ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1410/2008)

 

 

19 Ιουνίου, 2009

 

[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

 

 

LUCY D' SOUZA,

 

Αιτήτρια,

 

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

 

Καθ' ων η αίτηση.

 

 

Δ. Ζαβαλλής, για την Αιτήτρια.

 

Ευγ. Καρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια, η οποία κατάγεται από την Ινδία και είναι σήμερα 45 χρόνων, έφθασε στην Κύπρο στις 23/2/2001 για να εργαστεί ως οικιακή βοηθός και της δόθηκε άδεια εργασίας και παραμονής μέχρι τις 30/11/2003. Ακολούθως η πιο πάνω άδεια ανανεώθηκε μέχρι τις 23/2/2005 και στις 28/1/2005 η άδεια ανανεώθηκε με τη σημείωση "Τελική" μέχρι τις 23/12/2007. Σημειώνεται ότι για ένα διάστημα 53 ημερών και πιο συγκεκριμένα από τις 30/11/2003 μέχρι τις 22/1/2004, η αιτήτρια διέμενε παράνομα στην Κύπρο.

 

Στις 4/12/2007 η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για την απόκτηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως (Τροποποιητικού Νόμου) αρ. 8(Ι)/2007, ο οποίος υιοθέτησε τις πρόνοιες της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2000/109/ΕΚ.

 

Στις 6/8/2008 το αίτημα της απορρίφθηκε από τους καθ'ων η αίτηση γιατί,

 

       (α) Η αιτήτρια παρέμεινε στην Κύπρο παράνομα από τις 30/11/2003 (ημέρα λήξης της προσωρινής άδειας που κατείχε) μέχρι τις 22/1/2004 (ημερομηνία υποβολής νέας αίτησης) (σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 18Η(1) του Νόμου 8(Ι)/2007).

 

       (β) Η παραμονή της ήταν προσωρινή και η άδεια χρονικά περιορισμένη με την ένδειξη Τελική - Μη Ανανεώσιμη (σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 18Ζ(2)(γ) του Νόμου 8(Ι)/2007).

 

       (γ)  Η αιτήτρια δεν είχε επαρκείς εισοδηματικούς πόρους (σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου 8(Ι)/2007).

 

 

Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια αμφισβητεί την ορθότητα της πιο πάνω απόφασης γιατί σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της η πιο πάνω απόφαση,

 

(i)                 Λήφθηκε καθ' υπέρβαση εξουσίας από αναρμόδιο όργανο,

(ii)               Είναι αποτέλεσμα πραγματικής και νομικής πλάνης,

(iii)             Είναι λανθασμένη όσον αφορά το συμπέρασμα ότι η αιτήτρια δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 18Θ του Νόμου 8(Ι)/2007.

 

 

(i)     Η απόφαση λήφθηκε από αναρμόδιο όργανο.

Έχει υποβληθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο της αιτήτριας ότι η παραπομπή της αίτησης της αιτήτριας στην Επιτροπή Ελέγχου Μετανάστευσης έγινε αναρμοδίως, αφού οι σχετικοί Κανονισμοί δεν δίνουν εξουσιοδότηση στην πιο πάνω Επιτροπή να εξετάζει και να εγκρίνει αιτήσεις για την παροχή του δικαιώματος του επί μακρόν διαμένοντος. Έπεται ότι η επίδικη απόφαση εκδόθηκε από αναρμόδιο όργανο.

 

Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 18Η(1) του Νόμου, η Επιτροπή Ελέγχου Μετανάστευσης ορίζεται ως η αρμόδια αρχή για την παραχώρηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος σε υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές νόμιμα και αδιάλειπτα κατά τα τελευταία πέντε έτη αμέσως πριν από την υποβολή της σχετικής αίτησης. Επιπρόσθετα το άρθρο 18Ι(3) του Νόμου προνοεί ότι,

 

"Ο Διευθυντής διαβιβάζει τις αιτήσεις για την απόκτηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος προς την Επιτροπή Ελέγχου Μετανάστευσης, η οποία είναι η αρμόδια αρχή εξέτασης των αιτήσεων που υποβάλλονται δυνάμει του παρόντος άρθρου."

 

 

Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι η Επιτροπή Ελέγχου Μετανάστευσης ήταν το αρμόδιο όργανο για την εξέταση της αίτησης της αιτήτριας. Η δικαιοδοσία της πιο πάνω Επιτροπής διευρύνθηκε με το Νόμο 8(Ι)/2007 ούτως ώστε να εξετάζει εκτός από αιτήσεις για άδεια μετανάστευσης και αιτήσεις για το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος. Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.

 

(ii)   Ύπαρξη πλάνης.

Η αιτήτρια διέμενε από τις 30/11/2003 (λήξη της προσωρινής άδειας παραμονής της) μέχρι τις 22/1/2004 (υποβολή νέας αίτησης) παράνομα. Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η επακολουθήσασα άδεια παραμονής της, που της δόθηκε μέχρι τις 23/12/2007, έχει νομιμοποιήσει την παραμονή της. Προς τούτο έγινε επίκληση της απόφασης Ζ.Μ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης (Προσφυγή 1668/2006 της 27/11/2007), στην οποία κρίθηκε ότι μια περίοδος παράνομης διαμονής μπορεί να θεωρηθεί ως αποτέλεσμα μεταγενέστερης παράτασης της άδειας παραμονής ως νόμιμη για σκοπούς υποβολής αίτησης πολιτογράφησης.

 

Το άρθρο 18Η(1) του Νόμου προνοεί ότι,

 

"Η Επιτροπή Ελέγχου Μετανάστευσης παραχωρεί το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος σε υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές νόμιμα και αδιάλειπτα κατά τα τελευταία πέντε έτη αμέσως πριν από την υποβολή της σχετικής αίτησης."

 

 

Οι προεκτάσεις των πιο πάνω προνοιών εξετάστηκαν στην υπόθεση Araya v. Κυπριακής Δημοκρατίας (Προσφυγή 2097/2006 της 7/2/2008), στην οποία τονίστηκε ότι η διαμονή θα πρέπει να είναι νόμιμη και αδιάλειπτη.

 

Η παρούσα περίπτωση διαφοροποιείται από το σκεπτικό της απόφασης Ζ.Μ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (πιο πάνω), αφού η πιο πάνω απόφαση αναφέρεται σε πολιτογράφηση ξένου υπηκόου. Αντίθετα τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης που αφορούν την παροχή του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος είναι παρόμοια με εκείνα της απόφασης Araya v. Κυπριακής Δημοκρατίας (πιο πάνω), στην οποία τονίστηκε ότι η διαμονή του αιτητή πρέπει να είναι νόμιμη και αδιάλειπτη. Στην παρούσα περίπτωση η αιτήτρια για ένα χρονικό διάστημα, έστω και μικρό, διέμενε παράνομα στην Κύπρο αφού παρέλειψε να ανανεώσει την άδεια παραμονής της. Η διακοπή της νομιμότητας της διαμονής της, έστω και κατά ένα μικρό χρονικό διάστημα, δεν μπορεί παρά να αιτιολογήσει την προσέγγιση των καθ'ων η αίτηση ότι η διαμονή της δεν ήταν νόμιμη και αδιάλειπτη.

 

Το ίδιο θέμα της νόμιμης και αδιάλειπτης παραμονής εξετάστηκε από την πλήρη Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Motilla ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή 673/2006 της 21/1/2008), στην οποία τονίστηκαν τα ακόλουθα:

 

"Η Αιτήτρια δεν είχε ποτέ την απαραίτητη πενταετή νόμιμη και αδιάλειπτη παραμονή στη Δημοκρατία αμέσως πριν από την υποβολή της αίτησής της, όπως απαιτείται στην εν λόγω Οδηγία εφόσον με τη λήξη της άδειας παραμονής της την 9.7.2002 η περαιτέρω παραμονή της στη Δημοκρατία κατέστη παράνομη μέχρι την παραχώρηση νέας άδειας προσωρινής παραμονής την 30.6.2004. Το διάστημα εκείνο λοιπόν διέκοπτε τη νόμιμη και αδιάλειπτη παραμονή της στη Δημοκρατία για τα απαιτούμενα στην Οδηγία πέντε τελευταία χρόνια αμέσως πριν από την υποβολή της αίτησης."

 

 

Συνακόλουθα η εισήγηση ότι η απόρριψη της αίτησης της αιτήτριας ήταν αποτέλεσμα πλάνης δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.

 

 

 

 

 

 

(iii) Λανθασμένα κρίθηκε ότι η αιτήτρια δεν κατέχει σταθερούς και οικονομικούς πόρους.

 

Το άρθρο 18Θ του Νόμου 8(Ι)/2007 προνοεί ότι για την απόκτηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος ο αιτητής θα πρέπει μεταξύ άλλων να αποδείξει σωρευτικά ότι,

 

(α) Διαθέτει σταθερούς και τακτικούς οικονομικούς πόρους που θα είναι επαρκείς για τη συντήρηση του ιδίου και των εξαρτώμενων μελών της οικογένειας του, εισόδημα από προσοδοφόρα απασχόληση, εισόδημα από άλλες πηγές σταθερού χαρακτήρα, συμβόλαιο απασχόλησης τουλάχιστον 18 μηνών, διάθεση χώρου διαμονής              για τον ίδιο ή για την οικογένεια του και σε περίπτωση αυτοαπασχόλησης την οικονομική βιωσιμότητα της επιχείρησης,

 

(β)   Διαθέτει ασφάλιση υγείας,

 

(γ)  Δεν συνιστά απειλή για τη δημόσια τάξη ή ασφάλεια και ότι

 

(δ)   Η διαμονή του στις ελεγχόμενες περιοχές να μην έχει εξασφαλιστεί με δόλο ή ψευδείς παραστάσεις.

 

 

Έχει υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας ότι εφόσον η αιτήτρια έχει παρουσιάσει συμβόλαιο εργασίας για 24 μήνες από 1/12/2007 με μισθό £150 μηνιαίως, βεβαίωση κοινοτάρχη ότι διαμένει σε οικία που διαθέτει όλους τους απαραίτητους χώρους και συμβόλαιο ασφάλισης υγείας, η αιτήτρια πληροί τις προϋποθέσεις που καθορίζει το άρθρο 18Θ.

 

Στην παρούσα περίπτωση τα προσωπικά περιστατικά της αιτήτριας εξετάστηκαν και λήφθηκαν υπόψη στην επίδικη απόφαση. Προς τούτο υπάρχει ειδική αναφορά στις προσωπικές της λεπτομέρειες, στο συμβόλαιο απασχόλησης της ως οικιακής βοηθού, στο χώρο διαμονής της, όπως επίσης και στο γεγονός ότι έχει τραπεζικό λογαριασμό με καταθέσεις ύψους £615,21. Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω προσωπικά περιστατικά της αιτήτριας μέσα στις προϋποθέσεις που καθορίζει το άρθρο 18Θ του Νόμου 8(Ι)/2007, η κατάληξη των καθ'ων η αίτηση κρίνεται ότι ήταν εύλογα επιτρεπτή.

 

 

 

Η προσφυγή απορρίπτεται με €500 έξοδα σε βάρος της αιτήτριας.

 

 

 

 

 

 

 

                                                       Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

                                                                     Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο