ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2009) 4 ΑΑΔ 699

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ.1927/2008)

 

17 Σεπτεμβρίου, 2009

 

[Κ. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ AΡΘΡΑ 30, 35 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.

 

ΟΡΕΣΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,

Αιτητής,

ΚΑΙ

 

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,

Καθ΄ου η Αίτηση.

- - - - - - -

 

M. Μηλιώτου, για τον Αιτητή.

 

Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α, για τους Καθ΄ων η

 Αίτηση.

 

- - - - - - -

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Με επιστολή ημερομηνίας 29.9.2008, η οποία αποστάληκε εκ μέρους του Αν. Διευθυντή του Τμήματος Οδικών Μεταφορών προς τους δικηγόρους του αιτητή, αυτοί πληροφορήθηκαν ότι ο Έφορος Μηχανοκινήτων Οχημάτων προχωρούσε σε αναστολή της ισχύος της άδειας οδήγησης του αιτητή, η οποία αναστολή θα ίσχυε μέχρις ότου αυτός προσέλθει για εξέταση και επιτύχει στην πρακτική δοκιμασία για εξασφάλιση πιστοποιητικού ικανότητας οδήγησης.

 

Τη νομιμότητα και/ή ορθότητα της πιο πάνω απόφασης για αναστολή της ισχύος της άδειας οδήγησής του, προσβάλλει με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής.

 

Στην επιστολή με την οποία κοινοποιήθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση των καθ΄ων η αίτηση, γινόταν επίκληση του γεγονότος ότι ο αιτητής είχε κληθεί τέσσερις φορές για εξέταση και εξασφάλιση πιστοποιητικού ικανότητας οδήγησης. Όπως διαπιστώνεται από αδιαμφισβήτητα γεγονότα, πράγματι, ο αιτητής είχε κληθεί και δεν είχε παραστεί σε μια τέτοια εξέταση, τέσσερις συνολικά φορές προηγουμένως. Συγκεκριμένα, είχε κληθεί να παραστεί την πρώτη φορά στις 23.11.2007. Αυτή όμως η εξέταση αναβλήθηκε, κατόπιν αιτήματος του αιτητή, για λόγους υγείας και με βάση ιατρική βεβαίωση την οποία είχε επισυνάψει. Για δεύτερη φορά κλήθηκε να παραστεί σε εξέταση κατά την 14.1.2008, πλην όμως και αυτή αναβλήθηκε λόγω αιτήματος του αιτητή για τον ίδιο λόγο, επικαλούμενου κεφαλαλγία και επισυνάπτοντας ιατρική βεβαίωση. Νέα εξέταση ορίστηκε για τις 30.1.2008, η οποία όμως είχε την ίδια τύχη αφού και πάλιν, κατόπιν αιτήματος του αιτητή, ο οποίος επικαλείτο συνεχιζόμενη κεφαλαλαγία και ίλιγγο, η εξέταση αναβλήθηκε. Η τέταρτη και τελευταία φορά που ορίστηκε τόπος και χρόνος εξέτασης του αιτητή, ήταν η 18.7.2008. Αυτή τη φορά ο αιτητής, χωρίς να υποβάλει οποιοδήποτε αίτημα, απλά δεν παρέστη για την εξέταση.

 

Με την Αίτηση και τη γραπτή αγόρευσή του όμως, ο αιτητής παραθέτει και άλλα γεγονότα, πέραν των ανωτέρω, τα οποία κατά τον ίδιο είχαν προηγηθεί και σχετίζονται με τα ανωτέρω, αλλά και με τις προθέσεις και κίνητρα που ο αιτητής αποδίδει στους καθ΄ων η αίτηση. Συγκεκριμένα, ισχυρίζεται ο αιτητής ότι για πρώτη φορά παρέλαβε επιστολή από τους καθ΄ων η αίτηση ημερομηνίας 9.3.2007 (αντίγραφο της οποίας και επισυνάπτει), με την οποία αυτός επληροφορείτο ότι περιήλθαν σε γνώση των καθ΄ων η αίτηση στοιχεία με βάση τα οποία δεν μπορούσε να ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο επί του οχήματός του και ότι το οδήγημά του αποτελούσε κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια. Εκαλείτο δε ο αιτητής, αν επιθυμούσε, να υποβάλει ένσταση στην πρόθεση των καθ΄ων η αίτηση να αναστείλουν την ισχύ της άδειας οδήγησής του, συνοδευόμενη από ιατρικό πιστοποιητικό. Ο αιτητής ενέστη μέσω των δικηγόρων του και παρουσίασε πιστοποιητικό ψυχιάτρου. Οι καθ΄ων η αίτηση παρέπεμψαν τότε τον αιτητή σε εξέταση από δημόσιο ιατροσυμβούλιο. Μετά από επιτυχή εξέταση του αιτητή από το ιατροσυμβούλιο, οι καθ΄ων η αίτηση απέστειλαν προς αυτόν επιστολή ημερομηνίας 24.7.2007 με την οποία τον ενημέρωναν ότι μπορούσε να οδηγεί μηχανοκίνητο όχημα και ότι η κατάστασή του θα επανεξεταζόταν σε ένα χρόνο. Παρόλα ταύτα όμως, δύο μήνες αργότερα, οι καθ΄ων η αίτηση απέστειλαν στον αιτητή νέα επιστολή ημερομηνίας 14.9.2007, με την οποία και πάλι αναιτιολόγητα, τον καλούσαν να υποβληθεί στις 23.11.2007 σε εξέταση για ν΄ αποδειχθεί κατά πόσο ήταν κατάλληλο πρόσωπο να κατέχει άδεια οδηγού. Ακολούθησαν τα γεγονότα τα οποία παρατέθηκαν προηγουμένως. Όλοι οι πιο πάνω ισχυρισμοί του αιτητή υποστηρίζονται από αντίγραφα των επιστολών στις οποίες γίνεται αναφορά. Ας σημειωθεί εδώ ότι παραδόξως στην Ένσταση των καθ΄ων η αίτηση δεν γίνεται καμιά αναφορά ή σχολιασμός των πιο πάνω γεγονότων, αφού τα όσα παραθέτουν οι καθ΄ων η αίτηση αρχίζουν με την κλήση του αιτητή να παραστεί για εξέταση στις 14.9.2007. Όλα τα προηγηθέντα γεγονότα που έθεσε ο αιτητής, και τα οποία, όπως έχω αναφέρει, υποστηρίζονται από αντίγραφα επιστολών, ούτε διάψευσης έτυχαν από τους καθ΄ων η αίτηση, ούτε και οποιουδήποτε σχολιασμού.

 

Νομική βάση για τις προηγηθείσες ενέργειες των καθ΄ων η αίτηση απετέλεσαν οι πρόνοιες του άρθρου 39(2) του περί Άδειας Οδήγησης Νόμου του 2001, όπως τροποποιήθηκε, τις οποίες και επικαλούνται. Οι πρόνοιες αυτές έχουν ως εξής:

 

"Ο Έφορος μπορεί να καλεί οποτεδήποτε οποιοδήποτε κάτοχο άδειας οδήγησης ή οποιαδήποτε κατηγορία κατόχων άδειας οδήγησης, να εξασφαλίσει ή να εξασφαλίσουν πιστοποιητικό ικανότητας, μέσα σε καθοριζόμενη από τον Έφορο χρονική προθεσμία, αν κρίνει τούτο αναγκαίο κάτω από συγκεκριμένες περιστάσεις που σχετίζονται με την οδική συμπεριφορά, την ηλικία, την κατάσταση υγείας κατόχου ή κατόχων άδειας οδήγησης, ή την τεχνολογική ανάπτυξη, ή την εισαγωγή νέων κανόνων οδικής κυκλοφορίας ή οδικής ασφάλειας, ή όταν τούτο επιβάλλεται σύμφωνα με διεθνείς υποχρεώσεις της Δημοκρατίας.."

 

Σημειώνεται εδώ ότι οι καθ΄ων η αίτηση κανένα συγκεκριμένο λόγο δεν έδωσαν στον αιτητή ή στους δικηγόρους του, με βάση τον οποίο η ικανότητά του ως προς το οδηγείν ετίθετο εν αμφιβόλω και, συνακόλουθα, αυτός έχρηζε εξασφάλισης πιστοποιητικού ικανότητας. Στη γραπτή αγόρευσή του, ο συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση αναφέρεται στις εξουσίες του Εφόρου με βάση το προαναφερθέν άρθρο 30(2) του Νόμου, εξηγεί και δίδει ως λόγο ότι στην παρούσα υπόθεση ο αιτητής είχε εμπλακεί σε οδικό δυστύχημα, όπως φαίνεται στην επιστολή του Αρχηγού Αστυνομίας ημερομηνίας 25.2.2008 (Παράρτημα 9 στην Ένσταση) και ότι αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας, όπως φαίνεται στο ιατρικό πιστοποιητικό (Παράρτημα 14). Όμως, σε σχέση με αυτά, θα πρέπει να παρατηρηθούν τα εξής: Κατ΄ αρχήν, με την πιο πάνω επιστολή του Αρχηγού Αστυνομίας, οι καθ΄ων η αίτηση επληροφορούντο περί θανατηφόρου δυστυχήματος στο οποίο είχε εμπλακεί ο αιτητής στις 16.11.2006. Επομένως, αν αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο εκαλείτο ο αιτητής, γιατί οι καθ΄ων η αίτηση αναφέρουν ως πρώτη φορά ότι κλήθηκε προς εξέταση στις 23.11.2007, δηλαδή πέραν του έτους μετά το δυστύχημα; Και γιατί δεν έθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου τα γεγονότα εκείνα που προηγήθηκαν της 23.11.2007, μεταξύ των οποίων ήταν το γεγονός ότι οι ίδιοι οι καθ΄ων η αίτηση παρέπεμψαν τον αιτητή για εξέταση ενώπιον του ιατροσυμβουλίου, με θετικό για τον ίδιο πόρισμα ως προς την ικανότητά του να οδηγεί; Εισηγούνται οι καθ΄ων η αίτηση στην αγόρευσή τους ότι το γεγονός ότι το ιατροσυμβούλιο τον θεώρησε ικανό να οδηγεί μηχανοκίνητο όχημα, του έδιδε απλά το δικαίωμα να εξεταστεί για να διαπιστωθεί αν πράγματι είναι σε θέση να το πράξει, αφού το ιατροσυμβούλιο εξέτασε την επάρκειά του από ψυχολογικής άποψης και όχι την ικανότητά του ως οδηγού. Λυπούμαι να παρατηρήσω ότι όλα αυτά τείνουν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα, αλλά και τα αναιτιολόγητα. Εδώ, οι ίδιοι οι καθ΄ων η αίτηση καμιά άλλη αιτία δεν επικαλέστηκαν για τα μέτρα που έλαβαν εναντίον του αιτητή, παρά μόνο την ύπαρξη ψυχολογικών προβλημάτων. Μετά την πιστοποίηση ότι η ψυχική του κατάσταση δεν συνιστούσε πρόβλημα, τι άλλο παρέμενε προς εξέταση; Εάν δε η πιστοποίηση του ιατροσυμβουλίου του έδινε απλά το δικαίωμα να υποστεί εξέταση για απόκτηση πιστοποιητικού ικανότητας, πως συμβαίνει το ίδιο πρόσωπο, υπό την ίδια ιδιότητα που τον καλούσε για εξέταση, να είχε απευθύνει την επιστολή 24.7.2007 (Παράρτημα 4) στον αιτητή και τον πληροφορούσε ότι:

 

".. Κατόπιν αποφάσεως του Ιατροσυμβουλίου που σας εξέτασε στις 5.7.2007, επί του παρόντος μπορείτε να οδηγείτε με ασφάλεια μηχανοκίνητο όχημα, σας επιτρέπω να οδηγείτε μηχανοκίνητα οχήματα, νοουμένου ότι δεν εμποδίζεστε από διάταγμα Δικαστηρίου.

 

Η περίπτωση σας θα επανεξεταστεί σε ένα χρόνο."

 

Την επιστολή υπογράφει ο Αστυνομικός Διευθυντής Τμήματος Τροχαίας ως Αναπληρωτής Έφορος Χερσαίων Μεταφορών και είναι το ίδιο πρόσωπο το οποίο είχε απευθύνει κλήσεις προς τον αιτητή τόσο προγενέστερα, όσο και μεταγενέστερα, για να παρουσιαστεί προς εξέταση.

 

Δεν μπορεί παρά να χαρακτηριστεί ως απαράδεκτη μεταχείριση προς το διοικούμενο, να υποχρεώνεται με βάση το Νόμο να υφίσταται εξέταση από Ιατροσυμβούλιο, εμφανώς για να διαπιστωθεί η ικανότητά του να οδηγεί, να επιτυγχάνει στην εξέταση, να πληροφορείται ότι λόγω τούτου μπορεί να οδηγεί με ασφάλεια και ότι του επιτρέπεται να οδηγεί, η δε κατάστασή του θα επανεξετασθεί μετά ένα χρόνο, και χωρίς άλλο λόγο ή αιτία να καλείται για εξέταση της ικανότητάς του να οδηγεί, για άγνωστους τώρα λόγους, μετά από ενάμιση μήνα.

 

Ορθά και δικαιολογημένα είναι που ο αιτητής προβάλλει έλλειψη αιτιολογίας, τόσο για την απόφαση όπως ο αιτητής κληθεί και επανακληθεί σε εξέταση, όσο και για την προσβαλλόμενη απόφαση αναστολής της άδειας οδήγησής του. Όπως προβάλλεται στη γραπτή αγόρευση των καθ΄ων η αίτηση, ο Αν. Διευθυντής του Τ.Ο.Μ., με επιστολή του ημερομηνίας 29.9.2008 προς τους δικηγόρους του αιτητή, τους εξήγησε το Νόμο και τους λόγους για τους οποίους προχώρησε σε μια τέτοια απόφαση. Όμως η αιτιολογία η οποία είχε δοθεί στην επιστολή εκείνη πόρρω απέχει από του να ικανοποιήσει τα νομολογιακά κριτήρια επαρκούς νομικά αιτιολογίας. Απλά ανέφερε ότι:

 

".. Υπάρχουν συγκεκριμένες περιστάσεις που περιλαμβάνονται στο προαναφερόμενο άρθρο, με βάση τις οποίες ο πελάτης σας καλέστηκε για εξέταση. Αυτές σχετίζονται με την οδική του συμπεριφορά και την κατάσταση της υγείας του."

 

Οι πιο πάνω "περιστάσεις" όμως τις οποίες επικαλέστηκαν οι καθ΄ων η αίτηση δεν είναι "συγκεκριμένες περιστάσεις" όπως ορίζει το άρθρο 30(2) του Νόμου. Οι οποιεσδήποτε περιστάσεις, δυνάμει του άρθρου 30(2), ασφαλώς και πρέπει να σχετίζονται με την οδική συμπεριφορά του ατόμου ή την κατάσταση της υγείας του, διότι έτσι ορίζει ο νόμος. Το θέμα είναι ποιες "συγκεκριμένες περιστάσεις" ήταν που ευαισθητοποίησαν τους καθ΄ων η αίτηση και τέτοιες σίγουρα δεν έχουν επεξηγηθεί.

 

Βέβαια, προβάλλεται στην επιστολή και στην Ένσταση, η θέση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση της αναστολής ισχύος της άδειας οδήγησης του αιτητή, εδικαιολογείτο από τη μη παρουσία του προς εξέταση της ικανότητάς του όταν κλήθηκε προς τούτο σε τέσσερις διαδοχικές περιπτώσεις και παρέλειψε να παραστεί. Πέραν του ότι κατά τις τρεις πρώτες φορές ο αιτητής δεν παρέλειψε απλά να παραστεί, αλλ΄ είχε ζητήσει αναβολή υποστηριζόμενη από ιατρική βεβαίωση, η οποία και εγκρίθηκε από τους καθ΄ων η αίτηση, παρατηρώ και τα εξής: Αφ΄ ης στιγμής, ένα πρόσωπο καλείται με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 30(2) του περί Άδειας Οδήγησης Νόμου του 2001 να εξεταστεί για εξασφάλιση πιστοποιητικού ικανότητας, θα πρέπει ταυτόχρονα, ή τουλάχιστον όταν το ζητήσει, όπως εδώ, να του κοινοποιούνται και οι λόγοι για τους οποίους καλείται για εξέταση. Ο ίδιος ο νόμος προβλέπει για μια πλειάδα περιστάσεων λόγω των οποίων ένας οδηγός μπορεί να κληθεί για εξέταση. Μπορεί να είναι λόγοι "οδικής συμπεριφοράς", λόγοι "ηλικίας" ή "κατάσταση υγείας" κλπ. Έχει κάθε δικαίωμα να γνωρίζει ο οδηγός τι ήταν που οδήγησε στην αμφισβήτηση της ικανότητάς του να οδηγεί, έτσι ώστε να γνωρίζει και περί του τι θα έχει να αντιμετωπίσει ή πως θα αντιδράσει στην κλήση. Εδώ, στην περίπτωση του αιτητή, κανένας λόγος δεν του είχε δοθεί γιατί εκαλείτο να εξεταστεί. Αυθαίρετα και αναιτιολόγητα ανέφερε η επιστολή τα εξής:

 

". σας καλώ να προσέλθετε για εξέταση στο γραφείο Εξεταστών Οδηγών, Παλαιός δρόμος Λευκωσίας-Λεμεσού (Κέντρο Επιθεωρήσεως Μηχανοκινήτων Οχημάτων) Λευκωσία την ..... και ώραν ..... για να αποδειχθεί κατά πόσο είστε κατάλληλο πρόσωπο να κατέχετε άδειαν οδηγού σύμφωνα με τον περί Άδειας Οδήγησης Νόμο.."

 

 

Στις επιστολές με τις οποίες εκαλείτο ο αιτητής να εξεταστεί δεν γινόταν καμιά αναφορά ως προς ποιος λόγος, γενικός έστω, συνέτρεχε στη λήψη της απόφασης να παρουσιαστεί προς εξέταση της ικανότητάς του να οδηγεί.

 

Οι καθ΄ων η αίτηση επικαλούνται επίσης ως νομική βάση της τελικής προσβαλλόμενης απόφασης τους περί αναστολής της ισχύος της άδειας οδήγησης του αιτητή, τις πρόνοιες του άρθρου 40(1)(β) του Νόμου, σύμφωνα με το οποίο ο Έφορος μπορεί:

 

". με σχετική αιτιολογημένη απόφασή του να αναστείλει ή να ακυρώσει την ισχύ οποιασδήποτε άδειας οδήγησης .... σε περίπτωση κατά την οποία -

(α) ........

(β) κρίνεται από τον Έφορο ότι θα ήταν επικίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια να χορηγηθεί ή να παραμείνει σε ισχύ τέτοια άδεια."

 

 

Τονίζονται εδώ οι λέξεις ". με σχετική αιτιολογημένη απόφασή του.". Διαπιστώνεται ότι στην παρούσα περίπτωση, καμιά αιτιολογία δεν δόθηκε ως προς το γιατί κρίθηκε ότι θα ήταν επικίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια να παραμείνει σε ισχύ η άδεια του αιτητή. Η τυχόν εξήγηση ότι παρέλειψε να παρευρεθεί όταν κλήθηκε για εξέταση, πέραν του ότι δεν συνεπάγεται αφ΄ εαυτής ότι συνιστούσε ο αιτητής κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια, επαναλαμβάνεται ότι δεν του είχε λεχθεί για ποιο λόγο θα έπρεπε να είχε εξεταστεί.

 

Όπως επανειλημμένα έχει νομολογηθεί για κάθε διοικητική πράξη πρέπει να δίδεται επαρκής αιτιολογία. Μεταξύ άλλων και στην υπόθεση Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 270, τονίστηκε ότι η αιτιολογία δεν πρέπει να περιορίζεται σε γενικούς χαρακτηρισμούς που μπορούν να εφαρμοστούν σε κάθε περίπτωση και απλά επαναλαμβάνουν τις διατάξεις του Νόμου. (Βλ. επίσης Papadopoulos v. Republic (1982) 3 CLR 1070).

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει νομικά λόγω έλλειψης αιτιολογίας. Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται με €1.200 έξοδα υπέρ του αιτητή, πλέον ΦΠΑ.

 

 

Κ. Κληρίδης,

Δ.

 

 

 

 

 

/ΧΤΘ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο