ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 2414/2006)
29 Οκτωβρίου, 2008
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΛΟΗ Κ. ΚΟΡΟΜΙΑ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
Μ. Καλλιγέρου (κα), για την Αιτήτρια.
Λ. Ουστά (κα), για την Καθ΄ης η Αίτηση.
Α. Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Η καθ' ης η αίτηση στις 3.6.2005, κατόπιν πρότασης για πλήρωση της κενής μόνιμης θέσης Διευθύντριας Υπηρεσιών Κοινωνικών Ευημερίας, στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, συνεδρίασε και αποφάσισε, επειδή επρόκειτο για θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, όπως αυτή δημοσιευθεί όπως προβλέπεται από την σχετική νομοθεσία.
Επειδή σύμφωνα με το άρθρο 32(1) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 έως 2006 οι θέσεις Προϊσταμένων Τμημάτων εξαιρούνται από τη διαδικασία των Συμβουλευτικών Επιτροπών, η ΕΔΥ προχώρησε να εξετάσει το θέμα της κατοχής από τους αιτητές των προσόντων που απαιτούνται από το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας. Έτσι, κατά την ίδια συνεδρία της, έκρινε ότι μόνο πέντε από τους υποψηφίους, μεταξύ των οποίων η Αιτήτρια και η Τούλα Κούλουμου, Ενδιαφερόμενο Μέρος (ΕΜ), πληρούσαν τα απαιτούμενα προσόντα και αποφάσισε να τους καλέσει ενώπιον της σε προφορική εξέταση.
Στις 2.11.06, η ΕΔΥ αφού δέχθηκε χωριστά τους δύο υποψήφιους σε προφορική εξέταση και ακολούθως άκουσε και την άποψη της Διευθύντριας ως προς την απόδοση του κάθε υποψηφίου στην προφορική εξέταση, αποφάσισε να προσφέρει το διορισμό στην επίδικη θέση στο ΕΜ. Όρισε δε, ο διορισμός να αρχίζει από τις 15.11.2006.
Η εν λόγω απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, η οποία είναι και η προσβαλλόμενη, δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 17.11.2006.
Η ευπαίδευτη συνήγορος για την Αιτήτρια προβάλλει δύο λόγους ακύρωσης. Πρώτον, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα μη δέουσας έρευνας και πλάνης περί τα πράγματα ως προς τα προσόντα των υποψηφίων και δεύτερον ότι η ΕΔΥ παρεκκλίνοντας από τη σύσταση της Γενικής Διευθύντριας, παρέλειψε να επιλέξει τον καταλληλότερο υποψήφιο.
Θα αρχίσω από τον πρώτο λόγο ακύρωσης που αφορά στην πλάνη. Το σχέδιο υπηρεσίας απαιτούσε, μεταξύ άλλων, όπως οι υποψήφιοι κατέχουν, δυνάμει της παραγράφου 3(1)(α):-
«Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν σε ένα τουλάχιστον από τα ακόλουθα θέματα ή συνδυασμό των θεμάτων αυτών: Κοινωνική Εργασία/Ευημερία/Πρόνοια, Κοινωνιολογία, Ψυχολογία, Κοινωνική Πολιτική, Κοινωνική Διοίκηση, Κοινωνική Ανθρωπολογία, Νομικά, Εγκληματολογία, Εκπαιδευτική και Κοινωνική Πολιτική.»
Επίσης, δυνάμει της παραγράφου 3(3):-
«Μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ειδική εκπαίδευση ή μετεκπαίδευση, διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους και απόκτηση σχετικού διπλώματος σε ένα από τα στην παρ. (1) θέματα ή συνδυασμό των θεμάτων αυτών.»
Η Αιτήτρια και το ΕΜ κατείχαν τα πιο κάτω ακαδημαϊκά προσόντα:-
Αιτήτρια ΕΜ
1. Diploma in Social Welfare 1.Δίπλωμα επιπέδου Licence
2. Bachelor of Science in Social Welfare στη Ψυχολογία.
3. Master of Social Work 2.Δίπλωμα επιπέδου Licence
στην Κοινωνιολογία
3.Matrice στη Ψυχολογία
4.Μεταπτυχιακό Δίπλωμα
στην Κλινική
Εγκληματολογία
Η ΕΔΥ επιλέγοντας το ΕΜ αντί της Αιτήτριας, έδωσε το εξής σκεπτικό:-
«Επιλέγοντας την Κούλουμου Τούλα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε από την Επιτροπή, στην ενώπιόν της προφορική εξέταση, ως Εξαίρετη, στο υψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησής της και σε υψηλότερο επίπεδο από τις ανθυποψήφιές της, οι οποίες αξιολογήθηκαν, η μεν Κονή ως Πολύ Καλή η δε Κορομία-Κωνσταντινοπούλου ως Πάρα Πολύ Καλή, διαθέτει, πέραν των απαιτούμενων από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντων, επιπρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα, τα οποία αν και δεν αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης (δίπλωμα Κοινωνιολογίας και δίπλωμα Κλινικής Εγκληματολογίας) και, ως εκ τούτου, τους αποδόθηκε η ανάλογη βαρύτητα και, επιπλέον, είναι ισοδύναμη με αυτές σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες αξιολογήσεις των υποψήφιων, με έμφαση στα τελευταία χρόνια, στα οποία αποδίδεται μεγαλύτερη βαρύτητα.»
Το παράπονο της Αιτήτριας για πλάνη περί τα πράγματα, έχει τρία σκέλη.
Το πρώτο σκέλος είναι ότι η ΕΔΥ καταγράφοντας τα προσόντα της Αιτήτριας παρέλειψε να καταγράψει κατά πλάνη περί τα πράγματα, τον πρώτο τίτλο της Αιτήτριας, δηλαδή το Diploma in Social Welfare. Αντίθετα, για το ΕΜ κατέγραψε και τα δύο διπλώματα που κατείχε σε επίπεδο Licence σε Ψυχολογία και Κοινωνιολογία.
Η καθ' ης η αίτηση ισχυρίζεται ότι το γεγονός ότι το συγκεκριμένο προσόν της Αιτήτριας δεν καταγράφεται στην απόφαση της ΕΔΥ, δεν την καθιστά τρωτή εφόσον λειτουργεί το τεκμήριο της κανονικότητας.
Το ΕΜ ισχυρίστηκε ότι το σχετικό Δίπλωμα της Αιτήτριας, δεν ήταν πανεπιστημιακού επιπέδου και ορθά δεν κατεγράφη και δεν λήφθηκε υπόψη για σκοπούς ικανοποίησης του Σχεδίου Υπηρεσίας. Περαιτέρω ότι ουδέποτε η Αιτήτρια ζήτησε να της αναγνωριστεί το πιο πάνω Δίπλωμα ως πανεπιστημιακού επιπέδου, όπως έκαμε για το πτυχίο της, Bachelor of Science in Social Welfare. Ακόμη και αν ευσταθεί το πιο πάνω επιχείρημα, η ΕΔΥ όφειλε, προτού καταλήξει σ' ένα τέτοιο συμπέρασμα, να προβεί σε δέουσα έρευνα και εν πάση περιπτώσει, όφειλε να αιτιολογήσει την απόφασή της να μην το λάβει καθόλου υπόψη.
Στην απουσία οποιασδήποτε εξήγησης ή αιτιολογίας, το παράπονο της Αιτήτριας ευσταθεί, αφού από τα πρακτικά, είναι φανερό ότι στην απόφαση της ΕΔΥ δεν καταγράφηκε και δεν λήφθηκε υπόψη το Δίπλωμα στην Κοινωνική Ευημερία (Diploma in Social Welfare), το οποίο είναι δεκτό ότι κατείχε η Αιτήτρια.
Το δεύτερο και συναφές σκέλος του παραπόνου της Αιτήτριας, είναι ότι στην περίπτωση του ΕΜ, η ΕΔΥ ενώ έλαβε υπόψη το ένα από τα δύο διπλώματα επιπέδου Licence[1] και ως πρόσθετο προσόν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, δεν έκαμε το ίδιο και με το πρόσθετο δίπλωμα της Αιτήτριας (Diploma in Social Welfare), το οποίο αγνόησε παντελώς.
Το ΕΜ διαφωνεί, ισχυριζόμενο ότι εκείνο που κατέγραψε η ΕΔΥ, είναι ότι το ΕΜ είχε δύο αυτοτελή διπλώματα τα οποία μπορούσαν να ικανοποιήσουν την πρόνοια αυτή του Σχεδίου Υπηρεσίας. Η ΕΔΥ στη συνέχεια θεώρησε το Δίπλωμα στη Ψυχολογία ότι ικανοποιούσε την απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας, με αποτέλεσμα το Δίπλωμα στην Κοινωνιολογία να θεωρηθεί ως πρόσθετο προσόν μη απαιτούμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας.
Δεν διαφωνώ με την προσέγγιση του ευπαιδεύτου δικηγόρου του ΕΜ. Όμως η ΕΔΥ όφειλε με τον ίδιο τρόπο να αξιολογήσει και το πρόσθετο μη απαιτούμενο Δίπλωμα της Αιτήτριας. Η ΕΔΥ ενώ έλαβε υπόψη το Δίπλωμα του ΕΜ στην Κοινωνιολογία, ως προσόν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, δεν έπραξε το ίδιο με το πρόσθετο προσόν της Αιτήτριας (Diploma in Social Welfare), το οποίο όπως έχω ήδη αναφέρει, αγνόησε παντελώς. Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Αδάμου Ανδρέου (1993) 3 ΑΑΔ 153, 161, ακαδημαϊκά προσόντα επιπλέον αυτών που καθορίζονται στο Σχέδιο Υπηρεσίας ως απαραίτητα, λαμβάνονται υπόψη, αν είναι συναφή με τη θέση. Στην προκειμένη περίπτωση, δεν διεξήχθη καμία έρευνα για να διαπιστωθεί αν το πρόσθετο προσόν της Αιτήτριας ήταν ή όχι συναφές ώστε να ληφθεί υπόψη.
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω και αυτό το σκέλος του παραπόνου της Αιτήτριας ευσταθεί.
Το τρίτο σκέλος είναι ότι κατά την αξιολόγηση των προσόντων, η ΕΔΥ θεώρησε λανθασμένα ότι το ΕΜ υπερέχει σε ακαδημαϊκά προσόντα. Έχω ήδη παραθέσει το σχετικό σκεπτικό της ΕΔΥ.
Η κα Καλλιγέρου εισηγήθηκε ότι η ΕΔΥ πλανήθηκε ως προς τα προσόντα του ΕΜ. Θεώρησε ότι το Δίπλωμα επιπέδου Licence στην Κοινωνιολογία και το Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Κλινικής Εγκληματολογίας ήταν προσόντα πέραν των απαιτουμένων από το σχέδιο υπηρεσίας, τα οποία θεώρησε ως σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης. Κατά την κα Καλλιγέρου, η ΕΔΥ από την στιγμή που αρχικά έλαβε υπόψη τα δύο διπλώματα ότι καλύπτουν τα απαιτούμενα προσόντα από την παράγραφο 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας, δεν εδικαιούτο στη συνέχεια να θεωρήσει το ένα από αυτά - Δίπλωμα στην Κοινωνιολογία - ότι αποτελούσε και πρόσθετο προσόν, σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης. Σύμφωνα με την εισήγηση της, το ΕΜ δεν κατείχε πρόσθετο σχετικό προσόν, αλλά απλώς τα απαιτούμενα προσόντα από την παράγραφο 3(1), με δύο τρόπους.
Δεν ευσταθεί το επιχείρημα. Η ΕΔΥ εκείνο που κατέγραψε ήταν το σύνολο των ακαδημαϊκών προσόντων του ΕΜ τα οποία μπορούσαν να ικανοποιήσουν το Σχέδιο Υπηρεσίας. Η απλή καταγραφή ότι το ΕΜ είχε δύο πανεπιστημιακά διπλώματα επιπέδου Licence τα οποία είτε το ένα είτε το άλλο θα μπορούσαν να ικανοποιήσουν τα προσόντα που απαιτούνταν από το Σχέδιο Υπηρεσίας, δεν εμποδίζει την ΕΔΥ στη συνέχεια να λάβει υπόψη το δεύτερο ως πρόσθετο προσόν. Στην προκειμένη περίπτωση, έκρινε ότι το Δίπλωμα στη Ψυχολογία, ικανοποιούσε την απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας και ορθά προσμέτρησε το Δίπλωμα στην Κοινωνιολογία ως πρόσθετο μη απαιτούμενο προσόν.
Η σημασία των πρόσθετων του Σχεδίου Υπηρεσίας προσόντων, συνοψίστηκε ως εξής από την Ολομέλεια, στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Ανδρέου και άλλων (1993) 3 ΑΑΔ 153, στη σελ. 160:-
«Συνοψίζοντας, η ορθή κατά τη γνώμη μας νομική προσέγγιση είναι η εξής: Για να είναι κάποιος νόμιμα υποψήφιος για θέση πρώτου διορισμού ή πρώτου διορισμού και προαγωγής πρέπει να κατέχει τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα την πρώτη ουσιώδη ημερομηνία, που είναι η τελευταία ημερομηνία της περιόδου που ορίζεται στη δημοσίευση της κενής θέσης, κατά την οποία οι αιτήσεις πρέπει να υποβληθούν. Αυτά δε τα προσόντα είναι μόνο τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας ως απαραίτητα ή καθορίζονται σε αυτά ως πλεονέκτημα ή επιπρόσθετα. Οποιαδήποτε άλλα προσόντα έχει ο υποψήφιος, είτε αυτά είναι ακαδημαϊκά ή άλλα ενδεικτικά του μορφωτικού επιπέδου και των εν γένει ικανοτήτων του, προσμετρούν στη συνολική του αξιολόγηση ως στοιχείο σύγκρισης μεταξύ των υποψηφίων.»
Και στη σελίδα 162:-
«.. Ακαδημαϊκά προσόντα που έχει ένας υποψήφιος, επιπλέον αυτών που καθορίζονται στο σχέδιο υπηρεσίας ως τα απαραίτητα ή ως πλεονέκτημα, λαμβάνονται γενικά υπόψη, αν είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης, άλλως έχουν περιθωριακή σημασία.»
Δεν είναι έργο του Δικαστηρίου, αλλά του διοικητικού οργάνου, να εκτιμήσει την αξία των προσόντων των υποψηφίων. Βέβαια, το τεκμήριο της νομιμότητας των ευρημάτων της διοίκησης τίθεται υπό αμφιβολία, αν ο αιτητής επιτύχει να θέσει ως πιθανή την ύπαρξη πλάνης περί τα πράγματα. Αν δημιουργηθούν αμφιβολίες στο Δικαστή, αναφορικά με την ορθότητα των ευρημάτων της διοίκησης, η διοικητική πράξη μπορεί να ακυρωθεί αν το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα, με αποτέλεσμα να επέλθει πλάνη.
Στην προκειμένη περίπτωση, ο λόγος που αφορά στην πλάνη ευσταθεί, εφόσον τα δύο πρώτα σκέλη του λόγου ακύρωσης έγιναν δεκτά. Κατά την άποψή μου, ο τρόπος που η ΕΔΥ προσέγγισε τα ακαδημαϊκά προσόντα των υποψηφίων, ήταν ανόμοιος με αποτέλεσμα, λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας, να οδηγηθεί σε πλάνη περί τα πράγματα αναφορικά με τα προσόντα των υποψηφίων.
Έρχομαι τώρα στο δεύτερο λόγο ακύρωσης. Η Αιτήτρια προβάλλει τον ισχυρισμό ότι η ΕΔΥ, κατά την έκδοση της επίδικης απόφασης, απέτυχε να επιλέξει τον καταλληλότερο υποψήφιο, αφού, χωρίς να αιτιολογήσει την απόφαση της επαρκώς, διαφοροποιήθηκε από τη σύσταση της Γενικής Διευθύντριας, και παραγνώρισε την υπεροχή της Αιτήτριας σε αρχαιότητα, αξία και πείρα. Η καθ' ης η αίτηση θεωρεί ότι η επίδικη θέση είναι διευθυντική και ως εκ τούτου η προφορική εξέταση ήταν σημαντική στην επιλογή της καταλληλότερης υποψήφιας. Θεωρεί ότι η επιλογή του ΕΜ ήταν εύλογα επιτρεπτή και ότι εν πάση περιπτώσει, η Αιτήτρια, η οποία είχε και το βάρος απόδειξης, απέτυχε να αποδείξει ότι υπερείχε έκδηλα έναντι του ΕΜ, που τελικά προάχθηκε.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος για το ΕΜ εισηγήθηκε ότι η ΕΔΥ αιτιολόγησε επαρκώς την απόφαση της να διαφοροποιηθεί από τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, θεωρώντας ότι η υπεροχή του ΕΜ στην προφορική εξέταση ότι επαυξάνει ουσιωδώς την αξία του. Αυτό, κατά την άποψη του, θα πρέπει να θεωρηθεί ως καλός λόγος για απόκλιση από τη σύσταση.
Με βάση όλα τα ενώπιον μου δεδομένα, όπως αυτά καταγράφονται στους σχετικούς φακέλους, η Αιτήτρια έναντι του ΕΜ είναι ίση σε αξία, υπερέχει σε αρχαιότητα κατά 4 χρόνια στην αμέσως προηγούμενη από την επίδικη θέση. Σε προσόντα τα διάδικα μέρη πληρούν τα απαιτούμενα, αλλά το ΕΜ είναι κάτοχος πανεπιστημιακού τίτλου Κλινικής Εγκληματολογίας το οποίο είναι απλώς σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης. Σχετικά με το ζήτημα αυτό η Ολομέλεια στην Πανίκος Πούρος κ.ά. ν. ΕΔΥ (2001) 3 ΑΑΔ 374, επισήμανε ότι:-
«Πάντως, η ασυμφωνία της Θρασυβούλου και της Κουκκουρή (ανωτέρω) με την καθιερωθείσα νομολογιακή επί του ζητήματος γραμμή, δεν εξασθενίζει το λόγο των προηγούμενων αποφάσεων αλλά ούτε και μας φαίνεται να απέβλεπε σε αυτό. Καταλήγουμε ότι τα πρόσθετα, μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης. Απόκειται πια στην αρμόδια αρχή να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους, αποφεύγοντας δύο άκρα: αφενός να μην είναι η βαρύτητα υπερβολική , ώστε να φτάνει στο σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής και, υπερβολική ώστε να φτάνει στο σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής και, αφετέρου, να μην είναι εντελώς οριακή όπως θα ήταν, αν τα πρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με το καθήκοντα της θέσης. Μέσα σε αυτά τα όρια, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση και στάθμιση στοιχείων και παραγόντων.»
Επίσης το ΕΜ έχει βαθμολογηθεί στην ενώπιον της ΕΔΥ προφορική εξέταση ως «Εξαίρετη» και η Αιτήτρια ως «Πάρα Πολύ Καλή», όμως η Αιτήτρια έχει την υπέρ της σύσταση της Αν. Γενικής Διευθύντριας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Κατά την άποψη μου μπορεί η υπεροχή σε αρχαιότητα της Αιτήτριας να μην έχει τόση σημασία, λόγω του διευθυντικού χαρακτήρα της θέσης, όμως σε συνάρτηση και με τα όσα αναφέρω πιο πάνω, η ΕΔΥ στην απόφαση της και ιδιαίτερα στο μέρος όπου αναφέρεται στην απόκλιση της από τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, η νομιμότητα της οποίας δεν αμφισβητήθηκε από καμία πλευρά, δεν δίνει τη δέουσα αιτιολογία για την ενέργεια της αυτή. Η σύσταση του Διευθυντή, η οποία υπό το πρίσμα της απόφασης της Πλήρους Ολομέλειας στη Μοδίτης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 695 έχει πια συμβουλευτικό χαρακτήρα, δεν παύει να είναι η άποψη του προϊσταμένου και η νομολογία επιτάσσει, σε περίπτωση απόκλισης από αυτή, ειδική αιτιολογία στην οποία το αποφασίζον όργανο υποχρεούται να καταγράψει με σαφήνεια τους λόγους «για την υιοθέτηση αυτής της ασύνηθους πορείας», όπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται στην ίδια την υπόθεση.
Στην προκειμένη περίπτωση, η αιτιολογία που έδωσε η ΕΔΥ, κάθε άλλο παρά «ειδική» μπορεί να θεωρηθεί. Ούτε η παράθεση στην απόφαση της ΕΔΥ αποσπασμάτων από αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, μπορεί να θεωρηθεί ως ικανοποιητική επεξήγηση για την μη υιοθέτηση της σύστασης.
Ενόψει των πιο πάνω, η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει την αρχή της νομιμότητας και θα πρέπει να ακυρωθεί.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με €1200 έξοδα, συμπεριλαμβανομένου και ΦΠΑ, υπέρ της Αιτήτριας. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠς