ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
&nb sp; Υπóθεση Αρ. 1731/2007
27 Οκτωβρίου, 2008
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ALI HOSSAIN,
Αιτητής
- και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
Καθ΄ών η αίτηση
.............................
Ε. Χειμώνας, για τον αιτητή
Λ. Γρηγορίου (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθών η αίτηση
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή ζητά δήλωση/και ή απόφαση του δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθών η αίτηση ημερ. 26/9/07, η οποία του κοινοποιήθηκε την 15/10/07 και με την οποία ουσιαστικά απέρριψαν την αίτησή του για παροχή πολιτικού ασύλου είναι άκυρη και/ή παράνομη και στερείται οιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ο αιτητής γεννήθηκε στη Μπαγκλαντές και είναι μουσουλμάνος. Αφίχθηκε για πρώτη φορά στην Κύπρο στις 2/3/03 νόμιμα. Υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση πολιτικού ασύλου στις 4/10/04. Ο αιτητής κλήθηκε για συνέντευξη στις 16/5/06, η οποία και διεξήχθη από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε εισήγηση προς τον προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 23/5/06 αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του. Στις 29/5/06 ετοιμάστηκε επιστολή για την απόρριψη του αιτήματός του και πληροφορήθηκε σχετικά ο αιτητής. Στις 5/7/06 καταχωρήθηκε ιεραρχική προσφυγή προς την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων. Στις 25/9/07 ετοιμάστηκε έκθεση από αρμόδιο λειτουργό προς την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων και την επομένη μετά από μελέτη της έκθεσης του Λειτουργού, η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων εξέδωσε απόφαση με την οποία απέρριψε την προσφυγή. Η απόφαση μαζί με την απορριπτική επιστολή αποστάλησαν στον αιτητή στις 3/10/07 και επιδόθηκαν στις 9/10/07. Στις 13/12/07 καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή στην αίτηση προβάλλει τους εξής λόγους ακυρώσεως: (α) η απόφαση λήφθηκε καθ' υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας, (β) λήφθηκε σε πλάνη περί τα πράγματα και το Νόμο, (γ) είναι αναιτιολόγητη και/ή στερείται επαρκούς έρευνας, (δ) λήφθηκε κατά τρόπο αποτελούντα πλημμελή άσκηση της διακριτικής ευχέρειας των καθών η αίτηση, (ε) λήφθηκε από αναρμόδιο όργανο τόσο στο προκαταρκτικό στάδιο όσο και κατά την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων και (στ) δε λήφθηκε μέσα στα χρονικά πλαίσια που επιτάσσει η Νομοθεσία τόσο κατά το προκαταρκτικό στάδιο όσο και κατά το στάδιο της ιεραρχικής προσφυγής.
Με τη σύντομη γραπτή του αγόρευση ο αιτητής επαναλαμβάνει απλώς μερικούς από τους πιο πάνω ισχυρισμούς χωρίς όμως να εξηγεί γιατί αυτοί ευσταθούν.
Είναι η θέση των καθών η αίτηση ότι οι ισχυρισμοί του αιτητή στην παρούσα υπόθεση δεν στοιχειοθετούν κανένα λόγο ακυρότητας και ζητούν την απόρριψη της υπόθεσης.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Εξέτασα τις αντίστοιχες θέσεις. Δέχομαι τα όσα εισηγείται η πλευρά των καθών η αίτηση, ότι δηλαδή οι ισχυρισμοί του αιτητή, όπως προβάλλονται στην αγόρευσή του, είναι γενικοί και αόριστοι και επομένως δεν μπορούν να αποσείσουν το βάρος απόδειξης που έχει ο αιτητής για επιτυχία της προσφυγής του. Η θέση αυτή, ότι δηλαδή γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί δεν είναι αρκετοί για να αποσείσουν το βάρος που έχει ένας αιτητής σε προσφυγή, υποστηρίζεται και από νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλ. μεταξύ άλλων Δημοκρατία ν. Πογιατζή (1992) 3 Α.Α.Δ. 196, Ζίζυρου κα. ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 631 και Μούστρας κα ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 70).
Από εξέταση πρώτα της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου και στη συνέχεια της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής (καθών η αίτηση), φαίνεται ότι η ουσία της απόρριψης του αιτήματος του αιτητή για παραχώρηση πολιτικού ασύλου είναι το ότι δεν έγινε πιστευτός, για τους λόγους που εξηγούνται με λεπτομέρεια στην απόφαση, ότι οι λόγοι που προέβαλε γιατί να εγκαταλείψει τη χώρα του ευσταθούν. Η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου εξέδωσε αριθμό αποφάσεων σχετικά με το θέμα αυτό, η ουσία των οποίων είναι ότι, από τη στιγμή που οι καθών η αίτηση έχουν ακολουθήσει την προβλεπόμενη από το Σύνταγμα και τους περί Προσφύγων Νόμους του 2000-2004 (Ν. 6(1)/2000 ως έχει τροποποιηθεί), διαδικασία, το δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε θέματα εκτίμησης των γεγονότων (βλ. μεταξύ άλλων Harpreet Singh v. Δημοκρατίας, υποθ. αρ. 481/05 ημερ. 26/6/06, Shahadat v. Δημοκρατίας υποθ. αρ. 364/05 ημερ. 21/9/06, Batim Bokov v. Δημοκρατίας, υποθ. αρ. 492/05 ημερ. 21/9/06 Abul Kalam Kalam v. Δημοκρατίας υποθ. αρ. 489/05 ημερ. 21/9/06, Ibrahim Ince v. Δημοκρατίας υποθ. αρ. 352/05 ημερ. 21/9/06, Mehmet Nesin Aydin v. Δημοκρατίας υποθερ. Αρ. 412/05 ημερ. 21/9/06) Όπως διατυπώθηκε σε μια από τις πιο πάνω υποθέσεις (βλ. Ibrahim Ince v. Δημοκρατίας σελ. 4):
«Το δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσία της υπόθεσης για να εξετάσει την ορθότητα της, όπως έχει επανειλημμένως λεχθεί, αλλά υπό κρίση είναι μόνο η νομιμότητα της απόφασης και η διαπίστωση του κατά πόσο το διοικητικό όργανο ενήργησε εντός των πλαισίων της διακριτικής του ευχέρειας.»
Εξετάζοντας τη διαδικασία που ακολουθήθηκε και στη δική μας περίπτωση, δεν έχω εντοπίσει οτιδήποτε που να επιτρέπει στο δικαστήριο να επέμβει στην κατάληξη της Αναθεωρητικής Αρχής ότι ο αιτητής ήταν αναξιόπιστος.
Αναφορικά τώρα με τους λόγους εκείνους με τους οποίους γίνεται ισχυρισμός ότι η απόφαση λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα και/ή με πλάνη όσον αφορά τα πραγματικά γεγονότα και πάλιν κρίνω ότι δεν ευσταθούν. Από μελέτη της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής και γενικά του υλικού που ήταν ενώπιον της, φαίνεται ότι έγινε ενδελεχής εξέταση και δόθηκαν επαρκείς λόγοι για την κατάληξη της. Κατά τη συνέντευξη στην Υπηρεσία Ασύλου ο αιτητής είχε δωρεάν βοήθεια διερμηνέα. Η συνέντευξη κράτησε 45 λεπτά. Δεν υπάρχει θεσμοθετημένος ελάχιστος χρόνος για μια συνέντευξη τον οποίο να έχουν παραβεί οι καθών η αίτηση. Αυτή εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης και στην παρούσα φαίνεται να ήταν ικανοποιητική.
Ενόψει όλων των πιο πάνω και λαμβανομένου υπόψη ότι όλοι οι νομικοί λόγοι που προωθήθηκαν με την αγόρευση του αιτητή έχουν ήδη απαντηθεί από την προαναφερθείσα, αλλά και άλλη, νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου που δεν το θεωρώ αναγκαίο να παραθέσω, η προσφυγή αυτή δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη.
Η προσφυγή απορρίπτεται με €500 έξοδα εναντίον του αιτητή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με βάση το άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑΣ