ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Νικολάου Άντρη Αδάμου ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου (2002) 3 ΑΑΔ 733
Kυριάκου Γιώργος ν. Kεντρικής Tράπεζας Kύπρου (2007) 3 ΑΑΔ 62
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 1203/2006
8 Φεβρουαρίου, 2008
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΕΛΕΝΑ ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΟΥ,
Αιτήτρια,
και
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ων η αίτηση.
- - - - - - -
Α. Κωνσταντίνου, για την αιτήτρια
Α. Αδαμίδου για Α. Εαγγέλου, για τους καθ΄ων η αίτηση.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Με την προσφυγή προσβάλλεται η απόφαση του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου ημερομηνίας 25.5.2006, με την οποία προάχθηκε ο Ανδρέας Μιχαήλ (ΕΜ) στη θέση του Βοηθού Διευθυντή στην Κεντρική Τράπεζα, από την 1.7.2006.
Η διαδικασία προαγωγής άρχισε από την Επιτροπή Προσωπικού, η οποία αποφάσισε όπως οι εννέα κενές θέσεις Βοηθού Διευθυντή πληρωθούν με προαγωγή υφιστάμενου προσωπικού από την αμέσως προηγούμενη βαθμίδα. Στηρίχθηκε στον Κανονισμό 11 των περί Υπαλλήλων της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Οδηγιών (ΚΔΠ 233/2004) που προνοεί ότι οι προαγωγές γίνονται βάσει της αξίας, της πείρας και των προσόντων των υπαλλήλων. Ακολούθως, σημείωσε ότι σύμφωνα με το Παράρτημα των αναφερόμενων Οδηγιών, στα απαιτούμενα προσόντα για τις θέσεις Βοηθού Διευθυντή, περιλαμβάνεται, μεταξύ άλλων και πείρα σε κατάλληλους τομείς εργασιών Κεντρικής Τράπεζας, ή σε τομείς που σχετίζονται με εργασίες Κεντρικής Τράπεζας. Προέβηκε σε καθορισμό των τομέων των εργασιών της Κεντρικής Τράπεζας από τους οποίους θεωρεί ότι αποκτήθηκε κατάλληλη πείρα. Στη συνέχεια έκρινε ότι δεκαεννέα υποψήφιοι, μεταξύ αυτών η αιτήτρια και το ΕΜ, πληρούσαν τα απαιτούμενα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας. Λαμβάνοντας υπόψη τα αναφερθέντα κριτήρια προαγωγής, σύστησε εννέα υποψήφιους. Σ΄αυτούς περιλαμβανόταν το ΕΜ, όχι όμως η αιτήτρια. Ανέφερε για το ΕΜ σε σύγκριση με την αιτήτρια ότι υπερέχει σε αξία και πείρα στο σύνολο της υπηρεσίας του στην Τράπεζα.
Ακολούθως, ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας, με απόφασή του ημερομηνίας 25.5.2006, έκρινε τους εννέα συστηθέντες ως τους πιο κατάλληλους, σύμφωνα με τη γνωμοδότηση της Επιτροπής και αποφάσισε την προαγωγή τους στη θέση Βοηθού Διευθυντή.
Ο δικηγόρος της αιτήτριας πρόβαλε ότι οι καθ΄ων η αίτηση παραγνώρισαν ότι η αιτήτρια διέθετε το πλεονέκτημα και δεν έδωσαν την απαιτούμενη από τη Νομολογία ειδική αιτιολογία για την παραγνώρισή του.
Η αιτήτρια κατέχει εκτός από το πανεπιστημιακό δίπλωμα (BA in Economics) και μεταπτυχιακό τίτλο (M.Sc in Economics) ενώ το ΕΜ κατέχει μόνο πανεπιστημιακό δίπλωμα.
Στο σχέδιο υπηρεσίας της επίδικης θέσης απαιτείται μόνο πανεπιστημιακό πτυχίο ή τίτλος σε κατάλληλο θέμα.
Τα σχέδια υπηρεσίας των θέσεων της Κεντρικής Τράπεζας παρατίθενται στο Παράρτημα των αναφερθεισών οδηγιών. Στο ίδιο Παράρτημα περιέχονται οι «γενικοί όροι», στους οποίους υπόκεινται τα σχέδια υπηρεσίας. Οι τιθέμενοι όροι και τα σχέδια υπηρεσίας είναι αλληλένδετα. Οι όροι συνοδεύουν την εφαρμογή των σχεδίων υπηρεσίας (βλ. Άντρη Αδάμου Νικολάου ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου (2002) 3 Α.Α.Δ. 733 και Γιώργος Κυριάκου ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, Α.Ε. 3817, ημερ. 13.2.2007).
Στον όρο 1.4 του Παραρτήματος καθορίζεται:
«Για κάθε θέση ή βαθμό (grade) τα προσόντα που καθορίζονται είναι τα ελάχιστα που απαιτούνται για διορισμό. Κατάλληλα επιπρόσθετα ή ανώτερα προσόντα σχετικά με την κάθε θέση θα θεωρούνται ως πλεονέκτημα.»
Έχει επανειλημμένα λεχθεί στη νομολογία, πως όταν το διορίζον όργανο αποφασίζει να μην επιλέξει υποψήφιο που έχει πρόσθετο προσόν, πρέπει να δίδει πειστικούς λόγους ή ειδική αιτιολογία για την απόφασή του αυτή. Απαιτείται ειδική αιτιολογία για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος και δεν μπορεί η αιτιολογία να συνάγεται ή να συμπληρώνεται από τα πρακτικά της Επιτροπής, όπως ισχυρίζεται ο δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση.
Στο πρακτικό της Επιτροπής ημερομηνίας 25.5.2006, στο οποίο περιέχεται η σύσταση των εννέα υποψηφίων προς το Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας, αναφέρονται οι υποψήφιοι, οι οποίοι κατέχουν πλεονέκτημα σε προσόντα με βάση τον όρο 1.4 του Παραρτήματος, μεταξύ αυτών και η αιτήτρια, με το σχόλιο ότι το πλεονέκτημα λαμβάνεται υπόψη χωρίς να του δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα. Στη σύσταση για το ΕΜ αναφέρεται στη σύγκρισή του με την αιτήτρια εντελώς αόριστα ότι υπερέχει έναντι αυτής σε αξία και σε πείρα στο σύνολο της υπηρεσίας στην Τράπεζα χωρίς να αναφέρεται το μεταπτυχιακό προσόν της αιτήτριας και συνεπώς χωρίς να δίδεται αιτιολογία για παραγνώριση του πλεονεκτήματος.
Ο ισχυρισμός αυτός του δικηγόρου της αιτήτριας έγινε δεκτός και στην υπόθεση της ίδιας αιτήτριας εναντίον της απόφασης για προαγωγή άλλης υποψηφίας στη θέση Ανώτερου Λειτουργού, στην Έλενα Γρηγοριάδου ν. Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, 123/96, ημερομηνίας 26.9.1997. Υιοθετώ το σκεπτικό της απόφασης αυτής.
Πρόβαλε στη συνέχεια ο δικηγόρος της αιτήτριας ότι αναγράφεται στο σχετικό πρακτικό της Επιτροπής ότι η τελευταία έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στην αξία των υποψηφίων στη θέση Ανώτερου Λειτουργού και ότι το ΕΜ, μεταξύ άλλων υποψηφίων, υπερέχει σε αξία των υπόλοιπων υποψηφίων, μεταξύ αυτών και της αιτήτριας. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις υπηρεσιακές εκθέσεις των ετών 1999-2005. Ανέφερε ο δικηγόρος της αιτήτριας ότι τα έτη 1999 - 2001 το ΕΜ αξιολογήθηκε ως Λειτουργός Α΄. Είναι η θέση του ότι παρατηρείται αντιφατική συμπεριφορά της Επιτροπής αφού για να συστήσει το ΕΜ και να αποκλείσει άλλους υποψήφιους, υποβάθμισε τις βαθμολογίες τους με το αιτιολογικό ότι βαθμολογήθηκαν όταν κατείχαν την κατώτερη θέση Λειτουργού Α΄. Ενώ, συνεχίζει, δεν υποβάθμισε τις βαθμολογίες του ΕΜ όταν κατείχε τη θέση Λειτουργού Α, όπως έπραξε με τους άλλους υποψήφιους. Τονίζει, ότι αν συνέβαινε αυτό, αιτήτρια και ΕΜ θα είχαν διαφορά μόνο στην αξιολόγηση του έτους 2004. Προκύπτει ότι το ΕΜ προάχθηκε αναδρομικά στη θέση Ανώτερου Λειτουργού από 1.5.1999 μετά από διαδικασία επανεξέτασης. Η ουσία όμως είναι όπως την παρουσιάζει ο δικηγόρος της αιτήτριας. Για τα έτη 1999 - 2001 αξιολογήθηκε έχοντας πραγματική υπηρεσία ασκώντας τα καθήκοντα του Λειτουργού Α΄.
Οι λόγοι ακύρωσης που αναφέρθηκαν γίνονται αποδεκτοί. Δε θα προχωρήσω στην εξέταση των άλλων λόγων που εγείρονται από το δικηγόρο της αιτήτριας.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη πράξη ακυρώνεται με €1.200 έξοδα υπέρ της αιτήτριας.
Π. Αρτέμης, Δ.
/Χ.Π.