ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 862/2006)

 

9 Νοεμβρίου, 2007

 

[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΠΑΥΛΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ,

 

Αιτητής,

 

ΚΑΙ

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΜΕΣΩ

ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

 

Καθ΄ου η Αίτηση.

- - - - - - -

 

Ε. Λεωνίδου, για τον Αιτητή.

 

Γ. Πετάση, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Καθ΄ου η Αίτηση.

 

- - - - - - -

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής εργαζόταν στο Τμήμα Κτηνιατρικών Υπηρεσιών, Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος. Την 1.5.1993 προάχθηκε στη μόνιμη θέση Διευθυντή Κτηνιατρικών Υπηρεσιών. Η προαγωγή του ακυρώθηκε πολλές φορές από το Ανώτατο Δικαστήριο, όμως ο αιτητής επαναπροαγόταν στην θέση.

 

Την 1.11.2001 ο αιτητής αφυπηρέτησε από τη θέση του Διευθυντή Κτηνιατρικών Υπηρεσιών και καταβλήθηκαν σε αυτόν τα συνταξιοδοτικά του ωφελήματα με βάση αυτή του τη θέση.

 

Μετά την αφυπηρέτησή του, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), με επιστολή της ημερομηνίας 13.12.2005, πληροφόρησε τον αιτητή ότι το Ανώτατο Δικαστήριο είχε κηρύξει άκυρη την τελευταία αναδρομική του προαγωγή και, επομένως, επανήλθε στη θέση του Ανώτερου Κτηνιατρικού Λειτουργού. Ακολούθως, το Γενικό Λογιστήριο προέβη σε επαναυπολογισμό της ετήσιάς του σύνταξης με βάση τη θέση του Ανώτερου Κτηνιατρικού Λειτουργού και προέβη σε αναδρομική μείωση της μηνιαίας του σύνταξης από την ημερομηνία κατά την οποία ενημερώθηκε από την ΕΔΥ για την ακύρωση της προαγωγής του, ήτοι την 13.12.2005.

 

Με την παρούσα προσφυγή επιδιώκει την ακύρωση της απόφασης για μείωση της σύνταξής του. Ισχυρίζεται ότι η σύνταξη αποτελεί δικαίωμα του κάθε υπαλλήλου και ότι η ακύρωση της προαγωγής του μετά την αφυπηρέτηση δεν επηρεάζει την κατάσταση της μισθοδοσίας του ούτε και τα ανάλογα συντάξιμα δικαιώματά του. Ισχυρίζεται επίσης ότι παραβιάσθηκε η αρχή της ισότητας.

 

Η απόφαση του Κρονίδη, Δ., στην Χατζησάββας ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 833/2004, 19.4.2006, άπτεται του ιδίου ακριβώς θέματος. Το σχετικό απόσπασμα, με το οποίο και συμφωνώ, έχει ως εξής:

 

"Κατ΄αρχήν προβάλλεται στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου του αιτητή η θέση ότι η σύνταξη αποτελεί δικαίωμα και δεν είναι δυνατό να επηρεαστεί ή να τύχει παραβίασης. Επίσης ο δικηγόρος του αιτητή ισχυρίζεται ότι η σύνταξη υπολογίζεται σύμφωνα με τις πρόνοιες που ισχύουν την ημερομηνία αφυπηρέτησης του δημοσίου υπαλλήλου.

 

Συμφωνώ με όλα όσα ο δικηγόρος του αιτητή αναφέρει πιο πάνω. Δεν έχω όμως αντιληφθεί γιατί παραβιάσθηκε οποιοδήποτε δικαίωμα του αιτητή. Το Ανώτατο Δικαστήριο, μετά την αφυπηρέτηση του αιτητή, ακύρωσε την προαγωγή του με προφανή συνέπεια αυτός να επανέλθει πίσω στην προτεραία θέση του Ανώτερου Λειτουργού. Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου «εξαφάνισε» εξ υπαρχής την διοικητική απόφαση της προαγωγής του αιτητή και θεωρείται ότι δεν έγινε ποτέ. Επομένως ο αιτητής την ημέρα της αφυπηρέτησης του θεωρείται ότι κατείχε τη θέση Ανώτερου Λειτουργού στην Κλίμακα Α13.

 

Ισχυρίζεται περαιτέρω ο αιτητής ότι ήταν ορθή η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου με την οποία αποφάσισε, έχοντας υπόψη την υπόθεση Ανδρέα Φυλακτού, τη συνέχιση της καταβολής στον αιτητή συνταξιοδοτικών ωφελημάτων Διευθυντή Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών στη βάση της Κλίμακας Α15. Γιατί αυτό θα ήταν σύμφωνο με την αρχή της ίσης μεταχείρισης και της ισότητας που καθιερώνεται από το Άρθρο 28 του Συντάγματος.

 

Το Άρθρο 28 του Συντάγματος καθιερώνει την αρχή της ισότητας των πολιτών επιβάλλοντας στη διοίκηση, κατά την άσκηση της διακριτικής της εξουσίας, ίση ή ομοιόμορφη μεταχείριση όλων των πολιτών που τελούν κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. (Βλέπε: Μικρομμάτης ν. Δημοκρατίας 2 R.S.C.C. 125 και Δημοκρατία ν. Ελένη Κωνσταντίνου (2002) 3 Α.Α.Δ. 534).

 

Στην παρούσα υπόθεση όμως οι περιστάσεις μεταξύ της υπόθεσης του αιτητή και της υπόθεσης Ανδρέα Φυλακτού δεν είναι όμοιες. Όπως αναφέρεται και στη γνωμάτευση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα ο Ανδρέας Φυλακτού κατά την επανεξέταση από την ΕΔΥ διορίστηκε ως υπεράριθμος στη θέση και έτσι θεωρείται ότι την κατείχε δικαιωματικά, σε αντίθεση με τον αιτητή ο οποίος δεν έτυχε διορισμού έστω και ως υπεράριθμος. (Βλέπε: επιστολές του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, ημερ. 18.7.2003 και 12.3.2003). Καταλήγω, κατά συνέπεια, ότι δεν παραβιάστηκε το Άρθρο 28 του Συντάγματος.

 

Περαιτέρω ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η πρώτη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ήταν νόμιμη και δεν είχε εξουσία να την ανακαλέσει γιατί άλλως θα παραβίαζε τις αρχές της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης.

 

Το πλήρες πρακτικό του Υπουργικού Συμβουλίου με το οποίο έχουν ανακληθεί οι αποφάσεις του με αρ. 56.919 και 56.920, ημερ. 5.12.2002, έχει ως εξής:-

 

«72. Το Συμβούλιο αποφάσισε να ακυρώσει τις Αποφάσεις με αρ. 56.919 και 56.920 με ημερ. 5.12.2002 αφού οι περί Συντάξεων Νόμοι του 1997 έως 1999 περιέχουν ρητές διατάξεις για το ύψος της συντάξεως ή του χορηγήματος που δικαιούται οποιοδήποτε πρόσωπο.

 

Με την Απόφαση με αρ. 56.919 το Συμβούλιο ενέκρινε τη συνέχιση της καταβολής συνταξιοδοτικών ωφελημάτων στο Διευθυντή Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών (κλ. Α15) κ. Γιώργο Χ΄Σάββα από τις 10.4.2001, ημερομηνία κατά την οποία είχε επανέλθει με επιστολή της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Τύπου και Πληροφοριών (κλ. Α13).

 

Με την Απόφαση με αρ. 59.920 το Συμβούλιο, ως θέμα γενικής πολιτικής, αποφάσισε να εγκρίνει την καταβολή συνταξιοδοτικών ωφελημάτων σε κρατικούς υπαλλήλους, οι οποίοι τα απώλεσαν, λόγω δικαστικής απόφασης μετά την αφυπηρέτησή τους, με την προϋπόθεση ότι ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας γνωματεύσει ότι οι περιπτώσεις αυτές εμπίπτουν στο σκεπτικό της γνωμοδότησης της περίπτωσης Ανδρέα Φυλακτού.»

 

Από την πιο πάνω διατύπωση της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου με την οποία ανακάλεσε προγενέστερες προκύπτει ότι το Υπουργικό Συμβούλιο θεώρησε ως παράνομες διοικητικές πράξεις αυτές που έχει ανακαλέσει. Και αυτό φυσικά είναι ορθό αφού έρχεται σε αντίθεση με τις πρόνοιες του περί Συντάξεων Νόμου (Κεφ. 311) (Νόμος 97(1)/97).

 

Η εισήγηση του αιτητή ότι επρόκειτο περί νομίμων πράξεων δεν ευσταθεί. Οι ανακληθείσες πράξεις ήταν παράνομες γιατί έρχονταν σε πλήρη αντίθεση με τις πρόνοιες του νόμου και ιδιαίτερα του άρθρου 4 που έχει ως εξής:-

 

«4.-(1) Σύνταξη, εφάπαξ ποσό ή φιλοδώρημα και άλλα ωφελήματα χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου στους κρατικούς υπαλλήλους της Κυπριακής Δημοκρατίας.

 

(2) Σύνταξη, εφάπαξ ποσό ή φιλοδώρημα χορηγούμενο δυνάμει του Νόμου αυτού υπολογίζεται σύμφωνα με τις πρόνοιες που ισχύουν την ημερομηνία αφυπηρέτησης του κρατικού υπαλλήλου.»

 

Νοουμένου ότι η προαγωγή του αιτητή είχε ακυρωθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο, μετά την αφυπηρέτηση του, ο τελευταίος νομότυπα και εκ των πραγμάτων επανήλθε στην προτέρα της προαγωγής θέση του αυτή του Ανώτερου Λειτουργού στην Κλίμακα Α13. Κατά συνέπεια και σύμφωνα με το πιο πάνω άρθρο 4 του νόμου, συνέχιση παροχής σύνταξης στην κλίμακα Α15 θα παραβίαζε τις πρόνοιες του νόμου.

 

Η ανάκληση των μη νόμιμων πράξεων είναι γενικά επιτρεπτή. Παράνομες είναι όχι μόνο οι πράξεις που εκδόθηκαν κατά παράβαση νόμου αλλά και οι εκδοθείσες κατά πλάνη περί τα πράγματα. Παράνομη χαρακτηρίζεται επίσης η πράξη που εκδόθηκε χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις της έκδοσης της (Βλέπε: Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1925-1959, σελ. 21). Στην υπόθεση Ιωαννίδου ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 100 στη σελίδα 105 αναφέρονται τα εξής:-

 

«Παράνομες διοικητικές πράξεις μπορούν να ανακληθούν μέσα σε εύλογο χρόνο και οποτεδήποτε, εφ΄ όσον το επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον ή όπου η ανακαλούμενη πράξη στηρίχθηκε σε δόλια ή απατηλή ενέργεια του ενδιαφερόμενου (Δημοκρατία ν. Κασσέρα (1996) 3 Α.Α.Δ. 27. Βλέπε επίσης Hawai Hotels Ltd v. Δημοκρατίας (Αρ.2) (1995) 4 Α.Α.Δ. 2835).

 

Στην παρούσα υπόθεση οι ανακληθείσες αποφάσεις ήταν παράνομες. Η συνταξιοδότηση του αιτητή στην Κλίμακα Α15 δεν μπορεί να θεωρηθεί κεκτημένο δικαίωμα του ούτε η ανάκληση της ως αποκοπή της σύνταξης. Με την ανάκληση υπήρξε συμμόρφωση της διοίκησης στις πρόνοιες του νόμου και της ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η ανάκληση έγινε μέσα σε σύντομο και εύλογο υπό τις περιστάσεις χρόνο."

 

Η προσφυγή απορρίπτεται με £600 έξοδα εις βάρος του αιτητή.

 

 

                                                                   Ρ. Γαβριηλίδης,

                    Δ.

/ΧΤΘ

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο