ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
&n bsp; Υπóθεση Αρ. 271/2007
21 Φεβρουαρίου, 2008
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡΑ 25, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
OIKOΣΥΝΘΕΣΕΙΣ ΛΤΔ.
Αιτητές
ν.
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΑΔΕΙΩΝ
Καθών η αίτηση
.............................
Ελ. Νικολαϊδου (κα),για τους αιτητές
Β. Χριστοφόρου (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας. για τους καθών η αίτηση Α. Παπαχαραλάμπους με Σ. Νικολάου (κα), για το ενδιαφερόμενο μέρος Γιώργο Χαραλάμπους
.........
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές ζητούν δήλωση του δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθών η αίτηση που τους κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερ. 24/11/06 και με την οποία έγινε αποδεκτή η ιεραρχική προσφυγή αρ. 251/05 του ενδιαφερόμενου προσώπου Γιώργου Χαραλάμπους εναντίον της απόφασης της Αρχής Αδειών με την οποία χορηγήθηκε στους αιτητές άδεια μεταφορέα Γ για ένα φορτηγό όχημα μεικτό συρόμενο βάρος 34.000 κιλών για την εξυπηρέτηση των αναγκών τους, ως κατασκευαστικής εταιρείας σπιτιών ημερ. 22/6/06, είναι παράνομη και χωρίς οποιοδήποτε νομικό αποτέλεσμα.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Οι αιτητές είναι κατασκευαστική εταιρεία ξύλινων σπιτιών και μεταφέρουν προκατασκευασμένες στέγες και τοιχοποιίες σπιτιών από το εργοστάσιό τους που βρίσκεται στην Βιομηχανική περιοχή Δαλιού σε διάφορους πελάτες τους σε όλη την Κύπρο.
Στις 22/06/05 οι αιτητές υπέβαλαν αίτηση προς την Αρχή Αδειών, για χορήγηση προς όφελός τους άδεια μεταφορέα Γ, για ένα φορτηγό όχημα με εφαρμοσμένο γερανό με μικτό συρόμενο βάρος 34.000 κιλών για την εξυπηρέτηση των αναγκών τους. Η Αρχή Αδειών (πιο κάτω «η Αρχή») στις 26/07/05, σε σχέση με την αίτηση, προχώρησε στη σύνταξη έκθεσης. Κατά την ίδια συνεδρία της η Αρχή αφού άκουσε τους αιτητές, έλαβε υπόψη την εισήγηση του Τμήματος, τα όσα αναφέρονται στο διοικητικό φάκελο της υπόθεσης, τις απόψεις των εκπροσώπων των αυτοκινητιστικών οργανώσεων και τις πρόνοιες του περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου του 1982 (Ν. 9/82 όπως έχει τροποποιηθεί), αποφάσισε να χορηγήσει την αιτούμενη άδεια μόνο για την μεταφορά τοιχοποιίας και στεγών προκατασκευασμένων σπιτιών και μόνο από το εργοστάσιο τους στο Δάλι, προς τους πελάτες τους σε όλη την Κύπρο με συγκεκριμένο ρυμουλκό και με τον όρο ότι δεν θα δικαιούται να εισέρχεται ούτε να παραλαμβάνει φορτία από τα λιμάνια.
Εναντίον της πιο πάνω απόφασης της Αρχής στις 27/12/05 καταχωρήθηκε εκ μέρους του ενδιαφερομένου προσώπου Γιώργου Χαραλάμπους (στο εξής ε.μ.) η ιεραρχική προσφυγή υπ' αρ. 250/05. Η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών (πιο κάτω η Αναθεωρητική Αρχή) σε συνεδρία της στις 12.7.06 προχώρησε στην εξέταση της Ιεραρχικής του Προσφυγής, και στις 17.11.06 εξέδωσε την απόφαση της με την οποία αποδέχθηκε την ιεραρχική προσφυγή του ε.μ. με το αιτιολογικό ότι η αιτήτρια δεν πληρούσε τα κριτήρια που θέτει ο Νόμος για χορήγηση άδειας οδικής χρήσης Γ και έτσι ακύρωσε την παραχωρηθείσα από την Αρχή Αδειών άδεια με αποτέλεσμα την καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Σημειώνω εδώ ότι η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση προβάλλει προδικαστική ένσταση, ισχυριζόμενη ότι η παρούσα προσφυγή είναι εκπρόθεσμη και θα πρέπει να απορριφθεί.
Η συνήγορος των αιτητών με τη γραπτή της αγόρευση απορρίπτει την πιο πάνω ένσταση και επί της ουσίας προβάλλει σωρεία λόγων ακυρώσεως, τους εξής: (α)ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει το Σύνταγμα, τις αρχές της αξιοκρατίας, το δικαίωμα εργασίας, το άρθρο 146 (5) του Συντάγματος, τις αρχές της επανεξέτασης, (β) ότι η επίδικη απόφαση οφείλεται σε αλλότριο από το νόμο σκοπό (γ) λήφθηκε στην απουσία της αιτήτριας και ως εκ τούτου κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης (δ) ότι εφόσον, κατά την εξέταση της αίτησης της αιτήτριας ενώπιον της Αρχής Αδειών, ζητήθηκαν οι απόψεις των αυτοκινητιστών τότε το ε.μ. δεν νομιμοποιείτο να ασκήσει ιεραρχική προσφυγή, (ε) ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα πραγματικής πλάνης και /ή μη δέουσας έρευνας και αναιτιολόγητη και (στ) ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχείρισης.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Η προβαλλόμενη προδικαστική ένσταση επιβάλλεται να εξετασθεί πρώτη αφού τυχόν αποδοχή της θα κρίνει τελικά το αποτέλεσμα της παρούσας προσφυγής. H συνήγορος των καθών η αίτηση ισχυρίζεται ότι η παρούσα προσφυγή είναι εκπρόθεσμη και θα πρέπει να απορριφθεί. Η άποψη μου είναι ότι η ένσταση αυτή δεν ευσταθεί αφού με βάση τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης ναι μεν η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε στις 17.11.06, όμως στην αιτήτρια και στο ε.μ. κοινοποιήθηκε στις 24.11.06 και η παρούσα καταχωρήθηκε στις 5/2/07, μέσα δηλαδή στην προθεσμία των 75 ημερών.
Αναφορικά με την ουσία της υπόθεσης η συνήγορος των αιτητών ισχυρίζεται ότι προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στην απουσία τους και ως εκ τούτου κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης και αυθαίρετα. Η άποψη μου είναι ότι ο εν λόγω ισχυρισμός είναι αβάσιμος αφού, όπως καταγράφεται στα πρακτικά της επίδικης συνεδρίασης, οι αιτητές κλήθηκαν να παραστούν με συστημένη επιστολή, (η απόδειξη παραλαβής της επιστολής από τους αιτητές περιέχεται στο φάκελο της υπόθεσης) και αυτοί δεν παρουσιάσθηκαν. Φαίνεται τούτο από το πρακτικό ημερ. 12/7/06.
Ακόμη προβάλλει τον ισχυρισμό ότι εφόσον, κατά την εξέταση της αίτησης των αιτητών ενώπιον της Αρχής Αδειών, ζητήθηκαν οι απόψεις των αυτοκινητιστών τότε το ε.μ. δε νομιμοποιείτο να ασκήσει ιεραρχική προσφυγή. Κρίνω ότι τον εν λόγω ισχυρισμό νομιμοποιείτο να προβάλλει ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών, αλλά απουσίαζε, και όχι τώρα ενώπιον του Δικαστηρίου. Περαιτέρω προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα νομικής και πραγματικής πλάνης και μη δέουσας έρευνας, αφού, όπως ισχυρίζεται, αφενός δεν ακούστηκαν οι αιτητές και αφετέρου δεν λήφθηκε υπόψη η ακυρωθείσα απόφαση της Αρχής Αδειών. Επίσης προβάλλει ότι αυτή είναι αναιτιολόγητη.
Αναφορικά με τον ισχυρισμό για νομική και πραγματική πλάνη απαιτείται στην μεν πρώτη το αποφασίζον όργανο εσφαλμένα να εφάρμοσε μια νομοθεσία, στην δε δεύτερη είτε εσφαλμένα να έλαβε υπόψη πραγματικά περιστατικά ότι συνιστούσαν προϋπόθεση για την εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας ή παρέλειψε να λάβει τα ορθά περιστατικά. Εδώ, κατά την άποψη μου, προκύπτει από το ίδιο το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι οι καθών η αίτηση, κατά την έκδοσή της, προέβησαν σε ορθή εκτίμηση των γεγονότων και εφαρμογή τους σ' αυτή. Επίσης έλαβαν υπόψη όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον τους. Οι αιτητές ενώ κλήθηκαν νομότυπα, απουσίαζαν. Όσον αφορά τον ισχυρισμό περί αναιτιολόγητου της προσβαλλόμενης απόφασης , η άποψη μου είναι ότι δεν ευσταθεί αφού σ' αυτή αναφέρεται τόσο το νομικό όσο και το πραγματικό υπόβαθρο στο οποίο στηρίχθηκαν οι καθών η αίτηση για την έκδοση της. Δεν εξαρτάται η νομιμότητα της αιτιολογίας από την έκταση της αφού κάθε περίπτωση κρίνεται ξεχωριστά και με βάση τα δικά της γεγονότα. Σχετικά είναι τα όσα αναφέρθηκαν από την Ολομέλεια στην υπόθεση Πολυβίου ν. Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών (2004) 3 Α.Α.Δ. 587 σελ. 590-591 όπου διαβάζουμε τα εξής:
«Μια διοικητική απόφαση πρέπει να αιτιολογείται για να παρέχεται στο Δικαστήριο η ευχέρεια ελέγχου της ορθότητας της. Η αοριστία και η ασάφεια που καθιστά εκ των πραγμάτων αδύνατο τον έλεγχο μιας διοικητικής πράξης έχει ως άμεσο επακόλουθο την ακύρωση της πράξης. (βλέπε Δαγτόγλου «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο» 3η έκδοση, 1992, παράγραφοι 636, 646, 647). Η αιτιολογία πρέπει να είναι επαρκής. Όμως μπορεί να πάρει ένα συνοπτικό χαρακτήρα νοουμένου ότι το συμπέρασμα δεν συγκρούεται με τα γεγονότα που περιέχονται στο σχετικό φάκελο. (Βλέπε Σπηλιωτόπουλου «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», 6η έκδοση, σελ. 67 και Ι Σαρμά «Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου Επικρατείας» σελ. 130). Η επάρκεια της αιτιολογίας κρίνεται ανάλογα με τα ιδιίτερα περιστατικά και τη φύση της κάθε υπόθεσης. Δεν είναι ζήτημα έκτασης του λεκτικού αλλά της ουσίας του περιεχομένου ούτως ώστε να ικανοποιούνται τα κριτήρια της διοικητικής δικαιοσύνης, ιδιαίτερα ο βασικός σκοπός και η δυνατότητα ελέγχου. (Δημοκρατία ν. Σταύρου (1993) 3 Α.Α.Δ. 71).
Η εισήγηση για την έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών, σε συνάρτηση με τα υπόλοιπα στοιχεία των φακέλων κρίνεται ως αιτιολογημένη, σε βαθμό που επιτρέπει τη διεξαγωγή δικαστικού ελέγχου. Επιπρόσθετα η διαδικασία που υιοθετήθηκε από την Αναθεωρητική Αρχή Αδειών ακούοντας τις απόψεις των ενδιαφερόμενων προσώπων και λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία που είχε ενώπιόν της, αποτελούν ενέργειες που ικανοποιούν τις απαιτήσεις διεξαγωγής δέουσας έρευνας.»
Τέλος ισχυρίζεται η δικηγόρος των αιτητών ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχείρισης. Ο ισχυρισμός αυτός διατυπώνεται στην γραπτή αγόρευση των αιτητών κατά τρόπο γενικό και αόριστο. Στην απαντητική αγόρευση η ευπαίδευτη συνήγορός τους αναφέρει ότι το στηρίζει στο γεγονός ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στην απουσία των αιτητών. Εκτός του ότι αυτός ο λόγος ακυρώσεως τίθεται κατά τρόπο γενικό και αόριστο που, σύμφωνα με τη νομολογία είναι απορριπτέος (βλ. Δημοκρατία ν. Αντωνίου κ.α. (2004) 3 Α.Α.Δ. 456), το επιχείρημα πάνω στο οποίο βασίζονται οι αιτητές είναι κατά την άποψη μου άσχετο. Σύμφωνα με τη νομολογία (βλ. μεταξύ άλλων Republic ν. Arakian (1972) 3 C.L.R. 294, Δημοκρατία ν. Χαραλαμπίδη (2001) 3 (Β) Α.Α.Δ. 620 και Κυπριανού κα. ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 8) η αρχή της ισότητας καλύπτει την περίπτωση όπου δύο πρόσωπα ή κατηγορίες προσώπων βρίσκονται στην ίδια ή ουσιαστικά στην ίδια θέση. Εδώ ο αιτητής και το ε.μ. δεν ήσαν. Καταλήγω ότι από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης δεν προκύπτει θέμα άνισης μεταχείρισης.
Με βάση όλα τα πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με €600 έξοδα υπέρ των καθών η αίτηση και €400 έξοδα υπέρ του ενδιαφερόμενου προσώπου.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑς