ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
&n bsp; Υπóθεση αρ. 1717/06
19 Μαίου, 2008
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 23(3) ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
MUNASINGHE MADDUMA VILAGE
Αιτητής
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ
ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Καθ΄ών η αίτηση
.............................
Γ. Ζ. Γεωργίου, για τον αιτητή
Λ. Χριστοδουλίδου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθών η αίτηση
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου, Πληθυσμού και Μετανάστευσης ημερ. 7/4/06 που του κοινοποιήθηκε στις 17/7/06 και με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του για απόκτηση άδειας παραμονής και εργασίας με βάση το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος βάσει των προνοιών της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2003/109/ΕΚ, είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νομικό αποτέλεσμα.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ο αιτητής κατάγεται από τη Σρι Λάνκα. Ήλθε νόμιμα στην Κύπρο στις 14/4/00 για να εργαστεί στην ιδιωτική κλινική Royal Artemis Medical Centre στην Πάφο. Του δόθηκαν παρατάσεις και εργοδοτείο νόμιμα στην εν λόγω κλινική μέχρι το Φεβρουάριο του 2005 οπότε οι εργοδότες του άρχισαν διαδικασίες για παράταση και ανανέωση της άδειας προσωρινής παραμονής και εργοδότησής του η οποία έληγε την 6/3/05. Το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ικανοποίησαν το αίτημα των εργοδοτών του και ανανέωσαν την άδεια του αιτητή μεχρι τις 30/6/05. Στο μεταξύ ο αιτητής, στις 27/4/05 υπέβαλε αίτηση για απόκτηση άδειας μακροχρόνιας παραμονής και εργασίας στην Κυπριακή Δημοκρατία με βάση την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2003/109/ΕΚ αίτημα το οποίο επανέλαβε και στις 1/1/06 μέσω της Κίνησης για Ισότητα, Στήριξη, Αντιρατσισμό (ΚΙΣΑ). Το αίτημα του αιτητή απορρίφθηκε με απόφαση ημερ. 7/4/06 που του κοινοποιήθηκε στις 17/7/06, με αποτέλεσμα στις 12/9/06 να καταχωρήσει την υπό άνω αριθμό και τίτλο προσφυγή.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Με τη γραπτή του αγόρευση ο αιτητής προωθεί τους ακόλουθους λόγους ακύρωσης: (α) παράλειψη διεξαγωγής δέουσας έρευνας, (β) έλλειψη αιτιολογίας σε συνάρτηση με κατάχρηση εξουσίας, (γ) παραβίαση ρητών νομοθετικών προνοιών, (δ) παραβίαση της αρχής του δεδικασμένου και (ε) παραβίαση του δικαιώματος ακρόασης.
Από πλευράς των καθών η αίτηση εγείρεται προδικαστική ένσταση ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη και διαζευκτικά ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι νόμιμη και ορθή.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Το θεωρώ επιβεβλημένο όπως εξετάσω πρώτα την προδικαστική ένσταση. Ισχυρίζονται οι καθών η αίτηση, στην Ένστασή τους, ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη χωρίς όμως να εξηγούν γιατί, είτε στην Ένσταση, είτε στη γραπτή τους αγόρευση. Η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ημερομηνία 7/4/06 και η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 12/9/06. Εκ πρώτης όψης, η προσφυγή φαίνεται να είναι εκπρόθεσμη. Όμως, είναι ο ισχυρισμός του αιτητή, που δεν έχει αντικρουστεί, ότι η απόφαση, τού κοινοποιήθηκε στις 17/7/06. Όχι μόνο δεν έχει αντικρουστεί ο ισχυρισμός του, αλλά αντίθετα από την επιστολή της 7/4/06 (παράρτημα 9 στην αίτηση) φαίνεται ότι η επιστολή αυτή έφθασε στα γραφεία της Κ.Ι.Σ.Α. στις 7/7/06 και δόθηκε στον αιτητή στις 17/7/06, όπως είναι ο ισχυρισμός του στην αίτηση. Έτσι, με οποιαδήποτε ημερομηνία και αν εξεταστεί η υπόθεση (είτε 7/7/06 που έφθασε στην Κ.Ι.Σ.Α., είτε 17/7/06 που κοινοποιήθηκε στον αιτητή) η προσφυγή είναι εμπρόθεσμη.
Με τη γραπτή αγόρευση τους οι καθών η αίτηση εγείρουν και δεύτερη προδικαστική ένσταση, ότι δηλαδή, ο αιτητής δεν έχει έννομο συμφέρον να προωθεί την προσφυγή γιατί τόσο κατά την καταχώρησή της όσο και κατά την ακρόαση, αυτός ήταν παράνομος στην Κύπρο αφού η άδεια παραμονής και εργασίας του είχε λήξει από τις 30/11/05 και έκτοτε, μέχρι και την 1/8/06 που αναχώρησε για την πατρίδα του, βρισκόταν εδώ παράνομα.
Επί του σημείου αυτού, η θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του αιτητή είναι ότι η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί αφού ο αιτητής, κάπου 7 μήνες πριν την 30/11/05 που έληξε η άδεια παραμονής του, είχε ήδη συμπληρώσει 5 χρόνια νόμιμης και αδιάλειπτης διαμονής στην Κυπριακή Δημοκρατία και την αίτησή του για απόκτηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος την υπέβαλε στις 27/4/05, όταν ήταν νόμιμα στην Κύπρο. Επειδή οι καθών η αίτηση καθυστέρησαν να απαντήσουν στον αιτητή, με αποτέλεσμα να λήξει η άδειά του, εμποδίζονται από το άρθρο 51(2) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(1)/99) να εγείρουν θέμα παράνομης διαμονής, καθότι τούτο είναι αντίθετο με την αρχή της καλής πίστης. Ακόμα και μετά τις 30/11/05 ο αιτητής ήταν νόμιμα στην Κύπρο, αφού εκκρεμούσε η εξέταση της αίτησής του.
Εξέτασα τις αντίστοιχες θέσεις. Αναφορικά με την προδικαστική ένσταση λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά το χρόνο που ο αιτητής υπέβαλε την αίτηση για πολιτογράφηση ήταν νόμιμα εδώ στην Κύπρο και ότι η παρανομία που επικαλούνται οι καθών η αίτηση έχει δημιουργηθεί από την καθυστέρηση των ιδίων να απαντήσουν στο αίτημα του, ούτως ώστε να λήξει και η άδεια της εδώ παραμονής του (30/11/05), κρίνω ότι αυτή δεν ευσταθεί.
Ενόψει των πιο πάνω προχωρώ στην εξέταση της ουσίας της υπόθεσης. Ο βασικός λόγος για τον οποίο το αίτημα του αιτητή είχε απορριφθεί είναι ότι αυτό δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί «γιατί η περίπτωση του αλλοδαπού δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας αυτής καθότι η άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας έληξε πριν την 23/1/06 που ήταν η προθεσμία ενσωμάτωσης της κοινοτικής οδηγίας».
Η Οδηγία 2003/109/ΕΚ τέθηκε σε ισχύ στις 23/1/04 με τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δόθηκε όμως προθεσμία 2 ετών, δηλαδή μέχρι τις 23/1/06 για την ενσωμάτωση της στην εσωτερική έννομη τάξη των Κρατών-Μελών. Η Κύπρος δεν ενσωμάτωσε την Οδηγία μέχρι την εν λόγω ημερομηνία αλλά το έπραξε αργότερα (14/2/07), με τον περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (Τροποποιητικό) Νόμο του 2007 (Ν. 8(1)/07).
Από τα γεγονότα της υπόθεσης προκύπτει ότι κατά το χρόνο (27/4/05) που αποτάθηκε ο αιτητής για να επιτραπεί σ' αυτόν να παραμείνει εδώ στην Κύπρο αλλά και κατά το χρόνο έκδοσης (7/4/06) της προσβαλλόμενης απόφασης, η εν λόγω Οδηγία δεν είχε ενταχθεί στην κυπριακή έννομη τάξη. Όμως το γεγονός ότι η Δημοκρατία δε συμμορφώθηκε με την απαίτηση ενσωμάτωσης της Οδηγίας μέχρι 23/1/06, δεν απαλλάσσει αυτή από την υποχρέωση να την εφαρμόσει. Τούτο προκύπτει από την απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας (απόφαση πλειοψηφίας) στην υπόθεση Μotilla ν. Δημοκρατίας αρ. 673/06 ημερ. 21/1/08, σελ. 2 όπου διαβάζουμε τα εξής:
«...Η προθεσμία για ενσωμάτωση της Οδηγίας στο Κυπριακό Δίκαιο έληξε την 23/1/06. Η Δημοκρατία δεν αρνείται ότι, παρά την παράλειψή της να ενσωματώσει την Οδηγία μέχρι την ημερομηνία εκείνη (η ενσωμάτωση έγινε την 14.2.2007 με το Ν. 8(1)/2007), η Οδηγία, σύμφωνα και με τη νομολογία του ΔΕΚ, είχε ουσιαστική άμεση ισχύ από 23.1.2006, είναι όμως η θέση της, όπως προκύπτει και από την απορριπτική απάντηση στην αίτηση της αιτήτριας, ότι η αιτήτρια εξαιρείτο του οφέλους της Οδηγίας ως εκ του επίσημα χρονικά περιορισμένου της άδειας της.»
Επομένως καταλήγω ότι οι καθών η αίτηση ήσαν νομικά υπόχρεοι να εφαρμόσουν την Οδηγία αυτή. Η υπόθεση Vera Joudine κα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, (2006) 3 Α.Α.Δ. 500 που επικαλέσθηκαν οι καθών η αίτηση διαφοροποιείται για το λόγο ότι εκεί η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε πριν την λήξη της περιόδου που είχε υποχρέωση η Δημοκρατία να ενσωματώσει την Οδηγία στο δικό μας δίκαιο. Τούτο προκύπτει από το πιο κάτω απόσπασμα, της απόφασης Vera Joudine (πιο πάνω) σελ. 510-511, όπου αποφασίστηκαν τα ακόλουθα:
«Το χρονικό διάστημα το οποίο θέτει η Οδηγία έχει ως απώτερο σκοπό την παροχή ευχέρειας στα κράτη μέλη να δημιουργήσουν τις κατάλληλες υποδομές για την ενσωμάτωση των προνοιών της Οδηγίας στο τοπικό δίκαιο. Τα κράτη μέλη έχουν μέχρι τη συμπλήρωση της προθεσμίας που παρέχεται την ελευθερία να εξετάζουν τον τρόπο ενσωμάτωσης. (Βλ. Pubblico Ministero v. Tullio Ratti (1979) ECR 1629) και δεν είναι υπόχρεα πριν από την παρέλευση της προθεσμίας να μεταφέρουν τις πρόνοιες της Οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο. (βλ. Intern-Environment Wallone ASBL v. Region Wallone (1997) ECR 7411).
............................
Στην παρούσα περίπτωση η Οδηγία 2003/109/ΕΚ δεν ετύγχανε εφαρμογής και τούτο για αυτή είχε εκδοθεί στις 25/11/2003 και το χρονικό διάστημα των δύο χρόνων το οποίο απαιτείτο για την εφαρμογή της θα έπρεπε να εξέπνεε στις 24/11/2005, ενώ τα διατάγματα εκδόθηκαν στις 31/8/2005, δηλαδή πριν από την εκπνοή της προθεσμίας για την εφαρμογή της Οδηγίας.»
(Η υπογράμμιση είναι δική μου)
Εδώ σημειώνω ότι προφανώς από λάθος αναφέρεται στην προαναφερθείσα υπόθεση Vera Joudine ότι το διάστημα των δυο χρόνων εξέπνεε στις 24/11/05 αντί 23/1/06.
Παρόμοιο θέμα εξέτασα και στις υποθέσεις Priscilla Dizon Diego v. Κυπριακής Δημοκρατίας, υποθ. αρ. 1093/05 ημερ. 20/12/06 και Lukas Fernandes κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας υποθ. αρ. 1081/05 ημερ. 17/1/07, όπου όμως κατάληξα σε αντίθετη απόφαση αφού εκεί η προσβαλλόμενη, στην κάθε περίπτωση, απόφαση λήφθηκε πριν τη λήξη της περιόδου για ενσωμάτωση της Οδηγίας.
Με βάση παρόμοια, με την παρούσα υπόθεση, γεγονότα και ο αδελφός Δικαστής Γαβριηλίδης, κατάληξε ότι η αίτηση θα έπρεπε να είχε εξεταστεί κατά πόσο ενέπιπτε στο άρθρο 4 της Οδηγίας και όχι να απορριφθεί με την αιτιολογία ότι «η άδεια προσωρινής παραμονής του έληξε πριν την 23.1.2006, ηεμρομηνία κατά την οποία έληξε η προθεσμία ενσωμάτωσης της Οδηγίας 2003/109/ΕΚ». ΄Επρεπε, δηλαδή, να εφαρμοστεί το νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης (βλ. Schun Hong Sun v. Δημοκρατίας, υποθ. Αρ. 913/2006 ημερ. 19/11/07).
Με βάση το πιο πάνω καταλήγω ότι και στην παρούσα περίπτωση όπου η αιτιολογία ήταν η ίδια, οι καθών δεν προέβηκαν στη δέουσα έρευνα και επίσης υπήρξε πλάνη ως προς το νόμο αναφορικά με την εξέταση της υπόθεσης και αυτός είναι αρκετός λόγος για αποδοχή της προσφυγής.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με €600 έξοδα εναντίον των καθών η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με βάση το άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑσ