ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2007) 4 ΑΑΔ 52

8 Φεβρουαρίου, 2007

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 1432/2005)

 

Αστυνομική Δύναμη Κύπρου ― Μετάθεση μέλους ― Περιστάσεις της νομιμότητας της διενέργειας της μετάθεσης στην κριθείσα περίπτωση.

Ακυρωτική απόφαση Ανωτάτου Δικαστηρίου ― Κατά πόσο είναι καταχρηστική η απόδοση αναδρομικότητας σε μετάθεση που ακυρώθηκε δικαστικά και επανεξετάστηκε στη συνέχεια.

Ο αιτητής προσέφυγε κατά της νομιμότητας της μετάθεσής του, η οποία ήταν το προϊόν επανεξέτασης, μετά από ακύρωση της αρχικής μετάθεσης.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1.  Η μετάθεση, διατείνεται ο αιτητής, έγινε από αναρμόδιο όργανο.  Ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί σύμφωνα με την Αστυνομική Διάταξη Αρ. 1/13, η οποία διέπει το θέμα των μεταθέσεων.  Η παράγραφος 3(2) της εν λόγω Αστυνομικής Διάταξης, στην οποία ο αιτητής παραπέμπει, δεν εφαρμόζεται, αφού αφορά σε ενδοτμηματικές/ενδοεπαρχιακές μεταθέσεις, που δεν είναι η περίπτωση.

2.  Άλλος ισχυρισμός του αιτητή, είναι ότι η απόφαση λήφθηκε καθ' υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας, κατά παράβαση του δεδικασμένου της ακυρωτικής απόφασης και, τέλος, ότι είναι αποτέλεσμα ελλιπούς έρευνας και ανεπαρκούς αιτιολογίας.

     Η επανεξέταση, υπέβαλε ο αιτητής, και η αναδρομικότητα η οποία δόθηκε στη μετάθεσή του, συνιστούν κατάχρηση εξουσίας και έγιναν με αποκλειστικό σκοπό αυτός να στερηθεί της δυνατότητας διεκδίκησης αποζημιώσεων. Ούτε η εισήγηση αυτή είναι ορθή. Κατά την επανεξέταση που συντελέστηκε εν προκειμένω, το καθήκον των καθ' ων η αίτηση ήταν να λάβουν υπόψη τους λόγους ακύρωσης και, εφόσον η ακύρωση ήταν το αποτέλεσμα έλλειψης δέουσας έρευνας και επαρκούς αιτιολογίας, να συμμορφωθούν με το ακυρωτικό αποτέλεσμα.

3.  Οι ισχυρισμοί για έλλειψη δέουσας έρευνας και επαρκούς αιτιολογίας, επίσης, δεν ευσταθούν. Στην παρούσα περίπτωση, καθώς προκύπτει από το φάκελο και την επίδικη απόφαση, όλα τα σχετικά για τους σκοπούς του υπό εξέταση θέματος - (προσωπικές συνθήκες του αιτητή, ανάγκες της Υπηρεσίας) - σταθμίστηκαν και εύλογα υποστηρίζουν την κατάληξη.

4.  Ο ισχυρισμός ότι άλλοι έμπειροι πυροσβέστες μετατέθηκαν από τον Πυροσβεστικό Σταθμό Αεροδρομίου Πάφου και, συνεπώς, η επίκληση από τον Αρχηγό ότι ο λόγος της μετάθεσής του σχετίζεται με την πείρα του και πάλι δεν ευσταθεί. Στην επίδικη απόφαση εξηγούνται με επάρκεια οι ανάγκες της Υπηρεσίας, οι οποίες επέβαλλαν τη μετάθεσή του. Ούτε το ότι άλλοι μόνιμοι πυροσβέστες, ως ο αιτητής, δε μετατέθηκαν, αποτελεί βάσιμο λόγο ακύρωσης.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Γεωργιάδης ν. Ρ.Ι.Κ. (1987) 3 Α.Α.Δ. 2000,

Εγγλεζάκη κ.ά. ν. Γενικού Εισαγγελέα (1992) 1 Α.Α.Δ. 697,

Γενικός Εισαγγελέας ν. Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου (1999) 1 Α.Α.Δ. 342,

Christofides v. Attorney-General (1981) 1 C.L.R. 18,

Frangoulides v. Republic (1982) 1 C.L.R. 462,

Δημοκρατία κ.ά. ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503,

Ε.Ε.Υ. ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270,

Motorways Ltd ν. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447,

Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345.

Προσφυγή.

Ξ. Ευγενίου για Α. Σ. Αγγελίδη, για τον Αιτητή.

Κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Καθ' ων η Αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Μετάθεση του αιτητή, ο οποίος είναι πυροσβέστης, από τον Πυροσβεστικό Σταθμό Λεμεσού Αρ. 1 στον Πυροσβεστικό Σταθμό Αεροδρομίου Πάφου, από 6/12/2004, είχε ως αποτέλεσμα την καταχώριση της Προσφυγής Αρ. 106/05, με την οποία αμφισβητήθηκε η νομιμότητά της.

Η πιο πάνω απόφαση, μετά από αποδοχή του συνηγόρου των καθ' ων η αίτηση ότι λήφθηκε κατά παράβαση της Αστυνομικής Διάταξης Αρ. 1/13, ακυρώθηκε από το Δικαστήριο. Η εξέλιξη αυτή οδήγησε σε επανεξέταση της υπόθεσης από τους καθ' ων η αίτηση. Με δεδομένο ότι ένας από τους λόγους ακύρωσης της απόφασης ήταν η έλλειψη αιτιολογίας, ο Αρχηγός της Αστυνομίας ζήτησε από το Διευθυντή της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, (ο «Διευθυντής»), να επανεξετάσει τους λόγους για τους οποίους εισηγήθηκε τη μετάθεση και να τους αιτιολογήσει. Ο Διευθυντής, με επιστολή του προς τον Αρχηγό Αστυνομίας, ανέφερε, σχετικά με τον αιτητή και την αναγκαιότητα της μετάθεσης, ότι:-

«(α) Καμιά προσωπική ή και οικογενειακή περίσταση που συνηγορεί στη μη μετάθεση του βρίσκεται εντός του προσωπικού του φακέλου.

  (β) Η απόφαση για μετάθεση του προκύπτει από την ανάγκη για κάλυψη του Πυρ. Σταθμού πόλεως Πάφου σε προσωπικό, που για να ξεπεραστεί σε κάποιο βαθμό, πρέπει προσωπικό των Πυρ. Σταθμών Λεμεσού ως η πλησιέστερη προς την Πάφο επαρχία, να μετατεθεί στον σταθμό Αεροδρομίου Πάφου, έτσι που στην συνέχεια να δίνεται η δυνατότητα, προσωπικό του Αεροδρομίου Πάφου να μετακινηθεί στον σταθμό πόλεως Πάφου όπου και το πρόβλημα.

  (γ) Ο Πυρ. 1508 Κ. Κυπριανού είναι 'παλιός' και έμπειρος πυροσβέστης, που αποτελεί βασικό κριτήριο για το προσωπικό των Πυρ. Σταθμών Αεροδρομίων όπου η ενδεχόμενη αντιμετώπιση ενός αεροπορικού δυστυχήματος απαιτεί μεγάλη εμπειρία και τριβή με μεγάλα επεισόδια.»

Στη συνέχεια, ο Αρχηγός της Αστυνομίας, υπό το φως της ακυρωτικής απόφασης, επανεξέτασε την περίπτωση και κατέληξε ότι:-

«... οι ανάγκες και το συμφέρον της υπηρεσίας επιβάλλουν όπως ο εν λόγω Πυροσβέστης μετατεθεί από τον Πυροσβεστικό Σταθμό Λεμεσού Αρ. 1 στον Πυροσβεστικό Σταθμό Αεροδρομίου Πάφου, με αναδρομική ισχύ από 6.12.2004.

4. Για την απόφαση μου αυτή έλαβα υπόψη και υιοθέτησα τις εισηγήσεις του Διευθυντή της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας για τη μετάθεση του πιο πάνω Πυροσβέστη, οι οποίοι είναι οι ακόλουθοι και αποτελούν την αιτιολογία για την εν λόγω απόφαση:

-    Η απόφαση για μετάθεση του στον Πυροσβεστικό Σταθμό Αεροδρομίου Πάφου λήφθηκε με σκοπό την κάλυψη των αναγκών του Πυροσβεστικού Σταθμού πόλεως Πάφου σε προσωπικό, έτσι ώστε προσωπικό του Πυροσβεστικού Σταθμού του Αεροδρομίου Πάφου να μετακινηθεί στον Πυροσβεστικό Σταθμό της πόλης της Πάφου, όπου και το πρόβλημα προσωπικού.

-    Η απόφαση για μετάθεση του λήφθηκε στα πλαίσια των αναγκών της υπηρεσίας και αφού διερευνήθηκε ο προσωπικός του φάκελος και λήφθηκε υπόψη ότι δεν αντιμετωπίζει προσωπικά ή οικογενειακά προβλήματα, είναι μόνιμος κάτοικος Λεμεσού, ο πλησιέστερος προς την Πάφο Πυροσβεστικός Σταθμός είναι ο Σταθμός του Αεροδρομίου Πάφου, είναι έμπειρος πυροσβέστης που είναι βασικό κριτήριο για μετάθεση σε Πυροσβεστικό Σταθμό Αεροδρομίου όπου η αντιμετώπιση αεροπορικού δυστυχήματος απαιτεί έμπειρους πυροσβέστες και όχι νεότερους με λιγότερες εμπειρίες και πρώτιστα έγινε στα πλαίσια εναλλαξιμότητας που απέβλεπε στην επάρκεια, αποτελεσματικότητα και εύρυθμη λειτουργία της Υπηρεσίας.»

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή, με την οποία ζητείται:-

«Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του Καθ' ου η αίτηση, που γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή του καθ' ου η αίτηση ημερ. 5 Οκτωβρίου 2005 και με την οποία ως επανεξέταση, κατόπιν ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή αρ. 106/05 αποφάσισε και/ή διέταξε εκ νέου, τη μετάθεση του αιτητή από τον Πυροσβεστικό Σταθμό Λεμεσού Αρ.1 στον Πυροσβεστικό Σταθμό Αεροδρομίου Πάφου, με αναδρομική μάλιστα ισχύ από 6/12/2004, είναι άκυρη, παράνομη και στερούμενη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»

Για ακύρωση της απόφασης, προβάλλονται διάφοροι λόγοι.

Η μετάθεση, διατείνεται ο αιτητής, έγινε από αναρμόδιο όργανο. Αντί, ισχυρίζεται, να γίνει από τον υπεύθυνο επαρχίας, με τη σύμφωνη γνώμη του Διευθυντή και την έγκριση του Αρχηγού Αστυνομίας - (Άρθρο 3(2) - Αστυνομική Διάταξη Αρ. 1/13) - έγινε από τον Αρχηγό Αστυνομίας.

Ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί. Σύμφωνα με την Αστυνομική Διάταξη Αρ. 1/13, η οποία διέπει το θέμα των μεταθέσεων των μελών της Αστυνομικής Διεύθυνσης:-

«1.  ΜΕΤΑΘΕΣΕΙΣ ΓΕΝΙΚΑ

     Όλα τα μέλη της Αστυνομίας είναι υπόχρεα να υπηρετήσουν σε οποιοδήποτε μέρος της Κύπρου και υπόκεινται σε μετάθεση, ανάλογα με τις ανάγκες της υπηρεσίας, σύμφωνα με την κρίση του Αρχηγού της Αστυνομίας. Όλες οι περιπτώσεις πρέπει να μελετούνται αντικειμενικά και από κάθε άποψη. Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και οι προσωπικές δυσκολίες που πιθανόν να αντιμετωπίζουν τα επηρεαζόμενα μέλη της Αστυνομίας και οι οικογένειες τους. Πάνω απ' όλα όμως, προτεραιότητα έχουν τα συμφέροντα της Υπηρεσίας.»

Η παράγραφος 3(2) της πιο πάνω Αστυνομικής Διάταξης, στην οποία ο αιτητής παραπέμπει, δεν εφαρμόζεται, αφού αφορά σε ενδοτμηματικές/ενδοεπαρχιακές μεταθέσεις, που δεν είναι η περίπτωση.

Άλλος ισχυρισμός του αιτητή είναι ότι η απόφαση λήφθηκε καθ' υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας, κατά παράβαση του δεδικασμένου της ακυρωτικής απόφασης και, τέλος, ότι είναι αποτέλεσμα ελλιπούς έρευνας και ανεπαρκούς αιτιολογίας.

Η επανεξέταση, υπέβαλε ο αιτητής, και η αναδρομικότητα η οποία δόθηκε στη μετάθεσή του συνιστούν κατάχρηση εξουσίας και έγιναν με αποκλειστικό σκοπό αυτός να στερηθεί της δυνατότητας διεκδίκησης αποζημιώσεων, σύμφωνα με το Άρθρο 146.6 του Συντάγματος. Το γεγονός ότι  την περίοδο 6/12/2004 - 6/7/2005 υπηρέτησε στον τόπο όπου είχε μετατεθεί εντάσσει την περίπτωσή του στις περιπτώσεις αδυναμίας αποκατάστασης μετά από ακυρωτική απόφαση και παρέπεμψε σχετικά στο σύγγραμμα της Δήμητρας Κοντόγιωργα-Θεοχαροπούλου «Αι Συνέπειαι της Ακυρώσεως Διοικητικής Πράξεως έναντι της Διοικήσεως  κατόπιν ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως», σελ. 285, και στη Θράσος Γεωργιάδης ν. Ρ.Ι.Κ. (1987) 3 Α.Α.Δ. 2000.

Το Άρθρο 146.6 του Συντάγματος έχει ερμηνευθεί στην Εγγλεζάκη και άλλες ν. Γενικού Εισαγγελέα (1992) 1 Α.Α.Δ. 697. Το Εφετείο εκεί, αφού έκαμε αναφορά στη σχετική νομολογία, συνόψισε τις αρχές που προκύπτουν από αυτή ως εξής:- (σελ. 702)

«(1) Όπως το κείμενο του Άρθρου 146.6 υποδηλώνει, και η νομολογία βεβαιώνει, η ακύρωση διοικητικής απόφασης δε θεμελιώνει αφεαυτής δικαίωμα για αποζημίωση από πολιτικό δικαστήριο. Δικαίωμα για αποζημίωση εγείρεται 'εφ όσον η αξίωσις αυτού δεν ικανοποιηθή υπό του περί ου πρόκειται οργάνου, αρχής ή προσώπου'.

(2) Η αποκατάσταση της τρωθείσας νομιμότητας, όπως διαπιστώνεται στην αναθεωρητική ακυρωτική απόφαση, αποτελεί ευθύνη του αρμόδιου διοικητικού οργάνου στο πεδίο του δημόσιου δικαίου. Παράλειψη αποκατάστασης της νομιμότητας με την εξαφάνιση της πράξης, συνιστά παράλειψη εκπλήρωσης υποχρέωσης που θέτει το Άρθρο 146.5 του Συντάγματος που επιβάλλει την ενεργό συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση, και συνιστά παράλειψη υποκείμενη σε αναθεώρηση βάσει του Άρθρου 146.1. ... Δικαίωμα για αποζημίωση εγείρεται αν, παρά την αποκατάσταση της νομιμότητας, προέκυψε ζημία, η οποία δεν έχει ικανοποιηθεί, από την αρμόδια διοικητική αρχή.»

Ανάλογα αναφέρονται στη Γενικός Εισαγγελέας ν. Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου (1999) 1 Α.Α.Δ. 342, σελ. 349-350.

Ούτε η εισήγηση αυτή είναι ορθή. Μετά την ακύρωση διοικητικής απόφασης, το μόνο δικαίωμα το οποίο γεννάται υπέρ του διοικουμένου είναι να απαιτήσει την εξαφάνιση των συνεπειών της παράνομης διοικητικής πράξης. Πριν από αυτό δεν υπάρχει δικαίωμα για αποζημίωση, αφού είναι ενδεχόμενο η νέα διοικητική απόφαση να μην αφήσει κατάλοιπο παρανομίας. Έχοντας υπόψη το αιτητικό της προσφυγής και τους λόγους οι οποίοι οδήγησαν στην ακύρωση της επίδικης απόφασης για αποκατάσταση της νομιμότητας, οι καθ' ων η αίτηση είχαν καθήκον να επανεξετάσουν - (βλ. Christofides v. Attorney-General (1981) 1 C.L.R. 18 και Frangoulides v. Republic (1982) 1 C.L.R. 462) - αφού δεν ετίθετο ζήτημα «αποκατάστασης των πραγμάτων εις την προ της ακυρωθείσας πράξεως νομική κατάσταση» - ο αιτητής είχε ήδη υπηρετήσει στη θέση όπου είχε μετατεθεί - (βλ. Ηλία Γ. Κυριακοπούλου - «Ελληνικόν Διοικητικόν Δίκαιον», Γ΄ Ειδικόν Μέρος, Έκδοσις Τέταρτη,  1962, σελ. 155). Κατά την επανεξέταση, το καθήκον των καθ' ων η αίτηση ήταν να λάβουν υπόψη τους λόγους ακύρωσης και, εφόσον η ακύρωση ήταν το αποτέλεσμα έλλειψης δέουσας έρευνας και επαρκούς αιτιολογίας, να συμμορφωθούν με το ακυρωτικό αποτέλεσμα.

Οι ισχυρισμοί για έλλειψη δέουσας έρευνας και επαρκούς αιτιολογίας, επίσης, δεν ευσταθούν.

Είναι καλά νομολογημένο ότι η διοίκηση, κατά την άσκηση της διακριτικής της εξουσίας, οφείλει να διεξάγει έρευνα, με σκοπό να διαπιστώσει όλα τα ουσιώδη γεγονότα. Η έκταση, βέβαια, ο τρόπος και η διαδικασία που θα ακολουθηθεί είναι ανάλογα με το υπό εξέταση θέμα - (βλ. Δημοκρατία κ.ά. ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503. Ε.Ε.Υ. ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270). Η μορφή της έρευνας είναι συνυφασμένη με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης, είναι δε επαρκής, εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται - (βλ. Motorways Ltd ν. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447. Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345).

Στην παρούσα περίπτωση, καθώς προκύπτει από το φάκελο και την επίδικη απόφαση, όλα τα σχετικά για τους σκοπούς του υπό εξέταση θέματος - (προσωπικές συνθήκες του αιτητή, ανάγκες της Υπηρεσίας) - σταθμίστηκαν και εύλογα υποστηρίζουν την κατάληξη. Το γεγονός ότι ο φάκελος του αιτητή δεν περιείχε ο,τιδήποτε που συνηγορούσε εναντίον της μετάθεσής του δε δημιουργεί υποχρέωση στους καθ' ων η αίτηση να τον ακούσουν προηγουμένως. Εάν αυτός θεωρούσε ότι τα στοιχεία, τα οποία τώρα με την προσφυγή του επικαλείται, έπρεπε να ληφθούν υπόψη - σε περίπτωση πιθανής μετάθεσής του - αυτά θα έπρεπε να είχαν ήδη τεθεί υπόψη των καθ' ων η αίτηση και να ευρίσκονται στο φάκελό του. Ο ισχυρισμός ότι άλλοι έμπειροι πυροσβέστες μετατέθηκαν από τον Πυροσβεστικό Σταθμό Αεροδρομίου Πάφου και, συνεπώς, η επίκληση από τον Αρχηγό ότι ο λόγος της μετάθεσής του σχετίζεται με την πείρα του και πάλι δεν ευσταθεί. Στην επίδικη απόφαση εξηγούνται με επάρκεια οι ανάγκες της Υπηρεσίας, οι οποίες επέβαλλαν τη μετάθεσή του. Ούτε το ότι άλλοι μόνιμοι πυροσβέστες, ως ο αιτητής, δε μετατέθηκαν αποτελεί βάσιμο λόγο ακύρωσης.

Η προσφυγή απορρίπτεται, με £400,00 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο