ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 845/2006)

 

14 Ιουλίου 2008

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΤΘΑΙΟΥ,

Αιτητής,

- ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ,

(Κ.Ο.Α.Π.),

Καθ΄ ων η αίτηση.

---------------------------

Γ. Ερωτοκρίτου, για τον Αιτητή.

Ρ. Πασιουρτίδου (κα), για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

---------------------------

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

        ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:   Παραπονείται ο αιτητής ότι η απόφαση των καθ΄ ων ημερ. 8.3.06 με την οποία απερρίφθη το αίτημα του για εκταρική επιχορήγηση είναι άκυρη, επιδιώκοντας ταυτόχρονα την έκδοση διατάγματος συμπερίληψης αυτού στο πιο πάνω σχέδιο.

 

        Ο αιτητής υπέβαλε ενιαία αίτηση στους καθ΄ ων στις 12.5.05 για εκταρική επιχορήγηση 6 τεμαχίων γης ιδιοκτησίας του στην επαρχία Κερύνειας.  Στη σχετική αίτηση του τα περιέγραψε ως καλλιεργήσιμη γη.  Η απορριπτική απάντηση βασίστηκε στο γεγονός ότι αυτά τα τεμάχια «.. δεν βρίσκονται στις περιοχές που είναι κάτω από τον έλεγχο της Κυπριακής Δημοκρατίας και ως εκ τούτου η αίτησή σας δεν μπορεί να προωθηθεί για πληρωμή».  Εισηγείται κατά συνέπεια ο αιτητής, ο οποίος είναι πρόσφυγας από τα Λιβερά της επαρχίας Κερύνειας, ότι η απόφαση παραβαίνει το Σύνταγμα, τα ανθρώπινα του δικαιώματα, λήφθηκε χωρίς δέουσα έρευνα, είναι αποτέλεσμα δυσμενούς διάκρισης, πλάνης περί τα πράγματα και δόθηκε με εσφαλμένη ή ελλιπή αιτιολογία. 

 

        Είναι σαφές ότι η δεύτερη θεραπεία με την οποία επιδιώκει τη συμπερίληψη του στο Σχέδιο Εκταρικών Επιδοτήσεων δεν μπορεί να επιτύχει, εφόσον το Ανώτατο Δικαστήριο στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία ενεργεί μόνο ως ακυρωτικό Δικαστήριο και δεν υποκαθιστά την απόφαση της διοίκησης, ούτε και έχει δικαίωμα να εκδώσει διάταγμα ως το ζητούμενο.  Σε περίπτωση ακύρωσης της απόφασης, το διοικητικό όργανο είναι υποχρεωμένο να επανεξετάσει το ζήτημα υπό το φως των διαπιστώσεων  του  Δικαστηρίου και να λάβει ανάλογη απόφαση.  (Damianos and Another  v. Cyprus Broadcasting Corporation (1987) 3 C.L.R. 848  και  Sendikasi  κ.άν.  Γενικής Εισαγγελίας,  υπόθεση  υπ΄ αρ. 1614/05, ημερ. 26.3.08).

 

        Όσον αφορά το ακυρωτικό σκέλος της αίτησης, κρίνεται ότι δικαίως οι καθ΄ ων αντιτάσσουν με την ένσταση και τη γραπτή τους αγόρευση ότι το ζήτημα της αντισυνταγματικότητας του περί Οργανισμού Αγροτικών Πληρωμών Νόμου αρ. 64(Ι)/03, (εφεξής «ο Νόμος») δεν αναφέρεται ρητά στους λόγους της προσφυγής και τα περί παραβίασης του Συντάγματος και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μόνο με γενικότητα καταγράφονται.  Σύμφωνα με τους Κανονισμούς 4(2)(β) και 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, είναι αναγκαίο για κάθε διάδικο να εκθέτει τα νομικά σημεία στα οποία στηρίζεται, παρέχοντας ταυτόχρονα πλήρη αιτιολογία.  Το ζήτημα της συνταγματικότητας νόμου αποτελεί πάντοτε σοβαρό θέμα και πρέπει, σύμφωνα με τη νομολογία, να εγείρεται με την αναγκαία εξειδίκευση ούτως ώστε το ζήτημα, εάν είναι αναγκαίο να αποφασιστεί να τυγχάνει πλήρους και επακριβούς προσδιορισμού, ώστε να έχει την ευκαιρία και ο αντίδικος να επιχειρηματολογεί επί αυτού. (Δημοκρατία ν. Πογιατζής (1992) 3 Α.Α.Δ. 196 και Βαρνάβας Νικολάου και Υιοι Λτδ ν. Δημοκρατίας   (1998)  3 Α.Α.Δ.  862).  Όπως  ανέφερε  και  ο   κ. Ερωτοκρίτου κατά τις διευκρινίσεις το θέμα της αντισυνταγματικότητας του Νόμου, είναι και το μοναδικό που εγείρεται στην παρούσα περίπτωση ως νομικό ζήτημα.  Έπρεπε, επομένως, να εγειρόταν σαφώς στο σώμα της προσφυγής και όχι να τεθεί ευθέως για πρώτη φορά στη γραπτή αγόρευση του αιτητή.

 

        Ανεξάρτητα από τα πιο πάνω, που θα οδηγούσαν εν πάση περιπτώσει σε απόρριψη του επιχειρήματος, λόγω δικονομικού  αλλά ουσιώδους παραλείψεως, και επί της ουσίας ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει.  Όλη η νομοθεσία περί αγροτικών πληρωμών εισήχθηκε στην Κυπριακή έννομη τάξη με βάση διάφορους Κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι και μνημονεύονται ρητά τόσο στο προοίμιο του Νόμου, όσο και στο ερμηνευτικό άρθρο 2 αυτού.  Στόχος επομένως του Νόμου ήταν η εναρμόνιση του Κυπριακού δικαίου με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο.  «Δικαιούχος», θεωρείται δυνάμει του ερμηνευτικού άρθρου 2, οποιοδήποτε πρόσωπο στο οποίο εγκρίνεται πληρωμή από τους καθ΄ ων δυνάμει του άρθρου 34, το οποίο και καθορίζει ότι αίτηση για πληρωμή εγκρίνεται «.. εφόσον διενεργηθούν επαρκείς έλεγχοι για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης της αίτησης με τις σχετικές κοινοτικές πράξεις».  Περαιτέρω, τα εδάφια (2) και (3) του ιδίου άρθρου προνοούν για ειδικούς ελέγχους ή γενικότερους ελέγχους που απαιτούνται από την κοινοτική νομοθεσία σε σχέση με την καταβολή της συγκεκριμένης οικονομικής ενίσχυσης, αλλά και για την πρόληψη  και  αποκάλυψη  απατών  και   παρατυπιών.  Το εδάφιο (3), ειδικά, προνοεί ότι οι έλεγχοι που γίνονται περιλαμβάνονται σε ειδική κατάσταση, η δε εκτέλεση των ελέγχων αυτών βεβαιώνεται με βάση τις πρόνοιες του προηγούμενου άρθρου 33.  Το τελευταίο αυτό άρθρο προνοεί για την τήρηση από τους αρμοδίους υπαλλήλους των καθ΄ ων μιας συγκεκριμένης διαδικασίας, ώστε  να καταγράφονται πλήρως οι έλεγχοι που αυτοί πραγματοποιούν. 

 

        Με δεδομένο ότι τα προς επιδότηση τεμάχια γης του αιτητή βρίσκονται  στα κατεχόμενα, τέτοιοι έλεγχοι είναι αδύνατο να πραγματοποιηθούν (δεν ευσταθεί βέβαια η θέση του κ. Ερωτοκρίτου ότι έλεγχοι μπορούν να γίνουν με επιτόπιες επισκέψεις και μέσω δορυφόρου)  και επομένως ορθώς οι καθ΄ ων στην απορριπτική τους επιστολή πληροφορούν τον αιτητή ότι τα τεμάχια δεν βρίσκονται υπό τον έλεγχο της Κυπριακής Δημοκρατίας και η αίτηση δεν μπορούσε να προωθηθεί.  Επί των δεδομένων λοιπόν της υπόθεσης, η προσφυγή δεν είναι δυνατόν να επιτύχει.

        Ο κ. Ερωτοκρίτου προώθησε το επιχείρημα ότι το Πρωτόκολλο αρ. 10 το οποίο συνάφθηκε ταυτόχρονα με την Συνθήκη Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το οποίο εξαιρεί την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου στις υπό κατοχή περιοχές, δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής διότι αυτό το Πρωτόκολλο τέθηκε για την προστασία της ίδιας της Κυπριακής Δημοκρατίας από παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε σχέση με τις περιοχές που δεν ελέγχονται από το κράτος και όχι για να παραβιάζει η Κυπριακή Δημοκρατία τα δικαιώματα των πολιτών της, δημιουργώντας ανισότητα μεταξύ αυτών.  Κατά την άποψη του συνηγόρου ο Νόμος είναι αντισυνταγματικός εφόσον προβαίνει σε δυσμενή διάκριση με τις διατάξεις του μεταξύ των πολιτών, επιτρέποντας να παραχωρούνται επιχορηγήσεις σε εκείνους τους πολίτες οι περιουσίες των οποίων βρίσκονται στο ελεύθερο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά να μην δίνονται σε εκείνους οι περιουσίες των οποίων είναι στα κατεχόμενα. 

 

        Παρόλο που η πιο πάνω εισήγηση δεν θα ήταν ανάγκη να αποφασιστεί, εφόσον η απόφαση επί της συνταγματικότητας Νόμού δεν λαμβάνεται όταν δεν τίθεται άμεσα και επιτακτικά προς απόφαση, θα ήταν δε και αλυσιτελής εφόσον δεν θα βοηθούσε τον αιτητή ενόψει των όσων έχουν προεκτεθεί, (Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας, υπόθεση υπ΄ αρ. 1795/06, ημερ. 1.6.07, της Πλήρους Ολομέλειας, Dias United Publishing Co. Ltd v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550 και Ertalu v. Υπουργείου Οικονομικών, υπόθεση υπ΄ αρ. 2409/06, ημερ. 6.6.08), εντούτοις  η  πιο πάνω θέση δεν έχει έρεισμα ούτε στο ίδιο το Πρωτόκολλο, αλλά ούτε και στις γενικότερες αρχές του Κοινοτικού δικαίου.  Το άρθρο 1(1) του Πρωτοκόλλου ανέστειλε την εφαρμογή του acquis στις περιοχές της Δημοκρατίας επί των οποίων η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Κύπρου δεν μπορεί να ασκήσει αποτελεσματικό έλεγχο.  Το Πρωτόκολλο αυτό με την πιο πάνω πρόνοια του ανεγνώρισε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία είναι η αναγνωρισμένη Δημοκρατία, οι νόμοι της ισχύουν και αφορούν ολόκληρο το γεωγραφικό της χώρο, η δε κυβέρνηση είναι και η μόνη νόμιμη κυβέρνηση.  Η απόφαση στη Loizidou v. TurkeyNo. 40/193/435/514, ημερ. 18.12.96 του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ανεγνώρισε αυτή τη νομική πραγματικότητα.  Η αναστολή επομένως του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου στα εδάφη εκείνα επί των οποίων η νόμιμη Κυπριακή κυβέρνηση δεν έχει πρόσβαση για να ασκήσει αυτό τον αποτελεσματικό έλεγχο, ισχύει για όλους τους σκοπούς και συμπαρασύρει και περιπτώσεις όπως την παρούσα, εφόσον ο αιτητής επιδιώκει να λάβει πληρωμή για ιδιοκτησία του επί της οποίας δεν μπορούν να ασκηθούν αποτελεσματικοί έλεγχοι από τον αρμόδιο Οργανισμό, που είναι οι καθ΄ ων, ώστε, αφού ενταχθεί στις πρόνοιες της Κοινοτικής νομοθεσίας, να τύχει επιχορήγησης.  Καμία ανισότητα δεν δημιουργείται από το Νόμο ούτε από την ενέργεια των καθ΄ ων, εφόσον δεν συγκρίνονται όμοιες καταστάσεις, αλλά ανόμοιες. 

 

        Η επίπτωση του Πρωτοκόλλου επί δικαιωμάτων πολιτών έχει εξεταστεί και στην υπόθεση Mehmet Birinci κ.α. ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 911/04, ημερ. 14.2.2006, όπου κρίθηκε ορθή η θέση της Δημοκρατίας ότι λόγω της παρουσίας των στρατευμάτων κατοχής, η διεξαγωγή δέουσας έρευνας προς διαπίστωση της πραγματικής διεύθυνσης των εκεί αιτητών, με στόχο να ενταχθούν στις πρόνοιες του περί Παροχής Ειδικών Χορηγιών Νόμου του 1996, θεωρούμενοι ως φοιτητές, μόνιμοι κάτοικοι Κύπρου, δεν ήταν δυνατή.  Παρόμοια, στην απόφαση Orses κ.α. ν. Δημοκρατία, υπόθ. αρ. 2408/06, ημερ. 31.1.08, απορρίφθηκε προσφυγή με την οποία ζητείτο η ακύρωση απορριπτικού αιτήματος των καθ΄ ων για την παραχώρηση ειδικής χορηγίας για φοιτητές, ενόψει του ότι η ειδική αυτή χορηγία καταβάλλεται σε κάθε οικογένεια που έχει τη μόνιμη διαμονή της στην Κύπρο και έχει τέκνο φοιτητή.  Εφόσον όμως η διαμονή των αιτητών δεν ήταν στις περιοχές που ελέγχονταν από το κράτος, και δεν μπορούσε αυτή να ελεγχθεί κρίθηκε ότι ορθά το αίτημα τους είχε απορριφθεί.  Στην απόφαση έγινε και πάλι αναφορά ότι στο κατεχόμενο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας έχει δημιουργηθεί μια υποτελής διοίκηση, παράνομη που στερεί το νόμιμο κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας από την άσκηση αποτελεσματικού ελέγχου.  Ενόψει του γεγονότος αυτού δεν δημιουργείτο ανισότητα στο να επιτρέπεται η χορηγία στις οικογένειες που έχουν τη μόνιμη διαμονή τους στις περιοχές που ελέγχονται από το κράτος, συνεισφέροντας και στα φορολογικά βάρη της Δημοκρατίας, έναντι αυτών που η διαμονή τους είναι στα κατεχόμενα. 

 

        Είναι φανερό από την πιο πάνω ανάλυση ότι οι καθ΄ ων ενήργησαν με βάση ορθά κριτήρια, παρέχοντας την αναγκαία αιτιολογία χωρίς πλάνη περί τα πράγματα και χωρίς να θέτουν τον αιτητή σε δυσμενέστερη θέση, σε σχέση με άλλο πολίτη υπό παρόμοιες συνθήκες.

 

        Ενόψει των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με €1.000 έξοδα εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ΄ ων.

 

 

 

                                        Στ. Ναθαναήλ,

                                                  Δ.

 

 

 

/ΕΘ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο