ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 673/2007)
5 Δεκεμβρίου, 2008
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. GNANAWATHIE KURUMAGE,
2. ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ
ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ, ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ, ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ
ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
Στ. Ευρυπίδου για Ρ. Ερωτοκρίτου για τους Αιτητές.
Λ. Ζαννέτου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(EX-TEMPORE)
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:
(α) Τα γεγονότα.
Η αιτήτρια 1 κατάγεται από τη Σρι Λάνκα και έφθασε στην Κύπρο για πρώτη φορά στις 29/12/1999, αφού της δόθηκε προηγουμένως άδεια εισόδου και προσωρινής παραμονής για τρεις μήνες για να εργαστεί ως φροντίστρια σε ένα γηροκομείο στη Λεμεσό. Η άδεια παραμονής και εργασίας ανανεώθηκε διαδοχικά μέχρι τις 26/12/2005. Στις 27/7/2005 η αιτήτρια, που κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν ηλικίας 45 χρόνων, υπέβαλε αίτηση για να της παραχωρηθεί το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος σύμφωνα με τις πρόνοιες της Οδηγίας 2003/109/ΕΚ. Η αίτηση της απορρίφθηκε στις 3/5/2006 και ζητήθηκε από τους δικηγόρους της να την πληροφορήσουν ότι έπρεπε να αναχωρήσει από την Κύπρο, αφού από τις 26/12/2005 η παραμονή της είχε καταστεί παράνομη. Η αιτήτρια παρέλειψε να συμμορφωθεί και εντοπίστηκε στις 7/6/2006 στη Λεμεσό από αστυνομικούς που βρίσκονταν σε περιπολία. Η αιτήτρια συνελήφθη και απελάθηκε στις 16/6/2006. Η προσφυγή που είχε ήδη καταχωρίσει εναντίον της άρνησης των αρχών να της παραχωρήσουν το καθεστώς της επί μακρόν διαμένουσας απορρίφθηκε στις 6/2/2008. Στις 31/8/2006 η αιτήτρια παντρεύτηκε στη Σρι Λάνκα με τον Κύπριο Κωνσταντίνο Παπαδόπουλο, ηλικίας 80 χρόνων, ο οποίος είχε μεταβεί προς τούτο από την Κύπρο στη Σρι Λάνκα. Μετά την τέλεση του πιο πάνω γάμου η αιτήτρια ζήτησε στις 15/12/2006 μέσω δικηγόρου την αφαίρεση του ονόματος της από τον κατάλογο των προσώπων για τα οποία δεν επιτρεπόταν η είσοδος στην Κυπριακή Δημοκρατία. Η σχετική αίτηση απορρίφθηκε στις 30/3/2007 με επιστολή του Τμήματος Αρχείου, Πληθυσμού και Μετανάστευσης προς τους δικηγόρους της αιτήτριας, με την αιτιολογία ότι η αιτήτρια "είναι απαγορευμένη μετανάστρια και υπάρχει εύλογη υποψία ότι ο γάμος της με τον πελάτη σας που έγινε στη Σρι Λανκα στις 31/08/2006 δεν είναι γνήσιος αλλά εξυπηρετεί άλλες σκοπιμότητες".
(β) Οι λόγοι της προσφυγής.
Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια αμφισβητεί την εγκυρότητα της πιο πάνω απόφασης ισχυριζόμενη ότι,
(i) Οι ενέργειες των καθ'ων η αίτηση είναι πρόδηλα παράνομες και συνιστούν κατάχρηση και/ή υπέρβαση εξουσίας,
(ii) Η απόφαση δεν είναι αιτιολογημένη και
(iii) Η απόφαση συνιστά παραβίαση του άρθρου 15 του Συντάγματος.
(i) Οι ενέργειες των καθ'ων η αίτηση είναι πρόδηλα παράνομες και συνιστούν κατάχρηση και/ή υπέρβαση εξουσίας.
Αν και ο πιο πάνω λόγος δεν έχει εξειδικευθεί με συγκεκριμένα στοιχεία στη γραπτή αγόρευση της αιτήτριας, σημειώνω αρχικά ότι το άρθρο 6(1) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105, προνοεί ότι:
"6.-(1) Τα ακόλουθα πρόσωπα θα είναι απαγορευμένοι μετανάστες, και, τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου αυτού ή των διατάξεων που δυνατό να περιέχονται σε οποιουσδήποτε Κανονισμούς που εκδόθηκαν δυνάμει αυτού ή σε οποιοδήποτε Διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου, δεν θα επιτρέπεται η είσοδος στη Δημοκρατία σε:-
(α) .................
(β) .................
(γ) .................
(δ) .................
(ε) ..................
(στ) .................
(ζ) .................
(η) .................
(θ) οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο απελάθηκε από τη Δημοκρατία είτε βάσει του Νόμου αυτού ή είτε βάσει οποιουδήποτε νομοθετήματος σε ισχύ κατά την ημερομηνία της απέλασής του,
(ι) .................
(κ) .................
(λ) .................
(μ) ................."
Οι προεκτάσεις του δικαιώματος του κράτους να δέχεται και να εκδίδει διατάγματα απέλασης εναντίον αλλοδαπών εξετάστηκαν σε αριθμό υποθέσεων, στις οποίες τονίστηκε ότι το δικαίωμα αυτό είναι ευρύ και εφόσον η ευχέρεια αυτή ασκείται καλόπιστα τα δικαστήρια δεν επεμβαίνουν για να αμφισβητήσουν τη ληφθείσα απόφαση (βλ. Amanda Marga Ltd v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2583, Suleiman v. Republic (1987) 3 C.L.R. 227, Καλομοίρα Ιωάννου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 68/2001 της 28/3/2003). Όπως αναφέρεται στις υποθέσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Cabaies and Balkandali ((1985) Series A, no. 94, p. 32), τις οποίες η ίδια η αιτήτρια επικαλείται, το άρθρο 8 της Σύμβασης το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 15 του Κυπριακού Συντάγματος, δεν επιβάλλει γενική υποχρέωση πάνω στα κράτη να σεβαστούν την επιλογή για διαμονή παντρεμένων ζευγαριών ή να δεχθούν το "μη υπήκοο" σύζυγο για εγκατάσταση στο ενδιαφερόμενο κράτος.
Στην παρούσα περίπτωση η αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει ότι η επίδικη απόφαση είναι αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα ή το Νόμο ή ότι η διοίκηση υπερέβη τα όρια της διακριτικής της ευχέρειας. Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.
(ii) Έλλειψη αιτιολογίας.
Έχει υποβληθεί από την ευπαίδευτη συνήγορο της αιτήτριας ισχυρισμός ότι η επίδικη απόφαση δεν είναι αιτιολογημένη. Η εισήγηση είναι ανεδαφική. Ο λόγος της απόρριψης της αίτησης για την αφαίρεση του ονόματος της αιτήτριας από το σχετικό κατάλογο είναι, όπως φαίνεται από την επίδικη απόφαση, γιατί η αιτήτρια είναι πρόσωπο που έχει ήδη απελαθεί σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 6(1)(θ) του Κεφ. 105 και γιατί ο γάμος που είχε συνάψει δεν ήταν γνήσιος αλλά εξυπηρετούσε άλλες σκοπιμότητες. Από το λεκτικό της επίδικης απόφασης φαίνεται ότι το πρώτο σκέλος της απόφασης είναι ανεξάρτητο και προσφέρει την απαραίτητη αιτιολογία, όπως αυτή εξάγεται από τα γεγονότα της υπόθεσης.
(iii) Η απόφαση συνιστά παραβίαση του άρθρου 15 του Συντάγματος.
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η άρνηση των Κυπριακών Αρχών να αφαιρέσουν το όνομα της από τον κατάλογο των προσώπων για τα οποία απαγορεύεται η είσοδος στη Δημοκρατία, συνιστά παράβαση του άρθρου 15 του Κυπριακού Συντάγματος (Δικαίωμα ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής) και του άρθρου 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων όπως έχει υιοθετηθεί στην Κύπρο με το Νόμο 35/62. Η εισήγηση είναι ανεδαφική. Η απαγόρευση της εισόδου ενός προσώπου στη Δημοκρατία δεν συνιστά αυτόματα και το διαχωρισμό του από το άλλο σκέλος του (Balalas and another v. Republic (1988) 3 C.L.R. 2127, Σαββίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 981). Το άρθρο 8 της Σύμβασης δεν επιβάλλει στα κράτη την υποχρέωση να σεβαστούν την απόφαση ενός ζευγαριού να επιλέξει τη χώρα διαμονής του. Όπως λέχθηκε στην Isam Hassan Ahmad Abu Tawahenih v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 269/2002 της 28/7/2003,
"Έχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι το δικαίωμα αλλοδαπού να παραμείνει στην επικράτεια μιας χώρας δεν διασφαλίζεται ούτε από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ούτε βέβαια από το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας με επίκληση διατάξεων που προστατεύουν το θεσμό της οικογένειας. Όπως έχει θέσει το θέμα ο Δικαστής Καλλής στην προσφυγή Reyes v. Δημοκρατίας (βλ. πιο πάνω):
«Το άρθρο 32 του Συντάγματος ρητά αναγνωρίζει δικαίωμα στη Δημοκρατία να ρυθμίζει ζητήματα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Το δικαίωμα μιας χώρας να αρνείται είσοδο των αλλοδαπών αποτελεί, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, έκφραση της κυριαρχίας μιας χώρας. Αποτελεί ένα κυριαρχικό δικαίωμα το οποίο δεν μπορεί να περιοριστεί εκτός με δεσμευτική σύμβαση. Το δικαίωμα ενός κράτους να ρυθμίζει τη διάρκεια της παραμονής των αλλοδαπών στη χώρα περιέχει ωσαύτως, και το γνώρισμα της κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας της χώρας. Ο καθηγητής Jacobs στο σύγγραμμά του πάνω στην ερμηνεία και εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων παρατηρεί ότι ούτε η Σύμβαση ούτε τα Πρωτόκολλα της επιβάλλουν οποιουσδήποτε περιορισμούς πάνω στο δικαίωμα ενός κράτους να αποκλείσει ένα αλλοδαπό από τη χώρα (Moyo v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203, 1208 - απόφαση της Ολομέλειας).
Δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, η διακριτική ευχέρεια του κράτους να αποκλείσει αλλοδαπούς είναι πολύ ευρεία, αλλά όχι απόλυτη. Υπόκειται στην καλόπιστη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας. Εφόσο η διακριτική ευχέρεια ασκείται καλόπιστα, το δικαστήριο δεν αμφισβητεί περαιτέρω την απόφαση. Ένας αλλοδαπός, τηρουμένων οποιωνδήποτε δικαιωμάτων που παρέχονται σε μια σύμβαση ή διμερή συνθήκη, δεν έχει δικαίωμα εισόδου στη χώρα, το μόνο του δικαίωμα είναι η καλόπιστη εξέταση της αίτησης του για είσοδο στη χώρα. Αναγνώριση οποιασδήποτε περαιτέρω υποχρέωσης εκ μέρους του κράτους θα ήταν ασυμβίβαστη με το κυρίαρχο δικαίωμα του κράτους να αποκλείει αλλοδαπούς.»
Στην ίδια υπόθεση γίνεται αναφορά στην πρωτόδικη υπόθεση Moyo από την οποία υιοθετείται το παρακάτω απόσπασμα:
«Έχει με σταθερότητα νομολογηθεί ότι το δικαίωμα ενός αλλοδαπού για διαμονή σε μια χώρα δε διασφαλίζεται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Αντιθέτως σαφώς εξυπακούεται από το άρθρο 5(1)(στ) της Σύμβασης και το άρθρο 11.2(στ) του Συντάγματος ότι οι Υψηλοί Συμβαλλόμενοι και η Κυπριακή Δημοκρατία είχαν πρόθεση να επιφυλάξουν για τους εαυτούς τους την εξουσία απελάσεως αλλοδαπών από το έδαφος του. Ένα κράτος έχει διακριτική ευχέρεια να αποφασίσει κατά πόσο θα απελάσει ένα αλλοδαπό που βρίσκεται στο έδαφος του, αλλά αυτό το δικαίωμα πρέπει να ασκείται με τρόπο που δεν παραβιάζει τα δικαιώματα του αλλοδαπού δυνάμει Διεθνών Συμβάσεων.»"
Στην παρούσα περίπτωση ο Κύπριος Κώστας Παπαδόπουλος ταξίδεψε στη Σρι Λάνκα όπου παντρεύτηκε την αιτήτρια και εφόσον η τελευταία έχει ήδη κηρυχθεί ως απαγορευμένη μετανάστρια και δεν έχει δικαίωμα να έλθει στην Κύπρο, το ζευγάρι θα μπορούσε να επιλέξει ως χώρο διαμονής του τη Σρι Λάνκα, χωρίς έτσι να παραβιάζονται τα δικαιώματα της αιτήτριας.
Η προσφυγή απορρίπτεται με €1.200 έξοδα σε βάρος της αιτήτριας.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ