ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2009) 4 ΑΑΔ 651

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                          (Υποθ. Αρ.591/2007)

 

7 Σεπτεμβρίου, 2009

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]

 

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

 

ΡΕΑΛΕΞΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗΣ

                                                            Αιτητής,

-και -

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω

Κεντρικής Επιτροπής Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού

 

                                                                   Καθ΄ων η αίτηση.

------------------------

Μ.Γεωργίου, για τον Αιτητή.

Μ.Στυλιανού (κα.) - δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση

-----------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:   O Aιτητής  ο οποίος σήμερα φοιτά σε ιδιωτικό κολλέγιο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αντιμετωπίζει μαθησιακές δυσκολίες (δυσλεξία) και διαταραχή ελλειμματικής προσοχής.

 

Οι γονείς του Aιτητή είχαν προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο εναντίον της απόφασης της Κεντρικής Επιτροπής Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, (στο εξής η Κεντρική Επιτροπή)  μετά από ένσταση των ιδίων, αναφορικά με την επαναξιολόγηση των αναγκών του παιδιού τους και την εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων στήριξης. Εκδόθηκε ακυρωτική απόφαση στην Υπόθεση Αρ. 135/2004 Χριστίνα Κουτσαβάκη κ.α. ν. Κυπριακής  Δημοκρατίας μέσω  Κεντρικής Επιτροπής Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, Υπουργείο Παιδείας, ημερ.29/05/06 Ο λόγος ακύρωσης ήταν η ελλιπής έρευνα και η παράλειψη σύστασης πολυθεματικής ομάδας σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 9 του περί Αγωγής και Εκπαίδευσης Παιδιών με Ειδικές Ανάγκες Νόμος του 1999 (Ν. 113(Ι)/99) (στο εξής ''ο Νόμος'').

 

Στις 25/07/2006 οι γονείς του αιτητή ζήτησαν με επιστολή του δικηγόρου τους προς το Γενικό Εισαγγελέα αποζημίωση εξαιτίας της ακυρωθείσας απόφασης για την ζημιά που υπέστη, βασιζόμενοι στο αποτέλεσμα της προσφυγής 135/2004 και της ακυρωθείσας απόφασης της Κεντρικής Επιτροπής, για τη ζημιά που υπέστη ο αιτητής τόσο εκπαιδευτική όσο και ψυχολογική.  Στις 8/09/2006 εστάλη απάντηση από τη Νομική Υπηρεσία ότι  η αρμόδια αρχή προβαίνει σε επανεξέταση του θέματος για σκοπούς συμμόρφωσης και ότι αν δεν υπάρξει συμμόρφωση με την απόφαση τότε θα είναι δυνατή η καταβολή εύλογης αποζημίωσης κάτω από τις πρόνοιες του άρθρου 146.4 του Συντάγματος. Η Κεντρική Επιτροπή προχώρησε σε σύσταση πολυθεματικής ομάδας αξιολόγησης  αποτελούμενη με τρεις ειδικούς από το Υπουργείο Παιδείας και δυο από το Υπουργείο Υγείας, προκειμένου να κριθεί εκ των υστέρων, αφού ο αιτητής απεφοίτησε, εάν του δόθηκε η κατάλληλη στήριξη και καθοδήγηση.  Η έκθεση της πολυθεματικής ομάδας αξιολόγησης βασίστηκε στη μελέτη του προσωπικού φακέλου του Αιτητή και κοινοποιήθηκε στους γονείς, με επιστολή της προέδρου της Κεντρικής Επιτροπής ημερ. 1/03/2007.

 

Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω το τελικό συμπέρασμα της πολυθεματικής επιτροπής:

 

«Γνωρίζοντας ότι η εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας, βρισκόταν ακόμα στα σπάργανα, όλοι οι αρμόδιοι του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού με γνώμονα το καλύτερο για το μαθητή, προσπάθησαν να συντονίσουν τις ενέργειας τους.  Παρά την απουσία πολυθεματικής ομάδας ορισμένης από την Ε.Ε.Ε.Α.Ε., και λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ε.Ε.Ε.Α.Ε. στελεχώνεται από λειτουργούς διαφόρων σχετικών ειδικοτήτων, οι οποίοι εκτός από τις αξιολογήσεις είχαν στη διάθεση τους και δείγματα εργασιών του μαθητή, εκτιμούμε ότι οι ενέργειες στις οποίες είχαν προβεί ήταν κατάλληλες και ικανοποιητικές για την περίπτωση του συγκεκριμένου μαθητή.  Με όσα έχουν προαναφερθεί, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι οι υπηρεσίες του Υπουργείου παιδείας και Πολιτισμού παρείχαν την κατάλληλη στήριξη και καθοδήγηση προς το μαθητή Ρεαλέξη Χριστοφή.»

 

 

  O Αιτητής με τη παρούσα προσφυγή ζητά την πιο κάτω θεραπεία:

 

«Α.  Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ΄ων η αίτηση η οποία περιέχεται σε επιστολή ημερ. 1.3.2007 προς τους γονείς του Αιτητή και με την οποία πληροφορούνται οι γονείς του Αιτητή για τη σύσταση πολυθεματικής ομάδας που αποσκοπούσε στο να κριθεί εκ των υστέρων κατά πόσο του δόθηκε κατάλληλη στήριξη κατά τη διάρκεια της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης του είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νομίμου αποτελέσματος και περαιτέρω δήλωση ότι η απόφαση της πολυθεματικής επιτροπής ότι οι υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας  και Πολιτισμού παρείχαν την κατάλληλη στήριξη και καθοδήγηση προς τον Αιτητή είναι άκυρη, παράνομη και στερείται οποιουδήποτε νομίμου αποτελέσματος.»

 

Ένα από τα επιχειρήματα που προβάλλει ο Αιτητής είναι ότι η Πολυθεματική Επιτροπή Αξιολόγησης στο εξής (Πολυθεματική Επιτροπή) που ετοίμασε την προσβαλλόμενη έκθεση, δεν έχει λειτουργήσει νομότυπα ως πολυθεματική ομάδα αξιολόγησης βάσει του άρθρου 9 του Νόμου αφού δεν αξιολόγησαν τη περίπτωση του και τις ανάγκες του σύμφωνα με τον Καν.10 των περί Αγωγής και Εκπαίδευσης Παιδιών με Ειδικές Ανάγκες Κανονισμούς του 2001, ΚΔΠ186/2001 (στο εξής ''οι Κανονισμοί''). 

 

Οι Καθ' ών η αίτηση αντιτείνουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν αποτέλεσμα επανεξέτασης και συμμόρφωσης με το ακυρωτικό αποτέλεσμα. Εφόσον ο λόγος ακύρωσης αφορούσε τη σύσταση Πολυθεματικής Επιτροπής για την εξέταση του Αιτητή κατά τον ουσιώδη χρόνο, δηλαδή, όταν ακόμη φοιτούσε στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση και επειδή κατά την επανεξέταση, η εκπαίδευση του είχε περατωθεί, οι Καθ' ων ισχυρίζονται ότι το μόνο αντικείμενο της επανεξέτασης  για την Πολυθεματική Επιτροπή ήταν η εξέταση της στήριξης που του είχε παρασχεθεί ως μαθητή από τον προσωπικό του φάκελο.

 

Η θέση των Καθ' ων η αίτηση βρίσκω ότι είναι λανθασμένη.  Παραγνωρίζει την υποχρέωση συμμορφώσεως της Διοικήσεως προς το ακυρωτικό αποτέλεσμα αναλόγως των λόγων ακυρώσεως, επανεξετάζοντας υπό το νομικό και πραγματικό καθεστώς του ουσιώδους χρόνου. Παραθέτω αποσπάσματα από την απόφαση του Δικαστηρίου που καθορίζουν το λόγο και το ratio decidendi της  απόφασης στην Υποθ.αρ. 135/04, Κουτσαβάκη κ.α. ν. Δημοκρατίας, ημερ. 29.5.2006

 

Στη σελίδα 7 αναφέρεται:

«Ο λόγος ακύρωσης που αφορά στην παράλειψη αξιολόγησης του παιδιού από πολυθεματική ομάδα, στο βαθμό που επηρεάζει τη νομιμότητα λήψης της επίδικης απόφασης, είναι καθοριστικός του αποτελέσματος της προσφυγής. Έχοντας υπόψη τα στοιχεία του φακέλου της διοίκησης διαπιστώνω ότι ουδέποτε εφαρμόστηκε  το άρθρο 9 του Νόμου από το 2001 που η Επαρχιακή Επιτροπή επιλήφθηκε  της περίπτωσης του Ρεαλέξη ........».

 

Στις σελίδες 8 και 9 αναφέρεται: 

 

«Η συγκρότηση της πολυθεματικής ομάδας και η αξιολόγηση των αναγκών του παιδιού από όλους τους επιστήμονες που πρέπει να συνθέτουν την ομάδα αναλόγως των αναγκών του, αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση ορθής διάγνωσης των αναγκών του παιδιού και συμβάλλει στη λήψη της ορθής απόφασης από την Επαρχιακή Επιτροπή για εξατομικευμένα μέτρα στήριξης. Είναι επομένως απόλυτα επιβεβλημένη η ορθή εφαρμογή του άρθρου 9 για τον καθορισμό των αναγκαίων μέτρων βοήθειας σε κάθε παιδί με ειδικές ανάγκες στα πλαίσια της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης που πρέπει να του παρέχεται βάσει του Νόμου.

 

Ούτε οι επόμενες αποφάσεις της Επαρχικής Επιτροπής που αφορούσαν τον Ρεαλέξη βασίστηκαν σε αξιολόγηση από πολυθεματική ομάδα παρά το γεγονός ότι είχε ζητηθεί τούτο επανειλημμένα από την αιτήτρια....».

 

 

 

Επίσης αναφέρεται: 

 

«Η συγκρότηση πολυθεματικής ομάδας, η διαδικασία αξιολόγησης των αναγκών του παιδιού καθώς και τα απορρέοντα από τη διαδικασία δικαιώματα και υποχρεώσεις των γονιών,  καθορίζονται στους κανονισμούς 9, 10 και 11 αντίστοιχα των περί Αγωγής και Εκπαίδευσης Παιδιών με Ειδικές Ανάγκες Κανονισμών του 2001 (ΚΔΠ 186/2001), οι οποίοι δεν εφαρμόστηκαν στην προκειμένη περίπτωση. ...».

 

Και καταλήγει το Δικαστήριο στην απόφαση του ότι η  προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς να προηγηθεί δέουσα έρευνα.

 

Συνεπώς το ζητούμενο κατά την επανεξέταση δεν ήταν μόνο  η σύσταση πολυθεματικής ομάδας αλλά η αντικατάσταση της ακυρωθείσας απόφασης της Κεντρικής Επιτροπής και συνακόλουθα της Επαρχιακής Επιτροπής αναφορικά με την επάρκεια των διευκολύνσεων και απαλλαγών που είχαν χορηγηθεί στον Αιτητή ως μέτρων στήριξης κατόπιν δέουσας έρευνας σύμφωνα με την καθοριζόμενη στο Νόμο και στους Κανονισμούς διαδικασία.

 

Σχετικό με το αντικείμενο της επανεξέτασης, όταν η ακύρωση αφορά ατομική πράξη η έκδοση της οποίας είναι υποχρεωτική εκ του  νόμου όπως εδώ,  είναι το ακόλουθο απόσπασμα από το σύγγραμμα της Δ. Κοντόγιωργα-Θεοχαροπούλου "Αι Συνέπειαι της Ακυρώσεως Διοικητικής Πράξεως έναντι της Διοικήσεως κατόπιν ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως", 1988, σελ.81:

 

      «Εις την δευτέραν περίπτωσιν κατά την οποίαν η ακυρωθείσα ανήκει εις την δεσμίαν αρμοδιότητα της Διοικήσεως προς ρύθμισιν  οπωσδήποτε της σχέσεως, χωρίς όμως να προσδιορίζεται επακριβώς το περιεχόμενον της πράξεως δια τον διοικούμενον, η Διοίκησις υποχρεούται μετά την ακύρωσιν να επανέλθη βάσει ακριβώς του νομικού και πραγματικού καθεστώτος της ακυρωθείσης, εκδίδουσα είτε του αυτού περιεχομένου πράξιν, είτε διαφόρου περιεχομένου ή και με αντίθετον ακριβώς περιεχόμενον της ακυρωθείσης».

Και περαιτέρω αναφέρεται:

 

      «Συνεπώς, οπωσδήποτε, η Διοίκησις οφείλει:  αφ΄ενός να προβή εις έκδοσιν πράξεως εις αντικατάστασιν της ακυρωθείσης, βάσει του νομικού και πραγματικού καθεστώτος της ακυρωθείσης, αφ΄ετέρου να συμμορφωθή προς τα κριθέντα υπό της ακυρωτικής αποφάσεως, μη επαναλαμβάνουσα την νομικήν πλημμέλειαν της ακυρωθείσης»

 

Στην προκειμένη περίπτωση η Επιτροπή που νομίμως συγκροτήθηκε για σκοπούς επανεξέτασης,  για άλλη  μια φορά  δεν λειτούργησε προς την διεπιστημονική αξιολόγηση του παιδιού σύμφωνα με τις πρόνοιες των Κανονισμών 10 και 11.  Παρά την ακυρωτική απόφαση που υπενθύμιζε τις νόμιμες υποχρεώσεις της και οριοθετούσε την έρευνα στην οποία θα έπρεπε να προβεί, ο Αιτητής δεν εξετάστηκε ούτε αξιολογήθηκε από κανένα από τα μέλη της Πολυθεματικής Επιτροπής, τα οποία αρκέστηκαν σε  μελέτη του φακέλου του Αιτητή.  Υιοθετώντας αποσπασματικά πληροφορίες από εκθέσεις των ειδικών που κατά καιρούς είχαν ετοιμαστεί για τον Ρεαλέξη, από ψυχομετρικά τεστ και  αναφορές ιδιωτών κυρίως, εξήγαγαν  συμπέρασμα  για την καταλληλότητα της βοήθειας που είχε προσφερθεί αντί να προβούν σε ειδική εξέταση του Αιτητή και  να  τεκμηριώσουν αναδρομικά τις δικές τους εισηγήσεις ή πορίσματα για την έκταση και τα μέτρα στήριξης. Εξάλλου το Δικαστήριο εκδίδοντας την ακυρωτική του απόφαση είχε ήδη αποφανθεί ως προς την ανεπάρκεια των ενεργειών της τότε μη νομίμως συσταθείσας πολυθεματικής ομάδας. 

 

Οι Καθ'ων λειτούργησαν υπό πλάνη κατά την επανεξέταση συγχύζοντας την έννοια της  με την αναδρομικότητα της ακυρώσεως και την έννοια της δυναμικής αποκατάστασης με την παρεμβολή της Διοίκησης.

 

  Η διάκριση  γίνεται από τη Δ. Κοντόγιωργα-Θεοχαροπούλου στο πιο πάνω σύγγραμμα, σελ.230-231 ως εξής :

 

«Όταν πρόκειται περί ακυρώσεως θετικής ενέργειας της Διοικήσεως είναι περισσότερο δυσχερής η αποκατάστασις των πραγμάτων εις την προτέραν των θέσιν.  ΄Οταν μάλιστα, η θετική αυτή πράξις είχεν ως συνέπειαν άλυσσον άλλων πράξεων ευρισκομένων εις στενός σύνδεσμον με την ακυρωθείσαν, τότε υπάρχει ανάγκη καταργήσεως της υφισταμένης καταστάσεως δια της οδού της συνακυρώσεως ή ανακλήσεως των πράξεων τούτων.  Και είναι μεν ευχερές να συλληφθούν αι πράξεις αι οποίαι υπήρξαν άμεσος συνέπεια της ακυρωθείσης, αλλ΄οπωσδήποτε είναι έργον δυσχερές να εξαλειφθούν πλήρως τα παραχθέντα αποτελέσματα της ακυρωθείσης και ανθρωπίνως αδύνατον να καταργηθή ο χρόνος, ο οποίος διέρευσε με την πράξιν εν ισχύϊ από της εκδόσεώς της μέχρι της ακυρώσεώς της.»

 

      «Η έννοια της δυναμικής αποκαταστάσεως θα πρέπει να εκληφθή ότι περιλαμβάνει την υποχρέωσιν της Διοικήσεως όχι μόνον προς αποκατάστασιν των πραγμάτων εις την προτέραν των θέσιν, αλλά πέραν τούτου, όπως δια θετικών ενεργειών επαναφέρη η Διοίκησις τα πράγματα εις τοιαύτην κατάστασιν, ως εάν η ακυρωθείσα πράξις να μη ήλθε ποτέ εις τον νομικόν κόσμον να διασαλεύση την έννομον τάξιν»

 

Το γεγονός ότι ο αιτητής δεν ήταν πλέον μαθητής στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση αλλά  φοιτητής δεν μετέβαλε τις υποχρεώσεις της Διοίκησης κατά την επανεξέταση, όπως αυτές προκαθορίζονταν από το ακυρωτικό αποτέλεσμα. Η Επιτροπή Αξιολόγησης λειτούργησε υπό πλάνη αποκλείοντας την μεθοδολογία της κατ' ιδίαν εξέτασης του αιτητή εφόσον με αυτή μόνο θα πληρούνταν οι  προϋποθέσεις της δέουσας έρευνας. Η εκπλήρωση του σκοπού της, που δεν ήταν άλλος από την ασφαλή διαπίστωση της καταλληλότητας των μέτρων στήριξης και καθοδήγησης προς τον μαθητή,  δεν ακολούθησε και πάλι τη νόμιμη διαδικασία. Η διοίκηση, όπως τονίστηκε στην υπόθεση Βασιλείου ν. Δημοκρατίας, (1999) 3 Α.Α.Δ. 517,  έχει υποχρέωση να συμμορφωθεί προς τα κριθέντα υπό της ακυρωτικής απόφασης μη επαναλαμβάνουσα τη νομική πλημμέλεια  της ακυρωθείσας.

 

Με γνώμονα τα πιο κάτω βρίσκω ότι η Κεντρική Επιτροπή δεν υλοποίησε τις υποχρεώσεις της με βάση την απόφαση του Δικαστηρίου στην προσφυγή 135/2004. 

 

 

 

 

Συνακόλουθα η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται.  Ποσό €1.700,00 ως έξοδα επιδικάζεται υπέρ του Αιτητή και εναντίον των Καθ΄ων η αίτηση.

 

                                                                      

                                                                       Κ.Παμπαλλής,

                                                                               Δ.                                                                                                                                   


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο