ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ             

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

       

                                      &n bsp;                          Υπóθεση  Αρ. 65/2006

 

 

21 Σεπτεμβρίου, 2007

 

[ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΓΛΑΥΚΟΣ ΚΑΡΙΟΛΟΥ

                                    Αιτητής

 

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

                                    Καθού η  αίτηση

.............................

Μ. Καλλιγέρου (κα)  για τον αιτητή

Χρ. Μ. Τριανταφυλλίδης με Ν. Κλεάνθους (κα),για τον καθού η αίτηση

Καμιά εμφάνιση για το ενδιαφερόμενο μέρος Μαρίνο Μενελάου

 

- - - - - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:   Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του καθ' ου η Αίτηση ημερομηνίας 24/11/2005, (της οποίας έλαβε γνώση ο αιτητής με επιστολή ημερομηνίας 13/12/2005), σύμφωνα με την οποία το ενδιαφερόμενο μέρος Μαρίνος Μενελάου προάχθηκε από 1/12/2005 στη θέση Ανώτερου Τουριστικού Λειτουργού, αντί του αιτητή, είναι άκυρη και χωρίς κανένα νομικό αποτέλεσμα.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Η αφυπηρέτηση του Ανώτερου Τουριστικού Λειτουργού του καθ' ου η αίτηση, είχε σαν αποτέλεσμα την δημιουργία ανάγκης πλήρωσης της εν λόγω θέσης, η οποία είναι θέση προαγωγής.  Για την πλήρωσή της υπήρχαν οκτώ υποψήφιοι, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο  αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος (πιο κάτω ε.μ.).  Έτσι το θέμα τέθηκε στην Επιτροπή Προσωπικού του καθού η αίτηση η οποία σε συνεδρίασή της στις 24.11.05, αφού εξέτασε τους προσωπικούς φακέλους των υποψηφίων και άκουσε τη σύσταση του Αν. Γενικού Διευθυντή του Οργανισμού, προχώρησε στην έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, προσφέροντας την προαγωγή στην επίδικη θέση στο ε.μ. που έγινε αποδεκτή, με αποτέλεσμα την καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Η συνήγορος του αιτητή καταρχήν προβάλλει ζήτημα κακής σύνθεσης της Επιτροπής Προσωπικού του καθ' ου η αίτηση.  Επίσης προβάλλει ότι προέβη στην σύσταση αναρμόδιο όργανο αφού, όπως ισχυρίζεται, το Διοικητικό Συμβούλιο του καθου η αίτηση παράνομα προχώρησε σε διορισμό Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή, αφού τέτοια εξουσία έχει μόνο το Υπουργικό Συμβούλιο.  Σε συνάρτηση με το λόγο αυτό ισχυρίζεται ότι το πρόσωπο που διορίστηκε Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής, εφόσον ο διορισμός του ήταν παράνομος, δεν μπορούσε να προβεί σε σύσταση.  Περαιτέρω προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η σύσταση του ήταν παράνομη λόγω νομικής πλάνης.  Ακόμη η συνήγορος του αιτητή ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι παράνομη γιατί λήφθηκαν υπόψη παράνομες εμπιστευτικές εκθέσεις.  Τέλος προβάλλεται και ο ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα μη δέουσας έρευνας ως προς τα προσόντα των υποψηφίων και ότι εν πάση περιπτώσει η επίδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη.

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

Αρχίζοντας από το θέμα της κακής σύνθεσης της Επιτροπής Προσωπικού του καθού η αίτηση, η συνήγορος του αιτητή ισχυρίζεται ότι ο καθού η αίτηση δεν έχει παρουσιάσει έγγραφο που να αποδεικνύει την μεταβίβαση της αρμοδιότητας διορισμού και προαγωγής υπαλλήλων του. Η άποψη μου είναι ότι αυτός ο ισχυρισμός δεν ευσταθεί αφού ο συνήγορος του καθ' ου η αίτηση, στην γραπτή του αγόρευση, επισυνάπτει σχετικό έγγραφο. Επίσης κατά την άποψη μου προκύπτει ότι τα μέλη της Επιτροπής προσκλήθηκαν νομότυπα και δέν υπάρχει οτιδήποτε το μεμπτό ως προς την σύνθεση της.

 

Στρέφομαι τώρα στον ισχυρισμό ότι αναρμόδιο όργανο προέβη στη σύσταση για το λόγο ότι το Διοικητικό Συμβούλιο του καθού η αίτηση παράνομα προχώρησε σε διορισμό Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή, αφού τέτοια εξουσία έχει μόνο το Υπουργικό Συμβούλιο. Ο εν λόγω διορισμός έγινε στις 22/6/04. 

 

To θέμα διορισμού του Γενικού Διευθυντή μέχρι και την 15/4/05 διέπετο από το άρθρο 6 του περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού Νόμου του 1969 (Ν.54/69 όπως τροποποιήθηκε με σειρά Νόμων ο τελευταίος των οποίων ήταν ο Ν. 136(1)/2002)  οι πρόνοιες του οποίου, στην έκταση που μας αφορούν διαλάμβαναν τότε, τα ακόλουθα:

 

«6(1) Των Υπηρεσιών του Οργανισμού προϊσταται Γενικός Διευθυντής.

 

(2)  Ο Γενικός Διευθυντής έχει τα ακολούθους αρμοδιότητας

      ...................

 

(3)  Γενικός Διευθυντής διορίζεται υπό του Υπουργικού Συμβουλίου πρόσωπον κεκτημένον τα υπό του σχεδίου υπηρεσίας, εγκρινομένου υπό του Υπουργικού Συμβουλίου, προβλεπόμενα προσόντα και υπό τοιούτους όρους ως το Υπουργικό Συμβούλιον ήθελεν καθορίσει.»

 

Με την τροποποίηση που έγινε με το Ν. 35(1)/2005 από τις 15/4/05 και μετά ισχύουν τα ακόλουθα:

 

«6(1)(α)  Των Υπηρεσιών του Οργανισμού προϊσταται ο Γενικός Διευθυντής, ο οποίος είναι το ανώτατο εκτελεστικό όργανο του Οργανισμού.

 

(β)  Ο Γενικός Διευθυντής επιλέγεται και διορίζεται, μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, με σύμβαση πενταετούς διάρκειας, η οποία διέπεται από τα προβλεπόμενα από το σχετικό Σχέδιο Υπηρεσίας και τυχόν όρους που το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε ορίσει.

 

(γ)        Η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου για διορισμό του Γενικού Διευθυντή υποβάλλεται στο Υπουργικό Συμβούλιο για έγκριση.

...........................»

 

Κατά τον ουσιώδη χρόνο η θέση του Γενικού Διευθυντή ήταν κενή λόγω αφυπηρέτησης του προσώπου που ήταν κανονικά διορισμένο σ' αυτή.  Όπως προκύπτει από τη σχετική νομοθεσία ο εν λόγω διορισμός κατά τον ουσιώδη χρόνο γινόταν από το Υπουργικό Συμβούλιο και όχι από το καθ' ου η αίτηση Διοικητικό Συμβούλιο. Η ίδια πρόνοια θα πρέπει, κατά την άποψη μου, να ισχύει κατ' αναλογία και για τον διορισμό Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή, πράγμα το οποίο στην προκείμενη περίπτωση δεν τηρήθηκε αφού από μόνο του το καθου η αίτηση Διοικητικό Συμβούλιο προχώρησε στο διορισμό Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή. Ο ισχυρισμός του ευπαιδεύτου συνηγόρου του καθ' ου η αίτηση ότι επειδή ήταν αναπληρωματικός διορισμός, ο καθου η αίτηση είχε τέτοια εξουσία με βάση τον Καν. 13, κατά την άποψη μου, δεν ευσταθεί, αφού ο Καν. 13 των περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (Διάρθρωση και Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1970 (Κ.Δ.Π. 829/70 όπως έχουν τροποποιηθεί)  αναφέρεται σε εξουσία αναπληρωματικού διορισμού των υπαλλήλων του καθου και όχι για την αναπλήρωση του Γενικού Διευθυντή.

 

Στον Καν. 2 ο όρος «Γενικός Διευθυντής» φαίνεται να έχει ξεχωριστή ερμηνεία από τον όρο «υπάλληλοι».  Προχωρώ να πω ότι αν είχε εξουσία (με βάση τους Κανονισμούς) το Διοικητικό Συμβούλιο να διορίζει Αναπληρωματικό Γενικό Διευθυντή χωρίς την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, τότε θα μπορούσε παρατείνοντας το θέμα να παρακάμπτει την  πρόνοια ότι ο Γενικός Διευθυντής διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, κάτι που δεν ήταν η πρόθεση του νομοθέτη.

 

Σχετικά με το θέμα που εξετάζουμε, η Ολομέλεια του Ανωτάτου στην υπόθεση Μιχαηλίδης, ν. ΚΟΤ (1999) 3 Α.Α.Δ. 246, σελ. 253, ανάφερε τα ακόλουθα:

 

«Ας επανέλθουμε όμως στον πρώτο λόγο έφεσης. Το Υπουργικό Συμβούλιο είναι εκ του νόμου το αποφασίζον όργανο για το διορισμό Γενικού Διευθυντή του ΚΟΤ. Βασική αρχή του Διοικητικού Δικαίου είναι ότι όπου ο νόμος παρέχει σε διοικητικό όργανο συγκεκριμένη αρμοδιότητα αυτή ασκείται από το όργανο. Το αρμόδιο όργανο δεν μπορεί να παραιτηθεί από την αρμοδιότητα του ούτε να την τροποποιήσει ούτε να τη μεταβιβάσει χωρίς εξουσιοδότηση του νόμου. Συμφωνία μεταξύ των οργάνων δεν αρκεί, ούτε βέβαια συμφωνία μεταξύ αρμόδιου οργάνου και ιδιώτη. Βλ. Π.Δ. Δακτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, Γ΄ έκδοση, παρα. 937, σελ. 440. Βλ. επίσης Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 106, Medcon Construction Ltd & Others v. Republic (1968) 3 CLR 535, Χρ. Κυριάκου Λτδ ν. Α.ΤΗ.Κ. (1995) 3 ΑΑΔ 178 και Δημοκρατία ν. Μελέτης (1991) 3 ΑΑΔ 433

 

 

Η απόφαση Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω) αφορούσε επίσης πρόνοια του Νόμου με βάση την οποία ο Γενικός Διευθυντής διοριζόταν από το Υπουργικό Συμβούλιο.  Με την τροποποίηση που έγινε με το Ν. 35(1)/2005 από 15/4/05 και μετά, ο διορισμός του Γενικού Διευθυντή γίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο του καθού η αίτηση και εγκρίνεται από το Υπουργικό Συμβούλιο.  Όμως, δεν είναι αυτή η νομοθετική πρόνοια που εφαρμόζεται στη δική μας περίπτωση.  Επομένως είναι η άποψη μου ότι ο διορισμός του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή του καθου η αίτηση από το Διοικητικό του Συμβούλιο, και όχι το Υπουργικό Συμβούλιο, είναι παράνομος.  Προχωρώ όμως να πω ότι, κι αν ακόμα εφαρμοζόταν ο Νόμος όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 35(1)/2005, τότε ο αναπληρωματικός διορισμός θα έπρεπε, κατ' αναλογία, να εγκρινόταν από το Υπουργικό Συμβούλιο. 

 

Εφόσον λοιπόν κατάληξα ότι ο διορισμός του Αναπληρωτή Διευθυντή ήταν παράνομος, κατ' επέκταση καθίσταται και η όλη διαδικασία προαγωγής του ε.μ. παράνομη.

 

Με βάση τα πιο πάνω η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ του αιτητή.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με βάση το άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.

 

                                                                               Μ. Φωτίου, Δ.

 

/ΚΑς


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο