστηκε στην The Improvement Board of Eylenja v. Constantinou (1967) 1 C.L.R. 167. Το δικαστήριο υπέδειξε ότι η συνταγματικότητα νόμου ή κανονισμού μπορεί να καταστεί επίδικο θέμα μόνον μετά τον επακριβή προσδιορισμό του άρθρου ή άρθρων του νόμου που αμφισβητούνται και των συνταγματικών διατάξεων προς τις οποίες προσκρούουν."
Στην παρούσα περίπτωση ο αόριστος τρόπος έγερσης του σχετικού ισχυρισμού δεν παρέχει τη δυνατότητα εξέτασής του. Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.
(γ) Η διεξαγωγή δέουσας έρευνας, η ύπαρξη αιτιολογίας και η καταγραφή των απόψεων της Υπουργικής Επιτροπής.
Έχει υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας ότι παρά την ύπαρξη της ένστασης της και της ένστασης του Επάρχου, οι καθ'ων η αίτηση δεν ασχολήθηκαν σε βάθος με τα εγειρόμενα ζητήματα ούτε εξέτασαν άλλες εναλλακτικές επιλογές, με αποτέλεσμα την έκδοση μιας αναιτιολόγητης απόφασης από την Υπουργική Επιτροπή, η οποία πάσχει και ως προς το τυπικό της μέρος, αφού δεν υποστηρίζεται από πρακτικά που θα παρείχαν τα εχέγγυα της ορθής λειτουργίας της ως συλλογικού οργάνου. Ως αποτέλεσμα δεν μπορεί να ελεγχθεί αν είχε πραγματοποιηθεί κάποια συνεδρία της Υπουργικής Επιτροπής, τα πρόσωπα που παρευρίσκονταν σε αυτήν, τα θέματα που συζητήθηκαν και οι απόψεις που είχαν ανταλλαγεί, καθώς και αν σταθμίστηκαν οι προβληματισμοί του Επάρχου.
Μέσα στα πλαίσια της πιο πάνω εισήγησης κρίνω σκόπιμο σε αυτό το στάδιο να παραθέσω την απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής.
"ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
Εξέταση ενστάσεων εναντίον σκοπουμένων
απαλλοτριώσεων και αποφάσεις για την έκδοση
ή όχι Διαταγμάτων Απαλλοτριώσεως
Η Υπουργική Επιτροπή, στην οποία εκχωρήθηκαν σύμφωνα με το εδάφιο (1) του Αρθρου 3 του περί Εκχωρήσεως της Ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τινός Νόμου αρ. 23 του 1962, οι δυνάμει του Αρθρου 6 των περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμων του 1962 έως 1999 εξουσίες του Υπουργικού Συμβουλίου (Αποφάσεις Υπουργικού Συμβουλίου με Αρ. 41.025 και 41.575, ημερομ. 18.5.94 και 14.9.94, αντίστοιχα), για εξέταση ενστάσεων και για έγκριση ή όχι Έκδοσης Διαταγμάτων Απαλλοτριώσεως, εξέτασε την πιο κάτω περίπτωση:
Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης που δημοσιεύθηκε από την Κυπριακή Δημοκρατία στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 4022 και ημερ. 12.8.2006 (Δ.Π.779).
Σκοπός: Επέκταση του Α΄ Δημοτικού Σχολείου Παραλιμνίου και του οδικού δικτύου της περιοχής που θα εξυπηρετήσει το σχολείο στο χωριό Παραλίμνι στην Επαρχία Αμμοχώστου.
Έκταση σκοπούμενης απαλλοτρίωσης: 5.352 τετραγωνικά μέτρα περίπου.
Ενστάσεις από: 1. Κορνηλία Σάββα, ιδιοκτήτρια κατά ½ μερίδιο του τεμ. 86, Φ/Σχ. 33/54W1.
2. Δέσποινα Γεωργίου, ιδιοκτήτρια κατά ½ μερίδιο του τεμ. 86, Φ/Σχ. 33/54W1.
2. Η Υπουργική Επιτροπή, αφού μελέτησε τις πιο πάνω ενστάσεις και έλαβε υπόψη τους λόγους που προβάλλονται σ' αυτές τις παρατηρήσεις και υποδείξεις του αρμοδίου Υπουργείου και όλα γενικά τα γεγονότα και περιστατικά,
(α) αποφάσισε να απορρίψει τις πιο πάνω ενστάσεις, και
(β) έκρινε σκόπιμο να απαλλοτριωθεί η ακίνητη ιδιοκτησία για τους σκοπούς που καθορίζονται στη γνωστοποίηση και αποφάσισε να εκδοθεί Διάταγμα Απαλλοτριώσεως, σύμφωνα με το Άρθρο 6 των περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμων του 1962 έως (Αρ. 2) του 1996 και όπως προνοείται στην προαναφερόμενη Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου με Αρ. 41.025.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ"
Από την παράθεση του πιο πάνω κειμένου φαίνεται καθαρά ότι απουσιάζουν ουσιώδη στοιχεία που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στον έλεγχο της νομιμότητας της απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής. Από το περιεχόμενο των εγγράφων που έχουν παρουσιαστεί αποδεικνύεται ότι η Υπουργική Επιτροπή δεν συνήλθε σε συνεδρίαση και δεν τηρήθηκαν οι κανόνες σύνθεσης και λειτουργίας των συλλογικών διοικητικών οργάνων (Άρθρα 20-25 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, Ν. 158(Ι)/99).
Από τα στοιχεία των εγγράφων φαίνεται ότι έξι μέρες πριν από την ημερομηνία της απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής, ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης απηύθυνε επιστολή ημερομηνίας 26/7/2006 στους Υπουργούς Οικονομικών, Εσωτερικών, Συγκοινωνιών και Έργων και Παιδείας, με την οποία τους ενημέρωνε ότι, "επειδή δεν κατέστη δυνατό να συγκληθεί η συνεδρίαση της αρμόδιας Υπουργικής Επιτροπής και επειδή επείγει η έκδοση και δημοσίευση του σχετικού Διατάγματος, παρακαλώ να έχω τις δικές σας απόψεις ως μελών της εν λόγω Επιτροπής, το αργότερο μέχρι την Τρίτη 1 Αυγούστου, 2006". Με άλλα λόγια ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης ζητούσε τις απαντήσεις των άλλων Υπουργών μέσα σε τέσσερις μέρες από την ημερομηνία αποστολής της επιστολής του. Από τους παραλήπτες με τρεις ξεχωριστές επιστολές οι Υπουργοί Εσωτερικών, Οικονομικών και Συγκοινωνιών και Έργων πληροφόρησαν τον Υπουργό Δικαιοσύνης ότι αφού έλαβαν υπόψη όλα τα περιστατικά και υποδείξεις του αρμόδιου Υπουργείου, εισηγούνταν την απόρριψη των ενστάσεων και την έκδοση του επίδικου διατάγματος. Σημειώνεται ότι οι απαντητικές επιστολές του Υπουργού Συγκοινωνιών και Έργων και του Υπουργού Οικονομικών φέρουν σφραγίδα παραλαβής από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, με ημερομηνία 31/8/2006 και 4/8/2006 αντίστοιχα, ενώ η απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής εκδόθηκε στις 2/8/2006, δηλαδή πριν από τη λήψη των απαντήσεων των Υπουργών.
Από τα πιο πάνω διαφαίνεται η προχειρότητα χειρισμού του όλου θέματος. Η έλλειψη οποιωνδήποτε πρακτικών της συνεδρίας της Υπουργικής Επιτροπής, η κακή ταξινόμηση των εγγράφων μέσα στο διοικητικό φάκελο και η λήψη απόφασης πριν από την τοποθέτηση των διαφόρων Υπουργείων, οδηγεί στην αδυναμία άσκησης οποιουδήποτε δικαστικού ελέγχου. Δεν έχει εντοπιστεί οποιαδήποτε ολοκληρωμένη εξέταση των ενστάσεων των ιδιοκτητριών του επηρεαζόμενου τεμαχίου και η επιτάχυνση της διαδικασίας για την απαλλοτρίωση και επίταξη του επίδικου τεμαχίου κατέληξε σε μια παράτυπη διοικητική απόφαση. Η ακύρωση μιας διοικητικής πράξης είναι αναπόφευκτη όταν ελλείπουν τα απαραίτητα στοιχεία που οδηγούν στη λήψη της απόφασης ή δεν καθορίζονται επαρκώς οι συνθήκες λήψης της απόφασης. Η τήρηση πρακτικών και η καταγραφή των ουσιωδών γεγονότων που περιστοιχίζουν τη λήψη της διοικητικής απόφασης αποτελούν υποχρέωση της διοίκησης που επιβάλλουν οι κανόνες της χρηστής διοίκησης. (Ierides v. Republic (1980) 3 C.L.R. 165 και Angelidou a.ο. v. Republic (1982) 3 C.L.R. 520). Στην παρούσα υπόθεση η διαδικασία της λήψης της επίδικης απόφασης από την Υπουργική Επιτροπή, όπως έχει περιγραφεί, χωρίς αμφιβολία συνιστά παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και των διοικητικών αρμοδιοτήτων.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται €1.500 ως έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., προς όφελος της αιτήτριας.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.