ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
&nb sp; Υπóθεση αρ. 195/2007
22 Αυγούστου, 2008
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO AΡΘΡΟ 146 TOY ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΙΤΑ
Αιτητής
- και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΠΑΝΑΚΡΙΣΕΩΝ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΏΝ
Καθών η αίτηση
........
Σ. Οικονομίδης, για τον αιτητή
Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄ για τους καθών η αίτηση
............
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά δήλωση του δικαστηρίου ότι η απόφαση του καθού η αίτηση Συμβουλίου Επανακρίσεων Αξιωματικών, που γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή του Αρχηγού της Εθνικής Φρουράς ημερ. 7/12/06, με την οποία απέρριψε την ιεραρχική του προσφυγή που είχε υποβάλει κατά της κρίσης ως «προακτέος κατ' αρχαιότητα», που είχε τύχει από το Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών κατά τις ετήσιες κρίσεις Αξιωματικών έτους 2006, είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή στερημένη οποιασδήποτε έννομης συνέπειας.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ο αιτητής είναι μόνιμος αξιωματικός του όπλου του πεζικού του Στρατού Ξηράς του Στρατού της Δημοκρατίας, απόφοιτος της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων, τάξης 1988. Αμέσως μετά την αποφοίτησή του από τη Σχολή αυτή, διορίστηκε αξιωματικός στο Στρατό, με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού, από 9/7/88 και από την ημερομηνία αυτή αποσπάστηκε για υπηρεσία στην Εθνική Φρουρά. Στις 15/6/91 προάχθηκε στο βαθμό του Υπολοχαγού, στις 15/12/95 στο βαθμό του Λοχαγού και στις 22/12/00 στο βαθμό του Τμηματάρχη.
Το έτος 2006, επειδή ο αιτητής πληρούσε τις προϋποθέσεις κρίσης, που καθορίζονται στον Κανονισμό 27 των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 1990 μέχρι 2006, κρίθηκε από το Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών, κατά την τακτική σύνοδό του για το έτος αυτό, που έγινε στις 3 και 4 Αυγούστου 2006. Το Συμβούλιο Κρίσεων, έκρινε τον αιτητή ως «προακτέο κατ' αρχαιότητα» παραθέτοντας και τους λόγους για την απόφαση του αυτή. Πληροφορήθηκε σχετικά ο αιτητής με επιστολή ημερ. 4/9/06 και ο ίδιος με επιστολή ημερ. 18/9/06 υπέβαλε ιεραρχική προσφυγή, η οποία όμως απορρίφθηκε με επιστολή ημερ. 7/12/06 με αποτέλεσμα την καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο συνήγορος του αιτητή ισχυρίζεται ότι (α) η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση των Καν. 33(1) και 46(1) των προαναφερθέντων Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 90/90 όπως τροποποιήθηκε με την Κ.Δ.Π. 351/05), (β) ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα πραγματικής και νομικής πλάνης και (γ) ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Αρχίζοντας από τον ισχυρισμό ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση των Καν. 33(1) και 46(1), το κρίνω σκόπιμο να παραθέσω το κείμενο του κανονισμού 33(1) της Κ.Δ.Π. 90/90, όπως τροποποιήθηκε από τον Καν. 6 της Κ.Δ.Π. 313/02 που προνοεί ως εξής:
«33.(1) Τα ουσιαστικά προσόντα του Αξιωματικού προσδιορίζουν την εν γένει ικανότητα και αξία του και αποτελούν τα βασικά στοιχεία πάνω στα οποία στηρίζεται η κρίση του. Τα ουσιαστικά προσόντα του Αξιωματικού διακρίνονται, στα σωματικά του προσόντα, στα ψυχικά του προσόντα, στη νοημοσύνη και ευφυϊα του, στο χαρακτήρα του στην αφοσίωση του στο καθήκον, στην υπευθυνότητα του, στην πειθαρχία του, στα ηγετικά του προσόντα, στα διοικητικά του προσόντα και στα επαγγελματικά του προσόντα, τα οποία συνάγονται από τις εκθέσεις ικανότητας και τα σημειώματα απόδοσης, καθώς και τα λοιπά στοιχεία που περιέχονται στον ατομικό φάκελο του Αξιωματικού.»
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, και δεν αμφισβητούνται από το συνήγορο του καθού η αίτηση, ο αιτητής, στα δέκα καθορισμένα προσόντα βαθμολογήθηκε ως «εξαίρετος» και «πολύ καλός».
Ο κανονισμός 46(1) της Κ.Δ.Π. 90/90 όπως τροποποιήθηκε από τον Καν. 20(γ)(6) της Κ.Δ.Π. 351/05 προνοεί ότι:
«Κατά την κρίση του Αξιωματικού, λαμβάνει υπόψη και συνεκτιμάται η αξιολόγηση των ουσιαστικών προσόντων στις εκθέσεις ικανότητας του σε όλους τους βαθμούς και ιδιαίτερα στον κατεχόμενο βαθμό και στον αμέσως προηγούμενο βαθμό:
Νοείται ότι ελάττωμα, αδυναμία ή έλλειψη προσόντος, που δεν επηρέασε δυσμενώς την κρίση Αξιωματικού σε κατώτερους βαθμούς, μπορεί να επηρεάσει την κρίση του σε ανώτερους βαθμούς.»
Σχετικά με το θέμα που εξετάζουμε, ο Νικολάου Δ, στην απόφασή του Χαράλαμπος Πισκόπου ν. Συμβουλίου Επανακρίσεων Αξιωματικών, υποθ. Αρ. 10/03 ημερ. 16/1/04, αναφέρει τα ακόλουθα σε σχέση με την κρίση του Συμβουλίου:
«Το ότι τα πειθαρχικά παραπτώματα αποτελούν στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη δεν έχει αμφισβητηθεί. Το Συμβούλιο δύναται δε να σχηματίσει ιδίαν άποψη ως προς την σημασία τους και να τους αποδώσει μεγαλύτερη βαρύτητα από εκείνη που εκφράζεται είτε με την επιβληθείσα ποινή είτε με τη δοθείσα από τους αξιολογούντες αξιωματικούς βαθμολογία για την αντίστοιχη περίοδο. Ελέγχεται όμως η λογικότητα της άποψης με αναφορά το κατά πόσο ήταν εφικτή.»
Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι η απόδοση ενός εξιωματικού δεν είναι το μόνο κριτήριο αλλά η προαγωγή του μπορεί να επηρεασθεί από την ύπαρξη πειθαρχικών παραπτωμάτων.
Εδώ, κατά την άποψη μου, τόσο η κρίση του Συμβουλίου όσο και η απόφαση του Υπουργού επί της ιεραρχικής προσφυγής, ήσαν εντός των πλαισίων της διακριτικής τους ευχέρειας. Από τη στιγμή που ακολουθήθηκε η ορθή νομική διαδικασία, το δικαστήριο τούτο δεν επεμβαίνει στην εκτίμηση και βαρύτητα που έδωσαν το Συμβούλιο Κρίσεων και ο Υπουργός. Κρίνω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν λογικά εφικτή.
Με βάση τα πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με €1.000 έξοδα εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθών η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με το άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑΣ