ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 4 ΑΑΔ 75
16 Φεβρουαρίου, 2007
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΒΑΣΟΣ ΧΑΡΤΟΥΜΠΑΛΛΟΣ & ΥΙΟΙ (ΑΪΣΕΡΚΙΤΕΣ) ΛΙΜΙΤΕΔ,
Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Ή/ΚΑΙ,
2. ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ
& ΟΙΚΗΣΕΩΣ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ ΩΣ
ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗ ΑΡΧΗ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1188/2004)
Πολεοδομία και Χωροταξία ― Πολεοδομική άδεια ― Ιεραρχική προσφυγή εναντίον της απόρριψής της ― Εξέτασή της σύμφωνα με το άρθρο 31 του Ν.90/72 ― Περιστάσεις υπό τις οποίες κρίθηκε νόμιμη η ανάκληση της απόφασης επί της ιεραρχικής προσφυγής στην εξατασθείσα υπόθεση.
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Θέματα τεχνικής φύσης ― Η ουσιαστική κρίση της διοίκησης δεν ελέγχεται ακυρωτικώς.
Διοικητική Πράξη ― Ανάκληση ― Ανάκληση νόμιμης ευμενούς διοικητικής πράξης, για λόγους δημοσίου συμφέροντος.
Διοικητικό Δίκαιο ― Γενικές Αρχές ― Δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης του διοικουμένου ― Δεν παραβιάστηκε στην κριθείσα περίπτωση.
Προσφυγή βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Ύπαρξη μεροληψίας ή προκατάληψης ― Δεν στοιχειοθετήθηκε στην κριθείσα περίπτωση.
Οι αιτητές προσέφυγαν κατά της απόφασης ανάκλησης της πολεοδομικής άδειας λατομείου, την οποία είχαν εξασφαλίσει μετά από ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Ο ισχυρισμός ότι δεν έγινε σωστή αξιολόγηση του υλικού που είχαν ενώπιόν τους οι καθ' ων η αίτηση, ή ότι παραγνωρίστηκαν θετικές απόψεις κυβερνητικών τμημάτων και ότι η απορριπτική απόφαση στηρίχθηκε αποκλειστικά στην ένσταση του Κοινοτικού Συμβουλίου Φρενάρους, είναι ανεδαφικός. Η Υπουργική Επιτροπή έχει αρμοδιότητα, σύμφωνα με το άρθρο 31(2) του Νόμου 90/72, να αξιολογήσει τις απόψεις όλων των εμπλεκομένων τμημάτων χωρίς υποχρέωση να τις αποδεχτεί, είτε στο σύνολο τους είτε μερικές από αυτές.
Στην παρούσα περίπτωση η αιτιολογία για την απόρριψη της αίτησης συμπληρώνεται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.
2. Το Δικαστήριο δεν ελέγχει θέματα τεχνικής φύσης, όπως είναι στην παρούσα περίπτωση η κρίση της διοίκησης, σε σχέση με την εκτίμηση των αναγκών σε χαβάρα. Έλεγχος σε τέτοιου είδους θέματα ασκείται μόνον όταν διαπιστωθεί πλάνη περί τα πράγματα ή υπέρβαση των άκρων ορίων της διακριτικής εξουσίας της διοίκησης, κάτι που δεν συμβαίνει στην εξεταζόμενη υπόθεση.
3. Δεν υπάρχει αρχή του διοικητικού δικαίου η οποία υπαγορεύει τη διεξαγωγή έρευνας από το ίδιο το αποφασίζον όργανο. Το αποφασίζον όργανο μπορεί να αναθέσει σε άλλο όργανο τη διεξαγωγή έρευνας και τη λήψη στοιχείων. Καθήκον και υποχρέωση του αποφασίζοντος οργάνου, αποτελεί η τελική εκτίμηση των γεγονότων και η λήψη της σχετικής απόφασης.
4. Η απόφαση της 26/9/2003 ανακλήθηκε, γιατί ένας βασικός της όρος, και πιο συγκεκριμένα η εξεύρεση κοινά αποδεκτής όδευσης δρόμου για τα οχήματα της αιτήτριας δεν εκπληρώθηκε. Η ανάκληση της άδειας που επακολούθησε αιτιολογείται πλήρως από το δημόσιο συμφέρον.
5. Στην παρούσα υπόθεση η αιτήτρια είχε την ευκαιρία, όπως και έπραξε, να εκθέσει λεπτομερώς τις απόψεις της για το θέμα, κατά την καταχώριση της ιεραρχικής προσφυγής της. Επομένως δεν παραβιάστηκε ούτε το δικαίωμα ακρόασής της, ούτε οι αρχές της φυσικής δικαιοσύνης.
6. Ισχυρισμοί για την ύπαρξη μεροληψίας ή προκατάληψης πρέπει να συνοδεύονται με τα κατάλληλα στοιχεία που μπορούν να τεκμηριώσουν ένα τέτοιο ισχυρισμό. Στην παρούσα περίπτωση ο ισχυρισμός αυτός παρέμεινε έωλος και έτσι απορρίπτεται.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Βάσος Χαρτούμπαλλος και Υιοί (Αϊσερκίτες) Λτδ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1173/2004, ημερ. 10.10.2006,
Χαρτούμπαλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1187/2004, ημερ. 30.11.2006,
Κουτσού ν. Κ.Ο.Τ. (2001) 3 Α.Α.Δ. 311,
Καμηλάρης ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 725,
Μεττή κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 157,
Ε.Ε.Υ. ν. Ζαμπόγλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 273,
Κυνηγού κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 472.
Προσφυγή.
Ι. Τυπογράφος, για την Αιτήτρια.
Ε. Ζαχαριάδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:
(α) Τα γεγονότα.
Η αιτήτρια εταιρεία υπέβαλε στις 31/11/2002 αίτηση στην Πολεοδομική αρχή για τη χορήγηση πολεοδομικής άδειας για τη δημιουργία λατομείου για τη λατόμευση χαβάρας σε χώρο ο οποίος βρίσκεται έξω από τα όρια ανάπτυξης και υδατοπρομήθειας του χωριού Φρέναρος. Η Πολεοδομική Αρχή αφού έλαβε υπόψη τις διϊστάμενες απόψεις των εμπλεκόμενων κυβερνητικών τμημάτων και ότι η χορήγηση της άδειας θα επηρέαζε δυσμενώς τις ανέσεις των κατοίκων της περιοχής και την ασφαλή διακίνηση της τροχαίας και των πεζών αφού η κίνηση των φορτηγών από και προς το λατομείο θα γινόταν μέσα από το λειτουργικό κέντρο του χωριού κατά παράβαση των προνοιών του Άρθρου 9(Η), παράγραφος 2(γ) της Δήλωσης Πολιτικής, απέρριψε την αίτηση.
Η αιτήτρια καταχώρισε ιεραρχική προσφυγή εναντίον της πιο πάνω απόφασης και το Υπουργείο Εσωτερικών ετοίμασε το σχετικό υπόμνημα το οποίο υποβλήθηκε στην αρμόδια Υπουργική Επιτροπή. Η Υπουργική Επιτροπή εξέτασε την ιεραρχική προσφυγή και κατέληξε στην απόφαση να αποδεχθεί την προσφυγή, καλώντας την Πολεοδομική Αρχή να χορηγήσει προσωρινή πολεοδομική άδεια διάρκειας ενός έτους με όρους, ένας από τους οποίους προέβλεπε ότι ο Έπαρχος Αμμοχώστου σε συνεργασία με το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως θα υπεδείκνυε κοινά αποδεκτή όδευση δρόμου τοπικής σημασίας, εκτός οικιστικών περιοχών, ο οποίος θα χρησιμοποιείτο από τα οχήματα μεταφοράς του υλικού που θα εξορυσσόταν από το λατομείο, περιορίζοντας στο ελάχιστο την οποιαδήποτε ενδεχόμενη οχληρία στον τοπικό πληθυσμό.
Όταν γνωστοποιήθηκε η πιο πάνω απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής προκλήθηκε έντονη αντίδραση από το Κοινοτικό Συμβούλιο Φρενάρου, το οποίο διαφώνησε με την υποδειχθείσα όδευση δρόμου που θα χρησιμοποιείτο από οχήματα μεταφοράς υλικού που θα εξορυσσόταν από το λατομείο.
Το θέμα εξετάστηκε ακολούθως από την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Εσωτερικών, η οποία εισηγήθηκε στο Υπουργείο Εσωτερικών την ανάκληση τόσο της Υπουργικής Επιτροπής, όσο και της εντολής προς την Πολεοδομική Αρχή για τη χορήγηση της άδειας.
Λόγω των πιο πάνω εξελίξεων και βασικά λόγω της άρνησης του Κοινοτικού Συμβουλίου Φρενάρου να συμφωνήσει στην υπόδειξη αποδεκτής όδευσης δρόμου και μιας νέας γνωμοδότησης του Διευθυντή του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης ότι οι ανάγκες της περιοχής καλύπτονταν ήδη από δύο άλλα υφιστάμενα λατομεία στην περιοχή, ο Υπουργός Εσωτερικών έθεσε το θέμα εκ νέου ενώπιον της αρμόδιας Υπουργικής Επιτροπής.
Η Υπουργική Επιτροπή επανεξέτασε το θέμα και μέσα στα πλαίσια των νέων δεδομένων αποφάσισε την ανάκληση της προηγούμενης απόφασής της, με παράλληλη τροποποίηση των λόγων άρνησης. Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω σε αυτό το στάδιο το κείμενο της πιο πάνω απόφασης της 23/9/2004, η οποία αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας.
"Η Επιτροπή μελέτησε το Σημείωμα αρ. 53 Α/4 του Υπουργείου Εσωτερικών, αναφορικά με την επανεξέταση της προηγούμενης απόφασης της επί της παρούσας Ιεραρχικής Προσφυγής, με βάση τα νέα γεγονότα και δεδομένα που προέκυψαν μετά τη λήψη της, και λαμβάνοντας υπόψη κυρίως την αποτυχία εξεύρεσης κοινά αποδεκτής όδευσης δρόμου για τη μεταφορά του εξορυσσόμενου υλικού, όπως προέβλεπε η προηγούμενη απόφαση της, λόγω της άρνησης του Κοινοτικού Συμβουλίου Φρενάρους να δεκτεί αυτή την ανάπτυξη, τις εισηγήσεις του Προέδρου της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής και της Επιτρόπου Διοίκησης, αλλά και γνωμοδότηση του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης που είχε στο μεταξύ εξασφαλιστεί, σύμφωνα με την οποία οι παρούσες ανάγκες της Επαρχίας Αμμοχώστου σε υλικά υποθεμελίου καλύπτονται από τα δύο υφιστάμενα λατομεία στη Ξυλοφάγου, αποφάσισε να ανακαλέσει τη ληφθείσα απόφαση και να απορρίψει την Ιεραρχική Προσφυγή και παράλληλα να τροποποιήσει τους λόγους άρνησης χορήγησης πολεοδομικής άδειας με την προσθήκη νέου λόγου άρνησης με αρ. (502) ως ακολούθως:
«Με βάση σχετική γνωμοδότηση του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης, οι ανάγκες της Ελεύθερης Επαρχίας Αμμοχώστου σε υλικά υποθεμελιώσεων καλύπτεται στην παρούσα φάση από δύο υφιστάμενα λατομεία στη Ξυλοφάγου. Για το λόγο αυτό δεν κρίνεται αναγκαία η χορήγηση της αιτούμενης άδειας για λατομείο εξόρυξης υλικών για υποθεμελιώσεις, σύμφωνα με την υποβληθείσα αίτηση, για εξυπηρέτηση της περιοχής.»"
(β) Οι λόγοι της προσφυγής.
Έχει υποβληθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο της αιτήτριας ότι η πιο πάνω απόφαση της 23/9/2004 είναι άκυρη γιατί,
(i) Οι καθ'ων η αίτηση παρέλειψαν να αξιολογήσουν όλα τα ουσιώδη στοιχεία και δεν αιτιολόγησαν με επάρκεια την απόφασή τους,
(ii) Δεν διεξήχθη η δέουσα έρευνα,
(iii) Η ανάκληση έθιξε κεκτημένα δικαιώματα των αιτητών παραβιάζοντας τις αρχές της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης,
(iv) Υπήρξε παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης και πλημμελής άσκηση της διακριτικής εξουσίας των καθ'ων η αίτηση και γιατί,
(v) Οι καθ'ων η αίτηση δεν ενήργησαν αμερόληπτα.
(i) Παράλειψη αξιολόγησης όλων των ουσιωδών στοιχείων.
Έχει υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας ότι δεν διευκρινίζεται στην επίδικη απόφαση γιατί οι θετικές απόψεις όλων των κυβερνητικών τμημάτων, συμπεριλαμβανομένων και της Υπηρεσίας Μεταλλείων και της Υπηρεσίας Περιβάλλοντος δεν θεωρήθηκαν ουσιώδεις παράγοντες και καθοριστικές για την απόφαση των καθ'ων η αίτηση, ενώ αντίθετα θεωρήθηκε ουσιώδης παράγων η απλή και αόριστη επίκληση των προνοιών της Πολιτικής 9(Η), παράγραφος 2(γ) της Δήλωσης Πολιτικής και η διαφωνία του Κοινοτικού Συμβουλίου Φρενάρου. Επιπρόσθετα υποβλήθηκε ότι δεν διερευνήθηκε επαρκώς το θέμα των διαζευκτικών διαδρομών που προτάθηκαν από τους αιτητές.
Η πιο πάνω εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.
Το Άρθρο 31, το οποίο προβλέπει τη δυνατότητα υποβολής ιεραρχικής προσφυγής εναντίον πολεοδομικών αποφάσεων παρέχει στο Υπουργικό Συμβούλιο την εξουσία να μελετήσει εξ υπαρχής την αίτηση. Πιο συγκεκριμένα, το εδάφιο (2) προνοεί τα ακόλουθα:
"(2) Οσάκις υποβάλληται ιεραρχική προσφυγή δυνάμει του εδαφίου (1), το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται να επιτρέψη ή να απορρίψη ταύτην, ή να ακυρώση ή τροποποιήση οιονδήποτε μέρος της αποφάσεως ανεξαρτήτως του εάν η απόφασις αφορά εις το μέρος τούτο ή μη, δύναται δε να επιληφθή της αιτήσεως ως εάν αύτη είχε το πρώτον υποβληθή εις τούτο."
Στην παρούσα περίπτωση η Υπουργική Επιτροπή ανακάλεσε την προηγούμενη απόφαση της για την έκδοση προσωρινής άδειας, αφού δεν είχε τηρηθεί ο βασικός όρος για την έκδοση της που ήταν η υπόδειξη κοινά αποδεκτής όδευσης δρόμου για τα οχήματα τα οποία θα χρησιμοποιούνταν για τη μεταφορά του εξορυσσόμενου προϊόντος, ώστε να περιοριζόταν στο ελάχιστο η οποιαδήποτε ενδεχόμενη οχληρία στον τοπικό πληθυσμό.
Κατά την επανεξέταση της ιεραρχικής προσφυγής η Υπουργική Επιτροπή είχε ενώπιον της το "Σημείωμα" του Υπουργείου Εσωτερικών, τις εκθέσεις της Επιτρόπου Διοίκησης και της Πολεοδομικής Αρχής, όπως επίσης και μια επιστολή του Διευθυντή του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης ημερομηνίας 28/7/2004, ο οποίος είχε ερωτηθεί μέσα στα πλαίσια της έρευνας του Επαρχιακού Λειτουργού του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, κατά πόσο οι ανάγκες της ελεύθερης περιοχής Αμμοχώστου σε χαβάρα εξυπηρετούνταν από τα υφιστάμενα λατομεία. Η απάντηση του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης αντικατοπτρίζεται στο παρακάτω απόσπασμα της επιστολής του Διευθυντή του ότι,
"Όσο αφορά τις παρούσες ανάγκες της Επαρχίας Αμμοχώστου αυτές καλύπτονται από δύο υφιστάμενα λατομεία χαβάρας/χαβαροχάλικων στην Ξυλοφάγου. Σύμφωνα με τις καταγραφές των πωλήσεων υλικού από μέρους της Υπηρεσίας Μεταλλείων για σκοπούς καταβολής του περιβαλλοντικού τέλους, η ποσότητα χαβάρας που έχει διατεθεί το 2003 και 2004 από τα δύο υφιστάμενα λατομεία της Ξυλοφάγου ανέρχεται στις 90 χιλιάδες τόνους."
Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι ο ισχυρισμός ότι δεν έγινε σωστή αξιολόγηση του υλικού που είχαν ενώπιόν τους οι καθ'ων η αίτηση, ή ότι παραγνωρίστηκαν θετικές απόψεις κυβερνητικών τμημάτων και ότι η απορριπτική απόφαση στηρίχθηκε αποκλειστικά στην ένσταση του Κοινοτικού Συμβουλίου Φρενάρου, είναι ανεδαφικός.
Η Υπουργική Επιτροπή έχει αρμοδιότητα, σύμφωνα με το Άρθρο 31(2) του Νόμου 90/72, να αξιολογήσει τις απόψεις όλων των εμπλεκομένων τμημάτων χωρίς υποχρέωση να τις αποδεχτεί, είτε στο σύνολο τους είτε μερικές από αυτές. Παρόμοιο θέμα εξετάστηκε και σε δύο άλλες προσφυγές, στις οποίες η Υπουργική Επιτροπή δεν αποδέχτηκε την ιεραρχική προσφυγή των αιτητών εναντίον αποφάσεων της Πολεοδομικής Αρχής, απορριπτικής του αιτήματος για άδεια λατόμευσης σε κρατικό τεμάχιο και άδεια λατομείου χαβάρας σε ιδιόκτητο κτήμα των αιτητών. Πρόκειται για τις αποφάσεις Βάσος Χαρτούμπαλλος και Υιοί (Αϊσερκίτες) Λτδ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 1173/2004, της 10/10/2006 και Χρίστος Χαρτούμπαλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 1187/2004, της 30/11/2006. Όπως έθεσε το θέμα ο Κρονίδης, Δ. στην Χρίστος Χαρτούμπαλλος (πιο πάνω),
"Ο αιτητής σχετικά με τον πρώτο λόγο ακύρωσης που προβάλλει, ισχυρίζεται ότι η Πολεοδομική Αρχή παραγνώρισε τις απόψεις κυβερνητικών τμημάτων που συνηγορούσαν υπέρ της αποδοχής της αίτησης του. Δεν συμφωνώ με την θέση αυτή του αιτητή. Σύμφωνα με το Νόμο (ο περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμος αρ. 90/72) και τους Κανονισμούς, η Πολεοδομική Αρχή προτού χορηγήσει ή αρνηθεί να χορηγήσει πολεοδομική άδεια θα λαμβάνει τις απόψεις διαφόρων κυβερνητικών τμημάτων. Στην παρούσα υπόθεση η Πολεοδομική Επιτροπή ζήτησε και έλαβε τις απόψεις αυτές τις οποίες και έλαβε υπόψη. Δεν είχε όμως καμιά υποχρέωση να δεχθεί τις απόψεις ορισμένων απ' αυτές ή να απορρίψει άλλες. Αποφασιστική αρμοδιότητα έχει η Πολεοδομική Αρχή και δεν έχει δέσμια αρμοδιότητα να δεχθεί ή όχι τις απόψεις των κυβερνητικών τμημάτων."
Απορρίπτοντας το ίδιο επιχείρημα ο Νικολαϊδης, Δ. στην απόφαση του στην Βάσος Χαρτούμπαλλος και Υιοί (Αϊσερκίτες) Λίμιτεδ (πιο πάνω) επεσήμανε τα εξής:
"Είναι η θέση των αιτητών ότι όλα τα κυβερνητικά τμήματα τοποθετήθηκαν θετικά στην αίτησή τους, ενώ εναντίον τοποθετήθηκε μόνο το Κοινοτικό Συμβούλιο Φρενάρους. Δεν εξηγείται, σύμφωνα πάντα με τους αιτητές, γιατί οι θετικές θέσεις όλων των κυβερνητικών τμημάτων δεν θεωρήθηκαν ουσιώδεις παράγοντες και η απλή επίκληση του επηρεασμού του περιβάλλοντος στάθηκε αρκετή για να εκδοθεί η απορριπτική απόφαση.
Το επιχείρημα θα πρέπει να απορριφθεί. Όπως σωστά επισημαίνεται και από την ευπαίδευτο συνήγορο των καθ'ων η αίτηση, το ακυρωτικό δικαστήριο δεν υποκαθιστά την κρίση του αρμόδιου οργάνου με τη δική του αναφορικά με την ορθότητα της πράξης, αλλά προβαίνει σε έλεγχο της νομιμότητας της. Επιτρεπτή είναι η απόφαση στην οποία ένα λογικό πρόσωπο θα μπορούσε να καταλήξει με τα στοιχεία που είχε ενώπιόν της η διοίκηση, ανεξαρτήτως αν κάποιος άλλος μπορούσε να καταλήξει σε διαφορετικό αποτέλεσμα."
Στην παρούσα περίπτωση η αιτιολογία για την απόρριψη της αίτησης συμπληρώνεται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου. Η απόρριψη του αιτήματος και της ιεραρχικής προσφυγής των αιτητών δεν βασίστηκε μόνο στις πρόνοιες της Δήλωσης Πολιτικής και την αδυναμία εξεύρεσης κοινά αποδεκτής όδευσης δρόμου για τη διακίνηση των οχημάτων από και προς το λατομείο, αλλά έλαβε επίσης υπόψη την υπόδειξη του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης ότι οι παρούσες ανάγκες της Επαρχίας Αμμοχώστου σε χαβάρα καλύπτονταν από άλλα δύο υφιστάμενα λατομεία. Αναφορικά δε με τις εναλλακτικές διαδρομές που προτάθηκαν από την αιτήτρια και τον Έπαρχο, κρίθηκαν μετά από επιτόπια έρευνα αρμόδιων λειτουργών του Επαρχιακού Γραφείου Πολεοδομίας και Οικήσεως ως ακατάλληλες, αφού οι προτεινόμενοι δρόμοι είτε δεν υφίσταντο, είτε δεν ήταν εγγεγραμμένοι, είτε ήταν άβατοι, είτε περνούσαν μέσα από οικιστικές ζώνες ή μπροστά από χώρους που διακινούνταν πεζοί, μαθητές και ποδήλατα.
(ii) Παράλειψη διεξαγωγής δέουσας έρευνας.
Έχει υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας ότι οι καθ'ων η αίτηση δεν διενήργησαν την απαραίτητη έρευνα και πιο συγκεκριμένα ότι η Υπουργική Επιτροπή παρέλειψε να διεξάγει τη δική της έρευνα κατά πόσο οι ανάγκες της επαρχίας Αμμοχώστου συνολικά καλύπτονταν από τις δυο υπάρχουσες άδειες.
Ο πιο πάνω ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός. Η Υπουργική Επιτροπή είχε ενώπιόν της όλες τις απόψεις, μεταξύ αυτών και του Τμήματος Γεωολογικής Επισκόπησης, σύμφωνα με το οποίο οι τοπικές ανάγκες κατά τη δεδομένη περίοδο σε χαβάρα καλύπτονταν από τις ποσότητες που εξορύσσονταν από τα δύο υφιστάμενα λατομεία. Όπως έχει επανειλημμένα τονιστεί από τη σχετική νομολογία, το Δικαστήριο δεν ελέγχει θέματα τεχνικής φύσης, όπως είναι στην παρούσα περίπτωση η κρίση της διοίκησης, σε σχέση με την εκτίμηση των αναγκών σε χαβάρα. Έλεγχος σε τέτοιου είδους θέματα ασκείται μόνον όταν διαπιστωθεί πλάνη περί τα πράγματα ή υπέρβαση των άκρων ορίων της διακριτικής εξουσίας της διοίκησης, κάτι που δεν συμβαίνει στην εξεταζόμενη υπόθεση. (Βλ. Κουτσού ν. Κ.Ο.Τ. (2001) 3 Α.Α.Δ. 311, Καμηλάρης ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 725 και Μεττή κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 157). Αναφορικά με την εισήγηση ότι η Υπουργική Επιτροπή δεν διεξήγαγε τη δική της έρευνα, πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει αρχή του διοικητικού δικαίου η οποία υπαγορεύει τη διεξαγωγή έρευνας από το ίδιο το αποφασίζον όργανο και ότι το αποφασίζον όργανο μπορεί να αναθέσει σε άλλο όργανο τη διεξαγωγή έρευνας και τη λήψη στοιχείων. Καθήκον και υποχρέωση του αποφασίζοντος οργάνου αποτελεί η τελική εκτίμηση των γεγονότων και η λήψη της σχετικής απόφασης (βλ. Ε.Ε.Υ. ν. Ζαμπόγλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 273). Με βάση τα πιο πάνω η θέση των αιτητών ότι αγνοήθηκε η επιστολή του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης, με την οποία δεν έφερε ένσταση στο αίτημα των αιτητών, είναι αβάσιμη. Η μη ένσταση του Τμήματος δεν ήταν δεσμευτική για την Υπουργική Επιτροπή, η οποία αφού συνέλεξε και διερεύνησε όλα τα ουσιώδη στοιχεία ενήργησε μέσα στα πλαίσια της αρμοδιότητάς της.
Αναφορικά με την εισήγηση ότι δεν έχουν ερευνηθεί όλοι οι λόγοι της ιεραρχικής προσφυγής και ειδικότερα η εξεύρεση δρομολογίων, που δεν θα προκαλούσαν οχληρία, όπως έχει ήδη λεχθεί, η Υπουργική Επιτροπή εξέτασε όλες τις σχετικές θέσεις και απόψεις πάνω στο θέμα.
Η σχετική εισήγηση δεν γίνεται δεκτή.
(iii) Παράβαση της αρχής της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης.
Έχει υποβληθεί ότι υπάρχει παραβίαση των αρχών της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης, αφού η ανάκληση της αποδοχής της ιεραρχικής προσφυγής της 26/9/2003 έγινε ένα χρόνο αργότερα, στις 23/9/2004, αφού εν τω μεταξύ είχαν δημιουργηθεί δικαιώματα και μια ευνοϊκή κατάσταση για την αιτήτρια.
Η εισήγηση είναι ανεδαφική. Η απόφαση της 26/9/2003 ανακλήθηκε γιατί ένας βασικός της όρος, και πιο συγκεκριμένα η εξεύρεση κοινά αποδεκτής όδευσης δρόμου για τα οχήματα της αιτήτριας δεν εκπληρώθηκε. Η ανάκληση της άδειας που επακολούθησε αιτιολογείται πλήρως από το δημόσιο συμφέρον της διαφύλαξης των ανέσεων των κατοίκων της περιοχής και την κάλυψη των αναγκών της περιοχής από τα δύο υφιστάμενα λατομεία. Όπως τονίστηκε στην υπόθεση Κυνηγού κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 472, στη σελ. 479,
"Κατ' εξαίρεση του κανόνα επιτρέπεται η ανάκληση νόμιμης ατομικής διοικητικής πράξης ευνοϊκής για το διοικούμενο για λόγους δημοσίου συμφέροντος και ανεξάρτητα αν έχει παρέλθει μακρύ χρονικό διάστημα από την έκδοσή της. Κατά τον Ε. Σπηλιωτόπουλο (βλ. Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, Εκδ. 1993, σελ. 178):
"Η αντίθεση προς το δημόσιο συμφέρον μπορεί να στηρίζεται σε στοιχεία μεταγενέστερα από εκείνα που υπήρχαν κατά την έκδοση της πράξης ή και στην ουσιαστική επανεκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και των συνθηκών που υπήρχαν ή συνέτρεχαν κατά την έκδοση της πράξης. (Σ.Ε. 441/1984, 3818/1987, 4084/1988).""
(iv) Παράβαση αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι επειδή δεν κλήθηκε να αναπτύξει τις απόψεις της πριν από την έκδοση της επίδικης απόφασης, παρατηρείται παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.
Το επιχείρημα δεν μπορεί να ευσταθήσει. Όπως επισημάνθηκε ορθά από τη δικηγόρο των καθ'ων η αίτηση, οι αιτητές εξέθεσαν με λεπτομέρεια τις απόψεις τους μέσα στα πλαίσια της ιεραρχικής προσφυγής τους. Ο ίδιος λόγος ακύρωσης τέθηκε και απορρίφθηκε από το Δικαστήριο σε δύο ακριβώς παρόμοιες υποθέσεις. Στην Βάσος Χαρτούμπαλλος και Υιοί (Αϊσερκίτες) Λίμιτεδ (πιο πάνω) τονίστηκε ότι,
"Ως προς το επιχείρημα ότι οι αιτητές δεν είχαν την ευκαιρία να εκθέσουν τις απόψεις τους, αρκεί να λεχθεί ότι αντίθετα είχαν κάθε ευκαιρία να το πράξουν μέσα από την ιεραρχική τους προσφυγή και μάλιστα εν εκτάσει. Πράγματι, η νομολογία επιτάσσει όπως ο επηρεαζόμενος ακούεται πριν από τη λήψη μέτρων που θα τον επηρεάσουν δυσμενώς, δικαίωμα το οποίο δεν περιορίζεται μόνο στις περιπτώσεις επιβολής ποινής ή τιμωρίας πειθαρχικής ή άλλης φύσης (βλέπε Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 361, Γιαγκοπούλου ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1998) 4 Α.Α.Δ. 1225 και Agia Napa Nissi Developments v. Δημοκρατίας (2003) 4 Α.Α.Δ. 728).
Οι αιτητές είχαν όμως την ευκαιρία να γνωστοποιήσουν την άποψή τους στην αρμόδια αρχή, πράγμα που έκαμαν και με κάθε, μάλιστα, λεπτομέρεια. Δεν νομίζω ότι κάτω από τις περιστάσεις μπορεί να θεωρηθεί ότι έγινε παραβίαση του δικαιώματός τους αυτού."
(Βλ. επίσης Χρίστος Χαρτούμπαλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (πιο πάνω))
Στην παρούσα υπόθεση η αιτήτρια είχε την ευκαιρία, όπως και έπραξε, να εκθέσει λεπτομερώς τις απόψεις της για το θέμα, κατά την καταχώριση της ιεραρχικής προσφυγής της. Επομένως δεν παραβιάστηκε ούτε το δικαίωμα ακρόασής της, ούτε οι αρχές της φυσικής δικαιοσύνης.
(v) Παράβαση των αρχών της αμερόληπτης δράσης της διοίκησης.
Η αιτήτρια υπέβαλε επίσης ότι οι καθ'ων η αίτηση δεν ενήργησαν με ανεπηρέαστη κρίση κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης και ότι ενήργησαν με δέσμια εξουσία κάτω από παρεμβάσεις από αναρμόδια πρόσωπα και υπηρεσίες. Η εισήγηση είναι αόριστη και προβλήθηκε με πολύ συνοπτικό τρόπο. Ισχυρισμοί για την ύπαρξη μεροληψίας ή προκατάληψης πρέπει να συνοδεύονται με τα κατάλληλα στοιχεία που μπορούν να τεκμηριώσουν ένα τέτοιο ισχυρισμό. Στην παρούσα περίπτωση ο ισχυρισμός αυτός παρέμεινε έωλος και έτσι απορρίπτεται.
Έχοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω, η προσφυγή απορρίπτεται με £600 έξοδα σε βάρος της αιτήτριας.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.