ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Φράγκου Στέφανος ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 270
Ήρωα Angela Siomina ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 307
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 141(I)/2002 - Ο περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμος του 2002
Ν. 43/1967 - Ο περί του Πολίτου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νόμος του 1967
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1204/2007)
24 Ioυλίου 2009
[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δικαστής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 24, 25, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ELISA SANTELLA PURISIMA,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ
2. ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
Κ. Γεωργιάδου (κα), για την Αιτήτρια.
Λ. Ουστά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η Αιτήτρια, υπήκοος των Φιλιππινών, ήρθε στην Κύπρο στις 17.10.1996, με προσωρινή άδεια, για να εργαστεί ως οικιακή βοηθός σε συγκεκριμένο εργοδότη. Στη συνέχεια της παραχωρήθηκε προσωρινή άδεια παραμονής και εργασίας μέχρι 8.1.1999. Ακολούθως εξασφάλισε διαδοχικά άδειες παραμονής και εργασίας σε διαφορετικούς εργοδότες, και πάλι ως οικιακή βοηθός, μέχρι 17.10.2005. Πριν από τη λήξη της προσωρινής άδειας εργασίας της, και συγκεκριμένα στις 27.9.2004, η Αιτήτρια υπέβαλε, μέσω του συνηγόρου της, αίτηση για πολιτογράφησή της. Η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης (η Διευθύντρια) σε σημείωμα της προς τον Υπουργό Εσωτερικών, ανέφερε μεταξύ άλλων τα εξής:
«6. Η άδεια παραμονής και εργασίας της κας PURISIMA Elisa Santella έχει λήξει από τις 17.10.2005 (Ερ. 186). Έκτοτε δεν έχει ανανεώσει την άδεια παραμονής και εργασίας της, με αποτέλεσμα να διαμένει παράνομα στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
7. Ο Έπαρχος Λευκωσίας αναφέρει ότι η αιτήτρια είναι πρόσωπο καλού χαρακτήρα με ευγενικούς τρόπους συμπεριφοράς. Μιλά ελάχιστα την Ελληνική γλώσσα, αλλά φαίνεται ότι δεν έχει προσαρμοσθεί με το κυπριακό κοινωνικό σύνολο και δεν έχει συνηθίσει τα ήθη και έθιμα του τόπου μας (Ερ. 204-203).
8. Ο Αρχηγός της Αστυνομίας δεν συστήνει την αίτηση για τους ίδιους λόγους με τον Έπαρχο Λευκωσίας, και επειδή η αιτήτρια δεν έχει κανένα γενεαλογικό δεσμό με την Κύπρο. (Ερ. 207-206).
9. Ο Διοικητής της ΚΥΠ διευκρινίζει ότι από έρευνα που διεξήγαγε η Υπηρεσία του για την αιτήτρια δεν διαπιστώθηκε να έχει απασχολήσει τις αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας και δεν εντοπίστηκε τίποτα σε βάρος της από πλευράς ασφάλειας του κράτους (Σημ. (24)).
10. Παρά το ότι η αιτήτρια κατέχει τα τυπικά προσόντα παραμονής που απαιτούνται από τον Νόμο για Πολιτογράφηση της ως πολίτιδας της Κυπριακής Δημοκρατίας (Ερ. 205), διαπιστώνω ότι η σχέση της αιτήτριας με την Κυπριακή Δημοκρατία είναι περισσότερο εργασιακή. Περαιτέρω, με την παραχώρηση της κυπριακής υπηκοότητας στην αιτήτρια, οι αρχές θα απολέσουν κάθε έλεγχο σ΄αυτήν που υπαγορεύεται από τη μεταναστευτική πολιτική του κράτους για θέματα απασχόλησης.
11. Έχω τη γνώμη ότι η εκπλήρωση των τυπικών προσόντων που καθορίζει ο Τρίτος Πίνακας του Ν. 141(Ι)/2002 δεν εξυπακούει αυτόματα και την έγκριση της αίτησης για πολιτογράφηση. Επειδή η Κυπριακή Δημοκρατία διατηρεί νομολογημένα το κυρίαρχο δικαίωμα ελέγχου του είδους του καθεστώτος που παραχωρείται σε αλλοδαπούς που επιθυμούν να παραμείνουν στη χώρα, και έχοντας υπόψη ότι τέθηκε σε ισχύ στην Κυπριακή Δημοκρατία η οδηγία της Ε.Ε. για το καθεστώς των επί μακρώ διαμενόντων, δεν κρίνω ορθή την παραχώρηση της υπηκοότητας σε έναν αιτητή απλά και μόνο γιατί κατάφερε να συμπληρώσει το χρονικό διάστημα παραμονής που απαιτεί ο νόμος. Εξάλλου, η αιτήτρια από τις 17.10.2005 διαμένει παράνομα στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
12. Σύμφωνα με το άρθρο 111 του Ν. 141(Ι)/2002 με το οποίο έχετε την εξουσία να παραχωρείτε σε αιτητές πιστοποιητικό πολιτογράφησης και λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία αυτής της περίπτωσης, εισηγούμαι απόρριψη της Πολιτογράφησης της κας Purisima Elisa Santella, επειδή η αιτήτρια παρά το ότι επιθυμεί την υπηκοότητα εντούτοις δεν σεβάστηκε τους Νόμους της Κυπριακής Δημοκρατίας, γι΄αυτό θεωρώ ότι αυτή δεν ικανοποιεί την προϋπόθεση καλού χαρακτήρα του Τρίτου Πίνακα του υπό αναφορά νόμου.»
Στη συνέχεια ο Υπουργός, αφού εξέτασε την υπόθεση, υιοθέτησε πλήρως το σημείωμα της Διευθύντριας και απέρριψε την αίτηση.
Η Αιτήτρια με την προσφυγή της αμφισβητεί τη νομιμότητα της πιο πάνω απόφασης και ισχυρίζεται ότι αυτή λήφθηκε υπό καθεστώς πλάνης, και χωρίς τη δέουσα έρευνα. Λαμβάνοντας υπόψη, εισηγείται, ότι κατά το χρόνο που αυτή υπέβαλε την αίτηση της για πολιτογράφηση βρισκόταν νόμιμα στην Κύπρο και ακολούθως έγινε κάτοχος Κυπριακής ταυτότητας (5.4.2005), πεπλανημένα απορρίφθηκε το αίτημά της. Και εάν ακόμη, εισηγήθηκε, θεωρηθεί ότι μετά τις 17.10.2005 βρισκόταν παράνομα στην Κύπρο, για το γεγονός δεν ευθύνεται η ίδια αλλά οι Καθ΄Ων η Αίτηση οι οποίοι δεν εξέτασαν το αίτημα της έγκαιρα. Η ίδια υπέβαλε την αίτηση της για πολιτογράφησή στις 27.9.2004, δηλαδή πολύ πριν από τη λήξη της άδειας παραμονής της, και πήρε απάντηση μόλις στις 6.6.2007. Τα πιο πάνω, ανέφερε, και το γεγονός ότι στις 5.4.2005 της παραχωρήθηκε ταυτότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας, της δημιούργησαν την πεποίθηση ότι δεν απαιτείτο να πράξει οτιδήποτε άλλο εν αναμονή απάντησης στο αίτημα της για πολιτογράφηση. Κατέληξε ότι, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, τα γεγονότα όπως εξελίχθηκαν δεν φανερώνουν έλλειψη σεβασμού στους νόμους της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Σύμφωνα με τον περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμο του 2002 (Ν. 141(Ι)/2002) (ο Νόμος), σε αλλοδαπούς νόμιμους κάτοικους Κύπρου, ανεξάρτητα αν αυτοί έχουν τη μόνιμη ή προσωρινή διαμονή τους στη Δημοκρατία, εκδίδεται κατόπιν αιτήματός τους δελτίο ταυτότητας η χρονική διάρκεια του οποίου, αν ο Αιτητής είναι πέραν των 18 ετών είναι 10 χρόνια (άρθρα 60(1)(γ) και 63(1)). Η Αιτήτρια, καθώς προκύπτει από τα γεγονότα, υπέβαλε αίτηση και εφ΄όσον ήταν πέραν των 18 ετών της παραχωρήθηκε ταυτότητα μέχρι το 2015. Προκύπτει από το άρθρο 2 του Νόμου ότι «Αρχείο Πληθυσμού» σημαίνει «το Αρχείο στο οποίο θα συλλέγονται και συγκεντρώνονται τα προσωπικά στοιχεία για το σύνολο των κατοίκων της Κύπρου» χωρίς να παρέχονται στον κάτοχο της ταυτότητας οποιαδήποτε δικαιώματα.
Η αίτηση για πολιτογράφηση προβλέπεται στο άρθρο 111 του Νόμου το οποίο έχει ως εξής:
«111. Ο Υπουργός, όταν υποβληθεί σ' αυτόν αίτηση κατά τον καθορισμένο τύπο και τρόπο από οποιοδήποτε αλλοδαπό ενήλικα και με πλήρη ικανότητα, ο οποίος ικανοποιεί τον Υπουργό ότι κατέχει τα προσόντα για πολιτογράφηση σύμφωνα με τις διατάξεις του Τρίτου Πίνακα, δύναται να χορηγήσει σ' αυτόν πιστοποιητικό πολιτογράφησης. Το πρόσωπο αυτό, στο οποίο χορηγείται το πιστοποιητικό πολιτογράφησης, μόλις δώσει επίσημη διαβεβαίωση πίστεως στη Δημοκρατία, στον τύπο που καθορίζεται στο Δεύτερο Πίνακα, καθίσταται πολίτης της Δημοκρατίας κατόπιν πολιτογράφησης, από την ημερομηνία κατά την οποία χορηγείται σ' αυτόν το πιο πάνω πιστοποιητικό:»
Στην παράγραφο 1 του Τρίτου Πίνακα - (Άρθρο 111) - του Νόμου - (Προσόντα για Πολιτογράφηση) - προβλέπονται τα εξής:-
«1. Με την τήρηση των διατάξεων της αμέσως προηγούμενης παραγράφου, τα προσόντα για πολιτογράφηση αλλοδαπού που αιτείται τέτοια πολιτογράφηση, είναι τα ακόλουθα:
..............................
Νοείται ότι ... οικιακοί βοηθοί, ... που διαμένουν στη Δημοκρατία αποκλειστικά με σκοπό την εργασία, ... πρέπει, κατά τη διάρκεια των αμέσως προηγούμενων τουλάχιστον επτά ετών να συγκεντρώνουν συνολική διαμονή στη Δημοκρατία τουλάχιστον επτά ετών, από την οποία το ένα έτος αμέσως πριν την ημερομηνία υποβολής της αίτησης τους η διαμονή του να είναι συνεχής.
(γ) είναι καλού χαρακτήρα, και
..............................»
Στην ΄Ηρωα ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 307, σε σχέση με το ζήτημα των πολιτογραφήσεων, παρά το γεγονός ότι αυτή αποφασίστηκε στη βάση του προηγούμενου νομικού καθεστώτος, δηλαδή του ΄Αρθρου 5(2) του περί Πολίτου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νόμου του 1967, (Ν. 43/67), (όπως τροποποιήθηκε), ο οποίος καταργήθηκε από το Ν. 141(Ι)/2002, αναφέρονται τα εξής:- (σελ. 315-316)
«Το αναφερθέν άρθρο 5(2) του Νόμου δεν παρέχει στον αλλοδαπό δικαίωμα πολιτογράφησης. Του παρέχει το δικαίωμα να αποταθεί για πολιτογράφηση όπου θεωρεί ότι συντρέχουν οι τιθέμενες σ' αυτό προϋποθέσεις. Και παρέχει στον Υπουργό την εξουσία να αποδεχθεί το αίτημα. Οπότε ο Υπουργός 'μπορεί να μεριμνήσει' για την πολιτογράφηση αλλοδαπού. Πρόκειται για κρατική εξουσία η οποία, σε αυτές τις περιπτώσεις, ασκείται νόμιμα εφόσον ασκείται καλόπιστα. Ο ασκών την εξουσία δεν παύει να ενεργεί καλόπιστα όπου η απόφαση του για τη μη πολιτογράφηση αλλοδαπού στηρίζεται μόνο σε λογική αμφιβολία και όχι σε ο,τιδήποτε πέραν αυτής. Εφόσον λοιπόν τηρείται η προϋπόθεση της καλής πίστης, η κρίση της διοίκησης αναγνωρίζεται ως προς τα άλλα να είναι απόλυτη. Το ίδιο όπως και στην περίπτωση εφαρμογής του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105 (όπως τροποποιήθηκε). Ισχύουν κατ' αναλογίαν και εδώ τα όσα ανέφερε ο Πικής, Δ., (όπως ήταν τότε) στην Amanda Marga v. Republic (1985) 3(D) C.L.R. 2583, στη σελ. 2587, τα οποία επικροτήθηκαν από την Ολομέλεια στη Moyo & Another v. Republic (1988) 3(B) C.L.R. 1203, και σε μεταγενέστερη νομολογία
Στην παρούσα περίπτωση το παράπονο της Αιτήτριας ότι η όποια τυχόν παρανομία στην παραμονή της στη Δημοκρατία υπάρχει αυτή οφείλεται στους Καθ΄Ων η Αίτηση οι οποίοι καθυστέρησαν να εξετάσουν το αίτημά της δεν ευσταθεί. Η Αιτήτρια, εάν οι Καθ΄Ων η Αίτηση καθυστερούσαν να να της απαντήσουν, είχε θεραπεία και δεν την ενεργοποίησε. Το γιατί δεν ενδιαφέρει τους σκοπούς της παρούσας. Ούτε το γεγονός της παραχώρησης στην Αιτήτρια ταυτότητας, μπορεί να διασυνδεθεί καθ΄οιονδήποτε τρόπο με την άδεια παραμονής και εργασίας της, και συνακόλουθα την προσβαλλόμενη απόφαση. Στα δελτία ταυτότητας ό,τι καταγράφεται είναι τα στοιχεία του κατόχου και τίποτα πέραν τούτου. Ειδικά στο δελτίο ταυτότητας της Αιτήτριας ρητά αναφέρεται ότι πρόκειται για αλλοδαπό πρόσωπο και ήταν γνωστό στην Αιτήτρια ότι η παραμονή και εργασία της στη Δημοκρατία τελούσε υπό την έγκριση της Διευθύντριας. Η ταυτότητά της δεν έχει σχέση με την άδεια παραμονής και εργασίας της όπως προσπάθησε να προωθήσει. Από την άδεια παραμονής της Αιτήτριας, τεκμήριο 12, προκύπτει ότι αυτή από 17.10.2005 βρισκόταν παράνομα στη Δημοκρατία. Το γεγονός αυτό λήφθηκε υπ΄όψη κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης και συνιστά την αιτιολογία απόρριψης του αιτήματος έτσι ώστε ο λόγος για έλλειψη αιτιολογίας δεν ευσταθεί. Όσον και αν η αιτιολογία στην επιστολή η οποία στάληκε στην Αιτήτρια ημερ. 6.6.2007 είναι συνοπτική, αυτή είναι σαφής εφ΄όσον τα επί μέρους στοιχεία υπάρχουν αναλυτικά στο φάκελο και τη συμπληρώνουν (βλ. Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 270).
Ούτε τα περί πλάνης κατά τη λήψη της απόφασης ευσταθούν. Ο Υπουργός, κατά την άσκηση της διακριτικής του εξουσίας, δεν έλαβε υπ΄όψη του οποιονδήποτε στοιχείο εξ αντικειμένου ανύπαρκτο ούτε παρέλειψε να λάβει υπ΄όψη του ουσιώδη πραγματικά γεγονότα. Τα περιλαμβανόμενα στην έκθεση της Διευθύντριας, την οποία υιοθέτησε, είναι απόλυτα σχετικά με την Αιτήτρια, αφορούν την εδώ παραμονή της, προέκυψαν δε σαν αποτέλεσμα δέουσας έρευνας.
Η προσφυγή απορρίπτεται με €800 έξοδα πλέον Φ.Π.Α. υπέρ των Καθ΄Ων η Αίτηση.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΚΧ»Π