ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
&nb sp; Υπóθεση Αρ. 2390/2006
22 Αυγούστου, 2008
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡ0 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΩΤΗΡΙΑΔΗΣ
Αιτητής
- και -
ΔΗΜΟΥ ΓΕΡΜΑΣΟΓΕΙΑΣ
Καθών η αίτηση
.............................
Α. Γιωρκάτζιης με Ν. Νικολάου, για τον αιτητή
Κ. Στιβαρού (κα), για τους καθών η αίτηση
.........
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά δήλωση του δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθών η αίτηση που του κοινοποιήθηκε στις 6/10/06 με την οποία κρίθηκε ένοχος σε 6 κατηγορίες για πειθαρχικά αδικήματα και του επιβλήθηκε η ποινή της απόλυσης, είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νομικό αποτέλεσμα.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ο αιτητής κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν υπάλληλος των καθών η αίτηση (Δήμου Γερμασόγειας) και κατείχε τη θέση Τροχονόμου/Ειδικού Αστυνομικού. Προσλήφθηκε στη θέση αυτή από τις 12/6/00 με έγκριση του Αρχηγού της Αστυνομίας. Με αφορμή επιστολής ημερ. 4/11/05 από τον Αναπληρωτή Αστυνομικό Διευθυντή Λεμεσού προς τον Δήμαρχο Γερμασόγειας σύμφωνα με την οποία ο αιτητής που υπηρετούσε στον Αστυνομικό Σταθμό Γερμασόγειας ήταν απειθάρχητος, στις 31/10/06 εκδόθηκε κλήση και επιδόθηκε στον αιτητή στις 1/2/06 με την οποία οι καθών η αίτηση κάλεσαν τον αιτητή να εμφανιστεί ενώπιον του Δημοτικού Συμβουλίου για ακρόαση 6 πειθαρχικών κατηγοριών που διατυπώθηκαν εναντίον του. Η ακρόαση της εναντίον του υπόθεσης άρχισε στις 8/2/06. Συνεχίστηκε η διαδικασία σε άλλες 13 ημερομηνίες αλλά όχι με την ίδια σύσταση του Δημοτικού Συμβουλίου, που ενεργούσε ως Πειθαρχικό Συμβούλιο. Λεπτομέρειες για το ποιοί ήσαν παρόντες σε κάθε συνεδρία παρατίθενται στην παράγραφο 5, υποπαραγράφους (α)-(ν) των γεγονότων της αίτησης και τα σχετικά παραρτήματα της ένστασης.
Ενόψει της διαφοροποίησης στη σύνθεση του Πειθαρχικού Συμβουλίου και της παραίτησης, εκκρεμούσης της διαδικασίας, του τότε (4/9/06) προεδρεύοντος του Συμβουλίου Νίκου Σίννου (του οποίου η παραίτηση έγινε δεκτή στις 2/9/06) και του διορισμού του Νίκου Ηρακλέους ως νέου Προέδρου, η πλευρά του αιτητή διαμαρτυρήθηκε και αποχώρησαν από τη διαδικασία. Έτσι το Πειθαρχικό Συμβούλιο με τη νέα του σύνθεση (5 μέλη) και στην απουσία του αιτητή, προχώρησε και ολοκλήρωσε τη διαδικασία και αφού τον βρήκε ένοχο και στις 6 κατηγορίες που αντιμετώπιζε (βλ. ιδιαίτερα τις συνεδρίες ημερ. 15/9/06 και 4/10/06 (παραρτήματα 22 και 23 της Ένστασης) και αφού δόθηκε ξανά η ευκαιρία στον αιτητή να ακουστεί στο θέμα της ποινής αλλά ο ίδιος δεν εμφανίστηκε, επέβαλε σ' αυτόν την ποινή της απόλυσης στην 1η και 6η κατηγορίες, στις δε υπόλοιπες δεν επέβαλε ποινή. Η πρώτη κατηγορία αφορούσε «ηθελημένη άρνηση εκτέλεσης των καθηκόντων της θέσης για το διάστημα 19/9/05 και 7/10/05, η δε έκτη κατηγορία για «συμπεριφορά με τρόπο που δυνατό να δυσφημιστεί το κύρος της Δημόσιας Υπηρεσίας». Στο μεταξύ με επιστολή του Αρχηγού της Αστυνομίας ημερ. 14/11/05 προς τον αιτητή, ο τελευταίος πληροφορήθηκε ότι οι υπηρεσίες του ως Ειδικός Αστυνομικός τερματίζονται για απρεπή διαγωγή και διάπραξη σοβαρών παραπτωμάτων, που εκεί αναφέρονται, αλλά η παρούσα προσφυγή δεν στρέφεται κατά της εν λόγω απόφασης του Αρχηγού Αστυνομίας.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Με τις γραπτές του αγορεύσεις (αρχική και απαντητική) ο αιτητής προβάλλει και αναπτύσσει τους εξής λόγους ακύρωσης: (α) παράβαση του άθρορυ 57(4)(α) του περί Δήμων Νόμου του 1985, (β) πλημμελή και/ή παράνομη σύνθεση του Πειθαρχικού Συμβουλίου, γενόμενη κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης και των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου, (γ) διεξαγωγή πειθαρχικής διαδικασίας καθ' υπέρβαση εξουσίας με καταφανή πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο, και (δ) μη δέουσα έρευνα.
Από πλευράς των καθών η αίτηση προβάλλεται η θέση ότι τα νομικά σημεία της προσφυγής, όπως διατυπώνονται στο δικόγραφο (αίτηση), δεν συνάδουν με τις πρόνοιες του Καν. 7 του περί του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962 και γιαυτό δεν μπορούν να εξετασθούν. Συγκεκριμένα οι λόγοι αυτοί δεν παραθέτουν την απαραίτητη αιτιολογία. Διαζευκτικά υποστηρίζεται η νομιμότητα και ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ.
Αξιολογώντας τους λόγους ακύρωσης, το θεωρώ ορθό να εξετάσω πρώτα τον ισχυρισμό περί κακής και/ή παράνομης σύνθεσης του Πειθαρχικού Συμβουλίου αρχίζοντας από τον ισχυρισμό των καθων η αίτηση ότι και ο λόγος αυτός δεν πληροί τις προϋποθέσεις του Καν. 7 των προαναφερθέντων Κανονισμών.
Εξετάζοντας την προσφυγή προσέχουμε ότι οι λόγοι ακύρωσης έχουν ως ακολούθως:
«Η πειθαρχική διαδικασία διεξήχθη καθ' υπέρβαση εξουσίας με καταφανή πλάνη περί τα πράγματα.
Η πειθαρχική διαδικασία διεξήχθη κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.
Η σύνθεση ή συγκρότηση του Δημοτικού Συμβουλίου ως πειθαρχικού οργάνου ήταν πλημμελής και παράνομη κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης και των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου όπως αυτές κωδικοποιούνται στο Νόμο 158(1) του 1999.
Η προσβαλλόμενη πράξη και/ή απόφαση στερειται της δέουσας και/ή επαρκούς και/ή ειδικής αιτιολογίας.»
Με το θέμα αυτό είχα ασχοληθεί και παλαιότερα, μεταξύ άλλων, στην υπόθεση Κρυστάλλω Ζωμενή Παντελίδου ν. Α.Η.Κ., υποθ. Αρ. 108/06 ημερ. 26/7/07, την οποία επικαλέστηκε και η συνήγορος των καθών. Στην εν λόγω υπόθεση είχα, μεταξύ άλλων αναφέρει τα ακόλουθα:
«Σχετικά με το θέμα του περιεχομένου μιας προσφυγής, της διατύπωσης δηλαδή των νομικών λογων και γεγονότων, υπάρχει αρκετή νομολογία. Στην υπόθεση Βαρνάβας Νικολάου & Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας (1995) 4 (Γ) Α.Α.Δ. 627, απόφαση Πική, Π., αποφασίστηκε ότι με την αγόρευση του ο αιτητής δεν μπορεί να επεκτείνεται σε γεγονότα άλλα από αυτά που διατυπώνονται στην αίτηση, εκτός βέβαια αν είναι λόγοι δημόσιας τάξης που μπορούν να εγερθούν και αυτεπάγγελτα από το ίδιο το δικαστήριο. Η αρχή αυτή διατυπώθηκε και σε αποφάσεις της Ολομέλειας. (βλ. μεταξύ άλλων Κυπριακή Δημοκρατία ν. C. Κassinos Construction Ltd. (1990) 3 (E) A.A.Δ. 3835, Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd. κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 (Β) Α.Α.Δ. 672, Φλωρεντία Πετρίδου ν. Ε.Δ.Υ. Α.Ε. 3315 ημερ. 10/1/05 και Ιάσων Γιασουμής ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 3399, ημερ. 14/2/05). Παραπέμπω επίσης και στο σύγγραμμα «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου» Τόμος ΙΙ του Επαμ. Σπηλιωτόπουλου, 6η έκδοση, σελ. 480.
Σχετικός με το θέμα αυτό είναι ο Καν. 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 αναφορικά με τον οποίο στην προαναφερθείσα υπόθεση Latomia Estates Ltd. κα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, σελ. 685-686 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης. Όπως αναφέρεται ρητά στο σχετικό Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου,
«7. Έκαστος διάδικος δέον διά των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται, αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως. Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρεούται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμόν τούτον.»
Στην υπόθεση Δαμιανός Παυλίδης ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, υποθ. Αρ. 22/07 ημερ. 20/3/08, που πάλιν επικαλέσθηκε η συνήγορος των καθών η αίτηση, επί του ιδίου θέματος με αναφορά στις υποθέσεις Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Βαρνάβας Νικολάου & Υιοί ν. Δημοκρατίας (1995) 4 (Γ) Α.Α.Δ. 627, Ανθούση ν. Δημοκρατίας (1995) 4(Γ) Α.Α.Δ. 1709 και Σπύρου και άλλοι ν. Δημοκρατίας (1995) 4 (Δ) Α.Α.Δ. 2549, ο Δικαστής Κραμβής κατέληξε ως ακολούθως:
«Εφόσον δεν εξειδικεύεται με τα πιο πάνω νομικά σημεία το συγκεκριμένο άρθρο του Συντάγματος ούτε η αρχή του δημοσίου δικαίου που παραβιάστηκε, οι λόγοι που εισάγονται με αυτά, παραμένουν γενικοί, ασαφείς και αόριστοι ως προς τη πραγματική και νομική τους βάση. Είναι αναιτιολόγητοι και έτσι ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης.»
Βέβαια, με τη γραπτή του αγόρευση ο αιτητής ήλθε και έδωσε λόγους γιατί η σύνθεση του Πειθαρχικού Συμβουλίου ήταν παράνομη, κάτι όμως, που με όσα ανάφερα πιο πάνω, δεν δικαιούταν να πράξει. Σημειώνω εδώ ότι η προαναφερθείσα υπόθεση αρ. 108/06 έχει εφεσιβληθεί και η σχετική έφεση (Α.Ε. 137/07) εκκρεμεί. Όμως αυτή θεωρείται τελική εκτός αν ανατραπεί από την Ολομέλεια. Επομένως καταλήγω ότι ο λόγος αυτός κανονικά δεν μπορεί να εξετασθεί.
Παρά την πιο πάνω απόφαση μου, λαμβάνοντας υπόψη ότι στα γεγονότα της αίτησης υπάρχουν ισχυρισμοί που αναφέρονταν στην κακή σύνθεση έχω καταλήξει, έστω και περιληπτικά, να εξετάσω τον ισχυρισμό αυτό, στην έκταση που αναφέρεται στο διορισμό άλλου προέδρου του Συμβουλίου στη θέση του προεδρεύοντος μέχρι 4/9/06 Νίκου Σίννου. Εξέτασα με προσοχή τα πρακτικά όλων των συνεδριών και ιδιαίτερα αυτά της 31/8/06 (κατά την οποία αποχώρησε ο Νίκος Σίννος) και της 4/9/06 που ανακοινώθηκε ότι θα προήδρευε στη συνέχεια ο Α. Ηρακλέους και έχω καταλήξει να συμφωνήσω με τη θέση της δικηγόρου των καθών η αίτηση ότι δεν υπάρχει παρανομία στην όλη διαδικασία. Η ενέργεια του κ. Σίννου να παραιτηθεί στο μέσο της διαδικασίας, εξ ανάγκης επέβαλλε το διορισμό κάποιου από τους μέχρι τότε συμμετέχοντες, να εκτελεί χρέη προέδρου. Αν ο κ. Σίννος ήταν της άποψης ότι η πλειοψηφία είναι προκατειλημμένη, θα έπρεπε να συνεχίσει να συμμετέχει και να αναφέρει τις απόψεις του σε δική του απόφαση, αν αυτή τελικά θα ήταν διαφορετική. Έχω προσέξει ότι μετά την αποχώρηση του κ. Γιωρκάτζιη στις 4/9/06, από τη διαδικασία, δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή, είτε να διορίσει νέο δικηγόρο, είτε να είναι παρών στη διαδικασία, αλλά αυτός αρνήθηκε, όπως αρνήθηκε να ακουστεί και στο θέμα της ποινής παρόλο που του δόθηκε ξανά η ευκαιρία για το σκοπό αυτό. Ο λόγος για τον οποίο δε συμμετείχε ο Δήμαρχος στο Πειθαρχικό Συμβούλιο είναι νομικά ορθός, αφού ο ίδιος θα ήταν μάρτυρας στην υπόθεση.
Ο ισχυρισμός ότι η πειθαρχική διαδικασία διεξήχθη «καθ' υπέρβαση εξουσίας με καταφανή πλάνη περί τα πράγματα» καταλήγω επίσης ότι, όπως είναι διατυπωμένος στην προσφυγή, στερείται αιτιολογίας όπως απαιτεί ο Καν. 7 και γιαυτό απορρίπτεται.
Με το ίδιο σκεπτικό απορρίπτεται και ο ισχυρισμός περί της «μη διεξαγωγής της δέουσας έρευνας». Όμως και αν εξέταζα αυτό τον ισχυρισμό, από τα ενώπιον μου γεγονότα προκύπτει ότι οι καθών η αίτηση διεξήγαγαν πλήρη και ενδελεχή έρευνα και κατέληξαν στην ενοχή του αιτητή με βάση την ενώπιον τους μαρτυρία που ήταν αναντίλεκτη. Εν πάση περιπτώσει το δικαστήριο αυτό εξετάζει μόνο τη νομιμότητα της διαδικασίας και όχι την κατάληξη ή επιβληθείσα ποινή.
Με βάση όλα τα πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με €1.200 έξοδα εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθών η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑς