ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ  ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση  Αρ. 967/2007)

 

16 Ιανουαρίου, 2009

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΧΡΙΣΤΙΝΑ  ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ,

Αιτήτρια,

ΚΑΙ

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΚΕΝ ΛΑΡΝΑΚΑΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

____________________

 

Σ. Οικονομίδης, για  την Αιτήτρια.

Α. Πανταζή (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

_____________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.:    Η αιτήτρια είναι εθελόντρια υπαξιωματικός στο Στρατό της Δημοκρατίας. Υπηρετεί στο όπλο του Πεζικού του Στρατού Ξηράς, κατέχει το βαθμό της Λοχία και κατά τον ουσιώδη χρόνο υπηρετούσε στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως Νεοσυλλέκτων Λάρνακας (ΚΕΝ Λάρνακας), εκτελώντας καθήκοντα διαχειρίστριας του Κέντρου Ψυχαγωγίας της Μονάδας (ΚΨΜ).

 

Ο καθ΄ ου η αίτηση Διοικητής του ΚΕΝ Λάρνακας, με απόφασή του ημερ 22.6.2007, κάλεσε την αιτήτρια σε διοικητική απολογία.    Συγκεκριμένα, η σχετική διαταγή ανέφερε ότι η αιτήτρια καλείτο σε απολογία επειδή από τα στοιχεία διενεργηθείσας «πρόχειρης εξέτασης», προέκυπτε πιθανή διάπραξη του πειθαρχικού παραπτώματος "Αμέλεια Καθήκοντος" [Κανονισμός 3(α) του σχετικού], ήτοι: "Σε επίσκεψη του Δκτή της Μονάδας την 20 Ιουνίου 07 στο ΚΨΜ , επικρατούσε ακαταστασία τόσο εντός όσο και εκτός ».

 

Στις 25.6.2007 η αιτήτρια υπέβαλε την απολογία της αναφέροντας τους λόγους για τους οποίους δεν αποδεχόταν ότι είχε διαπράξει το πειθαρχικό παράπτωμα που της είχε καταλογιστεί.

 

Απολογούμενη η αιτήτρια ανέφερε συγκεκριμένα τα παρακάτω:

«α. Από τη Δευτέρα 18 Ιουνίου 2007 στην αποθήκη του Κ.Ψ.Μ. υπήρχε Εργοτάξιο, το οποίο ασχολείτο με ηλεκτρολογικές εργασίες και κυρίως με τη τοποθέτηση νέων πριζών για τα νέα ψυγεία που μας έφεραν οι προμηθευτές.

 

β. Λόγω των ασχολιών αυτών του Εργοταξίου παρατηρείτο μια κάποια ακαταστασία στην αποθήκη του Κ.Ψ.Μ. και έδινα οδηγίες στους δύο πωλητές Κ.Ψ.Μ., όταν το Εργοτάξιο αποχωρούσε, να την αποκαθιστούν. Μάλιστα δε την Πέμπτη 21 Ιουνίου 2007 τους βοήθησα και εγώ να αποκαταστήσουμε την ακαταστασία που είχε προκληθεί από τις εργασίες του Εργοταξίου.

 

γ. Δεδομένου ότι η επίσκεψη του Δκτή της Μονάδας στο Κ. Ψ .Μ. έγινε την Τετάρτη 20 Ιουνίου 2007 σε χρόνο που εργαζόταν εκεί το Εργοτάξιο, ήταν επόμενο πως θα υπήρχε σ'αυτό κάποια ακαταστασία.

 

3. Κατόπιν των πιο πάνω, δεν αποδέχομαι πως έχω κατά οποιοδήποτε τρόπο επιδείξει οποιαδήποτε αμέλεια καθήκοντος.»

 

 

 

Στη συνέχεια με απόφασή του ημερομηνίας  25.6.2007, ο Διοικητής, έκρινε την αιτήτρια ένοχη του πειθαρχικού παραπτώματος για το οποίο την είχε καλέσει σε απολογία και την τιμώρησε με επιβολή  ποινής 4ήμερης κράτησης, την οποία θα έπρεπε να εκτίσει στο σπίτι.

 

Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια επιδιώκει ακύρωση της επιβληθείσας ποινής.  Προβάλλονται ως λόγοι ακυρώσεως η έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας . Παρατηρεί, ο ευπαίδευτος συνήγορος για την αιτήτρια, ότι ο Διοικητής έχει στηρίξει την απόφασή του για κλήση της αιτήτριας σε απολογία σε "πρόχειρη εξέταση" που διενεργήθηκε. Επομένως είναι η θέση του ευπαίδευτου συνήγορου ότι η έρευνα δεν ήταν η δέουσα εφόσον χαρακτηρίστηκε ως «πρόχειρη».  Περαιτέρω υποβάλλει ότι ούτε φαίνεται από την απόφαση του Διοικητή να ερευνήθηκαν σε βάθος τα όσα η αιτήτρια ανέφερε στην απολογία της. Υποδεικνύει συναφώς ότι, εφόσον οι ισχυρισμοί της αιτήτριας είχαν άμεση σχέση με το υπό εξέταση ζήτημα, θα έπρεπε να είχαν διερευνηθεί δεόντως και να είχε καταγραφεί το αποτέλεσμα.

 

Κατόπιν εξέτασης όλων των στοιχείων που έχω ενώπιον μου, περιλαμβανομένου και του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης κρίνω ότι οι πιο πάνω ισχυρισμοί που προβλήθηκαν εκ μέρους της αιτήτριας, περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας ευσταθούν.

 

Σημειώνω συναφώς ότι δεν προβλέπεται πουθενά στους Πειθαρχικούς Κανονισμούς "πρόχειρη εξέταση". Στην πρόσφατη υπόθεση Παπαγεωργίου ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 2141/2006, ημερομηνίας 21.3.2008 ο αδελφός Δικαστής Ναθαναήλ, Δ., ανέφερε επί του προκείμενου τα ακόλουθα :

 

"Όταν άτομο δυνατό να διωχθεί πειθαρχικά πρέπει να ακολουθείται η διαδικασία του Καν. 6(2) των Πειθαρχικών Κανονισμών, ο οποίος και προνοεί ότι ο διοικών Αξιωματικός του υπό διερεύνηση ατόμου «. επιλαμβάνεται προσωπικώς της ερεύνης του αναφερομένου παραπτώματος .». Προσωπική έρευνα δεν σημαίνει βεβαίως κατ΄ ανάγκην και γραπτή, αλλά σίγουρα δεν πρέπει να είναι πρόχειρη. Η έννοια της πρόχειρης διερεύνησης εμπεριέχει το στοιχείο ότι δεν διερευνήθηκε σε βάθος η όλη υπόθεση, αλλά μόνο επιφανειακά."

 

Όπως έχει επίσης τονιστεί και στην υπόθεση Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 74, 76, οι αρχές της χρηστής διοίκησης επιβάλλουν όπως η έρευνα που διενεργείται από το αρμόδιο διοικητικό όργανο για τη διαπίστωση των γεγονότων είναι η ενδεδειγμένη.  Η έρευνα έχει αυτό το χαρακτήρα εφ΄ όσον εκτείνεται στην αναζήτηση και διερεύνηση κάθε γεγονότος που είναι ουσιώδες για τη λήψη της επίδικης απόφασης. Η, κατά παραδοχή, πρόχειρη έρευνα δεν είναι επαρκής.

 

Περαιτέρω κρίνω ότι η απόφαση του Διοικητή στερείται αιτιολογίας. Δεν περιέχεται στην τελική απόφασή του, αλλά ούτε και διαφαίνεται οποιαδήποτε αιτιολογία γιατί οι ισχυρισμοί της αιτήτριας,  τους οποίους πρόβαλε στην απολογία της προς  αντίκρουση του συγκεκριμένου παραπτώματος που της είχε καταλογιστεί, δεν ευσταθούσαν. Ο διοικητής προέβηκε στην επιβολή της προσβληθείσας ποινής, στις 25.6.2007, αναφέροντας γενικά και αόριστα τα εξής:

 

«1.Αφού έλαβα υπόψη την από 25 Ιουν. 07 διοικητική απολογία σας τιμωρώ με 4η μερη φυλάκιση διότι σε επίσκεψη του Δκτου Μονάδος την 20 Ιουνίου 07 στο Κ.Ψ.Μ. επικρατούσε ακαταστασία τόσο εντός όσο και εκτός.»

 

 

Σε πρόσφατη απόφαση του ημερ. 16.5.2008, ο αδελφός Δικαστής Γαβριηλίδης στην Προσφυγή Αρ. 947/2007, Χριστίνα Κωνσταντινίδου και Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Διοικητή ΚΕΝ Λάρνακας  έκανε αναφορά στην υπόθεση Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (1997) 4(Α) ΑΑΔ 405  στην οποία αναφορικά με το θέμα της αιτιολόγησης των πειθαρχικών αποφάσεων λέχθηκαν τα εξής:

 

«. Εν πρώτοις έχει νομολογηθεί ότι η αιτιολογία πρέπει να αναφέρει και τη νομική βάση της απόφασης, δηλαδή, τον συγκεκριμένο κανόνα που παραβιάζεται. Η ανάγκη αυτή είναι πιο επιτακτική στην παρούσα περίπτωση που ο πειθαρχικός κώδικας έχει δημιουργήσει σωρείαν αδικημάτων (βλ. Πρώτο Πίνακα του Καν. 3 των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς). Εδώ δε γίνεται καμιά μνεία της συγκεκριμένης διάταξης των πειθαρχικών κανονισμών τους οποίους επικαλέστηκε συλλήβδην ο καθού (βλ. τεκμ. 6 στο διοικητικό φάκελο). Την άποψη μου ισχυροποιεί η απόφαση αρ. 299/89 του Συμβουλίου της Επικρατείας, τη σύνοψη της οποίας παραθέτω:

 

'. οι επιβαλλόμενες πειθαρχικές ποινές πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένες υπό την έννοια ότι πρέπει να διαλαμβάνουν ειδικώς και συγκεκριμένως τα συνιστώντα το αποδιδόμενον πειθαρχικό παράπτωμα πραγματικά περιστατικά και τα στοιχεία που θεμελιώνουν την υπαιτιότητα του τιμωρηθέντος.

 

. η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να ακυρωθεί διότι η αιτιολογία της ποινής δια της οποίας αποδίδεται αορίστως εις τον αιτούντα αβασάνιστος αποδοχή υπό των υπευθύνων αξιωματικών μελών του ΕΕΣ δοθείσης ερμηνείας όλων συλλήβδην των διατάξεων του νόμου περί στρατολογίας, άνευ άλλης τινός εξειδικεύσεως, είναι εντελώς ανεπαρκής δια να στηρίξη την πράξιν αυτήν.'»

 

 

Ενόψει των όσων προσπάθησα να εξηγήσω, η προσφυγή επιτυγχάνει και εκδίδεται δηλωτική απόφαση του δικαστηρίου ως η παράγραφος Α του αιτητικού της προσφυγής.  Έξοδα €1.000.-, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ της αιτήτριας.

 

 

 

                                                      Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,

                                                                    Δ.

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο