ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
[Υπόθεση Αρ. 831/2006]
8 Απριλίου, 2009
[Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΥΑΓΟΡΑΣ ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ
Αιτητής
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθ' ων η αίτηση
-------------------
Χρ. Κληρίδης για τον αιτητή.
Ρ. Παπαέτη-Χατζηκώστα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους καθ' ων η αίτηση.
Π.Σ. Παπασάββας για το ενδιαφερόμενο μέρος.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η αρχική απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) για προαγωγή του Μιχαλάκη Μηνά (ενδιαφερόμενος) στη μόνιμη θέση Ανώτερου Ειδικού Ιατρού, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, στην ειδικότητα της Καρδιολογίας, ακυρώθηκε με την απόφαση της Ολομέλειας στην Νικολαΐδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.α. (2005) 3 ΑΑΔ 325. Ως λόγοι ακυρότητας προσδιορίστηκαν:
(α) Η παράλειψη διεξαγωγής έρευνας αναφορικά με πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα που δεν απαιτούνταν από το σχέδιο υπηρεσίας και κρίσης «κατά πόσο αυτά ήσαν ή όχι συναφή με τα καθήκοντα της θέσης, και, αν ναι, κατά πόσο προσέδιδαν ή όχι υπεροχή, από πλευράς προσόντων, στον ένα ή τον άλλο υποψήφιο».
(β) Η κρίση πως κανένας από τους δυο υποψήφιους, ο αιτητής και ο ενδιαφερόμενος, δεν κατείχε το προβλεπόμενο πλεονέκτημα της πρωτότυπης ερευνητικής εργασίας στην απαιτούμενη ειδικότητα, διεθνώς ανεγνωρισμένης, ήταν το αποτέλεσμα ανεπαρκούς έρευνας. Θα έπρεπε να καθοριστεί με την απαραίτητη σαφήνεια η έννοια του πλεονεκτήματος και στη συνέχεια να ερευνηθεί και αξιολογηθεί «κατά πόσο το κατείχε ή δεν το κατείχε ο ένας ή ο άλλος υποψήφιος».
(γ) Έπασχε η σύσταση του Διευθυντή υπέρ του ενδιαφερομένου επειδή, κατ' αντίθεση προς τα νομολογηθέντα στη Μοδίτης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 695, του απέδιδε υπεροχή σε ιδιότητες και ικανότητες σε σχέση με τις οποίες, κατά τις υπηρεσιακές εκθέσεις, ήταν ίσοι. Επομένως, συγκρουόταν προς τα στοιχεία του φακέλου.
Κατά την επανεξέταση αναλήφθηκε έρευνα, κατ' αρχάς σε σχέση με το πλεονέκτημα της πρωτότυπης ερευνητικής εργασίας. Ανατέθηκε το έργο στην Αν. Διευθύντρια Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας και το αποτέλεσμα κατατέθηκε. Έξι ιατρικά συγγραφικά έργα του αιτητή και ένα του ενδιαφερόμενου ανταποκρίνονταν στις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας. Επομένως, κατείχαν και οι δυο το πλεονέκτημα «δεδομένου ότι και οι δυο υποψήφιοι διαθέτουν έστω και μια τέτοια ερευνητική εργασία».
Ως προς τα πρόσθετα προσόντα, που δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας, επίσης έγινε η οφειλόμενη διαπίστωση. Και οι δυο κατείχαν την ειδικότητα της Παθολογίας που ήταν σχετική με τα καθήκοντα της θέσης. Ο αιτητής, όμως, είχε και δυο επιπρόσθετα. Το Bachelor of Science in Physiology το οποίο, όμως, δεν ήταν στην ιατρική και το Master of Arts (School of Physics Medical Sciences) το οποίο, αν και δεν αφορούσε σε εξειδικευμένο θέμα της καρδιολογίας, ήταν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης. Επίσης, ενόψει της ακυρωτικής απόφασης, η Αν. Διευθύντρια προέβη σε νέα σύσταση. Και σ' αυτή την περίπτωση υπέρ του ενδιαφερομένου. Και η ΕΔΥ με την απόφασή της ημερομηνίας 1.2.06, τον επέλεξε για προαγωγή, ως τον καταλληλότερο. Με την παρούσα προσφυγή προσβάλλεται το κύρος αυτής της απόφασης.
Το πρώτο από τα επιχειρήματα του αιτητή αφορά στη σύνθεση της ΕΔΥ. Κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 16.1.06, όταν κρίθηκε το ζήτημα του πλεονεκτήματος, απουσίαζε το μέλος Μ. Στασόπουλος ο οποίος, όμως, συμμετέσχε στην επόμενη, την 1.2.06, όταν λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση. Σύμφωνα με την εισήγηση, κατά παράβαση του άρθρου 22 του περί των Γενικών Αρχών του Δημοσίου Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99) πρώτα αφού «δεν επαναλήφθηκε η συνεδρίαση και η συζήτηση ως προς την κατοχή του πλεονεκτήματος από τον ΕΜ και τον αιτητή». Μετά, επειδή το Μέλος Α. Κενεβέζος «ενώ συμμετείχε στην προηγούμενη διαδικασία, απουσίαζε από την τελική κρίσιμη συνεδρία». Οι καθ' ων η αίτηση επισημαίνουν την πρόνοια του άρθρου 22 σύμφωνα με την οποία δεν απαιτείται επανάληψη της διαδικασίας «όταν τα μέλη τα οποία λαμβάνουν την τελική απόφαση είναι πλήρως ενημερωμένα σχετικά με όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για τη λήψη απόφασης». Και, συναφώς, τα ακόλουθα από τα πρακτικά της 1.2. 06:
«Ο κ. Στασόπουλος, ο οποίος δε μετέσχε στη συνεδρία της Επιτροπής με ημερομηνία 16.1.06 που εξετάστηκε το εν λόγω θέμα (θέμα Β.(2)(1) των πρακτικών), έλαβε γνώση των σχετικών στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον της Επιτροπής και υιοθέτησε τις αποφάσεις που λήφθηκαν. Ύστερα από αυτό, λαμβάνει κανονικά μέρος στην παραπέρα διαδικασία».
Ως προς το δεύτερο θέμα, οι καθ' ων η αίτηση υπέδειξαν πως η απουσία μέλους, βεβαίως προσκληθέντος, από συνεδρία, δεν καθιστά αφ' εαυτής και άνευ ετέρου παράνομη τη σύνθεση όταν κατά τα άλλα υπήρχε απαρτία.
Δεν υπήρξε αντίλογος επί των πιο πάνω στην απαντητική αγόρευση και, στη βάση τους, (βλ. και Μαρία Κοντού κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 112/06 ημερομηνίας 8.8.08) καταλήγω πως δεν έχει τεκμηριωθεί ο ισχυρισμός για παράνομη σύνθεση της ΕΔΥ.
Ο αιτητής και ο ενδιαφερόμενος είχαν ίση αξία με βάση τις υπηρεσιακές εκθέσεις. Περαιτέρω, δεν αμφισβητήθηκε πως και οι δυο κατείχαν το πλεονέκτημα. Και πως κατείχαν πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα, μη απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας, όπως εξειδικεύθηκε πιο πάνω. Οι επί της ουσίας ισχυρισμοί του αιτητή αφορούν:
- Στην αρχαιότητα που αναγνωρίστηκε στον ενδιαφερόμενο. Κατά την εισήγησή του, αρχαιότερος ήταν ο ίδιος.
- Στη βαρύτητα που προσδόθηκε στα διάφορα στοιχεία κρίσης. Κατά την εισήγησή του, και αρχαιότητα να είχε ο αιτητής, αυτή ήταν απομακρυσμένη και θα έπρεπε να υποχωρήσει μπροστά στα υπέρτερα ακαδημαϊκά του προσόντα και στην εις πολλαπλούν κατοχή του πλεονεκτήματος αφού αυτός είχε δημοσιεύσει περισσότερες πρωτότυπες ερευνητικές εργασίες. Σ' αυτό το πλαίσιο, υποστηρίζει πως η σύσταση δεν ήταν δεόντως αιτιολογημένη αφού δεν προσδιορίζεται σ' αυτή ο λόγος της και πως, εν πάση περιπτώσει, ορθή ερμηνεία και αποτίμηση θα έπρεπε, αν δεν επρόκειτο να συγκρούεται προς τα στοιχεία των φακέλων, να απέληγε υπέρ του.
Ο ενδιαφερόμενος είχε διοριστεί 14 χρόνια περίπου πριν από τον αιτητή, τη δε αμέσως κατώτερη θέση, εκείνη του Επιμελητή (Παθολογίας ο ενδιαφερόμενος και Καρδιολογίας ο αιτητής), την κατέλαβαν ο ενδιαφερόμενος την 1.5.90 και ο αιτητής 9 μήνες αργότερα, την 1.2.91. Κατά τον αιτητή θα έπρεπε εκείνος να θεωρηθεί αρχαιότερος επειδή η θέση του Επιμελητή Καρδιολογίας «είναι πιο άμεσα και πιο κοντά σχετιζόμενη με την επίδικη θέση του Ανώτερου Ειδικού Ιατρού, στην ειδικότητα της Καρδιολογίας». Και περαιτέρω, επειδή «έχει πολύ μεγαλύτερη υπηρεσία στο νοσοκομείο από το ΕΜ σε σχέση με την καρδιολογία». Αυτά, όμως, χωρίς αναφορά στο άρθρο 49 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν.(Ι)/90 όπως τροποποιήθηκε) στο οποίο καθορίζεται ο τρόπος με τον οποίο κρίνεται η αρχαιότητα. Και, βεβαίως, χωρίς οποιαδήποτε επισήμανση οποιωνδήποτε στοιχείων που θα είχαν σημασία στο πλαίσιο της νομοθετικής θεσμοθέτησης του προσόντος της αρχαιότητας. Επομένως, ο ισχυρισμός του είναι ατεκμηρίωτος.
Η Αν. Διευθύντρια αφού συνυπολόγισε, όπως ανέφερε, τα νομοθετικά κριτήρια στο σύνολό τους, σύστησε τον ενδιαφερόμενο ως τον καταλληλότερο. Εμφανώς ενόψει της αρχαιότητας του και δεν με βρίσκει σύμφωνο η εισήγηση του αιτητή για έλλειψη της απαιτούμενης αιτιολογίας. Ήταν ενώπιόν της τα δεδομένα ως προς το πλεονέκτημα, την έρευνα για τα οποία μάλιστα, είχε διεξαγάγει η ίδια. Και αναφέρθηκε ρητά στην κατοχή από τον αιτητή, πέρα από την ειδικότητα της παθολογίας που κατείχε και ο ενδιαφερόμενος, πρόσθετων ακαδημαϊκών προσόντων, το ένα από τα οποία ήταν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης. Παραθέτω το απόσπασμα από τη σύσταση στο οποίο εξειδικεύονται τα δεδομένα:
«Ο Μηνά σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία προ του ουσιώδους χρόνου έτη στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, είναι ίσος με το μη συστηνόμενο. Σε αρχαιότητα υπερτερεί του μη συστηνόμενου υποψηφίου κατά 9 μήνες ως προς την ημερομηνία προαγωγής στην προηγούμενή τους θέση και κατά 14 περίπου χρόνια ως προς την ημερομηνία πρώτου διορισμού. Ο Μηνά, όπως και ο ανθυποψήφιός του, κατέχει το προβλεπόμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας πλεονέκτημα (πρωτότυπη ερευνητική εργασία στην απαιτούμενη ειδικότητα, διεθνώς αναγνωρισμένη). Σ' ό,τι αφορά τα πρόσθετα προσόντα, και οι δύο υποψήφιοι κατέχουν την ειδικότητα της Παθολογίας, προσόν το οποίο παρόλο που δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, εντούτοις είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης. Προβαίνοντας στη σύστασή μου, έλαβα επίσης υπόψη ότι το Bachelor of Science in Physiology που πήρε το 1971 ο Δρ. Νικολαΐδης δεν είναι στην ιατρική, το δε Master of Arts (School of Physics Medical Sciences), το οποίο επίσης κατέχει, δεν είναι μεν σε εξειδικευμένο θέμα της Καρδιολογίας, αλλά το θεωρώ σχετικό. Εν πάση περιπτώσει, και τα δυο αυτά προσόντα δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν. Ωστόσο συνεκτίμησα όλα τα πιο πάνω προσόντα με τα υπόλοιπα στοιχεία, αποδίδοντας τους την ανάλογη βαρύτητα.».
Το ίδιο και η ΕΔΥ ενώπιον πλέον της οποίας υπήρχε και η σύσταση υπέρ του ενδιαφερόμενου. Παραθέτω και σ' αυτή την περίπτωση το απόσπασμα από τα πρακτικά, στο οποίο εξειδικεύονται τα δεδομένα:
«Επιλέγοντας το Μηνά, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτός υπερέχει σε αρχαιότητα του ανθυποψηφίου του και δεν υστερεί σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία προ του ουσιώδους χρόνου έτη στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα. Επιπλέον, διαθέτει τη σύσταση της Αν. Διευθυντή, η οποία συνάδει με τα στοιχεία των Φακέλων. Ο Μηνά, όπως και ο ανθυποψήφιός του, κατέχει το προβλεπόμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας πλεονέκτημα (πρωτότυπη ερευνητική εργασία στην απαιτούμενη ειδικότητα, διεθνώς αναγνωρισμένη). Σ' ό,τι αφορά τα πρόσθετα προσόντα, και οι δύο υποψήφιοι κατέχουν την ειδικότητα της Παθολογίας, προσόν το οποίο παρόλο που δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, εντούτοις είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης. Λήφθηκε επίσης υπόψη ότι το Bachelor of Science in Physiology που πήρε το 1971 ο Νικολαΐδης δεν είναι στην ιατρική, το δε Master of Arts (School of Physics Medical Sciences) το οποίο επίσης κατέχει, δεν είναι μεν σε εξειδικευμένο θέμα της Καρδιολογίας, αλλά, σύμφωνα με την Αν. Διευθυντή, θεωρείται σχετικό. Εν πάση περιπτώσει και τα δύο αυτά προσόντα δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας ούτε αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν. Η Επιτροπή συνεκτίμησε όλα τα πιο πάνω προσόντα με τα υπόλοιπα στοιχεία κρίσης, αποδίδοντάς τους την ανάλογη βαρύτητα».
Προκύπτει πως, με πλήρη γνώση ως προς τα δεδομένα, χωρίς πλάνη ως προς οτιδήποτε, υπό το αδιαμφισβήτητο πως οι δυο είχαν
- ίση αξία με βάση τις υπηρεσιακές εκθέσεις,
- το πλεονέκτημα και
- πρόσθετο προσόν μη απαιτούμενο από το σχέδιο υπηρεσίας,
κρίθηκε πως δεν θα έπρεπε το γεγονός ότι ο αιτητής είχε περισσότερες πρωτότυπες ερευνητικές εργασίες και περαιτέρω μη απαιτούμενο ακαδημαϊκό προσόν, να κλίνει υπέρ του την πλάστιγγα και όχι υπέρ του ενδιαφερόμενου ο οποίος ήταν αρχαιότερος και τον σύστηνε η Αν. Διευθύντρια. Το ερώτημα κάτω από αυτές τις περιστάσεις, είναι συγκεκριμένο. Αφορά στο κατά πόσο η ΕΔΥ κινήθηκε μέσα στα όρια της διακριτικής της εξουσίας ή, αντιστρόφως, στο κατά πόσο προέκυπτε έκδηλη υπεροχή του αιτητή ώστε να μην ήταν εύλογα επιτρεπτή η επιλογή του ενδιαφερομένου. Δεν είναι έργο του Ανωτάτου Δικαστηρίου η επιλογή του καταλληλότερου. Το Ανώτατο Δικαστήριο ασκεί έλεγχο νομιμότητας με αναφορά στα ακραία όρια της διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης και, εν προκειμένω, σε συμφωνία με τις εισηγήσεις των καθ' ων η αίτηση και του ενδιαφερομένου, καταλήγω πως δεν έχει τεκμηριωθεί ότι η διοίκηση υπερέβη αυτά τα όρια με τον τρόπο με τον οποίο αποτίμησε τη βαρύτητα των διαφόρων νόμιμων στοιχείων κρίσης.
Η προσφυγή αποτυγχάνει με €1.200 έξοδα εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ' ων η αίτηση. Καμιά άλλη διαταγή για έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
/ΜΣι.