ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 36/2009)
9 Σεπτεμβρίου, 2009
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΣΩΤΗΡΟΥΛΑ ΤΣΙΓΚΩ ΦΡΑΓΚΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση
_________________________
Ανδρέας Αποστολίδης, για Α.Σ. Αγγελίδη, για την Αιτήτρια.
Κυριάκος Σταυρινός, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η αιτήτρια, η οποία κατέχει τη θέση Λειτουργού Ευημερίας, 1ης Τάξης, ήταν τοποθετημένη από τις 19/12/1991 στο Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Λεμεσού και μετατέθηκε από 15/1/2009 στο Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Λευκωσίας. Η μετάθεσή της αυτή είχε ως αποτέλεσμα την καταχώριση της παρούσας προσφυγής, με την οποία αμφισβητείται η νομιμότητά της.
Σύμφωνα με τα γεγονότα, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, (ο «Γενικός Διευθυντής»), με επιστολές του ημερομηνίας 28/11/2008, υπέβαλε, με βάση τις πρόνοιες του ΄Αρθρου 48(2) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν. 1/1990), (όπως τροποποιήθηκε), (ο «Νόμος»), στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, (η «Ε.Δ.Υ.»), προτάσεις για μετάθεση επτά Λειτουργών Ευημερίας, 1ης Τάξης, Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας. Μεταξύ των προταθέντων ήταν και η αιτήτρια. Στις εν λόγω επιστολές του, σημείωσε ότι οι προτεινόμενες μεταθέσεις στόχευαν στην κάλυψη αναγκών της Υπηρεσίας και ότι όλοι οι προτεινόμενοι για μετάθεση, πλην ενός, ενίσταντο. Ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα εξής:-
«Με την προαγωγή δύο Λειτουργών Ευημερίας (που υπηρετούν στο Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Πάφου) στη θέση Λειτουργού Ευημερίας 1ης Τάξης (Θεογνωσία Μαλιετζή και Ελένη Δαγκλή) δημιουργείται πλεόνασμα Λειτουργών αυτής της τάξης στο Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Πάφου. Για ομαλή και εύρυθμη λειτουργία των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας προωθείται μετάθεση 2 Λειτουργών Ευημερίας 1ης Τάξης από το Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Πάφου στο Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Λεμεσού, για κάλυψη των εκεί αναγκών, με παράλληλη πρόταση για μετάθεση 3 Λειτουργών Ευημερίας 1ης Τάξης στο Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Λευκωσίας για να καλύψει ανάγκες αυτού του Επαρχιακού Γραφείου. Στο Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Λεμεσού υπάρχει πλεόνασμα Λειτουργών Ευημερίας 1ης Τάξης, το οποίο αυξάνεται με την πρόταση για μετάθεση των Λειτουργών Ευημερίας 1ης Τάξης που κατάγονται από την Πάφο στη Λευκωσία για ανθρωπιστικούς λόγους.»
Οι προτάσεις συνοδεύονταν από ΄Εκθεση της Διευθύντριας των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, (η «Διευθύντρια»), και συγκριτικό Πίνακα με στοιχεία για τον τόπο και τη διάρκεια των μεταθέσεων κάθε υπαλλήλου και σχετικές παρατηρήσεις. Σ' αυτή, μεταξύ άλλων, αναφερόταν:-
«΄Οσον αφορά στην επιλογή των Λειτουργών που προτείνονται για μετάθεση, να αναφερθεί ότι με επιστολή μου ημερ.3.9.2008, ζητούσα από τους 16 Λειτουργούς να με πληροφορήσουν για λόγους μη μετάθεσης τους.
Από την έρευνα που διενεργήθηκε (δέστε σχετικό πίνακα που ετοιμάστηκε), φαίνεται ότι μόνο ένας Λειτουργός έχει υπηρετήσει σε μετάθεση στη Λευκωσία για σχεδόν πέντε χρόνια (Λύδια Παναγίδου Κουτσίδου) και τρεις σε μετάθεση στη Λάρνακα ως έκτακτοι [Λουκία Παπατζιάκου Κυριακίδου, Ανδρέας Πελεκανής (για 4 χρόνια), Παντελής Κουτσίδης (για 4 χρόνια)]. Να σημειωθεί ότι στις επιστολές τους οι περισσότεροι Λειτουργοί επικαλούνται προσωπικούς και οικογενειακούς λόγους, την ηλικία τους, καθώς και λόγους υγείας.»
Στη συνέχεια, αφού παρέθεσε τους λόγους που κάθε λειτουργός πρόβαλε, κατέληξε ως εξής:-
«Υπό το φως των πιο πάνω και λαμβάνοντας υπόψη τους λόγους που επικαλούνται οι Λειτουργοί για μη μετάθεση τους, την αρχαιότητα στις Υπηρεσίες τόσο με βάση την ημερομηνία πρώτου διορισμού όσο και την ημερομηνία διορισμού στην παρούσα θέση, καθώς και το ότι ένας Λειτουργός έχει υπηρετήσει σε μετάθεση στη Λευκωσία και τρεις στη Λάρνακα, προτείνονται για μετάθεση ο κ. Χρίστος Συμεωνίδης και οι κες Μαρία Μουστερή και Σωτηρούλα Φράγκου.»
Η αιτήτρια, με επιστολή της προς την Ε.Δ.Υ., ημερομηνίας 8/12/2008, μεταξύ άλλων, ανέφερε:-
«΄Εχω διαβάσει την ετήσια έκθεση της επιτροπής και στο απόσπασμα για τις μεταθέσεις αναγράφεται επί λέξει το ακόλουθο κείμενο:
'Προτού πάρει η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας οποιαδήποτε απόφαση για μετάθεση δημοσίου υπαλλήλου, εξετάζει τις υπηρεσιακές, προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες, τόσο του προτεινόμενου για μετάθεση υπαλλήλου όσο και των λοιπών ομοιόβαθμών του υπαλλήλων, ώστε να πείθεται για την αναγκαιότητα της μετάθεσης αλλά και της εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος και των αρχών της ίσης μεταχείρισης.'
Παρά το γεγονός ότι είμαι πεπεισμένη ότι και στην δική μου περίπτωση θα ακολουθηθεί η αναφερόμενη τακτική θα ήθελα να σας ενημερώσω για τα ακόλουθα:
Σε ότι αφορά τις υπηρεσιακές συνθήκες, πιστεύω ότι θα μπορούσαν να αποφευχθούν μεταθέσεις που αφορούν Λειτουργούς Ευημερίας Πρώτης Τάξης, αν γινόταν κατάλληλη αξιοποίηση και κατανομή του μεγάλου αριθμού Λειτουργών Ευημερίας Πρώτης Τάξης, οι οποίοι σήμερα εκτελούν άλλα καθήκοντα.
Σε ότι αφορά τις οικογενειακές συνθήκες μου, σας αναφέρω ότι είμαι μητέρα τριών παιδιών, εκ των οποίων τα δύο είναι ανήλικα αγόρια ηλικίας 11 και 9 ετών (΄Εκτης και Τετάρτης Τάξης του Δημοτικού αντίστοιχα) και το μεγαλύτερο, ενήλικη θυγατέρα που είναι μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο εξωτερικό. Οι ιδιαίτερες συνθήκες και το άστατο ωράριο εργασίας του συζύγου μου δεν επιτρέπουν τον επιμερισμό της φροντίδας των παιδιών με αποτέλεσμα την σχεδόν αποκλειστική από μένα φροντίδα τους σε ότι αφορά τις καθημερινές τους δραστηριότητες και ιδιαίτερα της πρωινής τους προετοιμασίας και μετάβασης τους στο σχολείο. Αυτό θα ήταν αδύνατο σε περίπτωση καθημερινής μετάβασης μου από την Λεμεσό στη Λευκωσία. Επίσης οι μαθησιακές δυσκολίες του μικρότερου παιδιού μου καθιστούν την παρουσία μου ακόμα πιο επιτακτική.
Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος, ότι είμαι η μοναδική Λειτουργός Ευημερίας Α΄ Τάξης στο Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Λεμεσού, που έχω ανήλικα παιδιά, πιστεύω ότι δεν θα έπρεπε να ήμουν προτεινόμενη για μετάθεση στο στάδιο αυτό, που τα παιδιά μου έχουν απόλυτη ανάγκη την παρουσία της μητέρας τους.
΄Οπως έχω αναφέρει και στην επιστολή μου προς την Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, είμαι στην διάθεση της υπηρεσίας για οποιαδήποτε μετακίνηση σε μεταγενέστερο στάδιο, όταν η αναγκαιότητα φροντίδας των ανήλικων παιδιών μου διαφοροποιηθεί.»
Η Ε.Δ.Υ., σε συνεδρία της, ημερομηνίας 19/12/2008, αφού εξέτασε τις προτάσεις του Γενικού Διευθυντή, την ΄Εκθεση της Διευθύντριας - σε σχέση με την αιτήτρια, ανέφερε ότι αυτή «επικαλείται οικογενειακές υποχρεώσεις και ειδικές δυσκολίες του ενός παιδιού της» - και τα όσα η αιτήτρια με επιστολή της ημερομηνίας 8/9/2008 ανέφερε[1], σημείωσε τα εξής:-
«Υπό το φως των πιο πάνω, λαμβάνοντας υπόψη τους λόγους που επικαλούνται οι Λειτουργοί για μη μετάθεσή τους, την αρχαιότητα στις Υπηρεσίες τόσο με βάση την ημερομηνία πρώτου διορισμού όσο και την ημερομηνία προαγωγής στην παρούσα τους θέση, καθώς και το ότι ένας Λειτουργός έχει υπηρετήσει σε μετάθεση στη Λευκωσία και τρεις στη Λάρνακα, η Διευθύντρια προτείνει για μετάθεση τους Συμεωνίδη, Μουστερή και Φράγκου-Τσιγκώ.
Ακολούθως, η Επιτροπή εξέτασε νεότερη επιστολή, ημερομηνίας 8.12.08, της Φράγκου-Τσιγκώ Σωτηρούλας, με την οποία αυτή αναφέρεται στα οικογενειακά προβλήματα που τυχόν μετάθεσή της θα επιφέρει.
Η Φράγκου-Τσιγκώ τονίζει ότι είναι η μοναδική Λειτουργός Ευημερίας, 1ης Τάξης, στο Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Λεμεσού, που έχει ανήλικα παιδιά και δε θα έπρεπε να είχε προταθεί για μετάθεση. Αναφέρει, επίσης, ότι έχει την αποκλειστική φροντίδα των παιδιών της, λόγω του άστατου ωραρίου του συζύγου της, το πρόβλημα δε αυτό γίνεται πιο έντονο λόγω των μαθησιακών προβλημάτων που αντιμετωπίζει το μικρότερο παιδί της.
Η Φράγκου-Τσιγκώ εκφράζει, τέλος, τη γνώμη ότι, αν γινόταν κατάλληλη αξιοποίηση του προσωπικού, θα μπορούσαν να αποφευχθούν οι μεταθέσεις.
Η Επιτροπή, αφού εξέτασε τις παραστάσεις των πιο πάνω λειτουργών, τα σχόλια της Διευθύντριας καθώς και το συγκριτικό πίνακα που περιλαμβάνει στοιχεία μεταθέσεων των Λειτουργών Ευημερίας, 1ης Τάξης, που υπηρετούν στις διάφορες επαρχίες και σχετικές παρατηρήσεις αναφορικά με τα διάφορα προβλήματα που οι εν λόγω υπάλληλοι επικαλούνται από τυχόν μετάθεση τους, έκρινε ότι οι λόγοι που προβάλλονται δεν μπορούν να υπερισχύσουν του δημόσιου συμφέροντος και ότι οι προτεινόμενες μεταθέσεις ενδείκνυνται προς το δημόσιο συμφέρον. Η Επιτροπή παρατήρησε ότι όλοι όσοι προτάθηκαν για μετάθεση υπέβαλαν ενστάσεις και το ίδιο θα ίσχυε αν προτείνονταν κάποιοι άλλοι λειτουργοί.
..............................................................................................................
Η Επιτροπή εξέτασε ιδιαίτερα την περίπτωση της Φράγκου-Τσιγκώ Σωτηρούλας και έλαβε υπόψη τόσο την επιστολή της προς τη Διευθύντρια, όσο και τη μεταγενέστερη επιστολή της προς την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, σημειώνοντας ότι με τη δεύτερη επιστολή της δεν υποβάλλονται οποιαδήποτε νέα στοιχεία. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη το γεγονός ότι η Φράγκου-Τσιγκώ έχει ανήλικα παιδιά, έλαβε όμως υπόψη ότι οι πλείστοι λειτουργοί επικαλούνται οικογενειακές υποχρεώσεις και, εν πάση περιπτώσει, η μητέρα τους θα μπορεί να τα φροντίζει το απόγευμα που θα επιστρέφει στο σπίτι, αφού η διαδρομή από τη Λευκωσία στη Λεμεσό δεν παίρνει και πολύ χρόνο. ΄Οσον αφορά την παρατήρησή της ότι θα μπορούσαν να αποφευχθούν οι μεταθέσεις αν γινόταν κατάλληλη αξιοποίηση και κατανομή των υπαλλήλων, η Επιτροπή πιστεύει ότι το θέμα αυτό είναι εσωτερικό και ότι το πλέον κατάλληλο άτομο για να εκφέρει γνώμη για το θέμα αυτό είναι η Διευθύντρια του Τμήματος, που έχει σφαιρική γνώση των αναγκών της Υπηρεσίας.
΄Υστερα από τα πιο πάνω, η Επιτροπή αποφάσισε να γίνουν οι πιο πάνω μεταθέσεις, σύμφωνα με τις προτάσεις της αρμόδιας αρχής, με ισχύ από 15.1.09.»
Τη νομιμότητα της πιο πάνω απόφασης αμφισβητεί η αιτήτρια. Για ακύρωσή της πρόβαλε διάφορους νομικούς ισχυρισμούς, τους οποίους, όμως, κατά το στάδιο των διευκρινίσεων, περιόρισε στους πιο κάτω:-
Η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας και λήφθηκε καθ' υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας και χωρίς προηγούμενη έρευνα από την Ε.Δ.Υ. Ειδικότερα, οι παραστάσεις της δεν απασχόλησαν καθόλου ή σχεδόν καθόλου την Ε.Δ.Υ., η οποία, κατά τρόπο παθητικό, υιοθέτησε την ΄Εκθεση της Διευθύντριας και έλαβε υπόψη για την κατάληξή της το εξωγενές κριτήριο της αρχαιότητας.
Προκύπτει από τα ενώπιόν μου τεθέντα ότι οι λόγοι για τους οποίους υποβλήθηκαν οι προτάσεις για μεταθέσεις ήταν η δημιουργία πλεονάσματος Λειτουργών Ευημερίας, 1ης Τάξης, στο Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Πάφου. Αυτό, άλλωστε, δεν αμφισβητήθηκε από την αιτήτρια.
Στη Σιημητρά ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 661, σε σχέση με το ζήτημα των μεταθέσεων δημοσίων υπαλλήλων, αναφέρονται τα εξής:- (σελ. 667-668)
«΄Εχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι οι μεταθέσεις αποτελούν απλές διοικητικές πράξεις στις οποίες εφαρμόζεται το μαχητό τεκμήριο ότι διενεργούνται για την εξυπηρέτηση των αναγκών της υπηρεσίας (ίδε Pierides v. Republic (1969) 3 C.L.R. 274, Isaias v. Republic (1985) 3 C.L.R. 490, Zachariou v. Republic (1986) 3 C.L.R. 969), και ότι τα Διοικητικά Δικαστήρια δεν επεμβαίνουν όταν η Διοίκηση ασκεί τη διακριτική της ευχέρεια με ορθό τρόπο. ΄Ομως τα Δικαστήρια θα επέμβουν όταν διαπιστώνεται κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας ή πλάνη περί τα πράγματα ή παραγνώριση ουσιωδών στοιχείων (βλ. Vafeadis v. Republic (1964) C.L.R. 454, Mouzouris v. Republic (1972) 3 C.L.R. 43, Κούτσιου ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή 458/98 της 16/9/99). ΄Οπως έχει τονισθεί από το Δικαστή Πική (όπως ήταν τότε) στην υπόθεση Βεληγκέκα ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 4387, που έχει επικροτηθεί στη Βεληγκέκα ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 567),
'... η Διοίκηση είναι ο κριτής της ανάγκης για τη μετάθεση του δημοσίου υπαλλήλου. Εφόσον η εξουσία ασκείται καλόπιστα, δημιουργείται μαχητό τεκμήριο ότι διενεργήθηκε χάριν του δημοσίου συμφέροντος.'»
Συνεπώς, το ερώτημα εδώ είναι εάν η Ε.Δ.Υ., κατά τη λήψη της απόφασης, ερεύνησε κάθε σχετικό και εάν ορθά άσκησε τη διακριτική της εξουσία.
Το ΄Αρθρο 48(2) του Νόμου προβλέπει ότι:-
«(2) Οι μεταθέσεις των υπαλλήλων διενεργούνται από την Επιτροπή ύστερα από πρόταση της αρμόδιας αρχής δεόντως αιτιολογημένη.»
Στην παρούσα περίπτωση, η αρμόδια αρχή, σύμφωνα με το ΄Αρθρο 2(στ) του Νόμου, είναι ο Υπουργός, ο οποίος «... ενεργεί συνήθως μέσω του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου για τους υπαλλήλους του Υπουργείου του και κάθε Τμήματος που υπάγεται σ' αυτό·». Ο Γενικός Διευθυντής υπέβαλε τις προτάσεις, οι οποίες, τελικά, υιοθετήθηκαν από την Ε.Δ.Υ.
Σύμφωνα με το ΄Αρθρο 45(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, του 1999, (Ν. 158(Ι)/1999):-
«45. - (1) Η διοίκηση, κατά την άσκηση της διακριτικής της εξουσίας, οφείλει να προβαίνει σε επαρκή έρευνα όλων των σχετικών με την υπόθεση γεγονότων.»
(Βλ. Motorways Ltd ν. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447.)
Στην παρούσα περίπτωση, ο ισχυρισμός για μη διεξαγωγή δέουσας έρευνας και έλλειψη αιτιολογίας παραγνωρίζει ότι οι προτάσεις του Γενικού Διευθυντή βασίζονταν σε σχετικό αίτημα της Διευθύντριας, μόνης αρμόδιας να εκτιμήσει τις κατά τόπους ανάγκες της Υπηρεσίας, όπως αυτές διαμορφώθηκαν. Παραγνωρίζει, επίσης, ότι οι προτάσεις δεν αφορούσαν μόνο το πρόσωπο της αιτήτριας αλλά επτά Λειτουργούς Ευημερίας, 1ης Τάξης, που αλληλοεπηρεάζονταν, στα πλαίσια της συνολικής εκτίμησης των αναγκών της Υπηρεσίας παγκύπρια. Ανάγνωση του πρακτικού της Ε.Δ.Υ. αποκαλύπτει ότι, για τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, έγινε σε βάθος έρευνα από την Ε.Δ.Υ., ενώπιον της οποίας τέθηκαν όλα τα σχετικά. Η Ε.Δ.Υ. στάθμισε και συνεκτίμησε τις απόψεις της Διευθύντριας και του Γενικού Διευθυντή, ως και όλα όσα η αιτήτρια πρόβαλε, η οποία, τόσο πριν όσο και μετά την υποβολή των προτάσεων, είχε την ευκαιρία και εξέθεσε τις θέσεις της.
Σ' ό,τι αφορά την εισήγηση ότι η αρχαιότητα αποτελεί εξωγενές κριτήριο, το μόνο που μπορεί να λεχθεί είναι ότι το στοιχείο αυτό ορθά συνυπολογίστηκε, αφού συνάδει με την αρχή της ίσης μεταχείρισης όλων όσοι τελούν υπό τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες και, στη συγκεκριμένη περίπτωση, υπήρχαν και άλλοι Λειτουργοί, 1ης Τάξης, που προτάθηκαν για μετάθεση. Ουσιαστικά, το παράπονο της αιτήτριας καταλήγει να είναι ότι εσφαλμένα δεν έγιναν αποδεκτές οι δικές της θέσεις και προτιμήθηκαν οι θέσεις των προϊσταμένων της, κάτι, όμως, που εκφεύγει του Αναθεωρητικού Ελέγχου, εφόσον η Ε.Δ.Υ. έχει ενεργήσει νομότυπα και η απόφασή της δε βρίσκεται έξω από τα πλαίσια της διακριτικής της ευχέρειας.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με €1.000,00 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ
[1] «Είμαι έγγαμη μητέρα τριών παιδιών εκ των οποίων η ενήλικη θυγατέρα μου Νατάσα παρακολουθεί μεταπτυχιακές σπουδές στο εξωτερικό. Τα δύο ανήλικα παιδιά μου, Ανδρέας 10 ετών και Παύλος 8 ετών αντίστοιχα, είναι μαθητές δημοτικού σχολείου. Ο μικρότερος γιος μου παρουσιάζει μαθησιακές δυσκολίες, γεγονός που επιβάλλει την ενασχόληση μου μαζί του έντονη και απαραίτητη.
Ο σύζυγος μου Σάββας είναι ιατρός στο επάγγελμα, εργάζεται σε δικό του Διαγνωστικό Κέντρο στη Λεμεσό και παράλληλα ως συνεργάτης με μερική απασχόληση στο Ογκολογικό Κέντρο της Τράπεζας Κύπρου. Ως εκ τούτου, οι ώρες εργασίας του είναι αυξημένες και μη σταθερές.»