ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                   (Συνεκδικαζόμενες Υποθ. Αρ. 24/2008 και 25/2008)

 

15 Δεκεμβρίου, 2009

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στής]

 

Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 146 του Συντάγματος

 

Υπόθεση αρ. 24/2008

 

RUZICA VUKMANOVIC

Αιτήτρια

-         Και -

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών

δια της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού

και Μετανάστευσης

 

Καθ΄ων η αίτηση

-------- -----------

 

Υπόθεση αρ. 25/2008

 

ZORAN VUKAMNOVIC

Αιτητής

-         Και -

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών

δια της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού

και Μετανάστευσης

Καθ΄ων η αίτηση

-----------------------

κ. Γ. Σεραφείμ, για τους αιτητές

κα. Λ.Ουστά - δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ων η αίτηση

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:  Οι αιτητές στις συνεκδικαζόμενες προσφυγές είναι Σέρβοι υπήκοοι.  Ο αιτητής στην προσφυγή 25/2008, στο εξής ο αιτητής, αφίχθηκε στην Κύπρο στις 16.9.1993 και του παραχωρήθηκε άδεια εργασίας και παραμονής μέχρι τις 20.12.2003 ως εργαζόμενος στην υπεράκτια εταιρεία Hecupa Trading Ltd,  της οποίας είναι ο ιδιοκτήτης.  H άδεια παραμονής του ανανεωνόταν μέχρι και τις 26.9.2006.

 

Η αιτήτρια στην προσφυγή 24/2008 αφίχθηκε στην Κύπρο στις 21.9.1993 και της παραχωρήθηκε άδεια παραμονής μέχρι τις 17.4.1994.   Η άδεια παραμονής και εργασίας της ανανεώθηκε μέχρι τις 12.4.1997. 

 

Στις 21.2.1997 οι αιτητές τέλεσαν γάμο και η άδεια παραμονής της αιτήτριας ανανεώθηκε μέχρι τις 26.9.2006, ως επισκέπτρια και εξαρτώμενη του συζύγου της.

 

Αμφότεροι οι αιτητές έβαλαν στις 20.4.2004 αιτήσεις για παραχώρηση της Κυπριακής υπηκοότητας με πολιτογράφηση. 

 

Στα πλαίσια εξέτασης των πιο πάνω αιτήσεων οι καθ΄ων η αίτηση ζήτησαν τις απόψεις του Επάρχου Λεμεσού, του Αρχηγού της Αστυνομίας και της ΚΥΠ.

 

Με ταυτόσημες εκθέσεις ημερ. 28.7.2004, ο ΄Επαρχος Λεμεσού συνέστησε ευνοϊκή μεταχείριση της αίτησης, χαρακτηρίζοντας τους αιτητές ως άτομα καλού χαρακτήρα με ευγενικούς τρόπους συμπεριφοράς και ταυτοχρόνως ανέφερε ότι φαίνεται να έχουν προσαρμοστεί στο Κυπριακό κοινωνικό σύνολο και στα ήθη και έθιμα της Κύπρου. 

 

Αντίθετη ήταν η εισήγηση του υπεύθυνου της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, ο οποίος σε έκθεση του ημερ. 26.4.2005, δεν συνέστησε την έγκριση της αίτησης.  Όπως ανέφερε:

 

 «οι αιτητές δεν μιλούν καθόλου την ελληνική γλώσσα και κρίνονται ως άτομα που δεν έχουν ενταχθεί πλήρως στο κυπριακό κοινωνικό σύνολο.» 

 

Η έκθεση συνεχίζει ότι οι αιτητές δεν διατηρούν οποιουσδήποτε ιδιαίτερους δεσμούς με την Κύπρο.  Η παραμονή τους, καταλήγει η έκθεση,  έχει σχέση με την ύπαρξη της υπεράκτιας εταιρείας τους.  Σημειώνεται τέλος ότι οι αιτητές, κατά την παραμονή τους στην Κύπρο δεν απασχόλησαν την Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης.  Ο διοικητής της ΚΥΠ με δικό του σημείωμα ανέφερε ότι υπήρξαν στο παρελθόν πληροφορίες οι οποίες, όπως τόνισε, δεν είχε καταστεί δυνατό να διασταυρωθούν, σύμφωνα με τις οποίες οι αιτητές φέρονται αναμεμιγμένοι σε ύποπτες δραστηριότητες.  Συγκεκριμένα, σύμφωνα πάντοτε με πληροφορίες όπως τονίζεται, ο αιτητής ήταν μέλος ομάδας που ασχολείτο με εμπόριο και διακίνηση ναρκωτικών, οπλισμού και άλλες παράνομες δραστηριότητες.  Περαιτέρω ότι συνεργαζόταν με τις μυστικές υπηρεσίες των Τούρκων.  Τέλος η έκθεση αναφέρει ότι ο αιτητής ανήκε στην ίδια ομάδα με πρόσωπο το οποίο πυροβόλησε και σκότωσε άλλο πρόσωπο στη Λεμεσό.

 

΄Εχοντας υπόψη την αναγκαιότητα υποβολής σημειώματος, η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, εισηγήθηκε, με σημείωμα ημερ. 18.9.2007 προς τον Υπουργό Εσωτερικών, την απόρριψη των αιτήσεων για τους ακόλουθους λόγους.  Α) Οι αιτητές ήλθαν στην Κύπρο για σκοπούς απασχόλησης.  Κατέχει πληροφορίες που τους έφεραν να έχουν σχέσεις με ύποπτες και παράνομες δραστηριότητες, να είναι μέλη μικρής ομάδας η οποία ασχολείται κυρίως με το εμπόριο και τη διακίνηση μεγάλων ποσοτήτων ναρκωτικών, οπλισμού και άλλες παράνομες δραστηριότητες.  Β)  Υπήρχαν επίσης πληροφορίες για στενή συνεργασία τους με μυστικές υπηρεσίες του Τούρκων και ότι ο αιτητής ανήκει σε ομάδα με Γιουγκοσλάβο ο οποίος πυροβόλησε και σκότωσε ελληνοκύπριο, παρόλο που οι πληροφορίες αυτές διερευνήθηκαν αλλά δεν κατέστη δυνατό να επιβεβαιωθούν και Γ) Η Δημοκρατία δεν θα είχε όφελος από την πολιτογράφηση των αιτητών ούτε εξυπηρετείται καθ΄οιονδήποτε τρόπο το δημόσιο συμφέρον.

 

Ο Υπουργός στη συνέχεια αποφάσισε την απόρριψη των αιτήσεων.  Η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση κοινοποιήθηκε στους αιτητές στις 25.10.2007. 

 

Προβλήθηκε από πλευράς αιτητών ότι η απόφαση του Υπουργού πρέπει να ακυρωθεί γιατί δεν ήταν το αποτέλεσμα της δέουσας έρευνας έχοντας σαν υπόβαθρο το γεγονός ότι δεν δόθηκε στους αιτητές το δικαίωμα να ακουστούν αναφορικά με όσα ανέφερε ο διοικητής της ΚΥΠ, ιδιαιτέρως για τις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν. Επίσης τονίστηκε ότι δεν έχουν διερευνηθεί οι δεσμοί που ανέπτυξαν οι αιτητές στην Κύπρο και κατά πόσο αυτοί εντάχθηκαν ή όχι στο κοινωνικό σύνολο.  Προς επίρρωση της θέσης αυτής ο συνήγορος πρόβαλε το γεγονός ότι οι αιτητές, είχαν κατονομάσει στην αίτηση τους τρεις ελληνοκύπριους, από τους οποίους θα μπορούσε η διοίκηση να συλλέξει πληροφορίες σχετικά με τη ζωή τους στην Κύπρο.  

 

Θα επικεντρώσω την προσοχή μου σ΄αυτή τη πτυχή της υπόθεσης γιατί θεωρώ θεμελιακή για την παραπέρα αντίκριση της υπόθεσης αυτής.

 

Είναι σαφές και χωρίς οποιαδήποτε αμφισβήτηση ή περιορισμό ότι η έγκριση αιτήσεως πολιτογράφησης εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης.  Αποτελεί κρατική εξουσία η οποία ασκείται νόμιμα, εφόσον ασκείται καλόπιστα.  Η αρχή αυτή έχει επιβεβαιωθεί και στην απόφαση ΄Ηρωα  ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 307.  Για να διαπιστωθεί όμως κατά πόσον υπήρξε καλόπιστη άσκηση κρατικής εξουσίας, η διοίκηση θα πρέπει να εφαρμόσει και να ακολουθήσει τις πρόνοιες των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου, όπως αυτές έχουν ενσωματωθεί στον περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμο 158(Ι)/99.  Συγκεκριμένη αναφορά μπορεί να γίνει στο άρθρο 43 παρα.2 του Νόμου 158(Ι)/99 το οποίο αναφέρει:

 

«διοικητικό όργανο που προτίθεται να στηρίξει την απόφαση του σε ισχυρισμούς εναντίον ενός προσώπου οφείλει να παράσχει την ευκαιρία στο πρόσωπο αυτό να υποβάλει τις απόψεις του για τους ισχυρισμούς αυτούς.»

 

  Όπως χαρακτηριστικά αναφέρθηκε από το Γαβριηλίδη, Δ. στην Υπ. αρ. 1665/2006 Κιλκίς ν. Δημοκρατίας ημερ. 6.6.2008 οι εναντίον του αιτητή ισχυρισμοί της ΚΥΠ έπρεπε να τεθούν υπόψη του και αφού έδιδε τις εξηγήσεις του, αυτοί να τεθούν ενώπιον της Διευθύντριας Πληθυσμού και Μετανάστευσης και ενώπιον του Υπουργού Εσωτερικών, προτού ο τελευταίος λάβει την επίδικη απόφαση.

 

Ανάλογη αντίκριση βρίσκουμε και στην απόφαση του Νικολάου, Δ. στην Υπ. Αρ. 16/2002 Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας, ημερ. 5.6.2003 όπου αναφέρεται:

 

«Εκείνο πάντως που έχει σε κάθε περίπτωση σημασία είναι να πληροφορείται ο διοικούμενος για ότι μεμπτό του καταλογίζεται και του δίνεται η ευκαιρία να ακουστεί.  Δεν χρειάζονται γι΄αυτό το σκοπό προδιαγεγραμμένοι όροι δεν έχει σημασία το τυπικό.»

 

 

´Oπως είναι διατυπωμένη η εισήγηση της Διευθύντριας του Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ημερ. 18.9.2007, όπως την έχω αναφέρει πιο πάνω, δεικνύει ότι η εισήγηση της για απόρριψη της αίτησης στηρίχθηκε αποκλειστικά στις πληροφορίες που είχαν, ανεπιβεβαίωτες από τη μια και μη δυνάμενες να τεκμηριωθούν από την άλλη, που φέρονται να παρουσιάζουν, ειδικώς τον αιτητή, σε παράνομες δραστηριότητες. 

 

Δεν υποτιμώ ποσώς τη σοβαρότητα των πληροφοριών.  Θεωρώ όμως ότι ήταν άκρως απαραίτητο να δοθεί η δυνατότητα στον αιτητή να εκφέρει την άποψη του και να εκθέσει τους δικούς του ισχυρισμούς σε σχέση με τις πληροφορίες αυτές.  Δεν θα ήταν απαραίτητο να γνωστοποιηθεί η πηγή γνώσης.  Ούτε σαφώς το τυπικό μέρος, όπως αναφέρεται από το Δικαστή Νικολάου πιο πάνω, δεν έχει σημασία.  Αποκτά όμως ιδιαίτερη βαρύτητα η ανυπαρξία γνώσης της οποίας πληροφορίας ή η γνωστοποίηση κάποιων  γεγονότων στον αιτητή, όταν αυτά συνθέτουν μια τόσο σοβαρή κατηγορία εναντίον του αιτητή.

 

Με γνώμονα τα πιο πάνω, είναι σαφές ότι, η ανυπαρξία οποιασδήποτε ένδειξης στο διοικητικό φάκελο, ότι τα θέματα αυτά είχαν περιέλθει σε γνώση των αιτητών, καθιστά τη διαδικασία μεμπτή.  Αφήνω που προκαλεί προβληματισμό, πως εξασφαλιζόταν άδεια παραμονής σε άτομο, όπως τον αιτητή, με τέτοιο, όπως χαρακτηρίζεται, παρελθόν.

 

Μια άλλη πτυχή του ιδίου επιχειρήματος είναι οι πληροφορίες που έπρεπε να διερευνηθούν αναφορικά με την ένταξη ή όχι των αιτητών στο κοινωνικό σύνολο.  Οι αιτητές, όπως έχω αναφέρει προγενέστερα, έκαμαν αναφορά σε τρεις ελληνοκύπριους που μπορούσαν να ερωτηθούν.  Ο  δε γιος της αιτήτριας φοιτά σε σχολείο στην Κύπρο.  Ο ΄Επαρχος  Λεμεσού, ο οποίος είχε προβεί, όπως φαίνεται, από την έκθεση του σε συνέντευξη με τους αιτητές, ανέφερε ότι φαίνεται να έχουν προσαρμοστεί με το κοινωνικό σύνολο.  Ούτε αυτή η πτυχή φαίνεται να έχει διερευνηθεί ούτε απασχόλησε τους καθ΄ων η αίτηση πέραν της επαγγελματικής τους απασχόλησης.  Είναι έκδηλο ότι η απλή διατύπωση μιας αόριστης άποψης δεν είναι επαρκής.

 

Με γνώμονα τα πιο πάνω, οι καθ΄ων η αίτηση δεν έχουν προβεί σε δέουσα έρευνα, τελούσαν υπό πλάνη κατά τη λήψη της απόφασης του. 

 

Συνακόλουθα η προσφυγή επιτυγχάνει.  Η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση ημερ. 25.10.2007 ακυρούται.  Λαμβανομένου υπόψη της συνεκδίκασης των δύο αυτών προσφυγών, ποσό €1.000,00 επιδικάζονται ως έξοδα σε κάθε μια από τις δύο προσφυγές υπέρ εκάστου των αιτητών και εναντίον των καθ΄ων η αίτηση.

 

 

                                                                   Κ. Παμπαλλής,

                                                                            Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο