ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Συνεκδ. Υποθέσεις Αρ. 1412/2006, 1803/2006 και 1922/2006)

 

3 Οκτωβρίου, 2008

 

[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

(Υπόθεση Αρ. 1412/06)

 

ΛΕΟΝΤΙΟΣ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ,

Αιτητής,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ων η αίτηση.

_______________

 

(Υπόθεση Αρ. 1803/06)

 

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΝΤΟΣ,

Αιτητής,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ων η αίτηση.

_______________

 

 

(Υπόθεση Αρ. 1922/06)

 

ΦΡΟΣΩ ΧΑΤΖΗΛΟΥΚΑ,

Αιτήτρια,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ων η αίτηση.

_______________

 

 

Α. Μ. Κωνσταντίνου, για τον Αιτητή στην υπόθεση υπ΄ αρ. 1412/06.

Γ. Χατζημιχαήλ-Κορακοβούνη (κα), για τον Αιτητή στην υπόθεση υπ΄ αρ.  1803/2006.

Α. Ν. Παπαγεωργίου, για την Αιτήτρια στην υπόθεση υπ΄ αρ.  1922/06.

Λ. Ουστά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση.

Αγ. Νικολετοπούλου (κα), για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Χριστάκη Ο. Μαληκκίδη.

________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.:  Και στις τρεις προσφυγές οι αιτητές αξιώνουν ακύρωση του διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους Χρίστου Μαληκκίδη, στη μόνιμη θέση Διευθυντή Εμπορίου και Βιομηχανίας, Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, η οποία πραγματοποιήθηκε ύστερα από απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής «η Επιτροπή»), ημερομηνίας 23.6.2006.

 

Οι αιτητές στις προσφυγές υπ΄αρ. 1803/06 και 1922/06 αρχικά προσέβαλαν και την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους Σόλωνα Κασίνη στην ίδια θέση, αλλά σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας η προσφυγή εναντίον του αποσύρθηκε.

 

Πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής που συστάθηκε διορίστηκε ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εμπορίου Βιομηχανίας και Τουρισμού και ως μέλη οι Γενικοί Διευθυντές των Υπουργείων ΄Αμυνας, Εσωτερικών και Οικονομικών, καθώς και ο Αναπληρωτής ΄Εφορος Εταιρειών και Επίσημος Παραλήπτης.

 

Με τις πιο πάνω προσφυγές, οι οποίες συνεκδικάστηκαν, εγείρονται κάποιοι κοινοί νομικοί ισχυρισμοί, τους οποίους θα εξετάσω πρώτους.  Οι αιτητές υποστηρίζουν ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν είναι προσοντούχος γιατί δεν διαθέτει την απαιτούμενη από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης δεκαετή πείρα.  Ούτε η Συμβουλευτική Επιτροπή, αλλά ούτε και η Επιτροπή προέβηκαν σε οποιαδήποτε έρευνα για να διαπιστώσουν την ύπαρξη των προσόντων του.

 

Στην πρώτη της συνεδρία ημερ. 19.10.2005 η Συμβουλευτική Επιτροπή κατέγραψε συνοπτικά τις αρμοδιότητες των υπηρεσιών του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού.  Οι αιτητές υποστηρίζουν ότι η πείρα του ενδιαφερόμενου μέρους δεν είχε καμία σχέση με τα θέματα όπως προσδιορίστηκαν.  Δεν ήταν πείρα σε θέματα σχετικά με τις αρμοδιότητες του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού.  Αντίθετα, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο των φακέλων και τα σχέδια υπηρεσίας των θέσεων που κατείχε, η πείρα του ήταν σε θέματα περιβαλλοντικής ρύπανσης.

 

Εξ άλλου, υποστηρίζουν οι αιτητές, ούτε η Συμβουλευτική Επιτροπή, αλλά ούτε και η Ε.Δ.Υ. κατέγραψαν το λόγο για τον οποίο έκριναν ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε την απαιτούμενη δεκαετή πείρα, ούτε δόθηκε οποιαδήποτε αιτιολογία γιατί κρίθηκε προσοντούχος. Παρέλειψαν, επίσης, να ερευνήσουν, όπως είχαν υποχρέωση, κάθε πτυχή του θέματος, με συνέπεια να πλανηθούν.  Οι αιτητές καταλήγουν, στην αρχή ότι απλή πιθανολόγηση της ορθότητας του ισχυρισμού τους αυτού για πλάνη της Επιτροπής ως προς την πείρα του ενδιαφερόμενου μέρους, αρκεί για την ακύρωση της πράξης.

 

Το πιο πάνω επιχείρημα των αιτητών θα πρέπει να απορριφθεί.  Το απαιτούμενο από το σχέδιο υπηρεσίας προσόν, το οποίο αμφισβητούν οι αιτητές ότι κατέχει το ενδιαφερόμενο μέρος, έχει ως ακολούθως:

 

«(2) Δεκαετής τουλάχιστο πείρα σε υπεύθυνη θέση σε θέματα σχετικά με τις αρμοδιότητες των Υπηρεσιών του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, από την οποία πενταετής τουλάχιστον υπηρεσία σε διευθυντικά/εποπτικά καθήκοντα, που να περιλαμβάνουν προγραμματισμό, οργάνωση, καθοδήγηση, συντονισμό και έλεγχο εργασιών».

 

 

Τα σχέδια υπηρεσίας των προηγούμενων θέσεων που κατείχε το ενδιαφερόμενο μέρος δείχνουν πως τα καθήκοντα που ασκούσε είναι σχετικά με ορισμένες από τις αρμοδιότητες που κατέγραψε η Συμβουλευτική Επιτροπή έτσι ώστε, να φαίνεται ότι το ενδιαφερόμενο μέρος πληροί την απαιτούμενη από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης δεκαετή τουλάχιστον πείρα σε υπεύθυνη θέση, σε θέματα σχετικά με τις αρμοδιότητες των υπηρεσιών του Υπουργείου Εμπορίου.  Ειδικότερα, με τις αρμοδιότητες που αφορούν τη βιομηχανική ανάπτυξη, την ενέργεια και τον περιορισμό των επιπτώσεων στο περιβάλλον, αλλά και την προώθηση της ποιότητας.  Η σχετικότητα των καθηκόντων του ενδιαφερόμενου μέρους με τις καθορισθείσες από τη Συμβουλευτική Επιτροπή υπηρεσίες, προκύπτει και από τις υπηρεσιακές του εκθέσεις.

 

Η Συμβουλευτική Επιτροπή με βάση το σύνολο του φακέλου, κατέληξε στο συμπέρασμα, αφού προέβη σε δέουσα και επαρκή έρευνα, ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα.  Όμως, και η Επιτροπή προέβη στη δέουσα έρευνα σε σχέση με το θέμα της κατοχής των προσόντων, μεταξύ των οποίων και το συγκεκριμένο.  Αυτό προκύπτει από σχετική αναφορά στο πρακτικό.

 

Είναι προφανές ότι η Επιτροπή έλαβε υπ΄ όψιν, εκτός της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής και άλλα δεδομένα, όπως τους προσωπικούς φακέλους και τους φακέλους των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων, καθώς και τα σχέδια υπηρεσίας των θέσεων που κατείχαν.  Αυτό καθίσταται σαφές και από το πρακτικό της συνεδρίας κατά την οποία  έγινε η αξιολόγηση των υποψηφίων.

 

Από το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων προκύπτει ότι η πείρα που απέκτησε το ενδιαφερόμενο μέρος από τη συνολική του υπηρεσία, τόσο στη Δημόσια Υπηρεσία στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων αλλά και στον Κυπριακό Οργανισμό Προώθησης Ποιότητας, όσο και στον ιδιωτικό τομέα, έχει απόλυτη σχέση και συνάφεια με την απαιτούμενη πείρα που καθορίζεται στην παράγραφο 3(2) του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης.  Θα πρέπει να υπενθυμίσω εδώ ότι η θέση είναι θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής.

 

Εξ άλλου, δεν θα πρέπει να ξεχνούμε ότι η ερμηνεία και εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας επαφίεται στην κρίση του διοικητικού οργάνου και η δικαστική επέμβαση επιτρέπεται μόνο στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες η ερμηνεία που δίδεται δεν είναι εύλογα επιτρεπτή (Δημοκρατία κ.α. ν. Γερμανού κ.α. (2005) 3 Α.Α.Δ. 93, 102).  Όπως έχει τονιστεί και στην απόφαση Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 517, το θέμα των προσόντων που απαιτούνται από τα σχέδια υπηρεσίας για διορισμό σε θέση είναι θέμα πραγματικό εντός της διακριτικής ευχέρειας της Επιτροπής.

 

Στη συνέχεια θα προχωρήσω στην εξέταση των επί μέρους ισχυρισμών των αιτητών σε κάθε προσφυγή ξεχωριστά.

 

Ο αιτητής στην προσφυγή υπ΄ αρ. 1412/06, υποστηρίζει ότι υπερέχει σημαντικά του ενδιαφερόμενου μέρους σε αξία και αρχαιότητα, έχει τις ίδιες υπηρεσιακές εκθέσεις, είναι ίσοι σε προσόντα ή ακόμα μπορεί να λεχθεί ότι ο αιτητής υπερέχει στον τομέα αυτό ελαφρά, έχουν και οι δύο τη σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ενώ στα μόνα κριτήρια που ο αιτητής παραδέχεται ότι υστερεί είναι το πλεονέκτημα του μεταπτυχιακού προσόντος και η οριακή διαφορά στην προφορική εξέταση ενώπιον της Επιτροπής.

 

Αναφορικά με την αξία υποβάλλει ότι στις εκθέσεις των τελευταίων χρόνων τόσο ο ίδιος, όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος έχουν τις ίδιες βαθμολογίες, ενώ στα προηγούμενα χρόνια ο αιτητής προηγείται.  Επίσης,  επισημαίνει ότι κατά την προφορική εξέταση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή κρίθηκε ως «εξαίρετος», σε αντίθεση με το ενδιαφερόμενο μέρος που κρίθηκε ως «πάρα πολύ καλός».  Στην τελική αξιολόγηση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ο αιτητής κρίθηκε ως «εξαίρετος», ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος ως «σχεδόν εξαίρετος».

 

Η Επιτροπή αιτιολογώντας γιατί δεν υιοθέτησε τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή για τον αιτητή και επέλεξε το ενδιαφερόμενο μέρος, παρατήρησε  ότι οι δύο είναι ισοδύναμοι σε αξία στα τελευταία πέντε χρόνια, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει σε προσόντα, αφού κατέχει το προβλεπόμενο από το σχέδιο υπηρεσίας πλεονέκτημα, το οποίο δεν διαθέτει ο αιτητής.  Κατά την ενώπιον της Επιτροπής εξέταση το ενδιαφερόμενο μέρος αξιολογήθηκε ως «εξαίρετος» σε αντίθεση με τον αιτητή που βαθμολογήθηκε ως «πάρα πολύ καλός».  Σύμφωνα πάντα με την Επιτροπή, η διαφορά τους στην αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής («σχεδόν εξαίρετος» με «εξαίρετος»), ήταν οριακή.  Ως προς τη διαφορά στην αρχαιότητα, η Επιτροπή δικαιολόγησε την επιλογή του Μαληκκίδη αναφέροντας ότι η αρχαιότητα έχει περιορισμένη σημασία μιας και η θέση είναι διευθυντική.  Σημείωσε, επίσης, ότι τόσο το ενδιαφερόμενο μέρος όσο και ο αιτητής διαθέτουν και πρόσθετα προσόντα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, τα οποία όμως δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας, ούτε αποτελούν πλεονέκτημα.

 

Το πλεονέκτημα μπορεί  να παραγνωριστεί μόνο όταν παρέχεται από το διορίζον όργανο πειστική ειδική αιτιολογία (βλέπε μεταξύ άλλων Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 1).  Οι λόγοι αυτοί πρέπει να φαίνονται στην αιτιολογία της απόφασης της Επιτροπής και δεν μπορούν να συνάγονται από τα πρακτικά.  Η ειδική αιτιολόγηση σκοπεί στην εξειδίκευση των λόγων που αντισταθμίζουν το πλεονέκτημα που παρέχει το πρόσθετο προσόν για την εκτέλεση των καθηκόντων της πληρούμενης θέσης (Δημοκρατία κ.α. ν. Υψαρίδη κ.α. (Αρ.2) (1993) 3 Α.Α.Δ. 347).

 

Στην παρούσα υπόθεση, το πλεονέκτημα κατέχει το ενδιαφερόμενο μέρος το οποίο διαθέτει επίσης την έστω και οριακή υπεροχή στην ενώπιον της Επιτροπής αξιολόγηση της προφορικής εξέτασης.  Θα πρέπει να πούμε στο σημείο αυτό ότι από το τηρηθέν πρακτικό δεν φαίνεται να έχει δοθεί στην υπεροχή αυτή ουσιαστική σημασία έτσι ώστε να παρακαμφθεί η σύσταση που είχε ο αιτητής από το Διευθυντή.  Η ουσία της υπόθεσης είναι η κατοχή του πλεονεκτήματος.

 

Ο αιτητής υποστηρίζει περαιτέρω ότι έχει παραγνωριστεί η κατά επτάμιση χρόνια αρχαιότητά του έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους. Όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί η αρχαιότητα αποκτά ακόμα μικρότερη σημασία όταν πρόκειται να πληρωθούν διευθυντικές θέσεις ή θέσεις ψηλά στην ιεραρχία (Βασιλειάδης κ.α. ν. Τσιάππα κ.α. (2005) 3 Α.Α.Δ. 403, 415).  Η παρούσα θέση αφορά θέση Διευθυντή Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού.  Και οι δύο υποψήφιοι κατέχουν επιπρόσθετα προσόντα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης.

 

Ο αιτητής επιχειρεί να μηδενίσει ουσιαστικά την πείρα του ενδιαφερόμενου μέρους, ισχυριζόμενος ότι αυτή δεν είναι σχετική με τα καθήκοντα της θέσης γιατί αποκτήθηκε στο Υπουργείο Εργασίας σε θέματα περιβάλλοντος και ελέγχου βιομηχανικής ρύπανσης, ενώ του ιδίου αποκτήθηκε στο Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, σε θέματα απόλυτα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης.  Υποστηρίζει ότι η πείρα αυτή προσθέτει στην αξία του, μεταβάλλοντας τα δεδομένα υπέρ του.

 

΄Εχουμε ήδη δει ότι ορθά κρίθηκε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα και ιδιαίτερα τη δεκαετή πείρα την οποία απέκτησε κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του τόσο στον ιδιωτικό, όσο και στο δημόσιο τομέα.  Ουδέν στο διοικητικό φάκελο υποστηρίζει τους ισχυρισμούς του αιτητή.  Η θέση είναι θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής και συνεπώς η πείρα δεν είναι αναγκαίο να αποκτηθεί μόνο στο Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού.  Μπορεί να είχε αποκτηθεί τόσο σε άλλους τομείς της δημόσιας υπηρεσίας, όσο και στον ιδιωτικό τομέα.

 

Επαναλαμβάνω ότι η Επιτροπή είχε την αποκλειστική αρμοδιότητα να σταθμίσει όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, όπως και το έπραξε, δίδοντας έμφαση και ανάλογη σημασία στο πλεονέκτημα που αναφέρεται στο σχέδιο υπηρεσίας, τα επιπρόσθετα προσόντα των υποψηφίων και την αξιολόγηση της εξέτασής τους τόσο ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, όσο και ενώπιον της Επιτροπής, αλλά και στη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.

 

Καταλήγω ότι οι ισχυρισμοί του αιτητή ότι η Ε.Δ.Υ. πλανήθηκε κατά τη λήψη της απόφασης ως προς τα κριτήρια της αρχαιότητας και της διαφοράς στην απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση και ότι αγνόησε την κατ΄ ισχυρισμό σαφή υπεροχή του σε πείρα και αξία, θα πρέπει να απορριφθούν.

 

Ο αιτητής υποστηρίζει ότι η συμπεριφορά της Επιτροπής σε σχέση με το πλεονέκτημα, την αρχαιότητα και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή είναι αντιφατική, με αποτέλεσμα ο ίδιος να τύχει άνισης μεταχείρισης, αν γίνει σύγκριση με τον άλλο υποψήφιο που επιλέγηκε από την Επιτροπή για προαγωγή.  Στην περίπτωση εκείνη η Επιτροπή είχε προάξει τον Σόλωνα Κασίνη ο οποίος δεν κατείχε το πλεονέκτημα, αλλά διέθετε υπέρ του τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, αλλά και εξαίρετη αξιολόγηση  τόσο από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, όσο και την Επιτροπή.

 

Ο αιτητής δεν δικαιούται να προβάλει λόγους ακύρωσης που αφορούν τη διαδικασία επιλογής άλλου υποψήφιου, του οποίου δεν προσβάλλει την προαγωγή.  Θα πρέπει να περιοριστεί μόνο στη διαδικασία κατά την οποία επιλέγηκε το ενδιαφερόμενο μέρος, την επιλογή του οποίου προσβάλλει.  Επίδικο θέμα είναι η νομιμότητα της απόφασης της Επιτροπής σε σχέση με την επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους και μόνο.

 

Ο αιτητής στην προσφυγή υπ΄ αρ. 1803/06 Γιάννης Κοντός υποστηρίζει ότι το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης θα έπρεπε να τύχει ερμηνείας από την Επιτροπή, πριν τη δημοσίευση της θέσης και όχι από τη Συμβουλευτική Επιτροπή έξι μήνες μετά την υποβολή των αιτήσεων.  Θεωρεί ότι η καταγραφή από μέρους της Συμβουλευτικής Επιτροπής των αρμοδιοτήτων των υπηρεσιών του Υπουργείου, παραβίασε το σχέδιο υπηρεσίας.  Το ενδιαφερόμενο μέρος ευνοήθηκε με τον τρόπο αυτό αφού δεν εργαζόταν στο Υπουργείο Εμπορίου Βιομηχανίας και Τουρισμού.  Επίσης, θεωρεί ως παραπλανητική την τρίτη κατά σειρά αρμοδιότητα, καθότι η αρμοδιότητα της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος ανήκει στο Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος και όχι στο Υπουργείο Εμπορίου, η δε ρύθμιση των βιομηχανικών ρύπων του αέρα στο Υπουργείο Εργασίας.

 

Ο ισχυρισμός είναι αβάσιμος.  Σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας, απαιτείται δεκαετής πείρα σε υπεύθυνη θέση σε θέματα σχετικά με τις αρμοδιότητες των υπηρεσιών του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού.  Συνεπώς, ορθά η Συμβουλευτική Επιτροπή για σκοπούς δέουσας έρευνας καθόρισε αυτές τις αρμοδιότητες, για να μπορέσει να αποφασίσει στη συνέχεια ποιοι υποψήφιοι πληρούσαν την παράγραφο 3(2) του σχεδίου υπηρεσίας.

 

Προκύπτει επίσης σαφώς από τη συνεδρία της Επιτροπής ημερ. 17.5.2006 ότι η Επιτροπή ασχολήθηκε ουσιαστικά με το θέμα της κατοχής από τους υποψήφιους των απαιτούμενων, από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης, προσόντων και κατέληξε να υιοθετήσει σχετικά την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής.

 

Επαναλαμβάνω ότι η θέση είναι θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής. Αν η απαιτούμενη πείρα περιοριζόταν αποκλειστικά σ΄ αυτήν του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, τότε θα μετατρεπόταν σε θέση προαγωγής και θα αποκλείονταν έτσι οι διεκδικητές της θέσης ως πρώτου διορισμού.

 

Ο αιτητής υποστηρίζει περαιτέρω ότι η τελική αξιολόγηση των υποψηφίων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή είναι αναιτιολόγητη κατά παράβαση του άρθρου 34(6) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν.1/90, όπως τροποποιήθηκε.  Είμαι της άποψης ότι ο αιτητής κωλύεται να αμφισβητήσει την ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής διαδικασία, αφού και ο ίδιος συστήθηκε από αυτήν.  Εν πάση περιπτώσει, η Συμβουλευτική Επιτροπή έχει υποχρέωση να αποστείλει στην Επιτροπή αιτιολογημένη έκθεση για όλους τους υποψήφιους και κατάλογο κατά αλφαβητική σειρά με τα ονόματα των υποψηφίων τους οποίους συστήνει για επιλογή, αφού λάβει υπ΄ όψιν τα αποτελέσματα της εξέτασης των υποψηφίων, τα προσόντα τους, το περιεχόμενο των φακέλων, καθώς και τα υπόλοιπα στοιχεία.  Τόσο ο αιτητής, όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος, κατά την προφορική εξέταση χαρακτηρίστηκαν ως «πάρα πολύ καλοί». Στην τελική αξιολόγηση ο αιτητής κρίθηκε ως «πάρα πολύ καλός», ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος, το οποίο κατέχει και το πλεονέκτημα ως «σχεδόν εξαίρετος».

 

Τέλος, ο αιτητής υποστηρίζει ότι δόθηκε υπερβολική βαρύτητα στη συνέντευξη ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, αλλά και σ΄ αυτήν της Επιτροπής με αποτέλεσμα να καταποντιστεί έτσι αυθαίρετα η υπεροχή του, αφού παρακάμφθηκε η αρχαιότητα και η πείρα του έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους.  Ουσιαστικά δόθηκε από την Ε.Δ.Υ. ιδιαίτερη σημασία στην αξιολόγηση των συνεντεύξεων.

 

Και αυτός ο ισχυρισμός θα πρέπει να απορριφθεί.  Η αξιολόγησή τους από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ήταν η ίδια.  Κατά την τελική αξιολόγηση της Συμβουλευτικής ο αιτητής βαθμολογήθηκε ως «πάρα πολύ καλός», σε αντίθεση με το ενδιαφερόμενο μέρος που κρίθηκε ως «σχεδόν εξαίρετος», προφανώς λόγω της διάθεσης του πλεονεκτήματος.  Και οι δύο υποψήφιοι συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική.  Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει και δεύτερο μεταπτυχιακό δίπλωμα, σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης.  Συνεπώς, με βάση τα πιο πάνω δεδομένα και λαμβανομένου υπ΄ όψιν ότι η επίδικη θέση είναι, όπως είδαμε, θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, ψηλά στην ιεραρχία και μια και η Επιτροπή έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια επιλογής, θεωρώ ότι η απόφασή της για επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους ως του καταλληλότερου υποψήφιου ήταν μέσα στα πλαίσια της άσκησης της διακριτικής της ευχέρειας.

 

Όσον αφορά την αιτήτρια στην προσφυγή υπ΄αρ. 1922/06, αρκεί να παρατηρήσουμε ότι ο μόνος νομικός ισχυρισμός που επικαλείται για ακύρωση της επίδικης απόφασης, είναι ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν κατέχει το απαιτούμενο από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόν της δεκαεούς πείρας, θέμα το οποίο έχουμε εξετάσει στην αρχή.

 

Εν όψει όλων των πιο πάνω, οι προσφυγές απορρίπτονται, με έξοδα εναντίον των αιτητών και υπέρ των καθ΄ ων η αίτηση και του ενδιαφερόμενου μέρους, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

 

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

/ΜΔ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο