ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 674/2006)

 

30 Ιουνίου, 2009

 

[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΑ  ΑΡΘΡΑ  28  ΚΑΙ  146  ΤΟΥ  ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

COSTAS  KYRIAKOU  &  SON  LTD

BUILDING  &  CIVIL  ENGINEERING  CONTRACTORS,

Αιτήτρια,

ν.

 

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ  ΑΡΧΗΣ  ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ,

Καθ' ης η Αίτηση.

________________________

 

Νίκος Ηλία, για την Αιτήτρια.

Μαριλένα Θεοκλήτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Καθ' ης η Αίτηση.

Μαργαρίτα Τιμόθη (κα), για Κωνσταντίνο Μέσσιο, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Με την παρούσα προσφυγή, οι αιτητές ζητούν όπως ακυρωθεί ως παράνομη η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, (η «Αναθεωρητική Αρχή»), ημερομηνίας 23/1/2006, με την οποία ιεραρχική προσφυγή τους εναντίον της απόφασης του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, (η «Αναθέτουσα Αρχή»), για κατακύρωση της Προσφοράς Αρ. Τ.Υ. 75/2005 (αντισεισμική αναβάθμιση και γενική συντήρηση του Λυκείου Κύκκου Β, Λευκωσία), στην εταιρεία Μ. Αχιλλέως Οικοδομική Λτδ., απορρίφθηκε.

 

Οι αιτητές, εργοληπτική εταιρεία, με άδεια να εκτελούν οικοδομικά έργα μέχρι Α΄ τάξης, ανταποκρινόμενοι σε προκήρυξη διαγωνισμού, στον οποίο αναφερόταν ρητά ότι το έργο ήταν Β΄ τάξης Οικοδομικό, υπέβαλαν, χωρίς διαμαρτυρία ή επιφύλαξη των δικαιωμάτων τους, προσφορά, στις 24/6/2005.  Πριν από την κατακύρωση της προσφοράς και, συγκεκριμένα, στις 20/9/2005, με επιστολή τους προς το Συμβούλιο Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Οικοδομικών και Τεχνικών ΄Εργων, (το «Συμβούλιο»), ανέφεραν ότι, μετά από δική τους μελέτη, διαπίστωσαν ότι το έργο του διαγωνισμού υπερβαίνει τα 5000 τ.μ., είναι,  δηλαδή, έργο Α΄ τάξης Οικοδομικό και το κάλεσαν όπως προβεί στις δέουσες ενέργειες.  Το Συμβούλιο, αφού εξέτασε το όλο ζήτημα, με επιστολή του ημερομηνίας 2/11/2005, προς τους αιτητές, ανέφερε ότι, μετά από διερεύνηση του όλου θέματος, αποφάσισε όπως κατατάξει το συγκεκριμένο έργο στη Β΄ τάξη Οικοδομικό.  Για την απόφασή του, ανέφερε, έλαβε υπόψη ότι για το κτήριο του Λυκείου Κύκκου Β΄, το οποίο ήταν δημόσιο, δεν είχε εκδοθεί πολεοδομική άδεια ή άδεια οικοδομής.

 

Οι αιτητές, ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής, υποστήριξαν ότι, εφόσον το υπό αναφορά έργο είναι πέραν των 5000 τ.μ., μόνο εργολήπτες Α΄ τάξης θα μπορούσαν να αναλάβουν την εκτέλεσή του και τούτο σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Οικοδομικών και Τεχνικών ΄Εργων Νόμου του 2001, (Ν. 29(Ι)/2001), (ο «Νόμος»).  ΄Ηταν ο ισχυρισμός τους ότι τόσο η απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής, που αφορά στην προκήρυξη του διαγωνισμού και το χαρακτηρισμό του έργου ως Β΄ τάξης Οικοδομικό, όσο και η μεταγενέστερη απόφαση του Συμβουλίου να το κατατάξει ως Β΄ τάξης και η τελική απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής για κατακύρωσή του σε εργολάβο Β΄ είναι λανθασμένες και αντίκεινται στις πρόνοιες του Νόμου, στον Πρώτο Πίνακα του οποίου ρητά αναφέρεται ότι, εφόσον το συνολικό εμβαδόν έργου υπερβαίνει τα 5000 τ.μ., αυτό πρέπει να χαρακτηρίζεται ως ΄Εργο Α΄ τάξης Οικοδομικό. 

 

Η Αναθεωρητική Αρχή, μετά από εξέταση του όλου θέματος, κατέληξε ως εξής:-

 

«Αφού ακούσαμε προσεκτικά και μελετήσαμε τα επιχειρήματα των μερών έχουμε καταλήξει στα εξής:

 

(1)  Το Συμβούλιο είναι το θεσμοθετημένο αρμόδιο όργανο για να αποφασίζει επί θεμάτων όπως το θέμα που είναι αντικείμενο της διαφοράς των Αιτητών και της Αναθέτουσας Αρχής στην παρούσα προσφυγή.  Είναι παραδεκτό το γεγονός ότι για το υπό αναφορά κτίριο δεν έχει εκδοθεί πολεοδομική άδεια ή άδεια οικοδομής.  Στην περίπτωση αυτή η τελευταία παράγραφος των Σημειώσεων του Πρώτου Πίνακα του Νόμου αναφέρει επί λέξει:  'Σε περίπτωση κατά την οποία για οποιοδήποτε λόγο δεν εκδόθηκε πολεοδομική άδεια ή άδεια οικοδομής αναφορικά με κάποιο οικοδομικό έργο, το Συμβούλιο αποφασίζει για την κατηγορία και την τάξη του από τα εις τη διάθεσή του στοιχεία.'  Και όπως αναφέρεται στην παράγρ. (ε) πιο πάνω το Συμβούλιο αποφάσισε σχετικά.

 

(2)    Σε  συνάρτηση  με  τα  αμέσως ανωτέρω αναφερόμενα θεωρούμε ότι δεν έχουμε εξουσία να κρίνουμε την ορθότητα της απόφασης του Συμβουλίου ούτε άλλωστε γνωρίζουμε τα γεγονότα και τον τρόπο που τα αξιολόγησε και που έλαβε υπόψη και ούτε προσβάλλεται ενώπιόν μας η απόφαση του για την οποία εν πάση περιπτώσει δεν έχουμε αρμοδιότητα να κρίνουμε.  Στο σημείο αυτό σημειώνουμε ότι δεν αποδεχόμαστε τον ισχυρισμό των Αιτητών ότι η απόφαση του Συμβουλίου είναι προπαρασκευαστική της προσβαλλόμενης ενώπιον μας απόφασης γιατί η απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής, όπως εκτίθεται και πιο πάνω, για την κατηγορία του έργου ελήφθη αρκετά πιο πριν από την απόφαση του Συμβουλίου και εν πάση περιπτώσει η φύση της απόφασης αυτής δεν μπορεί να είναι προπαρασκευαστική της προσβαλλόμενης απόφασης της Αναθέτουσας Αρχής.

 

3)  Οι Αιτητές έλαβαν μέρος στο διαγωνισμό χωρίς να υποβάλλουν οποιαδήποτε ένσταση ή να επιφυλάξουν τα δικαιώματα των και ως εκ τούτου θεωρούμε ότι κωλύονται τώρα να προβάλουν οποιαδήποτε αξίωση. 

 

        Συνακόλουθα με όλα τα πιο πάνω ευρήματα μας θεωρούμε ότι η Αναθέτουσα Αρχή δεν παραβίασε οποιαδήποτε διάταξη του ισχύοντος δικαίου ούτε και ενήργησε εκτός των πλαισίων του Νόμου και των σχετικών αρχών που διέπουν την προκήρυξη και κατακύρωση των προσφορών.  Ως εκ τούτου η παρούσα Ιεραρχική Προσφυγή δεν γίνεται αποδεκτή και η προσβαλλόμενη απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής επικυρώνεται.»

 

 

 

Οι αιτητές, για ακύρωση της πιο πάνω απόφασης, προβάλλουν λόγους, τόσο σε σχέση με την κατάταξη του έργου ως Β΄ τάξης Οικοδομικό όσο και σε σχέση με λόγους που αφορούν την κατάληξη της Αναθεωρητικής Αρχής ότι αυτή στερείται εξουσίας να κρίνει την ορθότητα της απόφασης του Συμβουλίου.

 

Η καθ' ης η αίτηση προβάλλει ότι οι αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος και/ή δε νομιμοποιούνται να προωθήσουν τους λόγους που αφορούν την κατάταξη του έργου στην προκήρυξη του διαγωνισμού ως Β΄ τάξης Οικοδομικό, και τούτο, κατ' επίκληση του δόγματος της επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας.  Υποστηρίζει ότι αυτοί, κατά την υποβολή της προσφοράς τους, γνώριζαν τους όρους του διαγωνισμού, συγκεκριμένα ότι το έργο ήταν Β΄ τάξης, και τους αποδέχθηκαν.  Ενώ, θα μπορούσαν, σύμφωνα με τον όρο 6(2) του διαγωνισμού, να υποβάλουν εισηγήσεις, σχόλια και παρατηρήσεις, αναφορικά με τα έγγραφα των προσφορών, εντός καθορισμένης προθεσμίας, δεν το έπραξαν.  Συνεπώς, δε νομιμοποιούνται, εκ των υστέρων, να αμφισβητούν τους όρους του διαγωνισμού.

 

Σ' ό,τι αφορά τους λόγους που αφορούν στην απόφαση του Συμβουλίου για κατάταξη του έργου ως Β΄ τάξης Οικοδομικό, η καθ' ης η αίτηση ισχυρίζεται ότι δεν τέθηκε ο,τιδήποτε ενώπιόν της από όσα τέθηκαν ενώπιον του Συμβουλίου, αλλά, ούτε και αν ετίθετο, είχε εξουσία να εξετάσει τη νομιμότητά της. 

 

Η Αναθεωρητική Αρχή, σύμφωνα με το εδάφιο (7) του ΄Αρθρου 56, του περί της Σύναψης Συμβάσεων (Προμήθειες, ΄Εργα και Υπηρεσίες) Νόμου του 2003 (Ν. 101(Ι)/2003), ο οποίος ψηφίστηκε, μεταξύ άλλων, για σκοπούς εναρμόνισης με την Οδηγία 89/665/ΕΟΚ, δε νομιμοποιείται να ζητήσει γεγονότα, παρά μόνο από την Αναθέτουσα Αρχή.

 

Στη Δημοκρατία ν. China Wanbao Engin. Corporation (2000) 3 Α.Α.Δ. 406, σε σχέση με το δόγμα της επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας, αναφέρονται τα εξής:- (σελ. 415-416)

 

«Είχε υποβληθεί από τη Δημοκρατία πρωτόδικα ότι, ειδικά για την εξέλιξη που σημειώθηκε κατ' ακολουθίαν του Καν. 21(στ) των περί Αποθηκών Κανονισμών, η αιτήτρια δεν διατηρούσε έννομο συμφέρον να θέτει ζήτημα δεδομένης της εν συνεχεία συμμετοχής της στη διαδικασία.  Στη δε έφεση της Δημοκρατίας τίθεται ως λόγος ότι η αιτήτρια, η οποία υπέβαλε προσφορά σύμφωνα με τους περί Αποθηκών Κανονισμούς, χωρίς διαμαρτυρία, 'εμποδίζεται και/ή δεν είχε έννομο συμφέρον να προβάλει ως λόγο ακυρώσεως τη συνταγματικότητα των Κανονισμών τους οποίους η ίδια εξεμεταλλεύθηκε προκειμένου να υποβάλει την προσφορά της'.

 

΄Εχουμε την άποψη, με κάθε εκτίμηση προς το συνάδελφο που επιλήφθηκε της υπόθεσης πρωτόδικα, ότι δεδομένης της εν προκειμένω συμμετοχής της αιτήτριας στο διαγωνισμό, αυτή δεν μπορούσε να προβάλει μετ' εννόμου συμφέροντος ζήτημα αντισυνταγματικότητας των εν λόγω Κανονισμών.  Αποκομίζοντας το όφελος της συμμετοχής στη διαδικασία δεν μπορούσε εν συνεχεία, επειδή η προσδοκία της δεν πραγματώθηκε, να επιδιώξει τη μηδένιση της διαδικασίας.  Δηλαδή, να επιδοκιμάζει και να αποδοκιμάζει:  βλ. την απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην Ηλία κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 884, όπως και την πιο πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Κυπριακό Διϋλιστήριο Πετρελαίου Λτδ ν. Δήμου Λάρνακας κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 345Σε σχέση, πιο συγκεκριμένα, με το υπό αναφορά ζήτημα η Ολομέλεια πρόσφατα στην Αναστασίου ν. Δήμου Παραλιμνίου (2000) 3 Α.Α.Δ. 339, επιδοκίμασε την ακόλουθη υπόμνηση στην οποία είχε προβεί ο Κωνσταντινίδης Δ. στην Αναστασίου ν. Κ.Ο.Τ., Υπόθ. Αρ. 571/95, ημερ. 16 Σεπτεμβρίου 1996:

 

'΄Οχι μόνο η προσφυγή αλλά και οι λόγοι ακυρότητας πρέπει να προβάλλονται 'μετ' εννόμου συμφέροντος' για να είναι παραδεκτοί.'»

 

 

 

Ανάλογα αποφασίστηκαν και στην Ιωαννίδου ν. Α.ΤΗ.Κ. (1998) 3 Α.Α.Δ. 275.

 

΄Εχοντας εξετάσει τα γεγονότα, καταλήγω ότι η παρούσα περίπτωση αποτελεί κλασσική περίπτωση εφαρμογής του δόγματος της επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας.  Οι αιτητές, οι οποίοι γνώριζαν με την προκήρυξη του διαγωνισμού ότι το συνολικό εμβαδόν των κτηρίων, στα οποία αυτός αφορούσε, υπερέβαινε τα 5000 τ.μ., ήταν, δηλαδή, έργο, που, σύμφωνα με τον Πρώτο Πίνακα του Νόμου, ήταν Α΄ τάξης Οικοδομικό, δε διαμαρτυρήθηκαν για το χαρακτηρισμό του ως έργο Β΄ τάξης Οικοδομικό και υπέβαλαν, χωρίς να ζητήσουν εξηγήσεις, αδιαμαρτύρητα προσφορά.  Θεωρώ ότι το γεγονός αυτό τους στερεί τη δυνατότητα, εκ των υστέρων, να προβάλλουν λόγους σε σχέση με την κατάταξη του έργου.  Τα όσα οι αιτητές ισχυρίζονται σε σχέση με την απόφαση του Συμβουλίου, που αφορά και πάλι στην κατάταξη του έργου, και αυτά προβάλλονται εκ των υστέρων και καλύπτονται από το δόγμα της επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας.

 

Ούτε οι λόγοι για ακύρωση της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής βρίσκω να ευσταθούν.  Αυτή λήφθηκε με βάση την έρευνα που οι περιστάσεις της υπόθεσης επέβαλλαν.  Η Αναθεωρητική Αρχή έχει ενεργήσει στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της - ζήτησε στοιχεία και ενημέρωση από την Αναθέτουσα Αρχή.  Εξέταση της προσβαλλόμενης απόφασης και του διοικητικού φακέλου αποκαλύπτει ότι η Αναθεωρητική Αρχή ενήργησε στα πλαίσια του νόμου και των αρχών που διέπουν την προκήρυξη και κατακύρωση προσφορών.  Η απόφασή της είναι επαρκώς αιτιολογημένη, λήφθηκε κατόπιν μελέτης των δεδομένων και δε βρίσκω να ευσταθεί οποιοσδήποτε λόγος, που να δικαιολογεί ανατροπή της.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται, με €1.200,00 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

                                                                Ε. Παπαδοπούλου,

                                                                            Δ.

/ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο