ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                   (Υπόθεση Aρ. 2262/06)

 

29 Οκτωβρίου, 2008

 

[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΟ  ΑΡΘΡΟ  146  ΤΟΥ  ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ  ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,

Aιτητής,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,  ΜΕΣΩ

ΔΙΟΙΚΗΤΗ  195  ΜΟΙΡΑΣ  ΕΛΑΦΡΟΥ  Α/Α  ΠΥΡΟΒΟΛΙΚΟΥ  Ε.Φ.,

Καθ' ων η Αίτηση.

 

_________________________

 

Σωτήρης Οικονομίδης, για τον Αιτητή.

Κυριάκος Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

_________________________

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:    Ο αιτητής, μόνιμος Υπαξιωματικός του Στρατού της Δημοκρατίας, αμφισβητεί, με την προσφυγή του, τη νομιμότητα της απόφασης του Διοικητή της 195 Μοίρας Ελαφρού Αντιαρματικού Πυροβολικού, («195 ΜΕΑ/ΑΠ»), ημερομηνίας 27/10/2006, με την οποία γραπτό παράπονό του εναντίον της πειθαρχικής ποινής της τετραήμερης κράτησης, που αυτός του επέβαλε στις 29/9/2006, απορρίφθηκε.

 

Σύμφωνα με τα γεγονότα, ο αιτητής, ο οποίος φέρει το βαθμό του Αρχιλοχία, υπηρετεί από τις 28/10/2005 στην 195 ΜΕΑ/ΑΠ.  Προηγουμένως και, συγκεκριμένα, κατά τις περιόδους 16/6/1996 - 31/10/2004 και 1/11/2004 - 27/10/2005 υπηρετούσε στην 194 Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού, («194 ΜΠΠ»), ως διαχειριστής υλικού, και στην 193 Αυτοκινούμενη Μοίρα Βαρέως Πυροβολικού, αντίστοιχα.

 

Ο Διοικητής της 194 ΜΠΠ, για σκοπούς παράδοσης της διαχείρισης υλικού της μονάδας από τον αιτητή σε άλλο υπαξιωματικό, επειδή ο αιτητής, για μεγάλη περίοδο - (27/9/2004 - 26/10/2004 και 1/11/2004 - 11/12/2004) - απουσίαζε με αναρρωτική άδεια, αποφάσισε, στις 19/11/2004, τη συγκρότηση επιτροπής, προκειμένου αυτή να καταμετρήσει και να ελέγξει τα υλικά της συγκεκριμένης διαχείρισης.  Από την καταμέτρηση, διαπιστώθηκε απώλεια υλικών συνολικής αξίας ΛΚ8.044.05, οπότε αυτός ζήτησε τη διενέργεια ανάκρισης, για τη διακρίβωση των συνθηκών κάτω από τις οποίες αυτά απωλέσθηκαν.  Το πόρισμα της ανάκρισης εκδόθηκε στις 15/6/2006.  Σ' αυτό, ο ανακριτής, μεταξύ άλλων, κατέληξε ότι ο αιτητής διέπραξε το αδίκημα της απώλειας υλικού δημοσίου, λόγω αμέλειας, κατά παράβαση του ΄Αρθρου 88Α του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα και Δικονομίας του 1964, (Ν. 40/64), (όπως τροποποιήθηκε).  Εισηγήθηκε, όμως, όπως μη ασκηθεί εναντίον του ποινική δίωξη, δεδομένου ότι, στα ελλείποντα υλικά, δεν περιλαμβάνονταν ελεγχόμενα και παρακολουθούμενα.

 

Στη συνέχεια, το Πρώτο Επιτελικό Γραφείο του ΓΕΕΦ, με επιστολή του ημερομηνίας 10/8/2006,  ενημέρωσε το Διοικητή της 194 ΜΠΠ για το πόρισμα και, ταυτόχρονα, τον κάλεσε να εφαρμόσει τις πρόνοιες του Κ. 6(1)(2) των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς του 1964 - (Παράρτημα Τρίτο, Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας υπ' Αρ. 372, 3/12/1964, Αρ. 554, σελ. 677), (όπως τροποποιήθηκαν), (οι «Κανονισμοί»).  Επειδή, στο μεταξύ, ο αιτητής είχε μετατεθεί, η επιστολή διαβιβάστηκε στο Διοικητή της μονάδας όπου υπηρετούσε, δηλαδή της 195 ΜΕΑ/ΑΠ, ο οποίος και τον κάλεσε σε διοικητική απολογία, γιατί:-

 

«... κατά το χρονικό διάστημα από 16 Ιουν.96 μέχρι 31 Οκτ.04 ως Δχστής Υλικού της 194 ΜΠΠ, εκτελώντας πλημμελώς τα καθήκοντα σας, απωλέσατε υλικά συνολικής αξίας 8,044 ΛΚ και 5 σεντ.  ...»

 

 

 

Ο αιτητής, στην απολογία του ημερομηνίας 14/9/2006, απέρριπτε την οποιαδήποτε ευθύνη του καταλογιζόταν.  Μεταξύ άλλων, ανέφερε τα εξής:-

 

«α.  Από 08 Σεπ 04 λόγω προβλημάτων υγείας απουσίαζα με συνεχείς αναρρωτικές άδειες συνολικά 74 ημέρες μέχρι 13 Δεκ 04 και εν συνεχεία με Δγη του ΓΕΕΦ/ΔΠΒ μου χορηγήθηκε αυθημερόν φύλλο Πορείας για την 193 ΑΚ/ΜΒΠ επειδή εκκρεμούσε μετάθεση μου, χωρίς να μου δοθεί χρόνος παράδοσης της Δχσης Υλικού.

 

β.  Από έναρξης της αναρρωτικής άδειας μου ζήτησα από τον Δκτή να αντικατασταθώ των καθηκόντων μου και αντί αυτού μου ζήτησε την παράδοση των κλειδιών του Γραφείου και αποθηκών της Δχσης Υλικού χωρίς να εφαρμοστούν τα καθοριζόμενα από την ΠαΔ 6-15/94/ΓΕΕΦ/ΔΥΠ προβλεπόμενες διαδικασίες σε περίπτωση απουσίας του Δχστη επί μακρό χρονικό διάστημα την συγκρότηση επιτροπής καταμέτρησης και αντικατάστασης μου και ανάθεσης των καθηκόντων Δχστή σε άλλο άτομο.

 

γ.  ΄Οταν διαπιστώθηκαν τα ελλείμματα πριν 2 χρόνια δεν μου ζητήθηκε από τον Δκτή της Μονάδας μου ο οποίος ήταν γνώστης της υπόθεσης να απολογηθώ ούτε μου υπεβλήθη οποιαδήποτε ποινή για εκτέλεση πλημμελώς των καθηκόντων μου.

 

............................................................................................

 

ζ.  Με τον τρόπο που διατυπώνονται οι φράσεις με τις οποίες με καλείτε σε απολογία καθιστά πρόδηλο ότι θεωρείται η ενοχή μου ως δεδομένη προτού καν αξιολογηθεί η απολογία μου σε αντίθεση των καθοριζομένων από την Φ.453/90/71149/Σ.139/4 Φεβ 01/ΓΕΕΦ/ΔΔΚ.»

 

 

 

Στη συνέχεια, ο Διοικητής της 195 ΜΕΑ/ΑΠ, με απόφασή του ημερομηνίας 29/9/2006, έκρινε τον αιτητή ένοχο του πειθαρχικού παραπτώματος για το οποίο τον κάλεσε σε διοικητική απολογία και τον τιμώρησε πειθαρχικά με τετραήμερη κράτηση.  Ο αιτητής άσκησε το δικαίωμα που του παρέχεται από τον Κ. 12(1) των Κανονισμών και, στις 13/10/2006, υπέβαλε Αναφορά Παραπόνου, η οποία όμως απορρίφθηκε, με απόφαση ημερομηνίας 27/10/2006.

 

Για ακύρωση της πιο πάνω απόφασης, προβάλλεται παραβίαση του Κ. 6(1)(2) των Κανονισμών.

 

Οι καθ' ων η αίτηση, επικαλούμενοι τον Κ. 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, ισχυρίζονται ότι ο λόγος αυτός δεν μπορεί να εξεταστεί από το Δικαστήριο, αφού, στα νομικά σημεία της αίτησης, η αναφορά στην πιο πάνω παραβίαση γίνεται κατά τρόπο γενικό.  Δεν υπάρχει, ισχυρίζονται, συγκεκριμενοποίηση αλλά ούτε και οποιαδήποτε άλλη εξειδίκευση των διατάξεων που παραβιάστηκαν.  Προς υποστήριξη της θέσης τους, παρέπεμψαν στη Βάσος Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 677/04, 9/1/05 και στη Latomia Estate Ltd κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, στην οποία αναφέρονται τα εξής:- (σελ. 685-686)

 

«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.  ΄Οπως αναφέρεται ρητά στο σχετικό Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου,

 

'7.  ΄Εκαστος διάδικος δέον διά των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται, αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως.  Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρεούται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμόν τούτον.'»

 

 

 

Εξετάζοντας τη διατύπωση του νομικού σημείου αρ. 1, όπου αναφέρεται ότι: «Ο καθ' ου η αίτηση ενήργησε αντίθετα και/ή κατά παραβίαση των σχετικών με την πειθαρχική δίωξη των στρατιωτικών προνοιών των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς», καταλήγω ότι το προδικαστικό ζήτημα που έθεσαν οι καθ' ων η αίτηση δεν ευσταθεί.  Το εν λόγω νομικό σημείο επεξηγεί και αιτιολογεί με επάρκεια τη βάση της προσφυγής.  Η παράλειψη αναφοράς του Κ. 6(1)(2) των Κανονισμών δεν καθιστά το λόγο ακύρωσης γενικό, σε βαθμό που να εμποδίζεται το Δικαστήριο να εξετάσει όσα επεξηγούνται και αναπτύσσονται με τη γραπτή αγόρευση του συνηγόρου του αιτητή σε σχέση με αυτό. 

 

Ενόψει της κατάληξης μου, προχωρώ να εξετάσω την προσφυγή στην ουσία της.

 

Είναι η θέση του συνηγόρου του αιτητή ότι ο Διοικητής της 195 ΜΕΑ/ΑΠ, ο οποίος, με την επιστολή του ημερομηνίας 7/9/2006,  κάλεσε τον αιτητή σε διοικητική απολογία, χωρίς ο ίδιος να προβεί σε έλεγχο, βασιζόμενος στα αποτελέσματα της ανάκρισης η οποία έγινε από άλλο όργανο, ουσιαστικά, παραβίασε τον Κ. 6(1)(2) των Κανονισμών.  Ο  Κ. 6,  στην έκταση που εδώ ενδιαφέρει, προβλέπει τα εξής:-

 

«6. - (1)  Εις πάσαν περίπτωσιν καθ' ην υποβάλλεται αναφορά ή προβάλλεται ισχυρισμός, εξ ων φαίνεται ότι μέλος τι δυνατόν να διέπραξε παράπτωμά τι, το όλον ζήτημα θα αναφέρηται εις τον διοικούντα αξιωματικόν του τοιούτου μέλους:

 

   Νοείται ..................................................................................................

 

(2)  Ο διοικών αξιωματικός του τοιούτου μέλους λαμβάνων την αναφοράν, επιλαμβάνεται προσωπικώς της ερεύνης του αναφερομένου παραπτώματος, ασκεί τον προσήκοντα έλεγχον και επιβάλλει αμέσως την κατά την κρίσιν του και εντός των ορίων της δικαιοδοσίας αυτού διαγραφομένην ποινήν άνευ ετέρας τινός διαδικασίας:»

 

 

 

Προκύπτει από την επιστολή ημερομηνίας 7/9/2006 - τεκμήριο 7 - ότι ο Διοικητής της 195 ΜΕΑ/ΑΠ κάλεσε τον αιτητή σε διοικητική απολογία, χωρίς ο ίδιος να διερευνήσει προσωπικά τα γεγονότα που αφορούσαν το παράπτωμα.  Εξέλαβε τη διάπραξη του αδικήματος, για την οποία τον καλούσε σε απολογία, δεδομένη, στη βάση της ανάκρισης η οποία έγινε με οδηγίες του Διοικητή της 194 ΜΠΠ.  Ουσιαστικά, στηρίχτηκε στο Πόρισμα - Τεκμήριο 5 - αποτέλεσμα της ανάκρισης που έγινε στα πλαίσια του Κ. 6(3)[1] των Κανονισμών, με το οποίο γινόταν εισήγηση να μη διωχθεί ο αιτητής ποινικά.  ΄Οταν, με την επιστολή ημερομηνίας 10/8/2006, ζητήθηκε από τον Διοικητή της 194 ΜΠΠ να εφαρμόσει τον Κ. 6(1)(2) των Κανονισμών, δε σήμαινε ότι, επειδή είχε προηγηθεί ανάκριση, ο Διοικητής της 195 ΜΕΑ/ΑΠ δεν έπρεπε να εξετάσει προσωπικά.  Στη Μαρία  Μωϋσέως ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 829/99, 14/9/00, όπου εξετάστηκε ανάλογο ζήτημα, αναφέρονται τα πιο κάτω, με τα οποία συμφωνώ, και τα οποία υιοθετώ για τους σκοπούς της παρούσης:-

 

«Η αρμοδιότητα του διοικούντος αξιωματικού που παρέχεται από τον Κανονισμό 6 είναι δικαστικής φύσης και θα πρέπει να ασκείται δικαστικά.  Στην επιστολή του Υπαρχηγού χρησιμοποιήθηκε αμφιλεγόμενη διατύπωση.  Η επιστολή δεν αναφέρεται, όπως θα έπρεπε, σε παράπτωμα που δυνατόν να διαπράχθηκε, αλλά σε παράπτωμα.  ΄Ομως ουσιαστικά καλεί το Διοικητή του 106 ΣΝΕ να προβεί στις ενέργειες που προβλέπονται στον Κανονισμό 6, οι οποίες δεν είναι άλλες από τη διεξαγωγή προσωπικής έρευνας του τυχόν παραπτώματος.  Κατά τη διαδικασία που θα ακολουθήσει ο διοικών αξιωματικός θα πρέπει να σχηματίσει, μετά από έρευνα, δική του γνώμη περί της διάπραξης ή μη του αναφερόμενου παραπτώματος.

 

Στην παρούσα περίπτωση ο Διοικητής βασιζόμενος στην έρευνα που διεξήγαγαν άλλα όργανα, εξέλαβε ως δεδομένη τη διάπραξη του παραπτώματος και προχώρησε απλά σε κλήση της αιτήτριας σε διοικητική απολογία.»

 

 

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα υπέρ του αιτητή.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.

 

 

                                                                         Ε. Παπαδοπούλου,

                                                                                      Δ.

/ΜΑ, ΜΠ



[1] «(3)   Εάν το αναφερθέν παράπτωμα αποτελεί αδίκημα ή χρήζει περαιτέρω ερεύνης ο διοικών αξιωματικός διατάσσει ανάκρισιν.»


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο