ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.1368/2007)
8 Σεπτεμβρίου, 2009
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΜΕΛΙΟΥ & IΩAKEIM ΛTΔ
Αιτητές,
-και -
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, μέσω
1. Του υπουργικού Συμβουλίου, και
2. Του υπουργού Εσωτερικών
Καθ΄ων η αίτηση.
------------------------
Ι.Νικολάου, για τους Αιτητές.
Γ.Χ΄Χάννα (κα.) - δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής των αιτητών κατά της απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής να αρνηθεί την ανανέωση και ή χορήγηση πολεοδομικής αδείας στο λατομείο εξόρυξης αργίλου στο Τσέρι ήταν η αιτία για την καταχώριση της παρούσας προσφυγής.
Οι αιτητές είναι κάτοχοι προνομίου λατομείου με βάση το κεφάλαιο 270 και διατηρούν λατομεία αργίλου στο Τσέρι από το 2002. Η δραστηριότητα των αιτητών είχε πολεοδομική άδεια με αριθμό ΛΕΥ/0109/2002. Στις 15.4.2005 οι αιτητές υπέβαλαν αίτηση προς την Πολεοδομική Αρχή (Επαρχιακός Λειτουργός τμήματος πολεοδομίας και Οικήσεως, Λευκωσία) με την οποία ζητούσαν τη χορήγηση πολεοδομικής αδείας για λατομείο εξόρυξης αργίλου στα τεμάχια με αριθμό 334, 344 και 345, Φ/Σχ.ΧΧ.54.W1, τμήμα 8 Η στο Τσέρι.
Στις 31.3.2006 η πολεοδομική αρχή αποφάσισε να αρνηθεί τη χορήγηση αδείας επειδή, τα συγκεκριμένα τεμάχια βρίσκονται μέσα στην Κτηνοτροφική Ζώνη Δ.1 και επίσης γιατί δεν είχε εξασφαλιστεί η σύμφωνη γνώμη της οικίας Τοπικής Αρχής και του Επάρχου Λευκωσίας. Εναντίον της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης οι αιτητές υπέβαλαν ιεραρχική προσφυγή με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 31 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου. (Ν.90/72).
Το Υπουργείο Εσωτερικών αφού ζήτησε και εξασφάλισε τις απόψεις της πολεοδομικής αρχής, του Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως και του Επάρχου Λευκωσίας ετοίμασε σχετικό σημείωμα προς την υπουργική επιτροπή ημερ. 24.5.2007. Η αρμόδια υπουργική επιτροπή στη συνεδρία της ημερ. 21.6.2007 εξέτασε την ιεραρχική προσφυγή και αποφάσισε την απόρριψη κρίνοντας ως ορθή την απόφαση της πολεοδομικής αρχής.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών υποστήριξε ότι η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη και αντίκειται προς το άρθρο 26(1) του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου Ν.158(I)/99). Ως πράξη δυσμενής για το διοικούμενο απαιτείται, συνέχισε ο συνήγορος να αιτιολογείται και να καταγράφεται η σχετική αιτιολογία στο σώμα της απόφασης. Η παραβίαση αυτή αποτελεί παράβαση ουσιώδους τύπου που πρέπει να οδηγήσει σε ακύρωση της πράξης.
Η αναφορά στην απόφαση ότι η κρίση της πολεοδομικής αρχής ήταν ορθή, ουσιαστικώς επαναλαμβάνει τις διατάξεις του Νόμου. Από την ίδια την απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου Τσερίου, με την οποία είχε αποφασίσει να μη συστήσει έγκριση της πολεοδομικής αδείας για λατομείο που υπέβαλαν οι αιτητές, η οποία κατατέθηκε ως τεκμήριο 2 απουσιάζει πλήρως η αιτιολογία. Επειδή πρόκειται περί συνθέτου πράξεως ελέγχεται και η προπαρασκευαστική γι΄αυτό το Δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει και τη γνώμη του Επάρχου και την άποψη του Διευθυντή Πολεοδομίας και Οικήσεως και της πολεοδομικής αρχής για να διαπιστώσει ότι πουθενά δεν υπάρχει αιτιολογία για τη ληφθείσα απόφαση.
Η πράξη της διοίκησης είναι αρκούντως αιτιολογημένη, υποστήριξε η συνήγορος της Δημοκρατίας, αφού εν πάση περιπτώσει η αιτιολογία μπορεί να εξαχθεί και από το περιεχόμενο του φακέλου. Η φύση της αιτιολογίας είναι θέμα βαθμού. Η διαδικασία και ο τρόπος έρευνας που θα ακολουθηθεί ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης και το Δικαστήριο ελέγχει αν η έρευνα ήταν επαρκής ή η δέουσα. Στη σχετική απόφαση φαίνεται πλήρως η αιτιολογία απόρριψης, κατέληξε επί του προκειμένου.
Σε σχέση με την ουσία, οι πρόνοιες του περί Πολεοδομίας ή Χωροταξίας (Εκχώρηση Εξουσιών) Διάταγμα 2004, ΚΔΠ 725/2004), προσδιορίζουν ότι για να δοθεί άδεια για λατομική ανάπτυξη πρέπει να εξασφαλιστεί η γνώμη της τοπικής αρχής. Το γεγονός ότι ζητήθηκε και η άποψη άλλων οργάνων δεν δικαιολογεί απεμπόληση δικαιωμάτων από πλευράς της Υπουργικής Επιτροπής.
Οι καθ΄ων η αίτηση άσκησαν κακώς τη διακριτική τους ευχέρεια παραβιάζοντας τις πρόνοιες του άρθρου 44(3) του Ν.158/99, υποστήριξε ο συνήγορος των αιτητών. Η απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου είναι γενική και αόριστη και απλώς δηλώνεται ότι δεν επιθυμεί την ύπαρξη και λειτουργία λατομείων. Δεν λήφθηκε υπόψη είπε η δήλωση πολιτικής και διαπιστώνεται, είπε ο συνήγορος μια αιφνίδια μεταβολή της τοπικής αρχής αφού είχε επιτρέψει τη δημιουργία λατομείου στους αιτητής στο συνορεύον τεμάχιο 345 για την περίοδο 2001-2006. Ταυτοχρόνως, η ίδια τοπική αρχή έδωσε τη συγκατάθεση της για την έκδοση λατομικών αδειών σε συνορεύοντα τεμάχια προς τρίτα πρόσωπα.
Η Δημοκρατία στο σημείο αυτό υποστηρίζει ότι η απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου ήταν συγκεκριμένη και είχε σχέση με τη λειτουργία λατομείου. Ο λόγος δε που αρνήθηκαν είναι γιατί τα συγκεκριμένα τεμάχια βρίσκονται σε κτηνοτροφική ζώνη, όπου καμία άλλη ανάπτυξη εκτός της κτηνοτροφικής, δεν επιτρεπόταν. Ούτε υπάρχει οποιοδήποτε κώλυμα στη διαφοροποίηση της θέσης της διοίκησης, κατέληξε η συνήγορος.
Στην απόφαση της διοίκησης εμφιλοχώρησε πλάνη περί τα πράγματα γιατί υποστήριξε ο συνήγορος του αιτητή η απόφαση βασίστηκε σε προπαρασκευαστικές πράξεις που δεν αποκαλύπτουν πλήρως τα γεγονότα αφού η τοπική αρχή έδωσε τη συγκατάθεση της και χορηγήθηκαν πολεοδομικές άδειες για λατόμευση σε συνορεύοντα τεμάχια 6 μήνες προηγουμένως. Τα τεμάχια αυτά ήταν και πάλι σε κτηνοτροφική ζώνη. Η παράλειψη της διοίκησης να ζητήσει διευκρινίσεις στοιχειοθετεί την πλάνη περί τα πράγματα.
Για να στοιχειοθετηθεί πλάνη περί τα πράγματα απαιτείται, υποστήριξε η συνήγορος της Δημοκρατίας, αντικειμενική ανυπαρξία των πραγματικών περιστατικών και προϋποθέσεων διαπιστούμενη άνευ του στοιχείου της υποκειμενικής κρίσης. Σε κανένα σημείο δεν έχει καταδειχθεί από τους αιτητές σε ποια διάταξη προσκρούει η απόφαση ή ποιον αλλότριο σκοπό επιχείρησε να εξυπηρετήσει.
Η παραχώρηση αδειών λατόμευσης 6 μήνες πριν την απορριπτική τοποθέτηση του τοπικού συμβουλίου στην προσπάθεια των αιτητών να εξασφαλίσουν πολεοδομική άδεια παραβιάζει την αρχή της ισότητας και αντίκειται στις πρόνοιες της χρηστής διοίκησης όπως αυτές διασφαλίζονται με βάση το άρθρο 38(1) και (2) του Ν.158(1)/99.
Η συνήγορος της Δημοκρατίας αντιπρότεινε ότι ο πιο πάνω ισχυρισμός δεν τεκμηριώνεται επαρκώς έτσι ώστε να μπορεί το Δικαστήριο να διαπιστώσει τον τρόπο και το λόγο χορήγησης αδείας σε τρίτους.
Η μη παραχώρηση της ζητηθείσας αδείας στερεί τους αιτητές από το να ασκήσουν το δικαίωμα της ελεύθερης επαγγελματικής δραστηριότητας όπως αυτό καλύπτεται από το άρθρο 25 του συντάγματος κατέληξε ο συνήγορος των αιτητών. Η όποια στέρηση θα επιβληθεί, θα πρέπει είπε, να εξειδικεύει τους λόγους για τους οποίους γίνεται.
Ουδεμία στέρηση του συγκεκριμένου δικαιώματος των αιτητών υπήρξε, είπε η συνήγορος της Δημοκρατίας, αφού η άδεια λατόμευσης δόθηκε, έχοντας πάντα ημερομηνία λήξης. Η χορήγηση άδειας εδράζεται πάντοτε σε συγκεκριμένα προκαθορισμένα κριτήρια που δεν έχουν σχέση με την άσκηση οποιουδήποτε επαγγέλματος.
Το πρώτιστο θέμα που θα με απασχολήσει είναι η επάρκεια της δοθείσας αιτιολογίας, ως θεμελιώδους σημασίας θέμα για τη διενέργεια του δικαστικού ελέγχου. Η αιτιολογία θα επιτρέψει στο Δικαστή να ελέγξει αν η διοίκηση, και στην προκείμενη περίπτωση η Υπουργική Επιτροπή, ενήργησε σύμφωνα με το Νόμο ή κατά παράβαση του. Βλ. Νικολάου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 209. Όπως με σαφήνεια τονίζεται στο σύγγραμμα του Π.Δ.Δαγτόγλου Γενικό Διοικητικό Δίκαιο 4η έκδοση στην παρ.636:
«Αιτιολογία μιας δικαστικής πράξης αποτελεί την έκθεση των πραγματικών και νομικών λόγων που οδήγησαν στην απόφαση καθώς και παράθεση των κριτηρίων βάσει των οποίων άσκησε η διοίκηση τη διακριτική της ευχέρεια.
Απορρέει από την έννοια του κράτους δικαίου.
Ο πολίτης δεν είναι «διοικούμενος» αλλά υποκείμενο δικαίου.
Πρέπει να είναι επαρκής σαφής και ειδική Γενικές σκέψεις κρίνονται ανεπαρκής αιτιολογία.»
Το παράπονο αρχικώς που εκφράζεται από τους αιτητές επικεντρώνεται στην ίδια τη δοθείσα αιτιολογία της απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής, όπως αυτή περιλαμβάνεται στο σχετικό απόσπασμα των πρακτικών με αριθμό 2.4 ημερ. 21.06.2007.
Δεν συμφωνώ με την εισήγηση των Αιτητών. Δεν είναι απαραίτητο να συμπεριλαμβάνεται το πλήρες κείμενο των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη από το αρμόδιο όργανο, εφόσον είναι ευκόλως αντιληπτό σε ποια στοιχεία ή γεγονότα στηρίχτηκε η συγκεκριμένη επιτροπή για να οδηγεί στην απόφαση της.
Στην προκείμενη περίπτωση, σαφώς δηλώνεται ότι λήφθηκε υπόψη και μελετήθηκε το σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών (64/4) που ετοιμάστηκε επί του θέματος.
Διαπιστώνω ότι υπάρχει επαρκής και σαφής αιτιολογία, αφού σημειώνεται ότι λήφθηκε υπόψη το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και οι απόψεις των εμπλεκομένων.
Το δεύτερο σκέλος του ιδίου επιχειρήματος των αιτητών εδράζεται στην ανεπάρκεια της αιτιολογίας που δόθηκε από την οικεία Τοπική Αρχή, στην προκείμενη περίπτωση, του Τσερίου.
Όπως προνοείται στον Καν.81 της ΚΔΠ725/2004.
«Η πολεοδομική Αρχή», ... «θα ασκεί την εξουσία αυτή..», επομένως τίθεται προστακτικά η αναγκαιότητα, «μόνο αφού προηγουμένως εξασφαλίσει τη σύμφωνη γνώμη της οικίας Τοπικής Αρχής».
Με γνώμονα αυτή τη δεσμευτική κανονιστική υποχρέωση και έχοντας υπόψη ότι πρόκειται περί σύνθετης διοικητικής πράξης θα εξετάσω την επάρκεια της δοθείσας από την Τοπική Αρχή Τσερίου αιτιολογία. (βλ.Γεωργαλλής ν. Δημοκρατία (1999) 3 Α.Α.Δ. 279). Με βάση το Τεκμ.2, η εισήγηση προς την πολεοδομική αρχή ήταν αρνητική, επειδή:
«Το Συμβούλιο αποφάσισε να μην συστήσει την έγκριση της πολεοδομικής άδειας για τα πιο κάτω λατομεία:
......
Το Συμβούλιο αποφάσισε επίσης όπως ζητήσει από τον ΄Επαρχο να έχει υπόψη του σε περίπτωση υποβολής νέων αιτήσεων δεν επιθυμεί την έκδοση καμιάς πολεοδομικής άδειας λατομείου στα όρια της Κοινότητας Τσερίου επειδή έχουμε ήδη πολλά προβλήαμτα από τη λειτουργία των υφιστάμενων και παλαιότερων λατομείων.»
Δεν βρίσκω ότι έχει έρεισμα το παράπονο των αιτητών. Δίδονται επαρκείς λόγοι που άπτονται τόσο της Δήλωσης Πολιτικής αφού πρόκειται για κτηνοτροφική περιοχή όσο και για τα υπάρχοντα προβλήματα στην περιοχή.
Σε συνάρτηση με το προταθέντα λόγο της κακής άσκησης της διακριτικής ευχέρειας των Καθ΄ων η αίτηση, που ουσιαστικά επικεντρώθηκε στη λανθασμένη ερμηνεία της Δήλωσης Πολιτικής και τη μη αξιολόγηση του γεγονότος ότι δόθηκαν κατά τους προηγηθέντας της απόφασης έξι μήνες, άλλες παρόμοιες άδειες για λατόμευση, βρίσκω ότι η θέση αυτή είναι ανεδαφική. Όπως σαφώς καταγράφεται στο Σημείωμα (64/4) του Υπουργείου Εσωτερικών, όλα τα πιο πάνω δεδομένα είχαν αναγραφεί και αναλυθεί, σε έκταση που απετέλεσαν ένα μέρος του σκεπτικού της απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής.
Ούτε το επιχείρημα για ύπαρξη πλάνης περί τα πράγματα συντρέχει αφού για να στοιχειοθετηθεί τέτοιος λόγος ακύρωσης πρέπει να αποδεικνύεται αντικειμενικώς (χωρίς δηλαδή ουσιαστική κρίση) η ανυπαρξία πραγματικών ή νομικών καταστάσεων που έλαβε υπόψη του το διοικητικό όργανο κατά τη λήψη της απόφασης. (βλ. Α.Ε.1409, Δημοκρατία ν. Κασσέρα, ημερ. 31.1.96.
Στην προκείμενη περίπτωση τέθηκε ενώπιον της Υπουργικής Επιτροπής η χορήγηση άλλων αδειών και έγινε ανάλυση των δεδομένων της Δήλωσης Πολιτικής σε συνάρτηση με τη συγκεκριμένη περιοχή Τσερίου.
Το προβληθέν επιχείρημα περί ελλείψεως ίσης μεταχείρισης άλλων υποβληθέντων αιτήσεων για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για εξόρυξη αργίλου, δεν έχει τεκμηριωθεί επαρκώς, έτσι ώστε να μπορεί να εξεταστεί. Ούτε επίσης μπορεί να στηριχθεί το επιχείρημα περί περιορισμού του δικαιώματος άσκησης επαγγέλματος. Η ύπαρξη των όποιων περιορισμών ουδόλως στην προκείμενη περίπτωση ισοδυναμεί με στέρηση.
Συνακόλουθα η προσφυγή θα πρέπει να αποτύχει. Η απόφαση επικυρώνεται. Η προσφυγή απορρίπτεται. Ποσό €1.500,00 ως έξοδα επιδικάζονται υπέρ των καθ΄ων η αίτηση και εναντίον των αιτητών.
Κ.Παμπαλλής,
Δ.
/ΜΑ